-
Μέρος 38—«Γενηθήτω το Θέλημά Σου Επί της Γης»Η Σκοπιά—1960 | 1 Ιουλίου
-
-
συντρίβονται έτσι για την αιώνια καταστροφή των. Ο ουρανός και η γη θα απαλλαγούν απ’ αυτούς για πάντα!
30. Ποιοι θα περάσουν την τελική αυτή δοκιμασία, και πως ο Υπέρτατος Κριτής θα εκφράση την επιδοκιμασία του, με ποιο αποτέλεσμα στους επιδοκιμασμένους;
30 Εκείνοι που τηρούν τις καρδιές των τέλειες θα περάσουν αυτή την ψυχοερευνητική δοκιμασία. Ο Υπέρτατος Κριτής Ιεχωβά, πλήρως πεπεισμένος τώρα για την αδιάφθορη πιστότητα και την αποκλειστική αφοσίωσί των, θα εκφράση τη χαρωπή επιδοκιμασία του γι’ αυτούς τους παντοτινά πιστούς. Θα τους δικαιώση ή θα τους εξαγγείλη τελείως δικαίους. Αυτοί ακολούθησαν το παράδειγμα όχι του «πρώτου ανθρώπου Αδάμ,» αλλά του «εσχάτου Αδάμ,» του αγαπημένου των αιωνίου Πατρός, Ιησού Χριστού. Μαζί με τη δικαστική διακήρυξι του ότι είναι δίκαιοι, ο Ιεχωβά Θεός θα τους απονείμη το δώρον της αιωνίου ζωής, με το δικαίωμα τούτου. Θ’ απολαμβάνουν για πάντα τον Παράδεισόν των στον νέο κόσμο του Ιεχωβά, κάνοντας το θέλημά Του στη γη όπως αυτό γίνεται και στον ουρανό.—Ρωμ. 8:33· 6:23.
31. Ποια προσευχή που εδίδαξε ο Υιός του Θεού θ’ απαντηθή έτσι πλήρως;
31 Σύμφωνα με τον αμετάβλητο αρχικό σκοπό του Ιεχωβά, το άγιο, τέλειο και φιλάγαθο θέλημά Του θα γίνεται «ως εν ουρανώ, και επί της γης.» Η προσευχή που μας εδίδαξε ο αγαπητός του Υιός να προσευχώμεθα θα έχη πλήρως απαντηθή.
(Ακολουθεί)
-
-
Η Παρ’ Αξίαν Αγαθότης του Θεού Είναι ΑρκετήΗ Σκοπιά—1960 | 1 Ιουλίου
-
-
Η Παρ’ Αξίαν Αγαθότης του Θεού Είναι Αρκετή
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Παύλος κάποτε προσηυχήθη στον Θεό κατ’ επανάληψιν για ν’ απαλλαγή από κάποια πάθησι. Αλλ’ ο Θεός, αντί να του δώση το αίτημά του, είπε στον Παύλο: «Αρκεί εις σε η χάρις μου· διότι η δύναμίς μου εν αδυναμία δεικνύεται τελεία.» Το ότι ο Παύλος έμαθε πλήρως αυτό το μάθημα καταφαίνεται από όσα έγραψε στους Χριστιανούς Φιλιππησίους μετά από λίγα χρόνια: «Έμαθον να ήμαι αυτάρκης εις όσα έχω. Τα πάντα δύναμαι δια του ενδυναμούντός με.»—2 Κορ. 12:9· Φιλιππησ. 4:11, 13.
Το ότι η παρ’ αξίαν αγαθότης του Ιεχωβά Θεού είναι αρκετή για τους Χριστιανούς σήμερα, όπως ήταν για τον Παύλο πριν από δεκαεννέα αιώνες, μπορεί να παρατηρηθή από την κατωτέρω πείρα:
Πριν από δύο έτη περίπου ένας μάρτυς του Ιεχωβά εχτύπησε μια πόρτα, όπου η νοσοκόμος τον εκάλεσε μέσα. Τον ωδήγησε κοντά στο κρεββάτι της οικοδεσποίνης, μιας μητέρας, η οποία εφαίνετο ότι δεν ήταν ακόμη τριάντα ετών, και η οποία ζούσε με τεχνητό πνεύμονα, διότι είχε προσβληθή από πολιομυελίτιδα. Τόσο βαριά την είχε πλήξει αυτή η νόσος, ώστε ήταν παράλυτη από τον λαιμό και κάτω. Ό,τι μπορούσε να κινήση ήταν το κεφάλι της, κι αυτό μπορούσε μόνο να το στρέψη από τη μια πλευρά ως την άλλη. Όταν άκουσε τι είχε να της πη ο Μάρτυς, εξεδήλωσε την επιθυμία της να λάβη τα περιοδικά Η Σκοπιά και Ξύπνα! που της προσεφέρθησαν και είπε ότι ευχαρίστως θα τα εδιάβαζε.
Ο Μάρτυς, μαζί μ’ ένα σύντροφο, έκαμε σύντομα επανεπίσκεψι σ’ αυτή την ανάπηρη. Εκείνη εχάρη που τους είδε, είχε Γραφικές ερωτήσεις να κάμη και χαρούμενη τους εκάλεσε να επανέλθουν. Εγίνοντο, λοιπόν, τακτικές επισκέψεις, οι οποίες, όμως, διαρκούσαν μόνο δεκαπέντε ως είκοσι λεπτά, διότι εκείνη εκουράζετο εύκολα. «Ποτέ άλλοτε δεν είχα ακούσει τίποτα σαν αυτό,» είπε κάποτε. Είπε ότι στη διάρκεια της επταετούς νοσηλείας της την είχαν επισκεφθή πολλοί θρησκευτικοί εκπρόσωποι, από τους οποίους οι περισσότεροι ήσαν δια πίστεως θεραπευταί. «Αλλά,» είπε, «όσες σκληρές προσπάθειες κι αν κατέβαλα, ποτέ δεν κατώρθωσα τίποτα.» Αυτοί οι θεραπευταί είπαν στο τέλος ότι ή αυτή η ίδια δεν είχε πίστι ή ο Θεός την τιμωρούσε για τις περασμένες αμαρτίες της. Γι’ αυτόν τον λόγο απεθαρρύνθη από τις θρησκείες όλων των ειδών και στην αρχή είχε θέσει τους Μάρτυρας στην ίδια κατηγορία με όλους τους άλλους.
Γρήγορα, όμως, διεπίστωσε ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά διέφεραν, αλλά δεν μπορούσε να πη ακριβώς το γιατί. Σύντομα διέκρινε την ελπίδα του νέου κόσμου του Ιεχωβά· το ότι δε ο Σατανάς ήταν ο υπαίτιος των δεινών του ανθρώπου της έκαμε αίσθησι. Μεγάλη εντύπωσι, επίσης, της επροξένησε το γεγονός ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήθελαν ν’ ανοίγουν τη Γραφή και να την αφήνουν να διαβάζη η ίδια τις απαντήσεις στις πολλές ερωτήσεις της. Αυτό δεν είχε γίνει από κανένα θρησκευτικόν εκπρόσωπο, που την είχε επισκεφθή προηγουμένως.
Τώρα έχει το βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο και το διαβάζει στα δύο της τέκνα, καθώς αυτά το φυλλομετρούν. Έχει στερεωμένο στο κρεββάτι της ένα μεγάλο αναλόγιο με λαβίδες που συγκρατούν τα βιβλία. Εκεί μένει κι αναγινώσκει και χαίρει εν τη αληθεία. Έμαθε, επίσης, ότι πρέπει κανείς να κάμη ομολογία με το στόμα για σωτηρία. Έχει δε και ειδικό τηλέφωνο, με το οποίον μπορεί να καλή τους φίλους της και να τους λέγη για τα καλά πράγματα που έχει μάθει για τον Ιεχωβά και τον νέο του κόσμο. Τα παιδιά της τής δίνουν αριθμούς τηλεφώνων των ξένων, τους οποίους αυτή, επίσης, καλεί και οι οποίοι έτσι λαμβάνουν τη μαρτυρία.
Ερώτησε αν θα μπορούσε να συγκαταλεχθή μεταξύ του λαού του Ιεχωβά και να δίνη δελτίο της
-