Κιβώτιον Ερωτήσεων
● Μήπως γίνεται δημοσία ή κατ’ ιδίαν επίπληξις σ’ εκείνους που μετανοούν από αδικήματα σαν αυτοί να τίθενται σε δοκιμασία;
Όχι. Η επίπληξις είναι μια εκκλησιαστική έκφρασις αποδοκιμασίας που γίνεται για μία σοβαρή αδικοπραγία που θα μπορούσε να οδηγήση σε αποκοπή ενός από τα βαπτισμένα μέλη αν επρόκειτο για ένα αμετανόητο. (1 Τιμ. 5:20· Τίτον 1:10-13) Αφού γίνη αυτή η έκφρασις αποδοκιμασίας, η επίπληξις είναι πλήρης. Το άτομο δεν εισέρχεται σε μια περίοδο συνεχούς επιτιμήσεως κι επομένως δεν είναι υπό επίπληξιν, υπό δοκιμασίαν, κατά έναν τρόπο.
Γιατί, λοιπόν, ισχύουν περιορισμοί; Σοβαρό αμάρτημα που διαπράχθηκε από ένα μέλος της εκκλησίας, δείχνει πνευματική αδυναμία από μέρους του. Όπως ένα άτομο που είναι σωματικά ασθενικό μπορεί να εμποδίζεται να τρώγη ωρισμένες τροφές ή να κάνη ωρισμένα πράγματα ώσπου να βελτιωθή ουσιαστικά η κατάστασίς του έτσι κι ένας που είναι πνευματικώς ασθενής μπορεί ν’ απαλλαγή από ωρισμένες ευθύνες στην εκκλησία ώσπου ν’ αποδειχθή ότι αυτός επανέκτησε την πνευματική του δύναμι. Οι περιορισμοί προορίζονται σε μεγάλο βαθμό να βοηθούν τον μετανοούντα παραβάτη να ανανήψη από την πνευματική του αδυναμία και να του εντυπωθή πόσο σπουδαίο είναι να σέβεται την αγιότητα του Θεού.—Γαλ. 6:7-9· βλέπε βιβλίον Οργάνωσις, σελ. 166, 167.
Αν ένας αδελφός στον οποίον προσφάτως έγινε επίπληξις μετακομίση σε άλλη εκκλησία, είναι σκόπιμο να πληροφορηθούν οι πρεσβύτεροι εκείνης τις εκκλησίας για οποιουσδήποτε περιορισμούς που του έχουν επιβληθή. Έτσι, θα μπορέσουν οι πρεσβύτεροι της νέας εκκλησίας του να συνεχίσουν να επιβλέπουν την αποκατάστασι των προνομίων του και να τον βοηθήσουν για μια πλήρη πνευματική επανόρθωσι. Φυσικά, δεν γίνεται καμμιά ανακοίνωσις στη νέα εκκλησία για την προηγουμένη αυτή επίπληξι. Οι πρεσβύτεροι πρέπει πάντοτε να μιμούνται τον σπλαχνικό τρόπο με τον οποίο ο Ιεχωβά φέρθηκε στον λαό του ακόμη και όταν εχρειάζετο τιμωρία.—Ησ. 63:7-9.