Καλή Κυβέρνησις—Θα Πραγματοποιηθή Ποτέ;
Έχετε ακούσει ποτέ άτομα να λέγουν για την κατάστασι που επικρατεί στη χώρα τους: «Αν η δική μου ομάδα ήταν στη εξουσία, θα εβελτιώνοντο τα πράγματα;» Γνωρίσατε ποτέ κανέναν που ανέτρεψε την κυβέρνησι κι έγινε ηγέτης στη χώρα του; Η επόμενη αφήγησις αναφέρει την ιστορία ενός ανθρώπου που έκανε αυτά ακριβώς τα πράγματα. Αλλά, όπως θα διαπιστώσετε, αντελήφθη ότι η επιβολή μιας καλής κυβερνήσεως δεν είναι κάτι εύκολο.
ΗΤΑΝ 25 Οκτωβρίου 1960. Η χώρα του Ελ Σαλβαδόρ στην Κεντρική Αμερική επρόκειτο σε λίγο ν’ αποκτήση μια νέα κυβέρνησι. Η επανάστασίς μας άρχισε στις 10 το βράδυ.
Μια στρατιωτική δύναμις περικύκλωσε την ιδιωτική κατοικία του Προέδρου Χοσέ Μαρία Λέμους και τον πληροφόρησε ότι είχαμε αναλάβει την εξουσία. Εκείνος προσπάθησε να χρησιμοποιήση το τηλέφωνο, αλλά διεπίστωσε ότι ήταν κομμένο—οι άνθρωποί μας είχαν καταλάβει το κέντρο εθνικών επικοινωνιών.
Λίγα μίλια μακρύτερα, στο γραφείο μου στο φρούριο του Ελ Ζαπότε, κατά μήκος της κάζα πρεζιδενσιάλ (επίσημης προεδρικής κατοικίας), πληροφόρησαν σύντομα τους αξιωματικούς που ευρίσκοντο υπό τις διαταγές μου για τις ενέργειές μας. Κατόπιν, από τον θάλαμο επικοινωνίας, ήλθα αμέσως σ’ επαφή με τον διοικητή κάθε στρατιωτικής μονάδος στη χώρα. Εξηγούσα ποιοι είχαν ήδη τεθή στο πλευρό μας και ρωτούσα: «Συμφωνείτε;» Μόνο ένας σπουδαίος αξιωματικός μάς εναντιώθηκε. Του υπενθύμισα ότι θα μπορούσαμε να τον καταστρέψωμε, κι έτσι δεν είχε άλλη εκλογή παρά να δεχθή αυτό που κάναμε.
Εκείνον τον καιρό ήμουν υποδιοικητής στο φρούριο του Ελ Ζαπότε. Ο διοικητής μου, ο οποίος επίσης δεν ευνοούσε το κίνημά μας, επέστρεψε τα μεσάνυχτα. Αλλά ένας από τους άνδρες μου, που φρουρούσε στην είσοδο, τον συμβούλευσε να πάη στο σπίτι του. Συνετά το έπραξε αυτό και δεν επέστρεψε.
Στις 6 το πρωί όλοι οι διοικητές και τα μέλη της νέας κυβερνήσεώς μας συναθροίσθηκαν στα γραφεία μου στο φρούριο. Ένα πραξικόπημα είχε επιτύχει χωρίς να χυθή σταγόνα αίμα. Κανονιοβολισμοί έπεσαν για να γιορτασθή το γεγονός και το ραδιόφωνο ανακοίνωσε στον λαό ότι μια εξαμελής κυβέρνησις—την οποία εμείς ωνομάζαμε «χούντα»—είχε αναλάβει τον έλεγχο της χώρας. Ήταν μια συγκινητική σκηνή!
ΓΙΑΤΙ ΑΝΑΤΡΕΨΑΜΕ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙ
Το Ελ Σαλβαδόρ είναι η μικρότερη και πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της Κεντρικής Αμερικής. Μια εφημερίδα εκείνον τον καιρό την αποκαλούσε επίσης την «πιο βιομηχανοποιημένη και ευημερούσα δημοκρατία της Κεντρικής Αμερικής.» Πιστεύαμε ότι χρειαζόταν μια δραστική αλλαγή, μια καλύτερη κυβέρνησι και άλλοι συμφωνούσαν σ’ αυτό. Λίγο μετά την ανάληψι της εξουσίας από μέρους μας, οι Τάιμς της Νέας Υόρκης στις 5 Νοεμβρίου 1960, ανέφεραν:
«Ακόμη κι εκείνοι που εφοβούντο για τα γεγονότα που ίσως ακολουθούσαν την ανατροπή του Προέδρου Λέμους, συμφωνούν ότι η διακυβέρνησίς του εγίνετο με τον καιρό όλο και πιο απολυταρχική και κτηνώδης και είχε προκαλέσει το μίσος των συντηρητικών καθώς και των φιλελευθέρων.»
Σε αρμονία μ’ αυτά τα αισθήματα, η δήλωσις που κάναμε ανέφερε ότι ο Λέμους είχε «κυβερνήσει παράνομα, είχε καταστρατηγήσει το Σύνταγμα και τα δικαιώματα των πολιτών, είχε διαπράξει παράνομες ενέργειες και είχε δημιουργήσει ένα κλίμα γενικής δυσαρεσκείας.»
Κάτω από τη διακυβέρνησί του, σπουδαστές διαδηλωτές είχαν φονευθή στους δρόμους. Άλλοι είχαν βασανισθή. Οι εφημερίδες ανέφεραν ότι γυναίκες είχαν βιασθή στη φυλακή. Όπλα από το σύνταγμά μου είχαν χρησιμοποιηθή ως ψευδής απόδειξις για τη φυλάκισι ενός ανθρώπου ο οποίος κατηγορείτο ότι είχε πάρα πολλά όπλα. Ο Λέμους είχε δηλώσει επίσης ότι η χώρα ευρίσκετο σε κατάστασι πολιορκίας, μια τροποποιημένη μορφή στρατιωτικού νόμου.
Πίστευα ότι η στρατιωτική επέμβασις θα μπορούσε να λύση αυτά τα προβλήματα και θα επέφερε καλύτερες συνθήκες. Θα καταλάβετε ίσως καλύτερα γιατί το πίστευα αυτό, αν μάθετε κάτι για το παρελθόν μου.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Γεννήθηκα το 1925 και ήμουν το τρίτο από τα επτά παιδιά μιας αγροτικής οικογενείας στο Παραΐσο δε Οσόριο του Ελ Σαλβαδόρ. Όταν ήμουν 15 ετών, άρχισα μια εκπαίδευσι διαρκείας τεσσεράμισυ ετών, στο Εσκουέλα Μιλιτάρ, τη στρατιωτική ακαδημία της χώρας μας, από την οποία απεφοίτησα τον Ιούλιο του 1945. Έμαθα τη σκληρή πειθαρχία—να υπακούς και να διατάζης—που είναι το χαρακτηριστικό των ενόπλων δυνάμεων της Λατινικής Αμερικής.
Στην ηλικία των 19 ετών έγινα αξιωματικός, στα 21 πρώτος υπολοχαγός και στα 25 λοχαγός. Πήγα στο Μεξικό και σπούδασα τρία χρόνια στη γενική στρατιωτική σχολή αυτής της χώρας, την Εσκουέλα Σουπεριόρ δε Γκέρρα. Εκεί έμαθα πώς να οργανώνω και να διευθύνω τη στρατιωτική εκπαίδευσι.
Όταν επέστρεψα στο Ελ Σαλβαδόρ, μου είπαν: «Χρειαζόμαστε μια σχολή πεζικού.» Εξουσιοδοτήθηκα, λοιπόν, να δημιουργήσω αυτή τη σχολή κι έτσι συνέβαλα στην ίδρυσι της Εσκουέλα δε Άρμας, τη σχολή πεζικού στο Ελ Σαλβαδόρ, το 1954. Αργότερα, το 1958, ίδρυσα την Εσκουέλα δε Αρτιλλερία, τη σχολή πυροβολικού του Ελ Σαλβαδόρ.
Επίσης, ήμουν παρατηρητής στο 504ον Πεδίον Βολής Μοίρας Πυροβολικού των Ηνωμένων Πολιτειών στη Ζώνη της Διώρυγος του Παναμά. Ως στρατιωτικός σύμβουλος του υπουργού αμύνης του Ελ Σαλβαδόρ, ταξίδεψα στην Αργεντινή, στη Βραζιλία, στη Χιλή και στον Παναμά.
Όπως βλέπετε, είχα δημιουργήση μια επιτυχή στρατιωτική σταδιοδρομία με πολλά επιτεύγματα. Έτσι, εκείνον τον καιρό, ήταν πολύ φυσικό να σκέπτωμαι ότι η στρατιωτική αλλαγή θα μπορούσε να βελτιώση την διακυβέρνησι στη χώρα μας.
Η ΝΕΑ ΜΑΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ
Με πλησίασαν αρκετοί φίλοι—πολιτικοί ηγέτες οι οποίοι ήθελαν ν’ ανατρέψουν τη κυβέρνησι του Λέμους. Προσωπικά, δεν ήμουν πολιτικός, αλλά η προοπτική πολιτικής εξουσίας με μαγνήτιζε. Είχα υψηλά ιδανικά και πίστευα ότι ήμουν αρκετά έντιμος ώστε να συμβάλω στην αλλαγή μιας καταστάσεως που έπρεπε οπωσδήποτε ν’ αλλάξη. Θα γινόμουν μέλος της νέας κυβερνήσεως υπό τον όρο ότι θα μου ανετίθετο ο πλήρης έλεγχος, της σχεδιάσεως και της εκτελέσεως του στρατιωτικού μέρους της ανατροπής.
Η κυβέρνησίς μας αποτελείτο από έξη άτομα: τρεις πολιτικούς, δύο συνταγματάρχες και από εμένα. Ήμουν αντισυνταγματάρχης, ένα βαθμό πιο κάτω από τον συνταγματάρχη, αλλά η θέσις μου στο φρούριο του Ελ Ζαπότε με τοποθετούσε σ’ ένα σημείο στρατηγικής σημασίας. Επί οκτώ μήνες επεξεργαζόμεθα όλες τις λεπτομέρειες. Κατόπιν, τη νύχτα της 25ης Οκτωβρίου 1960, το σχέδιο ετέθη σε εφαρμογή.
Όπως ανακοινώσαμε δημοσία, πρόθεσίς μας ήταν η αναγνώρισις όλων των πολιτικών κομμάτων, η εφαρμογή ενός δημοκρατικού προγράμματος, η παραμονή μας στο Δυτικό μπλοκ και η ανάληψις της εξουσίας μόνο μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές. Πιστεύαμε πράγματι ότι θα μπορούσαμε ν’ αλλάξωμε τις καταστάσεις που επικρατούσαν στο Ελ Σαλβαδόρ προς το καλύτερο.
Εν τούτοις, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα σχεδιάσαμε. Μόλις ανήλθαμε στην εξουσία, με κάλεσε ο αρχιεπίσκοπος. Είπε ότι θα ήθελε να μιλήση στη χούντα ιδιαιτέρως και ότι η συζήτησις έπρεπε να τηρηθή μυστική.
Ο αρχιεπίσκοπος μάς είπε πράγματι τα εξής: ‘Είσθε μια νέα κυβέρνησις κι εγώ βρίσκομαι σε μια θέσι που μπορώ να υποστηρίξω αυτή την κυβέρνησι από τον άμβωνα. Σε αντάλλαγμα, εσείς θα υποστηρίξετε εμάς.’
Γνωρίζαμε για ποιο πράγμα μιλούσε. Από υπομνήματα που είχαμε, γνωρίζαμε ότι τα Καθολικά θρησκευτικά ιδρύματα ελάμβαναν οικονομική υποστήριξι από την προηγούμενη κυβέρνησι. Ο αρχιεπίσκοπος προφανώς ήθελε να τύχη η εκκλησία της ιδίας ευνοίας και από τη νέα μας κυβέρνησι.
Ήμουν Καθολικός, αλλά διέκρινα ότι μια τέτοια προνομιακή μεταχείρισις δεν ήταν κατάλληλη· ήταν αντισυνταγματική. Τα άλλα μέλη της Χούντας συμφώνησαν. Έτσι και οι έξη αρνηθήκαμε να δώσωμε στην Εκκλησία οικονομική υποστήριξι. Ο αρχιεπίσκοπος ολοφάνερα αναστατώθηκε και είπε ότι θα μετανοιώναμε γι’ αυτή μας την απόφασι.
Αμέσως άρχισε μια εκστρατεία από τους άμβωνες των εκκλησιών. Οι ιερείς έλεγαν ότι η κυβέρνησίς μας εννοούσε τη θέσι του Φιδέλ Κάστρο και ήταν υπέρ του Κομμουνισμού. Είχαμε μαγνητοφωνημένες ομιλίες αυτών των ομιλιών κι έτσι γνωρίζαμε τις κατηγορίες που εξετόξευαν. Αλλά πιστεύαμε ότι θα έκανε περισσότερο κακό παρά καλό να καταπνίξωμε αυτή την εκστρατεία, επειδή η Εκκλησία ασκούσε μεγάλη επιρροή σε πολλούς.
ΤΙ ΘΑ ΛΕΧΘΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ;
Εχθρικά αισθήματα προς την κυβέρνησί μας άρχισαν σύντομα να γίνωνται αισθητά. Εκδηλώθηκαν αμφιβολίες για τον πολιτικό μας προσανατολισμό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανησύχησαν και καθυστερούσαν να μας αναγνωρίσουν. Αλλά τι συνέβη;
Με τον καιρό διεπιστώθη ότι οι κατηγορίες που εξετόξευε η Εκκλησία ήσαν αβάσιμες και οι Ηνωμένες Πολιτείες μας αναγνώρισαν. Οι Τάιμς της Νέας Υόρκης, την 1η Δεκεμβρίου 1960, ανέφεραν:
«Η τάσις να νομίζη κανείς ότι κάθε ενέργεια που γίνεται για πολιτική ή κοινωνική αλλαγή στη Λατινική Αμερική είναι κομμουνιστική και ότι ομοιάζει με ‘Φιδελισμό’ [την κυβέρνησι του Φιδέλ Κάστρο] είναι επικίνδυνη. . . .
«Οι τρεις πολιτικοί που είναι μέλη της χούντας, παρά τις ασύστατες κατηγορίες ότι έχουν ‘Φιδελικές’ πεποιθήσεις, είναι φιλελεύθεροι και δημοκρατικοί. . . . Και οι έξη άνδρες έχουν εφαρμόσει ένα δημοκρατικό πρόγραμμα και αξίζει να τους δοθή η ευκαιρία ν’ αποδείξουν την καλή τους πρόθεσι.»
Παρά τη δικαίωσι, είχε επέλθει μεγάλη βλάβη στην αξιοπιστία μας από τη δυσφημιστική εκστρατεία που είχε εξαπολύσει η Εκκλησία. Αλλά υπήρχαν κι άλλες δυνάμεις οι οποίες ειργάζοντο για να υπονομεύσουν τη νέα μας κυβέρνησι.
ΟΙ ΕΛΠΙΔΕΣ ΜΑΣ ΔΙΑΨΕΥΔΟΝΤΑΙ
Ο στρατός δεν ήταν ευχαριστημένος μ’ εμάς. Πρόθεσίς μας ήταν να βγάλωμε τον στρατό από την πολιτική, αλλά ο στρατός δεν ήθελε να χάση τα ειδικά προνόμιά του. Μια άλλη ομάδα, η οποία προσχεδίαζε ένα πραξικόπημα τον καιρό που ετοιμάζαμε κι εμείς το δικό μας, πρότεινε στον στρατό να διατηρήση τα προνόμιά του κι έτσι πήρε τους αξιωματικούς με το μέρος της.
Προφανώς μίλησαν στους διοικητές των διαφορετικών στρατιωτικών σταθμών, όπως είχα κάνει κι εγώ. Στις 25 Ιανουαρίου 1961, ένας ακόλουθος ήλθε στο σπίτι μου και μου είπε ότι το κέντρο επικοινωνιών είχε καταληφθή. Αμέσως πήγα στην κάσα πρεζιδενσιάλ. Οι άνδρες μου μού είπαν: «Θα σε υποστηρίξωμε—θα πεθάνωμε για σένα.»
Προφανώς, όμως, κανείς από μας δεν ήθελε πραγματικά να πεθάνη. Μολονότι η περιοχή ήταν περικυκλωμένη, διέσχισα τον δρόμο προς το φρούριο του Ελ Ζαπότε, όπου ο αξιωματικός μού άνοιξε. Άρχισα να οργανώνω την άμυνα. Όλοι υπήκουαν στις διαταγές μου και αισθανόμουν αρκετά δυνατός ν’ αντιμετωπίσω το νέο πραξικόπημα.
Ένας συνταγματάρχης, φίλος μου, εστάλη να με ειδοποιήση ότι η κατάστασις ήταν πολύ σοβαρή. Είπε: «Αν παραδοθής, θα επικρατήση ειρήνη. Αλλιώς, θα γίνη μάχη εδώ.» Μου έδωσε εγγύησι για ειρήνη, κι έτσι παραδόθηκα.
Με μετέφεραν στο αρχηγείο της νέας ομάδος, κι έτσι τελείωσε η χούντα. Τα άλλα μέλη της είχαν ήδη συλληφθή. Άκουγα φωνές και πολυβόλα στους δρόμους. Οι εφημερίδες ανέφεραν ότι πολλοί φονεύθηκαν. Αναφέρθη ότι ένας νέος έγραψε με το αίμα του στο δρόμο: «Λιμπερτάδ σε εσκρίμπε κον σάνγκρε,» το οποίο σημαίνει: «Η ελευθερία γράφεται με αίμα.»
Τρεις μέρες αργότερα εξωρίσθηκα. Παρέμεινα στο Μεξικό μέχρι τον Δεκέμβριο και μετά επέστρεψα κρυφά στο Ελ Σαλβαδόρ. Όταν ήμουν εκεί, έκανα την παρουσία μου γνωστή κι άρχισα να εργάζωμαι για την ίδρυσι μιας νέας κυβερνήσεως. Τον επόμενο Σεπτέμβριο μου ελέχθη να φύγω από τη χώρα, αλλιώς θα με σκότωναν. Εν όψει αυτής της απειλής, έφυγα για τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έφθασα στις 7 Οκτωβρίου 1962.
ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΖΩΗΣ
Εγκατασταθήκαμε στο Λος Άντζελες της Καλιφορνίας. Σε ηλικία 37 ετών, έπρεπε να ξαναρχίσω από την αρχή. Οι συνήθειες ήσαν πολύ διαφορετικές και δεν εγνώριζα τη γλώσσα. Ουσιαστικά δεν είχα τίποτε από υλική άποψι. Είχα μόνο την οικογένειά μου: τη σύζυγό μου Μαρία και τα τέσσερα παιδιά μας, τον Ρουβήν, 13 ετών, την Μύριαμ, 11, τον Χόρχε, 9 και τον Γουσταύο, 7 ετών.
Στις 2 Νοεμβρίου 1962, ένα μήνα από τότε που φθάσαμε στο Λος Άντζελες, έπιασα δουλειά στην εταιρία μεταφορών Μπέκινς, ως βοηθός οδηγού. Είχα ακόμη μίσος στην καρδιά μου και μια τρομερή επιθυμία για εκδίκησι εναντίον εκείνων οι οποίοι ανέτρεψαν τη κυβέρνησί μας. Αλλ’ ανεγνώριζα και παραδεχόμουν την άμεση ευθύνη μου να υποστηρίξω την οικογένειά μου. Έτσι, εργαζόμουν σκληρά και ζούσα ειρηνικά.
Ως αποτέλεσμα, ήλθα σε στενώτερη επαφή με την οικογένειά μου απ’ όσο προηγουμένως. Έτσι διέκρινα ότι κατά κάποιον τρόπο, αυτή η απροσδόκητη αλλαγή των καταστάσεων ήταν μια κρυφή ευλογία. Κατόπιν συνέβησαν μερικά πράγματα που άλλαξαν τον τρόπο σκέψεώς μου και τελικά την ίδια την προσωπικότητά μου. Το μίσος μου και η επιθυμία μου για εκδίκησι άρχισαν να εξανεμίζωνται. Η εφημερίδα Μπεκινιούς, της εταιρίας μεταφορών όπου εργαζόμουν, είχε ένα άρθρο στην έκδοσί της την άνοιξι του 1972, με τον τίτλο «Ο Αποθηκάριος που Κυβέρνησε Ένα Έθνος,» κι έλεγε τα εξής για μένα:
«Έμαθε Αγγλικά και την τέχνη της αποθηκεύσεως γρήγορα και καλά. Το 1969, προήχθη σε Προϊστάμενο Αποθηκάριο στο εργοστάσιο της Περιφερείας του Μπέβερλυ Χιλλς Σάντα Μόνικας, στο Μπούλεβαρντ του Γουιλσάιρ στη Σάντα Μόνικα. . ..
«‘Ο Ρουβήν,’ λέγει ο Περιφερειακός Διευθυντής Τομ Φάουλερ, ‘επέδειξε δεξιοτεχνία, ευγένεια και χιούμορ, ιδιότητες που συνέβαλαν σε θαυμάσιες σχέσεις με τους πελάτες. Φαίνεται ότι οποιοσδήποτε συναλλάσσεται μαζί του τον συμπαθεί και το γεγονός ότι τον ωνομάσαμε Αποθηκάριο του Έτους επιβεβαιώνει το θαυμάσιο υπόμνημα εργασίας του.’»
Λίγα μόλις χρόνια πριν, κανείς δεν μπορούσε να πη αυτά τα ευχάριστα πράγματα για μένα. Ήμουν αυθάδης, καθώς επίσης και ανήθικος. Ως στρατιωτικός διοικητής, είχα το γόητρο και τη δύναμι που μου παρείχαν την ευκαιρία να συνάπτω πολλές ανήθικες σχέσεις. Γεγονότα που συνέβησαν στο παρελθόν είχαν συμβάλει στη διαμόρφωσι αυτού του τρόπου ζωής και αυτή η δραστική αλλαγή στην προσωπικότητά μου προήλθε από τελείως διαφορετικές εμπειρίες στη ζωή.
Η ΕΠΙΔΡΑΣΙΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
Ήμουν Καθολικός, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι στο Ελ Σαλβαδόρ, αλλά αυτό δεν μ’ εμπόδιζε να έχω σχέσεις με αρκετές άλλες γυναίκες εκτός από τη νόμιμη σύζυγό μου. Αυτό είναι κάτι συνηθισμένο για τους άνδρες στη Λατινική Αμερική. Οι ίδιοι οι ιερείς συχνά δίνουν το παράδειγμα γι’ αυτό. Γνωρίζω ότι ένας ιερεύς στο Κοχουτεπέκε, όπου ζούσα, είχε σχέσεις με μια γυναίκα. Ήταν κάτι που το γνώριζαν όλοι. Απέκτησε μάλιστα και γιους μαζί της. ‘Γιατί λοιπόν, εμείς να είμαστε διαφορετικοί από τους ιερείς;’ σκεπτόμουν για να δικαιολογήσω τη διαγωγή μου.
Αλλά δεν επρόκειτο μόνο για τη σεξουαλική ανηθικότητα των ιερέων. Ήταν η ανορθόδοξη διαγωγή τους—παράδειγμα απετέλεσε η προσπάθεια του αρχιεπισκόπου να κάνη αυτή την ύποπτη «συναλλαγή» με τη νέα μας κυβέρνησι. Επίσης, έμαθα ότι ο αρχιεπίσκοπος είχε διπλωματικό διαβατήριο—ένα προνόμιο το οποίο δεν εδικαιούτο. Έτσι, όταν ήμασταν εμείς στην εξουσία, του αφαιρέσαμε το διαβατήριο. Πρέπει να πω ότι απ’ αυτά που έβλεπα να συμβαίνουν, δεν έτρεφα μεγάλο σεβασμό προς την θρησκεία.
Στην πραγματικότητα, δεν ήξερα τίποτε για την Αγία Γραφή. Ποτέ δεν την είχα διαβάσει. Ούτε και είχα ποτέ κάποιο αντίτυπο της Αγίας Γραφής. Η Καθολική Εκκλησία ποτέ δεν ενεθάρρυνε κάτι τέτοιο στο Ελ Σαλβαδόρ. Είχα μελετήσει κατήχησι και είχα λάβει την πρώτη Μετάληψι. Και η μητέρα μου μού είχε διδάξει μερικές Εκκλησιαστικές δοξασίες, όπως το αλάθητο του πάπα, το καθαρτήριο, η κόλασις, η Τριάδα, και άλλα. Αλλά καμμιά απ’ αυτές τις δοξασίες δεν μ’ ενεθάρρυναν να θέλω να μάθω περισσότερα για τον Θεό. Έτσι, βλέπετε τον λόγο για τον οποίο, αφού εγκατασταθήκαμε στις Ηνωμένες Πολιτείες, η θρησκεία δεν αποτελούσε μέρος της οικογενειακής μας ζωής.
Ο ΓΙΟΣ ΜΟΥ Μ’ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ
Ήταν μεγάλη έκπληξις για μένα μια μέρα όταν ο Ρουβήν, ηλικίας 17 ετών τότε, με ρώτησε: «Πατέρα, θα σε πείραζε να μελετήσω την Αγία Γραφή;» Ένας συμμαθητής του μελετούσε με κάποιον Μάρτυρα του Ιεχωβά και αυτός είχε μιλήσει επίσης στον Ρουβήν. Δεν είχα καμμιά απολύτως αντίρρησι. Έτσι, ο Ρουβήν σύντομα ενδιαφέρθηκε πολύ για την Αγία Γραφή και άρχισε να πηγαίνη στις συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Με τον καιρό θέλησε να γίνη Μάρτυς του Ιεχωβά.
Αυτό δεν μ’ ευχαρίστησε καθόλου. Ήθελα ο Ρουβήν να πάη στο κολλέγιο και ‘να γίνη κάτι.’ Αλλ’ εκείνος ήθελε να χρησιμοποιή τον χρόνο του στη διάδοσι των νέων πεποιθήσεών του στους άλλους. Ήταν σταθερός στις πεποιθήσεις του κι εγώ άρχισα να του εναντιώνωμαι με ισχυρό τρόπο. Ωστόσο, οι Μάρτυρες τον συμβούλευσαν να με υπακούση ως πατέρα του, πράγμα το οποίο έκανε. Εν τούτοις, συνέχιζε να δαπανά αρκετό μέρος του χρόνου του στο κήρυγμα.
Η διαγωγή του Ρουβήν άρχισε να μ’ εντυπωσιάζη και μου κίνησε την περιέργεια σχετικά μ’ αυτή τη νέα θρησκεία. Ένα γεγονός ξεχωρίζει στη διάνοιά μου. Είπα στο Ρουβήν ότι αν μου τηλεφωνήση κάποιος συγκεκριμένος φίλος να πη ότι δεν ήμουν σπίτι. Εξεπλάγην και, πρέπει να προσθέσω, εντυπωσιάσθηκα όταν εκείνος είπε ότι η συνείδησίς του δεν του επέτρεπε να πη ψέματα. Ο Ρουβήν έφερνε φίλους στο σπίτι και τελικά δέχθηκα την πρόσκλησι ενός φίλου του να μελετήσω την Αγία Γραφή.
Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΛΟΓΙΚΗ
Εκείνο που μ’ εντυπωσίασε ήταν η λογικότης αυτών που διδάσκει η Αγία Γραφή. Πολλές Εκκλησιαστικές διδασκαλίες, όπως το καθαρτήριο, η κόλασις και η Τριάδα, ποτέ δεν ικανοποίησαν την λογική μου. Αλλά τώρα άρχισα ν’ αντιλαμβάνωμαι ότι αυτά τα πράγματα δεν εδιδάσκοντο ούτε στην Αγία Γραφή. Βρήκα τις μελέτες μας υπερβολικά ενδιαφέρουσες, ιδιαιτέρως όταν συζητούσαμε πρακτικά ζητήματα που περιλαμβάνουν διοίκησι και τη διαχείρισι υποθέσεων στη γη.
Με το παρελθόν που είχα, ανεγνώριζα την ανάγκη μιας εντίμου κυβερνήσεως με τη δύναμι να επιβάλη δικαίους νόμους. Ελπίζαμε ότι εμείς θα μπορούσαμε να προσφέρωμε αυτού του είδους κυβέρνησι στον λαό του Ελ Σαλβαδόρ. Αλλά τώρα διεπίστωσα ότι οι άνθρωποι δεν είναι απλώς εφωδιασμένοι να κυβερνήσουν τους συνανθρώπους τους ανεξάρτητα από τον Θεό. Πράγματι, η Αγία Γραφή είναι αληθινή όταν λέγη: «Του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού.»—Ιερεμ. 10:23.
Δεν είναι αλήθεια ότι όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες, άσχετα με το πόσο καλοπροαίρετες είναι, δεν μπόρεσαν ποτέ να φέρουν δικαιοσύνη και ειρήνη; Επί χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι προσπαθούν· έχουν ιδρύσει πολλά είδη κυβερνήσεων. Αλλά οι καλές προθέσεις ενός ανθρώπου ανατρέπονται από τις ενέργειες κάποιου άλλου που έχει διαφορετικές ιδέες, κι έτσι η αδικία παραμένει. Όπως λέγει η Αγία Γραφή: «Ο άνθρωπος εξουσιάζει άνθρωπον προς βλάβην αυτού.» (Εκκλησ. 8:9) Αλλά γιατί συμβαίνει αυτό;
Πρωταρχική αιτία είναι η ανθρώπινη ατέλεια. Οι άνθρωποι, όχι μόνο αρρωσταίνουν και γηράσκουν, αλλά έχουν την τάσι να είναι υπερήφανοι και ιδιοτελείς, ιδιότητες που είναι πραγματικά εμπόδια για μια καλή κυβέρνησι. Από τη μελέτη της Αγίας Γραφής διεπίστωσα το βασικό ελάττωμα των ανθρώπων. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο πρώτος άνδρας και η πρώτη γυναίκα στασίασαν εναντίον του νόμου του Θεού κι έτσι έχασαν την πολύτιμη σχέσι τους με τον Θεό. Αυτό επέφερε την ατέλεια και τελικά θάνατο, όχι μόνο για τους ιδίους, αλλά για όλους τους μελλοντικούς απογόνους τους, επίσης. (Ρωμ. 5:12) Αλλ’ άρχισα ν’ αντιλαμβάνωμαι και μια ακόμη αιτία για την οποία οι προσπάθειες του ανθρώπου να αυτοκυβερνηθή έχουν αποτύχει.
Το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος δελεάσθηκε να στασιάση εναντίον της κυριαρχίας του Θεού από κάποιον άλλον στασιαστή. Ήταν ένας πνευματικός υιός του Θεού. Για να τακτοποιήση τα ζητήματα που ηγέρθησαν με την ανταρσία, ο Θεός επέτρεψε σ’ αυτόν τον αγγελικό στασιαστή να ενεργή ελεύθερα επί μια χρονική περίοδο. Ήταν πλήρης η ελευθερία δράσεως που του εδόθη ώστε η Αγία Γραφή τον ονομάζει ‘άρχοντα του κόσμου τούτου,’ και αναφέρει επίσης ότι «ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται.» (Ιωάν. 12:31· 14:30· 2 Κορ. 4:4· 1 Ιωάν. 5:19) Μ’ αυτή την υπερανθρώπινη επιρροή, αντιλήφθηκα γιατί ακόμη και καλοπροαίρετοι άνθρωποι δεν μπορούν να επιφέρουν μια καλή κυβέρνησι. Ποια ελπίδα λοιπόν υπάρχει;
Στο σημείο αυτό ακριβώς η Αγία Γραφή πραγματικά με είλκυσε. Από την παιδική μου ηλικία είχα μάθει το «Πάτερ ημών,» το οποίο ο Ιησούς Χριστός δίδαξε τους ακολούθους του να προσεύχωνται: «Ελθέτω η βασιλεία σου γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.» (Ματθ. 6:10) Όπως μελετούσαμε, διέκρινα ότι η βασιλεία του Θεού ήταν το θέμα του κηρύγματος του Χριστού, ναι, αυτό καθ’ εαυτό το θέμα της ιδίας της Αγίας Γραφής! Κατάλαβα ότι αυτή η βασιλεία είναι μια κυβέρνησις με τον ίδιο τον Χριστό ως κύριο ηγέτη. Με τον καιρό πείσθηκα ότι η βασιλεία του Θεού είναι η μόνη ελπίδα για την πραγματοποίησι μιας αγαθής διακυβερνήσεως στη γη. Αλλά πώς θ’ αναλάβη τον έλεγχο των υποθέσεων αυτή η κυβέρνησις;
Η μεγίστη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους δεν τρέφει γνήσιο ενδιαφέρον για την κυβέρνησι του Θεού. Είναι τόσο τυφλωμένη, ώστε εναντιώνονται μάλιστα σ’ αυτήν. Έτσι, η Αγία Γραφή λέγει: «Θέλει αναστήσει ο Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις εις τον αιώνα δεν θέλει φθαρή·. . . θέλει κατασυντρίψει και συντελέσει πάσας ταύτας τας [ανθρωπίνους] βασιλείας, αυτή δε θέλει διαμένει εις τους αιώνας.»—Δαν. 2:44.
Αυτό μπορεί να σας φαίνεται απίστευτο· έτσι το είδα κι εγώ την πρώτη φορά που το άκουσα. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ο Θεός πραγματικά θα έθετε τέλος σ’ όλες τις επίγειες κυβερνήσεις και θα ίδρυε τη δική του κυβέρνησι. Αλλ’ όσο περισσότερο μελετούσα, τόσο πιο λογική μού φαινόταν αυτή η Βιβλική διδασκαλία. Κατόπιν, κάτι μ’ έπεισε για την αληθινότητά της.
ΜΙΑ ΒΕΒΑΙΗ ΠΡΟΣΔΟΚΙΑ
Μελετούσα με τον Βέρον Λονγκ επί ένα χρόνο, όταν τελικά δέχθηκα μια πρόσκλησί του να παρακολουθήσω μια συνάθροισι στην Αίθουσα Βασιλείας. Εντυπωσιάσθηκα από τη φιλική υποδοχή που μου έκαναν. Η έλλειψις διακρίσεων με κατέπληξε. Υποκινήθηκα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις τακτικά.
Γιατί αυτοί οι άνθρωποι ήσαν τόσο ενωμένοι, ευτυχισμένοι και ειρηνικοί; Χρειάσθηκα λίγο χρόνο, αλλά τελικά πείσθηκα για την απάντησι. Συμμόρφωναν τη ζωή τους με τους νόμους του Θεού, τους νόμους που θα διέπουν εκείνους που θα ζουν κάτω από τη βασιλεία του Θεού. Έτσι, όταν η βασιλεία καταστρέψη όλες τις παρούσες ανθρώπινες κυβερνήσεις, αυτούς τους ανθρώπους ο Ιεχωβά Θεός θα διαφυλάξη για ν’ αρχίση μια νέα επίγεια κοινωνία.—1 Ιωάν. 2:17.
Ήθελα να είμαι κι εγώ μέρος αυτής της ενωμένης οικογενείας των Χριστιανών. Έτσι, τον Αύγουστο του 1969, συμβόλισα την αφιέρωσί μου να υπηρετώ τον Θεό με το εν ύδατι βάπτισμα. Είχα τη χαρά να δω ολόκληρη την οικογένειά μου, καθώς επίσης και μερικούς συγγενείς στο Ελ Σαλβαδόρ, να ενώνωνται μαζί μου στην υπηρεσία του στοργικού μας Δημιουργού, του Ιεχωβά. Πόσο ευτυχισμένος είμαι που έμαθα ότι σύντομα ολόκληρη η γη θ’ απολαμβάνη καλή κυβέρνησι, κάτω από τη διακυβέρνησι της βασιλείας του Θεού!—Αφήγησις υπό Ρουβήν Ροζάλες.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 9]
«Άκουγα φωνές και πολυβόλα στους δρόμους.»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 11]
Η Αγία Γραφή λέγει: «Του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού»
[Φωτογραφία του Ρουβήν Ροζάλες στη σελίδα 5]
[Εικόνα στη σελίδα 7]
«Η Χούντα»—οι έξη άνδρες που αποτελούσαν την κυβέρνησί μας
[Εικόνα στη σελίδα 8]
Ο αρχιεπίσκοπος σε ιδιωτική συνάντησι με μέλη της κυβερνήσεώς μας