Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Γιατί στη Γένεσι 2:17 αναφέρεται ότι η βρώσις από του «ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού,» θα επέφερε την ποινή του θανάτου, ενώ το εδάφιον Γένεσις 3:3 λέγει ότι και το να εγγίσουν ακόμη το δένδρο θα επέφερε τον θάνατο;—Ρ. Μπ., Η.Π.Α.
Η δήλωσις που γίνεται στο εδάφ. Γένεσις 2:16, 17 (ΜΝΚ) αποτελεί προσταγήν του Ιεχωβά στον Αδάμ. Η αφήγησις λέγει: «Προσέταξε δε Ιεχωβά ο Θεός εις τον Αδάμ λέγων, Από παντός δένδρου του Παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» Ο Αδάμ πρέπει να είχε διαβιβάσει αυτή την πληροφορία στη σύζυγό του, διότι όταν αυτή αντιμετώπισε τον Όφιν εγνώριζε την προσταγή αυτή του Θεού.Η Εύα ούτε προσέθετε ούτε εψεύδετο όταν πληροφορούσε τον Όφιν: «Είπεν ο Θεός, . . . μηδέ εγγίσητε αυτόν.» Ασφαλώς το άγγιγμα του απαγορευμένου καρπού θα αποτελούσε την πρώτη κίνησι προς τη βρώσι του, την πρώτη κίνησι προς την κατεύθυνσι της θανατηφόρου αμαρτίας. Αν δεν επρόκειτο να φάγουν από τον καρπό, ποιος πιθανός λόγος θα μπορούσε να υπάρχη για να τον πιάσουν; Αυτό θα τους έθετε απλώς στην οδόν του πειρασμού. Αυτή είναι η προειδοποίησις που επανέλαβε η Εύα όταν είπε: «Από δε του καρπού του δένδρου, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, Μη φάγητε απ’ αυτού, μηδέ εγγίσητε αυτόν, δια να μη αποθάνητε.»—Γέν. 3:3.
● Στην επιστολή προς Ρωμαίους 10:18 ο απόστολος Παύλος παραθέτει το εδάφιο Ψαλμ. 19:4 και προφανώς το εφαρμόζει στον λαό, αλλά τα συμφραζόμενα του Ψαλμού 19:4 αναφέρονται στην ουράνια κτίσι. Πώς πρέπει να νοήσωμε την εφαρμογή του εδαφίου από τον Παύλο;—Μ. Μ., Η.Π.Α.
Το εδάφιο Ρωμαίους 10:18 λέγει: «Μη δεν ήκουσαν; Μάλιστα, “εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης οι λόγοι αυτών”.» Κατά τα συμφραζόμενα του εδαφίου αυτού, ο απόστολος Παύλος περιέγραφε το Ιουδαϊκό έθνος. Αυτοί είχαν τα ρήματα του Θεού, και ο αρχιερεύς των διεκράτησε τη γνώσι τού πώς να προφέρη το όνομα Ιεχωβά. Εγνώριζαν ότι ο Ιεχωβά ήταν ο Θεός, ο Δημιουργός του ουρανού και της γης. Στο εδάφιο 16 ο Παύλος λέγει: «Αλλά δεν υπήκουσαν πάντες εις το ευαγγέλιον· διότι ο Ησαΐας λέγει, “Ιεχωβά, τις επίστευσεν εις το κήρυγμα ημών;”» Κατόπιν εφαρμόζει τον Ψαλμό 19:4. Το σημείον τούτου είναι ότι και αν ακόμη οι φυσικοί Ιουδαίοι απέρριψαν το κήρυγμα των αποστόλων του Χριστού, εν τούτοις είχαν μια μαρτυρία εναντίον των, δηλαδή, τη μαρτυρία της δημιουργίας, των ουρανίων σωμάτων. Χωρίς να δίνουν καμμιά προφορική δήλωσι ή γραπτή δήλωσι καθ’ εαυτά, ωστόσο αυτά πιστοποιούσαν τη δημιουργικότητα τον Θεού. Εφόσον δεν εδέχθησαν το κήρυγμα των αποστόλων, η ίδια η κτίσις εμαρτυρούσε εναντίον των. Και, όπως τονίζει το εδάφιο Ρωμαίους 1:20, οι αόρατες ιδιότητες του Θεού εκτίθενται σαφώς από τα πράγματα, τα οποία εκτίσθησαν κι έγιναν ορατά. Αν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να πιστέψουν στα ακουστά, είχαν πάλι τους μη ακουστούς ουρανούς που εκήρυτταν σ’ αυτούς σχετικά με τον Θεό και έδιναν μαρτυρία για την παγκόσμια κυριαρχία του.
● Το βιβλίο «Γενηθήτω το Θέλημά Σου επί της Γης,» στη σελίδα 120, λέγει ότι οι Πέρσαι υπέστησαν στρατιωτική πανωλεθρία στις Θερμοπύλες. Άλλες ιστορικές πηγές δείχνουν ότι οι Έλληνες ηττήθησαν σ’ αυτή τη μάχη. Πού βασίζεται η δήλωσις του βιβλίου;—Ν. Κ., Η.Π.Α.
Όσον αφορά τη στρατιωτική ήττα που υπέστησαν οι Πέρσαι στις Θερμοπύλες στις ημέρες του Ξέρξου 1 της Περσίας, Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία λέγει τα εξής κάτω από τον τίτλο Θερμοπύλαι: «Η αφήγησις της μάχης αυτής, όπως δίδεται από τον Ηρόδοτο, υιοθετείται γενικά. Ο Ξέρξης, περιγελώντας τον αριθμό των Ελλήνων υπερασπιστών (ήσαν 5.200 μη υπολογιζομένων των Λοκρών, των οποίων οι αριθμοί δεν είναι γνωστοί), έστειλε εναντίον των τους Μήδους και τους Κισσίους με οδηγίες να τους συλλάβουν αιχμαλώτους και να τους φέρουν ενώπιόν του. Όταν αυτοί απέτυχαν ύστερ’ από μια ολοήμερη μάχη, εστάλησαν οι διαλεχτοί 10.000 που εκαλούντο ‘Αθάνατοι’· αυτοί, όμως, μειονεκτώντας από τη βραχύτητα των δοράτων των, δεν ήσαν εφάμιλλοι των Ελλήνων μαχηταί, από τους οποίους ολίγοι έπεσαν, ενώ η Περσική απώλεια και τις δύο μέρες ήταν υπερβολική. Ο Ξέρξης ήταν τώρα σε μεγάλη αμηχανία, οπότε ο Εφιάλτης, ένας Μαλιεύς, ήλθε για να του πη για μια ατραπό που ωδηγούσε δια του όρους στις Θερμοπύλες. Οι Πέρσαι έφθασαν στο πίσω μέρος των Θερμοπυλών νωρίς μετά το μεσημέρι της τρίτης ημέρας.» Μόνο με τη χρησιμοποίησι της ατραπού αυτής και τη μετάβασί τους προς τα νώτα των υπερασπιστών των Θερμοπυλών, μπόρεσαν οι Πέρσαι να τους υπερνικήσουν. Έτσι έθεσαν υπό τον έλεγχόν των τα στενά, αλλά με τη θυσία τεραστίων απωλειών γι’ αυτούς. Ήταν πραγματικά ένας στρατιωτικός όλεθρος. Φυσικά, η αποφασιστική ήττα επήλθε αργότερα στις Πλαταιές (της Ελλάδος), στις 22 Σεπτεμβρίου 479 π.Χ. Εν τούτοις, αυτή η μάχη, που απέβη αποφασιστική κι εξηνάγκασε τους Πέρσας να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, δεν θρυλείται ή δεν είναι κοινώς γνωστή τόσο όσο είναι το στρατιωτικό κατόρθωμα που επετεύχθη στις Θερμοπύλες. Εξ αιτίας, λοιπόν, των τεραστίων απωλειών που υπέστησαν οι Πέρσαι στη μάχη των Θερμοπυλών και λόγω του περιφήμου κατορθώματος των υπερασπιστών του εκεί στενού, το βιβλίο «Γενηθήτω το Θέλημά Σου επί της Γης» (Η Σκοπιά 1ης Ιουνίου 1959, σελ. 261, § 28) μνημονεύει τις Θερμοπύλες μάλλον παρά τις Πλαταιές.