ΓΚΙΟΡΓΚΙ ΠΟΡΤΣΟΥΛΙΑΝ | ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
«Η Αγάπη μου για τον Ιεχωβά με Στηρίζει»
Όταν με έστειλαν σε στρατόπεδο εργασίας στην αφιλόξενη περιφέρεια του Μαγκαντάν στη Σιβηρία, ήμουν μόνο 23 χρονών. Είχα βαφτιστεί ως Μάρτυρας του Ιεχωβά μόλις πριν από έναν χρόνο. Ήμουν τόσο παρορμητικός και άπειρος ώστε, την πρώτη φορά που επιχείρησα να μιλήσω σε έναν συγκρατούμενό μου για την πίστη μου, κοντέψαμε να πιαστούμε στα χέρια.
Αλλά τι έκανε εμένα, έναν πρώην κομμουνιστή, να υιοθετήσω την πίστη μιας θρησκευτικής ομάδας που θεωρούνταν εχθρός του Κράτους; Και πώς με βοήθησε η αγάπη και η εκπαίδευση του Ιεχωβά να βελτιώσω την προσωπικότητά μου στα χρόνια της καταναγκαστικής εργασίας και της εξορίας;
Αναζητούσα Δικαιοσύνη και Ειρήνη Διάνοιας
Γεννήθηκα το 1930, στο Ταμπάνι, ένα χωριουδάκι στη βόρεια Μολδαβία. Οι γονείς μου εργάζονταν πολύ σκληρά σε ένα συνεταιριστικό αγρόκτημα για να θρέψουν τα έξι παιδιά τους. Ζούσαμε με λίγα. Η μητέρα μου ήταν μέλος της ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και ο πατέρας μου ήταν Καθολικός. Τους θυμάμαι να λογομαχούν συχνά για τη σοκαριστική διαγωγή των ιερέων.
Όταν αποφοίτησα από το σχολείο στα 18 μου, έγινα μέλος της Κομσομόλ, μιας οργάνωσης νεολαίας που διέδιδε τις κομμουνιστικές πεποιθήσεις. Σκοπός της ήταν να ετοιμάσει την επόμενη γενιά των μελών του κομμουνιστικού κόμματος. Μέσα σε λίγο διάστημα εκλέχθηκα γραμματέας της τοπικής ομάδας. Οι αξίες που προωθούσε, όπως η αδελφοσύνη, η ισότητα και η δικαιοσύνη, ηχούσαν γλυκά στα αφτιά μου. Βλέποντας όμως την αδικία και τη διαφθορά που είχαν διαποτίσει την κοινωνία, ένιωθα ένα μεγάλο κενό.
Εφόσον ήμουν ενεργό μέλος της Κομσομόλ, έπρεπε οπωσδήποτε να υποστηρίζω τα διατάγματα της κυβέρνησης της Σοβιετικής Ένωσηςa με τα οποία έκλεινε εκκλησίες και διέλυε θρησκευτικές ομάδες. Στο χωριό μας, είχαμε μερικούς Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αν και είχα προσέξει την έντιμη και ειρηνική διαγωγή τους, τους θεωρούσα φανατικούς. Ούτε που φανταζόμουν ότι, λίγο αργότερα, αυτός που θα μου έδινε τις απαντήσεις σε πολλά από τα ερωτήματά μου θα ήταν ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά.
Ο θείος μου, ο Ντιμίτρι, ο οποίος ζούσε στο χωριό μου, ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Μια ανοιξιάτικη μέρα του 1952, με ρώτησε: «Γκιόργκι, τι θα κάνεις με τη ζωή σου;» Ήταν ο μόνος που νοιαζόταν για εμένα τόσο ώστε να μου κάνει μια τέτοια ερώτηση. Η αλήθεια είναι ότι στο μυαλό μου τριγύριζαν πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Για παράδειγμα, αναρωτιόμουν: “Αν υπάρχει Θεός, γιατί επιτρέπει να υποφέρουν τόσο πολύ οι άνθρωποι;” Τις επόμενες οχτώ μέρες, ο Ντιμίτρι απαντούσε στις ερωτήσεις μου μέσα από τη Γραφή. Κάποιες φορές, μιλούσαμε για τον Θεό μέχρι τις τρεις το πρωί!
Κάποιες φορές, ο Γκιόργκι και ο Ντιμίτρι συζητούσαν όλη νύχτα Βιβλικά θέματα
Μετά από αυτές τις συζητήσεις, αποφάσισα να μελετήσω τη Γραφή επισταμένα. Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι είχα έναν ουράνιο Πατέρα που με αγαπούσε πραγματικά. (Ψαλμός 27:10) Αν και είχα ελάχιστη Βιβλική γνώση, η αγάπη μου για τον Ιεχωβά ήταν τόσο δυνατή που με υποκίνησε να κάνω αποφασιστικές ενέργειες. Παρά τις απειλές του τοπικού προέδρου, έφυγα από το κομμουνιστικό κόμμα. Τον Σεπτέμβριο του 1952, μόλις τέσσερις μήνες αφότου ξεκίνησα να μελετώ τη Γραφή, αφιερώθηκα στον Ιεχωβά και βαφτίστηκα.
Η Αγάπη μου για τον Ιεχωβά Δοκιμάζεται
Εκείνη την περίοδο, οι δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν υπό απαγόρευση. Ωστόσο, εγώ ήθελα να εκφράσω την αγάπη μου για τον Ιεχωβά με πράξεις. Γι’ αυτό, προσφέρθηκα να μεταφέρω Βιβλικά έντυπα σε άλλους Μάρτυρες που ζούσαν σε χωριά. Αυτό ήταν ριψοκίνδυνο επειδή, αν οι χωρικοί υποπτεύονταν κάτι, θα κατέδιδαν εύκολα έναν ξένο στις αρχές. Μάλιστα, ακόμα και κάποιοι Μάρτυρες ήταν επιφυλακτικοί μαζί μου. Φοβούνταν μήπως είμαι ένας από τους πολλούς μυστικούς πράκτορες της αστυνομίας που είχαν εισχωρήσει στην εκκλησία. Γρήγορα όμως κατάλαβαν ότι δεν ήμουν κατάσκοπος. Μόλις δύο μήνες μετά το βάφτισμά μου, με συνέλαβαν και με καταδίκασαν για μεταφορά απαγορευμένων εντύπων.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της προφυλάκισής μου, που κράτησε σχεδόν έναν χρόνο, με υπέβαλλαν σε ανακρίσεις στις οποίες οι αστυνομικοί προσπαθούσαν να διαρρήξουν την ακεραιότητά μου. Εγώ όμως είχα ήδη αναπτύξει βαθιά αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό. Τελικά, κανονίστηκε μια δημόσια δίκη στην Οδησσό της Ουκρανίας. Οι γονείς μου και τα αδέλφια μου, που δεν ήταν τότε Μάρτυρες του Ιεχωβά, κλήθηκαν να καταθέσουν στο δικαστήριο.
Δικάστηκα ως παραπλανημένο μέλος μιας επικίνδυνης αίρεσης. Οι αρχές ήθελαν να κάνουν τους γονείς και τα αδέλφια μου να πιστέψουν ότι είχα τρελαθεί. Οι γονείς μου τρομοκρατήθηκαν. Έκλαιγαν και με παρακαλούσαν να συνέλθω. Εγώ όμως παρέμεινα ήρεμος. Είπα στη μητέρα μου: «Μην ανησυχείς. Δεν τα ’χω χαμένα. Βρήκα αυτό που έψαχνα μια ζωή και δεν πρόκειται ποτέ να το αποχωριστώ». (Παροιμίες 23:23) Αν και δεν είχα ιδιαίτερη γνώση των Γραφών, αυτά που γνώριζα για τον Ιεχωβά ήταν αρκετά για να παραμείνω προσκολλημένος σε εκείνον. Μετά από περίπου έξι χρόνια, οι γονείς μου έμαθαν περισσότερα για τις πεποιθήσεις μου και έγιναν και εκείνοι Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Μπροστά στους γονείς του Γκιόργκι, το δικαστήριο τον κατηγόρησε ότι είχε γίνει μέλος μιας επικίνδυνης αίρεσης
Καταδικάστηκα σε 15 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας και με έστειλαν με τρένο στην περιφέρεια της Κολίμα, στην καρδιά ενός μεγάλου δικτύου στρατοπέδων εργασίας στη Σιβηρία. Οι φρουροί και οι αξιωματικοί, για να έχουν τον πλήρη έλεγχο, μας έδερναν και μας άφηναν να λιμοκτονούμε. Στην αρχή, αναρωτιόμουν πώς θα κατάφερνα να επιβιώσω.
Γεύομαι τη Στοργική Φροντίδα και την Εκπαίδευση του Θεού
Λίγο μετά την άφιξή μου, μερικοί από τους 34 Μάρτυρες που ήταν ήδη φυλακισμένοι στο στρατόπεδο με πλησίασαν προσεκτικά και με ρώτησαν: «Είναι κανείς από εσάς Ιωναδαβίτης;» Κατάλαβα αμέσως ότι ήταν πνευματικοί αδελφοί μου. Ήταν οι μόνοι που θα χρησιμοποιούσαν έναν τέτοιον Βιβλικό όρο! Αυτοί οι έμπειροι αδελφοί μού δίδαξαν πώς να εφαρμόζω Βιβλικές αρχές όταν τα πράγματα γίνονταν δύσκολα, αλλά με βοήθησαν και να αναπτύξω πνευματικές ιδιότητες όπως η διάκριση.
Στο στρατόπεδο εργαζόμουν ως μηχανικός. Μια μέρα, ένας συγκρατούμενός μου με τον οποίο δουλεύαμε μαζί, ο Ματφέι, καυχήθηκε ότι ήξερε τα ονόματα 50 αγίων απέξω. Όταν έκανα ένα προσβλητικό σχόλιο για τους υποτιθέμενους αγίους, ο Ματφέι πήγε να μου δώσει μπουνιά, αλλά εγώ το έβαλα στα πόδια. Όταν είδα τους αδελφούς να γελάνε, εκνευρίστηκα και φώναξα: «Τι γελάτε; Να κηρύξω ήθελα!» Μου υπενθύμισαν με καλοσύνη ότι ο στόχος μας είναι να μιλάμε στους άλλους για τα καλά νέα, όχι να τους προσβάλλουμε. (1 Πέτρου 3:15) Ο Ματφέι ήταν πολιτικός αντιφρονούντας. Τον είχε εντυπωσιάσει όμως ο σεβασμός που έδειχναν οι Μάρτυρες στους φρουρούς και στους αξιωματικούς. Τελικά έδειξε ενδιαφέρον για το άγγελμα της Αγίας Γραφής. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το βράδυ που βαφτίστηκε κρυφά σε ένα βαρέλι με κρύο νερό.
Λίγο μετά την άφιξή μας στο στρατόπεδο, δύο νεαροί αδελφοί και εγώ προσκληθήκαμε να παρακολουθήσουμε μαθήματα πολιτικής θεωρίας. Στην αρχή, αρνηθήκαμε να παρευρεθούμε σε αυτές τις συναντήσεις. Νομίζαμε ότι, αν παίρναμε μέρος, θα παραβιάζαμε τη Χριστιανική μας ουδετερότητα. (Ιωάννης 17:16) Το αποτέλεσμα ήταν να μας βάλουν σε ένα σκοτεινό κελί απομόνωσης για δύο εβδομάδες. Όταν βγήκαμε, κάποιοι στοργικοί αδελφοί μάς εξήγησαν ότι δεν θα είχαμε διαρρήξει οπωσδήποτε την ακεραιότητά μας αν απλώς παρευρισκόμασταν σε αυτές τις συναντήσεις. Ίσα ίσα, θα είχαμε την ευκαιρία να δώσουμε θαυμάσια μαρτυρία. Αυτοί οι ευγενικοί αδελφοί μάς βοήθησαν με αγάπη να γίνουμε πιο σοφοί και ευπροσάρμοστοι.
Η υπομονετική τους εκπαίδευση αποδείκνυε ξεκάθαρα τη στοργική φροντίδα του Ιεχωβά για εμένα. Για παράδειγμα, ένας κρατούμενος που ήταν ιερέας είχε διοριστεί αρχιλογιστής. Κάθε φορά που συναντιούνταν οι δρόμοι μας στα γεύματα, με χαιρετούσε και μου έλεγε: «Γεια σου, γιε του Διαβόλου!» Ένας συγκρατούμενός μου μού είπε να του απαντήσω και εγώ ειρωνικά: «Γεια σου, μπαμπά!» Δυστυχώς, εγώ τον άκουσα και το αποτέλεσμα ήταν να μου δώσουν ένα γερό ξύλο. Όταν οι αδελφοί έμαθαν τι μου είχε συμβεί, με βοήθησαν να καταλάβω ότι η συμπεριφορά μου δεν ήταν σωστή. (Παροιμίες 29:11) Τελικά, πήγα στον ιερέα και του ζήτησα συγνώμη.
Προτού με στείλουν στο στρατόπεδο εργασίας, παρακολουθούσα κρυφά τις συναθροίσεις τη νύχτα ή νωρίς το πρωί. Στο στρατόπεδο όμως, δεν υπήρχε μέρος να κρυφτείς. Γι’ αυτό, κάθε πρωί σχηματίζαμε έναν κύκλο, μπροστά στα μάτια των φρουρών, και συζητούσαμε μερικά εδάφια που είχαμε γράψει εκ των προτέρων σε χαρτάκια. Στόχος μας ήταν να μάθουμε απέξω όσο περισσότερα εδάφια μπορούσαμε και να τα θυμίζουμε ο ένας στον άλλον τακτικά. Κάθε φορά που διέκοπτε τις συναντήσεις μας κάποιος αξιωματικός, καταπίναμε γρήγορα τις σημειώσεις μας.
Επειδή οι Μάρτυρες δεν μπορούσαν να κρυφτούν πουθενά στο στρατόπεδο εργασίας, διάβαζαν τη Γραφή μπροστά στα μάτια των φρουρών
Εξόριστος Αλλά Όχι Απομακρυσμένος από την Αγάπη του Θεού
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, μετά την απελευθέρωση του Γκιόργκι από το στρατόπεδο εργασίας
Μετά την αποφυλάκισή μου από το στρατόπεδο το 1959, με απέλασαν στην περιφέρεια του Καραγκαντά στο Καζακστάν. Αν και ήμουν ακόμα υπό επιτήρηση, ζήτησα από τις αρχές άδεια 20 ημερών για να παντρευτώ. Ταξίδεψα στην περιφέρεια του Τομσκ στη Ρωσία, όπου ήξερα μια πιστή και αξιαγάπητη αδελφή που την έλεγαν Μαρία. Ως συνήθως, μπήκα κατευθείαν στο θέμα και της είπα: «Μαρία, δεν έχω χρόνο για ραντεβού. Παντρέψου με!» Συμφώνησε, και έτσι κάναμε έναν μικρό γάμο. Η Μαρία εκτιμούσε πολύ το ότι είχα υπομείνει τόσο πολλές δοκιμασίες και ήθελε να με βοηθήσει να συνεχίσω να υπηρετώ τον Ιεχωβά.—Παροιμίες 19:14.
Τη δεκαετία του 1960, δεν μπορούσαμε να κάνουμε έργο από σπίτι σε σπίτι αλλά με κάθε ευκαιρία μιλούσαμε ανεπίσημα για τις πεποιθήσεις μας. Όταν μας καλούσαν κάπου ή ενώ ήμασταν διακοπές, συζητούσαμε συχνά με άλλους για την ελπίδα της αιώνιας ζωής στη γη. Επίσης, δημιουργούσαμε ευκαιρίες για να μιλάμε σε άλλους. Για παράδειγμα, επισκεπτόμασταν σπίτια που πωλούνταν και προσπαθούσαμε να στρέψουμε τη συζήτηση με τους ιδιοκτήτες σε πνευματικά θέματα. Με αυτή την προσέγγιση, η Μαρία και εγώ αρχίσαμε Γραφικές μελέτες με έξι άτομα που τελικά έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Μερικές φορές δίναμε μαρτυρία σε εκλογικές περιόδους. Μια μέρα, μυστικοί πράκτορες της αστυνομίας ήρθαν στο εργοστάσιο που δούλευα μαζί με κάποιους αδελφούς. Μπροστά σε περίπου 1.000 συναδέλφους μας, μας ρώτησαν γιατί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν συμμετέχουν στα πολιτικά. Ο αρχιμηχανικός μαζί με αρκετούς άλλους εργάτες μάς υπερασπίστηκαν. Είπαν στους αστυνομικούς ότι ήμασταν υπεύθυνοι και επιμελείς εργάτες. Η αντίδρασή τους μας έδωσε τη δύναμη να εξηγήσουμε τη στάση μας λέγοντάς τους κάποια εδάφια που θυμόμασταν. Χάρη στη μαρτυρία που δώσαμε με τόλμη, τέσσερις εργάτες έδειξαν ενδιαφέρον για τη Βιβλική αλήθεια και βαφτίστηκαν σε λιγότερο από έναν χρόνο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, πολλοί ειλικρινείς άνθρωποι έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Καζακστάν. Νιώσαμε λοιπόν την ανάγκη να οργανώσουμε την πρώτη μας συνέλευση. Αλλά πώς θα καταφέρναμε να το κάνουμε αυτό χωρίς να κινήσουμε τις υποψίες των αρχών; Αποφασίσαμε να κάνουμε μια μονοήμερη συνέλευση σε συνδυασμό με έναν γάμο σε κάποιο χωριό κοντά στην πόλη του Αλμάτι. Συγκεντρωθήκαμε λοιπόν για να κάνουμε από τη μια έναν πραγματικό γάμο και από την άλλη τη Χριστιανική μας συνέλευση, με τον γαμπρό και τη νύφη να καλωσορίζουν πάνω από 300 καλεσμένους! Η γυναίκα μου και μερικές ακόμα αδελφές εργάστηκαν σκληρά για να διακοσμήσουν τον χώρο και να ετοιμάσουν πεντανόστιμα φαγητά. Οι καλεσμένοι εκτίμησαν ιδιαίτερα τη θαυμάσια Βιβλική διδασκαλία που παρουσίασαν οι περίπου 10 ομιλητές. Εκείνη τη μέρα, έκανα την πρώτη μου Βιβλική ομιλία μπροστά σε μεγάλο ακροατήριο.
Η Αγάπη του Θεού μάς Στηρίζει στις Δοκιμασίες Μας
Ο Γκιόργκι και η σύζυγός του, η Μαρία, με την κόρη τους, τη Λιουντμίλα
Η αγαπημένη μου σύζυγος, η Μαρία, στάθηκε πιστή βοηθός στο πλάι μου για όλη της τη ζωή. Ήταν πράος και υποτακτικός άνθρωπος, που έβαζε πάντα τα συμφέροντα της Βασιλείας στην πρώτη θέση. Αν και σωματικά ήταν δυνατή γυναίκα, ξαφνικά εμφάνισε μια σοβαρή μορφή οστεοπόρωσης που την καθήλωσε στο κρεβάτι σχεδόν 16 χρόνια. Μαζί με τη συμπονετική κόρη μας, τη Λιουντμίλα, τη φροντίσαμε με αγάπη μέχρι τον θάνατό της, το 2014.
Όταν η αγαπημένη μου Μαρία υπέφερε, ένιωθα εντελώς ανήμπορος. Ωστόσο, μέχρι και την τελευταία της μέρα, διαβάζαμε μαζί τη Γραφή και ενθαρρυντικά άρθρα. Μιλούσαμε συχνά για τον νέο κόσμο. Υπήρχαν στιγμές που έκλαιγα σιωπηλά στο πλάι της. Κάθε φορά όμως που διαβάζαμε για τις υπέροχες υποσχέσεις του Ιεχωβά, γαληνεύαμε και παίρναμε δύναμη για να συνεχίσουμε.—Ψαλμός 37:18· 41:3.
Ο Γκιόργκι και η Λιουντμίλα σε Χριστιανική συγκέντρωση
Από την πρώτη μέρα που γεύτηκα την αγάπη του Ιεχωβά, δεν έχω πάψει να νιώθω τη βοήθεια και τη φροντίδα του. (Ψαλμός 34:19) Όταν ήμουν νέος και άπειρος, ένιωσα την αγάπη του Ιεχωβά μέσω των αδελφών που με βοήθησαν υπομονετικά να βελτιώσω την προσωπικότητά μου. Όταν αντιμετώπισα κακουχίες στο στρατόπεδο εργασίας και στην εξορία, ένιωσα τη βοήθεια του Ιεχωβά μέσω του Λόγου του. Τέλος, μου έδωσε τη δύναμη που χρειαζόμουν για να φροντίσω την αγαπημένη μου σύζυγο, τη Μαρία, μέχρι τον θάνατό της. Σήμερα, μπορώ να πω με σιγουριά ότι όλη μου τη ζωή η αγάπη του Ιεχωβά με στηρίζει.—Ψαλμός 31:19.
a Το Καζακστάν, η Μολδαβία και η Ουκρανία ήταν μέλη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης μέχρι το 1991.