«Ελευθερωθήτε από την Αγάπη του Χρήματος»
Όχι το χρήμα, αλλ’ η αγάπη του χρήματος είναι «ρίζα πάντων των κακών». Ποια είναι αυτά τα πράγματα;
Ο ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟΣ Θεός γνωρίζει τι χρειάζεται ο άνθρωπος για να είναι ευτυχής. Στον λόγο του, την Αγία Γραφή, δίνει πολλές συμβουλές, οι οποίες, αν τύχουν προσοχής, μπορούν να σώσουν ένα άτομο από μια ζωή ανησυχίας, στενοχωρίας, πόνου καρδιάς και τραγωδίας. Μια από τις πολύτιμες υποδείξεις για ευτυχία, που βρίσκονται στον λόγο του Θεού, είναι: «Ο τρόπος σας έστω αφιλάργυρος. [Ελευθερωθήτε από την αγάπη του χρήματος, ΜΝΚ].» Πόσο λίγοι μεταξύ των καθ’ ομολογίαν Χριστιανών του λεγομένου Χριστιανικού κόσμου δίνουν προσοχή σ’ αυτή τη συμβουλή! Τι δυστυχία θα μπορούσε ν’ αποφευχθή με το να είναι κανείς ελεύθερος από την αγάπη του χρήματος! Τι νέφος θλίψεων περιβάλλει εκείνους που δεν ‘έχουν ελευθερωθή από την αγάπη του χρήματος’!—Εβρ. 13:5.
Ο απόστολος Παύλος, όταν μας λέγη γιατί είναι ζωτικό να είναι οι Χριστιανοί ελεύθεροι από την αγάπη του χρήματος, γράφει: «Όσοι δε θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. Διότι ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία· την οποίαν τινές ορεγόμενοι, απεπλανήθησαν από της πίστεως, και διεπέρασαν εαυτούς με οδύνας πολλάς.» (1 Τιμ. 6:9, 10) Ο φιλοχρήματος δεν χρειάζεται να είναι κατ’ ανάγκην πλούσιος· πραγματικά, μπορεί να είναι ένας από τα εκατομμύρια εκείνα των ανθρώπων που έχουν λίγα ή μέτρια μέσα και οι οποίοι είναι αποφασισμένοι να πλουτήσουν. Αυτή η απόφασις του να πλουτήσουν είναι ένα σύμπτωμα της αγάπης του χρήματος. Ένας άνθρωπος εσκεμμένα καταβάλλει τις προσπάθειές του να συσσωρεύη χρήμα και πλούτη.
Ένα άλλο σύμπτωμα της φιλοχρηματίας ενός ατόμου είναι η έλλειψις συναισθήσεως της πνευματικής ανάγκης του. Ο υλιστής συγκεντρώνει τη ζωή του γύρω από τον εαυτό του, τις επιθυμίες του και τα υλικά πράγματα. Ο Χριστιανός, εξ άλλου, πρέπει να συγκεντρώνη τη ζωή του γύρω από τον Ιεχωβά Θεό, τον λόγον Του, το θέλημά Του, τη διακονία Του, κάνοντας τα πνευματικά πράγματα πυρήνα της υπάρξεώς του. Η κυρία, λοιπόν, βλάβη που προέρχεται από την αγάπη του χρήματος είναι ότι καταστρέφει τη σχέσι ενός ανθρώπου με τον Ιεχωβά Θεό. Ας ιδούμε πώς γίνεται αυτό.
Ορισμένες απαιτήσεις εκτίθενται μέσα στη Γραφή για τους Χριστιανούς. Αυτοί πρέπει (1) να μιμούνται τον Θεό, (2) να εμπιστεύωνται στον Θεό, (3) να υπακούουν στον Θεό και (4) ν’ αγαπούν τον Θεό. Όσοι κατέχονται από την αγάπη του χρήματος χλευάζουν τις θείες αυτές απαιτήσεις.
ΜΙΜΗΤΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
«Γίνεσθε λοιπόν μιμηταί του Θεού,» είναι το θείον θέλημα. (Εφεσ. 5:1) Αλλ’ η αγάπη του χρήματος ύπουλα υποκινεί έναν άνθρωπο να μιμηθή τον πονηρό αυτόν κόσμο και τις μεθόδους του. Αντί να μιμήται τις ιδιότητες του Θεού—τη βραδύτητα στο να οργίζεται, τη μακροθυμία του, την αγαθότητά του, το έλεός του, τη γενναιοδωρία του, την πιστότητά του—ο φιλάργυρος υιοθετεί ιδιοτελείς, αρπακτικές, σκληρές και ασυνείδητες μεθόδους. Η αγαθότης και η γενναιοδωρία εισέρχονται στην οδόν του για την απόκτησι χρήματος κι έτσι συντρίβει τις φιλάνθρωπες αυτές ιδιότητες· πιέζει και ασκεί τον εαυτό του στο να είναι σκληρός και άκαρδος, συνηθίζοντας τον εαυτό του σε κάθε είδος αστοργίας που μπορεί να επινοήση η ευφυΐα του.
Έτσι, η αγάπη του χρήματος γρήγορα οδηγεί έναν άνθρωπο στη βλαβερή συνήθεια να λέγη ψέματα. Ό,τι μπορεί κάνει για ν’ αποκτήση ένα δολλάριο! Τι είναι οι υποσχέσεις στον φιλοχρήματο; Δεν σημαίνουν τίποτα· είναι απλώς κάτι που μπορεί να το παραβή κανείς όταν πρόκειται ν’ αποκτήση περισσότερα χρήματα. Συμφωνίες; Τηρείτε τες όταν είναι σκόπιμο· παραβαίνετέ τες όταν είναι οικονομικά σκόπιμο—αυτή είναι η πολιτική του φιλαργύρου.
Οι φιλάργυροι συχνά κατορθώνουν να έχουν υπεραφθονίαν χρήματος, κι ωστόσο, παρ’ όλ’ αυτά, ψεύδονται, γελούν κι εξαπατούν και τους καλυτέρους ακόμη φίλους των για ν’ αποκτήσουν περισσότερα—μόνο για να προσθέσουν μεγαλύτερα βάρη στο ήδη κουραστικό τους φορτίο και να σωρεύσουν επάνω τους την καταφρόνησι και το μίσος εκείνων τους οποίους εξηπάτησαν.
Καθόσον ο φιλάργυρος μιμείται ολοένα περισσότερο αυτόν τον κόσμο, μπορεί να στραφή ακόμη και στην κλοπή και τη ληστεία. Τέσσερες λησταί συνελήφθησαν προσφάτως αφού αφήρεσαν 72.231 δολλάρια από μια τράπεζα της Μασσαπέκουα, Λογκ Άιλαντ, Νέας Υόρκης. Τρεις από τους ληστάς είπαν στην αστυνομία ότι κατέφυγαν στη ληστεία διότι είχαν χρέη, αλλ’ ο τέταρτος ληστής έδωσε στην αστυνομία διαφορετική εξήγησι: «Είχαν, βέβαια, χρέη, αλλά και ποιος δεν έχει; . . . Ήταν μάλλον μια απληστία για χρήμα παρά μια ανάγκη.» (Τζόρναλ-Αμέρικαν Νέας Υόρκης, 10 Μαρτίου 1959) Τι πολυπληθή εγκλήματα, τι τρομερά έργα, τι αηδείς πράξεις διαπράττονται από την άμετρη επιθυμία για χρήμα!
Μήπως ο Ιούδας ο Ισκαριώτης δεν επρόδωσε τον καλύτερο φίλο του, τον Κύριο Ιησού Χριστό, στα χέρια φονέων για τριάντα αργύρια; Ναι, η δε Γραφή λέγει γι’ αυτόν τον φιλοχρήματον: «Ήτο κλέπτης, και είχε το γλωσσόκομον, και εβάσταζε τα βαλλόμενα εις αυτό.» (Ιωάν. 12:6) Τι καταστρεπτικό τέλος βρήκε τον Ιούδα! Πόσο διαφορετικό θα μπορούσε να είναι, αν αυτός ήταν «αφιλάργυρος»!
Υποθέστε ότι ένας αποφασίζει να πλουτήση μ’ έναν ενσυνείδητο κι έντιμο τρόπο. Μπορεί τότε να διαφύγη το να πέση «εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς»; Μπορεί να διαφύγη το να ‘διαπεράση εαυτόν με οδύνας πολλάς’; Μπορεί να διαφύγη το κακό τού να μιμηθή τον κόσμον αυτόν; Ο εμπνευσμένος λόγος του Θεού λέγει: «Όστις σπεύδει να πλουτήση, δεν θέλει μείνει ατιμώρητος. Ο έχων πονηρόν οφθαλμόν σπεύδει να πλουτήση, και δεν καταλαμβάνει ότι η ένδεια θέλει ελθεί επ’ αυτόν.»—1 Τιμ. 6:9, 10· Παροιμ. 28:20, 22.
Ο φιλάργυρος, επειδή δεν μιμείται τον Ιεχωβά Θεό και τον αγαπητό του Υιό, επιβαρύνει τον εαυτό του με στενοχώριες, φροντίδες, συγχύσεις και έλλειψι ικανοποιήσεως. Ποτέ δεν έχει αρκετά. Μια έρευνα που έγινε από κοινωνιολόγους σε ανθρώπους διαφόρων επιπέδων εισοδήματος κατέδειξε ότι εκείνοι που εκέρδιζαν 5.000 δολλάρια το έτος ήθελαν να έχουν 10.000 δολλάρια κι εκείνοι που εκέρδιζαν 10.000 δολλάρια ήθελαν να έχουν 20.000 δολλάρια. Ακόμη κι εκείνοι που είχαν εκατομμύρια δολλάρια ήθελαν να έχουν περισσότερα εκατομμύρια. «Γενικά είναι αληθές,» έλεγε η έκθεσις, «ότι όσο περισσότερο χρήμα έχει ένα άτομο, τόσο περισσότερο θέλει να έχη.» Δεν υπάρχει πραγματική ικανοποίησις στον πλούτο του φιλαργύρου ή στην υπερηφάνεια της αποκτήσεως. «Ο αγαπών το αργύριον, δεν θέλει χορτασθή αργυρίου· ουδέ εισοδημάτων ο αγαπών την αφθονίαν· ματαιότης και τούτο.»—Εκκλησ. 5:10.
Ο φιλάργυρος, επιδιδόμενος σ’ ένα πλήθος απασχολήσεων, δεν έχει καιρό ή διάθεσι να θησαυρίση στον ουρανό. «Θησαυρίζετε εις αυτούς θησαυρούς εν ουρανώ,» συνεβούλευσε ο Ιησούς. Αλλ’ ο φιλάργυρος δεν μιμείται τον Ιησούν σχετικά με τούτο· μιμείται τον παρόντα κόσμον θησαυρίζοντας επάνω στη γη, όπου, είπε ο Ιησούς, «σκώληξ και σκωρία αφανίζει, και όπου κλέπται διατρυπούσι και κλέπτουσιν.»—Ματθ. 6:19, 20.
ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΕΝΟΙ ΣΤΑ ΠΛΟΥΤΗ
Ο Χριστιανός πρέπει να εμπιστεύεται στον Θεό και να μην εναποθέτη την εμπιστοσύνη του σε αβέβαια πλούτη. Αλλ’ ένας που είναι τυφλωμένος από την αγάπη του χρήματος φρονεί ότι η ζωή του εξαρτάται από τα πλούτη και τ’ αποκτήματά του. Ο Ιησούς, δείχνοντας τη βλαβερότητα της εμπιστοσύνης στα πλούτη, είπε μια παραβολή: «Ανθρώπου τινός πλουσίου ευτύχησαν τα χωράφια και διελογίζετο εν εαυτώ, λέγων, Τι να κάμω; διότι δεν έχω πού να συνάξω τους καρπούς μου. Και είπε, Τούτο θέλω κάμει· θέλω χαλάσει τας αποθήκας μου, και θέλω οικοδομήσει μεγαλητέρας, και συνάξει εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου· και θέλω ειπεί προς την ψυχήν μου, Ψυχή, έχεις πολλά αγαθά εναποτεταμιευμένα δι’ έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου. Είπε δε προς αυτόν ο Θεός, Άφρον, ταύτην την νύκτα την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου· όσα δε ητοίμασας, τίνος θέλουσιν είσθαι; Ούτω θέλει είσθαι όστις θησαυρίζει εις εαυτόν, και δεν πλουτεί εις Θεόν.»—Λουκ. 12:16-21.
Τι τρομερό πράγμα να πεθάνη κανείς χωρίς να είναι πλούσιος κατά Θεόν! Αλλ’ ο αγαπών το χρήμα πεθαίνει σαν τον άνθρωπο της παραβολής του Ιησού, έχοντας θησαυρίσει μόνο για τον εαυτό του. Ο Ιησούς, προειδοποιώντας σχετικά μ’ αυτή την παράλογη πορεία ενεργείας, είπε: «Προσέχετε και φυλάττεσθε από της πλεονεξίας· διότι εάν τις έχη περισσά, η ζωή αυτού δεν συνίσταται εκ των υπαρχόντων αυτού.»—Λουκ. 12:15.
Τι ζημία προέρχεται απ’ αυτή την πεποίθησι ότι η ίδια η ζωή ενός ανθρώπου εξαρτάται από τα υπάρχοντά του! Τι γίνεται, λοιπόν, αν αυτό το άτομο χάση, λόγω κάποιας καταστροφής ή αντιξοότητος, τα υπάρχοντα στα οποία ενεπιστεύετο; Εξ άλλου, τι έγινε, για ν’ αναφέρωμε ένα παράδειγμα, στο «κραχ» του χρηματιστηρίου της Ουώλ Στρητ το 1929; Πολλά άτομα, που έχασαν τα πλούτη, στα οποία είχαν την εμπιστοσύνη των, δεν μπορούσαν πια να υποφέρουν τη ζωή. Ένας σερβιτόρος εστιατορίου της περιοχής Ουώλ Στρητ, που απεσύρθη προσφάτως από το επάγγελμά του, είπε σ’ ένα δημοσιογράφο πώς το «κραχ» του χρηματιστηρίου επηρέασε εκείνους που είχαν εμπιστευθή στα πλούτη τους: «Δεν έχετε ιδέα του πώς ήσαν τα πράγματα. Ήλθαν άνθρωποι μ’ ένα εκατομμύριο δολλάρια τη μια μέρα, και την άλλη ρίχθηκαν έξω από το παράθυρο.» Η αυτοκτονία—άλλο ένα ακριβώς από τα βλαβερά πράγματα, προήλθε από την αγάπη του χρήματος. Πόσο διαφέρει το πράγμα για κείνους που εμπιστεύονται στον Θεό! Το άτομο που εμπιστεύεται στον Θεό θα μπορούσε να χάση όλα του τα υπάρχοντα κι ωστόσο ποτέ να μη διανοηθή ν’ αυτοκτονήση· όση κι αν είναι η στενοχωρία του, δεν καταφεύγει στην αυτοκαταστροφή, αλλ’ ακολουθεί τη θεία συμβουλή: «Επίρριψον επί τον Ιεχωβά το φορτίον σου, και αυτός θέλει σε ανακουφίσει· δεν θέλει ποτέ συγχωρήσει να σαλευθή ο δίκαιος.» Ο Ιεχωβά, που συντηρεί όλο το σύμπαν, θα συντηρήση κι εκείνον που εμπιστεύεται σ’ αυτόν· αλλ’ ο φιλάργύρος δεν μπορεί να πη: «Επί τον Ιεχωβά ήλπισα, και δεν θέλω σαλευθή.»—Ψαλμ. 55:22· 26:1, ΜΝΚ.
ΑΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΕΤΕ ΣΕ ΔΥΟ ΚΥΡΙΟΥΣ
Κατόπιν, είναι οι θείες απαιτήσεις περί υπακοής και αγάπης στον Ιεχωβά Θεό. Αλλ’ η αγάπη του χρήματος κάνει έναν να γίνη δούλος του πλούτου και να δώση την υπακοή και υπηρεσία του στον παρόντα κόσμο. Τι τερατώδης ζημία λοιπόν επέρχεται; Η καταφρόνησις του Ιεχωβά Θεού! Πώς; Διότι ο αγαπών το χρήμα δεν μπορεί να υπακούη και να υπηρετή και ν’ αγαπά δύο κυρίους. Ο Ιησούς Χριστός, δείχνοντας πώς είναι τελείως αδύνατο το να είναι κανείς δούλος σε δύο κυρίους, είπε: «Ουδείς δύναται δύο κυρίους να δουλεύη· διότι ή τον ένα θέλει μισήσει, και τον άλλον θέλει αγαπήσει· ή εις τον ένα θέλει προσκολληθή, και τον άλλον θέλει καταφρονήσει. Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και Μαμμωνά.» (Ματθ. 6:24) Δεν υπάρχει αλλαγή στον θείον αυτόν κανόνα, δεν υπάρχουν εξαιρέσεις· «κανείς» δεν μπορεί να υπηρετή, να υπακούη και ν’ αγαπά δύο κυρίους. Ο φιλάργυρος, προσκολλώμενος στον Μαμμωνά, κάνοντάς τον είδωλό του, θεό του, καταφρονεί τον Ιεχωβά.
Ο φιλάργυρος, μολονότι μπορεί να θεωρηθή επιτυχής στα όμματα του κόσμου τούτου, στην πραγματικότητα, τι κολοσσιαία αποτυχία αποτελεί στα όμματα του Θεού! Εκείνο που είναι αληθινή επιτυχία στη ζωή είναι να ζη κανείς σύμφωνα με ό,τι εχαρακτήρισε ο Ιησούς ως τη μεγαλύτερη εντολή απ’ όλες: «Θέλεις αγαπά Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της διανοίας σου.» (Ματθ. 22:37, ΜΝΚ) Αλλ’ ο φιλάργυρος παραδίδει όλη τη διάνοιά του στην απόκτησι χρήματος, και με όλη του την ψυχή εργάζεται γι’ αυτόν τον σκοπό· και στην καρδιά του διέθεσε στο χρήμα τη θέσι που μόνον ο Θεός έπρεπε να κατέχη.
Επειδή πηγάζει τόσο μεγάλη βλάβη από την αγάπη του χρήματος, δεν είναι εκπληκτικό ότι ο αγαπών το χρήμα περιβάλλεται με μια εξωτερική μορφή ευσεβείας. Προκύπτει υποκρισία! Οι Φαρισαίοι των ημερών του Ιησού ήσαν εξωτερικώς θρήσκοι, αλλά ποια ήταν η κατάστασις των καρδιών των; Αφού τους είπε ο Ιησούς ότι κανείς δεν μπορεί να δουλεύη δύο κυρίους, οι Φαρισαίοι εξέθεσαν την αληθινή κατάστασι της καρδιάς των, όπως τονίζει η αφήγησις της Γραφής: «Ήκουον δε ταύτα πάντα και οι Φαρισαίοι, φιλάργυροι όντες και περιεγέλων αυτόν. Και είπε προς αυτούς, Σεις είσθε οι δικαιόνοντες εαυτούς ενώπιον των ανθρώπων· ο Θεός όμως γνωρίζει τας καρδίας σας.» (Λουκ. 16:14, 15) Οι Φαρισαίοι προσπαθούσαν να υπηρετήσουν δύο κυρίους· αγαπούσαν το χρήμα, και γι’ αυτό ήσαν υποκριταί στη λατρεία του Ιεχωβά Θεού. Μερικοί φιλοχρήματοι σήμερα μπορεί να εμπαίζουν ανθρώπους, αλλ’ όπως ετόνισε ο Ιησούς, ο Θεός γνωρίζει τις καρδιές των.
Είναι αληθές ότι η φιλαργυρία είναι «ρίζα πάντων των κακών.» Κάνει έναν άνθρωπο να μιμήται τον παρόντα κόσμον, να εμπιστεύεται στα πλούτη και να υπακούη και ν’ αγαπά αυτόν τον κόσμο με τα πλούτη του. Αυτό είναι ακριβώς το αντίθετον εκείνου που απαιτεί ο Θεός. Ας μη φαίνεται παράδοξο ότι μια τέτοια βλάβη είναι καταστρεπτική, βυθίζοντας τους ανθρώπους «εις όλεθρον και απώλειαν»!
Πώς μπορεί κανείς να φυλαχθή από το να υποστή δυστυχία και απώλεια; Ακολουθώντας τη θεία συμβουλή: «Ο τρόπος σας έστω αφιλάργυρος· αρκείσθε εις τα παρόντα διότι αυτός είπε, “Δεν θέλω σε αφήσει, ουδέ σε εγκαταλείψει”.» (Εβρ. 13:5) Ομοία συμβουλή δίδεται απ’ τον απόστολο Παύλο στην επιστολή 1 Τιμόθεον 6:7, 8: «Δεν εφέραμεν ουδέν εις τον κόσμον· φανερόν ότι ουδέ δυνάμεθα να εκφέρωμέν τι. Έχοντες δε διατροφάς και σκεπάσματα, ας αρκώμεθα εις ταύτα.» Ο καθένας ήλθε σ’ αυτόν τον κόσμο με κενά χέρια. Αν ήλθαμε μ’ αυτόν τον τρόπο, δεν είμεθα αναγκασμένοι και να βγάλωμε τίποτα. Μπορούμε, όμως, να πλουτίσωμε τον κόσμο αν και τα χέρια μας ήσαν αρχικά κενά. Πώς; Όχι με υλικούς τρόπους αλλά μπορούμε να εμπλουτίσωμε τον κόσμο χρησιμοποιώντας τα διακονικά μας προικίσματα για να βοηθήσωμε άλλους να μάθουν την αλήθεια του Θεού και να κερδίσουν αιώνια ζωή στον δίκαιο νέο του κόσμο. Κανείς δεν μπορεί ν’ αγοράση ζωή στον νέο κόσμο: «Οίτινες ελπίζουσιν εις τα αγαθά αυτών, και καυχώνται εις το πλήθος του πλούτου αυτών· ουδείς δύναται ποτέ να εξαγοράση αδελφόν, μηδέ να δώση εις τον Θεόν λύτρον δι’ αυτόν.»—Ψαλμ. 49:6, 7.
Γιατί, λοιπόν, να σπαταλούμε χρόνον, κόπο κι ενέργεια προσπαθώντας να πλουτήσωμε, επιδιώκοντας επίγεια πλούτη; Τέτοια πλούτη δεν κάνουν έναν άνθρωπο πλούσιο στα όμματα του Θεού. Η μόνη οδός της πραγματικής επιτυχίας είναι να ευαρεστούμε τον Ιεχωβά Θεό κάνοντας το θέλημά του. Τότε θα είμεθα πραγματικά πλούσιοι· και, ‘αρκούμενοι εις τα παρόντα,’ θα αισθανθούμε μια αληθινή έννοια πλούτου κι ευτυχίας.