Μαριάμ—Προνομιούχος στη Νεότητα και στο Γήρας
Η ΜΑΡΙΑΜ, η κόρη του Αμράμ και της συζύγου του Ιωχαβέδ, που ήσαν από την φυλή Λευί, έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην αρχική ιστορία του Ισραήλ. Ο τρόπος με τον οποίο ο Ιεχωβά Θεός χρησιμοποίησε τη Μαριάμ επιβεβαίωσε το ενδιαφέρον του για το έθνος αυτό. Μέσω του προφήτη Μιχαία, ο Παντοδύναμος δήλωσε: «Σε ανεβίβασα εκ γης Αιγύπτου και σε ελύτρωσα εξ οίκου δουλείας· και εξαπέστειλα έμπροσθέν σου τον Μωυσήν, τον Ααρών και την Μαριάμ.»—Μιχ. 6:4.
ΣΕ ΝΕΑΡΗ ΗΛΙΚΙΑ
Η Μαριάμ, όταν ήταν ακόμη παιδί, είχε το προνόμιο να λάβη μέρος στην επεξεργασία του σκοπού του Ιεχωβά σχετικά με τον αδελφό της Μωυσή. Ο Φαραώ της Αιγύπτου είχε διατάξει να ρίχνωνται στον Ποταμό Νείλο όλα τα αρσενικά βρέφη που εγεννώντο στους Εβραίους. Η Ιωχαβέδ, χωρίς να φοβηθή τη βασιλική διαταγή, έκρυψε το βρέφος τρεις μήνες. Αλλά όταν δε μπορούσε πια να το κρύβη, έφτιαξε ένα κιβώτιο από πάπυρο και το άλειψε με άσφαλτο και πίσσα. Κατόπιν, έβαλε το κιβώτιο, με το μικρό γιο της μέσα, ανάμεσα στα καλάμια στην όχθη του Νείλου. Μετά, η Μαριάμa κάθισε εκεί κοντά για να δη τι θα συνέβαινε.—Έξοδ. 2:1-4· 6:20· Εβρ. 11:23.
Όταν η κόρη του Φαραώ, συνωδευόμενη από τις θεράπαινές της, ήλθε για να λουσθή στον ποταμό, είδε το κιβώτιο και ζήτησε να της το φέρουν. Η θέα του μικρού παιδιού που έκλαιγε διήγειρε τα αισθήματά της και λυπήθηκε το βρέφος. Η Μαριάμ ενήργησε τότε γρήγορα. Απευθυνόμενη στην κόρη του Φαραώ, ρώτησε; «Θέλεις να υπάγω να καλέσω εις σε γυναίκα θηλάζουσαν εκ των Εβραίων, δια να σοι θηλάση το παιδίον;» Τα λόγια της Μαριάμ έδωσαν την ευκαιρία στην ίδια της τη μητέρα να είναι η ‘θηλάζουσα’ εκείνη γυναίκα. Πόση χαρά και ευγνωμοσύνη πρέπει να ένοιωσε η Ιωχαβέδ στην καρδιά της! Μ’ αυτό τον τρόπο, ο Μωυσής σώθηκε από το θάνατο και ανατράφηκε για να γίνη εκείνος μέσω του οποίου οι Ισραηλίτες θα ωδηγούντο έξω από την Αίγυπτο μέχρι τα σύνορα της Γης της Επαγγελίας. Ασφαλώς, λίγα κορίτσια έπαιξαν ποτέ τέτοιο ζωτικό ρόλο στην επεξεργασία της θείας πρόνοιας, όπως η Μαριάμ.—Έξοδ. 2:5-10.
ΣΕ ΓΕΡΟΝΤΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
Ύστερα από ογδόντα χρόνια, οι Ισραηλίτες έφυγαν από την Αίγυπτο σαν ελεύθερος λαός, κάτω από την ηγεσία του Μωυσή. Όταν ο Φαραώ και οι στρατιωτικές του δυνάμεις τους καταδίωξαν, ο Ιεχωβά Θεός έκανε ένα θεαματικό θαύμα, διανοίγοντας την Ερυθρά Θάλασσα για να μπορέση ο λαός Του να προχωρήση μπροστά. Αλλά οι Αιγύπτιοι διώκτες καταστράφηκαν, μια για πάντα, επειδή αμέσως μετά η δίοδος σκεπάσθηκε γρήγορα με νερό. Στην άλλη πλευρά της θάλασσας, η Μαριάμ ωδήγησε τις Ισραηλίτισσες σε άσματα και χορό, δοξάζοντας τον Ιεχωβά που τους απελευθέρωσε. Ήταν τότε 90 περίπου ετών και υπηρετούσε ως προφήτισσα στον Ισραήλ.—Έξοδ. 15:20, 21.
Το επόμενο έτος, όμως, η προνομιούχος θέσις που απολάμβανε η Μαριάμ έγινε αιτία να σκανδαλισθή. Άρχισε να μιλά εναντίον του αδελφού της Μωυσή και επηρέασε και τον Ααρών, ο οποίος ενώθηκε μαζί της. Το αντικείμενο της επικρίσεως ήταν η Αιθιόπισσα σύζυγος του Μωυσή, και το χρησιμοποίησαν αυτό σαν βάσι για να προκαλέσουν τη μοναδική θέσι που κατείχε ο Μωυσής. Η Βιβλική αφήγησις μάς λέει: «Και είπαν, Μήπως προς τον Μωυσήν μόνον ελάλησεν ο Κύριος; Δεν ελάλησε και προς ημάς;» Αυτά τα ερωτήματα υπονοούσαν ότι ο Μωυσής περιφρονούσε τον αδελφό του και την αδελφή του, που ήσαν πιο μεγάλοι σε ηλικία, και ύψωνε τον εαυτό του σαν τον μοναδικό εκπρόσωπο του Θεού.—Αριθ. 12:1-3.
Το παράπονό τους αυτό δεν είχε καμμιά απολύτως βάσι, και ο Ύψιστος είπε στον Ααρών και στη Μαριάμ: «Ακούσατε τώρα τους λόγους μου· Εάν ήναι μεταξύ σας προφήτης, εγώ ο Κύριος δι’ οπτασίας θέλω γνωρισθή εις αυτόν· καθ’ ύπνον θέλω λαλήσει προς αυτόν· δεν είναι ούτως περί του θεράποντός μου Μωυσέως· εν όλω τω οίκω μου ούτος είναι πιστός· στόμα προς στόμα θέλω λαλεί προς αυτόν και φανερώς και ουχί δι’ αινιγμάτων, και το πρόσωπον του Κυρίου θέλει βλέπει· δια τι λοιπόν δεν εφοβήθητε να λαλήσητε εναντίον του θεράποντός μου Μωυσέως;» (Αριθ. 12:6-8) Ναι, ο Μωυσής δεν είχε αρπάξει με τη βία μια θέσι πάνω από τον Ααρών ή πάνω από τα άλλα μέλη του Ισραηλιτικού έθνους. Είχε απ’ ευθείας διορισθή από τον Ιεχωβά. Γι αυτό, τόσο ο Ααρών όσο και η Μαριάμ, ήσαν ένοχοι ομιλίας κατά του Υψίστου.
Στην περίπτωσι της Μαριάμ, ο γογγυσμός της μπορεί να προκλήθηκε από ζήλεια για τη θέσι της ως προφήτισσας. Ίσως φοβήθηκε ότι η νύφη της θα αποκτούσε μεγαλύτερη εξοχότητα στο έθνος. Προφανώς η υπερηφάνεια της Μαριάμ την εμπόδισε να δη το πραγματικό ζήτημα—τη σπουδαιότητα της ταπεινής υποταγής στη διευθέτησι του Ιεχωβά.
Η Μαριάμ, επειδή παραβίασε το Θεόδοτο ρόλο της και έκανε αδικαιολόγητα παράπονα εναντίον του αδελφού της, επλήγη με λέπρα. Τι τρομαχτική ένδειξις θείας αποδοκιμασίας! Ο Ααρών ικέτευσε για έλεος και ο Μωυσής με προθυμία παρακάλεσε τον Ιεχωβά για την αδελφή του, λέγοντας: «Δέομαι, Θεέ, ιάτρευσον αυτήν.» Η Μαριάμ θεραπεύθηκε, αλλά αναγκάσθηκε να υποστή τον εξευτελισμό μιας επταήμερης καραντίνας έξω από το στρατόπεδο του Ισραήλ. (Αριθ. 12:9-15) Ωστόσο, το έτος που οι Ισραηλίτες εισήλθαν στη Χαναάν, η Μαριάμ πέθανε έχοντας την εύνοια του Ιεχωβά.—Αριθ. 20:1.
Όλοι οι δούλοι του Υψίστου μπορούν ν’ αντλήσουν ένα σπουδαίο μάθημα από την πείρα της Μαριάμ. Μολονότι ένα άτομο μπορεί ν’ απολαμβάνη πολλές ευλογίες, το γεγονός αυτό δεν του προσδίδει ανοσία σε περίπτωσι σοβαρής πτώσεως. Υπάρχει πραγματική ανάγκη ν’ αγωνιζώμαστε για να παραμένωμε ταπεινοί ενώπιον του Θεού μας, χωρίς ν’ αφήνωμε την υπερηφάνεια να μας κυριεύη. Είθε πάντοτε να έχωμε ενώπιόν μας τα θεόπνευστα λόγια: «Ο Θεός εις τους υπερηφάνους αντιτάσσεται, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν.»—Ιακ. 4:6.
[Υποσημειώσεις]
a Η Μαριάμ δεν αναφέρεται στο υπόμνημα, γίνεται μνεία μόνο της ‘αδελφής’ του Μωυσή. Ωστόσο, επειδή δεν υπάρχει καμμιά ένδειξις που να δείχνη αν ο Μωυσής κι’ ο Ααρών είχαν κι’ άλλες αδελφές, πρέπει να καταλήξωμε στο συμπέρασμα ότι η Μαριάμ υπονοείται.—Αριθ. 26:59.