Η Επί του Όρους Ομιλία—Πρόληψις Μοιχείας και Διαζυγίου
Ο ΙΗΣΟΥΣ, αφού μίλησε για τα θανατηφόρα αποτελέσματα του παρατεταμένου θυμού, έστρεψε την προσοχή του στην εβδόμη από τις Δέκα Εντολές, λέγοντας: «Ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, Μη μοιχεύσης.»—Ματθ. 5:27· Έξοδ. 20:14· Δευτ. 5:18.
Υπό τον νόμο του Θεού, η ποινή για τη μοιχεία ήταν αυστηρή—θάνατος και για τα δύο ένοχα μέλη. Αυτό εφηρμόζετο ακόμη και σε μια μνηστευμένη γυναίκα, της οποίας ο μνηστήρας ανεκάλυπτε ότι είχε σχέσεις με άλλον άνδρα.—Δευτ. 22:22-24.
Τα σχόλια του Ιησού, όμως, προχώρησαν ακόμη περισσότερο από την απαγόρευσι της πράξεως της μοιχείας. «Εγώ όμως, σας λέγω,» δήλωσε, «ότι πας (δηλαδή, κάθε έγγαμος άνδρας) ο βλέπων γυναίκα δια να επιθυμήση αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού.» (Ματθ. 5:28) Σε μια άλλη περίπτωσι, επίσης, ο Ιησούς συσχέτισε τη μοιχεία με ανήθικες επιθυμίες στην καρδιά του ατόμου «Έσωθεν εκ της καρδίας των ανθρώπων,» είπε, «εξέρχονται οι διαλογισμοί οι κακοί, μοιχείαι.» (Μάρκ. 7:21, 22) Αυτό φαίνεται από την πείρα του Δαβίδ, ο οποίος πρόσεξε τη σύζυγο ενός άλλου άνδρα και διεγέρθη απ’ αυτήν, πράγμα το οποίον ωδήγησε σε μοιχεία.—2 Σαμ. 11:2-4.
Ο Ιησούς δεν μιλούσε εδώ για μια τυχαία ανήθικη σκέψι την οποία το άτομο αποβάλλει γρήγορα. Αντιθέτως, μιλούσε για την κατάστασι κατά την οποίαν ένας άνδρας ‘βλέπει’ μια γυναίκα, καλλιεργώντας περιπαθή επιθυμία γι’ αυτήν. Ο Θεός, ο οποίος «βλέπει την καρδίαν,» γνωρίζει ότι ένας έγγαμος άνδρας ο οποίος επιθυμεί να διαπράξη μοιχεία, θα το κάνη αυτό αν του παρουσιασθή η ευκαιρία. (1 Σαμ. 16:7) Ο Θεός θεωρεί ότι η πράξις έχει ήδη γίνει «εν τη καρδία αυτού,» στην έδρα των αισθημάτων, των επιθυμιών και του ελατηρίου.
Πώς μπορεί ένα άτομο ν’ αποφύγη να διαπράξη μοιχεία; Χρησιμοποιώντας παραστατική γλώσσα, ο Ιησούς δήλωσε: «Εάν δε ο οφθαλμός σου ο δεξιός σε σκανδαλίζη, έκβαλε αυτόν και ρίψον από σου· διότι σε συμφέρει να χαθή εν των μελών σου και να μη ριφθή όλον το σώμα σου εις την γέεναν. Και εάν η δεξιά σου χειρ σε σκανδαλίζη, έκκοψον αυτήν και ρίψον από σου· διότι σε συμφέρει να χαθή εν των μελών σου, και να μη ριφθή όλον το σώμά σου εις την γέενναν.»—Ματθ. 5:29, 30.
Οι Γραφές λέγουν ότι το άτομο που ακολουθεί μια δίκαιη πορεία ενεργείας ‘περιπατεί μετά του Θεού.’ (Γέν. 5:22· 6:9) Τι πρέπει να γίνη αν ο ‘δεξιός οφθαλμός’ (που αναπαριστά εδώ τη δύναμι της οπτικής συγκεντρώσεως) ή η ‘δεξιά χειρ’ (που σημαίνει αυτά που πράττει ένα άτομο, όπως αν έκανε κάτι με τα χέρια του) έκαναν έναν άλλο να ‘σκανδαλισθή,’ δηλαδή να εκπέση από το μονοπάτι της υπακοής προς τον Θεό; Σε μια τέτοια περίπτωσι, το άτομο πρέπει να ενεργήση με παρόμοιο τρόπο όπως θα ενεργούσε αν έβγαζε το μάτι του ή έκοβε το χέρι του. Πώς συμβαίνει αυτό;
Επειδή ο οφθαλμός είναι μια σπουδαία γραμμή επικοινωνίας με τη διάνοια, και επηρεάζει με ισχυρό τρόπο τα αισθήματα και τις ενέργειες, το άτομο πρέπει να μη συγκεντρώνη την όρασί του σε ακατάλληλα θεάματα. (Παροιμ. 4:25· Λουκ. 11:34) Ο Ιώβ εξέφρασε την κατάλληλη άποψι όταν δήλωσε: «Έκαμον συνθήκην μετά των οφθαλμών μου· και πώς να έχω τον στοχασμόν μου επί παρθένον;»—Ιώβ 31:1.
Ομοίως, είναι ανάγκη να βεβαιώνεται ότι αυτά που κάνει με τα χέρια του ή με άλλα μέλη του σώματός του, δεν παραβιάζουν τις Βιβλικές αρχές της ηθικής. Σχετικά μ’ αυτό, ο απόστολος Παύλος γράφει: «Νεκρώσατε λοιπόν τα μέλη σας τα επί της γης, πορνείαν, ακαθαρσίαν, πάθος, επιθυμίαν κακήν και την πλεονεξίαν.»—Κολ. 3:5.
Είναι σύνηθες για τους ανθρώπους να είναι πρόθυμοι να χάσουν ένα μέλος του σώματός τους για να διατηρήσουν τη ζωή τους. Ακόμη πιο ζωτική, σύμφωνα με τον Ιησού, είναι η αλληγορική ‘αφαίρεσις’ των οφθαλμών και των χεριών για ν’ αποφευχθή ο ανήθικος τρόπος σκέψεως και ενεργείας, διότι μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μπορούν οι άνθρωποι να διαφύγουν την αιώνια καταστροφή που συμβολίζεται από την πύρινη γέεννα, «τον σκουπιδότοπο» που ευρίσκετο κοντά στην Ιερουσαλήμ και όπου υπήρχε φωτιά ημέρα και νύχτα για να καταναλώνωνται τα άχρηστα περιεχόμενά του.—Ματθ. 5:29, 30.
«Ερρέθη προς τούτοις,» συνέχισε ο Ιησούς, «ότι όστις χωρισθή την γυναίκα αυτού, ας δώση εις αυτήν διαζύγιον.» (Ματθ. 5:31) Ο νόμος του Θεού μέσω του Μωυσέως επέτρεπε σ’ έναν άνδρα να χωρίση τη σύζυγό του εάν «συμβή να μη εύρη χάριν εις τους οφθαλμούς αυτού, διότι εύρηκε εν αυτή άσχημον πράγμα.» (Δευτ. 24:1-4) Η φράσις «άσχημον πράγμα» προφανώς εσήμαινε κάτι άλλο εκτός της μοιχείας, διότι, όπως ανεφέρθη προηγουμένως, αυτή η παράβασις ετιμωρείτο με θανατική ποινή στον Μωσαϊκό νόμο. Ωστόσο, επειδή ο Θεός «μισεί τον αποβάλλοντα αυτήν [την σύζυγόν του],» είναι λογικό ότι πρέπει να υπάρχουν γι’ αυτό εύλογες αιτίες, όπως η εκδήλωσις εκ μέρους της συζύγου μεγάλης ασέβειας προς τον σύζυγό της ή η πρόκλησις αισχύνης στην οικογένεια.—Μαλ. 2:16.
Ωστόσο, ακόμη και σ’ αυτές τις σοβαρές περιπτώσεις, οι Γραφές ούτε διέτασσαν ούτε ενεθάρρυναν το διαζύγιο. Ως ανασταλτικό για εσπευσμένες διαλύσεις γάμων, ο Θεός παρήγγειλε ότι ένας σύζυγος που χωρίζει τη σύζυγό του πρέπει να της δίνη «διαζύγιον.» Αυτό θ’ επαιτούσε χρόνο για προετοιμασία και νομική εκτέλεσι. Και μπορεί επίσης να περιελάμβανε και λήψι συμβούλων από νομίμως εξουσιοδοτημένα άτομα τα οποία αρχικά θα προσπαθούσαν να επιτύχουν μια συνδιαλλαγή.
Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι Ιουδαίοι σύζυγοι άρχισαν να ‘φέρωνται δολίως’ προς τις συζύγους των με το να τις χωρίζουν για ασήμαντους λόγους. (Μαλ. 2:13-16) Στις ημέρες του Ιησού, επικρατούσε μια ραββινική άποψις που έλεγε ότι ένας άνδρας μπορούσε να χωρίση τη γυναίκα του «ακόμη και αν έκαιγε το φαγητό.» Σύμφωνα με το Βιβλικό σχολιολόγιο υπό Στρακ και Μπίλερμπεργκ στη Γερμανική γλώσσα, πολλές δηλώσεις στα αρχαία Ιουδαϊκά συγγράμματα δείχνουν ότι «μεταξύ των Ιουδαίων στη Μισναϊκή περίοδο [η οποία περιελάμβανε και τις ημέρες του Ιησού] δεν υπήρχε γάμος τον οποίο ένας άνδρας να μη μπορή με λίγες διατυπώσεις, με τελείως νόμιμο τρόπο, να διαλύση δίνοντας έγγραφο διαζυγίου.» Δεν πρέπει να μας εκπλήσση λοιπόν το γεγονός ότι οι Φαρισαίοι ερώτησαν τον Ιησού αν το διαζύγιο ήταν νόμιμο «δια πάσαν αιτίαν.»—Ματθ. 19:3.
Πώς έβλεπε ο Ιησούς το διαζύγιο; «Εγώ όμως σας λέγω,» συνέχισε, «ότι όστις χωρισθή την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας, κάμνει αυτήν να μοιχεύηται, και όστις λάβη γυναίκα κεχωρισμένην, γίνεται μοιχός.» (Ματθ. 5:32) Ο Ιησούς, με πλήρη εξουσία, ως ο Μεσσίας και Υιός του Θεού, έδειξε ότι ο Πατέρας του δεν ευαρεστείτο με τους άνδρες που χώριζαν τις συζύγους των, ακόμη και για οποιοδήποτε «άσχημον πράγμα,» όπως δήλωνε η Γραφή. (Παράβαλε με Ματθαίον 19:8.) Αντιθέτως, ένας άνδρας που θα χώριζε τη σύζυγό του για λόγους άλλους εκτός τη σεξουαλική της ανηθικότητα, θα την εξέθετε σε μοιχεία, αν εκείνη συνήπτε σεξουαλικές σχέσεις με άλλον άνδρα, επειδή στα μάτια του Θεού ο γάμος θα παρέμενε έγκυρος. Ο Ιησούς προσέθεσε ότι «όστις λάβη γυναίκα κεχωρισμένην,» δηλαδή, μια γυναίκα που έχει χωρίσει για άλλους λόγους πλην της σεξουαλικής ανηθικότητος, «γίνεται μοιχός.»
Αυτά τα λόγια του Ιησού είναι πράγματι επωφελή. Το ότι δήλωσε πως η σεξουαλική ανηθικότης είναι η μόνη βάσις για διαζύγιο, εμποδίζει, τα ζεύγη, που επιθυμούν να ευαρεστούν τον Θεό, να διαλύουν τον γάμο τους για πολυάριθμες άλλες αιτίες. Και το ότι καταδίκασε τον ανήθικο τρόπο σκέψεως που οδηγεί σε μοιχεία, ελαττώνει ακόμη περισσότερο τις περιστάσεις που οδηγούν σε διάλυσι του γάμου. Η επί του Όρους Ομιλία είναι ένα δυναμικό βοήθημα, για εκείνους που ακολουθούν τις συμβουλές της, που εμποδίζει τη μοιχεία και το διαζύγιο.