Ο Ιεχωβά με Έχει Φροντίσει με τον Καλύτερο Τρόπο
ΤΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ που μπορώ να πω είναι ότι άρχισα να υπηρετώ τον Ιεχωβά με έναν ασυνήθιστο τρόπο. Μεγάλωσα σε μια όμορφη αγροτική περιοχή που βρίσκεται στο βόρειο άκρο της Νέας Ζηλανδίας, η οποία κατοικείται κυρίως από Μαορί, όπως είμαι και εγώ. Κάποια μέρα, ενώ πήγαινα κάπου με το άλογο, με πλησίασε στο δρόμο ο ξάδελφός μου, ο Μπεν. Αυτό συνέβη το φθινόπωρο (στο Νότιο Ημισφαίριο, άνοιξη στο Βόρειο Ημισφαίριο) του 1942. Ήμουν 27 χρονών και ενεργό μέλος της Εκκλησίας της Αγγλίας.
Επί πολλά χρόνια ο Μπεν διάβαζε τα βιβλία του Δικαστή Ρόδερφορντ, τότε προέδρου της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, και τώρα είχε λάβει ένα γράμμα από το κεντρικό γραφείο της Εταιρίας Σκοπιά στη Νέα Ζηλανδία που του ζητούσε να προσκαλέσει τους ντόπιους σε κάποιο μέρος όπου θα μπορούσαν να γιορτάσουν όλοι μαζί το Δείπνο του Κυρίου. Επιπλέον, ο Μπεν έπρεπε να βρει κάποιον να τελέσει τη γιορτή. Ο Μπεν, αφού σήκωσε το κεφάλι του και με κοίταξε, είπε: «Εσύ είσαι αυτός». Νιώθοντας υπερήφανος που θεώρησε ότι είχα τα προσόντα—και αφού μεταλάβαινα στην εκκλησία—συμφώνησα.
Το συγκεκριμένο βράδυ, περίπου 40 άτομα συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Μπεν για τον εορτασμό του θανάτου του Κυρίου μας, και ούτε ένας από αυτούς δεν ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Μόλις έφτασα ο ξάδελφός μου μού έδωσε το σχέδιο της ομιλίας. Παρέλειψα τον προτεινόμενο ύμνο, και ζήτησα από το γαμπρό του Μπεν να αρχίσει με μια προσευχή. Κατόπιν συνέχισα και παρουσίασα την ύλη που υπήρχε στο σχέδιο, η οποία αποτελούνταν από μια σειρά ερωτήσεων μαζί με τις απαντήσεις τους οι οποίες βασίζονταν στις Γραφές. Ένας τοπικός ιερέας που ήταν παρών διέκοπτε φέρνοντας αντιρρήσεις, αλλά δίνονταν απαντήσεις σε αυτές καθώς διάβαζα τις παραπομπές Γραφικών εδαφίων που υπήρχαν στο σχέδιο.
Θυμάμαι πως μια από τις ερωτήσεις που υπήρχαν στο σχέδιο είχε σχέση με το πότε μέσα στο έτος έπρεπε να γιορτάζεται αυτό το γεγονός. Πόσο ικανοποιήθηκαν όλοι οι παρόντες όταν κοίταξαν έξω από το παράθυρο και είδαν την πανσέληνο. Ήταν φανερό ότι η ημερομηνία ήταν η 14η Νισάν.
Τι βραδιά ήταν εκείνη! Η γιορτή μας διήρκεσε τέσσερις ώρες! Εγέρθηκαν πολλές ερωτήσεις οι οποίες απαντήθηκαν από τα Γραφικά εδάφια που υπήρχαν στο σχέδιο της Εταιρίας. Αναπολώντας το παρελθόν, ξέρω ότι δεν θα τα είχα βγάλει πέρα με αυτή την κατάσταση χωρίς τη στοργική φροντίδα του Ιεχωβά—μολονότι εκείνον τον καιρό δεν ήμουν αφιερωμένος Μάρτυράς του. Εντούτοις, εκείνο το βράδυ της Ανάμνησης το 1942, ανακάλυψα το σκοπό μου στη ζωή.
Τα Πρώτα Χρόνια της Ζωής Μου
Γεννήθηκα το 1914. Ο πατέρας μου είχε πεθάνει περίπου τέσσερις μήνες πριν από τη γέννησή μου, και θυμάμαι ότι όταν ήμουν μικρός ζήλευα τα άλλα παιδιά που είχαν κάποιον πατέρα να τα αγαπάει. Αυτό μου έλειψε πάρα πολύ. Για τη μητέρα μου η ζωή χωρίς σύζυγο ήταν ένας σκληρός αγώνας, ο οποίος γινόταν πιο δύσκολος από τις δυσμενέστατες συνέπειες του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
Όταν ήμουν νεαρός, παντρεύτηκα μια νέα κοπέλα, την Άγκνες Κόουπ, και αυτή είναι σύντροφός μου επί 58 και πλέον χρόνια. Στην αρχή αγωνιστήκαμε μαζί για να πετύχουμε στη ζωή. Απέτυχα ως γεωργός εξαιτίας μιας μεγάλης ξηρασίας. Βρήκα κάποια ανακούφιση στα σπορ αλλά, μέχρι την εμπειρία της Ανάμνησης το 1942, δεν είχα πραγματικό σκοπό στη ζωή.
Μαρτυρία σε Συγγενείς
Ύστερα από εκείνη την Ανάμνηση, μελέτησα την Αγία Γραφή σοβαρά, εξετάζοντας με μερικά από τα ξαδέλφια μου τα Γραφικά έντυπα που εκδίδονταν από την Εταιρία Σκοπιά. Το Σεπτέμβριο του 1943 μερικοί Μάρτυρες του Ιεχωβά από κάποια άλλη περιοχή ήρθαν να επισκεφτούν την απομονωμένη κοινότητά μας. Είχαμε μια ζωηρή, τετράωρη συζήτηση. Κατόπιν, μόλις έμαθα ότι θα έφευγαν το επόμενο πρωί, ρώτησα: «Τι με εμποδίζει να βαφτιστώ τώρα;» Δυο από τα ξαδέλφια μου και εγώ βαφτιστήκαμε στο νερό στη μιάμιση το πρωί.
Έπειτα, έκανα πολλά ταξίδια για να δώσω μαρτυρία στους συγγενείς μου. Μερικοί ήταν δεκτικοί, και για αυτούς βάσιζα τις συζητήσεις μου στο 24ο κεφάλαιο του Ματθαίου. Άλλοι δεν ήταν δεκτικοί, και σε αυτές τις περιπτώσεις χρησιμοποιούσα τα λόγια που είπε ο Ιησούς στους Φαρισαίους, τα οποία είναι καταγραμμένα στο 23ο κεφάλαιο του Ματθαίου. Με τον καιρό, όμως, έμαθα να είμαι πιο διακριτικός, μιμούμενος τον καλό και στοργικό ουράνιο Πατέρα.—Ματθαίος 5:43-45.
Στην αρχή η σύζυγός μου εναντιώθηκε στην επιθυμία μου να υπηρετώ τον Ιεχωβά. Ωστόσο, σύντομα ενώθηκε μαζί μου, και το Δεκέμβριο του 1943 έγινε αφιερωμένη, βαφτισμένη συνεργάτριά μου. Εκείνη την αξέχαστη μέρα ενώθηκαν μαζί της στο βάφτισμα άλλα πέντε άτομα από το χωριό μας, τη Γουάιμα, ανεβάζοντας το σύνολο των ευαγγελιζομένων της Βασιλείας σε εκείνη την περιοχή σε εννιά άτομα.
Ευλογίες Παρά την Εναντίωση
Στη διάρκεια του 1944 μας επισκέφτηκαν ξανά αδελφοί από κάποια άλλη περιοχή, και αυτή τη φορά μάς έδωσαν την αναγκαία εκπαίδευση για την επίσημη διακονία από σπίτι σε σπίτι. Καθώς η παρουσία μας στην κοινότητα γινόταν ολοένα και πιο εμφανής, η εναντίωση από τους εκπροσώπους του Χριστιανικού κόσμου κλιμακωνόταν. (Ιωάννης 15:20) Ερχόμασταν επανειλημμένα αντιμέτωποι με τους ντόπιους ιερείς, πράγμα που κατέληγε σε εκτενείς δογματικές συζητήσεις. Αλλά ο Ιεχωβά έδωσε τη νίκη, και άλλα μέλη της κοινότητας, περιλαμβανομένης της αδελφής μου, ήρθαν κάτω από τη στοργική φροντίδα του Ιεχωβά.
Μια εκκλησία σχηματίστηκε στη Γουάιμα τον Ιούνιο του 1944. Ο θρησκευτικός διωγμός και το μίσος αύξαναν. Αρνούνταν να θάψουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στο τοπικό νεκροταφείο. Κατά καιρούς η εναντίωση γινόταν βίαιη. Σε ορισμένες περιπτώσεις δεχτήκαμε σωματική επίθεση. Το αυτοκίνητό μου και το γκαράζ στο οποίο στεγαζόταν κάηκαν ολοσχερώς. Παρ’ όλα αυτά, με την ευλογία του Ιεχωβά, μπορέσαμε να αγοράσουμε ένα φορτηγό σε λιγότερο από τρεις μήνες. Και χρησιμοποιούσα ένα κάρο με άλογα για να μεταφέρω στις συναθροίσεις την οικογένειά μου η οποία μεγάλωνε.
Ο αυξανόμενος αριθμός των μελών έδειχνε ότι υπήρχε επείγουσα ανάγκη να βρεθεί μεγαλύτερος χώρος για τις συναθροίσεις, έτσι αποφασίσαμε να οικοδομήσουμε μια Αίθουσα Βασιλείας στη Γουάιμα. Αυτή ήταν η πρώτη Αίθουσα Βασιλείας που κατασκευάστηκε στη Νέα Ζηλανδία. Τέσσερις μήνες αφότου είχαν κοπεί τα πρώτα δέντρα την 1η Δεκεμβρίου 1949, διεξάχτηκε μια συνέλευση η οποία συνδυάστηκε με την αφιέρωση στην καινούρια αίθουσα που είχε θέσεις για 260 άτομα. Εκείνον τον καιρό αυτό ήταν μεγάλο κατόρθωμα, το οποίο είχε επιτευχτεί με τη βοήθεια του Ιεχωβά.
Επιπρόσθετες Αποδείξεις της Φροντίδας του Ιεχωβά
Εφόσον ο αριθμός των διαγγελέων της Βασιλείας στο βορειότερο τμήμα της Νέας Ζηλανδίας συνέχιζε να αυξάνει, οι περιοδεύοντες επίσκοποι που μας επισκέπτονταν μας ενθάρρυναν να υπηρετήσουμε εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Ανταποκρίθηκα, και το 1956 μετακόμισα με την οικογένειά μου στο Πουκεκόχε, νότια του Όκλαντ. Υπηρετήσαμε εκεί επί 13 χρόνια.—Παράβαλε Πράξεις 16:9.
Δυο παραδείγματα της φροντίδας του Ιεχωβά στη διάρκεια εκείνης της περιόδου έχουν μείνει χαραγμένα στη μνήμη μου. Ενώ είχα προσληφτεί από το συμβούλιο της κομητείας ως οδηγός φορτηγού και χειριστής μηχανήματος, προσκλήθηκα να παρακολουθήσω τη σειρά μαθημάτων της Σχολής Διακονίας της Βασιλείας, η οποία θα διαρκούσε τέσσερις εβδομάδες, στο γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στο Όκλαντ. Ζήτησα άδεια τεσσάρων εβδομάδων για αυτόν το σκοπό, και ο αρχιμηχανικός είπε: «Ασφαλώς. Μακάρι και άλλοι άνθρωποι να ήταν σαν και εσένα. Όταν επιστρέψεις, έλα να με δεις στο γραφείο μου». Όταν τελικά επισκέφτηκα το γραφείο του, πήρα το μισθό για τις τέσσερις εβδομάδες που έλειπα. Έτσι, καλύφτηκαν οι υλικές ανάγκες της οικογένειάς μου.—Ματθαίος 6:33.
Αυτό ήταν το πρώτο παράδειγμα. Το δεύτερο έλαβε χώρα αφότου η σύζυγός μου και εγώ αρχίσαμε να υπηρετούμε ως τακτικοί σκαπανείς το 1968. Ξανά, βασιστήκαμε στον Ιεχωβά για υποστήριξη, και εκείνος μας αντάμειψε. Ένα πρωί μετά το πρόγευμα, η σύζυγός μου άνοιξε την πόρτα του ψυγείου και δεν βρήκε μέσα τίποτα εκτός από ένα τέταρτο του κιλού βούτυρο. «Σαρν», είπε, «δεν έμεινε τίποτα για να φάμε. Θα βγούμε και σήμερα στην υπηρεσία;» Η απάντησή μου; «Ναι!»
Στην πρώτη πόρτα που χτυπήσαμε, ο οικοδεσπότης δέχτηκε τα έντυπα που του προσφέραμε και με καλοσύνη μάς έδωσε πολλά αβγά ως προσφορά. Το δεύτερο άτομο που επισκεφτήκαμε μας έδωσε ως δώρο μερικά λαχανικά—κούμαρας (γλυκοπατάτες), κουνουπίδι και καρότα. Εκείνη τη μέρα επιστρέψαμε στο σπίτι με μερικά ακόμα τρόφιμα, όπως κρέας και βούτυρο. Πόσο αληθινά ήταν στην περίπτωσή μας τα λόγια του Ιησού: «Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι δεν σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο Πατήρ σας ο ουράνιος τρέφει αυτά· σεις δεν είσθε πολύ ανώτεροι αυτών;»—Ματθαίος 6:26.
Ένας Διορισμός στο Εξωτερικό
Η Ραροτόνγκα στα Νησιά Κουκ! Αυτός ήταν ο διορισμός που λάβαμε ως ειδικοί σκαπανείς το 1970. Θα γινόταν σπίτι μας για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Η πρώτη πρόκληση εδώ ήταν η εκμάθηση μιας καινούριας γλώσσας. Ωστόσο, λόγω των ομοιοτήτων που υπάρχουν ανάμεσα στη γλώσσα μαορί της Νέας Ζηλανδίας και στη μαορί των Νησιών Κουκ, μπόρεσα να κάνω την πρώτη μου δημόσια ομιλία πέντε εβδομάδες μετά την άφιξή μου.
Στα Νησιά Κουκ, υπήρχαν λίγοι ευαγγελιζόμενοι της Βασιλείας, και δεν είχαμε κάποιο μέρος για να συναθροιστούμε. Ξανά, σε απάντηση στις προσευχές, ο Ιεχωβά φρόντισε για τις ανάγκες μας. Μια τυχαία συζήτηση με κάποιον καταστηματάρχη είχε ως αποτέλεσμα να νοικιάσουμε κατάλληλη γη, και μέσα σε ένα χρόνο είχαμε ένα μικρό σπίτι και μια Αίθουσα Βασιλείας με 140 καθίσματα. Από τότε και στο εξής η μια ευλογία ακολουθούσε την άλλη, προς αίνο του Ιεχωβά.
Εκτιμήσαμε ιδιαίτερα τη φιλοξενία που έδειξαν οι κάτοικοι του νησιού σε εμάς. Συχνά, ενώ ήμασταν στη διακονία, μας πρόσφεραν δροσιστικά ποτά—τα οποία ήταν πολύ ευπρόσδεκτα στο ζεστό και υγρό κλίμα. Συχνά, όταν φτάναμε στο σπίτι βρίσκαμε μπανάνες, παπάγιες, μάνγκο και πορτοκάλια, που τα είχαν αφήσει ανώνυμα στο κατώφλι του σπιτιού μας.
Το 1971 η σύζυγός μου και εγώ, μαζί με άλλους τρεις ευαγγελιζομένους από τη Ραροτόνγκα, πήγαμε στο νησί Αϊτουτάκι, το οποίο φημίζεται για την όμορφη λιμνοθάλασσά του. Ανάμεσα στους φιλόξενους κατοίκους βρήκαμε άτομα που αγαπούν το Λόγο του Θεού και αρχίσαμε τέσσερις οικιακές Γραφικές μελέτες, τις οποίες συνεχίσαμε μέσω αλληλογραφίας όταν επιστρέψαμε στη Ραροτόνγκα. Με τον καιρό εκείνοι οι σπουδαστές στο Αϊτουτάκι βαφτίστηκαν, και σχηματίστηκε μια εκκλησία. Το 1978 κατασκευάστηκε εκεί η δεύτερη Αίθουσα Βασιλείας των Νησιών Κουκ. Ο Ιεχωβά συνέχιζε να φέρνει την αύξηση ανταποκρινόμενος στο δικό μας φύτεμα και πότισμα.—1 Κορινθίους 3:6, 7.
Είχα το προνόμιο να επισκεφτώ δέκα νησιά στο συγκρότημα των Νησιών Κουκ, συχνά κάτω από δύσκολες καταστάσεις. Για να πάει κανείς με το πλοίο στο Ατιού, το οποίο βρισκόταν 180 χιλιόμετρα μακριά, χρειαζόταν πάνω από έξι μέρες εξαιτίας των δυνατών ανέμων και της θαλασσοταραχής. (Παράβαλε 2 Κορινθίους 11:26). Παρ’ όλο που οι προμήθειες τροφίμων ήταν περιορισμένες και πολλά άτομα γύρω μου είχαν πάθει ναυτία, εγώ ήμουν ευγνώμων για τη φροντίδα του Ιεχωβά που είχε ως αποτέλεσμα να φτάσω σώος στον προορισμό μου.
Το 1974 αρνήθηκαν να μας δώσουν άδεια παραμονής στα Νησιά Κουκ και έτσι έπρεπε να επιστρέψουμε στη Νέα Ζηλανδία. Μέχρι εκείνον τον καιρό υπήρχαν τρεις εκκλησίες στα νησιά.
Επιπρόσθετα Προνόμια Υπηρεσίας—Και μια Δοκιμασία
Πίσω στη Νέα Ζηλανδία, ανοίχτηκαν νέες πόρτες ευκαιριών. (1 Κορινθίους 16:9, ΜΝΚ) Η Εταιρία χρειαζόταν κάποιον ο οποίος θα μπορούσε να μεταφράζει τη Σκοπιά και άλλα Βιβλικά έντυπα στη μαορί των Νησιών Κουκ. Αυτό το προνόμιο δόθηκε σε εμένα, και εξακολουθώ να το έχω μέχρι σήμερα. Κατόπιν είχα το προνόμιο να κάνω τακτικές επανεπισκέψεις στους αδελφούς μου στα Νησιά Κουκ, πρώτα ως επίσκοπος περιοχής και κατόπιν ως αναπληρωτής επίσκοπος περιφερείας.
Σε μια από εκείνες τις επισκέψεις, ο αδελφός Άλεξ Νάπα, ειδικός σκαπανέας από τη Ραροτόνγκα, ήρθε μαζί μου σε ένα 23ήμερο ταξίδι στον ωκεανό στα νησιά Μαναχίκι, Ρακαχάνγκα και Πένρυν—τα οποία είναι από τα βορειότερα των Νησιών Κουκ. Σε κάθε νησί, ο Ιεχωβά υποκίνησε τις καρδιές των φιλόξενων ντόπιων να μας παράσχουν κατάλυμα και να δεχτούν πολλά Βιβλικά έντυπα. (Παράβαλε Πράξεις 16:15). Σε αυτά τα νησιά, τα μαργαριτοφόρα όστρακα αφθονούν, και σε πολλές περιπτώσεις οι άνθρωποι πρόσφεραν μαργαριτάρια ως συνεισφορά για τα έξοδα του παγκόσμιου έργου κηρύγματος. Έτσι, καθώς εμείς δίναμε πνευματικά μαργαριτάρια, λαβαίναμε μερικά κατά γράμμα μαργαριτάρια.—Παράβαλε Ματθαίος 13:45, 46.
Πόσο όμορφο είναι αυτό το απομονωμένο μέρος του κόσμου! Φανταστείτε τεράστιους καρχαρίες να κολυμπούν ήσυχα μαζί με παιδιά σε μια λιμνοθάλασσα! Τι υπέροχο θέαμα παρουσίαζε ο νυχτερινός ουρανός! Πόσο αληθινά είναι τα λόγια του ψαλμωδού: ‘Η μια μέρα μετά την άλλη κάνει να πηγάζει ομιλία και η μια νύχτα μετά την άλλη φανερώνει γνώση’.—Ψαλμός 19:2, ΜΝΚ.
Κατόπιν, πριν από εννιά χρόνια, παρουσιάστηκε μια πραγματική δοκιμασία ακεραιότητας. Η σύζυγός μου μπήκε στο νοσοκομείο με εγκεφαλική αιμορραγία. Χρειαζόταν εγχείρηση, αλλά ο γιατρός δεν συμφωνούσε να την κάνει χωρίς να χρησιμοποιήσει αίμα. Η συνείδηση της συζύγου μου και η δική μου δεν συμφωνούσαν με μια διαδικασία που θα παραβίαζε το νόμο του Θεού. Αλλά η συνείδηση του χειρουργού τού υπαγόρευε ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει κάθε δυνατό μέσο, περιλαμβανομένου και του αίματος, για να σώσει μια ζωή.
Η υγεία της συζύγου μου χειροτέρευε, και την έβαλαν στο θάλαμο εντατικής παρακολούθησης, όπου επιτρέπονταν μόνο λίγες επισκέψεις. Άρχισε να χάνει την ακοή της εξαιτίας της πίεσης στα τύμπανα των αφτιών της. Η κατάσταση ήταν κρίσιμη. Ύστερα από μια επίσκεψη ένας γιατρός με ακολούθησε στο αυτοκίνητό μου, επιμένοντας ότι η μόνη ελπίδα της συζύγου μου ήταν η εγχείρηση με χρήση αίματος και με παρακαλούσε να δώσω τη συγκατάθεσή μου. Παρ’ όλα αυτά, η σύζυγός μου και εγώ εμπιστευτήκαμε στον Ιεχωβά—ακόμα και αν η υπακοή στο νόμο του κατέληγε στο να χάσουμε μερικά χρόνια από την τωρινή ζωή.
Ξαφνικά, σημειώθηκε αξιοσημείωτη βελτίωση στην κατάσταση της συζύγου μου. Μια μέρα πήγα και τη βρήκα καθισμένη στο κρεβάτι να διαβάζει. Τις επόμενες μέρες άρχισε να δίνει μαρτυρία στους ασθενείς και στο νοσηλευτικό προσωπικό. Τότε με κάλεσαν στο γραφείο του χειρουργού. «Κύριε Γουαρεράου», είπε, «είστε πράγματι τυχερός άνθρωπος! Πιστεύουμε ότι το πρόβλημα της γυναίκας σας έχει θεραπευτεί». Απροσδόκητα, η πίεση του αίματός της είχε σταθεροποιηθεί. Η σύζυγός μου και εγώ ευχαριστήσαμε μαζί τον Ιεχωβά και ανανεώσαμε την απόφασή μας να κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε στην υπηρεσία του.
Τώρα έχω διοριστεί ξανά στα Νησιά Κουκ και υπηρετώ για άλλη μια φορά στη Ραροτόνγκα. Τι ευλογητό προνόμιο! Καθώς αναπολούμε το παρελθόν, η σύζυγός μου και εγώ είμαστε ευγνώμονες για τη φροντίδα του Ιεχωβά στις σχεδόν πέντε δεκαετίες που βρισκόμαστε στην υπηρεσία του. Από υλική άποψη, δεν μείναμε ποτέ χωρίς τα αναγκαία για τη ζωή. Από πνευματική άποψη, οι ευλογίες είναι πάρα πολλές για να τις αφηγηθώ. Μια αξιοσημείωτη ευλογία είναι ο αριθμός των σαρκικών μου συγγενών οι οποίοι έχουν ασπαστεί την αλήθεια. Μπορώ να μετρήσω περισσότερους από 200 οι οποίοι είναι τώρα βαφτισμένοι Μάρτυρες του Ιεχωβά, περιλαμβανομένων 65 άμεσων απογόνων μου. Ένας εγγονός μου είναι μέλος της οικογένειας Μπέθελ της Νέας Ζηλανδίας, ενώ μια από τις κόρες μου μαζί με το σύζυγό της και τους δυο γιους της συμμετέχουν σε οικοδομικά έργα που γίνονται σε διάφορα τμήματα.—3 Ιωάννου 4.
Καθώς αποβλέπω στο μέλλον, θεωρώ πολύτιμη την προοπτική να ζήσω σε έναν παράδεισο όπου, σε παγκόσμια κλίμακα, η ομορφιά θα ξεπερνάει ακόμα και αυτήν της πανέμορφης πράσινης κοιλάδας στην οποία γεννήθηκα. Τι προνόμιο θα είναι τότε να καλωσορίσω τη μητέρα και τον πατέρα μου στην ανάσταση και να τους πληροφορήσω για το λύτρο, τη Βασιλεία και όλες τις άλλες αποδείξεις της φροντίδας του Ιεχωβά.
Η απόφασή μου, η οποία ενισχύεται από τη γνώση ότι ο Θεός με φροντίζει, είναι παρόμοια με του ψαλμωδού που δήλωσε στο εδάφιο Ψαλμός 104:33: ‘Θέλω ψάλλει εις τον Ιεχωβά ενόσω ζω· θέλω ψαλμωδεί εις τον Θεόν μου ενόσω υπάρχω’.—Όπως το αφηγήθηκε ο Σαρν Γουαρεράου.
[Εικόνα στη σελίδα 28]
Η πρώτη Αίθουσα Βασιλείας που χτίστηκε στη Νέα Ζηλανδία, 1950