«Λάμποντες ως Φωστήρες εν τω Κόσμω»
Ο ΚΟΣΜΟΣ της ανθρωπότητας έχει άμεση ανάγκη διαφωτίσεως από τον Θεό. Η ανεντιμότης, το έγκλημα, η βία, η καταδυνάστευσις και η αδικία αφθονούν. Πολλοί άνθρωποι έχουν αποκαρδιωθή και αποθαρρυνθή. Γι’ αυτούς η ζωή δεν έχει αξιόλογο σκοπό. Άλλοι προσπαθούν να βρουν ένα τρόπο διαφυγής χρησιμοποιώντας οινοπνευματώδη ποτά, ναρκωτικά, διασκεδάσεις, σεξουαλικές εμπειρίες κάθε είδους και οποιαδήποτε μέσα τους βοηθούν να λησμονήσουν τις πραγματικότητες του παρόντος καιρού. Άλλοι πάλι, με πλήρη αφοσίωσι στις εργασίες των, στις οικογένειές των και στην κοινότητά τους, κατορθώνουν ν’ αποβάλουν από τη διάνοιά τους το πώς πραγματικά έχουν τα πράγματα. Αλλ’ όταν η ανησυχία εγγίση τη ζωή τους, εξαναγκάζονται να σκεφθούν σοβαρά την κατάστασι στην οποία βρίσκεται αυτός ο κόσμος.
Ασφαλώς οι άνθρωποι χρειάζονται καθοδήγησι, διαφώτισι, για να μπορέσουν να ωφεληθούν περισσότερο από τη ζωή τώρα και να έχουν μια ακλόνητη ελπίδα για το μέλλον. Και ποιοι μπορούν να παράσχουν σήμερα μια τέτοια διαφώτισι; Προφανώς δεν μπορεί να είναι άτομα που είναι τα ίδια παγιδευμένα μέσα στο πνεύμα αυτού του κόσμου—στην ιδιοτέλειά του, στην απληστία, στην έλλειψι ενδιαφέροντος για τους άλλους, σε αχαλίνωτους πόθους για αισθησιακή τέρψι ή ανομία. Οι μόνοι που είναι σε θέσι να διαφωτίσουν τη διάνοια των άλλων είναι οι αληθινοί Χριστιανοί, που έχουν διαφωτισθη από τον Λόγο του Θεού και τη λειτουργία του πνεύματός του. Γι’ αυτό, όλοι οι δούλοι του Υψίστου πρέπει να ‘λάμπουν ως φωστήρες εν τω κόσμω.’—Φιλιππ. 2:15.
Εφόσον όλοι οι αληθινοί Χριστιανοί πρέπει να υπηρετούν ως φωστήρες, οι εκκλησίες του λαού του Θεού κατάλληλα παριστάνονται στο βιβλίο της Αποκαλύψεως ως «λυχνίαι.» Επίσης, τα πρεσβυτέρια που πρέπει ν’ αποτελούν παραδείγματα για τους λοιπούς της εκκλησίας, παρομοιάζονται με «αστέρες.» (Αποκάλ. 1:20) Ο απόστολος Ιωάννης, ο συγγραφεύς του βιβλίου της Αποκαλύψεως, περιγράφοντας τα όσα είδε, μας λέγει: «Είδον επτά λυχνίας χρυσάς, και εν μέσω των επτά λυχνιών είδον ένα όμοιον με υιόν ανθρώπου, . . . Και είχεν εν τη δεξιά αυτού επτά αστέρας.»—Αποκάλ. 1:12-16.
«ΑΣΤΕΡΕΣ» ΣΤΗ ΔΕΞΙΑ ΧΕΙΡΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Για να χρησιμεύουν τα μέλη μιας συγκεκριμένης εκκλησίας ως λυχνίες σ’ ένα σκοτεινό κόσμο, πρέπει να ενεργούν σε αρμονία με ό,τι αποκαλύπτεται με τις λέξεις αυτές. Η κεφαλή ολοκλήρου της Χριστιανικής εκκλησίας είναι ο Ιησούς Χριστός, διότι αυτός είναι Εκείνος που βρίσκεται «εν μέσω των επτά λυχνιών.» Συνεπώς, τα μέλη της εκκλησίας, με το να εμμένουν στην Κεφαλή των και να μιμούνται αυτόν με τα λόγια και τα έργα των, χρησιμεύουν ως φωστήρες. Και οι πρεσβύτεροι, με πιστή υποταγή στον Χριστό ως κεφαλή, παραμένουν ως ‘αστέρες,’ «εν τη δεξιά αυτού χειρί,» δηλαδή, στην εύνοιά του. Τα πρεσβυτέρια, επειδή είναι στη χείρα εκείνου, είναι κάτω από τον έλεγχό του, την καθοδηγία και την κατεύθυνσί του. Αυτό εγείρει το ερώτημα, Τι ακριβώς θέλει ο Ιησούς Χριστός να κάνουν οι πρεσβύτεροι για να βοηθήσουν τις εκκλησίες των να χρησιμεύουν ως λυχνίες;
Ιδού τρεις βασικές εντολές που έδωσε ο Υιός του Θεού στους μαθητάς του: (1) «Αγρυπνείτε λοιπόν διότι δεν εξεύρετε πότε έρχεται ο κύριος της οικίας, την εσπέραν ή το μεσονύκτιον ή όταν φωνάζη ο αλέκτωρ ή το πρωί· μήποτε ελθών εξαίφνης, σας εύρη κοιμωμένους. Και όσα λέγω προς εσάς προς πάντας λέγω· Αγρυπνείτε.» (Μάρκ. 13:35-37) (2) «Εντολήν καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους, καθώς εγώ σας ηγάπησα και σεις να αγαπάτε αλλήλους.» (Ιωάν. 13:34) (3) «Πορευθέντες . . . μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.»—Ματθ. 28:19, 20.
Δεν πρέπει λοιπόν ν’ αναμένωμε από τους πρεσβυτέρους να δίνουν το παράδειγμα σε όλη την εκκλησία με το να συμμορφώνωνται πιστά μ’ αυτές τις εντολές; Είναι ανάγκη να παραμένουν οι πρεσβύτεροι πνευματικώς άγρυπνοι, συμμορφούμενοι στενά με τις υψηλές απαιτήσεις του Λόγου του Θεού σε ζητήματα προσωπικής διαγωγής. Στη σχέσι τους με τα μέλη της εκκλησίας, πρέπει να επιδεικνύουν αυτοθυσιαστική αγάπη, προτάσσοντας τα συμφέροντα των άλλων πριν από τα δικά τους. Τα λόγια και οι πράξεις των πρέπει να δείχνουν ότι αυτοί αναγνωρίζουν τη σπουδαιότητα της μαθητεύσεως. Οι πρεσβύτεροι πρέπει να επιθυμούν να είναι το είδος των πραγματικών αδελφών που ανταποκρίνονται στη συμβολική περιγραφή των ‘αστέρων.’ Αυτό απαιτεί ν’ αποτελούν ένα ενθαρρυντικό παράδειγμα, όχι μόνο για τα ασθενέστερα μέλη της εκκλησίας, αλλά για όλους. Αυτό είναι σε αρμονία με τη θεόπνευστη νουθεσία που έδωσε ο απόστολος Παύλος στον Τιμόθεο, ένα συμπρεσβύτερό του: «Γίνου τύπος των πιστών εις λόγον, εις συναναστροφήν, εις αγάπην, εις πνεύμα, εις πίστιν, εις καθαρότητα.»—1 Τιμ. 4:12.
Το πόσο ουσιώδες είναι ένα καλό παράδειγμα μπορεί έντονα να καταδειχθή στην περίπτωσι του Νεεμία. Η εναντίωσις για την ανοικοδόμησι των τειχών της Ιερουσαλήμ ήταν έντονη. Εν τούτοις, ο Νεεμίας, εμπιστευόμενος στον Ιεχωβά και κάνοντας το ζήτημα της εργασίας αντικείμενο συνεχούς προσοχής, κατηύθυνε με θάρρος την εργασία και είχε επίσης προσωπική μερίδα στην ίδια την ανοικοδόμησι. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Πενήντα δύο μόλις μέρες αφότου άρχισε η ανοικοδόμησις, έφθασε σε μια επιτυχή αποπεράτωσι.—Νεεμ. κεφάλαια 4, 6.
Ομοίως, ο κυβερνήτης Ζοροβάβελ και ο Αρχιερεύς Ιησούς, υποκινούμενοι από τον Λόγο του Ιεχωβά μέσω των προφητών Αγγαίου και Ζαχαρία, ανέλαβαν με ζήλο την ηγεσία στην ανοικοδόμησι του ναού του Ιεχωβά. Ο Ύψιστος, μέσω των προφητών του, χορήγησε το πνεύμα του σ’ αυτούς. Κατόπιν, μέσω του κυβερνήτου και του αρχιερέως, το πνεύμα του Ιεχωβά εκχύθηκε σ’ ολόκληρο το αποκαταστημένο έθνος του Ισραήλ. Πώς έγινε αυτό φανερό; Με το ότι ο Ιησούς και ο Ζοροβάβελ ενέμειναν στο έργο ως το τέλος και ενεθάρρυναν τους οικοδόμους του ναού με τα λόγια των και με το παράδειγμά των.—Ζαχ. 4:2-14.
ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΜΕ ΤΑΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΑΞΙ
Σχετικά με την ανοικοδόμησι του ναού και των τειχών της Ιερουσαλήμ εχρειάζοντο καλές οργανωτικές διευθετήσεις για να γίνη το έργο. Ο Νεεμίας, λόγου χάριν, έπρεπε ν’ αναλάβη την πρωτοβουλία να ρυθμίση αυτές τις διευθετήσεις για να προσαρμοσθούν στις περιστάσεις. Καθώς προχωρούσε το έργο της ανοικοδομήσεως, ο Σαναβαλλάτ, ο Τωβίας και οι γειτονικοί λαοί ενέτειναν την εναντίωσί τους και συνωμότησαν να πολεμήσουν κατά της Ιερουσαλήμ. Ο Νεεμίας το έκανε αυτό ζήτημα προσευχής, ενεθάρρυνε τον λαό να εμπιστεύεται στον Ιεχωβά, ώπλισε τους εργάτες, εφρόντισε να διορίση άλλους ως φρουρούς και σχεδίασε ένα σύστημα συναγερμού. Το έργο τότε συνεχίσθηκε, με πλήρη ματαίωσι των σχεδίων του εχθρού.—Νεεμ. 4:7-20.
Ομοίως, οι πρεσβύτεροι σήμερα μπορούν να κάνουν διευθετήσεις που θα χρησιμεύσουν καλά τοπικώς για τη διεξαγωγή του ζωτικού έργου της μαθητεύσεως. Μια εξαίρετη ευκαιρία γι’ αυτόν τον σκοπό παρουσιάζεται στην εβδομαδιαία συνάθροισι βιβλίου εκκλησίας ή Γραφικής μελέτης. Μπορούν να ορισθούν κατάλληλες ώρες για να συνέρχεται ο όμιλος και να μετέχη στη διάδοσι της Γραφικής αληθείας. Εφόσον ο όμιλος είναι μικρός, ο πρεσβύτερος που διεξάγει τη μελέτη μπορεί να δώση μια προσωπική προσοχή. Μπορεί αν θέλη να προγραμματίση να συνεργασθή με ωρισμένους αδελφούς για ένα χρονικό διάστημα ώσπου αυτοί ν’ αποκτήσουν ευχέρεια στο να κάνουν γνωστό το άγγελμα της Γραφής από σπίτι σε σπίτι. Μπορεί επίσης να φροντίση ώστε πεπειραμένοι ευαγγελιζόμενοι των «αγαθών νέων» να συνεργάζωνται μαζί με νέους ή άλλους οι οποίοι θα ωφελούντο από τη γνώσι και την πείρα των.
Βασική προϋπόθεσις για να γίνη το έργο είναι η κατάρτισις όλων με Γραφική γνώσι την οποία μπορούν να μεταδώσουν σε άλλους. Στη διάρκεια της μελέτης, ο οδηγός θα μπορούσε από καιρό σε καιρό να ζητή σχόλια για το πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιήση ένα ιδιαίτερο σημείο που είναι υπό εξέτασιν όταν γίνεται μετάδοσις της Γραφικής αληθείας σε απίστους. Θα μπορούσε να ρωτήση πότε, στις καθημερινές επαφές ενός ατόμου, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθή αυτή η πληροφορία για να βοηθήση κάποιον πνευματικά και πώς θα μπορούσε να γίνη αυτό. Ανασκοπώντας με τον όμιλο την ύλη που έχει μελετηθή, θα μπορούσε να ρωτήση αν θα ήθελε κάποιος να σχολιάση πώς μια Γραφική σκέψις που εξετάσθηκε εκείνη τη μέρα, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθή όταν επισκεπτώμεθα τους ανθρώπους στα σπίτια τους.
Είναι επίσης σημαντικό να προετοιμάζεται ο όμιλος προτού βγη για επισκέψεις στους ανθρώπους. Ο απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στον εαυτό του είπε, «Έγεινα εις τους Ιουδαίους ως Ιουδαίος, δια να κερδήσω τους Ιουδαίους· . . . εις πάντας έγεινα τα πάντα, δια να σώσω παντί τρόπω τινάς.» (1 Κορ. 9:20-22) Εκείνο που είναι ελκυστικό για ένα άτομο ή για ένα τμήμα της κοινότητος δεν είναι ελκυστικό κατ’ ανάγκην και για έναν άλλον. Αν λοιπόν γνωρίζωμε κάτι για τους ανθρώπους που προσπαθούμε να πλησιάσουμε με το άγγελμα της Αγίας Γραφής, πρέπει να σκεφθούμε από πριν τι θα μπορούσαμε να τους πούμε. Στον όμιλο μελέτης βιβλίου θα ήταν ίσως ωφέλιμο ν’ ανταλλάσσωνται σκέψεις σχετικά με ό,τι βρήκαν αποτελεσματικό μερικοί άλλοι, και γιατί.
Άλλη μια άποψις που θα μπορούσε να εξετασθή επωφελώς κατά καιρούς είναι η στάσις που πρέπει να έχωμε προς τους άλλους. Όλοι οι άνθρωποι έχουν εξαγορασθή με το πολύτιμο αίμα του Υιού του Θεού κι επομένως είναι ανάγκη να πληροφορηθούν πώς θα μπορούσαν αυτοί προσωπικά να ωφεληθούν περισσότερο. Άσχετα με τη στάσι των απέναντι των διαγγελέων των «αγαθών νέων,» ο Ιεχωβά Θεός επιθυμεί να έλθουν αυτοί σε μετάνοια. (2 Πέτρ. 3:9) Πόσο καλό θα είναι να κάνωμε κατά καιρούς ανασκόπησι για να εξακριβώνωμε αν το δημόσιο κήρυγμά μας αντανακλά την από μέρους μας αναγνώρισι αυτού του γεγονότος! Θα είμεθα, λόγου χάριν, πρόθυμοι να δώσωμε τη ζωή μας αν αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να βοηθηθούν άτομα της κοινότητός μας να έλθουν σε επίγνωσι της αληθείας του Θεού; Ο απόστολος Παύλος ήταν πρόθυμος να το κάνη αυτό. Στην επιστολή του προς Ρωμαίους έγραψε: «Αλήθειαν λέγω εν Χριστώ, δεν ψεύδομαι, έχων συμμαρτυρούσαν με εμέ την συνείδησίν μου εν πνεύματι αγίω, ότι έχω λύπην μεγάλην και αδιάλειπτον οδύνην εν τη καρδία μου. Διότι ηυχόμην αυτός εγώ να ήμαι ανάθεμα από του Χριστού υπέρ των αδελφών μου, των κατά σάρκα συγγενών μου.»—Ρωμ. 9:1-3.
Αν συζητούμε τέτοιες εκφράσεις σαν αυτές, μπορεί να βοηθηθούμε να εξετάσωμε τη δική μας στάσι προς τους άλλους και να δούμε αν εμείς πραγματικά σκεπτώμεθα σύμφωνα με τη Γραφή. Το αν φροντίζωμε για τους άλλους από καρδιάς γίνεται φανερό από τον ελκυστικό τρόπο με τον οποίο τους πλησιάζομε. Ως αποτέλεσμα, θα είναι πιο εύκολο για τους ειλικρινείς ν’ ανταποκριθούν στα «αγαθά νέα.»
Ένας πρεσβύτερος, εκτός από το καλό παράδειγμα που θα δίνη και την καλή χρήσι των ευκαιριών που θα κάνη για να διδάσκη τα άτομα του ομίλου του, μπορεί επίσης να ενθαρρύνη τους ομοπίστους των. Στην εποχή των προφητών Αγγαίου και Ζαχαρία, οι Ιουδαίοι, με τη δική τους δύναμι, δεν θα κατώρθωναν ν’ αποπερατώσουν το έργο της ανοικοδομήσεως του ναού. Βουνά εμποδίων είχαν παρεμβληθή. Γι’ αυτό, πρέπει να ήταν πολύ εποικοδομητικό γι’ αυτούς ν’ ακούσουν αυτά τα λόγια: «Ενδυναμού, πας ο λαός του τόπου.» «Εγώ [ο Ιεχωβά] είμαι με σας.» «Μη φοβείσθε.» (Αγγαίος 2:4, 5, ΜΝΚ) Ομοίως, όταν ένας πρεσβύτερος εκφράζη την πεποίθησί του για το ότι ο Ιεχωβά υποστηρίζει τον λαό του, η οποία βασίζεται σε πραγματικές πείρες, και ενεργή ο ίδιος σε αρμονία μ’ αυτή την πεποίθησι, αυτό είναι πολύ ενισχυτικό για τους άλλους. Επίσης, η χαρά του να υπηρετή τον Ιεχωβά μπορεί να είναι πολύ διεγερτική και ενθαρρυντική.
Εν τούτοις, δεν είναι οι ισχυρές προσωπικότητες ούτε η οργανωτική αποτελεσματικότης, αλλά το πνεύμα του Θεού εκείνο που αποτελεί την πραγματική δύναμι που καθιστά ικανούς τους αληθινούς Χριστιανούς να λάμπουν ως φωστήρες σ’ ένα εχθρικό κόσμο. Η ίδια αυτή δύναμις ήταν εκείνη που έκαμε τον κυβερνήτη Ζοροβάβελ και τους Ιουδαίους εργάτες να μπορέσουν ν’ αποπερατώσουν το έργο της ανοικοδομήσεως τον ναού παρά την εναντίωσι των γειτονικών λαών. Ο Ιεχωβά, μέσω του προφήτου του Ζαχαρία, εδήλωσε ότι αυτό έγινε «ουχί δια δυνάμεως ουδέ δια ισχύος, αλλά δια του πνεύματος του.»—Ζαχ. 4:6.
Η καλή διδασκαλία από μέρους των πρεσβυτέρων, μαζί με ενθάρρυνσι και μ’ ένα καλό παράδειγμα, χρειάζονται χωρίς αμφιβολία για να ενεργή το πνεύμα του Θεού επάνω στα μέλη της εκκλησίας. Γιατί; Διότι σήμερα το πνεύμα του Θεού δεν παρέχει σε μεμονωμένους Χριστιανούς θαυματουργική γνώσι. Ενεργεί σαν ένα μέσο υπομνήσεως και σαν ένας διδάσκαλος. Το πνεύμα, σαν ένας επαναφορεύς, επαναφέρει στη διάνοια του Χριστιανού τα όσα έχει μάθει από τις Γραφές και, σαν ένας διδάσκαλος, τον καθιστά ικανό να διακρίνη πώς ακριβώς οι πληροφορίες που επανέρχονται στη διάνοια πρέπει να χρησιμοποιούνται ή να εφαρμόζωνται. (Ιωάν. 14:26) Επομένως, στον βαθμό που ο Χριστιανός γνωρίζει τι περιέχεται μέσα στην Αγία Γραφή, στον ίδιο βαθμό μπορεί, με τη βοήθεια του πνεύματος του Θεού, να κάνη γνωστή την αλήθεια στους άλλους και να τους βοηθήση να ζουν την αλήθεια. Εκεί όπου οι πρεσβύτεροι είναι λίγοι, μπορούν να καλέσουν διακονικούς υπηρέτας και άλλους ωρίμους Χριστιανούς να μετάσχουν στην εποικοδόμησι της εκκλησίας με γνώσι της Γραφής.
Όλες οι συναθροίσεις της εκκλησίας πρέπει να παρέχουν διδασκαλία που προορίζεται να βοηθήση όλους να ‘λάμπουν ως φωστήρες,’ και με λόγια και με έργα. Έτσι, είναι ανάγκη να γίνη επιμελής σκέψις για προετοιμασία, ώστε οι συναθροίσεις να είναι αληθινά εκπαιδευτικές και να ελκύουν την προσοχή των παρόντων. Οι πρεσβύτεροι μπορούν επίσης να διδάσκουν όταν επισκέπτωνται μέλη της εκκλησίας στα σπίτια τους, όταν μιλούν σ’ αυτά πριν και μετά από τις συναθροίσεις και όταν συνεργάζωνται μαζί τους στη δημόσια διακήρυξι των «αγαθών νέων.»
Αν λοιπόν μια εκκλησία επιθυμή να χρησιμεύση σαν μια ‘λυχνία’ στην κοινότητά της, τα μέλη της είναι ανάγκη να γνωρίζουν και να καταλαβαίνουν τις Γραφές έτσι ώστε το πνεύμα του Θεού να παρέχη τη μεγαλύτερη βοήθεια ως επαναφορεύς και ως διδάσκαλος. Εφόσον το πνεύμα του Θεού είναι άγιο, θα επενεργή φυσικά μόνο σ’ εκείνους που διακρατούν μια καθαρή στάσι ενώπιον του Υψίστου, σε άτομα που παραμένουν πνευματικώς άγρυπνα και έχουν γνήσια αγάπη για την ανθρωπότητα, ιδιαίτερα για τους ομοπίστους των. Κάνετε σεις το μέρος σας ώστε να κάνετε την ‘λυχνία’ να λάμπη ζωηρά στην κοινότητά σας, προς αίνον του Ιεχωβά Θεού και με πιστή υπακοή στον Ιησού Χριστό, την κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας;