«Του Θεού αι Οδοί» ή του Ανθρώπου;
ΤΟ ΟΤΙ «αι οδοί του Θεού» πρέπει να διαφέρουν από τις οδούς του ανθρώπου δεν πρέπει να μας εκπλήσση διόλου. Δεν μας λέγει μήπως ο λόγος του ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να κατευθύνη τις ίδιες του ενέργειες, ότι η κλίσις του ανθρώπου είναι κακή από τον καιρό της νεότητός του και ότι η ανθρώπινη καρδιά είναι απατηλή; Και δεν καταδεικνύει επίσης ότι ο Σατανάς ή Διάβολος επλάνησε όλο το ανθρώπινο γένος; Ναι!
Βεβαίως η κατασκευή της κιβωτού από τον Νώε κατ’ εντολήν του Θεού εφαίνετο παράδοξη στους προκατακλυσμιαίους, όπως εφαίνετο και η κλήσις του Αβραάμ και η απομάκρυνσις από τη γενέτειρά του στους ιθαγενείς της Ουρ. Τι εκφράσεις εκπλήξεως θα υπήρχαν στα πρόσωπα των Αιγυπτίων καθώς παρακολουθούσαν τους Ισραηλίτας να ραντίζουν με αίμα τους παραστάτας και τα ανώφλια των θυρών των!—Γέν. 6:14, 22· 12:1· Έξοδ. 12:7.
Πολλά από τα όσα ο Ιησούς εδίδαξε πρώτα εφαίνοντο πάρα πολύ παράδοξα στους ακολούθους του πραγματικά, τόσο ώστε σε μια περίπτωσι μερικοί απ’ αυτούς εχαρακτήρισαν σκληρούς τους λόγους του Ιησού κι έπαυσαν να τον ακολουθούν. Εν τούτοις, εκείνοι των οποίων οι καρδιές ήσαν δίκαιες ερώτησαν να μάθουν τη σημασία των παραδόξων πραγμάτων που είπε ο Ιησούς.—Ιωάν. 6:60-69.
Όταν ο απόστολος Παύλος ήταν στας Αθήνας, κηρύττοντας τ’ αγαθά νέα περί Χριστού, ωρισμένοι φιλόσοφοι «πιάσαντες αυτόν, έφεραν εις τον Άρειον Πάγον, λέγοντες, Δυνάμεθα να μάθωμεν, τις αύτη η νέα διδαχή, ήτις κηρύττεται υπό σου; Διότι φέρεις εις τας ακοάς ημών παράδοξά τινα· θέλομεν λοιπόν να μάθωμεν τι σημαίνουσι ταύτα.» Εδώ έχομε ένα παράδειγμα ατόμων, τα οποία ακολούθησαν συνετή πορεία, έστω κι αν μερικοί ήσαν απλώς φιλοπερίεργοι. Ενώ μερικοί εχλεύαζαν και άλλοι, καταδεκτικά ασφαλώς, έλεγαν, «Περί τούτου θέλομεν σε ακούσει πάλιν,» ωστόσο «τινές δε άνδρες προσεκολλήθησαν εις αυτόν, και επίστευσαν μεταξύ των οποίων ήτο και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, και γυνή τις ονόματι Δάμαρις.»—Πράξ. 17:19, 20, 32-34.
Έτσι και σήμερα, το γεγονός και μόνο ότι το άγγελμα της βασιλείας του Ιεχωβά που φέρνουν Χριστιανοί μάρτυρες στους λαούς όλων των εθνών μπορεί να φαίνεται παράδοξο, σ’ εμάς δεν αποτελεί βάσιμο λόγο για περιφρόνησι ή απόρριψι με ύψωσι των ώμων. Εκείνο που έχει σημασία είναι αν αυτό βρίσκη υποστήριξι στις Γραφές και στη λογική ή όχι. Μερικοί μπορεί να θεωρήσουν ότι αυτό που λέγει ο Θεός στον Ησαΐα 55:7, 8 περί του ότι ‘αι οδοί και αι βουλαί αυτού δεν είναι οδοί και βουλαί ανθρώπων’ εφαρμόζεται σ’ αυτούς. Στο φως λοιπόν του Θείου λόγου και λογισμού ας ‘δοκιμάζωμεν πάντα· ας κατέχωμεν το καλόν.’ Τότε δεν θα πταίσωμε, διότι ο μεγαλύτερος Διδάσκαλος όλων των χρόνων είπε για τον λόγον του Θεού, «Ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.»—1 Θεσ. 5:21· Ιωάν. 17:17.