Χαίρομαι σε Σχέση με τον Ιεχωβά Παρά τις Δοκιμασίες
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Ο ΤΖΟΡΤΖ ΣΚΙΠΙΟ
Το Δεκέμβριο του 1945 ήμουν ξαπλωμένος στο θάλαμο ενός νοσοκομείου, και όλο μου το σώμα είχε παραλύσει τελείως, εκτός από τα χέρια μου και τα πόδια μου. Πίστευα ότι η κατάστασή μου ήταν προσωρινή, αλλά υπήρχαν άλλοι που αμφέβαλλαν για το αν θα ξαναπερπατούσα ποτέ. Τι δοκιμασία ήταν αυτή για έναν 17χρονο! Δεν ήμουν διατεθειμένος να δεχτώ μια τέτοια πρόβλεψη. Είχα τόσο πολλά σχέδια, όπως το να ταξιδέψω στην Αγγλία μαζί με τον εργοδότη μου την επόμενη χρονιά.
ΕΙΧΑ πέσει θύμα μιας επιδημίας πολιομυελίτιδας που είχε σαρώσει το νησί μας, την Αγία Ελένη. Προκάλεσε 11 θανάτους και άφησε δεκάδες ανθρώπους ανάπηρους. Ενόσω βρισκόμουν στο κρεβάτι, είχα πολύ χρόνο για να σκεφτώ τη σύντομη ζωή μου και το μέλλον μου. Καθώς το έκανα αυτό, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι, παρά την αρρώστια μου, είχα λόγους να χαίρομαι.
Ένα Μικρό Ξεκίνημα
Το 1933, όταν ήμουν πέντε χρονών, ο πατέρας μου ο Τομ, που ήταν αστυνομικός και διάκονος της Εκκλησίας των Βαπτιστών, πήρε μερικά βιβλία από δύο Μάρτυρες του Ιεχωβά. Επρόκειτο για ολοχρόνιους ευαγγελιστές, ή αλλιώς σκαπανείς, που είχαν έρθει στο νησί για λίγο καιρό.
Το ένα από τα βιβλία είχε τίτλο Η Κιθάρα του Θεού. Ο πατέρας μου το χρησιμοποιούσε καθώς μελετούσε την Αγία Γραφή με την οικογένειά μας και με αρκετά ενδιαφερόμενα άτομα. Τα νοήματα του βιβλίου ήταν πολύ βαθιά και καταλάβαινα πολύ λίγα πράγματα. Αλλά θυμάμαι ότι σημείωνα στη Γραφή μου κάθε εδάφιο που εξετάζαμε. Ο πατέρας μου κατάλαβε γρήγορα ότι αυτά που μελετούσαμε ήταν η αλήθεια και ότι διέφεραν από τα πράγματα που κήρυττε στην Εκκλησία των Βαπτιστών. Άρχισε να μιλάει σε άλλους για αυτά και να κηρύττει από τον άμβωνα ότι δεν υπάρχει Τριάδα ούτε πύρινη κόλαση ούτε αθάνατη ψυχή. Αυτό προκάλεσε μεγάλο αναβρασμό στην εκκλησία.
Τελικά, για να διευθετηθεί το ζήτημα, προγραμματίστηκε μια συγκέντρωση του εκκλησιάσματος. Τέθηκε το ερώτημα: «Ποιος είναι υπέρ των Βαπτιστών;» Οι περισσότεροι απάντησαν θετικά. Το επόμενο ερώτημα ήταν: «Ποιος είναι υπέρ του Ιεχωβά;» Περίπου 10 ή 12 άτομα απάντησαν θετικά. Τότε τους ζητήθηκε να εγκαταλείψουν την εκκλησία.
Αυτό ήταν το μικρό ξεκίνημα μιας καινούριας θρησκείας στην Αγία Ελένη. Ο πατέρας μου επικοινώνησε με τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά στις Ηνωμένες Πολιτείες και ζήτησε ένα ηχητικό μηχάνημα για να παίζει ηχογραφημένες Γραφικές διαλέξεις στο κοινό. Του απάντησαν ότι αυτό το μηχάνημα ήταν πολύ μεγάλο και δεν μπορούσαν να το στείλουν στην Αγία Ελένη. Του έστειλαν ένα μικρότερο φωνογράφο, και οι αδελφοί παρήγγειλαν αργότερα άλλους δύο. Πήγαιναν σε διάφορα μέρη του νησιού με τα πόδια ή με ένα γαϊδουράκι και μετέδιδαν το άγγελμα στους ανθρώπους.
Καθώς διαδιδόταν το άγγελμα, μεγάλωνε και η εναντίωση. Στο σχολείο μου, τα παιδιά τραγουδούσαν: «Συγκεντρωθείτε, συγκεντρωθείτε, του Τόμι Σκίπιο το γραμμόφωνο να υποδεχτείτε!» Αυτή ήταν σκληρή δοκιμασία για εμένα, τότε που ήμουν μαθητής και αποζητούσα την επιδοκιμασία των συνομηλίκων μου. Τι με βοήθησε να υπομείνω;
Η μεγάλη μας οικογένεια—ήμασταν έξι παιδιά—έκανε τακτικά οικογενειακή Γραφική μελέτη. Επίσης, διαβάζαμε την Αγία Γραφή μαζί κάθε πρωί πριν από το πρόγευμα. Αναμφίβολα, αυτό βοήθησε αποφασιστικά την οικογένειά μας να παραμείνει πιστή στην αλήθεια όλα αυτά τα χρόνια. Από μικρή ηλικία ανέπτυξα προσωπικά αγάπη για την Αγία Γραφή και, στο πέρασμα των χρόνων, έχω διατηρήσει τη συνήθεια να τη διαβάζω τακτικά. (Ψαλμός 1:1-3) Όταν σταμάτησα το σχολείο σε ηλικία 14 χρονών, είχα αποκτήσει στερεό θεμέλιο στην αλήθεια, και ο φόβος για τον Ιεχωβά ήταν στην καρδιά μου. Αυτό με βοήθησε να χαίρομαι σε σχέση με τον Ιεχωβά παρ’ όλες αυτές τις δοκιμασίες.
Και Άλλες Δοκιμασίες, Αλλά και Χαρές
Ενόσω ήμουν άρρωστος στο κρεβάτι και αναλογιζόμουν εκείνα τα περασμένα χρόνια καθώς και τις μελλοντικές μου προοπτικές, γνώριζα από τη μελέτη της Αγίας Γραφής ότι αυτή η ασθένεια δεν αποτελούσε δοκιμασία ή τιμωρία από τον Θεό. (Ιακώβου 1:12, 13) Ωστόσο, η πολιομυελίτιδα ήταν μια οδυνηρή δοκιμασία, και οι συνέπειές της επρόκειτο να με συνοδεύουν σε ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή μου.
Καθώς ανέρρωνα, έπρεπε να μάθω να περπατάω και πάλι. Επιπλέον, έπαψαν να λειτουργούν μερικοί από τους μυς των χεριών μου. Κάθε μέρα έπεφτα αμέτρητες φορές. Παρ’ όλα αυτά, με ένθερμη προσευχή και συνεχή προσπάθεια, το 1947 μπορούσα και πάλι να περπατάω χρησιμοποιώντας ένα μπαστούνι.
Εκείνον τον καιρό ερωτεύτηκα μια νεαρή ονόματι Ντόρις, με την οποία είχαμε κοινές θρησκευτικές πεποιθήσεις. Βέβαια ήμασταν πολύ μικροί για να σκεφτούμε το γάμο, αλλά απέκτησα ένα κίνητρο για να καταφέρω να περπατάω ακόμη καλύτερα. Επίσης, σταμάτησα την εργασία μου επειδή ο μισθός που έπαιρνα δεν ήταν αρκετός ώστε να μου επιτρέπει να παντρευτώ, και άνοιξα δικό μου οδοντοτεχνικό εργαστήριο το οποίο δούλεψε καλά τα επόμενα δύο χρόνια. Παντρευτήκαμε το 1950. Ως τότε, είχα μαζέψει αρκετά χρήματα για να αγοράσω ένα μικρό αυτοκίνητο. Τώρα μπορούσα να μεταφέρω τους αδελφούς στις συναθροίσεις και στην υπηρεσία αγρού.
Θεοκρατική Πρόοδος στο Νησί
Το 1951 η Εταιρία μάς έστειλε τον πρώτο εκπρόσωπό της. Ήταν ο Γιακόμπους βαν Στάντεν, ένας νεαρός από τη Νότια Αφρική. Μόλις είχαμε μετακομίσει σε ένα ωραίο σπίτι, και έτσι μπορέσαμε να τον φιλοξενήσουμε επί έναν ολόκληρο χρόνο. Το γεγονός ότι είχα δική μου εργασία μου έδινε τη δυνατότητα να δαπανώ πολύ χρόνο κηρύττοντας μαζί του, και έλαβα πολλή και ανεκτίμητη εκπαίδευση.
Ο Γιακόμπους, ή Κους όπως τον φωνάζαμε εμείς, οργάνωνε τακτικές συναθροίσεις τις οποίες παρακολουθούσαμε όλοι μας με χαρά. Αντιμετωπίζαμε πρόβλημα μεταφορικού μέσου, διότι υπήρχαν μόνο δύο αυτοκίνητα για όλους τους ενδιαφερομένους. Το έδαφος είναι ανώμαλο και γεμάτο λόφους, και την εποχή εκείνη ήταν λίγοι οι καλοί δρόμοι. Συνεπώς, ήταν δύσκολη υπόθεση να τους φέρνουμε όλους στις συναθροίσεις. Μερικοί ξεκινούσαν με τα πόδια νωρίς το πρωί. Εγώ έπαιρνα τρία άτομα με το μικρό μου αυτοκίνητο και τα άφηνα παρακάτω στο δρόμο. Κατέβαιναν και συνέχιζαν περπατώντας. Γύριζα πίσω και έπαιρνα τρία άλλα άτομα, τα πήγαινα αρκετό δρόμο με το αυτοκίνητο, τα άφηνα και επέστρεφα. Τελικά όλοι έρχονταν στη συνάθροιση με αυτόν τον τρόπο. Μετά τη συνάθροιση, ακολουθούσαμε την ίδια διαδικασία για να τους πάμε όλους στα σπίτια τους.
Ο Κους μάς δίδαξε, επίσης, πώς να κάνουμε αποτελεσματικές παρουσιάσεις στις πόρτες. Είχαμε πολλές καλές εμπειρίες, καθώς και μερικές που δεν ήταν τόσο καλές. Αλλά η χαρά την οποία απολαμβάναμε στη διακονία αγρού ξεπερνούσε κατά πολύ τις δοκιμασίες που προκαλούσαν όσοι εναντιώνονταν στο κήρυγμά μας. Κάποιο πρωινό ήμουν στην υπηρεσία με τον Κους. Όταν πλησιάσαμε στην πόρτα ενός σπιτιού, ακούσαμε μια φωνή μέσα. Ένας άντρας διάβαζε την Αγία Γραφή δυνατά. Ακούγαμε καθαρά τα γνωστά λόγια του 2ου κεφαλαίου του Ησαΐα. Όταν έφτασε στο 4ο εδάφιο, χτυπήσαμε την πόρτα. Βγήκε ένας φιλικός γέροντας που μας προσκάλεσε μέσα, και εμείς χρησιμοποιήσαμε το εδάφιο Ησαΐας 2:4 για να του εξηγήσουμε τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. Αρχίσαμε Γραφική μελέτη μαζί του, αν και ζούσε σε πολύ απρόσιτο μέρος. Έπρεπε να κατεβαίνουμε ένα λόφο, να διασχίζουμε ένα ποτάμι πατώντας πάνω σε πέτρες που εξείχαν από το νερό, να ανεβαίνουμε έναν άλλο λόφο και κατόπιν να τον κατεβαίνουμε για να φτάσουμε στο σπίτι του. Αλλά άξιζε τον κόπο. Εκείνος ο πράος γέροντας δέχτηκε την αλήθεια και βαφτίστηκε. Για να έρχεται στις συναθροίσεις, περπατούσε με δύο μπαστούνια ώσπου να φτάσει σε ένα μέρος από όπου τον έπαιρνα με το αυτοκίνητο για την υπόλοιπη διαδρομή. Αργότερα, πέθανε ως πιστός Μάρτυρας.
Ο αρχηγός της αστυνομίας εναντιωνόταν στο έργο μας και είχε απειλήσει επανειλημμένα τον Κους με απέλαση. Μια φορά το μήνα τον καλούσε για ανάκριση. Το γεγονός ότι ο Κους τού απαντούσε πάντοτε χωρίς περιστροφές μέσα από την Αγία Γραφή τον έκανε ακόμη πιο εχθρικό. Σε κάθε ευκαιρία, προειδοποιούσε τον Κους ότι έπρεπε να σταματήσει να κηρύττει, αλλά πάντοτε λάβαινε τη μαρτυρία του. Εξακολούθησε να εναντιώνεται στο έργο ακόμη και μετά την αναχώρηση του Κους από την Αγία Ελένη. Κατόπιν, ο αρχηγός, που ήταν ένας μεγαλόσωμος και δυνατός άντρας, αρρώστησε ξαφνικά και αδυνάτισε υπερβολικά. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να βρουν το πρόβλημά του. Γι’ αυτό, έφυγε από το νησί.
Βάφτισμα και Σταθερή Αύξηση
Τρεις μήνες μετά την άφιξή του στο νησί, ο Κους έκρινε ότι θα ήταν κατάλληλο να διευθετηθεί ένα βάφτισμα. Ήταν δύσκολο να βρούμε κατάλληλη πισίνα. Αποφασίσαμε, λοιπόν, να σκάψουμε για να ανοίξουμε μια μεγάλη λακκούβα, να την επενδύσουμε με τσιμέντο και να μεταφέρουμε νερό για να τη γεμίσουμε. Τη νύχτα πριν από το βάφτισμα έβρεξε, και το επόμενο πρωινό χαρήκαμε πολύ όταν είδαμε ότι η λακκούβα είχε ξεχειλίσει.
Εκείνο το κυριακάτικο πρωινό, ο Κους εκφώνησε την ομιλία βαφτίσματος. Όταν είπε στους υποψηφίους για βάφτισμα να σηκωθούν, 26 άτομα σταθήκαμε όρθιοι και απαντήσαμε στα συνήθη ερωτήματα. Είχαμε το προνόμιο να είμαστε οι πρώτοι Μάρτυρες που βαφτίστηκαν στο νησί. Εκείνη ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου, επειδή φοβόμουν πάντοτε ότι θα ερχόταν ο Αρμαγεδδών προτού βαφτιστώ.
Τελικά, σχηματίστηκαν δύο εκκλησίες, μία στο Λέβελγουντ και μία στο Τζεϊμστάουν. Κάθε εβδομάδα, τρία ή τέσσερα άτομα ταξιδεύαμε δεκατρία χιλιόμετρα για να πάμε στη μια εκκλησία και να διεξαγάγουμε τη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας και τη Συνάθροιση Υπηρεσίας το Σάββατο το βράδυ. Αφού βγαίναμε στην υπηρεσία αγρού την Κυριακή το πρωί, επιστρέφαμε και κάναμε τις ίδιες συναθροίσεις, καθώς και τη Μελέτη Σκοπιάς, στη δική μας εκκλησία το απόγευμα και το βράδυ. Τα σαββατοκύριακά μας, λοιπόν, ήταν γεμάτα με χαρωπές θεοκρατικές δραστηριότητες. Ήθελα πολύ να κάνω το κήρυγμα ολοχρόνια, αλλά έπρεπε να συντηρώ την οικογένειά μου. Γι’ αυτό, το 1952, προσλήφθηκα και πάλι στο δημόσιο ως μόνιμος οδοντίατρος.
Από το 1955, άρχισαν να επισκέπτονται το νησί κάθε χρόνο περιοδεύοντες εκπρόσωποι της Εταιρίας, δηλαδή επίσκοποι περιοχής, και έμεναν στο σπίτι μου στη διάρκεια κάποιου μέρους της επίσκεψής τους. Αυτοί αποτελούσαν θετική επιρροή για την οικογένειά μας. Περίπου τον ίδιο καιρό, απόλαυσα επίσης το προνόμιο να προβάλω τις τρεις ταινίες της Εταιρίας σε διάφορα μέρη του νησιού.
Η Συναρπαστική Συνέλευση «Θείον Θέλημα»
Το 1958, προκειμένου να παρακολουθήσω τη Διεθνή Συνέλευση «Θείον Θέλημα» στη Νέα Υόρκη, παραιτήθηκα πάλι από την εργασία μου στο δημόσιο. Εκείνη η συνέλευση αποτέλεσε ορόσημο στη ζωή μου—ένα γεγονός που μου έδωσε πολλούς λόγους για να χαίρομαι σε σχέση με τον Ιεχωβά. Επειδή δεν υπήρχε τακτική συγκοινωνία για το νησί, χρειάστηκε να λείψουμε πεντέμισι μήνες. Η συνέλευση κράτησε οχτώ μέρες, και το πρόγραμμα διαρκούσε από τις εννιά το πρωί ως τις εννιά το βράδυ. Αλλά ποτέ δεν κουράστηκα, και περίμενα με λαχτάρα την κάθε μέρα. Μου δόθηκε το προνόμιο να εκπροσωπήσω την Αγία Ελένη συμμετέχοντας δύο λεπτά στο πρόγραμμα. Ένιωσα πολύ μεγάλο τρακ όταν χρειάστηκε να μιλήσω στα τεράστια πλήθη που ήταν συγκεντρωμένα στο Στάδιο Γιάνκι και στο Πόλο Γκράουντς.
Εκείνη η συνέλευση ενίσχυσε την απόφασή μου να κάνω σκαπανικό. Η δημόσια ομιλία με θέμα «Η Βασιλεία του Θεού Κυβερνά—Είναι το Τέλος του Κόσμου Πλησίον;» ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντική. Μετά τη συνέλευση, επισκεφτήκαμε τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλιν και ξεναγηθήκαμε στο εργοστάσιο. Μίλησα στον αδελφό Νορ, τον τότε πρόεδρο της Εταιρίας Σκοπιά, σχετικά με την πρόοδο του έργου στην Αγία Ελένη. Μου είπε ότι ήθελε πολύ να επισκεφτεί το νησί κάποια μέρα. Όταν επιστρέψαμε, φέραμε κασέτες με ηχογραφήσεις όλων των ομιλιών, καθώς και πολλές κινηματογραφικές ταινίες από τη συνέλευση, για να τις μοιραστούμε με την οικογένειά μας και τους αδελφούς μας.
Πετυχαίνω το Στόχο της Ολοχρόνιας Υπηρεσίας
Όταν επέστρεψα, μου πρόσφεραν και πάλι την προηγούμενη εργασία μου, γιατί δεν υπήρχε άλλος οδοντίατρος στο νησί. Εντούτοις, εγώ τους εξήγησα ότι σκόπευα να αναλάβω την ολοχρόνια διακονία. Έπειτα από πολλές διαπραγματεύσεις, συμφωνήσαμε να εργάζομαι τρεις μέρες την εβδομάδα, αλλά να παίρνω μεγαλύτερο μισθό από ό,τι έπαιρνα όταν εργαζόμουν έξι μέρες την εβδομάδα. Αποδείχτηκαν αληθινά τα λόγια του Ιησού: «Εξακολουθήστε, λοιπόν, να επιζητείτε πρώτα τη βασιλεία και τη δικαιοσύνη του, και όλα αυτά τα άλλα πράγματα θα σας προστεθούν». (Ματθαίος 6:33) Το να περπατάω στους λόφους του νησιού με τα αδύναμα πόδια μου δεν ήταν πάντοτε εύκολο. Παρ’ όλα αυτά, έκανα σκαπανικό 14 χρόνια και μπόρεσα να βοηθήσω πολλούς κατοίκους του νησιού να μάθουν την αλήθεια—πράγμα που αναμφίβολα φέρνει μεγάλη χαρά.
Το 1961, η κυβέρνηση ήθελε να με στείλει στα Νησιά Φίτζι για να παρακολουθήσω δωρεάν ένα διετές εκπαιδευτικό πρόγραμμα και να αποκτήσω ολοκληρωμένη κατάρτιση ως οδοντίατρος. Μάλιστα μου έδωσαν την ευκαιρία να πάρω και την οικογένειά μου μαζί. Αυτή η προσφορά ήταν δελεαστική αλλά, αφού την εξέτασα σοβαρά, την απέρριψα. Δεν ήθελα να αφήσω τους αδελφούς για τόσο μεγάλο διάστημα και να εγκαταλείψω το προνόμιο που απολάμβανα να υπηρετώ μαζί τους. Ο ανώτερος υπάλληλος της υγειονομικής υπηρεσίας ο οποίος είχε οργανώσει το ταξίδι αναστατώθηκε πολύ. Είπε: «Αν νομίζεις ότι το τέλος είναι τόσο κοντά, και πάλι μπορείς να χρησιμοποιήσεις τα χρήματα που θα κερδίσεις στο μεταξύ». Αλλά εγώ παρέμεινα αμετακίνητος.
Την επόμενη χρονιά προσκλήθηκα στη Νότια Αφρική για να παρακολουθήσω τη Σχολή Διακονίας της Βασιλείας, ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για επισκόπους το οποίο θα διαρκούσε ένα μήνα. Μας δόθηκε πολύτιμη εκπαίδευση που μας βοήθησε να φροντίζουμε αποτελεσματικότερα για τους διορισμούς μας στην εκκλησία. Μετά τη σχολή, έλαβα περαιτέρω εκπαίδευση συνεργαζόμενος με έναν περιοδεύοντα επίσκοπο. Έκτοτε, υπηρετούσα τις δυο εκκλησίες της Αγίας Ελένης επί δέκα και πλέον χρόνια ως αναπληρωτής επίσκοπος περιοχής. Αργότερα, υπήρξαν και άλλοι αδελφοί που είχαν τα προσόντα, και ακολουθήθηκε ένα εκ περιτροπής σύστημα.
Στο μεταξύ, είχαμε μετακομίσει από το Τζεϊμστάουν στο Λέβελγουντ, όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη, και μείναμε εκεί δέκα χρόνια. Εκείνη την περίοδο, ακολουθούσα ένα εξαντλητικό πρόγραμμα—υπηρετούσα ως σκαπανέας, εργαζόμουν τρεις μέρες την εβδομάδα στο δημόσιο και είχα ένα μικρό μπακάλικο. Εκτός αυτού, φρόντιζα για τα εκκλησιαστικά ζητήματα, και μαζί με τη σύζυγό μου είχαμε να μεγαλώσουμε τέσσερα παιδιά. Για να μπορέσω να τα καταφέρω, παραιτήθηκα από την τριήμερη εργασία μου, πούλησα το μαγαζί και πήγα με ολόκληρη την οικογένειά μου στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής για τρίμηνες διακοπές. Κατόπιν μετακομίσαμε στο Νησί Ασένσιον και μείναμε εκεί ένα χρόνο. Σε εκείνον το χρόνο, μπορέσαμε να βοηθήσουμε πολλούς να αποκτήσουν ακριβή γνώση της Γραφικής αλήθειας.
Όταν επιστρέψαμε στην Αγία Ελένη, μετακομίσαμε πάλι στο Τζεϊμστάουν. Ανακαινίσαμε ένα σπίτι το οποίο ήταν εφαπτόμενο με την Αίθουσα Βασιλείας. Για να εξοικονομούμε τα προς το ζην, ο γιος μου ο Τζον και εγώ μετατρέψαμε ένα φορτηγάκι Φορντ σε καντίνα παγωτών και ασχοληθήκαμε με την πώληση παγωτού τα επόμενα πέντε χρόνια. Λίγο μετά το ξεκίνημα αυτής της επιχείρησης, είχα ένα ατύχημα με το φορτηγάκι. Αναποδογύρισε και παγιδεύτηκαν τα πόδια μου. Ως αποτέλεσμα, νεκρώθηκαν τα νεύρα μου από τα γόνατα και κάτω, και χρειάστηκαν τρεις μήνες για να αναρρώσω.
Πλούσιες Ευλογίες στο Παρελθόν και στο Μέλλον
Όλα αυτά τα χρόνια, απολαύσαμε πολλές ευλογίες—περαιτέρω λόγους για χαρά. Μια από αυτές ήταν το ταξίδι που κάναμε στη Νότια Αφρική για να παρακολουθήσουμε μια πανεθνική συνέλευση το 1985 και να επισκεφτούμε τον καινούριο οίκο Μπέθελ, ο οποίος ήταν ακόμη υπό κατασκευή. Μια άλλη ευλογία ήταν το γεγονός ότι μαζί με το γιο μου τον Τζον συμμετείχαμε ως ένα βαθμό στην ανέγερση μιας όμορφης Αίθουσας Συνελεύσεων κοντά στο Τζεϊμστάουν. Είμαστε, επίσης, χαρούμενοι διότι τρεις από τους γιους μας υπηρετούν ως πρεσβύτεροι και ένας εγγονός μας υπηρετεί στο Μπέθελ της Νότιας Αφρικής. Και αναμφίβολα έχουμε αποκομίσει πολλή χαρά και ικανοποίηση βοηθώντας πολλά άτομα να αποκτήσουν ακριβή γνώση για την Αγία Γραφή.
Ο αγρός στον οποίο εκτελούμε τη διακονία μας είναι περιορισμένος· έχει μόνο 5.000 άτομα περίπου. Εντούτοις, το ότι καλλιεργούμε τον ίδιο τομέα ξανά και ξανά έχει φέρει θαυμάσια αποτελέσματα. Είναι πολύ λίγοι οι άνθρωποι που μας φέρονται με αγένεια. Η Αγία Ελένη είναι γνωστή για τη φιλικότητά της, και οι άνθρωποι σε χαιρετούν οπουδήποτε και αν πας—είτε περπατάς στο δρόμο είτε οδηγείς το αυτοκίνητό σου. Από προσωπική μου πείρα έχω μάθει ότι όσο καλύτερα γνωρίζεσαι με τους ανθρώπους τόσο πιο εύκολο είναι να τους δώσεις μαρτυρία. Τώρα έχουμε 150 ευαγγελιζομένους, μολονότι πολλοί έχουν μετακομίσει στο εξωτερικό.
Καθώς έχουν μεγαλώσει όλα τα παιδιά μας και έχουν φύγει από το σπίτι, η σύζυγός μου και εγώ είμαστε πάλι μόνοι, έπειτα από 47 χρόνια γάμου. Η όσια αγάπη και η υποστήριξη που μου έχει δείξει στη διάρκεια αυτών των ετών με έχουν βοηθήσει να συνεχίζω να υπηρετώ τον Ιεχωβά με χαρά παρά τις δοκιμασίες. Η σωματική μας δύναμη ελαττώνεται, αλλά η πνευματική μας δύναμη ανανεώνεται κάθε μέρα. (2 Κορινθίους 4:16) Τόσο εγώ όσο και η οικογένειά μου και οι αδελφοί μου περιμένουμε με λαχτάρα ένα θαυμάσιο μέλλον στη διάρκεια του οποίου θα αποκτήσω σωματική υγεία καλύτερη από εκείνη που είχα όταν ήμουν 17 χρονών. Η πιο θερμή επιθυμία μου είναι να μπορώ να απολαμβάνω τελειότητα από κάθε άποψη και, πάνω από όλα, να υπηρετώ για πάντα τον στοργικό Θεό μας τον Ιεχωβά, που ενδιαφέρεται για εμάς, και τον Βασιλιά του τον Ιησού Χριστό που ήδη κυβερνάει.—Νεεμίας 8:10.
[Εικόνα στη σελίδα 26]
Ο Τζορτζ Σκίπιο και τρεις από τους γιους του, οι οποίοι υπηρετούν ως πρεσβύτεροι
[Εικόνα στη σελίδα 29]
Ο Τζορτζ Σκίπιο με τη σύζυγό του, την Ντόρις