Με Στήριξε ο Θεός που Δεν Μπορεί να Πει Ψέματα
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Η ΜΑΙΡΗ ΓΟΥΙΛΙΣ
Η επίδραση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης είχε γίνει αισθητή στην ενδοχώρα της Δυτικής Αυστραλίας το 1932. Εκείνο το έτος, όταν ήμουν μόλις 19 ετών, η Έλεν Ντέιβις και εγώ λάβαμε διορισμό να κηρύξουμε σε μια έκταση 100.000 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων. Αφετηρία μας επρόκειτο να είναι η μικρή κωμόπολη Ουιλούνα, που βρισκόταν περίπου 950 χιλιόμετρα βορειοανατολικά από το σπίτι μας στο Περθ, την πρωτεύουσα της Δυτικής Αυστραλίας.
ΚΑΘΩΣ ταξιδεύαμε προς τα εκεί, η Έλεν και εγώ βρεθήκαμε στο βαγόνι του προσωπικού ενός φορτηγού τρένου, μαζί με το φιλικό υπεύθυνο της αμαξοστοιχίας. Κάθε φορά που το τρένο έκανε σταθμό κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής, ο υπεύθυνος είχε την καλοσύνη να μας λέει πόσο θα μέναμε εκεί. Έτσι, είχαμε την ευκαιρία να κατεβαίνουμε και να δίνουμε μαρτυρία στους ανθρώπους που ζούσαν σε εκείνους τους απομονωμένους σιδηροδρομικούς οικισμούς. Τελικά, φτάσαμε στην κωμόπολη Ουιλούνα, όπου έμεναν κυρίως εργάτες από τα ορυχεία, ενώ μαινόταν μια ανεμοθύελλα που σήκωνε πολλή σκόνη.
Όμως, ο σιδηροδρομικός σταθμός της Ουιλούνα απείχε σχεδόν τρία χιλιόμετρα από το κέντρο της κωμόπολης. Καμιά από τις δυο μας δεν ήταν πολύ εύρωστη, και ωστόσο έπρεπε να μεταφέρουμε τρία βαριά κιβώτια με έντυπα καθώς και δύο βαλίτσες. Τι θα κάναμε; Κρεμάσαμε ένα από τα κιβώτια στη μέση μιας ράβδου, και πιάσαμε η καθεμιά μας από μία άκρη. Με τον τρόπο αυτόν, μεταφέραμε ένα-ένα τα κιβώτια. Χρειάστηκε να κάνουμε εφτά διαδρομές προκειμένου να κουβαλήσουμε τα τρία κιβώτια και τις βαλίτσες μας στην απόσταση των τριών χιλιομέτρων μέχρι την κωμόπολη. Κάθε τόσο σταματούσαμε για να ξεκουραστούμε, επειδή τα χέρια μας πονούσαν πολύ.
Παρά τη σκόνη, τα πονεμένα χέρια και τα κουρασμένα πόδια, απολαύσαμε εκείνη την πρόκληση που ήταν συνάμα και περιπέτεια. Και οι δυο μας νιώθαμε ότι ο Ιεχωβά ήταν μαζί μας, ότι μας στήριζε για να αντεπεξέλθουμε σε εκείνη την απότομη εξοικείωση με το κήρυγμα σε απόμερους τομείς. Εκτός αυτού, είδαμε σύντομα ότι αυτός ευλογούσε το έργο μας, επειδή οι προσπάθειες που καταβάλαμε στη διάρκεια εκείνου του ταξιδιού είχαν ως αποτέλεσμα να ενστερνιστεί τη Γραφική αλήθεια ο νεαρός Μπομπ Χορν. Χαιρόμαστε που ο Μπομπ μπόρεσε να διαθέσει μερικά χρόνια στην υπηρεσία Μπέθελ και που εξακολούθησε να υπηρετεί τον Ιεχωβά πιστά επί 50 σχεδόν χρόνια μέχρι το θάνατό του το 1982.
Ξεκινώντας από την Ουιλούνα, επισκεφτήκαμε τους οικισμούς που συναντούσαμε στο ταξίδι μας, κατά το οποίο καλύψαμε 725 και πλέον χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουμε στην παράκτια κωμόπολη Τζέραλντον. Από εκεί επιστρέψαμε στο Περθ. Μερικές φορές, περνούσαμε τη νύχτα στις γυμνές αίθουσες αναμονής των σιδηροδρομικών σταθμών και μια φορά μάλιστα διανυκτερεύσαμε πάνω σε μια στοιβάδα άχυρα, δίπλα στις σιδηροδρομικές γραμμές.
Κουβαλούσαμε μαζί μας μια μαξιλαροθήκη γεμάτη σπιτίσια σταρένια κουλουράκια. Αυτά αποτελούσαν την κύρια διατροφή μας για το πρώτο ήμισυ του ταξιδιού μας. Κατά καιρούς, δουλεύαμε για το φαγητό μας πλένοντας πιάτα ή τρίβοντας πατώματα σε πανσιόν και λαϊκά εστιατόρια. Άλλες φορές εργαζόμασταν στον καυτό ήλιο μαζεύοντας μπιζέλια ή φασόλια. Οι συνεισφορές που έδιναν οι ενδιαφερόμενοι οι οποίοι έπαιρναν Βιβλικά έντυπα συνέβαλλαν στην κάλυψη των εξόδων μας.
Κάτι που μου έδινε τη δύναμη να διατηρώ την πίστη μου στον Ιεχωβά και να αντεπεξέρχομαι χαρούμενα στις πολλές δύσκολες καταστάσεις που αντιμετώπισα εκείνον τον καιρό ήταν το παράδειγμα της μητέρας μου και η εκπαίδευση που μου είχε δώσει στα πρώτα χρόνια της ζωής μου.
Μια Χριστιανική Κληρονομιά
Η μητέρα μου είχε ισχυρή πίστη στον Δημιουργό και, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, μιλούσε σε εμάς τα παιδιά για αυτόν. Εντούτοις, η πίστη της δοκιμάστηκε σκληρά από το θάνατο του εφτάχρονου αδελφού μας ο οποίος πέθανε σε ένα τραγικό δυστύχημα που έγινε στο σχολείο. Ωστόσο, αντί να αναπτύξει αισθήματα πικρίας απέναντι στον Θεό, η μητέρα άρχισε να μελετάει με ζήλο την Αγία Γραφή. Ήθελε, αν μπορούσε, να μάθει το λόγο για τον οποίο συνέβαιναν τέτοιες τραγωδίες. Η έρευνα που έκανε για να ανακαλύψει τη Γραφική αλήθεια ανταμείφτηκε, και η μαμά συμβόλισε την αφιέρωσή της στον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, μέσω βαφτίσματος, στις αρχές της δεκαετίας του 1920.
Από τότε και έπειτα, στις συζητήσεις που έκανε μαζί μας, τόνιζε πόσο βέβαιες είναι οι υποσχέσεις του Θεού. Μας παρότρυνε να έχουμε πάντοτε κατά νου πως, ό,τι και αν συμβεί, ‘ο Θεός δεν μπορεί να πει ψέματα’. (Τίτο 1:2) Ως αποτέλεσμα, η αδελφή μου και εγώ καθώς και δυο από τους αδελφούς μας, μαζί με τις οικογένειές μας και τα εγγόνια μας, είμαστε σήμερα υμνητές του Ιεχωβά Θεού. Δυο από τους ανιψιούς μου, ο Άλαν και ο Πολ Μέισον, υπηρετούν ως περιοδεύοντες επίσκοποι.
Είχα από Νωρίς την Επιθυμία να Κηρύττω
Δεν ήμουν καλή μαθήτρια και σταμάτησα το σχολείο το 1926, όταν ήμουν 13 ετών. Παρ’ όλα αυτά, είχα αναπτύξει την ισχυρή επιθυμία να μεταδίδω σε άλλους όσα είχα μάθει από την Αγία Γραφή. Ο πατέρας νόμιζε ότι δεν ήμουν αρκετά μορφωμένη για να μπορέσω να βοηθήσω κάποιον, αλλά η μαμά έλεγε: «Έστω και αν το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να μιλάει στους ανθρώπους για τον επικείμενο πόλεμο του Αρμαγεδδώνα και για το ότι οι πράοι θα κληρονομήσουν τη γη, θα διαφημίζεται η Βασιλεία του Θεού». Έτσι, άρχισα να ενασχολούμαι στο κήρυγμα από πόρτα σε πόρτα στα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου, μολονότι δεν βαφτίστηκα παρά το 1930. Λίγο αργότερα, άρχισα το ολοχρόνιο ευαγγελιστικό έργο στην περιοχή γύρω από το Περθ.
Το επόμενο έτος, το 1931, αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε το καινούριο μας όνομα, Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ωστόσο, πολλοί οικοδεσπότες δεν ήθελαν να χρησιμοποιούμε το ιερό όνομα του Θεού και αντιδρούσαν απότομα. Εγώ, όμως, εξακολουθούσα να ενασχολούμαι στη διακονία παρά τις όχι και τόσο ευχάριστες αντιπαραθέσεις. Ήμουν πεπεισμένη ότι ο Θεός δεν λέει ψέματα όταν υπόσχεται ότι οι υπηρέτες του μπορούν να ‘εξαρτώνται από την ισχύ που αυτός χορηγεί’.—1 Πέτρου 4:11· Φιλιππησίους 4:13.
Προσδιορίζεται η Ταυτότητα του ‘Μεγάλου Πλήθους’
Το 1935, έλαβα διορισμό να υπηρετήσω στην άλλη πλευρά της τεράστιας αυστραλιανής ηπείρου. Έτσι, στα χρόνια που ακολούθησαν, υπηρέτησα ως σκαπάνισσα στην περιοχή γύρω από τη Νέα Αγγλία, στην πολιτεία της Νέας Νότιας Ουαλίας, περίπου 4.000 χιλιόμετρα μακριά από το προηγούμενο σπίτι μου στο Περθ.
Μέχρι τότε, έπαιρνα από τα εμβλήματα άζυμου ψωμιού και κόκκινου κρασιού κατά την ετήσια Ανάμνηση του θανάτου του Ιησού. Μολονότι αυτό θεωρούνταν σωστό, ιδιαίτερα για ζηλωτές ολοχρόνιους διακόνους, ποτέ δεν ήμουν πεπεισμένη ότι είχα ουράνια ελπίδα. Στη συνέχεια, το 1935, διευκρινίστηκε σε εμάς ότι συγκεντρωνόταν ένα μεγάλο πλήθος που είχε ελπίδα να ζήσει αιώνια στη γη. Πολλοί από εμάς χαρήκαμε όταν καταλάβαμε ότι αποτελούσαμε μέρος αυτού του μεγάλου πλήθους, και σταματήσαμε να παίρνουμε από τα εμβλήματα. (Ιωάννης 10:16· Αποκάλυψη 7:9) Η Βιβλική αλήθεια έφεγγε όλο και πιο δυνατά, όπως είχε υποσχεθεί ο Ιεχωβά.—Παροιμίαι 4:18.
Καινούριες Μέθοδοι Κηρύγματος
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε το φωνογράφο στη διακονία μας. Έτσι, χρειάστηκε να τοποθετήσουμε στα βαριά ποδήλατά μας δυο σχάρες, τη μία μπροστά και την άλλη πίσω, όχι μόνο για να μεταφέρουμε τους βαρείς φωνογράφους αλλά και τους δίσκους καθώς και τις τσάντες μας με τα έντυπα. Έπρεπε να προσέχω πάρα πολύ όταν το ποδήλατό μου ήταν έτσι καταφορτωμένο επειδή, αν έπεφτε, ήταν τόσο βαρύ που δεν μπορούσα να το ξανασηκώσω!
Την ίδια περίπου περίοδο, αρχίσαμε να κάνουμε τις λεγόμενες πορείες πληροφόρησης. Καθώς περπατούσαμε στις κεντρικές οδούς των πόλεων, φορούσαμε πλακάτ, δηλαδή διαφημιστικές αφίσες με συνθήματα που τραβούσαν την προσοχή. Ένιωθα ότι αυτό το έργο έθετε υπό ιδιαίτερη δοκιμή την πίστη μου, ιδίως όταν με συνέλαβαν και με έκλεισαν μια νύχτα σε ένα μικρό κελί στο κρατητήριο της κωμόπολης Λίζμουρ. Ήταν ταπεινωτικό για εμένα να οδηγηθώ την επόμενη ημέρα σε δίκη χωρίς καν να μου επιτραπεί να χτενίσω τα μαλλιά μου! Αλλά και πάλι με στήριξε ο Ιεχωβά, όπως είχε υποσχεθεί. Η υπόθεση απορρίφτηκε, επειδή η μόνη κατηγορία που είχε διατυπωθεί εναντίον μου από τον αστυνομικό που έκανε τη σύλληψη ήταν ότι το πλακάτ που φορούσα προσέβαλλε τη θρησκεία του.
Επιστροφή στη Δύση
Στις αρχές της δεκαετίας του 1940, ξαναδιορίστηκα να κάνω έργο σκαπανέα στις επαρχιακές πόλεις της Δυτικής Αυστραλίας. Εδώ εξακολουθούσα να απολαμβάνω αλησμόνητες εμπειρίες και πνευματικές ευλογίες. Ενώ βρισκόμουν στο διορισμό μου στο Νόρθαμ, συνάντησα τη Φλο Τίμινς, μια πολυάσχολη νοικοκυρά, γύρω στα 11 χιλιόμετρα έξω από την κωμόπολη. Δέχτηκε το βιβλίο Καταλλαγή και δεν άργησε να γίνει αφιερωμένη Μάρτυρας του Ιεχωβά Θεού. Είναι ακόμη δραστήρια στην υπηρεσία της Βασιλείας, και η κόρη της, η οποία τότε ήταν μόλις τεσσάρων ετών, όταν μεγάλωσε έγινε ειδική σκαπάνισσα.
Αλλά είχαμε και άλλου είδους αξέχαστες εμπειρίες. Μια φορά, η σύντροφός μου και εγώ διασχίζαμε μια γέφυρα στο Νόρθαμ με τη μικρή, δίτροχη καρότσα μας που την έσερνε ένα άλογο, όταν ξαφνικά αφηνίασε το άλογο, κάνοντας εφιαλτικό το πέρασμά μας εκεί ψηλά, πάνω από τα ταραγμένα νερά του ποταμού Έιβον. Έπειτα από ένα περίπου χιλιόμετρο, το άλογο ηρέμησε.
Γάμος και Οικογένεια
Το 1950, παντρεύτηκα τον Άρθουρ Γουίλις, που είχε επίσης υπηρετήσει επί πολλά χρόνια ως σκαπανέας. Εγκατασταθήκαμε στην επαρχιακή κωμόπολη Πιντζέλι της Δυτικής Αυστραλίας, όπου ευλογηθήκαμε με ένα γιο, τον Μπέντλι, και μια κόρη, τη Γιούνις. Όταν τα παιδιά επρόκειτο να τελειώσουν το σχολείο, ο Άρθουρ αποφάσισε να ξαναγίνει σκαπανέας. Το καλό παράδειγμα του πατέρα τους ενθάρρυνε και τα δυο παιδιά μας να αρχίσουν να κάνουν τακτικό σκαπανικό μόλις απέκτησαν τα προσόντα.
Συχνά, ο Άρθουρ έπαιρνε τα παιδιά μαζί του σε απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές για κήρυγμα. Κατά διαστήματα, έμενε μαζί τους μακριά από το σπίτι επί μια ή και περισσότερες εβδομάδες κάθε φορά, κατασκηνώνοντας τα βράδια έξω στο ύπαιθρο. Όσο έλειπαν, εγώ έμενα στο σπίτι για να φροντίζω την οικογενειακή μας επιχείρηση επίπλων, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους τρεις τους να κάνουν σκαπανικό.
Διακονία στους Αβορίγινες
Ένα πρωινό, μόλις είχε επιστρέψει η οικογένειά μου από ένα ταξίδι στις αγροτικές περιοχές, είχαμε έναν αναπάντεχο επισκέπτη. Επρόκειτο για έναν Αβορίγινα, ο οποίος ρωτούσε: «Τι πρέπει να κάνω για να γυρίσω;» Στην αρχή δεν ξέραμε τι εννοούσε. Κατόπιν ο Άρθουρ θυμήθηκε ότι αυτό το άτομο είχε αποκοπεί από τη Χριστιανική εκκλησία πριν από πολλά χρόνια για μέθη. Έκτοτε, είχε γίνει περιβόητος για το ότι έπινε πολύ και για το ότι δημιουργούσε χρέη.
Ο Άρθουρ εξήγησε σε αυτόν τον Αβορίγινα τι χρειαζόταν να κάνει προκειμένου να επανενταχτεί στην καθαρή οργάνωση του Ιεχωβά. Έφυγε ήσυχα, χωρίς να πει πολλά, και όλοι μας αναρωτιόμασταν τι θα έκανε. Κανένας μας δεν περίμενε τα όσα συνέβησαν στη διάρκεια των επόμενων λίγων μηνών. Οι αλλαγές που έκανε αυτός ο άνθρωπος ήταν σχεδόν απίστευτες! Όχι μόνο ξεπερνούσε το πρόβλημα που είχε με το πιοτό, αλλά επισκεπτόταν και διάφορους ανθρώπους στην περιοχή, για να τους υπενθυμίσει τα χρέη που είχε και στη συνέχεια να πληρώσει όσα χρωστούσε! Σήμερα, είναι πάλι πιστός αδελφός και υπηρέτησε επί κάποιο διάστημα ως σκαπανέας.
Υπήρχαν πολλοί Αβορίγινες στο Πιντζέλι, και απολαμβάναμε ιδιαίτερα τη διακονία μας, καθώς βοηθούσαμε αυτούς τους ταπεινούς ανθρώπους να μάθουν και να αποδεχτούν την αλήθεια του Λόγου του Θεού. Πόσο ενισχυτικό ήταν για την πίστη μου το να συμμετέχω στο να βοηθηθούν πολλοί Αβορίγινες της Αυστραλίας να γνωρίσουν την αλήθεια!
Ιδρύθηκε μια εκκλησία στο Πιντζέλι, και αρχικά, τα περισσότερα μέλη της ήταν Αβορίγινες. Χρειάστηκε να διδάξουμε πολλούς από αυτούς να διαβάζουν και να γράφουν. Υπήρχε μεγάλη προκατάληψη απέναντί τους εκείνα τα πρώτα χρόνια, αλλά οι κάτοικοι της κωμόπολης άρχισαν σταδιακά να σέβονται τους Αβορίγινες Μάρτυρες για τον καθαρό τρόπο ζωής τους και για το ότι ήταν αξιόπιστοι πολίτες.
Η Αδιάκοπη Βοήθεια του Ιεχωβά
Ο αγαπητός σύζυγός μου, ο Άρθουρ, ο οποίος είχε υπηρετήσει πιστά τον Θεό επί 57 χρόνια, πέθανε στις αρχές του 1986. Όλοι οι επιχειρηματίες στο Πιντζέλι και οι κάτοικοι της περιοχής έτρεφαν μεγάλο σεβασμό για αυτόν. Ο Ιεχωβά με στήριξε και πάλι, δίνοντάς μου τη δύναμη να αντέξω αυτή την ξαφνική απώλεια.
Ο γιος μου, ο Μπέντλι, υπηρετεί ως πρεσβύτερος στο βόρειο τμήμα της Δυτικής Αυστραλίας, όπου αυτός και η σύζυγός του, η Λόρνα, έχουν αναθρέψει την οικογένειά τους στην αλήθεια. Μια άλλη πηγή μεγάλης χαράς για εμένα είναι το ότι η κόρη μου, η Γιούνις, συνεχίζει μέχρι σήμερα την ολοχρόνια υπηρεσία της. Τόσο αυτή όσο και ο σύζυγός της, ο Τζεφ, υπηρετούν ως σκαπανείς. Τώρα ζω μαζί τους, και γεύομαι την ευλογία τού να είμαι σε θέση να κάνω βοηθητικό σκαπανικό σε μόνιμη βάση.
Επί 60 και πλέον χρόνια, ζω την εκπλήρωση της στοργικής υπόσχεσης που έδωσε ο Ιεχωβά ότι θα ενδυναμώνει τους υπηρέτες του και ότι θα τους βοηθάει να αντεπεξέρχονται σε οποιεσδήποτε συνθήκες τις οποίες μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπίσουν. Αυτός καλύπτει την κάθε μας ανάγκη, αν δεν αμφιβάλλουμε ποτέ για αυτόν και αν δεν λαβαίνουμε τα όσα κάνει για εμάς ως κάτι το δεδομένο. Η πίστη μου έχει ενισχυθεί, μια που έχω νιώσει το χέρι του Θεού να ενεργεί και έχω δει πώς μας χαρίζει την ευλογία του, πέρα ακόμη και από τα όρια της δικής μας κατανόησης. (Μαλαχίας 3:10) Πράγματι, ο Θεός δεν μπορεί να πει ψέματα!
[Εικόνα στη σελίδα 27]
Η Μαίρη το 1933
[Εικόνες στη σελίδα 29]
Η Μαίρη και ο Άρθουρ σε προχωρημένη ηλικία