Ο Παύλος Προτρέπει τους Γαλάτας: ‘Μένετε Σταθεροί στη Χριστιανική Ελευθερία’
Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ, ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά, είναι Θεός ελευθερίας. Δημιούργησε όλα τα νοήμονα πλάσματά του ελεύθερα και τα προώριζε να συνεχίσουν να είναι ελεύθερα. Γι’ αυτό διαβάζομε: «Ο δε Ιεχωβά είναι το Πνεύμα· και όπου είναι το Πνεύμα του Ιεχωβά, εκεί ελευθερία.»—2 Κορ. 3:17, ΜΝΚ.
Όταν ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού, ήλθε στη γη, βρήκε το λαό του Θεού σε τριπλή δουλεία. Ήταν σε δουλεία στην κληρονομημένη αμαρτία. Αυτό με τη σειρά του, τους κρατούσε σε δουλεία στο Νόμο, επειδή δεν μπορούσαν να τον τηρήσουν πλήρως. Επί πλέον, οι θρησκευτικοί τους ηγέτες τούς κρατούσαν σε δουλεία με τις παραδόσεις τους και τις αυθαίρετες ερμηνείες του Νόμου. Έτσι, το ευαγγέλιο που κήρυξε ο Ιησούς περιελάμβανε ‘ελευθερίαν προς τους αιχμαλώτους.’ Όπως είπε στους ακολούθους του: «Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου· και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.»—Ιωάν. 8:31-36- Ματθ. 23:4· Λουκ. 4:17, 18.
Σαν καλός μιμητής του Χριστού, ο απόστολος Παύλος κήρυξε επίσης το ευαγγέλιο της ελευθερίας. Τόνισε ότι, με βάσι τη θυσία του Χριστού, οι Χριστιανοί ‘ηλευθερώθησαν από της αμαρτίας’ και ότι στον ωρισμένο καιρό του Θεού όλη η δημιουργία «θέλει ελευθερωθή από της δουλείας της φθοράς και μεταβή εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού.» (Ρωμ. 6:18· 8:21) Μεταξύ εκείνων στους οποίους ο Παύλος είχε κηρύξει το ευαγγέλιο της ελευθερίας ήταν οι εκκλησίες της Ρωμαϊκής επαρχίας της Γαλατίας, τις οποίες είχε ιδρύσει ο ίδιος στην πρώτη του ιεραποστολική περιοδεία. Επειδή ωρισμένοι Ιουδαΐζοντες έφερναν πάλι σε δουλεία τα πνευματικά του ‘τέκνα’ με το να επιμένουν ότι έπρεπε να περιτμηθούν, ο Παύλος τούς έγραψε μια δυναμική επιστολή κάπου μεταξύ των ετών 50 και 52 μ.Χ.—Γαλ. 4:19.
Εκείνο τον καιρό, ο Παύλος πιθανότατα διέμενε στην Κόρινθο ή στην Αντιόχεια της Συρίας. Είναι βέβαιον ότι αυτός πράγματι έγραψε αυτή την επιστολή. Όχι μόνο η ίδια η επιστολή αναφέρει τον Παύλο ως συγγραφέα, αλλ’ επίσης η εκλογή των λέξεων και τα αισθήματα που εκφράζονται είναι σαφώς δικά του. Είναι ένα από τα πρώτα Γραφικά βιβλία που έγραψε, είτε λίγο πριν είτε λίγο μετά από τις δύο επιστολές προς τους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης. Τα ισχυρά αισθήματα του Παύλου στο θέμα της Χριστιανικής ελευθερίας διαποτίζουν ολόκληρη αυτή την επιστολή.
Ο Παύλος αρχίζει την επιστολή του προς τους Γαλάτας τονίζοντας ότι είναι απόστολος «ουχί από ανθρώπων, ουδέ δι’ ανθρώπου, αλλά δια Ιησού Χριστού και Θεού.» Αμέσως έρχεται στο θέμα: Απορεί που τόσο γρήγορα απομακρύνθηκαν από το ευαγγέλιο που τους κήρυξε. Έπειτα διακηρύσσει ότι «εάν ημείς ή άγγελος εξ ουρανού,» ή ‘οποιοσδήποτε’ τους έφερε άλλο ευαγγέλιο πέρα απ’ εκείνο που αυτός τους κήρυξε, «ας ήναι ανάθεμα.» Το ευαγγέλιο που εκείνος τούς κήρυξε δεν το παρέλαβε από ανθρώπους, αλλά «δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού.»—Γαλ. 1:1-12.
Για να μη νομίζουν ότι ο Παύλος ήταν ξένος προς τον Ιουδαϊσμό, τους λέγει με μια σύντομη αυτοβιογραφική περιγραφή, για τον μεγάλο του ζήλο για την Ιουδαϊκή παράδοσι και την πρόοδό του σ’ αυτήν «ότι καθ’ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του Θεού και εκακοποίουν αυτήν.» Όταν ο Θεός τον εκάλεσε να εξαγγείλη τα αγαθά νέα προς τους Εθνικούς, «ευθύς δεν συνεβουλεύθην σάρκα και αίμα,» δηλαδή δεν συμβουλεύτηκε αμέσως άλλους μαθητάς του Ιησού, αλλ’ έφυγε για την Αραβία. Ύστερ’ από τρία έτη πήγε στην Ιερουσαλήμ για μια σύντομη επίσκεψι, αλλ’ είδε μόνο τον Πέτρο και τον ετεροθαλή αδελφό του Ιησού, Ιάκωβο. (Γαλ. 1:13-19) Έπειτα από χρόνια πήγε εκεί πάλι, αλλά μόνο κατόπιν αποκαλύψεως. (Πράξ. 15:2-21) Εκείνο τον καιρό οι «στύλοι» της εκκλησίας είδαν πώς ο Θεός χρησιμοποιούσε τον Παύλο στο κήρυγμα προς τους Εθνικούς και έτσι συμφώνησαν να συνεχίση ενώ αυτοί θα συνέχιζαν να κηρύττουν στους περιτετμημένους, στους Ιουδαίους. Αλλά ύστερ’ απ’ αυτό, όταν ο απόστολος Πέτρος συμβιβάσθηκε ως προς τη Χριστιανική ελευθερία από φόβο ανθρώπων, ο Παύλος ‘ηναντιώθη εις αυτόν κατά πρόσωπον’ και τον επέπληξε ενώπιον όλων.—Γαλ. 2:1-14.
Συνεχίζοντας ο Παύλος υπενθυμίζει στους Γαλάτας Χριστιανούς ότι είχαν δικαιωθή όχι επειδή τηρούσαν το Νόμο, αλλά λόγω της πίστεώς τους στον Ιησού Χριστό. Τώρα αν απαιτούντο έργα του Νόμου, ο Χριστός πέθανε ματαίως. Ο Παύλος λοιπόν αγανακτεί που έκαμαν αυτό το βήμα προς τα οπίσω: «Ω ανόητοι Γαλάται, . . . εξ έργων νόμου ελάβετε το πνεύμα, ή εξ ακοής της πίστεως;» Μήπως τώρα μπορούσαν να κάμουν ισχυρά έργα επειδή προσπαθούσαν να τηρούν τον νόμο του Μωυσέως ή επειδή είχαν λάβει το άγιο πνεύμα του Θεού λόγω της πίστεώς τους στον Ιησού Χριστό; Στρέφεται τότε προς τις Εβραϊκές Γραφές για να επιχειρηματολογήση: ‘Ο Αβραάμ επίστευσεν εις τον Θεόν, και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην.’ Ναι, «ο δίκαιος θέλει ζήσει εκ πίστεως.» Εξ άλλου, εκείνοι που προσπαθούν να τηρούν το Νόμο είναι επικατάρατοι, αφού δεν μπορούν ν’ αποφύγουν εντελώς τις παραβάσεις του.—Γαλ. 3:1-14.
Ο Ιησούς Χριστός έφερε απαλλαγή από την κατάρα του Νόμου με το να πεθάνη στον εκτελεστικό πάσσαλο και να δώση την ευκαιρία στους εκ των εθνών να λάβουν τις υποσχεμένες δια του σπέρματος του Αβραάμ ευλογίες. Όμως, ο Παύλος συνεχίζει για να δείξη ότι ο Νόμος δεν ήταν κακός. Κατ’ αρχήν «εξ αιτίας των παραβάσεων προσετέθη» και εξυπηρέτησε επίσης ως παιδαγωγός που ωδήγησε τους Ιουδαίους στον Χριστό. Στον Χριστό υπάρχει ελευθερία επειδή «δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην, δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος, δεν είναι άρσεν και θήλυ.»—Γαλ. 3:16-29.
Συνεχίζοντας το θέμα του για την ελευθερία ο Παύλος παρατηρεί ότι πριν γίνουν Χριστιανοί ήσαν ως νήπια. «Υπό τα στοιχεία του κόσμου ήμεθα δεδουλωμένοι.» Αλλά τώρα που ήλθε ο Χριστός ελευθέρωσε εκείνους που ήσαν κάτω από το Νόμον ώστε αντί να είναι δούλοι, να μπορούν να είναι ελεύθεροι. Γιατί τώρα θέλουν να επιστρέψουν στη δουλεία και παρατηρούν με σχολαστικότητα ημέρες και μήνες και καιρούς και έτη; Και μήπως ο Παύλος έγινε εχθρός τους επειδή τους λέγει την αλήθεια;—Γαλ. 4:1-16.
Για να διευκρινίση αυτό το σημείο ο Παύλος ανατρέχει στον Αβραάμ και τους δύο γιους του από την Σάρρα και την Άγαρ. Η διαθήκη του Νόμου που συνήφθη στο Όρος Σινά παραβάλλεται με την Άγαρ, που ήταν δούλη και που «ταυτίζεται με την σημερινήν Ιερουσαλήμ, είναι δε εις δουλείαν μετά των τέκνων αυτής.» Εξ άλλου, η Αβρααμιαία διαθήκη παραβάλλεται με την Σάρρα και ταυτίζεται με την «άνω Ιερουσαλήμ [ήτις] είναι ελευθέρα, ήτις είναι μήτηρ πάντων ημών,» δηλαδή μητέρα των κεχρισμένων Χριστιανών.—Γαλ. 4:21-31.
Αφού αναφέρει αυτό το επιχείρημα ο Παύλος φθάνει σ’ αυτό που μπορεί να λεχθή ότι είναι το αποκορύφωμα της επιστολής του: «Εν τη ελευθερία λοιπόν, με την οποίον ηλευθέρωσεν ημάς ο Χριστός, μένετε σταθεροί, και μη υποβληθήτε πάλιν εις ζυγόν δουλείας.» Αν περιτμηθούν, όχι μόνον αποχωρίζονται από τον Χριστό και χάνουν την παρ’ αξίαν αγαθότητά του, αλλά είναι υποχρεωμένοι να τηρούν όλο το Νόμο. «Ετρέχετε καλώς» τους λέγει και προσθέτει: «Τις σας ημπόδισεν ώστε να μη πείθησθε εις την αλήθειαν;» Ο υπεύθυνος γι’ αυτό θα υποστή την τιμωρία του, όποιος κι αν είναι. Πράγματι, ο Παύλος είναι τόσο ωργισμένος μ’ αυτούς τους διαστροφείς του ευαγγελίου, ώστε λέγει: «Είθε να αποκοπώσιν οι ταράττοντές σας.»—Γαλ. 5:1-12.
ΝΑ ΜΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Ο Παύλος ήταν εντελώς ενήμερος των συνεπειών και του κινδύνου που συνώδευαν το ευαγγέλιο της ελευθερίας, διότι εγνώριζε πόσο η εκπεσμένη ανθρώπινη φύσις θα ήταν επιρρεπής στο να επωφεληθή ιδιοτελώς από τη Χριστιανική ελευθερία. Γι αυτό τους προειδοποιεί αμέσως: «Διότι σεις, αδελφοί, προσεκλήθητε εις ελευθερίαν· μόνον μη μεταχειρίζεσθε την ελευθερίαν εις αφορμήν της σαρκός, αλλά δια της αγάπης δουλεύετε αλλήλους. Διότι όλος ο νόμος εις έναν λόγον συμπληρούται, εις τον, Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.»—Γαλ. 5:13, 14.
ΔΙΑΓΩΓΗ ΠΟΥ ΑΡΜΟΖΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ
Ο Παύλος δείχνει στους Χριστιανούς ότι έχουν κάποιον να τους βοηθήση να μη κάνουν κακή χρήσι της ελευθερίας τους: «Περιπατείτε κατά το πνεύμα και δεν θέλετε εκπληροί την επιθυμίαν της σαρκός.» Ποιες είναι αυτές οι σαρκικές επιθυμίες; Ο Παύλος τις ονομάζει «τα έργα της σαρκός» και απαριθμεί δέκα έξη απ’ αυτά περιλαμβανομένων της πορνείας, της ακαθαρσίας και της ασελγείας προσθέτοντας επίσης «και τα όμοια τούτων.» «Οι τα τοιαύτα πράττοντες,» προειδοποιεί, «βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι κληρονομήσει.» Σε αντίθεσι μ’ όλα αυτά, είναι οι καρποί του πνεύματος που περιλαμβάνουν ‘αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστι, πραότητα, εγκράτεια.’ Είναι φανερό ότι «κατά των τοιούτων δεν υπάρχει νόμος·» δεν υπάρχει κανένας περιορισμός στην ποσότητα του Χριστιανικού καρπού του πνεύματος που μπορούμε να φέρωμε!—Γαλ. 5:16-23.
Κάτι άλλο που φαίνεται να βαρύνη πολύ τη διάνοια του Παύλου είναι η ανάγκη να προσέχουν οι Χριστιανοί τις σχέσεις τους με τους άλλους. Έτσι, δεν αρκείται να τους υπενθυμίση ότι πρέπει ν’ αγαπούν τον πλησίον τους όπως τον εαυτό τους, αλλά τους προειδοποιεί: «Εάν όμως δάκνητε και κατατρώγητε αλλήλους, προσέχετε μη υπ’ αλλήλων αφανισθήτε.» Και πιο κάτω προσθέτει: «Μη γινώμεθα κενόδοξοι, αλλήλους ερεθίζοντες, αλλήλους φθονούντες.»—Γαλ. 5:14, 15, 26.
Με το ίδιο πνεύμα ο Παύλος συνεχίζει στο έκτο κεφάλαιο της επιστολής του. Αν κάποιος κάμη κάποια κακή ενέργεια πριν το αντιληφθή, αυτοί που είναι ικανοί ας τον βοηθήσουν να διορθωθή. Οι Χριστιανοί πρέπει να βαστάζουν τα βάρη αλλήλων και έτσι να εκπληρώσουν τον νόμο του Χριστού. Ξανά και ξανά τους δίνει την πρακτική προειδοποίησι: «Μη πλανάσθε, ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει . . . Ας μη αποκάμνωμεν δε πράττοντες το καλόν διότι εάν δεν αποκάμνωμεν, θέλομεν θερίσει εν τω δέοντι καιρώ. Άρα λοιπόν ενόσω έχομεν καιρόν, ας εργαζώμεθα το καλόν προς πάντας, μάλιστα δε προς τους οικείους της πίστεως.»—Γαλ. 6:7-10.
Πριν τελειώση την επιστολή του, ο Παύλος νοιώθει πάλι την ανάγκη να επιστρέψη στο θέμα της δουλείας στον Νόμο. Εκθέτει τα κίνητρα εκείνων οι οποίοι θα έφερναν και πάλι τους Γαλάτας Χριστιανούς στη δουλεία να τηρούν τις απαιτήσεις του Νόμου για περιτομή. Το κάνουν αυτό για να έχουν, αιτία για καύχησι, να έχουν καλή εμφάνισι σύμφωνα με τη σάρκα και για ν’ αποφύγουν τον διωγμό. Αλλά πραγματικά, «ούτε περιτομή ισχύει τι ούτε ακροβυστία, αλλά νέα κτίσις. Και όσοι περιπατήσωσι κατά τον κανόνα τούτον, ειρήνη επ’ αυτούς και έλεος, και επί τον [πνευματικόν] Ισραήλ του Θεού.»—Γαλ. 6:12-16.
Αληθινά, στην επιστολή προς Γαλάτας βλέπομε το μεγάλο ενδιαφέρον του Παύλου για τα πνευματικά του «τεκνία,» την μεγάλη δίκαιη αγανάκτησί του εναντίον εκείνων που θα τους στερούσαν την ελευθερία τους. Για να τους συνεφέρη κάνει έκκλησι στα διαπιστευτήριά του, στη λογική και στις Γραφές και έπειτα τους δίδει ωραία συμβουλή για τη διαγωγή τους ώστε να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού. Όλ’ αυτά είναι μια ωραία έκθεσις Γραφικών αληθειών και αρχών και ισχυρή προτροπή για τους Χριστιανούς σήμερα.