ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w76 1/8 σ. 460-463
  • Θέτομε την Υπηρεσία του Θεού Πρώτη

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Θέτομε την Υπηρεσία του Θεού Πρώτη
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1976
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΩΝ
  • ΔΡΑΣΙΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
  • ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
  • ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΙΣ ΣΕ ΝΕΟ ΤΟΜΕΑ
  • ΚΑΤΑΝΟΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΛΟΥΣΙΑΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
  • Η Οδός του Ιεχωβά Είναι ο Καλύτερος Τρόπος Ζωής
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1992
  • Βιβλίο Έτους 1986 των Μαρτύρων του Ιεχωβά
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1986
  • Αποφασισμένοι να Υπηρετούμε τον Ιεχωβά
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—2006
  • 1988 Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά
    Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1988
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1976
w76 1/8 σ. 460-463

Θέτομε την Υπηρεσία του Θεού Πρώτη

Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ ήταν ένας αγρότης από τη Δυτική Φιλλανδία. Κατά το 1911 έλαβε διάφορα έντυπα από Σπουδαστάς των Γραφών, οι οποίοι ισχυρίζοντο ότι το 1914 θα ήταν ένα σημαντικό έτος παγκοσμίου αλλαγής. Το 1912 έγινε συνδρομητής της Σκοπιάς στη Φιλλανδική γλώσσα και έλαβε το τεύχος της 1ης Δεκεμβρίου 1912, που ήταν το πρώτο ακριβώς τεύχος που εξεδόθη στη Φιλλανδική γλώσσα.

Έχω ακόμη τα περιοδικά της Σκοπιάς του πατέρα μου από το πρώτο τεύχος της Φιλλανδικής εκδόσεως. Απ’ όσα συνέβησαν στο έτος 1914 και μετέπειτα, ο πατέρας μου βεβαιώθηκε ότι οι προφητείες εξεπληρώνοντο. Έγινε λοιπόν ένας ζηλωτής σπουδαστής των Γραφών, όπως ελέγοντο τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Εγώ γεννήθηκα στις 7 Σεπτεμβρίου 1914 και τα πρώτα παιδικά μου χρόνια ήσαν γεμάτα από αναμνήσεις των προσπαθειών που έκανε ο πατέρας μου για να κηρύττη. Είχε δραστήρια συμμετοχή στις υποθέσεις της κοινότητος και ήθελε να χρησιμοποιή όλη την επιρροή του στην κοινότητα για να διαδίδη τα αγαθά νέα της Βασιλείας του Θεού στους ανθρώπους. Ακόμη και το γκρίζο του άλογο, που τον μετέφερε τις Κυριακές για να δίνη δημόσιες ομιλίες, είχε γίνει γνωστό σε μεγάλη έκτασι.

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΟΦΩΝ

Όταν ήμουν δεκατριών ετών έφυγα από το σπίτι για να φοιτήσω στο σχολείο μιας άλλης περιφερείας. Το αποτέλεσμα ήταν να διακοπή η άμεση επαφή μου με την εκπαίδευσι που έδινε ο πατέρας μου και η κοσμική εκπαίδευσις άρχισε να επηρεάζη πλήρως τον τρόπο της σκέψεώς μου. Μολονότι από μέσα μου πολύ εκτιμούσα την προσωπικότητα του πατέρα μου, ήθελα να χρησιμοποιώ όσα μάθαινα στο σχολείο για ν’ αποδεικνύω ότι οι πεποιθήσεις του πατέρα μου που εβασίζοντο στη Γραφή ήσαν εσφαλμένες.

Το 1935 μπήκα στο Πολυτεχνείο του Ελσίνκι για να συνεχίσω τις σπουδές μου. Τα κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Φιλλανδία ήσαν εγκατεστημένα στο Ελσίνκι, κι εκείνον τον καιρό υπήρχε στα γραφεία ένα κενό δωμάτιο. Επειδή ο πατέρας μου ήταν Μάρτυς, μου επετράπη να παραμένω εκεί προσωρινά ενόσω φοιτούσα στο Πανεπιστήμιο.

Μολονότι οι σπουδές μου και η κολλεγιακή μου ζωή αφαιρούσαν μεγάλο μέρος του χρόνου μου, η συνεχής επαφή με τα μέλη της οικογενείας Μπέθελ (όπως εκαλείτο η οικογένεια των εργαζομένων στα εκεί κεντρικά γραφεία) είχε βαθειά επίδρασι σ’ εμένα. Εκεί μπορούσα μόνος μου να διαπιστώσω τη θαυμαστή επιρροή που έχουν οι Γραφικές αλήθειες στη ζωή των ανθρώπων. Το Χριστιανικό πνεύμα που εξεδηλώνετο στο Μπέθελ άρχισε βαθμιαίως να διαμορφώνη τη στάσι μου και τελικά, τον Σεπτέμβριο του 1939, βαπτίσθηκα για να συμβολίσω το γεγονός ότι αφιέρωσα τη ζωή μου να υπηρετώ τον Ιεχωβά Θεό. Από τότε η ζωή μου είναι γεμάτη από την ευλογία και το έλεος του Ιεχωβά.

ΔΡΑΣΙΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Αργότερα εκείνο το φθινόπωρο, εξερράγη πόλεμος μεταξύ της Φιλλανδίας και της Ρωσίας. Η πίστις μου ετέθη σε δοκιμασία πολλές φορές καθώς εξηγούσα γιατί εγώ, ως Χριστανός, δεν μπορούσα να λάβω μέρος σε πολιτικές ή πολεμικές ενέργειες. Τελικά άρχισα να εργάζωμαι στο τεχνικό τμήμα των Κρατικών Σιδηροδρόμων στο Ελσίνκι, μια θέσις που ήταν κατάλληλη για τα προσόντα μου ως πολιτικού μηχανικού.

Η εμπόλεμος κατάστασις χρησιμοποιήθηκε ως ευκαιρία για ν’ απαγορευθή το δημόσιο κήρυγμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά σχεδόν τελείως. Η Χριστιανική μας οργάνωσις διαλύθηκε με δικαστική απόφασι, τα περιοδικά μας απαγορεύθηκαν, τα έντυπά μας κατασχέθηκαν, ο επίσκοπος του τμήματος προφυλακίσθηκε και πολλοί Μάρτυρες κλείσθηκαν στις φυλακές. Όλα αυτά έγιναν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά επειδή παρέμειναν ουδέτεροι μη λαμβάνοντας μέρος στον πόλεμο.

Εν τούτοις, οι Μάρτυρες που ήσαν ακόμη ελεύθεροι εξακολουθούσαν να κάνουν ό,τι μπορούσαν. Λόγου χάριν, μια μικρή ομάς, που είχαμε συγκροτήσει, μετείχε σ’ ένα ειδικό έργο προς όφελος των φυλακισμένων. Η ομάς μας εκαλείτο «Η Επιτροπή των Μαρτύρων του Ιεχωβά» και κατά καιρούς της έδιναν άλλα ονόματα. Ποιο ήταν το ειδικό έργο που έκανε αυτή η ομάς;

Σ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου απευθύναμε αιτήσεις σε όλους τους αρμοδίους, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας έως και τα μέλη της Βουλής. Αυτές οι αιτήσεις ζητούσαν την άρσι της απαγορεύσεως των Μαρτύρων του Ιεχωβά ή την παροχή βοηθείας στους Μάρτυρας που υφίσταντο διωγμό. Ενόσω διαρκούσε ο πόλεμος, τα αποτελέσματα δεν ήσαν πολύ εντυπωσιακά, αλλ’ είχαμε προφανώς πολλή επιτυχία στην επίδοσι μαρτυρίας. Οι κρατικοί λειτουργοί τους οποίους επισκεπτόμεθα εξακολουθούν να μας σέβονται και να μας θαυμάζουν.

Παραθέτομε ένα παράδειγμα: Στο τέλος του πολέμου τρεις Μάρτυρες καταδικάσθηκαν σε θάνατο στη Γιουγκοσλαβία. Μια επιτροπή Μαρτύρων πήγε στον Υπουργό των Εξωτερικών της Φιλλανδίας γι’ αυτό το ζήτημα, αλλ’ εκείνος είπε ότι δεν μπορούσε να παρέμβη στις υποθέσεις μιας άλλης χώρας. Κατόπιν πήγαμε στον Υπουργό Αμύνης με τον οποίο είχαμε καλά γνωρισθή λόγω προηγουμένων συναντήσεών μας. Παραδόξως αυτός δέχθηκε να βοηθήση και έγραψε μια προσωπική επιστολή στον Πρόεδρο Τίτο υπέρ των Χριστιανών αδελφών μας. Η θανατική καταδίκη ανεκλήθη.

Πριν από λίγα χρόνια αυτός ο άλλοτε Υπουργός Αμύνης, που είναι τώρα γνωστός ως συγγραφεύς και δημοσιολόγος στη Φιλλανδία, με προσεκάλεσε να πάω να τον επισκεφθώ. Θυμόταν ακόμη πολύ καλά που είχε γράψει στον Πρόεδρο Τίτο χάριν των Χριστιανών αδελφών μας. Μου εξήγησε ότι ακόμη και αν δεν έχη κάμει κανένα άλλο καλό στη ζωή του, τουλάχιστον σ’ αυτή την περίπτωσι γνωρίζει ότι έσωσε τη ζωή τριών ανθρώπων και ποτέ δεν έπαυσε να είναι ευτυχής γι’ αυτό.

ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Στη διάρκεια του πολέμου υπήρχε επίσης απαγόρευσις όλων των Χριστιανικών μας συναθροίσεων, κι εν τούτοις, αυτές εγίνοντο τακτικά. Είχαμε μάλιστα και μεγάλες συνελεύσεις. Ίσως να διερωτάσθε, πώς το εκάμαμε αυτό;

Οι συναθροίσεις εγίνοντο ως ιδιωτικές συγκεντρώσεις. Παραδείγματος χάριν, μια κάρτα προσκλήσεως με την υπογραφή μου εδίδετο σ’ ένα άτομο που υπεδεικνύετο από δύο αξιόπιστους Μάρτυρας. Έτσι σε πολύ λίγον καιρό, όλοι οι Μάρτυρες της περιφερείας του Ελσίνκι έλαβαν μια τέτοια πρόσκλησι για μια ιδιωτική συγκέντρωσι. Αυτές οι συναθροίσεις εγίνοντο τακτικά στις αίθουσες κάποιας φοιτητικής οργανώσεως. Και μεγαλύτερες συνελεύσεις εγίνοντο με τον ίδιο τρόπο. Αισθανόμεθα ότι η προστασία του Ιεχωβά ήταν σ’ αυτές τις διευθετήσεις, διότι ούτε μια φορά δεν εμποδίσθηκαν οι συναθροίσεις μας.

Κατά καιρούς στέλναμε και μια επιστολή από μια τέτοια συνάθροισι σε δημοσίους λειτουργούς. Δυο μέρες μετά την αποστολή μιας επιστολής από μια ομάδα 580 Μαρτύρων, έλαβα μια διαταγή από την κρατική αστυνομία να παρουσιασθώ για ανάκρισι. Ο ανακριτής είχε την επιστολή μας στα χέρια του και ζητούσε πληροφορίες για τις συναθροίσεις που εγίνοντο. Είπε ότι ήσαν τόσο καλά πληροφορημένοι, ώστε εγνώριζαν σχεδόν ακόμη και όλα όσα έλεγαν οι άνθρωποι στο δρόμο μεταξύ τους και ρώτησε: «Πώς είναι δυνατόν να κάνετε εσείς μια συνάθροισι σαν αυτή μέσα στο κέντρο του Ελσίνκι χωρίς να το ξέρωμε εμείς;» Και αυτή η συνάθροισις μάλιστα είχε γίνει σε απόστασι λίγων οικοδομικών τετραγώνων από την αστυνομική διεύθυνσι!

ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Το 1941, ενώ ο πόλεμος ήταν ακόμη εν προόδω, νυμφεύθηκα την Κάισα Αλαστάλο. Ήταν Μάρτυς του Ιεχωβά όσον καιρό ήμουν κι εγώ, και είχε υπηρετήσει ως «σκαπανεύς» (σκαπανεύς είναι εκείνος που δαπανά τουλάχιστον 100 ώρες τον μήνα στο έργο του κηρύγματος). Με τον καιρό η οικογένειά μας περιελάμβανε μια θυγατέρα και τέσσερις γυιους. Τώρα έπρεπε να ενσταλάξωμε στα παιδιά μας την αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό και την επιθυμία να τον υπηρετούν.

Το πρώτο πράγμα που επεδίωξα να εντυπώσω στη διάνοιά τους ήταν μια βαθειά εκτίμησι για τον Ιεχωβά και την εκκλησία του λαού του. Αρχίζαμε κάθε μέρα με μια εξέτασι του Γραφικού εδαφίου και με προσευχή. Ποτέ δεν εχάσαμε μια από τις εβδομαδιαίες συναθροίσεις εκκλησίας εκτός σε περιπτώσεις ασθενείας. «Τα αισθήματα οδηγούν σε απώλεια της ζωής,» ήταν το ρητό της συζύγου μου οποτεδήποτε η μητρική συμπάθεια για τα παιδιά μας έτεινε να εξουδετερώση ό,τι ήταν πραγματικά για το καλύτερο συμφέρον τους. Και πόσο ευλογηθήκαμε γι’ αυτό!

Όταν το μεγαλύτερό μας παιδί, η κορούλα, έγινε δεκατριών ετών, ζήτησε την άδειά μας να γίνη σκαπανεύς. Το δεχθήκαμε με τον όρο ότι ούτε από το σχολείο της έπρεπε να λείπη, ούτε η υγεία της να πάθη βλάβη. Και δεν συνέβη τίποτε απ’ αυτά στη διάρκεια των δύο ετών που έκαμε έργο σκαπανέως ενώ πήγαινε στο σχολείο. Το 1957 τελείωσε το σχολείο και έγινε ειδική σκαπανεύς μακρυά από το σπίτι στην κεντρική Φιλλανδία. Αργότερα παντρεύθηκε και τώρα υπηρετεί με τον σύζυγό της ως μέλος της οικογενείας Μπέθελ της Φιλλανδίας.

ΜΕΤΑΚΟΜΙΣΙΣ ΣΕ ΝΕΟ ΤΟΜΕΑ

Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 εστάλησαν προσκλήσεις σε Μάρτυρας του Ιεχωβά να μετακομίσουν σε μέρη όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη κηρύκων της Βασιλείας. Συζητήσαμε το θέμα πολλές φορές σαν οικογένεια. Εγώ είχα μια καλή εργασία και είχαμε ένα ωραίο σπίτι σ’ ένα καλό προάστιο του Ελσίνκι, μια ιδεώδη τοποθεσία για την ανατροφή των παιδιών. Μια μέρα όμως έπεσε το βλέμμα μου στη δημοσίευσι μιας εφημερίδος που έλεγε ότι ζητούνται μηχανικοί να εργασθούν στους Κρατικούς Σιδηροδρόμους. Εγώ είχα πείρα στους σιδηροδρόμους, και οι ευκαιρίες γι’ αυτή την εργασία ήσαν σε πόλεις όπου υπήρχαν λίγοι μόνο Μάρτυρες. Αν είχαμε πράγματι σκεφθή στα σοβαρά το ζήτημα της μετακομίσεως για να υπηρετήσωμε εκεί που υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη, τώρα ήταν καιρός να το πράξωμε.

Μια χειμωνιάτικη μέρα του 1960 ένα μεγάλο φορτηγό αυτοκίνητο φόρτωσε και μετέφερε τα υπάρχοντα της κατοικίας όπου είχαμε μείνει δέκα χρόνια. Μετακομίσαμε στο Σεϊναγιώκυ, περίπου 250 μίλια (400 χιλιόμετρα) βορειοδυτικά του Ελσίνκι, όπου υπήρχε μια μικρή σιδηροδρομική διακλάδωσις. Τότε υπήρχε εκεί μια εκκλησία από δώδεκα Μάρτυρας σ’ αυτή την πόλι των 20.000 κατοίκων. Ο μηνιαίος μισθός μου σ’ αυτή τη νέα εργασία μου ήταν κάτι περισσότερο από ένα τρίτο του προηγουμένου μου μισθού, αλλ’ αυτό δεν ελάττωσε την ευτυχία της οικογενείας. Το επόμενο έτος χτίσαμε ένα σπίτι, και στο ίδιο οικοδομικό τετράγωνο βοηθήσαμε την εκκλησία να κτίση μια μικρή αίθουσα Βασιλείας.

Η μεταφορά των αγοριών σ’ ένα νέο σχολείο ήταν επιτυχής, και το αγροτικό περιβάλλον αποδείχθηκε πιο υγιεινό από το Ελσίνκι. Εξακολουθούσαμε να υποδεικνύωμε στα παιδιά μας το έργο σκαπανέως ως ένα αξιόλογο στόχο για τον οποίο έπρεπε να αγωνίζωνται. Δάκρυα χαράς ήλθαν στα μάτια μου όταν ο μεγαλύτερος γυιος μας, αφού τελείωσε το σχολείο το 1961, πήρε το μικρό μεταχειρισμένο αυτοκίνητο που είχαμε αγοράσει γι’ αυτόν και πήγε ως σκαπανεύς στον τόπο του διορισμού του στη βόρειο Φιλλανδία. Με τον καιρό, ο νεώτερος αδελφός του τον ακολούθησε. Όταν ήλθε η σειρά του τρίτου γυιου μας, έγινε προφανώς λίγη συνεργασία μεταξύ των άλλων. «Δεν θα βαδίσωμε στο δρόμο μαζί σου, αν δεν γίνης κι εσύ σκαπανεύς!» του είπαν.

Το τέταρτο παιδί είχε αρρωστήσει βαρειά όταν ήταν ενός έτους, και η ασθένειά του χειροτέρευε με την πάροδο των ετών. Τώρα στα είκοσι χρόνια της ηλικίας του βρίσκεται στο κρεββάτι. Είναι επίσης διανοητικώς καθυστερημένο και δεν μπορεί να μιλήση. Το εφροντίζαμε στο σπίτι ως τότε που έγινε εννέα ετών, αλλά σ’ εκείνη την ηλικία χρειαζόταν πάρα πολλή περιποίησι και μπορέσαμε να το εισαγάγωμε σ’ ένα σύγχρονο νοσοκομείο εκεί κοντά όπου μπορούμε να το επισκεπτώμεθα τακτικά. Όταν λοιπόν όλα τα άλλα παιδιά έφυγαν από το σπίτι για να γίνουν σκαπανείς, ανοίχθηκε η ευκαιρία το 1970 για τη σύζυγό μου ν’ αρχίση να κάνη έργο σκαπανέως. Αυτός ήταν ο σκοπός της από πολύν καιρό και όλη η οικογένεια εκτιμά τον ζήλο της για την υπηρεσία του Ιεχωβά.

ΚΑΤΑΝΟΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΛΟΥΣΙΑΣ ΕΥΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

Η επιθυμία μου ήταν πάντοτε να βοηθήσω την οικογένειά μου ν’ απολαύση το ολοχρόνιο έργο του κηρύγματος και έχω κάμει διαρρυθμίσεις στην κοσμική μου εργασία μ’ αυτό τον σκοπό υπ’ όψιν. Το 1967 ο Γενικός Διευθυντής των Σιδηροδρόμων με προσεκάλεσε να έλθω στο Ελσίνκι για να διευθύνω ένα τμήμα και να γίνω μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των Σιδηροδρόμων. Δέχθηκα με δύο όρους.

Πρώτον, να μπορώ να φεύγω αρκετά ενωρίς στο τέλος της εβδομάδος ώστε να ταξιδεύω προς το σπίτι εγκαίρως για τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις του Σαββατοκύριακου. Και δεύτερον, αφού εκτελέσω τις οργανωτικές μεταρρυθμίσεις που θεωρούσα αναγκαίες, να μπορώ να επιστρέψω στην προηγούμενη εργασία μου στο Σεϊναγιώκυ. Μετά έξη μήνες, όμως, έλαβα πρόσκλησι να γίνω Αναπληρωματικός Γενικός Διευθυντής. Δέχθηκα αυτή την προαγωγή με τους ίδιους όρους όπως πριν.

Αυτή η νέα θέσις μού έδωσε πολλές ευκαιρίες να δώσω μαρτυρία σε ανθρώπους στους οποίους αλλιώς δεν θα έφθανε ίσως το άγγελμα της Βασιλείας. Επίσης, το διαμέρισμα που νοίκιασα στο Ελσίνκι εξυπηρέτησε για να μένουν τα παιδιά μου που ήσαν σκαπανείς όταν ήρχοντο από διάφορα μέρη της χώρας στο Ελσίνκι για να μας επισκεφθούν ή για να παρακολουθήσουν συνελεύσεις. Ταυτόχρονα, μπορούσα ακόμη να φροντίζω για τις εκκλησιαστικές μου ευθύνες στο Σεϊναγιώκυ (μολονότι περιελάμβανε πολλά εισιτήρια), ενώ η σύζυγός μου είχε άφθονο καιρό για έργο σκαπανέως.

Μετά από λίγα χρόνια όμως, διεπίστωσα ότι ήταν καιρός να επιστρέψω και να παραμείνω μονίμως στο Σεϊναγιώκυ και πάλι. Υπενθύμισα στο Γενικό Διευθυντή τη συμφωνία που είχαμε κάμει και αυτός τη θυμόταν πολύ καλά. Αλλά ποτέ δεν πίστευε ότι εγώ θα εγκατέλειπα μια τέτοια εξέχουσα θέσι και ότι θα επέστρεφα στην προηγούμενη εργασία μου. Όταν αυτό έγινε το 1973 δόθηκε αρκετή δημοσιότης καθώς και αφορμή να δημοσιευθούν άρθρα σε πολύ γνωστά Φιλλανδικά περιοδικά που ήταν ευνοϊκά για τους Μάρτυρας του Ιεχωβά.

Η εκκλησία εδώ στο Σεϊναγιώκυ απήλαυσε μια τόσο καλή αύξησι, ώστε η Αίθουσα Βασιλείας που είχαμε κτίσει στο οικοδομικό μας τετράγωνο το 1961 έγινε πολύ μικρή. Έτσι, την περασμένη άνοιξι η εκκλησία μας, που αποτελείται από εξήντα ευαγγελιζομένους της Βασιλείας, άρχισε να κτίζη μια νέα Αίθουσα Βασιλείας σ’ ένα ευρύχωρο οικόπεδο που μας ενοικίασε η δημαρχία. Προς έκπληξιν όλων η μεγάλη αυτή και ωραία αίθουσα τελείωσε στις αρχές του Σεπτεμβρίου, σε διάστημα λιγώτερο των έξη μηνών.

Η αφιέρωσις της αιθούσης ήταν μια ιδιαίτερα συγκινητική περίστασι για μένα, διότι κοίταζα γύρω στη γεμάτη Αίθουσα Βασιλείας και διέκρινα παρόντα οκτώ μέλη της οικογενείας μου, στα οποία περιλαμβάνονταν η σύζυγός μου κι εγώ, και τρία παιδιά μας με τους συντρόφους της ζωής των. Από την οικογένειά μας έξη άτομα υπηρετούν ως σκαπανείς και δύο είναι στο Μπέθελ!

Καθώς τώρα ανατρέχω στο παρελθόν, μπορώ να πω ότι η σύζυγός μου κι εγώ είχαμε μια πραγματικά ευτυχισμένη και γεμάτη νόημα ζωή στην υπηρεσία του Θεού, όπως είχε κάμει και ο πατέρας μου και όπως κάνουν και τα παιδιά μας τώρα. Και αποβλέπομε σε πολλές μελλοντικές ευλογίες στην υπηρεσία του Θεού. Όταν δεχώμεθα την πρόσκλησι του Ιεχωβά να τον υπηρετούμε, αυτός ασφαλώς εκπληρώνει την υπόσχεσί του, όπως αναγράφεται από τον αρχαίο προφήτη του: «Δοκιμάσατέ με τώρα εις τούτο, . . . εάν δεν σας ανοίξω τους καταρράκτας του ουρανού και εκχέω την ευλογίαν εις εσάς, ώστε να μη αρκή τόπος δι’ αυτήν.» (Μαλαχ. 3:10)—Από Συνεργάτη

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση