«Να Εργάζεστε, Όχι για την Τροφή που Αφανίζεται»
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΛΑΝΣΤΡΑΜ
Ο αδελφός μου Έλγουντ και εγώ βρισκόμασταν σε ύψος 9 και πλέον μέτρων και βάφαμε μια καινούρια επιγραφή στο κτίριο του εργοστασίου της Σκοπιάς. Σαράντα και πλέον χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να είναι εκεί, προτρέποντας: «ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ». Κάθε εβδομάδα, χιλιάδες άνθρωποι βλέπουν αυτή την επιγραφή καθώς διασχίζουν την πασίγνωστη Γέφυρα του Μπρούκλιν.
ΑΝΑΜΕΣΑ στα πρώτα πράγματα που θυμάμαι είναι η μέρα που ήταν αφιερωμένη στην μπουγάδα της οικογένειας. Στις 5:00 π.μ., η μητέρα είχε ήδη σηκωθεί και έπλενε τα ρούχα της μεγάλης μας οικογένειας, ενώ ο πατέρας ετοιμαζόταν για τη δουλειά. Ως συνήθως, είχαν μια έντονη συζήτηση, με τον μπαμπά να ισχυρίζεται ότι ο άνθρωπος με κάποιον τρόπο εξελίχτηκε στο διάβα εκατομμυρίων ετών, και τη μαμά να παραθέτει από την Αγία Γραφή για να αποδείξει ότι οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν κατευθείαν από τον Θεό.
Από την ηλικία των εφτά μόλις ετών, κατάλαβα ότι η μητέρα είχε την αλήθεια. Μολονότι αγαπούσα τον πατέρα, διέκρινα ότι οι απόψεις του δεν πρόσφεραν καμιά ελπίδα για το μέλλον. Πόσο θα χαιρόταν η μητέρα αν γνώριζε ότι, πολλά χρόνια αργότερα, δύο από τους γιους της θα έβαφαν κάποια επιγραφή η οποία ενθάρρυνε τους ανθρώπους να διαβάζουν την Αγία Γραφή, το βιβλίο που τόσο αγαπούσε!
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Πώς έφτασα στο σημείο να υπηρετήσω με αυτό το προνόμιο; Θα χρειαστεί να ανατρέξω στο έτος 1906, τρία χρόνια προτού γεννηθώ.
Το Πιστό Παράδειγμα της Μητέρας
Εκείνη την εποχή, η μαμά και ο μπαμπάς ήταν νιόπαντροι και κατοικούσαν στην Αριζόνα. Κάποιος Σπουδαστής της Γραφής, όπως αποκαλούνταν τότε οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, πέρασε και πρόσφερε στη μαμά τη σειρά βιβλίων του Κάρολου Τέηζ Ρώσσελ, με τίτλο Γραφικαί Μελέται. Εκείνη ξαγρύπνησε διαβάζοντάς τα και αμέσως κατάλαβε ότι αυτή ήταν η αλήθεια που έψαχνε. Με ανυπομονησία περίμενε να γυρίσει ο μπαμπάς ο οποίος έψαχνε για δουλειά.
Ο μπαμπάς ήταν και αυτός δυσαρεστημένος με όσα δίδασκαν οι εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου, και έτσι για κάποιο διάστημα δέχτηκε αυτές τις Γραφικές αλήθειες. Ωστόσο, αργότερα, τράβηξε το δικό του δρόμο στο ζήτημα της θρησκείας, δημιουργώντας μάλιστα δυσκολίες στη μητέρα. Εντούτοις, εκείνη ποτέ δεν έπαψε να φροντίζει για τις φυσικές καθώς και τις πνευματικές ανάγκες των παιδιών της.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις στιγμές που η μητέρα κατέβαινε στον κάτω όροφο κάθε βράδυ, έπειτα από τη σκληρή εργασία όλης της μέρας, για να μας διαβάσει ένα τμήμα από την Αγία Γραφή ή να μοιραστεί μαζί μας κάποιο πνευματικό πετράδι. Ο πατέρας ήταν και αυτός πολύ εργατικός και, όταν μεγάλωσα, με δίδαξε την τέχνη του ελαιοχρωματιστή. Ναι, ο μπαμπάς με δίδαξε να εργάζομαι, αλλά η μαμά με δίδαξε για ποιο πράγμα να εργάζομαι, δηλαδή, σύμφωνα με την εντολή του Ιησού, για ‘την τροφή που δεν αφανίζεται’.—Ιωάννης 6:27.
Τελικά, η οικογένειά μας εγκαταστάθηκε στη μικρή πόλη Έλενσμπουργκ, στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, περίπου 180 χιλιόμετρα ανατολικά του Σιάτλ. Τον καιρό που εμείς τα παιδιά αρχίσαμε να παρακολουθούμε τις συναθροίσεις των Σπουδαστών της Γραφής μαζί με τη μητέρα, συναθροιζόμασταν σε ιδιωτικά σπίτια. Όταν τονίστηκε η ανάγκη για συμμετοχή στη διακονία από σπίτι σε σπίτι, οι άντρες έφυγαν όλοι από τον όμιλο μελέτης μας. Η μητέρα, όμως, ποτέ δεν ταλαντεύτηκε. Αυτό χάραξε βαθιά μέσα μου την ανάγκη να εμπιστεύομαι πάντα στην κατεύθυνση που παρέχει η οργάνωση του Ιεχωβά.
Τελικά, ο πατέρας και η μητέρα απέκτησαν εννιά παιδιά. Εγώ γεννήθηκα την 1η Οκτωβρίου 1909, και ήμουν το τρίτο παιδί τους. Συνολικά, έξι από εμάς μιμηθήκαμε το εξαίσιο παράδειγμα της μητέρας και γίναμε ζηλωτές Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Αφιέρωση και Βάφτισμα
Προς το τέλος της εφηβείας μου, αφιερώθηκα στον Ιεχωβά συμβολίζοντάς το αυτό με το βάφτισμα το 1927. Το βάφτισμα έγινε στο Σιάτλ, σε ένα παλιό κτίριο που προηγουμένως ήταν εκκλησία των Βαπτιστών. Είχαν τουλάχιστον γκρεμίσει το παλιό καμπαναριό. Μας συνόδευσαν ως την πισίνα, στο υπόγειο, και εκεί μας έδωσαν να φορέσουμε μακριές μαύρες ρόμπες. Έμοιαζε λες και πηγαίναμε σε κηδεία.
Ξαναβρέθηκα στο Σιάτλ έπειτα από λίγους μήνες, και τότε δοκίμασα για πρώτη φορά τη μαρτυρία από πόρτα σε πόρτα. Ο αδελφός που είχε αναλάβει την ηγεσία με κατηύθυνε λέγοντας: «Εσύ θα πας από αυτή την πλευρά του τετραγώνου, και εγώ θα πάω από εκείνη». Παρά τη νευρικότητα που ένιωθα, έδωσα δύο σετ βιβλιαρίων σε μια πολύ καλή κυρία. Συνέχισα να πηγαίνω στη διακονία από πόρτα σε πόρτα όταν επέστρεψα στο Έλενσμπουργκ, και τώρα, σχεδόν 70 χρόνια αργότερα, αυτή η υπηρεσία εξακολουθεί να μου φέρνει μεγάλη χαρά.
Υπηρεσία στα Παγκόσμια Κεντρικά Γραφεία
Προτού περάσει πολύς καιρός, κάποιο άτομο που είχε υπηρετήσει στο Μπέθελ του Μπρούκλιν, στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά, με ενθάρρυνε να προσφερθώ για αυτή την υπηρεσία. Λίγο μετά τη συζήτησή μας, εμφανίστηκε μια ανακοίνωση στο περιοδικό Σκοπιά η οποία έλεγε ότι υπήρχε ανάγκη για βοήθεια στο Μπέθελ. Έτσι, έκανα αίτηση. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη χαρά που ένιωσα όταν με ειδοποίησαν να εμφανιστώ για υπηρεσία Μπέθελ στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, στις 10 Μαρτίου 1930. Με αυτόν τον τρόπο ξεκίνησα την ολοχρόνια σταδιοδρομία μου, εργαζόμενος για ‘την τροφή που δεν αφανίζεται’.
Θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι, με την πείρα που είχα ως ελαιοχρωματιστής, θα μου ανέθεταν κάποια σχετική εργασία. Απεναντίας, η πρώτη μου υπηρεσία ήταν στη συρραπτική μηχανή, στο εργοστάσιο. Μολονότι επρόκειτο για ένα πολύ μονότονο έργο, το έκανα με χαρά επί έξι και πλέον χρόνια. Το μεγάλο περιστροφικό πιεστήριο, που χαριτολογώντας το αποκαλούσαμε παλιό θωρηκτό, τύπωνε βιβλιάρια τα οποία, μέσω ενός ιμάντα, μεταφέρονταν στον κάτω όροφο όπου εργαζόμασταν εμείς. Διασκεδάζαμε προσπαθώντας να δούμε αν μπορούσαμε να συρράψουμε τα βιβλιάρια με την ίδια ταχύτητα που τα τύπωνε το θωρηκτό.
Αργότερα, υπηρέτησα σε διάφορα τμήματα, περιλαμβανομένου και εκείνου στο οποίο κατασκευάζονταν φωνογράφοι. Αυτά τα μηχανήματα τα χρησιμοποιούσαμε για να μεταδίδουν ηχογραφημένα Γραφικά αγγέλματα στις πόρτες των οικοδεσποτών. Ορισμένοι εθελοντές που υπηρετούσαν στο τμήμα μας σχεδίασαν και κατασκεύασαν έναν όρθιο φωνογράφο. Αυτός ο φωνογράφος, όχι μόνο μετέδιδε ηχογραφημένα αγγέλματα, αλλά είχε και ειδικό χώρο για βιβλιάρια, ακόμη και για σάντουιτς. Είχα το προνόμιο να δείξω τη λειτουργία αυτού του καινούριου μηχανήματος σε μια συνέλευση στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν το 1940.
Εντούτοις, κάναμε και άλλα πράγματα εκτός από το να κατασκευάζουμε έξυπνες μηχανές. Κάναμε επίσης σπουδαίες πνευματικές προσαρμογές. Λόγου χάρη, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά συνήθιζαν να φοράνε μια καρφίτσα που απεικόνιζε ένα σταυρό και ένα στέμμα. Αλλά αργότερα καταλάβαμε ότι ο Ιησούς εκτελέστηκε πάνω σε όρθιο ξύλο, όχι σε σταυρό. (Πράξεις 5:30) Έτσι, σταματήσαμε να φοράμε αυτές τις καρφίτσες. Είχα το προνόμιο να βγάλω τις παραμάνες από τις καρφίτσες. Αργότερα, λιώσαμε το χρυσό και τον πουλήσαμε.
Μολονότι είχαμε ένα πολυάσχολο εβδομαδιαίο πρόγραμμα, που περιλάμβανε πεντέμισι μέρες υπηρεσίας, τα σαββατοκύριακα συμμετείχαμε στη Χριστιανική διακονία. Μια μέρα, συνέλαβαν 16 από εμάς και μας έβαλαν στη φυλακή στο Μπρούκλιν. Γιατί; Εκείνον τον καιρό, πιστεύαμε ότι ο όρος θρησκεία ήταν ταυτόσημος με την ψεύτικη θρησκεία. Έτσι, μεταφέραμε πινακίδες οι οποίες από τη μια πλευρά έγραφαν «Η Θρησκεία Είναι Παγίδα και Απάτη» και από την άλλη «Υπηρετήστε τον Θεό και τον Βασιλιά Χριστό». Επειδή μεταφέραμε αυτές τις πινακίδες μάς έβαλαν στη φυλακή, αλλά ο Χέιντεν Κάβινγκτον, ο δικηγόρος της Εταιρίας Σκοπιά, μας έβγαλε με εγγύηση. Εκείνη την εποχή δίνονταν μάχες στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών για πολλές υποθέσεις που περιλάμβαναν την ελευθερία λατρείας, και ήταν συναρπαστικό να βρίσκεται κάποιος στο Μπέθελ και να ακούει από πρώτο χέρι εκθέσεις σχετικά με τις νίκες μας.
Με τον καιρό, διορίστηκα σε υπηρεσίες στις οποίες χρησιμοποίησα την πείρα που είχα ως ελαιοχρωματιστής. Στο Στάτεν Άιλαντ, έναν από τους πέντε δήμους της Πόλης της Νέας Υόρκης, βρισκόταν ο ραδιοφωνικός μας σταθμός WBBR. Οι πύργοι εκπομπής του σταθμού, των οποίων το ύψος ήταν πάνω από 60 μέτρα, είχαν τρία σετ συρματόσχοινα. Καθόμουν σε μια σανίδα που είχε μήκος 90 εκατοστά και πλάτος 20 εκατοστά, ενώ κάποιος συνεργάτης με σήκωνε ψηλά. Καθισμένος σε εκείνο το μικρό κάθισμα, αρκετά πάνω από το έδαφος, έβαφα τα συρματόσχοινα και τους πύργους. Μερικοί με ρωτάνε πόσες προσευχές κάναμε όση ώρα διαρκούσε αυτή η εργασία!
Μια εργασία που κάναμε το καλοκαίρι, και δεν θα την ξεχάσω ποτέ, ήταν να πλένουμε τα παράθυρα και να βάφουμε τα περβάζια των παραθύρων που υπήρχαν στο κτίριο του εργοστασίου. Το αποκαλούσαμε αυτό καλοκαιρινές διακοπές. Στήναμε την ξύλινη πλατφόρμα μας, και ένα παλάγκο μάς ανέβαζε και μας κατέβαζε στο οχταώροφο κτίριο.
Υποστήριξη από την Οικογένεια
Το 1932 πέθανε ο πατέρας μου, και αναρωτιόμουν αν θα έπρεπε να επιστρέψω σπίτι για να βοηθήσω στη φροντίδα της μητέρας. Έτσι κάποια μέρα, πριν από το μεσημεριανό φαγητό, άφησα ένα σημείωμα στο τραπέζι του επικεφαλής, όπου καθόταν ο αδελφός Ρόδερφορντ, ο πρόεδρος της Εταιρίας. Στο σημείωμα έλεγα ότι ήθελα να του μιλήσω. Όταν έμαθε τις ανησυχίες μου και διαπίστωσε ότι είχα αδελφούς και αδελφές που ζούσαν ακόμη στο σπίτι, ρώτησε: «Θέλεις να μείνεις στο Μπέθελ και να κάνεις το έργο του Κυρίου;»
«Ασφαλώς θέλω», απάντησα.
Έτσι, μου πρότεινε να γράψω στη μητέρα για να δω αν συμφωνούσε με την απόφαση που είχα πάρει να μείνω. Πράγματι έγραψα, και εκείνη μου αποκρίθηκε λέγοντας ότι συμφωνούσε απόλυτα με την απόφασή μου. Εκτίμησα αληθινά την καλοσύνη του αδελφού Ρόδερφορντ καθώς και τη συμβουλή του.
Στη διάρκεια των πολλών ετών που έζησα στο Μπέθελ, έγραφα τακτικά στην οικογένειά μου και τους ενθάρρυνα να υπηρετούν τον Ιεχωβά, ακριβώς όπως είχε ενθαρρύνει η μητέρα εμένα. Η μητέρα πέθανε τον Ιούλιο του 1937. Τι πηγή έμπνευσης αποτελούσε για την οικογένειά μας! Οι μόνοι που δεν έγιναν Μάρτυρες ήταν τα μεγαλύτερα αδέλφια μου, ο Πολ και η Έστερ, καθώς και η μικρότερη αδελφή μου, η Λόις. Ο Πολ, όμως, έβλεπε με συμπάθεια το έργο μας και μας προμήθευσε κάποιο οικόπεδο στο οποίο χτίσαμε την πρώτη μας Αίθουσα Βασιλείας.
Το 1936, η αδελφή μου Ίβα έγινε σκαπάνισσα, δηλαδή ολοχρόνια κήρυκας. Το ίδιο έτος παντρεύτηκε τον Ραλφ Τόμας, και το 1939 διορίστηκαν στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου υπηρετώντας εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Αργότερα, μετακόμισαν στο Μεξικό, όπου έζησαν 25 χρόνια βοηθώντας στο έργο της Βασιλείας.
Το 1939 ανέλαβαν την υπηρεσία σκαπανέα και οι αδελφές μου Άλις και Φράνσις. Πόσο χάρηκα όταν είδα την Άλις πίσω από κάποιον πάγκο, στη συνέλευση του Σεντ Λούις το 1941, να δείχνει τη λειτουργία ενός φωνογράφου στου οποίου την κατασκευή είχα βοηθήσει! Μολονότι η Άλις χρειάστηκε να διακόψει κατά καιρούς το σκαπανικό λόγω οικογενειακών ευθυνών, συνολικά έχει δαπανήσει πάνω από 40 χρόνια στην ολοχρόνια διακονία. Η Φράνσις παρακολούθησε τη Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς το 1944 και για κάποιο διάστημα υπηρέτησε ως ιεραπόστολος στο Πόρτο Ρίκο.
Ο Τζόελ και ο Έλγουντ, οι δυο νεότεροι της οικογένειας, έγιναν σκαπανείς στη Μοντάνα στις αρχές της δεκαετίας του 1940. Ο Τζόελ παραμένει πιστός Μάρτυρας, και τώρα υπηρετεί ως διακονικός υπηρέτης. Ο Έλγουντ ενώθηκε μαζί μου στο Μπέθελ το 1944, γεγονός που μου έφερε μεγάλη χαρά. Δεν ήταν ούτε πέντε ετών όταν έφυγα από το σπίτι. Όπως προανέφερα, συνεργαστήκαμε για να βάψουμε εκείνη την επιγραφή που υπήρχε στο κτίριο του εργοστασίου, η οποία έλεγε: «Διαβάζετε το Λόγο του Θεού την Αγία Γραφή Καθημερινά». Πολλές φορές αναρωτιέμαι πόσοι από αυτούς που έχουν δει την επιγραφή στο πέρασμα των ετών έχουν ενθαρρυνθεί να διαβάζουν την Αγία Γραφή τους.
Ο Έλγουντ υπηρέτησε στο Μπέθελ μέχρι το 1956, οπότε παντρεύτηκε την Έμα Φλάιτ. Επί πολλά χρόνια, ο Έλγουντ και η Έμα εργάστηκαν μαζί στην ολοχρόνια διακονία, υπηρετώντας για κάποιο διάστημα στην Κένυα της Αφρικής, καθώς και στην Ισπανία. Ο Έλγουντ προσβλήθηκε από καρκίνο και πέθανε στην Ισπανία το 1978. Η Έμα παραμένει στην Ισπανία στο έργο σκαπανέα μέχρι σήμερα.
Γάμος και Οικογένεια
Το Σεπτέμβριο του 1953, έφυγα από το Μπέθελ για να παντρευτώ την Άλις Ριβέρα, μια σκαπάνισσα από την Εκκλησία Μπρούκλιν Κέντρο στην οποία ανήκα και εγώ. Παρότι είπα στην Άλις ότι είχα την ουράνια ελπίδα, εκείνη ήθελε να με παντρευτεί.—Φιλιππησίους 3:14.
Έπειτα από 23 χρόνια διαμονής στο Μπέθελ, ήταν μεγάλη προσαρμογή για εμένα το να αρχίσω να εργάζομαι ως ελαιοχρωματιστής σε κοσμική εργασία προκειμένου να συντηρούμαστε η Άλις και εγώ στο έργο σκαπανέα. Η Άλις με υποστήριζε πάντα, ακόμη και όταν χρειάστηκε να σταματήσει το σκαπανικό για λόγους υγείας. Το 1954 περιμέναμε το πρώτο μας παιδί. Ο τοκετός δεν έγινε ομαλά, αλλά ο γιος μας, ο Τζον, ήταν υγιέστατος. Η Άλις έχασε τόσο αίμα στη διάρκεια της καισαρικής τομής ώστε οι γιατροί δεν πίστευαν ότι θα ζούσε. Κάποια στιγμή, δεν μπορούσαν να ακούσουν ούτε ένα σφυγμό. Ωστόσο, πέρασε τη νύχτα και με τον καιρό ανέρρωσε πλήρως.
Έπειτα από λίγα χρόνια, όταν πέθανε ο πατέρας της Άλις, μετακομίσαμε στο Λονγκ Άιλαντ για να μείνουμε μαζί με τη μητέρα της. Εφόσον δεν είχαμε αυτοκίνητο, περπατούσα ή χρησιμοποιούσα ως μεταφορικό μέσο το λεωφορείο και τον υπόγειο σιδηρόδρομο. Με αυτόν τον τρόπο, κατάφερνα να συνεχίζω το έργο σκαπανέα και να συντηρώ την οικογένειά μου. Οι χαρές της ολοχρόνιας διακονίας υπερτερούν κατά πολύ από τις οποιεσδήποτε θυσίες. Η υποβοήθηση ανθρώπων—όπως ο Τζο Νατάλι, ο οποίος εγκατέλειψε μια λαμπρή σταδιοδρομία στο μπέιζμπολ για να γίνει Μάρτυρας—είναι μία μόνο από τις πολλές ευλογίες μου.
Το 1967, καθώς οι συνθήκες χειροτέρευαν στην περιοχή της Νέας Υόρκης, αποφάσισα να πάρω την Άλις και τον Τζον και να επιστρέψουμε στην πόλη που μεγάλωσα, στο Έλενσμπουργκ. Τώρα διαπιστώνω ότι είναι ανταμειφτικό να βλέπω τόσο πολλά εγγόνια και δισέγγονα της μητέρας μου να συμμετέχουν στην ολοχρόνια διακονία. Μερικά μάλιστα υπηρετούν στο Μπέθελ. Ο Τζον υπηρετεί επίσης πιστά τον Ιεχωβά μαζί με τη σύζυγό του και τα παιδιά του.
Δυστυχώς, η αγαπημένη μου σύζυγος, η Άλις, πέθανε το 1989. Το ότι παραμένω πολυάσχολος στην ολοχρόνια διακονία με έχει βοηθήσει να υπομείνω την απώλεια. Τώρα, η αδελφή μου Άλις και εγώ απολαμβάνουμε μαζί το έργο σκαπανέα. Πόσο υπέροχο είναι να ζούμε πάλι κάτω από την ίδια στέγη και να είμαστε πολυάσχολοι σε αυτό το σπουδαιότατο έργο!
Την άνοιξη του 1994, επισκέφτηκα το Μπέθελ για πρώτη φορά ύστερα από 25 χρόνια περίπου. Πόσο χάρηκα που είδα πολλούς από εκείνους με τους οποίους συνεργάστηκα πριν από 40 και πλέον χρόνια! Όταν πήγα στο Μπέθελ το 1930, υπήρχαν μόνο 250 μέλη στην οικογένεια, αλλά σήμερα η οικογένεια Μπέθελ στο Μπρούκλιν έχει πάνω από 3.500 μέλη!
Η Πνευματική Τροφή με Συντηρεί
Συνήθως, τα πρωινά κάνω μια βόλτα πλάι στον ποταμό Γιάκιμα, που περνάει κοντά από το σπίτι μας. Από εκεί μπορώ να δω το μεγαλοπρεπές χιονοσκέπαστο όρος Ρέινιερ, το οποίο ορθώνεται σε ύψος 4.300 μέτρων. Η άγρια ζωή είναι άφθονη. Μερικές φορές βλέπω ελάφια, και μάλιστα κάποτε είδα ένα κόκκινο ελάφι.
Αυτές οι ήσυχες, μοναχικές ώρες μού δίνουν την ευκαιρία να κάνω στοχασμούς γύρω από τις εξαίσιες προμήθειες του Ιεχωβά. Προσεύχομαι να έχω δύναμη ώστε να συνεχίζω να υπηρετώ πιστά τον Θεό μας, τον Ιεχωβά. Επίσης, μου αρέσει να ψάλλω καθώς περπατώ, ιδιαίτερα τον ύμνο «Ας Κάνουμε Χαρούμενη την Καρδιά του Ιεχωβά», του οποίου τα λόγια λένε: «Θεέ μας έχουμ’ ευχηθεί στο έργο να ’μαστε πιστοί. Το θέλημά σου να γενεί νάν’ η καρδιά σου χαρωπή».
Χαίρομαι διότι διάλεξα ένα έργο το οποίο κάνει χαρούμενη την καρδιά του Ιεχωβά. Προσεύχομαι να συνεχίσω να κάνω αυτό το έργο ωσότου λάβω την υποσχεμένη ουράνια αμοιβή. Η επιθυμία μου είναι να υποκινήσει αυτή η αφήγηση και άλλους ώστε να χρησιμοποιήσουν τη ζωή τους ‘εργαζόμενοι για την τροφή που δεν αφανίζεται’.—Ιωάννης 6:27.
[Εικόνες στη σελίδα 23]
Ο Έλγουντ καθώς βάφει την επιγραφή «ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ»
[Εικόνα στη σελίδα 24]
Με τον Γκραντ Σούτερ και τον Τζον Κούρζεν, ενώ δείχνουμε το νέο φωνογράφο στη συνέλευση το 1940
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Το 1944 όσοι ήμασταν στην αλήθεια βρισκόμασταν στην ολοχρόνια διακονία: Ντέιβιντ, Άλις, Τζόελ, Ίβα, Έλγουντ και Φράνσις
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Τα αδέλφια που είναι εν ζωή από αριστερά: Άλις, Ίβα, Τζόελ, Ντέιβιντ και Φράνσις