Είστε Μιμητής του Χριστού ή Απομίμηση Χριστιανού;
—Τα Μηνύματα του Παύλου στους Θεσσαλονικείς
Ο απόστολος Παύλος ήταν ένας υποδειγματικός Χριστιανός. Επειδή ακολουθούσε με ζήλο το παράδειγμα του Ιησού, μπορούσε κατάλληλα να κάνει τη σύσταση αυτή στους ομόπιστούς του: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς και εγώ του Χριστού.» (1 Κορινθίους 11:1) Η πορεία της ζωής του Παύλου και η διδασκαλία του βοήθησε πολλούς από τους συγχρόνους του να βρουν και να παραμείνουν στην «Οδό» της αληθινής Χριστιανοσύνης.—Πράξεις 9:2.
Ο Παύλος αισθανόταν στοργικό ενδιαφέρον για τους άλλους. Πολύ κατάλληλα, όταν ο Θεός κάλεσε τον Παύλο και τον Σίλα να αναχωρήσουν από την περιοχή της Ασίας και να αναλάβουν ιεραποστολικό έργο στη Μακεδονία. Εκείνος έδωσε στον Παύλο ένα δράμα ενός ανθρώπου που τον παρακαλούσε κι έλεγε: «Διάβα . . . και βοήθησον ημάς». Με πίστη και συμπόνοια για τον συνάνθρωπο, ο Παύλος και ο Σίλας υπάκουσαν πρόθυμα, φεύγοντας με πλοίο από την Τρωάδα.—Πράξεις 16:6-10.
Αφού αποβιβάστηκαν στη Νεάπολη, ο Παύλος και οι σύντροφοι του πρώτα επισκέφθηκαν τους Φιλίππους. Από εκεί συνέχισαν πάνω στη μεγάλη Ρωμαϊκή λεωφόρο Εγνατία Οδό μέσω της Αμφιπόλεως και της Απολλωνίας στη Θεσσαλονίκη, συνολική απόσταση 121 χιλιομέτρων (75 μιλίων). (Πράξεις 16:11, 12· 17:1) Στη Θεσσαλονίκη ο Παύλος χρησιμοποίησε τις συναθροίσεις του Σαββάτου των Ιουδαίων στην τοπική συναγωγή για να κηρύξει τα «καλά νέα». Σαν αποτέλεσμα, «μερικοί» από τους Ιουδαίους, μαζί με «ένα μεγάλο πλήθος Ελλήνων,» πίστεψαν.—Πράξεις 17:2-4.
Ζηλόφθονοι για την επιτυχία του Παύλου, οι άπιστοι Ιουδαίοι σχημάτισαν έναν όχλο και προξένησαν μια οχλαγωγία στην πόλη της Θεσσαλονίκης, έτσι ώστε οι αδελφοί έστειλαν τον Παύλο και τον Σίλα στη Βέροια. Το άγγελμα της Βασιλείας του Θεού μέσω του Ιησού Χριστού είχε αποδειχθεί ότι ήταν πέτρα προσκόμματος στους Ιουδαίους. Μέχρι που εφεύραν κατηγορία εναντίον του Παύλου και του Σίλα και των Θεσσαλονικέων που τους είχαν συναναστραφεί, λέγοντας: «Πάντες ούτοι πράττουσιν εναντίον των προσταγμάτων του Καίσαρος, λέγοντες ότι είναι βασιλεύς άλλος, ο Ιησούς.»—Πράξεις 17:5-10.
Το Ενδιαφέρον του Παύλου για τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς
Φθάνοντας στην Κόρινθο, ο Παύλος έστειλε πίσω το νεαρό συνεργάτη Τιμόθεο για να έρθει σ’ επαφή με τη νεοσχηματισμένη εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Όταν ο Τιμόθεος επέστρεψε στον Παύλο, μετέφερε τα ευπρόσδεκτα νέα ότι εκείνοι που είχαν νεοβαπτιστεί Χριστιανοί ήταν στερεοί στην πίστη και δυνατοί, παρά τους συνεχιζόμενους διωγμούς. Είχαν γίνει μιμητές των άλλων πιστών Χριστιανών εμμένοντας στη θλίψη. (1 Θεσσαλονικείς 2:14-16· 3:6, 7) Ο Παύλος ήταν ανυπόμονος να γνωρίσει στους Θεσσαλονικείς τα αισθήματα του απέναντι τους και να τους δώσει περισσότερη ενθάρρυνση και συμβουλή. Γιαυτό έγραψε δυο επιστολές προς την εκκλησία. Πιθανόν, αυτές ήταν οι πρώτες κανονικές επιστολές του Παύλου, που γράφθηκαν στα έτη 50 και 51 μ.Χ. Περιγράφουν καλά όλα όσα συνεπάγεται η αληθινή Χριστιανοσύνη.
Ωστόσο, η έκθεση του Λουκά στο Πράξεις 17:11, 12 δεν μιλάει δυσμενώς για τους Θεσσαλονικείς εκείνους, που δεν δέχθηκαν το λόγο τόσο πρόθυμα όσο και οι Βεροιείς; Όχι, γιατί εδώ ο Λουκάς αναφέρεται, όχι στους Χριστιανούς, αλλά στους Ιουδαίους. Σε αντίθεση με τα πενιχρά αποτελέσματα της διδασκαλίας του Παύλου και του Σίλα ανάμεσα στους Ιουδαίους της Θεσσαλονίκης, «πολλοί» που πήγαν στην Ιουδαϊκή συναγωγή στη Βέροια έγιναν πιστοί.
Οι νεοπροσήλυτοι Χριστιανοί στη Θεσσαλονίκη μελέτησαν και προσκολλήθηκαν στο Λόγο του Θεού. Ο Παύλος τους επαινεί στην πρώτη του επιστολή γιατί μιμήθηκαν αυτόν και τον Κύριο «δεχθέντες τον λόγον εν μέσω πολλής θλίψεως μετά χαράς Πνεύματος Αγίου.» (1 Θεσσαλονικείς 1:6) Είχαν δεχθεί τα «καλά νέα» σαν «τον λόγο του Θεού», και τώρα ο λόγος αυτός «ενεργούσε», δηλαδή έφερνε Χριστιανικούς καρπούς στους πιστούς. (1 Θεσσαλονικείς 2:3-5, 13) Αυτοί με καμιά έννοια δεν ήταν απομίμηση Χριστιανών.
Ο ίδιος ο Παύλος ήταν ένας σκληρά εργαζόμενος μιμητής του Χριστού. Όσο σύντομη κι αν ήταν η πρώτη του επίσκεψη στη Θεσσαλονίκη, τα μέλη της εκκλησίας εκεί είχαν το αυτοθυσιαστικό του παράδειγμα ανεξίτηλα εντυπωμένο στις διάνοιες τους. Είχαν παρατήσει την ειδωλολατρία στην οποία επιδίδονταν μέχρι τότε «δια να δουλεύητε Θεόν ζώντα και αληθινόν» και, με τη σειρά τους, είχαν γίνει παράδειγμα πίστης σε όλους τους πιστούς στη Μακεδονία και στην Αχαΐα. (1 Θεσσαλονικείς 1:7, 9) Ανάμεσα τους ήταν επίσκοποι που «εργάζονταν σκληρά» για να φροντίζουν για τις ανάγκες του ποιμνίου, όπως συνέβαινε σε όλες τις εκκλησίες των αληθινών Χριστιανών.—1 Θεσσαλονικείς 5:12· 1 Πέτρου 5:2, 3.
Ναι, ο Παύλος και οι σύντροφοι του είχαν δώσει τα πάντα για τους Θεσσαλονικείς αυτούς, εργαζόμενοι νύχτα και μέρα, κάνοντας άφοβα γνωστή την αλήθεια και τρέφοντας την εκκλησία με στοργή «καθώς η τροφός περιθάλπει τα εαυτής τέκνα.» (1 Θεσσαλονικείς 2:3-11· 2 Θεσσαλονικείς 3:7, 8) Με ποιο σκοπό κατά νου; Ώστε αυτοί οι νέοι αδελφοί στην πίστη να μπορούσαν να «περιπατούν αξίως του Θεού» και «δια να μη κλονίζηται μηδείς εν ταις θλίψεσι.» Ο Παύλος ήθελε να τους διεγείρει να «παραμείνουν άγρυπνοι» πνευματικά, να τους κάνει στερεούς «εις πάντα λόγον και έργον αγαθόν». Ήθελε να υπομείνουν για τον Χριστό, έτσι ώστε ποτέ να μην «αποκάμουν πράττοντες το καλόν».—1 Θεσσαλονικείς 2:12· 3:3· 5:6· 2 Θεσσαλονικείς 2:17· 3:5, 13.
Το βαθύ ενδιαφέρον του Παύλου για τους Θεσσαλονικείς εκείνους είναι καταγραμμένο για ενθάρρυνση δική μας σήμερα, ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να περπατούμε μαζί με τον Θεό και ευχαριστώντας τον. (Αμώς 3:3) Ώστε εκείνος που αποκαλεί τον εαυτό του Χριστιανό να μην κάνει τα πράγματα εκείνα που δεν θα τον κάνουν τίποτα περισσότερο παρά έναν κατ’ απομίμηση Χριστιανό.—1 Θεσσαλονικείς 4:1.
Μια Απειλή από τα Μέσα!
Οι άπιστοι Ιουδαίοι είχαν φέρει διωγμό πάνω στη νέα εκκλησία από τα έξω, αλλά τώρα τους απειλούσε ένας ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος μέσα στην εκκλησία! Προφανώς μερικοί στην εκκλησία διέδιδαν διεστραμμένες απόψεις ότι η μέρα του Ιεχωβά επίκειτο. Ο Παύλος έσπευσε να τακτοποιήσει τα πράγματα, λέγοντας σχετικά μ’ εκείνη τη «μέρα»: «Ας μη σας εξαπατήση τις κατ’ ουδένα τρόπον διότι δεν θέλει έλθει η ημέρα εκείνη, εάν δεν έλθη πρώτον η αποστασία και αποκαλυφθή ο άνθρωπος της αμαρτίας, ο υιός της απωλείας.»—2 Θεσσαλονικείς 2:1-3.
Όταν ο Παύλος, στη δεύτερη επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς, προειδοποίησε την εκκλησία για τον ερχόμενο αυτό «άνθρωπο της αμαρτίας», οι λεπτομέρειες της άνομης πορείας του ήταν ακόμη ένα «μυστήριο», ή ένα θρησκευτικό μυστικό. Ωστόσο, ο απόστολος αναφέρει ότι κι όταν ακόμη ήταν αναμεταξύ τους «συνήθιζε να τους μιλάει» για τη μελλοντική αυτή αποστασία και για τον «κωλύοντα» που την αναχαίτιζε.—2 Θεσσαλονικείς 2:5-7.
Αν εμείς σ’ αυτό το σημείο ανοίξουμε τις Γραφές μας στο 2 Θεσσαλονικείς 2:3-12 και εξετάσουμε τα συμφραζόμενα των λόγων του Παύλου, θα μπορέσουμε κι εμείς να διακρίνουμε επίσης τι είχε κατά νου ο Παύλος. Η «αποστασία» που θα ερχόταν θα έπρεπε να ριζώσει στην έλλειψη της «αγάπης της αλήθειας». Θα ερχόταν σαν αποτέλεσμα από μια ‘πίστη στο ψέμα’ και θα ‘ευαρεστούνταν στην αδικία’. Θα ερχόταν με θράσος στο προσκήνιο αμέσως μετά από την εξάλειψη του «κωλύοντος» που αναφέρεται από τον Παύλο. Θα συνέχιζε να υπάρχει μέχρι την ‘φανέρωση της παρουσίας’ του Ιησού Χριστού, χρόνο κατά τον οποίο ο Χριστός θα εξέθετε και θα εξάλειφε αυτόν τον «άνομο», φέρνοντας τον σε ανυπαρξία.—Παράβαλε 2 Θεσσαλονικείς 2:8 με Ησαΐα 11:4 και Αποκάλυψις 19:11, 14, 15.
Καθορίζοντας τον «Άνθρωπον της Αμαρτίας»
Κρίνοντας από τη μακροβιότητα του «ανθρώπου της αμαρτίας», από τις μέρες του Παύλου μέχρι την παρουσία του Χριστού, θα έπρεπε να είναι όχι ένα άτομο αλλά μία τάξη ανθρώπων. Εφόσον αυτός ο άνομος ‘εξυψώνει τον εαυτό του πάνω από καθετί που αποκαλείται Θεός ή σέβασμα’, η εφαρμογή του όρου συγκεντρώνεται πάνω στους ηγέτες της αποστασίας. Αυτοί θα έπρεπε να έχουν σχέση με τα παραπλανητικά ‘δυνατά έργα’ που γίνονται στο όνομα του Χριστού. (Παράβαλε 2 Θεσσαλονικείς 2:9 με Ματθαίο 7:22, 23.) Τα πλήθη θα ενώνονταν μαζί τους γιατί ο θρησκευτικός αυτός δρόμος θα ήταν ευκολότερος, κατευναστικός για τη συνείδηση, αλλά και χωρίς κανένα εμπόδιο για έναν ιδιοτελή, κοσμικό, ακόμη και ανήθικο τρόπο ζωής. Τα στοιχεία αυτά της κίβδηλης Χριστιανοσύνης ήδη «ενεργούσαν» ανάμεσα στους καθ’ ομολογίαν Χριστιανούς στις μέρες του Παύλου.—1 Θεσσαλονικείς 4:3-8· 5:6-9, 14, 15, 19-22· 2 Θεσσαλονικείς 3:6-15· παράβαλε με Ματθαίο 25:41-46.
Ο Παύλος και οι άλλοι απόστολοι και πρεσβύτεροι της Χριστιανικής εκκλησίας υπηρέτησαν σαν ο «κωλύων» ενάντια στις δυνάμεις αυτές, ποιμαίνοντας το ποίμνιο σύμφωνα με το παράδειγμα του Χριστού. Ενόψει της απειλητικής αποστασίας, ο Παύλος προειδοποίησε τους Θεσσαλονικείς με τα εξής λόγια: «Λοιπόν, αδελφοί, μένετε σταθεροί και κρατείτε τας παραδόσεις, τας οποίας εδιδάχθητε». Μετά το θάνατο του Παύλου και των άλλων αποστόλων, άνθρωποι που επιδίωκαν ιδιοτελείς σκοπούς έβαλαν την αλήθεια στην πάντα, μπήκαν οι ίδιοι μπροστά σαν ηγέτες και οδήγησαν το ποίμνιο μακριά από τον ίσιο δρόμο. Μόνο εκείνοι που ανταποκρίθηκαν στη συμβουλή του Παύλου έγιναν στερεοί «εις πάντα λόγον και έργον αγαθόν». Ο «άνθρωπος της αμαρτίας» έγινε γνωστός σαν ο κλήρος της κίβδηλης Χριστιανοσύνης.—2 Θεσσαλονικείς 2:15-17· παράβαλε με Ματθαίος 13:24-30, 37-43.a
Προσμένοντας τη Μέρα του Ιεχωβά
Ο Παύλος έπρεπε να προειδοποιήσει τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς και για έναν ακόμη κίνδυνο: Από τον κίνδυνο να χαλαρώσουν ή να γίνουν πνευματικά νωθροί σχετικά με τη μέρα του Ιεχωβά. Μερικοί θρησκευτικοί συγγραφείς των χρόνων μας έχουν προσπαθήσει να μειώσουν τη σημασία και την επιτακτικότητα του Γραφικού αγγέλματος σχετικά με την «παρουσία» του Ιησού και την «συντέλεια του αιώνος [του συστήματος, ΜΝΚ]» αναφερόμενοι στα μεταγενέστερα λόγια του Παύλου: «Σας παρακαλούμεν δε, αδελφοί, περί της παρουσίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της εις αυτόν επισυνάξεως ημών, να μη σαλευθήτε ταχέως από του φρονήματος σας, μηδέ να θορυβήσθε, μήτε δια πνεύματος μήτε δια λόγου μήτε δι’ επιστολής . . . ότι τάχα επλησίασεν η ημέρα του Χριστού [του Ιεχωβά, ΜΝΚ]».—Ματθαίος 24:3· 2 Θεσσαλονικείς 2:1, 2.
Τώρα, θα μπορούσε αληθινά να ήταν επιθυμία του Παύλου οι ειλικρινείς Χριστιανοί να ενδιαφέρονται λίγο για την παρουσία του Κυρίου τους και για τη μέρα του Ιεχωβά; Η μάλλον ήθελε να τους κρατήσει σε πνευματική ισορροπία σχετικά με το θέμα αυτό, με το να ‘εγκρατεύονται’ ‘εξακριβώνοντας τα πάντα’; Ώστε, ούτε να ξεφύγουν από την ισορροπία τους με αβάσιμα αγγέλματα ότι επίκειτο η μέρα του Ιεχωβά ούτε να βρεθούν απροετοίμαστοι, ανέμελοι και ασυγκίνητοι σχετικά μ’ αυτή.—1 Θεσσαλονικείς 5:8, 21· παράβαλε με 2 Πέτρου 3:3, 10-12 και 1 Ιωάννου 4:1.
Εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε ότι οι Θεσσαλονικείς εκείνοι γνώριζαν πλήρως ότι η μέρα του Ιεχωβά θα «ερχόταν ως κλέπτης εν νυκτί». Αυτό σήμαινε ότι θα απείχαν πολύ από την αδιαφορία, παραμένοντας «άγρυπνοι», σαν άτομα προσδιορισμένα όχι «εις οργήν, αλλ’ εις απόλαυσιν σωτηρίας». Η μέρα του Ιεχωβά θα ερχόταν αφού πρώτα η αποστασία θα είχε εμφανιστεί πλήρως. Αυτό θα γινόταν σε μια εποχή που εκείνοι που θα βρίσκονταν σε αντίθεση με τη Βασιλεία του Ιεχωβά—περιλαμβανομένου αναμφίβολα και του «ανθρώπου της αμαρτίας»—θα έλεγαν: «Ειρήνη και ασφάλεια!» Αυτό θα ήταν και το σύνθημα για την ξαφνική καταστροφή τους. (1 Θεσσαλονικείς 5:1-11) Στην ημέρα εκείνη της εκτελέσεως της δίκαιης κρίσης, ευτυχισμένοι θα είναι εκείνοι που ‘γνωρίζουν τον Θεό και υπακούν στα καλά νέα για τον Κύριο Ιησού’!—2 Θεσσαλονικείς 1:8.b
Μιμητές ή Απομιμήσεις;
Η στοργική επιστολή του Παύλου προς τη Χριστιανική εκκλησία της Θεσσαλονίκης περιγράφει αυτό που πρέπει να είναι σήμερα οι αληθινοί ακόλουθοι του Χριστού Ιησού και αυτό που πρέπει να πιστεύουν και να κάνουν. Αλλά τι θα πούμε για τα άτομα και για τις ομάδες που ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανοί και ωστόσο δεν μιμούνται τον Χριστό, τον Παύλο και τους πιστούς της Θεσσαλονίκης; Αυτοί στέκονται εκτεθειμένοι σαν απομιμήσεις Χριστιανών! (2 Θεσσαλονικείς 3:6, 7· 2 Πέτρου 2:1-3) Ο Παύλος τονίζει το γεγονός ότι μόνο εκείνοι που θα ‘υπάκουαν στα καλά νέα’ θα ‘λογίζονταν άξιοι της βασιλείας του Θεού’. Ο Ιησούς εκφράστηκε παρόμοια σχετικά με τα δίκαια «πρόβατα» που κληρονομούν τη Βασιλεία πάνω στη γη.—2 Θεσσαλονικείς 1:4-10· παράβαλε με Ματθαίο 7:21 και 25:31-34.
Τα καλά νέα όπως έγιναν γνωστά από τον Παύλο στις επιστολές του προς τους Θεσσαλονικείς, θα πρέπει να μας υποκινούν να εργαζόμαστε σκληρά στην υπηρεσία του Θεού, με υψηλούς ηθικούς κανόνες ζωής, ναι, με εμμονή στη γεμάτη χαρά, προσευχή, ευγνωμοσύνη, ενθουσιασμό, άψογη Χριστιανική ζωή που θα μας συστήνει στους άλλους μέσα κι έξω από την εκκλησία του λαού του Ιεχωβά. (1 Θεσσαλονικείς 5:16-23) Είθε η ειλικρινής σκέψη πάνω στο παράδειγμα του Παύλου και στις επιστολές και στην πίστη των Χριστιανών της Θεσσαλονίκης ν’ αποδειχθούν ωφέλιμες για σας, έτσι ώστε να μπορέσετε να μιμηθείτε «πληρέστερα» το παράδειγμα του Χριστού. Είθε αυτό, με τη σειρά του, να σας γλυτώσει «από την οργή που επέρχεται» και να σας φέρει σε σωτηρία στην αιώνια ζωή κάτω από τη δίκαιη Βασιλεία του Θεού.—1 Θεσσαλονικείς 1:10· 4:1· Εβραίους 12:2, 3· Αποκάλυψις 21:1, 3, 4.
[Υποσημειώσεις]
a Για λεπτομερειακή συζήτηση του «ανθρώπου της αμαρτίας», βλέπε την έκδοσή μας Η Χιλιετής Βασιλεία του Θεού Πλησίασε (στα Αγγλικά), σελίδες 364-397.
b Περισσότερες πληροφορίες για τα γεγονότα τα οποία οδηγούν στη «μέρα του Ιεχωβά» μπορούν να βρεθούν στη Σκοπιά της 15 Μαρτίου 1982, σελίδες 10-21
[Εικόνα στη σελίδα 14]
Ο Παύλος γράφει για την άνοδο του εκκλησιαστικού «ανθρώπου της αμαρτίας»