Άννα—Μια Γυναίκα που Βρήκε Παρηγοριά στην Προσευχή
Η ΑΤΕΚΝΗ Άννα έζησε σ’ ένα καιρό που οι γυναίκες θεωρούσαν τη στειρότητα ως τρομερή κατάρα. Τα αισθήματά τους ήσαν παρόμοια με της Ραχήλ η οποία, απελπισμένη, είπε στον σύζυγό της Ιακώβ: «Δος μοι τέκνα· ειδέ μη, εγώ αποθνήσκω.» (Γεν. 30:1) Η Άννα, επίσης, αισθανόταν ότι δεν είχε εκπληρώσει τη γυναικεία αποστολή της επειδή δεν είχε παιδιά. Το γεγονός ότι απλώς ήταν μια από τις δυο συζύγους του Ελκανά, προσέθετε στο πρόβλημα. Αυτό αλήθευε ιδιαίτερα επειδή, μέσω της συζύγου του Φενίννας, ο Ελκανά είχε αποκτήσει γιους και θυγατέρες.
Όταν ο Ελκανά και η οικογένειά του ταξίδεψαν στο αγιαστήριο στη Σηλώ για λατρεία, η Φενίννα επωφελήθηκε από την κατάστασι για να ερεθίση την Άννα, ονειδίζοντάς την σχετικά με τη στειρότητά της» Η Άννα έκλαιγε και δεν έτρωγε το μερίδιο που της ανήκε από το θυσιαστικό γεύμα. Ο σύζυγός της τότε προσπάθησε να την παρηγορήση, λέγοντας: «Άννα, δια τι κλαίεις; και δια τι δεν τρώγεις; και δια τι η καρδία σου είναι τεθλιμμένη; δεν είμαι εγώ εις σε καλήτερος παρά δέκα υιούς;»—1 Σαμ. 1:2-8
Τελικά, η Άννα επέρριψε όλες τις ανησυχίες της στον Ιεχωβά Θεό. Όταν ήταν στη Σηλώ σε μια περίπτωσι, έφυγε από το τραπέζι και «προσηύχετο εις τον Κύριον, κλαίουσα καθ’ υπερβολήν.» (1 Σαμ. 1:9, 10) Με πραγματική θερμότητα, η Άννα παρακαλούσε: «Κύριε . . . εάν επιβλέψης τωόντι εις την ταπείνωσιν της δούλης σου και με ενθυμηθής και δεν λησμόνησης την δούλην σου, αλλά δώσης εις την δούλην σου τέκνον αρσενικόν, τότε θέλω δώσει αυτό εις τον Κύριον πάσας τας ημέρας της ζωής αυτού, και ξυράφιον δεν θέλει αναβή επί την κεφαλήν αυτού.»—1 Σαμ. 1:11.
Επειδή μόνο τα χείλη της εκινούντο καθώς εκείνη εσωτερικά εξέχεε τη θλίψι της ενώπιον του Ιεχωβά Θεού, ο αρχιερεύς Ηλεί συνεπέρανε εσφαλμένα ότι ήταν μεθυσμένη και την επέπληξε. Αλλά η Άννα γρήγορα εξήγησε: «Ουχί, κύριε μου, εγώ είμαι γυνή κατατεθλιμμένη την ψυχήν· ούτε οίνον, ούτε σίκερα δεν έπιον, αλλ’ εξέχεα την ψυχή μου ενώπιον του Κυρίου· μη υπολάβης την δούλην σου ως αχρείαν γυναίκα· διότι εκ του πλήθους του πόνου μου και της θλίψεώς μου ελάλησα έως τώρα.»—1 Σαμ. 1:15, 16.
Ο Ηλεί, αναγνωρίζοντας το λάθος του, της ευχήθηκε την ευλογία του Ιεχωβά, λέγοντας: «Ύπαγε εις ειρήνην· και ο Θεός του Ισραήλ ας σοι δώση την αίτησίν σου, την οποίαν ήτησας παρ’ αυτού.»—1 Σαμ. 1:17.
Πώς επηρεάσθηκε η Άννα από την προσευχή που έκανε, καθώς επίσης και από τα λόγια του Ηλεί; Βρήκε πραγματική παρηγοριά. Η Άννα έφαγε και «το πρόσωπον αυτής δεν ήτο πλέον σκυθρωπόν.» (1 Σαμ. 1:18) Έχοντας αναθέσει το ζήτημα στον Ιεχωβά Θεό, απηλλάγη από βαθειά εσωτερική λύπη. Η Άννα αντελήφθη ότι ο Ύψιστος ενδιαφερόταν γι’ αυτήν ως άτομο, και με εμπιστοσύνη απέβλεπε σ’ αυτόν για βοήθεια. Η Άννα, μολονότι δεν εγνώριζε ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα, απελάμβανε εσωτερική ειρήνη. Πρέπει να είχε αντιληφθή ότι είτε η περίοδος στειρότητος γι’ αυτήν θα ετελείωνε, ή ότι ο Ιεχωβά Θεός, με κάποιον άλλο τρόπο, θ’ ανεπλήρωνε την έλλειψι που προέκυπτε από τη στειρότητά της.
Η εμπιστοσύνη της Άννας στον Παντοδύναμο Θεό, ασφαλώς έφερε αποτελέσματα. Γέννησε ένα αγόρι και το ωνόμασε Σαμουήλ. Μετά τον απογαλακτισμό του, η Άννα έφερε τον Σαμουήλ στον ναό για υπηρεσία στο αγιαστήριο. (1 Σαμ. 1:19-28) Επειδή η Γραφή αναφέρει μια γενεαλογική εγγραφή για τους Λευίτες «από τριών ετών ηλικίας και πάνω,» θα μπορούσε πολύ καλά να ήταν το αγόρι τουλάχιστον τριών ετών εκείνο τον καιρό.—2 Χρον. 31:16.
Η Άννα, εκτιμώντας την καλωσύνη που έδειξε ο Ιεχωβά σ’ αυτήν, προσέφερε μια προσευχή ευχαριστίας. Αυτή η προσευχή δόξαζε τον Ιεχωβά και έδειχνε ότι Εκείνος είναι απαράμιλλος. Η Άννα είπε: «Δεν υπάρχει άγιος καθώς ο Κύριος· διότι δεν είναι άλλος πλην σου, ουδέ βράχος καθώς ο Θεός ημών.» (1 Σαμ. 2:2) Η Άννα, στη δική της περίπτωσι, είχε αντιληφθή ότι ο Ύψιστος είναι σαν σταθερός βράχος, δηλαδή, αξιόπιστος και σταθερός. Μπορεί να βασίζεται κανείς σ’ αυτόν.
Η Άννα επίσης επρόκειτο ν’ απολαύση και άλλες ευλογίες. Μια φορά, όταν ήλθε με τον σύζυγό της στη Σηλώ, ο Ηλεί τους ευλόγησε και τους δύο, λέγοντας: «Ο Κύριος να αποδώση εις σε σπέρμα εκ της γυναικός ταύτης, αντί του δανείου [του Σαμουήλ] το οποίον εδάνεισεν εις τον Κύριον.» (1 Σαμ. 2:20) Η Άννα είχε τη χαρά να δη αυτή την ευλογία να εκπληρώνεται. Τελικά έγινε μητέρα τριών ακόμη αγοριών και δύο κοριτσιών.—1 Σαμ. 2:21.
Όπως ακριβώς η Άννα βρήκε παρηγοριά στην προσευχή, έτσι κι εμείς επίσης, μπορούμε να βρούμε ενθάρρυνσι αναθέτοντας όλες τις ανησυχίες μας στον Ιεχωβά Θεό. Εκείνος θ’ απαντήση σε όλα τα ερωτήματα που εναρμονίζονται με τον σκοπό του. Έτσι, όταν εκχέωμε την καρδιά μας στον ουράνιο Πατέρα μας, είθε κι εμείς, όπως η Άννα, να μην είμεθα ‘σκυθρωποί πλέον,’ αλλά βέβαιοι ότι εκείνος θ’ απομακρύνη το φορτίο μας, όποιο κι αν είναι, ή θα μας δώση τη δύναμι να το ανθέξωμε.