Η Αγία Γραφή του Γουίλιαμ Τύντεηλ για το Λαό
ΗΤΑΝ μια μέρα του Μαΐου στο έτος 1530.a Η αυλή της εκκλησίας του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο ήταν γεμάτη από ανθρώπους. Αντί να στριφογυρνούν στους πάγκους των βιβλιοπωλών και να ανταλλάσσουν τελευταία νέα και κουτσομπολιά όπως συνήθως, ο όχλος ήταν φανερά αναστατωμένος. Μια φωτιά στο κέντρο της πλατείας έκαιγε δυνατά. Δεν ήταν, όμως, μια κοινή, γιορταστική φωτιά. Μερικοί άντρες άδειαζαν μέσα σ’ αυτήν καλάθια γεμάτα βιβλία. Ναι, ήταν βιβλία αυτά που έκαιγαν!
Και όχι κοινά βιβλία. Ήταν Άγιες Γραφές—η «Καινή Διαθήκη» και η Πεντάτευχος του Γουίλιαμ Τύντεηλ—οι πρώτες που τυπώθηκαν ποτέ στα αγγλικά. Το παράξενο ήταν ότι τις Γραφές αυτές τις είχαν ρίξει στη φωτιά ύστερα από διαταγή του Επίσκοπου του Λονδίνου, Κάθμπερτ Τάνσταλ. Αυτός, στην πραγματικότητα, είχε ξοδέψει ένα σημαντικό χρηματικό ποσό για να αγοράσει όλα τα αντίτυπα που μπορούσε να βρει. Τι το κακό θα μπορούσε άραγε να υπάρχει στις Γραφές; Γιατί να τις τυπώσει ο Τύντεηλ; Και γιατί έφτασαν οι αρχές σε τέτοιες ακρότητες για να τις ξεφορτωθούν;
Αγία Γραφή—Το Κλειστό Βιβλίο
Στα περισσότερα μέρη του κόσμου σήμερα, είναι σχετικά εύκολο να αποκτήσει κανείς μια Αγία Γραφή. Αλλά δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Ακόμα και στην Αγγλία του 15ου μέχρι τις αρχές του 16ου αιώνα, θεωρούσαν την Αγία Γραφή ιδιοκτησία της εκκλησίας, βιβλίο για να το διαβάζουν αποκλειστικά στις δημόσιες λειτουργίες και να το εξηγούν μόνο οι ιερείς. Όμως κι αυτά που διαβάζονταν ήταν συνήθως από τη λατινική Αγία Γραφή, που οι κοινοί άνθρωποι δεν μπορούσαν ούτε να καταλάβουν ούτε να αγοράσουν. Έτσι, δεν ήξεραν από την Αγία Γραφή τίποτα περισσότερο από ιστορίες και ηθικά διδάγματα που τους είχε πει ο κλήρος.
Αλλά δεν ήταν μόνο ο απλός λαός που είχε άγνοια της Αγίας Γραφής. Λέγεται ότι, στη διάρκεια της βασιλείας του Εδουάρδου ΣΤ΄ (1547-1553), ένας επίσκοπος του Γκλώστερ βρήκε ότι ανάμεσα σε 311 κληρικούς οι 168 δεν μπορούσαν να επαναλάβουν τις Δέκα Εντολές και οι 31 δεν ήξεραν πού να τις βρουν μέσα στην Αγία Γραφή. Σαράντα απ’ αυτούς δεν μπορούσαν να απαγγείλουν το «Πάτερ Ημών» και 40 περίπου δεν ήξεραν ποιος ήταν αυτός που το είπε πρώτα. Είναι αλήθεια, βέβαια, ότι ο Τζων Ουίκλιφ είχε παραγάγει μια Αγία Γραφή στα αγγλικά το 1384, και ότι παραφράσεις διαφόρων κομματιών της Γραφής, όπως τα Ευαγγέλια και οι Ψαλμοί, υπήρχαν σ’ αυτή τη γλώσσα. Παρ’ όλα αυτά, η Αγία Γραφή ήταν στην πραγματικότητα ένα κλειστό βιβλίο.
Τέτοιες συνθήκες έκαναν τον Τύντεηλ να πάρει την απόφαση να κάνει την Αγία Γραφή διαθέσιμη στους αγγλόφωνους ανθρώπους. «Αντιλήφθηκα ότι ήταν αδύνατο να κάνουμε σταθερούς τους λαϊκούς σε οποιαδήποτε αλήθεια», έγραψε, «εκτός αν θέταμε μπροστά στα μάτια τους με ευκολονόητο τρόπο τη Γραφή στη μητρική τους γλώσσα».
Αλλά, μεταφράζοντας ο Τύντεηλ την Αγία Γραφή στα αγγλικά, επέσυρε την οργή των αρχών. Γιατί; Επειδή νωρίτερα, το 1408, ένα συμβούλιο κληρικών είχε συναντηθεί στην Οξφόρδη της Αγγλίας για να αποφασίσει αν θα έπρεπε να επιτρέπεται στον κοινό λαό να έχει αντίτυπα της Αγίας Γραφής στη γλώσσα του για προσωπική χρήση. Η απόφαση έλεγε σ’ ένα μέρος της: «Γι’ αυτό το λόγο, αποφασίζουμε και διατάζουμε ότι, από ’δω και στο εξής, δεν επιτρέπεται σε κανένα άτομο να μεταφράσει οποιοδήποτε μέρος της Αγίας Γραφής στα αγγλικά ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα χωρίς εξουσιοδότηση . . . με τιμωρία το μεγαλύτερο αφορισμό, μέχρις ότου εγκριθεί η εν λόγω μετάφραση ή από τον επίσκοπο της ιερής επισκοπής ή από ένα περιφερειακό συμβούλιο, ανάλογα με τις απαιτήσεις της περίπτωσης».
Περισσότερο από έναν αιώνα αργότερα, ο επίσκοπος Τάνσταλ εφάρμοσε αυτή τη διαταγή καίγοντας την Αγία Γραφή του Τύντεηλ, παρά το γεγονός ότι ο Τύντεηλ είχε ζητήσει νωρίτερα την έγκριση του Τάνσταλ.b Κατά τη γνώμη του Τάνσταλ, η μετάφραση του Τύντεηλ περιείχε 2.000 λάθη, και συνεπώς ήταν «φθοροποιά, σκανδαλώδης και παροδηγητική για τις απλές διάνοιες». Μήπως, όμως, ήταν αυτό μια πρόφαση από μέρους του επίσκοπου για να δικαιολογηθεί που έκαψε την Αγία Γραφή; Ήταν ο Τύντεηλ πράγματι ένας κακός μεταφραστής, χωρίς την απαραίτητη μόρφωση στην εβραϊκή, στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα; Πόσο καλός μεταφραστής ήταν ο Τύντεηλ;
Τύντεηλ—Ένας Κακός Μεταφραστής;
Αν και η κατανόηση της εβραϊκής και της ελληνικής γλώσσας δεν ήταν τότε όση είναι σήμερα, οι γνώσεις του Τύντεηλ γι’ αυτές τις γλώσσες ήταν ισάξιες μ’ αυτές των περισσότερων λογίων της εποχής του. Αυτό που κάνει την εργασία του Τύντεηλ να ξεχωρίζει είναι ότι δεν συμβουλεύθηκε απλώς τη λατινική Βουλγάτα και τη γερμανική μετάφραση του Λούθηρου. Ανάτρεξε στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο που πρωτοδημοσιεύτηκε το 1516 από τον Έρασμο. Επίσης, ο Τύντεηλ δεν ξέχασε τον σκοπό του: να κάνει τη Γραφή αρκετά εύκολη για να μπορεί να τη διαβάσει ο μέσος λαϊκός άνθρωπος, ακόμη και το «παιδί που οργώνει το χωράφι». Έτσι, το ύφος, όπως και η γλώσσα του, είναι απλό και καθαρό, και συγχρόνως δυνατό. Και ο ζωντανός του ρυθμός αντανακλάει αναμφίβολα τη χαρά που ένιωθε καθώς διεκπεραίωνε αυτό το καθήκον.
Επομένως, είναι αλήθεια ότι ο «Τύντεηλ ήταν ένας μεταφραστής με ασυνήθιστα οξεία κρίση. Αν και εργάστηκε σε εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, σε μια εποχή με περιορισμένες γνώσεις των βιβλικών γλωσσών, παρήγαγε μεταφράσεις που έγιναν το πρότυπο για όλους τους μετέπειτα Άγγλους μεταφραστές».—The Making of the English Bible, του Gerald Hammond, σσ. 42, 43.
Μια Ακριβής Μετάφραση
Στον τομέα της ακρίβειας, ο Τύντεηλ ήταν επίσης πολύ επιμελής. Για παράδειγμα, όταν μετάφραζε από τα εβραϊκά, προσπαθούσε να κυριολεκτεί όσο γινόταν περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα διατηρούσε ένα εύκολο, στρωτό αγγλικό ύφος. Πρόσεχε ακόμα και στην αναπαραγωγή της περιγραφικής πληρότητας που έχει η εβραϊκή γλώσσα η οποία επαναλαμβάνει συχνά τη λέξη «και» για να συνδέσει τη μια φράση με την άλλη, μέσα στην ίδια πρόταση. (Βλέπε Γένεσις κεφάλαιο 33:στη Μετάφραση του Βασιλέως Ιακώβου που διατηρεί σχεδόν ατόφια τη διατύπωση του Τύντεηλ.) Έδωσε μεγάλη προσοχή στα συμφραζόμενα και απόφυγε προσθήκες ή αφαιρέσεις από το αρχικό κείμενο, άσχετα αν οι παραφράσεις ήταν κάτι το συνηθισμένο στους περισσότερους μεταφραστές της εποχής εκείνης.
Ο Τύντεηλ διάλεγε επίσης τις λέξεις με προσοχή και ακρίβεια. Για παράδειγμα, χρησιμοποίησε τη λέξη «αγάπη» αντί της «συμπόνιας», «συνάθροιση» αντί «εκκλησία», «πρεσβύτερος» αντί για «ιερέας», όπου αυτό ήταν κατάλληλο. Αυτό εξαγρίωσε τους κριτικούς, όπως τον Σερ Τόμας Μορ, γιατί άλλαξε λέξεις που από την παράδοση θεωρούνταν αξιοσέβαστες. Όταν το αρχικό κείμενο απαιτούσε την επανάληψη μιας λέξης, ο Τύντεηλ πρόσεχε ώστε να την ξαναχρησιμοποιήσει. Για να γίνει κατανοητό αυτό: Στο Γένεσις 3:15 η μετάφρασή του αναφέρεται δυο φορές στο ‘ποδοπάτημα’ που έγινε από το σπέρμα της γυναίκας και από το φίδι.c
Ο Τύντεηλ ήταν επίσης αυτός που πρωτοεισήγαγε το προσωπικό όνομα του Θεού, Ιεχωβά, στην αγγλική Αγία Γραφή. Όπως παρατηρεί ο συγγραφέας Τ. Φ. Μόζλυ, ο Τύντεηλ το χρησιμοποίησε «περισσότερο από είκοσι φορές στις μεταφράσεις του της Παλαιάς Διαθήκης».
Ανασκοπώντας την επίδραση των προσπαθειών του Τύντεηλ που ήταν του είδους που αντέχουν στο χρόνο, η παρακάτω σύγχρονη έκθεση συνοψίζει κατάλληλα το έργο του: «Η τιμιότητα του Τύντεηλ, η ειλικρίνεια και η σχολαστικότητά του, η απλή ευθύτητα, η μαγική απλότητα στην έκφραση, η απέριττη μουσικότητά του, έχουν δώσει ένα είδος κύρους στη διατύπωσή του που έχει επιβληθεί σε όλες τις μεταγενέστερες μεταφράσεις. Τα εννέα δέκατα της Authorized New Testament (Εξουσιοδοτημένη Καινή Διαθήκη) [Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου], και μάλιστα τα καλύτερα από αυτά, είναι ακόμα της μετάφρασης του Τύντεηλ».—The Bible in Its Ancient and English Versions, σελίδα 160.
Το Έργο του Τύντεηλ δεν Ήταν Μάταιο
Για να ξεφύγει από το διωγμό των αρχών, ο Τύντεηλ κατέφυγε στην ηπειρωτική Ευρώπη για να συνεχίσει το έργο του. Αλλά τελικά τον συνέλαβαν. Αφού καταδικάστηκε σαν αιρετικός, στραγγαλίστηκε και κάηκε σ’ έναν πάσσαλο τον Οκτώβριο του 1536. Η τελευταία του προσευχή ήταν: «Κύριε, άνοιξε τα μάτια του Βασιλιά της Αγγλίας». Πραγματικά, πολύ λίγο γνώριζε πόσο σύντομα θα άλλαζε η κατάσταση. Τον Αύγουστο του 1537, λιγότερο από ένα χρόνο μετά το θάνατο του Τύντεηλ, ο Βασιλιάς Ερρίκος ο Η΄ επικύρωσε την Αγία Γραφή που είναι γενικά γνωστή σαν Βίβλος του Ματθαίου. Πρόσταξε την ελεύθερη πώληση και ανάγνωσή της μέσα στο βασίλειό του.
Τι ήταν η Βίβλος του Ματθαίου; Ο καθηγητής Φ. Φ. Μπρους εξηγεί: «Εξετάζοντάς την φαίνεται ότι είναι ουσιαστικά η Πεντάτευχος του Τύντεηλ, η μετάφραση του Τύντεηλ των ιστορικών βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι το 2 Χρονικών . . . η μετάφραση του Κάβερντεηλ της υπόλοιπης Παλαιάς Διαθήκης και των Απόκρυφων και η Καινή Διαθήκη που εξέδωσε ο Τύντεηλ το 1535». Έτσι, συνεχίζει ο συγγραφέας, «ήταν μια ολοφάνερη ενέργεια απόδοσης δικαιοσύνης . . . δηλαδή ότι η πρώτη αγγλική Αγία Γραφή που θα εκδιδόταν με βασιλική άδεια θα έπρεπε να ήταν η Αγία Γραφή του Τύντεηλ (μέχρι το σημείο που είχε προλάβει να φτάσει η μετάφραση του Τύντεηλ), αν και δεν ήταν ακόμα σκόπιμο να συνδεθεί δημόσια η Γραφή με το όνομα του Τύντεηλ».
Μετά από λίγα ακόμα χρόνια, η κατάσταση άλλαξε ολοκληρωτικά. Το 1541 εκδόθηκε και διατάχθηκε να τοποθετηθεί σε κάθε εκκλησία στην Αγγλία η μετάφραση που είναι γνωστή σαν η Μεγάλη Βίβλος—μια αναθεώρηση της Βίβλου του Ματθαίου—η οποία στην πρώτη σελίδα της περιλάμβανε αυτή τη δήλωση: «Επιβλεφθείσα και εγκριθείσα, τη εντολή τής αυτού υψηλότητος του βασιλέως, υπό των αγίων εν Θεώ αιδεσιμοτάτων πατέρων Κάθμπερτ, επισκόπου Ντάρχαμ, και Νικολάου, επισκόπου Ρότσεστερ». Ναι, αυτός ο ‘επίσκοπος Ντάρχαμ’ δεν ήταν κανείς άλλος από τον Κάθμπερτ Τάνσταλ, πρώην επίσκοπο του Λονδίνου. Αυτός που είχε εναντιωθεί αδυσώπητα στο έργο του Τύντεηλ έδινε τώρα την έγκρισή του για την κυκλοφορία της Μεγάλης Βίβλου, ένα έργο που ήταν ουσιαστικά το ίδιο μ’ αυτό του Τύντεηλ.
Τελική Αναγνώριση
Μπορεί να μας εκπλήσσει σήμερα που διαβάζουμε για τόσο μεγάλες διαμάχες γύρω από την Αγία Γραφή και για το μίσος προς τους μεταφραστές της. Αλλά, ίσως είναι πιο αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, παρά τις προσπάθειές τους, οι πολέμιοι στάθηκαν ανίκανοι να εμποδίσουν τον Λόγο του Θεού από το να φτάσει στον απλό λαό. «Ο χόρτος εξηράνθη, το άνθος εμαράνθη», είπε ο προφήτης Ησαΐας, «ο λόγος όμως του Θεού ημών μένει εις τον αιώνα».—Ησαΐας 40:8.
Ο Τύντεηλ, όπως και άλλοι, εργάστηκαν με τη σκιά του θανάτου να περιφέρεται απειλητικά πάνω από τα κεφάλια τους. Όμως, με το να καταστήσουν διαθέσιμη σε πολλούς ανθρώπους την Αγία Γραφή στην εθνική τους γλώσσα, άνοιξαν μπροστά σ’ αυτούς την προοπτική, όχι του θανάτου, αλλά της αιώνιας ζωής. Όπως είπε ο Ιησούς Χριστός: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν». (Ιωάννης 17:3) Είθε, λοιπόν, να αγαπούμε και να μελετάμε επιμελώς τον Λόγο του Θεού.
[Υποσημειώσεις]
a Παρόμοια γεγονότα μ’ αυτά που περιγράφονται εδώ είχαν συμβεί το 1526, καθώς και άλλες φορές.
b Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τη ζωή και το έργο του Τύντεηλ, δείτε τη Σκοπιά της 1ης Μαΐου 1982, σελίδες 10-14.
c Πολλοί σύγχρονοι μεταφραστές δεν προσέχουν σ’ αυτό το εδάφιο την επανάληψη του εβραϊκού ρήματος που έχει την έννοια της ανταπόδοσης. Έτσι αντί για ‘χτυπήσει . . . χτυπήσει’ (Μετάφραση Νέου Κόσμου· Revised Standard Version), χρησιμοποιούν τη φράση ‘συντρίψει . . . χτυπήσει’ (The Jerusalem Bible· New International Version), ‘συντρίψει . . . δαγκώσει’ (Today’s English Version), ‘ποδοπατήσει . . . χτυπήσει’ (Lamsa), ή ‘συντρίψει . . . στήσει ενέδρα’ (Knox).
[Ευχαριστία για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 21]
Από μια παλιά γκραβούρα στη Bibliotheque Nationale