-
Στόχος της Σοβιετικής ΕπίθεσηςΞύπνα!—2001 | Απρίλιος 22
-
-
άρχισε τον Αύγουστο του 1948, όταν πέντε άτομα που είχαν αναλάβει την ηγεσία στο έργο συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν. «Σύντομα φάνηκε ότι η Κα-Γκε-Μπε ήθελε να μας συλλάβει όλους», είπε ο Λέμπιτ Τομ, ένας Εσθονός Μάρτυρας. Το ίδιο συνέβαινε οπουδήποτε υπήρχαν Μάρτυρες στη Σοβιετική Ένωση.
Οι σοβιετικές αρχές παρουσίαζαν τους Μάρτυρες ως τους χειρότερους εγκληματίες και ως μεγάλη απειλή για το αθεϊστικό Σοβιετικό Κράτος. Γι’ αυτό, παντού καταδιώκονταν, συλλαμβάνονταν και φυλακίζονταν. Το βιβλίο Το Σπαθί και η Ασπίδα παρατήρησε: «Αυτή η ψύχωση των υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Κα-Γκε-Μπε με τους Ιεχωβίτες ήταν, ίσως, το μεγαλύτερο παράδειγμα της παντελούς έλλειψης ισορροπίας που τους διέκρινε όσον αφορά την αντιμετώπιση ακόμη και των πιο ασήμαντων διαφωνιών».
Αυτή η ψύχωση έγινε έκδηλη με δραματικό τρόπο στην προσεκτικά σχεδιασμένη επίθεση που εξαπολύθηκε εναντίον των Μαρτύρων τον Απρίλιο του 1951. Μόλις πριν από δύο χρόνια, το 1999, ο καθηγητής Σεργκέι Ιβανένκο, διακεκριμένος Ρώσος θεολόγος, στο βιβλίο του Ένας Λαός που Δεν Αποχωρίζεται Ποτέ την Αγία Γραφή Του (The People Who Are Never Without Their Bibles) παρατήρησε ότι στις αρχές Απριλίου του 1951 «περισσότερες από 5.000 οικογένειες Μαρτύρων του Ιεχωβά από τις σοβιετικές δημοκρατίες της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας, της Μολδαβίας και της Βαλτικής στάλθηκαν σε “μόνιμους οικισμούς” στη Σιβηρία, στην Άπω Ανατολή και στο Καζακστάν».
Άξιοι Ενθύμησης
Μπορείτε να φανταστείτε την εργασία που απαιτούσε αυτή η επίθεση—να συγκεντρωθούν μέσα σε μία μέρα χιλιάδες οικογένειες Μαρτύρων από μια τόσο μεγάλη περιοχή; Σκεφτείτε το συντονισμό που θα έπρεπε να υπάρχει ανάμεσα στα εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, άτομα που χρειάστηκαν—για να εντοπίσουν πρώτα τους Μάρτυρες και έπειτα για να κάνουν, μέσα στη νύχτα, ταυτόχρονες αιφνιδιαστικές επιδρομές στα σπίτια τους. Στη συνέχεια, έπρεπε να φορτώσουν τους ανθρώπους σε κάρα, άμαξες και άλλα οχήματα, να τους μεταφέρουν στους σιδηροδρομικούς σταθμούς και να τους βάλουν σε φορτηγά βαγόνια.
Αναλογιστείτε, επίσης, πόσο υπέφεραν τα θύματα. Μπορείτε να φανταστείτε πώς θα ήταν αν σας εξανάγκαζαν να ταξιδέψετε χιλιάδες χιλιόμετρα—επί τρεις εβδομάδες ή και περισσότερο—σε υπερφορτωμένα, ανθυγιεινά φορτηγά βαγόνια που είχαν μόνο έναν κουβά για τουαλέτα; Ακόμη, προσπαθήστε να φανταστείτε πώς θα ήταν αν σας είχαν εγκαταλείψει στην ερημιά της Σιβηρίας και γνωρίζατε ότι θα έπρεπε να βρείτε κάποιον τρόπο για να επιβιώσετε σε εκείνο το αφιλόξενο περιβάλλον.
Αυτόν το μήνα συμπληρώνονται 50 χρόνια από τον εξορισμό των Μαρτύρων του Ιεχωβά τον Απρίλιο του 1951. Για να γίνει γνωστή η πιστότητα που έδειξαν όλες αυτές τις δεκαετίες του διωγμού, έχουν βιντεοσκοπηθεί εμπειρίες επιζώντων. Αυτές αποδεικνύουν ότι—όπως και στην περίπτωση των Χριστιανών του πρώτου αιώνα—οι προσπάθειες που γίνονται για να αποτραπούν οι άνθρωποι από το να λατρεύουν τον Θεό είναι τελικά καταδικασμένες σε αποτυχία.
Τι Πέτυχε η Εξορία
Οι σοβιετικές αρχές έμαθαν σύντομα ότι το να κάνουν τους Μάρτυρες να σταματήσουν να λατρεύουν τον Ιεχωβά θα ήταν πολύ πιο δύσκολο από ό,τι είχαν φανταστεί. Παρά τις διαμαρτυρίες των φρουρών τους, οι Μάρτυρες έψελναν ύμνους στον Ιεχωβά ενώ οδηγούνταν στην εξορία και κρεμούσαν στα βαγόνια τους την επιγραφή: «Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Αμαξοστοιχία». Ένας Μάρτυρας εξήγησε: «Στους σιδηροδρομικούς σταθμούς καθ’ οδόν, συναντούσαμε και άλλα τρένα που μετέφεραν εξορίστους και βλέπαμε τις επιγραφές οι οποίες ήταν κρεμασμένες στα βαγόνια». Πόσο ενθαρρυντικό ήταν αυτό!
Αντί λοιπόν να αποκαρδιωθούν, οι εξόριστοι αντανακλούσαν το πνεύμα των αποστόλων του Ιησού. Η Αγία Γραφή λέει πως, όταν τους έδειραν και τους πρόσταξαν να σταματήσουν να κηρύττουν, εκείνοι «συνέχισαν αδιάκοπα να διδάσκουν και να διακηρύττουν τα καλά νέα για τον Χριστό». (Πράξεις 5:40-42) Πράγματι, όπως είπε ο Κόλαρς για την εξορία, «αυτό δεν ήταν το τέλος των “Μαρτύρων” στη Ρωσία, παρά μόνο η αρχή ενός καινούριου κεφαλαίου στις προσηλυτιστικές τους δραστηριότητες. Προσπαθούσαν μάλιστα να διαδώσουν την πίστη τους όταν σταματούσαν στους διάφορους σταθμούς καθ’ οδόν προς την εξορία».
Όταν έφταναν οι Μάρτυρες στους προορισμούς τους και αφήνονταν εκεί, αποκτούσαν καλή φήμη ως υπάκουοι, ακούραστοι εργάτες. Ωστόσο, παράλληλα, μιμούμενοι τους αποστόλους του Χριστού, έλεγαν ουσιαστικά στους δυνάστες τους: “Δεν μπορούμε να σταματήσουμε να μιλάμε για τον Θεό μας”. (Πράξεις 4:20) Πολλοί έδιναν προσοχή στη διδασκαλία των Μαρτύρων και ενώνονταν μαζί τους στην υπηρεσία του Θεού.
Τα αποτελέσματα ήταν ακριβώς όπως τα περιέγραψε ο Κόλαρς: «Εκτοπίζοντάς τους, η Σοβιετική Κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα καλύτερο για τη διάδοση της πίστης τους. Έξω από την απομόνωση των χωριών τους [στις δυτικές σοβιετικές δημοκρατίες] οι “Μάρτυρες” φέρθηκαν σε έναν ευρύτερο κόσμο, έστω και αν αυτός ήταν ο τρομερός κόσμος των στρατοπέδων συγκέντρωσης και καταναγκαστικών έργων».
Προσπάθειες για Έλεγχο της Αύξησης
Αργότερα, οι σοβιετικές αρχές δοκίμασαν διαφορετικές μεθόδους προκειμένου να σταματήσουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Εφόσον ο άγριος διωγμός δεν απέδωσε τα επιθυμητά αποτελέσματα, τέθηκε σε εφαρμογή ένα καλά σχεδιασμένο πρόγραμμα ψευδούς προπαγάνδας. Χρησιμοποιήθηκαν βιβλία, ταινίες και ραδιοφωνικά προγράμματα—καθώς επίσης εκπαιδευμένοι πράκτορες της Κα-Γκε-Μπε που διείσδυσαν στις εκκλησίες.
Η διαδεδομένη παραπληροφόρηση παροδήγησε πολλούς ανθρώπους κάνοντάς τους να βλέπουν τους Μάρτυρες με φόβο και δυσπιστία, όπως φάνηκε από ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στην καναδική έκδοση του περιοδικού Ρίντερς Ντάιτζεστ (Reader’s Digest) τον Αύγουστο του 1982. Το έγραψε ο Βλαντιμίρ Μπουκόφσκι, ένας Ρώσος που του επιτράπηκε να μεταναστεύσει στην Αγγλία το 1976. Σε αυτό το άρθρο ανέφερε: «Μια βραδιά στο Λονδίνο, έτυχε να παρατηρήσω κάποια επιγραφή σε ένα κτίριο που έγραφε ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ . . . Δεν μπορούσα να διαβάσω παρακάτω, έμεινα άναυδος, σχεδόν πανικοβλήθηκα».
Ο Βλαντιμίρ εξήγησε τον αδικαιολόγητο φόβο του: «Αυτοί είναι οι αιρετικοί τους οποίους χρησιμοποιούν οι αρχές στη χώρα μας σαν μπαμπούλες για να φοβίζουν τα παιδιά . . . Στην ΕΣΣΔ, μόνο σε φυλακές και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης μπορείς να συναντήσεις πρόσωπο με πρόσωπο τους “Μάρτυρες”. Και τώρα έβλεπα μπροστά μου ένα κτίριο με μια επιγραφή. Θα ήταν δυνατό να μπει κανείς σε αυτό το κτίριο και να πιει τσάι μαζί τους;» ρώτησε. Δίνοντας έμφαση στο λόγο για τον οποίο ανησύχησε, ο Βλαντιμίρ ολοκλήρωσε λέγοντας: «Οι “Μάρτυρες” καταδιώκονται στη χώρα μας με την ίδια μανία που καταδιώκεται στη δική τους χώρα η Μαφία, και το πέπλο μυστηρίου που τους περιβάλλει είναι παρόμοιο».
Ωστόσο, παρά τον άγριο διωγμό και την ψευδή προπαγάνδα, οι Μάρτυρες εγκαρτερούσαν και αυξάνονταν σε αριθμό. Σοβιετικά βιβλία όπως αυτό με τον τίτλο Οι Αλήθειες για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά (The Truths About Jehovah’s Witnesses), το οποίο τυπώθηκε το 1978 σε 100.000 αντίτυπα στη ρωσική, υποδείκνυαν ότι ήταν ανάγκη να ενταθεί η προπαγάνδα εναντίον των Μαρτύρων. Ο συγγραφέας Β. Β. Κόνικ, ο οποίος περιέγραψε πώς επιτελούσαν το έργο τους οι Μάρτυρες παρά τους αυστηρούς περιορισμούς, συνέστησε: «Οι Σοβιετικοί ερευνητές της θρησκείας πρέπει να μάθουν πιο αποτελεσματικές μεθόδους για να αντιμετωπίζουν τις διδασκαλίες των μαρτύρων του Ιεχωβά».
Γιατί Έγιναν Στόχος της Επίθεσης;
Για να το πούμε απλά, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν ο κύριος στόχος της σοβιετικής επίθεσης επειδή μιμούνταν τους πρώτους ακολούθους του
-
-
Πώς Επιβίωσε η ΘρησκείαΞύπνα!—2001 | Απρίλιος 22
-
-
[Εικόνα στη σελίδα 8, 9]
-