ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • yb08 σ. 66-255
  • Ρωσία

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ρωσία
  • Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2008
  • Υπότιτλοι
  • ΘΑΡΡΑΛΕΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΟΝ ΚΛΗΡΟ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ
  • “ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΝΑ ΔΕΧΤΟΥΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ”
  • ΞΕΚΙΝΑΕΙ Η «ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ»
  • “ΠΟΛΛΕΣ ΨΥΧΕΣ ΛΑΧΤΑΡΟΥΝ ΝΑ ΒΡΟΥΝ ΤΟΝ ΘΕΟ”
  • ΕΝΑ ΔΙΜΗΝΟ ΤΑΞΙΔΙ ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑ ΠΑΡΑΤΕΙΝΕΤΑΙ
  • ΟΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ
  • «ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΟΥ ΛΙΓΑ ΑΠΟ ΟΛΑ»
  • ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΕ ΡΩΣΟΥΣ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ
  • Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΛΛΑΖΕΙ
  • ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
  • ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ
  • ΛΑΒΑΙΝΕΙ ΧΩΡΑ ΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ
  • ΕΤΟΙΜΟΙ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ ΣΤΑΘΕΡΟΙ
  • «ΑΣ ΠΑΕΙ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΟΥ»
  • ΠΟΛΥ ΕΡΓΟ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ
  • ΠΕΤΟΥΣΕ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΦΡΑΧΤΗ
  • “ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΟΘΕΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ”
  • ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ
  • “Ο ΙΕΧΩΒΑ ΣΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΑΠΟ ΕΔΩ”
  • ΣΩΘΗΚΑΝ ΧΑΡΗ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ
  • ΕΞΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ
  • «ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ» ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
  • «ΘΑ ΣΑΣ ΕΙΧΑΜΕ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙ ΟΛΟΥΣ»
  • ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΕ 50 ΚΑΙ ΠΛΕΟΝ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ
  • ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝΤΑΙ ΟΤΙ ΕΚΟΨΑΝ ΤΟ ΑΦΤΙ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥΣ
  • «ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΕΡΗΦΑΝΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ»
  • ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΘΕΤΟΥΝ ΘΑΥΜΑΣΙΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
  • Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΑΝΤΙΣΟΒΙΕΤΙΚΗ
  • ΟΙ ΣΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΣΠΕΡΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ
  • ΟΙ ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΒΟΗΘΗΣΑΝ ΜΕΡΙΚΟΥΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
  • Ο ΚΗΡΥΚΑΣ ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΕΙ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ
  • Η ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ
  • Η ΚΑ-ΓΚΕ-ΜΠΕ ΔΙΕΙΣΔΥΕΙ ΣΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ
  • ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΜΕ ΕΥΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ
  • ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΒΡΕΘΗΚΕ ΣΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΣΥΓΧΥΣΗ
  • «ΑΥΤΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΜΑΣ ΕΝΘΑΡΡΥΝΕ ΠΟΛΥ!»
  • ΧΑΡΩΠΗ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ ΣΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ
  • ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΡΟΦΗ ΠΟΥ ΓΙΑΤΡΕΥΕ
  • ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΑΚΟΥΝ ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΠΟΙΜΕΝΑ ΤΟΥΣ
  • ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΦΙΛΜ
  • ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ
  • ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ ΕΝΤΥΠΩΝ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ
  • «ΑΣ ΕΡΘΕΙ Ο ΑΡΜΑΓΕΔΔΩΝ!»
  • «ΕΙΝΑΙ ΚΑΜΙΑ ΑΠΟ ΕΣΑΣ ΙΩΝΑΔΑΒΙΤΙΣΣΑ;»
  • “ΙΚΑΝΕΣ ΝΑ ΤΑ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΚΑΛΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ”
  • ΤΑ ΨΗΛΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΑΞΙΟΠΙΣΤΗ ΚΑΛΥΨΗ
  • «ΑΡΚΕΤΑ ΠΙΑ ΜΕ ΕΣΕΝΑ!»
  • «ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΣΑΣ»
  • «ΕΧΕΤΕ “ΑΓΙΑΣΜΕΝΟ ΝΕΡΟ”»
  • «ΘΑ ΕΡΘΟΥΜΕ ΚΑΤΑ ΟΜΑΔΕΣ»
  • «ΟΙ ΕΠΙΣΤΑΤΕΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑΝ ΕΜΑΣ, ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑ ΑΥΤΟΥΣ»
  • ΑΡΑΧΝΟΫΦΑΝΤΕΣ ΣΚΟΠΙΕΣ
  • ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
  • «ΕΣΕΙΣ ΦΤΙΑΞΑΤΕ ΘΕΡΕΤΡΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ»
  • ΥΜΝΟΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΣΕ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΥΨΙΣΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
  • ΗΡΘΕ ΣΕ «ΑΛΛΗ ΧΩΡΑ»
  • «ΤΩΡΑ ΚΗΡΥΤΤΟΥΝ ΞΑΝΑ»
  • ΕΝΑΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΜΝΗΣΗΣ
  • ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΜΝΗΣΗΣ ΣΕ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
  • «ΣΤΕΚΟΜΑΣΤΑΝ ΣΤΡΙΜΩΓΜΕΝΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ»
  • «ΘΑ ΤΗΝ ΚΟΨΕΙ ΣΕ 50 ΚΟΜΜΑΤΙΑ!»
  • ΕΠΙΔΟΜΑ ΚΑΛΗΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ
  • ΚΗΡΥΞΑΝ ΚΑΘΩΣ ΤΟΠΟΘΕΤΟΥΣΑΝ ΤΟ ΤΖΑΜΙ
  • «ΓΥΡΙΣΤΕ ΣΤΙΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΣΑΣ»
  • «ΚΡΥΒΩ ΕΝΤΥΠΑ ΑΠΟ ΤΟ 1947»
  • ΠΕΡΕΣΤΡΟΪΚΑ​—ΚΑΙΡΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
  • ΘΕΡΜΗ ΥΠΟΔΟΧΗ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ
  • «ΤΙ ΕΥΤΥΧΙΑ, ΤΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!»
  • ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΟΡΤΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
  • ΟΡΓΑΝΩΝΕΤΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ
  • ΔΙΑΝΥΟΥΝ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ
  • ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ
  • ΠΕΤΡΕΣ, ΑΣΠΙΔΕΣ ΚΑΙ ΣΠΑΘΙΑ
  • ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΕΣ ΣΤΙΣ ΜΕΛΕΤΕΣ
  • Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΗΘΗΚΕ
  • ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΤΡΟΦΗΣ ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ 11 ΩΡΙΑΙΕΣ ΑΤΡΑΚΤΟΥΣ
  • Η ΑΥΞΗΣΗ ΕΝΤΕΙΝΕΙ ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΗ
  • «Ο ΘΕΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΣΘΕΝΗ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ»
  • ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ ΣΤΟ ΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥΣ
  • Ο ΙΕΧΩΒΑ “ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΙ” ΤΟ ΘΕΡΙΣΜΟ
  • ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΤΩΝ ΠΕΝΗΝΤΑ ΑΤΟΜΩΝ
  • ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗ
  • ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ «ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΑΣΤΡΑ»
  • ΚΟΥΦΑ ΑΤΟΜΑ ΑΙΝΟΥΝ ΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
  • ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΓΛΩΣΣΑ
  • ΟΙ ΣΚΑΠΑΝΕΙΣ ΛΑΒΑΙΝΟΥΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
  • ΝΕΑΡΑ ΑΤΟΜΑ ΔΟΞΑΖΟΥΝ ΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
  • ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ “ΕΠΙΘΥΜΗΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ” ΣΤΗ ΣΑΧΑ
  • ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΣΤΗ ΣΑΧΑΛΙΝΗ
  • ΠΑΡΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ ΕΝΑΝΤΙΟΥΜΕΝΟΥΣ, Η ΠΟΡΤΑ ΑΝΟΙΓΕΙ
  • ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ
Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2008
yb08 σ. 66-255

Ρωσία

«ΑΠΟ την ανατολή του ήλιου μέχρι και τη δύση του το όνομά μου θα είναι μεγάλο ανάμεσα στα έθνη». (Μαλ. 1:11) Στη Ρωσία σήμερα βλέπουμε πόσο αληθινή είναι αυτή η εντυπωσιακή προφητεία που εξήγγειλε ο Ιεχωβά πριν από 2.450 χρόνια περίπου. Καθώς ο ήλιος δύει για τους οσίους του Ιεχωβά στην πόλη Καλίνινγκραντ στα δυτικά, ήδη ανατέλλει 11 ωριαίες ατράκτους ανατολικά για τους ευαγγελιζομένους της χερσονήσου Τσούκτσι, την οποία χωρίζει από την Αλάσκα ο Βερίγγειος Πορθμός. Πράγματι, ο ήλιος δεν δύει ποτέ ως προς το έργο κηρύγματος της Βασιλείας και μαθήτευσης στη Ρωσία. Το έργο που επιτέλεσαν ακούραστα θαρραλέοι αδελφοί και αδελφές κατά τη σοβιετική περίοδο έχει ευλογηθεί πλούσια. Όπως θα δούμε, αυτοί έμειναν σταθεροί παρά το σφοδρό διωγμό και, με αυτόν τον τρόπο, άνοιξαν το δρόμο για τους 150.000 και πλέον ευαγγελιζομένους που υπηρετούν στη Ρωσία σήμερα.

Η Ρωσία, που επισήμως ονομάζεται «Ρωσική Ομοσπονδία», δεν αποτελεί χώρα ενός έθνους ή ενός λαού. Όπως δείχνει το όνομά της, πρόκειται για μια ομοσπονδία εθνών, ένα μωσαϊκό φυλών, γλωσσών και λαών, που έχουν δικούς τους ιδιαίτερους πολιτισμούς. Η αφήγησή μας αρχίζει με φόντο αυτό το τεράστιο εθνοτικό, γλωσσικό και θρησκευτικό μωσαϊκό, όχι στη σημερινή δημοκρατική Ρωσία, αλλά στη Ρωσική Αυτοκρατορία πριν από εκατό και πλέον χρόνια, την οποία κυβερνούσε ο τσάρος.

ΘΑΡΡΑΛΕΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΤΟΝ ΚΛΗΡΟ ΤΗΣ ΜΟΣΧΑΣ

Σε μια εποχή αναβίωσης του ενδιαφέροντος για τη θρησκεία, ο Σεμιόν Καζλίτσκι, ένας βαθιά θρησκευόμενος άνθρωπος και απόφοιτος ιερατικής σχολής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, γνώρισε τον Κάρολο Τέηζ Ρώσσελ, ο οποίος αναλάμβανε την ηγεσία στο έργο των Σπουδαστών της Γραφής, όπως ήταν τότε γνωστοί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η Νίνα Λούπο, εγγονή του Σεμιόν, εξηγεί: «Ο παππούς μου ταξίδεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1891 και γνώρισε τον αδελφό Ρώσσελ. Είχε μια φωτογραφία που ήταν και οι δύο μαζί και πάντοτε αναφερόταν στον αδελφό του τον Ρώσσελ». Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο αδελφός Ρώσσελ και οι σύντροφοί του κατηύθυναν το έργο αποκατάστασης της αγνής λατρείας διδάσκοντας τις δυναμικές αλήθειες που περιέχει η Αγία Γραφή. Μέρος αυτού του έργου περιλάμβανε το ξεσκέπασμα των ψεύτικων διδασκαλιών των εκκλησιών του Χριστιανικού κόσμου και της τάξης του κλήρου του. Η Γραφική αλήθεια, μαζί με το ζήλο για την αγνή λατρεία που έδειχναν ο αδελφός Ρώσσελ και οι συνεργάτες του, υποκίνησε τον Σεμιόν να κηρύξει με τόλμη στον κλήρο της Μόσχας. Με ποιο αποτέλεσμα;

«Χωρίς δίκη, εξορίστηκε ευθύς αμέσως αλυσοδεμένος στη Σιβηρία με την κατηγορία ότι πρόσβαλε τον αρχιεπίσκοπο της Μόσχας», έγραψε η Νίνα, «και έτσι έφτασε ο λόγος του Θεού στη Σιβηρία το 1891». Τελικά, ο Σεμιόν Καζλίτσκι μεταφέρθηκε στο τμήμα της Σιβηρίας που ανήκει τώρα στο σημερινό Καζακστάν. Εκεί συνέχισε να αναγγέλλει με ζήλο το λόγο του Θεού μέχρι το θάνατό του, το 1935.

“ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΘΥΜΙΑ ΝΑ ΔΕΧΤΟΥΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ”

Το ίδιο έτος που εξορίστηκε ο Σεμιόν Καζλίτσκι, ο αδελφός Ρώσσελ επισκέφτηκε τη Ρωσία για πρώτη φορά. Έχουν αναφερθεί επανειλημμένα τα λόγια του σχετικά με εκείνη την επίσκεψη: «Δεν είδαμε καμιά ευκαιρία για τη μετάδοση της αλήθειας ούτε προθυμία να τη δεχτούν στη Ρωσία». Μήπως εννοούσε ότι οι άνθρωποι εκεί δεν ήθελαν να δώσουν προσοχή στην αλήθεια; Όχι. Το απολυταρχικό καθεστώς τούς εμπόδιζε να ακούσουν την αλήθεια.

Δίνοντας λεπτομέρειες για αυτή την κατάσταση, ο αδελφός Ρώσσελ έγραψε τα εξής στο τεύχος 1 Μαρτίου 1892 της Σκοπιάς της Σιών (στην αγγλική): «Στη Ρωσία, η κυβέρνηση κρατάει σε ανυπόφορα ασφυκτικό κλοιό κάθε άνθρωπο στην αυτοκρατορία, και τον ξένο που βρίσκεται εντός των πυλών τους τον θεωρούν πάντοτε ύποπτο. Πρέπει να δείχνει το διαβατήριό του σε κάθε ξενοδοχείο και σιδηροδρομικό σταθμό προτού μπει ή φύγει από κάποια πόλη ή κωμόπολη. Ο ξενοδόχος παίρνει το διαβατήριό σου και το παραδίδει στο Διοικητή της Αστυνομίας, ο οποίος το κρατάει ωσότου είσαι έτοιμος για αναχώρηση, ώστε ανά πάσα στιγμή να μπορεί να εξακριβωθεί πότε ήρθε ο ξένος στη χώρα και πότε αναχώρησε. Οι αξιωματούχοι και οι αρχές φέρονται με ψυχρή ευγένεια, δείχνοντας ότι απλώς ανέχονται την παρουσία σου, ενώ ό,τι βιβλία ή έγγραφα έχεις στην κατοχή σου ελέγχονται προσεκτικά για να διασφαλιστεί ότι το περιεχόμενό τους δεν προορίζεται να θίξει τις αντιλήψεις τους».

Ίσως φαινόταν ότι υπό αυτές τις συνθήκες το κήρυγμα των καλών νέων θα σημείωνε ελάχιστη πρόοδο. Μολαταύτα, τίποτα δεν μπορούσε να εμποδίσει τους σπόρους της αλήθειας να βλαστήσουν στη Ρωσία.

ΞΕΚΙΝΑΕΙ Η «ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ»

Ήδη από το 1887, Η Σκοπιά της Σιών ανέφερε ότι μεμονωμένα τεύχη αυτού του περιοδικού είχαν ταχυδρομηθεί σε διάφορα μέρη, «ακόμη και στη Ρωσία». Το 1904, μια επιστολή από έναν μικρό όμιλο Σπουδαστών της Γραφής στη Ρωσία ανέφερε ότι είχαν λάβει Γραφικά έντυπα, αν και με δυσκολία. Η επιστολή εξηγούσε: «Τα έντυπα τράβηξαν την προσοχή και παραλίγο να μην επιτραπεί η είσοδός τους» από τους λογοκριτές της κυβέρνησης. Τα μέλη αυτού του μικρού ομίλου ένιωθαν τόση ευγνωμοσύνη για το ότι έλαβαν τα έντυπα ώστε είπαν: «Αυτά είναι σαν χρυσάφι εδώ—τόσο δυσεύρετα». Δείχνοντας ότι είχαν αντιληφθεί το σκοπό των εντύπων, έγραψαν: «Είθε ο Κύριος να μας δώσει τώρα την ευλογία του και την ευκαιρία να διανείμουμε αυτά τα έντυπα».

Ναι, το κήρυγμα των καλών νέων στη Ρωσία είχε όντως ξεκινήσει, και είχε τεθεί ένα μικρό αλλά σημαντικό θεμέλιο για την αληθινή λατρεία. Ήταν ένα μικρό ξεκίνημα, αλλά, όπως έγραψε ο προφήτης Ζαχαρίας, «ποιος καταφρόνησε την ημέρα των μικρών πραγμάτων;»—Ζαχ. 4:10.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, ζηλωτές αδελφοί από τη Γερμανία έστελναν έντυπα στη Ρωσία. Πολλά από αυτά ήταν στη γερμανική γλώσσα, και αρκετοί γερμανόφωνοι δέχτηκαν την αλήθεια. Το 1907, μέλη μιας γερμανικής εκκλησίας Βαπτιστών στη Ρωσία έλαβαν ταχυδρομικώς αντίτυπα της σειράς βιβλίων Χαραυγή της Χιλιετηρίδος. Όταν 15 από αυτούς πήραν θέση υπέρ της αληθινής λατρείας, η εκκλησία τούς αφόρισε. Αργότερα, ο ιερέας που τους είχε εναντιωθεί πείστηκε για τις αλήθειες οι οποίες παρουσιάζονταν στη Χαραυγή της Χιλιετηρίδος.

Το 1911, το έργο έλαβε ώθηση με ασυνήθιστο τρόπο—από ένα γαμήλιο ταξίδι. Μετά το γάμο τους, το ζεύγος Χέρκεντελ, ένα νεαρό αντρόγυνο από τη Γερμανία, έκανε μια περιοδεία κηρύγματος στη Ρωσία προκειμένου να βοηθήσει τους γερμανόφωνους που ζούσαν εκεί. Προς μεγάλη τους χαρά, βρήκαν απομονωμένους ομίλους ευαγγελιζομένων της Βασιλείας και τους βοήθησαν πνευματικά.

Νωρίτερα, ένας αναγνώστης στη Ρωσία έγραψε: «Τα έντυπα από τη Γερμανία είναι τόσο πολύτιμα για εμένα όσο ήταν το ουράνιο μάννα για τα παιδιά του Ισραήλ. . . . Πόσο λυπόμαστε που τα έντυπα δεν είναι στη ρωσική! Εκμεταλλεύομαι κάθε ευκαιρία για να μεταφράζω διάφορα αποσπάσματα στη ρωσική». Η μετάφραση, λοιπόν, είχε αρχίσει, αλλά επρόκειτο να ακολουθήσουν πολύ περισσότερα σε αυτόν τον τομέα.

“ΠΟΛΛΕΣ ΨΥΧΕΣ ΛΑΧΤΑΡΟΥΝ ΝΑ ΒΡΟΥΝ ΤΟΝ ΘΕΟ”

Το 1911, ο Ρ. Χ. Ολεζίνσκι, ένας Πολωνός αδελφός που ζούσε στη Βαρσοβία της Πολωνίας, μέρος της οποίας ανήκε τότε στη Ρωσική Αυτοκρατορία, διευθέτησε να τυπωθεί το φυλλάδιο Πού Είναι οι Νεκροί; στη ρωσική. Σε μια επιστολή που έστειλε στον αδελφό Ρώσσελ, έγραψε: «Εσωκλείω ένα αντίτυπο . . . Για δέκα χιλιάδες αντίτυπα χρέωσαν εβδομήντα τρία ρούβλια . . . Υπάρχουν πολλές δυσκολίες, αλλά υπάρχουν και πολλές ψυχές που λαχταρούν να βρουν τον Θεό». Αυτά τα φυλλάδια, μαζί με άλλα έντυπα, δόθηκαν σε ρωσόφωνους οι οποίοι τα πήραν μαζί τους στη Ρωσία. Έτσι σημειώθηκε ένα σημαντικό ορόσημο για αυτόν το νεοσύστατο γλωσσικό αγρό. Σύντομα άρχισαν να παράγονται και άλλα έντυπα—φυλλάδια και βιβλιάρια. Με τον καιρό, επρόκειτο να καταβληθούν πιο φιλόδοξες προσπάθειες για μετάφραση.

Το 1912, ο αδελφός Ρώσσελ επισκέφτηκε τη Φινλανδία, η οποία ήταν τότε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Δόθηκε εξουσιοδότηση στον Κάρλο Χαρτέβα να ενεργεί εξ ονόματος της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά στη Φινλανδία. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1913, ο εκπρόσωπος του τσάρου, ο Πρόξενος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στη Νέα Υόρκη, επικύρωσε την εξουσιοδότηση και την υπέγραψε.

ΕΝΑ ΔΙΜΗΝΟ ΤΑΞΙΔΙ ΓΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑ ΠΑΡΑΤΕΙΝΕΤΑΙ

Λίγο προτού ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Ιωσήφ Φ. Ρόδερφορντ ξεκίνησε από το Μπρούκλιν για μια περιοδεία σε αρκετές χώρες ως εκπρόσωπος της οργάνωσης. Στη διάρκεια αυτής της περιοδείας, γνώρισε έναν Σπουδαστή της Γραφής ονόματι Ντόιτσμαν στην πολωνική πόλη Λουτζ. Λίγο αργότερα, ο αδελφός Ντόιτσμαν με την οικογένειά του ξεκίνησαν ένα δίμηνο, όπως νόμιζαν, ταξίδι για κήρυγμα σε όλη τη Ρωσία. Το ξέσπασμα του πολέμου, όμως, παρέτεινε το ταξίδι τους.

Έπειτα από πολλές κακουχίες, η οικογένεια Ντόιτσμαν βρέθηκε σε μια μικρή πόλη στις όχθες του ποταμού Βόλγα. Το 1918 αποφάσισαν να επιστρέψουν στην Πολωνία, αλλά μια επιδημία ευλογιάς τούς απέτρεψε. Έπειτα, τα σύνορα έκλεισαν επειδή ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος. Τρία από τα παιδιά τους πέθαναν εκείνα τα χρόνια—ένα από ευλογιά, ένα από πνευμονία και ένα από άλλα αίτια.

Επικρατούσε πείνα και πανικός. Οι άνθρωποι πέθαιναν στους δρόμους από ασιτία. Στη σύγχυση που επακολούθησε, πολλοί, ιδίως αλλοδαποί, κατηγορήθηκαν πως συνεργάζονταν με τον «εχθρό» και εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς δίκη. Μια μέρα, κάποιος άντρας συνοδευόμενος από έναν ένοπλο στρατιώτη όρμησε στο σπίτι της οικογένειας Ντόιτσμαν.

«Αυτός είναι ο εχθρός, πιάστε τον!» φώναξε ο άντρας.

«Γιατί;» ρώτησε ο στρατιώτης. «Τι έκανε;»

Εκείνος ο άνθρωπος ήθελε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση προκειμένου να μην πληρώσει τον αδελφό Ντόιτσμαν για κάποιες ξυλουργικές εργασίες που του είχε κάνει. Αφού άκουσε και τις δύο πλευρές, ο στρατιώτης διέκρινε τα εσφαλμένα κίνητρα εκείνου του ανθρώπου και τον πέταξε έξω από το σπίτι. Κατόπιν ο στρατιώτης είπε στον αδελφό Ντόιτσμαν ότι θυμήθηκε μια συζήτηση που είχαν κάνει οι δυο τους γύρω από Γραφικά θέματα. Εκείνη η συζήτηση πιθανότατα συνέβαλε στο να σωθεί η ζωή του αδελφού Ντόιτσμαν και της οικογένειάς του. Το 1921, η κομμουνιστική κυβέρνηση συνέτριψε τη στρατιωτική αντίσταση, και ο εμφύλιος πόλεμος τερματίστηκε. Σύντομα, η οικογένεια Ντόιτσμαν πήρε το δρόμο της επιστροφής προς την Πολωνία.

ΟΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ

Ενώ μαινόταν ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η περιορισμένη επαφή που είχαν οι αδελφοί στη Ρωσία με αδελφούς σε άλλα μέρη χάθηκε. Όπως οι αδελφοί του Χριστού σε όλο τον κόσμο, έτσι και όσοι βρίσκονταν στη Ρωσία ήταν πιθανότατα αβέβαιοι ως προς την πλήρη σημασία της ενθρόνισης του Χριστού. Δεν ήξεραν ότι η χώρα τους επρόκειτο σύντομα να ζήσει μερικά από τα σημαντικότερα γεγονότα του 20ού αιώνα, πολλά από τα οποία εκπλήρωσαν προφητείες της Αγίας Γραφής.

Στα τέλη του 1917, η Ρωσική Επανάσταση τερμάτισε την κυριαρχία των τσάρων, η οποία είχε διαρκέσει 370 χρόνια. Έχοντας άγνοια για την παρουσία του Κυρίου Ιησού Χριστού, οι νέοι ηγέτες της Ρωσίας, οι μπολσεβίκοι, είχαν φιλόδοξα σχέδια για την εγκαθίδρυση μιας καινούριας μορφής ανθρώπινης διακυβέρνησης, η οποία θα διέφερε από κάθε προηγούμενη. Ως εκ τούτου, μέσα σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε η Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ), η οποία επρόκειτο τελικά να συμπεριλάβει σχεδόν το ένα έκτο των χερσαίων εκτάσεων της γης.

Είναι αξιοσημείωτο ότι λίγα χρόνια πριν από τη Ρωσική Επανάσταση, ο Βλαντίμιρ Λένιν, ο πρώτος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, είχε πει: «Ο καθένας πρέπει να είναι εντελώς ελεύθερος, όχι μόνο να πρεσβεύει όποια θρησκεία επιθυμεί, αλλά και να διαδίδει ή να αλλάζει τη θρησκεία του. Κανένας αξιωματούχος δεν πρέπει να έχει το δικαίωμα ούτε καν να ρωτήσει κάποιον ποια είναι η θρησκεία του: αυτό αποτελεί ζήτημα συνείδησης του κάθε ανθρώπου και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει».

Σε μερικά μέρη της χώρας, αυτές οι επίσημες αρχές που πρέσβευε το Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα επέτρεπαν σε ειλικρινή άτομα να μεταδίδουν τις Γραφικές αλήθειες σε άλλους. Γενικά, όμως, το νέο Κράτος ήταν αθεϊστικό ευθύς εξαρχής και κρατούσε εχθρική στάση απέναντι στη θρησκεία, αποκαλώντας την «όπιο του λαού». Μια από τις πρώτες ενέργειες των μπολσεβίκων ήταν η έκδοση ενός διατάγματος που χώριζε την Εκκλησία από το Κράτος. Η διδασκαλία από θρησκευτικές οργανώσεις τέθηκε εκτός νόμου, και η περιουσία της εκκλησίας κρατικοποιήθηκε.

Πώς θα αντιμετώπιζε αυτή η νέα κυβέρνηση εκείνους τους διασκορπισμένους ομίλους των Σπουδαστών της Γραφής, οι οποίοι υποτάσσονταν στη Βασιλεία του Θεού; Γράφοντας από τη Σιβηρία λίγο καιρό μετά την επανάσταση του 1917, ένας Σπουδαστής της Γραφής παρουσίασε την εξής ζοφερή εικόνα: «Πιθανότατα γνωρίζετε την κατάσταση εδώ στη Ρωσία. Έχουμε μια σοβιετική κυβέρνηση βασισμένη σε κομμουνιστικές αρχές. Μολονότι μπορεί κάποιος να διακρίνει την ευρέως γνωστή προσπάθεια για την επίτευξη δικαιοσύνης, οτιδήποτε αφορά τον Θεό απορρίπτεται».

Το 1923 η εναντίωση προς τους Σπουδαστές της Γραφής είχε πλέον ενταθεί. Οι αδελφοί έγραψαν: “Σας γράφουμε αυτή την επιστολή ώστε να σας πληροφορήσουμε για το τι συμβαίνει στη Ρωσία. . . . Έχουμε τα απαραίτητα, τροφή, ρουχισμό, . . . αλλά στερούμαστε πολύ την πνευματική τροφή. Τα βιβλία που μας στάλθηκαν κατασχέθηκαν από την κυβέρνηση. Γι’ αυτό, σας παρακαλούμε να μας στείλετε αποσπάσματα με τη μορφή επιστολών από όλα τα έντυπα που έχετε στη ρωσική γλώσσα . . . Πολλά άτομα πεινούν για το Λόγο της Αλήθειας. Πριν από λίγο καιρό, πέντε άτομα συμβόλισαν την αφιέρωσή τους με το βάφτισμα και επίσης δεκαπέντε Βαπτιστές ενώθηκαν μαζί μας”.

Η Σκοπιά 15 Δεκεμβρίου 1923 έκανε το εξής σχόλιο: “Η Εταιρία καταβάλλει προσπάθεια να εισαγάγει έντυπα στη Ρωσία και θα συνεχίσει να το κάνει, με τη χάρη του Κυρίου”. Το 1925, Η Σκοπιά ήταν ήδη διαθέσιμη στη ρωσική. Ο αντίκτυπος που είχε στο έργο επίδοσης μαρτυρίας στη Ρωσία ήταν άμεσος. Για παράδειγμα, ένα μέλος κάποιας ομάδας Ευαγγελικών δυσκολευόταν να συμβιβάσει το δόγμα του πύρινου άδη με έναν Θεό αγάπης. Όταν έθεσε αυτό το ζήτημα στους ομοπίστους του, εκείνοι προσευχήθηκαν στον Θεό να τον απαλλάξει από τέτοιες σκέψεις. Αργότερα, ο ίδιος και η σύζυγός του δέχτηκαν κάποια τεύχη της Σκοπιάς και αμέσως αναγνώρισαν την αλήθεια. Μέσω μιας επιστολής του ζήτησε περισσότερα έντυπα, λέγοντας: «Περιμένουμε το μάννα από την άλλη πλευρά του ωκεανού». Άλλοι αδελφοί στη Ρωσία επίσης επιβεβαίωναν τακτικά ότι λάβαιναν αυτό το «μάννα», και ευχαριστούσαν τους αδελφούς στις Ηνωμένες Πολιτείες για τη Χριστιανική αγάπη που έδειχναν παράγοντας τέτοια ενισχυτικά για την πίστη έντυπα.

«ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΟΥ ΛΙΓΑ ΑΠΟ ΟΛΑ»

Μια συγκινητική επιστολή από τη Σιβηρία δημοσιεύτηκε στη Σκοπιά του Σεπτεμβρίου του 1925 (ρωσική έκδοση). Ένας δάσκαλος από αγροτική οικογένεια ανέφερε ότι αυτός και η οικογένειά του είχαν μετακομίσει από τα νότια της Ρωσίας στη Σιβηρία το 1909. Έγραψε πως είχε διαβάσει τα έντυπα με εγκάρδια χαρά, και πρόσθεσε: «Η επιθυμία της καρδιάς μου είναι να εμβαθύνω ακόμα περισσότερο στις άγιες αλήθειες του Θεού ώστε να μπορώ να πολεμήσω το σκοτάδι με μεγαλύτερη ικανότητα και δύναμη». Στο τέλος της επιστολής του ζήτησε περισσότερα έντυπα, γράφοντας: «Σας παρακαλώ, στείλτε μου λίγα από όλα».

Η απάντηση από τον εκδότη δημοσιεύτηκε στο ίδιο τεύχος. «Προσπαθούμε εδώ και καιρό να στείλουμε έντυπα στη Ρωσία, αλλά όλες μας οι απόπειρες ματαιώθηκαν από την εναντίωση της ρωσικής κυβέρνησης. Αυτή η επιστολή, όπως και άλλες σαν αυτήν, μοιάζει με το κάλεσμα από τη Μακεδονία: “Πέρασε . . . και βοήθησέ μας”. (Πράξ. 16:9) Θα προστρέξουμε σε βοήθειά σας με την πρώτη ευκαιρία και εφόσον είναι θέλημα του Κυρίου».

Πράγματι, πόσο ισχυρό εργαλείο θα αποδεικνυόταν Η Σκοπιά και άλλα έντυπα ώστε να κηρυχτούν τα καλά νέα «για μαρτυρία» στη ρωσική γλώσσα! (Ματθ. 24:14) Το 2006, τα έντυπα που είχαν εκδοθεί από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη ρωσική έφταναν τα 691.243.952 αντίτυπα, αριθμός μεγαλύτερος από κάθε άλλη γλώσσα με εξαίρεση την αγγλική, την ισπανική και την πορτογαλική. Ο Ιεχωβά έχει ευλογήσει πλούσια τις προσπάθειες που καταβάλλουν οι Μάρτυρές του για να διαγγέλλουν τη Βασιλεία.

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΕ ΡΩΣΟΥΣ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Με την άνοδο των μπολσεβίκων στην εξουσία και τη δημιουργία του κομμουνιστικού Κράτους, πολλοί Ρώσοι μετανάστευσαν σε άλλες χώρες. Η Σκοπιά και άλλα έντυπα στη ρωσική τυπώνονταν έξω από τη Σοβιετική Ένωση. Ως εκ τούτου, η σοβιετική κυβέρνηση δεν μπορούσε να εμποδίσει τη ροή της πνευματικής τροφής σε άλλες χώρες. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, τα ρωσικά έντυπα έφταναν σε ανθρώπους σε όλη τη γη, και στέλνονταν επιστολές εκτίμησης από Ρώσους που ζούσαν σε χώρες όπως η Αυστραλία, η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Λετονία, η Ουρουγουάη, η Παραγουάη, η Πολωνία και η Φινλανδία.

Με τον καιρό, οι αδελφοί οργάνωσαν Χριστιανικές συναθροίσεις καθώς και το έργο κηρύγματος στη ρωσική σε κάποιες από αυτές τις χώρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταδίδονταν τακτικά από ραδιοφωνικούς σταθμούς Γραφικές ομιλίες στη ρωσική. Σχηματίστηκαν ρωσόφωνες εκκλησίες, όπως εκείνη που υπήρχε στο Μπράουνσβιλ της Πενσυλβανίας, και διοργανώνονταν συνελεύσεις. Για παράδειγμα, το Μάιο του 1925 οι αδελφοί διεξήγαγαν μια τριήμερη ρωσική συνέλευση στο Κάρνεγκι της Πενσυλβανίας, στην οποία παρευρέθηκαν 250 άτομα και βαφτίστηκαν 29.

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΛΛΑΖΕΙ

Μετά το θάνατο του Λένιν, η κυβέρνηση ενέτεινε την επίθεσή της εναντίον όλων των θρησκειών. Το 1926 δημιουργήθηκε η Ένωση των Μαχητικών Αθέων—όνομα περιγραφικότατο όσον αφορά τους στόχους της. Η πανταχού παρούσα αθεϊστική προπαγάνδα είχε σκοπό να ξεριζώσει εντελώς την πίστη στον Θεό από τις διάνοιες και τις καρδιές των ανθρώπων. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, το πνεύμα του αθεϊσμού εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την αχανή επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης. Σε επιστολή του προς τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία, ένας Σπουδαστής της Γραφής από τη Ρωσία σχολίασε: «Οι νέοι απορροφούν αυτό το πνεύμα, πράγμα που αναμφίβολα αποτελεί μεγάλο εμπόδιο στο να γνωρίσουν την αλήθεια».

Η Ένωση των Μαχητικών Αθέων εξέδιδε αθεϊστικά έντυπα, περιλαμβανομένου και ενός περιοδικού με το όνομα Αντιρελιγκιόζνικ. Το 1928, το περιοδικό δήλωσε: «Η Περιφέρεια του Βορόνεζ βρίθει από αιρέσεις».a Μεταξύ άλλων, έκανε λόγο για 48 «Σπουδαστές των Αγίων Γραφών», των οποίων «ηγούνταν ο Ζίντσενκο και ο Μιτροφάν Μπόβιν». Είναι αξιοσημείωτο ότι Η Σκοπιά του Σεπτεμβρίου του 1926 (ρωσική έκδοση) περιείχε μια επιστολή από κάποιον Μιχαήλ Ζίντσενκο από τη Ρωσία, ο οποίος έγραφε: «Οι άνθρωποι πεινούν για πνευματική τροφή. . . . Έχουμε ελάχιστα έντυπα. Ο αδελφός Τρούμπι και άλλοι μεταφράζουν έντυπα στη ρωσική και κάνουν αντίγραφα, και έτσι τρεφόμαστε πνευματικά και στηρίζουμε ο ένας τον άλλον. Στέλνουμε χαιρετισμούς από όλους τους Ρώσους αδελφούς μας».

Το Σεπτέμβριο του 1926, ο αδελφός Τρούμπι έγραψε πως υπήρχε ελπίδα να επιτρέψουν οι αρχές στους αδελφούς να λαβαίνουν έντυπα στη ρωσική. Ζήτησε από τους αδελφούς στο Μπέθελ του Μπρούκλιν να στείλουν φυλλάδια, βιβλιάρια, βιβλία και τόμους της Σκοπιάς μέσω του γραφείου στο Μαγδεμβούργο της Γερμανίας. Ανταποκρινόμενος σε αυτό το αίτημα, ο αδελφός Ρόδερφορντ έστειλε στη Μόσχα τον Τζορτζ Γιανγκ, ο οποίος έφτασε εκεί στις 28 Αυγούστου 1928. Σε μια από τις επιστολές του, ο Γιανγκ έγραψε: «Έχω μερικές ενδιαφέρουσες εμπειρίες αλλά δεν ξέρω πόσο καιρό θα μου επιτραπεί να μείνω». Αν και μπόρεσε να συναντήσει έναν υψηλά ιστάμενο αξιωματούχο στη Μόσχα, το μόνο που κατάφερε ήταν να πάρει βίζα με ισχύ ως τις 4 Οκτωβρίου 1928.

Εν τω μεταξύ, η στάση του νεοσύστατου Σοβιετικού Κράτους απέναντι στη θρησκεία ήταν ασαφής. Αρκετά κυβερνητικά έγγραφα εξέφραζαν την ελπίδα ότι οι θρησκευτικές ομάδες θα ενσωματώνονταν στο σοβιετικό εργατικό δυναμικό. Στα χρόνια που ακολούθησαν, αυτή η ελπίδα μετατράπηκε σε κυβερνητική πολιτική. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η σοβιετική κυβέρνηση δεν ήθελε να εξοντώσει το λαό του Ιεχωβά. Αγωνιζόταν να κερδίσει διάνοιες και καρδιές. Προσπαθούσε να πείσει τα μέλη του λαού του Θεού να συμμορφωθούν με το καθεστώς, να τα πειθαναγκάσει ώστε να είναι αφοσιωμένα αποκλειστικά στο Κράτος. Η κυβέρνηση δεν ήθελε επ’ ουδενί να δίνουν οι άνθρωποι την αφοσίωσή τους στον Ιεχωβά.

Μετά την αναχώρηση του αδελφού Γιανγκ, οι Ρώσοι αδελφοί συνέχισαν να κηρύττουν με ζήλο τη Βασιλεία του Θεού. Ο Ντανιγίλ Σταρούχιν διορίστηκε να οργανώσει το έργο κηρύγματος της Βασιλείας στη Ρωσία. Για να προωθήσει αυτό το έργο και για να εμψυχώσει τους αδελφούς, ο αδελφός Σταρούχιν επισκέφτηκε τη Μόσχα, το Κουρσκ, το Βορόνεζ και άλλες πόλεις στη Ρωσία καθώς και στην Ουκρανία. Μαζί με άλλους αδελφούς, κήρυττε σε Βαπτιστές στους οίκους προσευχής τους, εξηγώντας την αλήθεια για τον Ιησού Χριστό και τη Βασιλεία του Θεού. Τον Ιανουάριο του 1929, οι αδελφοί στη Ρωσία διευθέτησαν να νοικιάσουν ένα εκκλησιαστικό κτίριο στο Κουρσκ πληρώνοντας το αντίστοιχο 200 δολαρίων το χρόνο ώστε να μπορούν να διεξάγουν δημόσιες συναθροίσεις.

Αργότερα το ίδιο έτος, οι αδελφοί στο Μπέθελ του Μπρούκλιν ζήτησαν από το Λαϊκό Επιτροπάτο Εμπορίου της ΕΣΣΔ την άδεια να εισαγάγουν ένα μικρό φορτίο Γραφικών εντύπων στη Σοβιετική Ένωση. Το φορτίο αυτό περιλάμβανε από 800 αντίτυπα των βιβλίων Η Κιθάρα του Θεού και Απελευθέρωσις, καθώς και 2.400 βιβλιάρια. Σε λιγότερο από δύο μήνες το φορτίο επιστράφηκε με την επισήμανση: «Επιστρέφεται Λόγω Απαγόρευσης Εισόδου από τη Διεύθυνση Έντυπης Ύλης». Ωστόσο, οι αδελφοί δεν έχασαν την ελπίδα τους. Μερικοί νόμιζαν ότι ο λόγος για τον οποίο επιστράφηκαν τα έντυπα ήταν επειδή είχαν τυπωθεί με ένα παλαιότερο ρωσικό αλφάβητο. Έκτοτε, οι αδελφοί φρόντιζαν ώστε όλα τα ρωσικά έντυπα να μεταφράζονται με ακρίβεια και να τυπώνονται σε αρμονία με τις πιο πρόσφατες εξελίξεις στη γλώσσα.

ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Από το 1929, αρκετά τεύχη της Σκοπιάς περιείχαν ανακοινώσεις σχετικά με την ανάγκη που υπήρχε για ικανούς μεταφραστές, οι οποίοι θα ήταν γνώστες τόσο της αγγλικής όσο και της ρωσικής γλώσσας. Για παράδειγμα, η ρωσική Σκοπιά του Μαρτίου του 1930 περιείχε την εξής ανακοίνωση: «Ζητείται ικανός αφιερωμένος αδελφός, γνώστης της αγγλικής και με ευχέρεια στη ρωσική, για να μεταφράζει από την αγγλική στη ρωσική γλώσσα».

Ο Ιεχωβά είδε αυτή την ανάγκη και βρέθηκαν μεταφραστές σε διάφορες χώρες. Ένας από αυτούς ήταν ο Αλεξάντρ Φόρστμαν, ο οποίος το 1931 έστελνε ήδη στα κεντρικά γραφεία άρθρα μεταφρασμένα στη ρωσική, μέσω του γραφείου τμήματος της Δανίας στην Κοπεγχάγη. Ο αδελφός Φόρστμαν ήταν ένας ενθουσιώδης μεταφραστής που ζούσε στη Λετονία. Καθώς διέθετε καλή μόρφωση και ευχέρεια τόσο στην αγγλική όσο και στη ρωσική, ήταν σε θέση να μεταφράζει τα Γραφικά έντυπα γρήγορα. Στην αρχή αφιέρωνε μόνο λίγες ώρες την εβδομάδα στη μετάφραση, επειδή εργαζόταν για να συντηρεί τη σύζυγό του και το παιδί του που δεν ήταν ομόπιστοί του. Το Δεκέμβριο του 1932, ο αδελφός Φόρστμαν άρχισε να υπηρετεί ως μεταφραστής με πλήρες ωράριο. Στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο υπηρέτησε, μετέφρασε φυλλάδια, βιβλιάρια και βιβλία. Πέθανε το 1942.

Τους αδελφούς τούς απασχολούσε έντονα το να παράγουν υψηλής ποιότητας ρωσικές μεταφράσεις των διαθέσιμων εντύπων, καθώς πίστευαν ότι σύντομα το έργο της Βασιλείας θα νομιμοποιούνταν στη Ρωσία. Ο Γουίλιαμ Ντέι, επίσκοπος του Γραφείου Βόρειας Ευρώπης, έγραψε τα εξής σε μια επιστολή του προς τον αδελφό Ρόδερφορντ: «Όταν ανοίξει η Ρωσία, πράγμα που ασφαλώς πρέπει να γίνει σύντομα, θα ήταν καλό να έχουμε μια αξιόλογη μετάφραση των εντύπων μας για να προσφέρουμε σε αυτόν τον πληθυσμό των 180 εκατομμυρίων ανθρώπων».

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ

Το ραδιόφωνο ήταν άλλος ένας τρόπος για να διαδοθούν τα καλά νέα στην τεράστια επικράτεια της Ρωσίας. Η Σκοπιά του Φεβρουαρίου του 1929 (ρωσική έκδοση) περιείχε την εξής ανακοίνωση: «Ρωσικές διαλέξεις θα μεταδίδονται από το ραδιόφωνο». Από την Εσθονία μεταδίδονταν εκπομπές στη Σοβιετική Ένωση κάθε δεύτερη και τέταρτη Κυριακή του μήνα.

Ο αδελφός Γουόλας Μπάξτερ, συντονιστής του γραφείου τμήματος της Εσθονίας, αργότερα θυμόταν: «Έπειτα από μακρά συζήτηση, το 1929 υπογράφτηκε συμβόλαιο για ένα έτος. Λίγο καιρό μετά την έναρξη των μεταδόσεων στη ρωσική, μάθαμε ότι άκουγαν κάποιοι άνθρωποι στο Λένινγκραντ. Η αντίδραση του σοβιετικού καθεστώτος ήταν παρόμοια με την αντίδραση του κλήρου στην Εσθονία. Και οι δύο προειδοποιούσαν τους ανθρώπους να μην ακούν το άγγελμα της Βασιλείας». Το 1931, οι εκπομπές στη ρωσική μεταδίδονταν σε βολική ώρα για τους ακροατές, από τις 5:30 ως τις 6:30 μ.μ. στα μεσαία κύματα. Έπειτα από τριάμισι χρόνια μεταδόσεων, οι εκπομπές σταμάτησαν τον Ιούνιο του 1934. Σε μια επιστολή που έστειλε το γραφείο τμήματος της Εσθονίας, οι αδελφοί εξήγησαν πώς επήλθε η απαγόρευση: «Ο κλήρος ανέφερε στην κυβέρνηση [της Εσθονίας] ότι οι ραδιοφωνικές μας διαλέξεις βλάπτουν τα συμφέροντα του Κράτους, επειδή έχουν χαρακτήρα κομμουνιστικής και αναρχικής προπαγάνδας».

ΛΑΒΑΙΝΕΙ ΧΩΡΑ ΜΙΑ ΑΛΛΑΓΗ

Το 1935 οι αδελφοί στο Μπέθελ του Μπρούκλιν έστειλαν τον Άντον Κέρμπερ στη Σοβιετική Ένωση, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να ιδρύσει ένα γραφείο τμήματος εκεί. Ήθελαν να στείλουν στην ΕΣΣΔ ένα πιεστήριο από τη Γερμανία, όπου ο Αδόλφος Χίτλερ είχε μόλις ανέλθει στην εξουσία. Αν και το σχέδιο αυτό δεν υλοποιήθηκε, ο αδελφός Κέρμπερ συναντήθηκε με πολλούς αδελφούς στη Ρωσία.

Για κάποια χρόνια, το έργο κηρύγματος της Βασιλείας προόδευε σταθερά στη Ρωσία. Γραφικά έντυπα μεταφράζονταν στη ρωσική υπό την επίβλεψη του γραφείου τμήματος της Λετονίας. Ωστόσο, ήταν δύσκολο να εισαχθούν στη χώρα τα τυπωμένα έντυπα. Ως αποτέλεσμα, μεγάλη ποσότητα εντύπων παρέμενε αποθηκευμένη.

Μέχρι την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου το 1939, οι Μάρτυρες ήταν λίγοι σε αριθμό. Κατά συνέπεια, η σοβιετική κυβέρνηση τους έδινε ελάχιστη ή καθόλου σημασία. Αυτή η κατάσταση, όμως, επρόκειτο να αλλάξει σύντομα. Λίγο μετά την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας στην Πολωνία το 1939, η Σοβιετική Ένωση προσάρτησε τις τελευταίες 4 από τις 15 δημοκρατίες της—την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και τη Μολδαβία. Χιλιάδες Μάρτυρες βρέθηκαν ξαφνικά εντός των συνόρων της Σοβιετικής Ένωσης—ενός κράτους που σύντομα θα βυθιζόταν σε έναν άγριο πόλεμο για να εξασφαλίσει την ίδια του την επιβίωση. Θα ήταν καιρός δεινών και αντιξοοτήτων για εκατομμύρια ανθρώπους. Για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, θα ήταν καιρός να δείξουν οσιότητα στον Θεό υπό σκληρή καταδυνάστευση.

ΕΤΟΙΜΟΙ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ ΣΤΑΘΕΡΟΙ

Τον Ιούνιο του 1941, η Γερμανία εξαπέλυσε μαζική επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, καταλαμβάνοντας εξ απροόπτου τον Ιωσήφ Στάλιν, το Σοβιετικό ηγέτη. Ως το τέλος του χρόνου, τα γερμανικά στρατεύματα είχαν φτάσει στα περίχωρα της Μόσχας, και η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης φαινόταν πολύ κοντά.

Μέσα στην απόγνωσή του, ο Στάλιν προσπάθησε να κινητοποιήσει τη χώρα για το Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, όπως τον αποκάλεσαν οι Ρώσοι. Ο Στάλιν αναγνώρισε ότι έπρεπε να κάνει παραχωρήσεις στην εκκλησία προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξη του λαού στον πόλεμο, εφόσον εκατομμύρια πολίτες εξακολουθούσαν να είναι θρησκευόμενοι. Το Σεπτέμβριο του 1943, ο Στάλιν δέχτηκε δημοσίως στο Κρεμλίνο τρεις υψηλά ιστάμενους εκπροσώπους της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό συνέβαλε στο να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους και άνοιξε εκατοντάδες ναούς για το κοινό.

Όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Γερμανία, έτσι και οι αδελφοί στη Ρωσία διακράτησαν απολύτως ουδέτερη στάση στη διάρκεια του πολέμου. Ήταν έτοιμοι να υποστούν τις συνέπειες, σταθερά αποφασισμένοι να τηρήσουν την εντολή του Κυρίου τους. (Ματθ. 22:37-39) Επειδή διακράτησαν την ουδετερότητά τους, πάνω από χίλιοι Μάρτυρες από την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τις δημοκρατίες της Βαλτικής μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας στην καρδιά της Ρωσίας από το 1940 ως το 1945.

Ο Βασίλι Σαβτσούκ θυμάται: «Βαφτίστηκα στην Ουκρανία το 1941 σε ηλικία 14 ετών. Στη διάρκεια του πολέμου, σχεδόν όλοι οι δραστήριοι αδελφοί στάλθηκαν σε φυλακές και σε στρατόπεδα στην καρδιά της Ρωσίας. Αλλά το έργο του Ιεχωβά δεν σταμάτησε. Πιστές αδελφές και έφηβοι όπως εγώ ανέλαβαν ευθύνες στην εκκλησία και στη διακονία. Στο χωριό μας, ένας αδελφός, ο οποίος ήταν ανάπηρος, παρέμενε ελεύθερος. Ο ίδιος μού είπε: “Βασίλι, χρειαζόμαστε τη βοήθειά σου. Έχουμε πολύ σημαντικό έργο να κάνουμε και δεν έχουμε αρκετούς άντρες”. Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου βλέποντας πόσο νοιαζόταν για το έργο του Ιεχωβά αυτός ο άρρωστος αδελφός. Συμφώνησα μετά χαράς να κάνω ό,τι χρειαζόταν. Είχαμε αυτοσχέδια πιεστήρια σε υπόγεια και ανατυπώναμε την πολύτιμη πνευματική τροφή μας, δίνοντάς την για διανομή μεταξύ των αδελφών, ειδικά των φυλακισμένων».

Παρά το ανιδιοτελές, στοργικό έργο που επιτελούσαν εκείνες οι αδελφές και οι έφηβοι, η ποσότητα της παραγόμενης πνευματικής τροφής δεν ήταν αρκετή. Μια λύση έδωσαν οι Πολωνοί αδελφοί που μετανάστευαν από τη Ρωσία, οι οποίοι κατάφερναν να φέρνουν εκθέσεις στο γραφείο στην Πολωνία. Ουκρανοί και Ρώσοι αδελφοί που ταξίδευαν προς την αντίθετη κατεύθυνση έπαιρναν μαζί τους πνευματική τροφή, κέρινες μεμβράνες πολυγράφου, μελάνι και άλλα εργαλεία για να χρησιμοποιηθούν στη Ρωσία.

«ΑΣ ΠΑΕΙ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΟΥ»

Το 1946, μερικοί αδελφοί που ζούσαν στην Πολωνία εξαναγκάστηκαν να μετακομίσουν στη Σοβιετική Ουκρανία. Ο Ιβάν Πασκόφσκι θυμάται: «Οι αδελφοί ρώτησαν το γραφείο τμήματος στη Λουτζ τι έπρεπε να κάνουν σε αυτή την περίπτωση. Η απάντηση που έλαβαν παρέθετε το εδάφιο Κριτές 7:7, το οποίο λέει: “Ας πάει ο καθένας στον τόπο του”. Πολλά χρόνια αργότερα κατάλαβα πώς κατηύθυνε ο Ιεχωβά με τη σοφία του το έργο κηρύγματος σε αυτούς τους δύσκολους τομείς. Για εμάς, ο “τόπος” μας ήταν οπουδήποτε μας έστελνε ο Ιεχωβά. Καταλάβαμε ότι ήταν σημαντικό να υποτασσόμαστε στις εντολές που έδιναν οι αρχές. Έτσι λοιπόν, αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για τη μετακόμιση σε μια αθεϊστική χώρα.

»Κατ’ αρχάς, συναντήσαμε και προετοιμάσαμε 18 υποψηφίους για βάφτισμα, οι οποίοι είχαν έρθει στο σπίτι ενός αδελφού. Επίσης, συγκεντρώσαμε έντυπα στη ρωσική και στην ουκρανική και προσπαθήσαμε να τα συσκευάσουμε με τέτοιον τρόπο ώστε να μη γίνουν εύκολα αντιληπτά στη διάρκεια κάποιας έρευνας. Λίγο αργότερα, την αυγή, το χωριό μας περικυκλώθηκε από στρατιώτες του πολωνικού στρατού οι οποίοι μας διέταξαν να ετοιμαστούμε για το ταξίδι. Μας επέτρεψαν να πάρουμε τρόφιμα για έναν μήνα καθώς και απαραίτητα οικιακά είδη. Μας συνόδευσαν ως το σιδηροδρομικό σταθμό. Με αυτόν τον τρόπο, η Σοβιετική Ουκρανία έγινε ο “τόπος” μας.

»Μόλις φτάσαμε στον προορισμό μας, μας περικύκλωσαν διάφοροι άνθρωποι και οι τοπικές αρχές. Καθώς επιθυμούσαμε να δώσουμε μαρτυρία αμέσως, τους είπαμε με θάρρος ότι ήμασταν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αναπάντεχα, την επόμενη μέρα μάς επισκέφτηκε ο γραμματέας της τοπικής αγροτικής επιτροπής. Είπε ότι ο πατέρας του είχε μεταναστεύσει στην Αμερική και του έστελνε έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Πόσο χαρήκαμε όταν το ακούσαμε αυτό! Ήταν πραγματικά υπέροχο που μας έδωσε έντυπα. Όταν άρχισε και ο ίδιος να παρακολουθεί τις συναθροίσεις μας με την οικογένειά του, καταλάβαμε ότι σε αυτή τη χώρα υπήρχαν πολλά “επιθυμητά πράγματα” του Ιεχωβά. (Αγγ. 2:7) Σύντομα, όλη η οικογένεια έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά και υπηρέτησαν πιστά επί πολλά χρόνια».

ΠΟΛΥ ΕΡΓΟ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ

Στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και έπειτα από αυτόν, το έργο στη Ρωσία επιτελούνταν υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες. Σε μια επιστολή που έστειλε το γραφείο τμήματος της Πολωνίας στα κεντρικά γραφεία, με ημερομηνία 10 Απριλίου 1947, αναφέρονταν τα εξής: «Οι εκπρόσωποι της θρησκείας εκφοβίζουν τα μέλη τους λέγοντάς τους πως τους περιμένουν δέκα χρόνια καταναγκαστικών έργων και εξορία αν πάρουν μια Σκοπιά ή ένα φυλλάδιο των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ως εκ τούτου, φόβος και τρόμος έχει καταλάβει τους κατοίκους της χώρας, ενώ οι άνθρωποι λαχταρούν το φως».

Το Βιβλίο Έτους 1947 σχολίασε: «Οι μάρτυρες δεν έχουν στη διάθεσή τους ούτε έντυπα ούτε τη Σκοπιά με την ελκυστική της τυπωμένη μορφή. . . . Σε πολλές περιπτώσεις αντιγράφεται ακόμη κοπιαστικά με το χέρι και έτσι διανέμεται σε άλλους . . . Μερικές φορές οι σύνδεσμοί μας συλλαμβάνονται και ρίχνονται στη φυλακή αν τους πιάσουν με τη Σκοπιά πάνω τους».

Η Ρεγκίνα Κριβοκούλσκαγια αναφέρει: «Μου φαινόταν ότι ολόκληρη η χώρα ήταν φραγμένη με συρματόπλεγμα, και ότι ήμασταν φυλακισμένοι παρότι δεν βρισκόμασταν στη φυλακή. Οι σύζυγοί μας, οι οποίοι υπηρετούσαν με ζήλο τον Θεό, περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε φυλακές και στρατόπεδα. Εμείς οι γυναίκες έπρεπε να υπομένουμε πολλά: Η καθεμιά μας βίωνε νύχτες αγρύπνιας, παρακολουθήσεις και ψυχολογική πίεση από τη Σοβιετική Επιτροπή Κρατικής Ασφάλειας (Κα-Γκε-Μπε), απώλεια εργασίας και άλλες δοκιμασίες. Οι αρχές δοκίμαζαν διάφορους τρόπους για να μας κάνουν να παρεκκλίνουμε από την οδό της αλήθειας. (Ησ. 30:21) Δεν είχαμε καμιά αμφιβολία ότι ο Σατανάς επωφελούνταν από την κατάσταση προσπαθώντας να σταματήσει το έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Αλλά ο Ιεχωβά δεν εγκατέλειψε το λαό του—η βοήθειά του ήταν ολοφάνερη.

»Τα Γραφικά έντυπα, τα οποία έμπαιναν στη χώρα κρυφά και με μεγάλη δυσκολία, μας έδιναν “δύναμη που ξεπερνάει το φυσιολογικό” καθώς και σοφία για να χειριζόμαστε την κατάσταση. (2 Κορ. 4:7) Ο Ιεχωβά οδηγούσε το λαό του και, ακόμη και όταν αντιμετωπίζαμε σφοδρή εναντίωση από το Κράτος, καινούρια άτομα συνέχιζαν να συνταυτίζονται με την οργάνωσή του. Ήταν εκπληκτικό που, από την αρχή κιόλας, αυτά τα άτομα ήταν έτοιμα να υπομείνουν κακουχίες μαζί με το λαό του Ιεχωβά. Μόνο το πνεύμα του Ιεχωβά θα μπορούσε να επιτελέσει κάτι τέτοιο».

ΠΕΤΟΥΣΕ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΦΡΑΧΤΗ

Το 1944, ο Πιότρ, ο οποίος αργότερα έγινε σύζυγος της Ρεγκίνα, φυλακίστηκε σε ένα στρατόπεδο στην Περιφέρεια του Γκόρκι επειδή διακρατούσε Χριστιανική ουδετερότητα. Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν μείωσε το ζήλο του για το κήρυγμα. Ο Πιότρ έγραφε επιστολές, η καθεμιά από τις οποίες περιείχε μια σύντομη εξήγηση κάποιας Γραφικής διδασκαλίας. Κατόπιν, έβαζε κάθε επιστολή σε έναν φάκελο, τον οποίο έδενε σφιχτά με σπάγκο σε μια πέτρα, και την πετούσε πάνω από τον ψηλό φράχτη με το αγκαθωτό συρματόπλεγμα. Ο Πιότρ έλπιζε ότι κάποιος θα διάβαζε τις επιστολές, και όντως μια μέρα κάποιος τις διάβασε—μια κοπέλα ονόματι Λίντια Μπουλάτοβα. Ο Πιότρ την είδε και της είπε χαμηλόφωνα να πλησιάσει. Τη ρώτησε αν ήθελε να μάθει περισσότερα για την Αγία Γραφή. Αυτή η ιδέα άρεσε στη Λίντια, και κανόνισαν να ξανασυναντηθούν. Έπειτα από αυτό, εκείνη ερχόταν τακτικά για να παίρνει και άλλες τέτοιες πολύτιμες επιστολές.

Η Λίντια έγινε ζηλώτρια αδελφή και κήρυκας των καλών νέων, και σύντομα άρχισε να διεξάγει Γραφικές μελέτες με τη Μαρία Σμιρνόβα και την Όλγκα Σεβριούγκινα. Και αυτές επίσης άρχισαν να υπηρετούν τον Ιεχωβά. Για να υποστηρίξουν τις αδελφές πνευματικά, οι αδελφοί άρχισαν να προμηθεύουν σε αυτή τη μικρή ομάδα πνευματική τροφή απευθείας από το στρατόπεδο. Γι’ αυτόν το σκοπό, ο Πιότρ κατασκεύασε μια μικρή βαλίτσα με διπλό πάτο, τον οποίο μπορούσε να γεμίζει με περιοδικά. Φρόντιζε να πηγαινοφέρνουν τη βαλίτσα στο στρατόπεδο άτομα που δεν ήταν Μάρτυρες ούτε κρατούμενοι. Αυτοί την πήγαιναν στο σπίτι μιας από τις αδελφές.

Σύντομα, οι αδελφές οργάνωσαν το έργο κηρύγματος στην περιοχή τους. Η αστυνομία το αντιλήφθηκε και έστειλε μια πράκτορα να τις κατασκοπεύει, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή. Η πράκτορας, δασκάλα στο επάγγελμα, προσποιήθηκε ότι ενδιαφερόταν για την αλήθεια και κέρδισε την εμπιστοσύνη των αδελφών. Εκείνες, μη έχοντας πείρα από τέτοιες καταστάσεις, μετέδωσαν με χαρά τις Γραφικές αλήθειες στην καινούρια «αδελφή» τους και αργότερα της είπαν πώς έφταναν τα έντυπα στα χέρια τους. Την επόμενη φορά που η βαλίτσα βγήκε από το στρατόπεδο, ο Πιότρ τέθηκε υπό κράτηση και καταδικάστηκε σε 25 επιπλέον χρόνια φυλάκισης. Οι τρεις αδελφές επίσης καταδικάστηκαν σε 25 χρόνια η καθεμιά.

“ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΟΘΕΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ”

Στα χρόνια του πολέμου και έπειτα από αυτόν, η σοβιετική κυβέρνηση συνέχισε να εναντιώνεται σφοδρά στις δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Το Μάρτιο του 1947, οι αδελφοί στην Πολωνία ανέφεραν ότι ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος μιας από τις δυτικές περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης είχε δηλώσει πως, μέχρι το τέλος εκείνης της άνοιξης, δεν θα είχε απομείνει εκεί ούτε ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά. Η επιστολή τους έλεγε: «Ενώ γράφαμε αυτή την επιστολή, μάθαμε πως 100 αδελφοί και αδελφές συνελήφθησαν μέσα σε μία και μόνο ημέρα». Μια άλλη επιστολή ανέφερε σχετικά με τους αδελφούς που βρίσκονταν στα στρατόπεδα: «Διακρατούν με θαυμαστό τρόπο την ακεραιότητά τους στον Ιεχωβά. Πολλοί έχουν ήδη καταθέσει τη ζωή τους, και οι αδελφοί αναμένουν την απελευθέρωση του Ιεχωβά, όπως την ανέμεναν και όσοι ήταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης».

Οι Μάρτυρες συλλαμβάνονταν επίσης επειδή κήρυτταν καθώς και επειδή αρνούνταν να ψηφίσουν. Το 1947 οι υπεύθυνοι αδελφοί έγραψαν: «Έχουμε την εντύπωση πως οι ανώτατες αρχές στη Ρωσία δεν γνωρίζουν τι ακριβώς συμβαίνει στους αδελφούς μας, πάντως σκοπός τους δεν είναι να τους εξοντώσουν. Αυτό που λείπει είναι οι απαραίτητες εξηγήσεις και η πληροφόρηση η οποία πρέπει να δοθεί [στις αρχές]».

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ

Λίγο αργότερα, το γραφείο τμήματος της Πολωνίας εισηγήθηκε να ετοιμάσουν δύο Ρώσοι αδελφοί μαζί με έναν έμπειρο δικηγόρο τα απαραίτητα έγγραφα για την καταχώριση των δραστηριοτήτων των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση. Μια επιστολή που στάλθηκε από την Πολωνία στους αδελφούς στη Ρωσία δήλωνε: «Το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας πρέπει να ακουστεί παντού, περιλαμβανομένης και της Ρωσίας. (Μάρκος 13:10)» Η επιστολή κατέληγε ως εξής: «Να είστε υπομονετικοί. Ο Ιεχωβά θα μετατρέψει τα δάκρυά σας σε χαρούμενη κραυγή.—Ψαλμός 126:2-6».

Τον Αύγουστο του 1949, ο Μικόλα Πιατόχα, ο Μιχάιλο Τσουμάκ και ο Ιλιά Μπαμπιιτσούκ υπέβαλαν αίτηση καταχώρισης. Η κυβέρνηση συμφώνησε να αναγνωρίσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά αλλά μόνο υπό συγκεκριμένους όρους. Μεταξύ άλλων, ζητήθηκε από τους αδελφούς να δώσουν τα ονόματα όλων των Μαρτύρων του Ιεχωβά που ζούσαν στην επικράτεια της Σοβιετικής Ένωσης. Οι αδελφοί δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν με κάτι τέτοιο. Μολονότι το έργο προχωρούσε και ο αριθμός των ευαγγελιζομένων αύξανε διαρκώς, πολλοί αδελφοί συνέχιζαν να στερούνται την ελευθερία τους.

“Ο ΙΕΧΩΒΑ ΣΟΥ ΔΕΝ ΘΑ ΣΕ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΑΠΟ ΕΔΩ”

Ο Πιότρ Κριβοκούλσκι θυμάται το καλοκαίρι του 1945 και λέει: «Αφού οι αδελφοί δικάστηκαν, στάλθηκαν σε διάφορα στρατόπεδα. Στο στρατόπεδο όπου ήμουν εγώ, πολλοί κρατούμενοι έδειξαν ειλικρινές ενδιαφέρον για την αλήθεια. Ένας από αυτούς τους κρατουμένους, ο οποίος ήταν κληρικός, κατάλαβε γρήγορα πως όσα άκουγε ήταν η αλήθεια και πήρε τη θέση του υπέρ του Ιεχωβά.

»Ωστόσο, οι συνθήκες ήταν σκληρές. Μια φορά με έκλεισαν σε ένα μικροσκοπικό κελί όπου μόλις και μετά βίας χωρούσα όρθιος. Το ονόμαζαν κοριόσπιτο επειδή ήταν γεμάτο κοριούς—τόσο πολλούς που πιθανότατα θα μπορούσαν να ρουφήξουν όλο το αίμα από το ανθρώπινο σώμα. Όρθιος μπροστά στο κελί, ο επιθεωρητής μού είπε: “Ο Ιεχωβά σου δεν θα σε ελευθερώσει από εδώ”. Το ημερήσιο συσσίτιό μου ήταν 300 γραμμάρια ψωμί και μια κούπα νερό. Αέρας δεν υπήρχε, γι’ αυτό έγερνα πάνω στη μικρή πόρτα και εισέπνεα αχόρταγα τον αέρα που περνούσε μέσα από μια χαραμάδα λεπτή σαν τρίχα. Ένιωθα τους κοριούς να μου ρουφούν το αίμα. Στη διάρκεια των δέκα ημερών που πέρασα στο κοριόσπιτο, ζήτησα επανειλημμένα από τον Ιεχωβά να μου δώσει τη δύναμη να αντέξω. (Ιερ. 15:15) Όταν οι πόρτες άνοιξαν, λιποθύμησα και ξύπνησα σε άλλο κελί.

»Έπειτα από αυτό, οι δικαστές του στρατοπέδου εργασίας με καταδίκασαν σε κάθειρξη δέκα ετών σε στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας για “ανατρεπτική δράση και προπαγάνδα εναντίον της σοβιετικής εξουσίας”. Ήταν αδύνατον να στείλει ή να λάβει κανείς γράμματα σε αυτό το στρατόπεδο. Οι κρατούμενοι ήταν κυρίως άτομα που είχαν καταδικαστεί για βίαια εγκλήματα, όπως ο φόνος. Μου είπαν πως, αν δεν αποκήρυττα την πίστη μου, αυτοί οι άνθρωποι θα μου έκαναν οτιδήποτε τους έλεγαν. Ζύγιζα μόνο 36 κιλά και μόλις και μετά βίας περπατούσα. Αλλά ακόμα και εκεί, κατάφερα να βρω ειλικρινή άτομα των οποίων η καρδιά ήταν ευνοϊκά διακείμενη προς την αλήθεια.

»Μια φορά που ήμουν ξαπλωμένος κοντά σε κάτι θάμνους και προσευχόμουν, με πλησίασε ένας ηλικιωμένος, και με ρώτησε: “Τι έκανες και κατέληξες σε αυτή την κόλαση;” Μόλις άκουσε ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά, κάθησε κάτω, με αγκάλιασε και με φίλησε. Μετά μου είπε: “Παιδί μου, ήθελα τόσον καιρό να μάθω για την Αγία Γραφή! Θα με διδάξεις, σε παρακαλώ;” Η χαρά μου ήταν απερίγραπτη. Είχα ράψει αρκετά παλιά αποκόμματα από τα Ευαγγέλια μέσα στα κουρελιασμένα ρούχα μου, έτσι λοιπόν, τα έβγαλα αμέσως. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα. Μιλήσαμε πολλή ώρα εκείνο το βράδυ. Μου είπε ότι εργαζόταν στην τραπεζαρία του στρατοπέδου και ότι θα μου έδινε φαγητό. Έτσι γίναμε φίλοι. Εκείνος αναπτύχθηκε πνευματικά, και εγώ ανέκτησα τις δυνάμεις μου. Ήμουν βέβαιος ότι ο Ιεχωβά είχε διευθετήσει με αυτόν τον τρόπο τα πράγματα. Έπειτα από λίγους μήνες, αυτός αφέθηκε ελεύθερος και εγώ μεταφέρθηκα σε ένα άλλο στρατόπεδο στην Περιφέρεια του Γκόρκι.

»Εκεί οι συνθήκες ήταν πολύ καλύτερες. Αλλά πάνω από όλα, ήμουν χαρούμενος επειδή διεξήγα Γραφικές μελέτες με τέσσερις κρατουμένους. Το 1952 οι επιστάτες του στρατοπέδου μάς έπιασαν με έντυπα. Στη διάρκεια της προανάκρισης, με έκλεισαν σε ένα κιβώτιο που σφράγιζε ερμητικά, και όταν άρχιζα να πνίγομαι άνοιγαν το κιβώτιο για να πάρω μερικές ανάσες και μετά το ξανάκλειναν. Ήθελαν να αποκηρύξω την πίστη μου. Καταδικαστήκαμε όλοι. Όταν απαγγέλθηκαν οι ποινές μας, κανένα από τα άτομα με τα οποία μελετούσα τη Γραφή δεν πανικοβλήθηκε. Πόσο χάρηκα για αυτό! Και οι τέσσερις καταδικάστηκαν σε 25ετή εγκλεισμό σε στρατόπεδα. Εμένα μου επιβλήθηκε αυστηρότερη ποινή, αλλά μετατράπηκε σε 25 επιπλέον χρόνια σε στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας και 10 χρόνια εξορία. Βγαίνοντας από την αίθουσα, σταθήκαμε για να ευχαριστήσουμε τον Ιεχωβά που μας είχε στηρίξει. Οι φρουροί έμειναν κατάπληκτοι, διερωτώμενοι για ποιο πράγμα χαιρόμασταν. Μας χώρισαν και μας έστειλαν σε διαφορετικά στρατόπεδα. Εμένα με έστειλαν σε στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας στη Βορκούτα».

ΣΩΘΗΚΑΝ ΧΑΡΗ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΟΥΔΕΤΕΡΟΤΗΤΑ

Η ζωή στα στρατόπεδα ήταν σκληρή. Πολλοί κρατούμενοι που δεν ήταν Μάρτυρες αυτοκτονούσαν. Ο Ιβάν Κριλόφ θυμάται: «Αφού αφέθηκα ελεύθερος από το στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας, επισκέφτηκα διάφορα ανθρακωρυχεία όπου οι αδελφοί και οι αδελφές μας υποβάλλονταν σε καταναγκαστική εργασία. Ήρθαμε σε επαφή μαζί τους, και όποιος είχε καταφέρει να αντιγράψει μερικά περιοδικά μας με το χέρι έδινε αυτά τα αντίγραφα στους άλλους. Οι Μάρτυρες κήρυτταν σε κάθε στρατόπεδο και πολλοί άνθρωποι έδειχναν ενδιαφέρον. Μερικοί από αυτούς, όταν αφέθηκαν ελεύθεροι, βαφτίστηκαν στον ποταμό Βορκούτα.

»Αντιμετωπίζαμε συνεχώς δοκιμές της πίστης μας στον Ιεχωβά και στη Βασιλεία του. Κάποια φορά το 1948, μερικοί κρατούμενοι σε ένα στρατόπεδο της Βορκούτα οργάνωσαν εξέγερση. Οι στασιαστές είχαν πει στους άλλους κρατουμένους ότι η εξέγερση θα είχε μέγιστη επιτυχία αν οργανώνονταν σε ομάδες, όπως κατά εθνικότητα ή θρησκεία. Εκείνον τον καιρό, υπήρχαν 15 Μάρτυρες στο στρατόπεδο. Είπαμε στους στασιαστές ότι εμείς οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήμασταν Χριστιανοί και ότι δεν μπορούσαμε να συμμετάσχουμε σε τέτοια πράγματα. Εξηγήσαμε πως οι πρώτοι Χριστιανοί δεν συμμετείχαν σε εξεγέρσεις κατά των Ρωμαίων. Φυσικά αυτό εξέπληξε πολλούς, αλλά εμείς παραμείναμε σταθεροί».

Η εξέγερση είχε τραγικά επακόλουθα. Ένοπλοι στρατιώτες συνέτριψαν την αντίσταση και οδήγησαν αυτούς που είχαν εξεγερθεί σε ένα άλλο παράπηγμα. Κατόπιν κατέβρεξαν το παράπηγμα με βενζίνη και του έβαλαν φωτιά. Σχεδόν όλοι όσοι ήταν μέσα έχασαν τη ζωή τους. Οι στρατιώτες δεν πείραξαν τους αδελφούς.

«Το Δεκέμβριο του 1948, γνώρισα σε ένα στρατόπεδο οχτώ αδελφούς οι οποίοι είχαν καταδικαστεί σε 25ετή φυλάκιση», συνεχίζει ο Ιβάν. «Ήταν ένας δριμύτατος χειμώνας και η δουλειά στα ορυχεία ήταν σκληρή. Ωστόσο, μπορούσα να διακρίνω την πεποίθηση και την ισχυρή ελπίδα στα μάτια εκείνων των αδελφών. Η θετική τους στάση ενίσχυε ακόμη και τους κρατουμένους που δεν ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά».

ΕΞΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ

Παρά τη βάναυση εναντίωση από τις αρχές, οι Μάρτυρες συνέχισαν να κηρύττουν με ζήλο τα καλά νέα της Βασιλείας του Ιεχωβά. Αυτό ενοχλούσε την κεντρική κυβέρνηση στη Μόσχα. Ενοχλούσε ιδιαίτερα την Κα-Γκε-Μπε. Ένα υπόμνημα με ημερομηνία 19 Φεβρουαρίου 1951, το οποίο υποβλήθηκε από την Κα-Γκε-Μπε στον Στάλιν, ανέφερε: «Για να καταπνίξει οποιεσδήποτε περαιτέρω αντισοβιετικές δραστηριότητες των Ιεχωβιτών οι οποίοι δρουν υπό την επιφάνεια, το Εμ-Γκε-Μπε [Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας, μετέπειτα Κα-Γκε-Μπε] της ΕΣΣΔ θεωρεί απαραίτητο να εξορίσει τους γνωστούς Ιεχωβίτες και τις οικογένειές τους στις περιφέρειες του Ιρκούτσκ και του Τομσκ». Η Κα-Γκε-Μπε γνώριζε όσους ήταν Μάρτυρες, και ζήτησε από τον Στάλιν την άδεια να εξορίσουν στη Σιβηρία 8.576 ανθρώπους από έξι δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης. Η άδεια δόθηκε.

Η Μαγκνταλίνα Μπελοσίτσκαγια θυμάται: «Στις δύο το πρωί της Κυριακής 8 Απριλίου 1951, μας ξύπνησαν δυνατά χτυπήματα στην πόρτα. Η μητέρα μου πετάχτηκε πάνω και έτρεξε στην πόρτα. Μπροστά μας στεκόταν ένας αξιωματικός. “Εξορίζεστε στη Σιβηρία επειδή πιστεύετε στον Θεό”, δήλωσε με επισημότητα. “Έχετε δύο ώρες για να μαζέψετε τα πράγματά σας. Μπορείτε να πάρετε οτιδήποτε υπάρχει στο δωμάτιο. Δεν επιτρέπονται, όμως, σιτάρι, αλεύρι και δημητριακά. Δεν μπορείτε να πάρετε ούτε έπιπλα, ξύλινα αντικείμενα και ραπτομηχανές. Δεν μπορείτε να πάρετε τίποτα από την αυλή. Πάρτε τα κλινοσκεπάσματα, τα ρούχα και τις τσάντες σας και ελάτε έξω”.

»Είχαμε διαβάσει νωρίτερα στα έντυπά μας ότι υπήρχε πολύ έργο που έπρεπε να γίνει στα ανατολικά. Τώρα καταλαβαίναμε πως είχε έρθει η ώρα να κάνουμε αυτό το έργο.

»Κανένας μας δεν ξέσπασε σε θρήνους ή αναφιλητά. Ο αξιωματικός εξεπλάγη και είπε: “Ούτε ένα δάκρυ δεν κύλησε από τα μάτια σας”. Του είπαμε ότι αυτό το περιμέναμε από το 1948. Ζητήσαμε την άδεια να πάρουμε έστω μία ζωντανή κότα για το ταξίδι, αλλά δεν μας το επέτρεψε. Οι αξιωματικοί μοίρασαν μεταξύ τους τα ζωντανά μας. Μοίρασαν τις κότες μπροστά στα μάτια μας—ένας πήρε πέντε, άλλος έξι, κάποιος άλλος πήρε τρεις ή τέσσερις. Όταν είχαν απομείνει μόνο δύο κότες στο κοτέτσι, ο αξιωματικός διέταξε να τις σφάξουν και να μας τις δώσουν.

»Η ηλικίας οχτώ μηνών κόρη μου ήταν ξαπλωμένη σε μια ξύλινη κούνια. Ρωτήσαμε αν μπορούσαμε να πάρουμε την κούνια μαζί μας, αλλά ο αξιωματικός διέταξε να την αποσυναρμολογήσουν. Έπειτα μας έδωσε μόνο το κομμάτι όπου ξάπλωνε το μωρό.

»Σύντομα οι γείτονες έμαθαν ότι μας εξορίζουν. Κάποιος έφερε μια μικρή τσάντα με παξιμάδια, και όταν μας έπαιρναν με το κάρο πέταξε την τσάντα μέσα στο κάρο. Ο στρατιώτης που μας φρουρούσε το αντιλήφθηκε και πέταξε έξω την τσάντα. Ήμασταν έξι άνθρωποι—εγώ, η μητέρα μου, οι δύο αδελφοί μου, ο σύζυγός μου και η ηλικίας οχτώ μηνών κόρη μου. Όταν βγήκαμε από το χωριό, μας φόρτωσαν κακήν κακώς σε ένα αυτοκίνητο και μας πήγαν στο περιφερειακό κέντρο όπου συμπλήρωσαν τα χαρτιά μας. Κατόπιν μας μετέφεραν με φορτηγό στο σιδηροδρομικό σταθμό.

»Ήταν μια ωραία, ηλιόλουστη Κυριακή. Ο σταθμός ήταν γεμάτος κόσμο—με όσους εξορίζονταν και με όσους είχαν έρθει για να δουν. Το φορτηγό σταμάτησε δίπλα σε ένα βαγόνι στο οποίο βρίσκονταν ήδη κάποιοι αδελφοί μας. Όταν το τρένο γέμισε, οι στρατιώτες έκαναν ονομαστικό έλεγχο. Ήμασταν 52 άτομα στο βαγόνι μας. Πριν από την αναχώρηση, εκείνοι που μας ξεπροβόδιζαν άρχισαν να κλαίνε, και μάλιστα γοερά. Ήταν μια απίστευτη σκηνή, γιατί ούτε καν γνωρίζαμε κάποιους από αυτούς τους ανθρώπους. Αλλά εκείνοι ήξεραν ότι είμαστε Μάρτυρες του Ιεχωβά και ότι μας έστελναν εξορία στη Σιβηρία. Η ατμομηχανή σφύριξε δυνατά. Τότε οι αδελφοί μας άρχισαν να ψάλλουν έναν ύμνο στην ουκρανική: “Είθε η αγάπη του Χριστού να είναι μαζί σας. Δώστε δόξα στον Ιησού Χριστό, θα ανταμώσουμε ξανά στη Βασιλεία του”. Οι περισσότεροι ήμασταν γεμάτοι ελπίδα και είχαμε απόλυτη πίστη πως ο Ιεχωβά δεν θα μας εγκατέλειπε. Ψάλαμε πολλές στροφές. Ήταν τόσο συγκινητικό που μερικοί στρατιώτες έβαλαν τα κλάματα. Κατόπιν, το τρένο ξεκίνησε».

«ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΑ» ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Ο Δρ Ν. Σ. Γκορντιένκο, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Χέρτσεν στην Αγία Πετρούπολη, περιέγραψε στο βιβλίο του τι επιτέλεσαν οι διώκτες: «Τα αποτελέσματα ήταν ακριβώς αντίθετα από τα αναμενόμενα. Ήθελαν να αποδυναμώσουν την οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην ΕΣΣΔ, αλλά στην πραγματικότητα απλώς την ενίσχυσαν. Στους νέους τόπους κατοικίας τους, όπου κανείς δεν είχε ακούσει για τη θρησκεία τους, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά “μετέδιδαν” στους ντόπιους το “μικρόβιο” της πίστης τους και της αφοσίωσής τους σε αυτήν».

Πολλοί Μάρτυρες προσαρμόστηκαν γρήγορα στις καινούριες περιστάσεις τους. Οργανώθηκαν μικρές εκκλησίες και ανατέθηκαν τομείς. Ο Νικολάι Καλιμπάμπα αναφέρει: «Υπήρξε εποχή στη Σιβηρία που κηρύτταμε από σπίτι σε σπίτι ή, για να είμαι πιο ακριβής, από ένα σπίτι σε κάποιο άλλο, παραλείποντας δυο τρία σπίτια ενδιάμεσα. Αλλά αυτό ήταν ριψοκίνδυνο. Πώς το κάναμε; Μετά την πρώτη επίσκεψη, προσπαθούσαμε να κάνουμε επανεπίσκεψη σε περίπου έναν μήνα. Ξεκινούσαμε ρωτώντας τους ανθρώπους: “Μήπως πουλάτε κότες, κατσίκες ή αγελάδες;” Έπειτα στρέφαμε σταδιακά τη συζήτηση στη Βασιλεία. Ύστερα από λίγο καιρό, όμως, η Κα-Γκε-Μπε το έμαθε αυτό και σύντομα δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ένα άρθρο που προειδοποιούσε τους ανθρώπους να μη μιλούν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Το άρθρο έλεγε ότι οι Μάρτυρες πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ζητώντας από τους ανθρώπους κατσίκες, αγελάδες και κότες—αλλά στην πραγματικότητα εμείς θέλαμε πρόβατα!»

Ο Γκαβριήλ Λίβι αφηγείται: «Οι αδελφοί προσπαθούσαν να συμμετέχουν στη διακονία παρότι η Κα-Γκε-Μπε τούς παρακολουθούσε στενά. Η στάση των Σοβιετικών ήταν τέτοια που, αν υποπτεύονταν ότι κάποιος προσπαθούσε να τους μιλήσει για θρησκευτικά ζητήματα, αμέσως ειδοποιούσαν την αστυνομία. Μολαταύτα, εμείς συνεχίσαμε να κηρύττουμε, αν και στην αρχή δεν υπήρχαν εμφανή αποτελέσματα. Ωστόσο, με τον καιρό η αλήθεια άρχισε να αλλάζει μερικούς ντόπιους. Ένας από αυτούς ήταν κάποιος Ρώσος ο οποίος έπινε υπερβολικά. Όταν γνώρισε την αλήθεια, εναρμόνισε τη ζωή του με τις Γραφικές αρχές και έγινε δραστήριος Μάρτυρας. Αργότερα, τον κάλεσε ένας αξιωματικός της Κα-Γκε-Μπε και του είπε: “Με ποιους κάνεις παρέα; Αυτοί οι Μάρτυρες είναι όλοι Ουκρανοί”.

»Ο αδελφός απάντησε: “Όταν ήμουν μέθυσος και σερνόμουν στους δρόμους, δεν μου δίνατε καμία σημασία. Τώρα που έγινα φυσιολογικός άνθρωπος και καλός πολίτης, αποφασίσατε πως αυτό δεν σας αρέσει. Πολλοί Ουκρανοί φεύγουν από τη Σιβηρία, αλλά αφήνουν πίσω ντόπιους Σιβηριανούς τους οποίους ο Θεός διδάσκει πώς να ζουν”».

Έπειτα από μερικά χρόνια, ένας αξιωματούχος από το Ιρκούτσκ έγραψε στη Μόσχα: «Αρκετοί ντόπιοι εργάτες δήλωσαν ότι όλοι αυτοί [οι Μάρτυρες του Ιεχωβά] πρέπει να σταλούν σε μια περιοχή κάπου στα βόρεια για να αποκοπούν από κάθε επαφή με τον πληθυσμό και να αναμορφωθούν». Ούτε οι αρχές στη Σιβηρία ούτε η κυβέρνηση στη Μόσχα ήξεραν τι να κάνουν για να κατασιωπήσουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά.

«ΘΑ ΣΑΣ ΕΙΧΑΜΕ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙ ΟΛΟΥΣ»

Στις αρχές του 1957, οι ιθύνοντες κινητοποιήθηκαν για ανανεωμένη δράση εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Παρακολουθούσαν τους αδελφούς και έκαναν έρευνες στα σπίτια τους. Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ θυμάται: «Κάποτε, όταν γύρισα σπίτι από τη διακονία, τα πάντα μέσα στο διαμέρισμα ήταν άνω κάτω. Η Κα-Γκε-Μπε έψαχνε για έντυπα. Με συνέλαβαν και με ανέκριναν επί δύο μήνες. Η Γιούλια, η μικρότερη κόρη μας, ήταν 11 μηνών και η μεγαλύτερη κόρη μας ήταν 2 χρονών.

»Στη διάρκεια της ανάκρισης, ο επιθεωρητής μού είπε: “Γερμανός δεν είσαι;” Εκείνον τον καιρό, η λέξη “Γερμανός” για πολλούς ήταν συνώνυμη με τη λέξη “φασίστας”. Οι Γερμανοί ήταν αντικείμενα μίσους.

»“Δεν είμαι εθνικιστής εκ φύσεως”, είπα, “αλλά αν αναφέρεστε στους Γερμανούς που κρατούνταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης από τους Ναζί, τότε είμαι περήφανος για εκείνους τους Γερμανούς! Τους έλεγαν Μπίμπελφορσερ, και τώρα ονομάζονται Μάρτυρες του Ιεχωβά. Είμαι περήφανος που κανένας Μάρτυρας δεν έριξε ποτέ ούτε μία σφαίρα από πολυβόλο ούτε ένα βλήμα από κανόνι. Για εκείνους τους Γερμανούς, ναι, είμαι περήφανος!”

»Ο επιθεωρητής έμεινε σιωπηλός, και έτσι συνέχισα: “Είμαι βέβαιος ότι ούτε ένας Μάρτυρας του Ιεχωβά δεν έχει συμμετάσχει σε οποιαδήποτε ανταρσία ή εξέγερση. Ακόμη και όταν οι δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά βρίσκονται υπό απαγόρευση, αυτοί συνεχίζουν να λατρεύουν τον Θεό. Ταυτόχρονα, οι Μάρτυρες αναγνωρίζουν τις νόμιμες εξουσίες και υπακούν σε αυτές όταν οι νόμοι τους δεν συγκρούονται με τους υψηλότερους νόμους του Δημιουργού μας”.

»Απροσδόκητα, ο επιθεωρητής με σταμάτησε και είπε: “Ποτέ δεν έχουμε μελετήσει μια ομάδα τόσο επισταμένα όσο μελετήσαμε τους Μάρτυρες και τις δραστηριότητές τους. Αν είχε βρεθεί στα αρχεία κάτι εναντίον σας, ακόμη και μία σταγόνα αίμα αν είχατε χύσει, θα σας είχαμε εκτελέσει όλους”.

»Τότε σκέφτηκα: “Οι αδελφοί μας έχουν το θάρρος να υπηρετούν τον Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο, και αυτό το παράδειγμα έσωσε τη ζωή μας στη Σοβιετική Ένωση. Άρα το ότι εμείς υπηρετούμε τον Θεό εδώ μπορεί με κάποιον τρόπο να βοηθάει τους αδελφούς μας σε άλλα μέρη”. Αυτή η σκέψη μού έδωσε επιπρόσθετη δύναμη για να μείνω σταθερός στις οδούς του Ιεχωβά».

ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΕ 50 ΚΑΙ ΠΛΕΟΝ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ

Η ουδέτερη στάση και η γεμάτη ζήλο διακονία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση συνέχισαν να ενοχλούν την κυβέρνηση. (Μάρκος 13:10· Ιωάννης 17:16) Πολλές φορές, η θέση των αδελφών μας σε αυτά τα θέματα οδηγούσε σε πολυετείς, άδικες ποινές κάθειρξης.

Σε ολόκληρο τον κόσμο, σε 199 συνελεύσεις περιφερείας που διεξάχθηκαν από τον Ιούνιο του 1956 μέχρι το Φεβρουάριο του 1957, 462.936 εκπρόσωποι υιοθέτησαν ένα ψήφισμα, αντίγραφα του οποίου στάλθηκαν στο Υπουργικό Συμβούλιο της Σοβιετικής Ένωσης στη Μόσχα. Μεταξύ άλλων, το κείμενο του ψηφίσματος δήλωνε: «Υπάρχουν Μάρτυρες του Ιεχωβά που κρατούνται σε 50 και πλέον στρατόπεδα από την Ευρωπαϊκή Ρωσία ως τη Σιβηρία και τον Αρκτικό Ωκεανό στα βόρεια, μέχρι και το αρκτικό νησί Νόβαγια Ζεμλιά . . . Στην Αμερική και σε άλλες δυτικές χώρες, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν αποκληθεί κομμουνιστές, και στις χώρες που τελούν υπό κομμουνιστική διακυβέρνηση έχουν αποκληθεί ιμπεριαλιστές . . . Οι κομμουνιστικές κυβερνήσεις τούς έχουν κατηγορήσει και δικάσει ως “ιμπεριαλιστικούς κατασκόπους”, και τους έχουν επιβάλει ποινές φυλάκισης μέχρι και 20 ετών. Αλλά εκείνοι ουδέποτε συμμετείχαν σε οποιαδήποτε ανατρεπτική δραστηριότητα». Δυστυχώς, το ψήφισμα αυτό δεν συνέβαλε ιδιαίτερα στο να βελτιωθεί η κατάσταση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση.

Για τις οικογένειες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Ρωσία, το να αναθρέψουν τα παιδιά τους ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Ο Βλαντίμιρ Σασνίν από τη Μόσχα, ο οποίος μεγάλωσε τρεις γιους εκείνη την εποχή, λέει: «Η φοίτηση σε σοβιετικό σχολείο ήταν υποχρεωτική. Οι δάσκαλοι και οι άλλοι μαθητές πίεζαν τα παιδιά μας να ενταχθούν σε παιδικές οργανώσεις που είχαν σκοπό να προωθήσουν την κομμουνιστική ιδεολογία. Θέλαμε να λάβουν τα παιδιά μας την απαραίτητη εκπαίδευση, και τα βοηθούσαμε στα μαθήματά τους. Για εμάς τους γονείς δεν ήταν εύκολο να καλλιεργήσουμε αγάπη για τον Ιεχωβά στην καρδιά των παιδιών μας. Τα σχολεία ήταν διαποτισμένα με ιδέες για την προώθηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Εμείς οι γονείς έπρεπε να δείχνουμε μεγάλη υπομονή και εγκαρτέρηση».

ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΝΤΑΙ ΟΤΙ ΕΚΟΨΑΝ ΤΟ ΑΦΤΙ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥΣ

Ο Σεμιόν και η Ντάρια Κόστιλιεφ μεγάλωσαν τρία παιδιά στη Σιβηρία. Ο Σεμιόν αφηγείται: «Εκείνον τον καιρό, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θεωρούνταν φανατικοί. Το 1961, η Άλα, η δεύτερη κόρη μας, πήγε στην πρώτη τάξη. Μια μέρα ενώ έπαιζε με τα άλλα παιδιά, κάποιο της πλήγωσε κατά λάθος το αφτί. Την επόμενη μέρα, όταν η δασκάλα τη ρώτησε τι είχε συμβεί, η Άλα δεν είπε τίποτα επειδή δεν ήθελε να μαρτυρήσει τη συμμαθήτριά της. Η δασκάλα ήξερε ότι οι γονείς της Άλα ήταν Μάρτυρες, και έβγαλε το συμπέρασμα ότι τη δέρναμε για να την αναγκάσουμε να ζει σύμφωνα με τις Γραφικές αρχές. Το σχολείο ανέφερε το ζήτημα στο γραφείο ενός εισαγγελέα. Στην υπόθεση ενεπλάκη και η επιχείρηση στην οποία εργαζόμουν. Οι έρευνες συνεχίστηκαν για περίπου έναν χρόνο, ωσότου τελικά λάβαμε κλήτευση για δίκη τον Οκτώβριο του 1962.

»Επί δύο εβδομάδες πριν από τη δίκη, στο Μέγαρο Πολιτισμού ήταν αναρτημένο ένα πανό που έγραφε: “Η δίκη της επικίνδυνης αίρεσης των Ιεχωβιτών αρχίζει σύντομα”. Η σύζυγός μου και εγώ κατηγορηθήκαμε ότι ανατρέφαμε τα παιδιά μας σύμφωνα με την Αγία Γραφή. Επίσης μας απήγγειλαν κατηγορίες για βαναυσότητα. Το δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι αναγκάζαμε την κόρη μας να προσεύχεται και ότι της είχαμε κόψει το αφτί με την άκρη ενός κουβά! Η μόνη μάρτυρας ήταν η Άλα, την οποία, όμως, είχαν στείλει σε ορφανοτροφείο στο Κιρένσκ, μια πόλη περίπου 700 χιλιόμετρα βόρεια του Ιρκούτσκ όπου ζούσαμε εμείς.

»Η αίθουσα ήταν γεμάτη με νεαρούς ακτιβιστές. Όταν το δικαστήριο διέκοψε τη συνεδρίαση για να συσκεφθεί, επικράτησε οχλαγωγία. Μας έσπρωχναν και μας έβριζαν, και κάποιος απαίτησε να βγάλουμε τα “σοβιετικά” ρούχα μας. Όλοι φώναζαν ότι έπρεπε να θανατωθούμε, και μάλιστα κάποιος ήθελε να μας σκοτώσει επί τόπου. Το πλήθος εξαγριωνόταν ολοένα και περισσότερο, ενώ οι δικαστές παρέμεναν άφαντοι. Η σύσκεψη κράτησε μία ώρα. Όταν το πλήθος όρμησε πάνω μας, μια αδελφή με το μη ομόπιστο σύζυγό της στάθηκαν ανάμεσα σε εμάς και στον κόσμο, παρακαλώντας τους να μη μας κάνουν κακό. Προσπαθώντας να εξηγήσουν ότι όλες οι κατηγορίες εναντίον μας ήταν ψευδείς, στην κυριολεξία μας άρπαξαν μέσα από τα χέρια του όχλου.

»Τελικά, εμφανίστηκε ένας δικαστής με τα μέλη του λαϊκού δικαστηρίου και μας απήγγειλε την ποινή μας: αφαίρεση της κηδεμονίας των παιδιών μας. Εμένα με έθεσαν υπό κράτηση και με έστειλαν σε σωφρονιστικό στρατόπεδο εργασίας για δύο χρόνια. Τη μεγάλη μας κόρη την έστειλαν και εκείνη σε ορφανοτροφείο αφού της είπαν ότι οι γονείς της ήταν μέλη μιας επικίνδυνης αίρεσης και αποτελούσαν επιβλαβή επιρροή για την ανατροφή της.

»Ο γιος μας παρέμεινε με την Ντάρια, επειδή ήταν μόλις τριών ετών. Αφού εξέτισα την ποινή μου, επέστρεψα στο σπίτι. Όπως και προηγουμένως, μπορούσαμε να κηρύττουμε μόνο ανεπίσημα».

«ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΕΡΗΦΑΝΟΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ»

«Η Άλα έφυγε από το ορφανοτροφείο μόλις έκλεισε τα 13, και ήρθε σπίτι να μείνει μαζί μας. Πόση χαρά νιώσαμε όταν αφιερώθηκε στον Ιεχωβά και βαφτίστηκε το 1969! Περίπου τότε, εκφωνήθηκε μια σειρά διαλέξεων σχετικά με τη θρησκεία στο Μέγαρο Πολιτισμού στην πόλη μας. Αποφασίσαμε να πάμε να ακούσουμε τι θα έλεγαν αυτή τη φορά. Όπως πάντα, έγινε λόγος κυρίως για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Κάποιος από τους ομιλητές έδειξε ένα τεύχος της Σκοπιάς και είπε: “Αυτό είναι ένα βλαβερό και επικίνδυνο περιοδικό το οποίο υποσκάπτει την ενότητα του Κράτους μας”. Τότε ανέφερε ένα παράδειγμα: “Τα μέλη αυτής της αίρεσης αναγκάζουν τα παιδιά τους να διαβάζουν τέτοια περιοδικά και να προσεύχονται. Σε μια οικογένεια, ένα κοριτσάκι δεν ήθελε να διαβάζει το περιοδικό, γι’ αυτό ο πατέρας της τής έκοψε το αφτί”. Η Άλα εξεπλάγη, διότι καθόταν και άκουγε τη διάλεξη έχοντας άθικτα και τα δυο της αφτιά. Δεν μίλησε, όμως, επειδή φοβόταν ότι θα χάσει ξανά τους γονείς της.

»Όταν ο γιος μας, ο Μπαρίς, έκλεισε τα 13, αφιερώθηκε στον Ιεχωβά και βαφτίστηκε. Μια φορά έκανε έργο δρόμου με μερικούς Μάρτυρες της ηλικίας του, μολονότι οι δραστηριότητές μας εκείνον τον καιρό βρίσκονταν ακόμη υπό απαγόρευση. Δεν είχαν Αγία Γραφή μαζί τους ούτε Γραφικά έντυπα. Ξαφνικά, ένα αυτοκίνητο πλησίασε τα παιδιά και τα πήγε στο τμήμα της πολιτοφυλακής. Αφού τα ανέκριναν και τα έψαξαν, οι αξιωματικοί της πολιτοφυλακής βρήκαν μόνο δύο Γραφικά εδάφια σημειωμένα σε ένα χαρτί. Άφησαν τα παιδιά να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Όταν ο Μπαρίς γύρισε σπίτι, μας είπε με καμάρι πώς αυτός και οι άλλοι αδελφοί είχαν υποστεί διωγμό για χάρη του ονόματος του Ιεχωβά. Ήμασταν περήφανοι για τα παιδιά μας, καθώς ο Ιεχωβά τα είχε στηρίξει σε μια στιγμή δοκιμασίας. Έπειτα από αυτό το περιστατικό, η Ντάρια και εγώ κληθήκαμε πολλές φορές από την Κα-Γκε-Μπε. Ένας αξιωματικός είπε: “Αυτά τα παιδιά θα έπρεπε να σταλούν σε αναμορφωτήριο. Κρίμα που δεν έχουν κλείσει ακόμη τα 14”. Πληρώσαμε πρόστιμο για τη δράση του γιου μας στο έργο κηρύγματος.

»Σήμερα, ζω με το γιο μου και τα εγγόνια μου τα οποία επίσης περπατούν στην αλήθεια. Η μεγάλη μου κόρη ζει στο Ουζμπεκιστάν και, μολονότι δεν υπηρετεί ακόμη τον Ιεχωβά, σέβεται εμάς και την Αγία Γραφή και μας επισκέπτεται συχνά. Το 2001, η Ντάρια πέθανε, έχοντας υπηρετήσει πιστά τον Ιεχωβά ως το τέλος. Όσο έχω ακόμη τις δυνάμεις μου, πηγαίνω με τους αδελφούς της εκκλησίας να κηρύξω σε απομακρυσμένους τομείς, ψάχνοντας για ανθρώπους που έχουν “τη σωστή διάθεση για αιώνια ζωή”. (Πράξ. 13:48) Πιστεύω πως ο Ιεχωβά θα εκπληρώσει πολύ σύντομα την επιθυμία του καθενός από εμάς, όπως είναι γραμμένο στο εδάφιο Ησαΐας 65:23».

ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΘΕΤΟΥΝ ΘΑΥΜΑΣΙΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Ο Βλαντισλάβ Απανιούκ υπηρετεί στο Μπέθελ της Ρωσίας. Θυμάται πώς ενστάλαξαν οι γονείς του αγάπη για τον Θεό σε εκείνον και στα αδέλφια του από την παιδική τους ηλικία: «Οι γονείς μας εξορίστηκαν από την Ουκρανία στη Σιβηρία το 1951. Μας δίδαξαν να παίρνουμε τις δικές μας αποφάσεις και παράλληλα να αγωνιζόμαστε να ευαρεστούμε τον Ιεχωβά. Πραγματικά εκτιμούσα το γεγονός ότι οι γονείς μας μπορούσαν πάντοτε να μιλούν για τα δικά τους ελαττώματα μπροστά σε εμάς τα παιδιά χωρίς να νιώθουν άβολα. Όταν έκαναν λάθη δεν τα έκρυβαν. Ήταν ολοφάνερο το πόσο πολύ αγαπούσαν τον Ιεχωβά. Οι γονείς μου είχαν χαρούμενη διάθεση, ειδικά όταν συζητούσαν πνευματικά θέματα μαζί μας. Βλέπαμε ότι τους άρεσε αληθινά να κάνουν στοχασμούς και να μιλούν για τον Ιεχωβά. Αυτό υποκίνησε και εμάς επίσης να στοχαζόμαστε τις αλήθειες για τον Ιεχωβά. Φανταζόμασταν πώς θα ζουν οι άνθρωποι στο νέο κόσμο όταν όλα θα είναι υπέροχα και δεν θα υπάρχουν πια αρρώστιες ή πόλεμοι.

»Όταν πήγαινα στην τρίτη τάξη, όλη η τάξη μου προσκλήθηκε να ενταχθεί σε μια οργάνωση νεολαίας που ονομαζόταν Πιονιέροι. Για τα περισσότερα παιδιά στη Σοβιετική Ένωση, το να ανήκουν στους Πιονιέρους θεωρούνταν μεγάλη τιμή. Οι συμμαθητές μου περίμεναν με λαχτάρα εκείνη την ημέρα. Ο καθένας μας έπρεπε να συντάξει έναν επίσημο όρκο σύμφωνα με τον οποίο ήμασταν έτοιμοι να ενταχθούμε στις τάξεις των Σοβιετικών Πιονιέρων, των μελλοντικών οικοδόμων του κομμουνισμού. Εγώ αρνήθηκα. Γι’ αυτόν το λόγο, η δασκάλα με κλείδωσε στην τάξη για τιμωρία. “Δεν θα βγεις μέχρι να γράψεις τον όρκο”, μου είπε. Λίγες ώρες μετά, μερικοί συμμαθητές μου χτύπησαν το παράθυρο καλώντας με να βγω για να παίξουμε. Εγώ έμεινα στην τάξη, σταθερά αποφασισμένος να μη γράψω τίποτα. Καθώς σουρούπωνε, ήρθε μια άλλη δασκάλα. Όταν με είδε μέσα στην τάξη, με άφησε τελικά να πάω σπίτι. Αυτή ήταν η πρώτη μου νίκη. Ήμουν περήφανος που μπόρεσα να κάνω την καρδιά του Ιεχωβά να χαρεί. (Παρ. 27:11) Όταν πήγα σπίτι, είπα στους γονείς μου όλα όσα συνέβησαν. Εκείνοι χάρηκαν, και ο πατέρας μου μού είπε: “Μπράβο, γιε μου!”»

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΑΝΤΙΣΟΒΙΕΤΙΚΗ

Μερικές φορές οι αδελφοί περνούσαν από δίκη απλώς και μόνο επειδή είχαν στην κατοχή τους μια Αγία Γραφή. Η Ναντέζντα Βισνιάκ αναφέρει: «Ο σύζυγός μου και εγώ δεν ήμασταν ακόμη Μάρτυρες του Ιεχωβά, αλλά η αλήθεια είχε αγγίξει βαθιά την καρδιά μας. Μια φορά, η αστυνομία ήρθε στο χώρο της εργασίας μου και με πήρε με τα ρούχα της δουλειάς. Πήραν επίσης και τον Πιότρ, το σύζυγό μου, από την εργασία του. Προτού συμβεί αυτό, είχαν κάνει έρευνα στο σπίτι μας και η αστυνομία είχε βρει μια Αγία Γραφή και το βιβλιάριο Μετά τον Αρμαγεδδώνα—Ο Νέος Κόσμος του Θεού. Ο Πιότρ δεν πίστευε ότι θα με συνελάμβαναν επειδή ήμουν στον έβδομο μήνα της εγκυμοσύνης μου.

»Μας κατηγόρησαν ότι δρούσαμε εναντίον των σοβιετικών αρχών. Τους είπαμε ότι πιστεύαμε στην Αγία Γραφή, η οποία ήταν πολύ ανώτερη αυθεντία από τις σοβιετικές εξουσίες.

»“Η Αγία Γραφή είναι ο Λόγος του Θεού, και γι’ αυτό θέλουμε να ζούμε σύμφωνα με τις αρχές της”, είπα.

»Όταν ήρθε η ώρα της δίκης μας, απέμεναν μόνο δύο εβδομάδες για να γεννήσω. Ανάμεσα στις ακροάσεις, ο δικαστής επέτρεπε διαλείμματα για να μπορώ να κάνω έναν περίπατο έξω συνοδευόμενη από κάποιον ένοπλο στρατιώτη. Στη διάρκεια ενός από αυτούς τους περιπάτους, εκείνος με ρώτησε τι είχα κάνει. Ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία να του δώσω μαρτυρία.

»Ο δικαστής δήλωσε πως η Αγία Γραφή και το έντυπο που μας είχαν κατασχέσει ήταν “αντισοβιετικά”. Χάρηκα, επειδή δεν κατηγόρησαν μόνο το σύζυγό μου και εμένα ότι ήμασταν αντισοβιετικά στοιχεία αλλά επίσης και το έντυπό μας και μάλιστα την ίδια την Αγία Γραφή! Μας ρώτησαν πού είχαμε γνωρίσει τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Όταν τους είπαμε ότι αυτό συνέβη σε ένα στρατόπεδο εργασίας στη Βορκούτα, ο δικαστής φώναξε θυμωμένα: “Κοίτα τι γίνεται στα στρατόπεδά μας!” Κριθήκαμε ένοχοι και καταδικαστήκαμε και οι δύο σε 10ετή εγκλεισμό σε σωφρονιστικά στρατόπεδα εργασίας.

»Ο Πιότρ στάλθηκε σε ένα στρατόπεδο στη Μορδοβία, στην κεντρική Ρωσία. Εμένα με έβαλαν στην απομόνωση. Το Μάρτιο του 1958, γέννησα το γιο μας. Εκείνους τους δύσκολους καιρούς, ο Ιεχωβά ήταν ο καλύτερος φίλος και βοηθός μου. Η μητέρα μου πήρε το γιο μας και τον φρόντιζε. Εμένα με πήγαν στο Κεμέροβο, στη Σιβηρία, όπου με έκλεισαν σε στρατόπεδο εργασίας.

»Οχτώ χρόνια αργότερα, αφέθηκα ελεύθερη προτού εκτίσω πλήρως την ποινή μου. Θυμάμαι ότι, στο παράπηγμα, η επιστάτρια ανακοίνωσε μεγαλόφωνα ότι ποτέ δεν είχα κάνει “αντισοβιετικά” σχόλια και ότι τα έντυπά μας ήταν αμιγώς θρησκευτικά. Βαφτίστηκα το 1966 μετά την απελευθέρωσή μου».

Οι Γραφές και τα Γραφικά έντυπα ήταν ιδιαιτέρως πολύτιμα στις φυλακές και στα στρατόπεδα. Το 1958 σε ένα στρατόπεδο στη Μορδοβία, οι αδελφοί διεξήγαν τακτικά συναθροίσεις. Για να μην τους αιφνιδιάζουν οι επιστάτες του στρατοπέδου, αρκετοί αδελφοί διορίζονταν να στέκονται φρουροί σε διάφορα σημεία έχοντας μεταξύ τους απόσταση που τους επέτρεπε να ακούν ο ένας τον άλλον, ενόσω ένας όμιλος μελετούσε τη Σκοπιά. Αν εμφανιζόταν κάποιος επιστάτης, ο πλησιέστερος αδελφός θα έλεγε στον επόμενο «έρχεται», και αυτό θα συνεχιζόταν ώσπου να το ακούσει ο συναθροισμένος όμιλος. Όλοι σκορπίζονταν και έκρυβαν το περιοδικό. Αλλά πολλές φορές οι επιστάτες εμφανίζονταν από το πουθενά.

Κάποια φορά που οι αδελφοί αιφνιδιάστηκαν, ο Μπαρίς Κριλτσόφ αποφάσισε να παραπλανήσει τους επιστάτες και να σώσει το περιοδικό. Άρπαξε ένα βιβλίο και έτρεξε έξω από το παράπηγμα. Οι επιστάτες τον κυνήγησαν αρκετή ώρα, αλλά όταν τελικά τον έπιασαν, είδαν ότι το βιβλίο που κρατούσε ήταν ένας τόμος του Λένιν. Αν και τον έβαλαν εφτά ημέρες στην απομόνωση, αυτός χαιρόταν επειδή είχε σωθεί το περιοδικό.

ΟΙ ΣΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΣΠΕΡΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ

Το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας στη Μόσχα άρχισε από έναν μικρό όμιλο. Ο Μπαρίς Κριλτσόφ ήταν ένα από τα πρώτα λίγα άτομα που κήρυξαν με ζήλο στην πρωτεύουσα της χώρας. Ο ίδιος αφηγείται: «Εργαζόμουν στη διεύθυνση κατασκευαστικών έργων. Μαζί με έναν όμιλο από αδελφούς και αδελφές, προσπαθούσα να κηρύττω ανεπίσημα. Όταν η Κα-Γκε-Μπε πληροφορήθηκε τι έκανα, έψαξαν το διαμέρισμά μου τον Απρίλιο του 1957 και βρήκαν Γραφικά έντυπα, οπότε με συνέλαβαν αμέσως. Στη διάρκεια της ανάκρισης, ο επιθεωρητής μού είπε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν οι πιο επικίνδυνοι άνθρωποι στη χώρα, και ανέφερε: “Αν σας αφήσουμε ελεύθερους, πολλοί Σοβιετικοί πολίτες θα ενωθούν μαζί σας. Να γιατί σας θεωρούμε σοβαρή απειλή για το Κράτος μας”.

»“Η Γραφή μάς διδάσκει να είμαστε νομοταγείς πολίτες”, είπα. “Επίσης, λέει ότι πρέπει να επιζητούμε πρώτα τη Βασιλεία και τη δικαιοσύνη του Θεού. Οι αληθινοί Χριστιανοί ποτέ δεν έχουν αποπειραθεί να καταλάβουν την εξουσία σε οποιαδήποτε χώρα”.

»“Πού βρήκατε τα έντυπα που εντοπίσαμε κατά την έρευνα;” ρώτησε ο ανακριτής.

»“Τι το κακό έχουν τα έντυπα;” ρώτησα. “Εξετάζουν Γραφικές προφητείες και δεν ασχολούνται καθόλου με πολιτικά θέματα”.

»“Ναι, αλλά εκδίδονται στο εξωτερικό”, απάντησε εκείνος.

»Κατέληξα σε φυλακή υψίστης ασφαλείας στην πόλη Βλαντίμιρ. Με έψαξαν εξονυχιστικά αλλά, προς έκπληξή μου, κατάφερα να περάσω στο στρατόπεδο τέσσερις Σκοπιές αντιγραμμένες με το χέρι σε λεπτό χαρτί. Ήταν φανερό ότι ο Ιεχωβά με είχε βοηθήσει. Στο κελί μου αντέγραψα ξανά και τα τέσσερα τεύχη. Γνώριζα ότι εκτός από εμένα, υπήρχαν και άλλοι Μάρτυρες εκεί, οι οποίοι είχαν μείνει εφτά χρόνια χωρίς καθόλου πνευματική τροφή. Τους έστειλα τα περιοδικά μέσω μιας αδελφής που είχε την ευθύνη να σφουγγαρίζει τη σκάλα.

»Όπως αποδείχτηκε, με τους αδελφούς συναναστρεφόταν ένας πληροφοριοδότης, ο οποίος είπε στους φρουρούς ότι κάποιος μοίραζε Γραφικά έντυπα. Άρχισαν αμέσως να μας ψάχνουν όλους και να παίρνουν τα έντυπα. Σε λίγο ήρθαν και σε εμένα και βρήκαν έντυπα στο στρώμα μου. Η ποινή μου ήταν 85 μέρες στην απομόνωση. Παρ’ όλα αυτά, ο Ιεχωβά συνέχισε να μας φροντίζει όπως και πριν».

ΟΙ ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΒΟΗΘΗΣΑΝ ΜΕΡΙΚΟΥΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

Οι διαλέξεις ήταν ένα μέσο που χρησιμοποιήθηκε στον ιδεολογικό πόλεμο κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση. Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ λέει: «Το στρατόπεδό μας το επισκέπτονταν συχνά ομιλητές οι οποίοι εκφωνούσαν διαλέξεις που προωθούσαν τον αθεϊσμό. Οι αδελφοί πάντα υπέβαλαν ερωτήσεις. Μερικές φορές, οι ομιλητές δεν μπορούσαν να απαντήσουν ακόμη και στις πιο απλές ερωτήσεις. Συνήθως η αίθουσα ήταν γεμάτη και όλοι άκουγαν πολύ προσεκτικά. Οι άνθρωποι έρχονταν οικειοθελώς επειδή ήταν περίεργοι να ακούσουν τι θα έλεγαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο τέλος της διάλεξης.

»Κάποτε, επισκέφτηκε το στρατόπεδο ένας ομιλητής ο οποίος ήταν πρώην ιερέας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Όλοι ήξεραν ότι είχε αποκηρύξει την πίστη του όταν τον έκλεισαν σε στρατόπεδο, και είχε γίνει άθεος.

»“Ήσασταν άθεος προτού πάτε στη φυλακή ή γίνατε έπειτα;” ρώτησε ένας αδελφός όταν τελείωσε η διάλεξη.

»“Σκεφτείτε το εξής”, απάντησε ο ομιλητής. “Ένας άνθρωπος πήγε στο διάστημα, και όμως δεν είδε τον Θεό εκεί”.

»“Όταν ήσασταν ιερέας, πιστεύατε πραγματικά ότι ο Θεός θα παρακολουθούσε τους ανθρώπους από απόσταση λίγο μεγαλύτερη των 200 χιλιομέτρων πάνω από την επιφάνεια της γης;” ρώτησε ο αδελφός. Ο ομιλητής δεν απάντησε. Τέτοιες στιχομυθίες έδιναν σε πολλούς κρατουμένους τροφή για σκέψη, και κατόπιν κάποιοι άρχιζαν να μελετούν μαζί μας.

»Σε μια από αυτές τις διαλέξεις, κάποια αδελφή ζήτησε την άδεια να πει κάτι. “Σας ακούω. Προφανώς είστε Μάρτυρας του Ιεχωβά”, είπε ο ομιλητής.

»“Πώς θα αποκαλούσατε έναν άνθρωπο που στέκεται σε ένα χωράφι και φωνάζει: «Θα σε σκοτώσω!» τη στιγμή που δεν υπάρχει κανείς τριγύρω;” είπε η αδελφή.

»“Πάντως, έξυπνο δεν τον λες”, απάντησε ο ομιλητής.

»“Αν ο Θεός δεν υπάρχει, γιατί τον πολεμάτε; Αν δεν υπάρχει, τότε δεν υπάρχει κανείς να πολεμήσετε”. Το ακροατήριο ξέσπασε σε γέλια».

Ο ΚΗΡΥΚΑΣ ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΕΙ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ

Φυσικά, διαλέξεις για τη σοβιετική ιδεολογία δεν εκφωνούνταν μόνο στα στρατόπεδα. Διοργανώνονταν κυρίως για το κοινό στις μεγάλες πόλεις. Έμπειροι ομιλητές επισκέπτονταν μικρές και μεγαλύτερες πόλεις, ειδικά εκείνες στις οποίες υπήρχε σημαντικός αριθμός Μαρτύρων, όπως η Βορκούτα, η Ίντα, η Ουχτά και το Σικτιφκάρ. Ο αδελφός Γκούτσμιτ αναφέρει: «Κάποτε το 1957, ένας ομιλητής ήρθε στο Μέγαρο Πολιτισμού για τους εργάτες των ορυχείων της Ίντα, όπου είχαν συγκεντρωθεί 300 άτομα. Εξήγησε τις πεποιθήσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά και το πώς κηρύττουν. Αφού περιέγραψε με ακρίβεια τη μέθοδο που χρησιμοποιούσαμε στο κήρυγμα, η οποία αποτελούνταν από παρουσιάσεις που γίνονταν σε 15 επισκέψεις, συνέχισε λέγοντας: “Αν δεν δείξετε κανένα ίχνος εναντίωσης, ο κήρυκας θα ξανάρθει οπωσδήποτε. Μετά τη δεύτερη επίσκεψη, αν συνεχίσετε να μη φέρνετε αντίρρηση, θα ακολουθήσει η τρίτη επίσκεψη”.

»Σε δυο ώρες κάλυψε έξι τέτοιες επανεπισκέψεις λέξη προς λέξη σύμφωνα με τη μέθοδό μας και, από τις σημειώσεις του, διάβασε όλα τα εδάφια που χρησιμοποιούνταν. Η σύζυγός μου, η Πολίνα, μου έγραψε για αυτό όταν ήμουν φυλακισμένος σε ένα στρατόπεδο και μου περιέγραψε ότι οι αδελφοί που παρακολουθούσαν τη διάλεξη δεν πίστευαν στα αφτιά τους. Έπειτα από αυτή τη διάλεξη, η εφημερίδα δημοσίευσε αρνητικά σχόλια για τους Μάρτυρες, αλλά περιείχε και μια πλήρη περιγραφή της Βασιλείας. Επίσης, όλη η διάλεξη μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο. Χάρη σε αυτό το γεγονός, χιλιάδες κάτοικοι της πόλης άκουσαν πώς και για ποιο πράγμα κηρύττουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.

»Το 1962 ήρθε ένας ομιλητής από τη Μόσχα για να εκφωνήσει μια διάλεξη σχετικά με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αφού έκανε αναδρομή στη σύγχρονη ιστορία τους, είπε: “Κάθε μήνα εκατομμύρια δολάρια φτάνουν στο Μπρούκλιν με τη μορφή προαιρετικών συνεισφορών για να προωθούνται οι δραστηριότητες των Μαρτύρων σε διάφορες χώρες. Αλλά κανένας από τους ηγέτες δεν έχει στην κατοχή του ούτε ντουλάπα για τα ρούχα του. Όλοι τρώνε μαζί στην τραπεζαρία, τόσο η νοικοκυρά όσο και ο πρόεδρος, και δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσά τους. Όλοι τους αποκαλούν ο ένας τον άλλον αδελφό ή αδελφή, όπως εμείς αποκαλούμαστε σύντροφοι”.

»Για λίγο επικράτησε σιωπή στην αίθουσα. Κατόπιν, ο ομιλητής πρόσθεσε: “Αλλά δεν θα υιοθετήσουμε την ιδεολογία τους, όσο καλή και αν φαίνεται, επειδή εμείς θέλουμε να τα δημιουργήσουμε όλα αυτά χωρίς τον Θεό, με τα χέρια μας και με το μυαλό μας”.

»Αυτό μας ενθάρρυνε πάρα πολύ, επειδή πρώτη φορά ακούγαμε την αλήθεια για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά από τις ίδιες τις αρχές. Τέτοιες διαλέξεις έδωσαν επίσης σε πολλούς άλλους ανθρώπους την ευκαιρία να ακούσουν την αλήθεια για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά από τις αρχές. Ωστόσο, οι άνθρωποι χρειαζόταν να δουν από πρώτο χέρι πώς μπορούσαν οι διδασκαλίες της Γραφής να τους βοηθήσουν να βελτιώσουν τη ζωή τους».

Η ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΤΥΧΙΑ

Για πολλά χρόνια, ήταν διαδεδομένη τακτική της Κα-Γκε-Μπε να υποκλέπτει τηλεφωνικές συνομιλίες και την αλληλογραφία, καθώς επίσης να επιδίδεται σε άλλες μορφές παρακολούθησης. Μερικές φορές, η Κα-Γκε-Μπε εγκαθιστούσε κρυφά ακουστικές συσκευές στα σπίτια των αδελφών που αναλάμβαναν την ηγεσία στην εκκλησία. Ο Γκριγκόρι Σιβούλσκι, ο οποίος υπηρέτησε ως επίσκοπος περιφερείας επί 25 χρόνια στη διάρκεια της απαγόρευσης, θυμάται πώς το 1958 ανακάλυψε μια τέτοια συσκευή στη σοφίτα: «Ζούσαμε στην Τουλούν της Σιβηρίας, στο δεύτερο πάτωμα ενός διώροφου κτιρίου στις παρυφές της πόλης. Κάποια φορά που γύρισα σπίτι, άκουσα ήχο τρυπανιού να έρχεται από τη σοφίτα του κτιρίου. Κατάλαβα ότι η Κα-Γκε-Μπε έβαζε “κοριούς” στη σοφίτα για να μας κατασκοπεύει—ήταν μια πασίγνωστη μέθοδός τους. Τα περισσότερα έντυπα τα αποθηκεύαμε στη σοφίτα καθώς και στο γείσο της στέγης.

»Το βράδυ, όταν μαζεύτηκε η οικογένειά μας, τους μίλησα για τις υποψίες μου και συμφωνήσαμε να μη συζητάμε προς το παρόν για εκκλησιαστικά ζητήματα στο σπίτι. Ανοίξαμε το ραδιόφωνο, δυναμώσαμε την ένταση και το αφήσαμε έτσι ολόκληρη την εβδομάδα. Στο τέλος της εβδομάδας, ένας αδελφός και εγώ σκαρφαλώσαμε στη σοφίτα και βρήκαμε ένα καλώδιο που συνδεόταν με την ακουστική συσκευή. Το καλώδιο περνούσε ανάμεσα από δύο σειρές σανίδων, πήγαινε γύρω από το γείσο και έβγαινε έξω προς την πόλη, με κατεύθυνση τα γραφεία της Κα-Γκε-Μπε. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι ηχογραφούσαν τα πάντα, αλλά εκείνο το διάστημα, έπιαναν μόνο ραδιοφωνικές εκπομπές».

Η ΚΑ-ΓΚΕ-ΜΠΕ ΔΙΕΙΣΔΥΕΙ ΣΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Η Κα-Γκε-Μπε αντιλήφθηκε ότι ο άμεσος διωγμός δεν μπορούσε να μειώσει το ζήλο των Μαρτύρων. Γι’ αυτό, χρησιμοποιώντας πανουργία και απάτη, άρχισε να σπέρνει μεταξύ των αδελφών σπόρους δυσπιστίας προς εκείνους που ήταν διορισμένοι να παρέχουν επίβλεψη αλλά και προς την οργάνωση ως σύνολο. Μια από τις στρατηγικές της Κα-Γκε-Μπε ήταν να παρεισάγει έμπειρους πράκτορες στις εκκλησίες.

Αρκετοί πράκτορες κατάφεραν να διοριστούν σε θέσεις επίβλεψης στην οργάνωση. Αυτοί οι ψευδάδελφοι έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να επιβραδύνουν τη δραστηριότητα στο κήρυγμα δημιουργώντας κλίμα φόβου και αβεβαιότητας, μέσα στο οποίο μπορούσε να αναπτυχθεί καχυποψία προς τους αδελφούς που αναλάμβαναν την ηγεσία. Επιπλέον, αυτοί προσωπικά κατακρατούσαν Γραφικά έντυπα από τους αδελφούς και τα παρέδιδαν στην Κα-Γκε-Μπε. Μια έκθεση αναφέρει ότι δύο μόνο πράκτορες που εργάστηκαν από το 1957 ως το 1959 παρέδωσαν στην Κα-Γκε-Μπε πάνω από 500 αντίτυπα της Σκοπιάς μαζί με άλλα έντυπα.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, μερικοί αδελφοί άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη τους στην Επιτροπή της Χώρας. Οργίαζαν οι φήμες ότι κάποια από τα μέλη της Επιτροπής της Χώρας στην πραγματικότητα εργάζονταν για την Κα-Γκε-Μπε και ότι πρόδιδαν πιστούς αδελφούς, περιλαμβανομένων και εκείνων που έκαναν αντίγραφα των εντύπων. Ο Ιβάν Πασκόφσκι θυμάται: «Τον Απρίλιο του 1959, σχηματίστηκε καινούρια Επιτροπή Χώρας και εγώ ήμουν μέλος της. Ήμασταν πλήρως αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε την αλήθεια, ανεξάρτητα από τις προσπάθειες που έκανε ο Διάβολος για να διασπάσει την αδελφότητα. Η πιο δύσκολη περίοδος στην ιστορία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην ΕΣΣΔ είχε αρχίσει».

Καθώς οι υποψίες πύκνωναν, μερικοί αδελφοί έπαψαν να στέλνουν εκθέσεις εκκλησιών στην Επιτροπή της Χώρας. Οι ευαγγελιζόμενοι στις εκκλησίες συνέχιζαν να είναι δραστήριοι στη διακονία και έδιναν τις εκθέσεις τους τακτικά, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς δεν ήξεραν ότι οι εκθέσεις δεν στέλνονταν πια στην Επιτροπή της Χώρας. Το 1958, κάποιες ομάδες αδελφών είχαν ήδη κάνει αρκετές χιλιάδες ευαγγελιζομένους να ξεκόψουν από την Επιτροπή της Χώρας. Στο Ιρκούτσκ και στο Τομσκ, αργότερα δε και σε άλλες πόλεις της Ρωσίας, οι ομάδες των αδελφών που είχαν αποσχιστεί από την οργάνωση συνέχισαν να αυξάνουν. Το Μάρτιο του 1958, οι αποσχισμένοι συγκρότησαν δική τους «επιτροπή χώρας» με την ελπίδα ότι αυτή θα αναγνωριζόταν από όλες τις εκκλησίες.

Το Κυβερνών Σώμα χρησιμοποίησε κάθε διαθέσιμο μέσο για να βοηθήσει τους αδελφούς στη Σοβιετική Ένωση να ανακτήσουν την ενότητά τους στη λατρεία του Ιεχωβά. Ο Άλφρεντ Ρούτιμαν, ο οποίος ζούσε στην Ελβετία, ήταν συντονιστής του Γραφείου Βόρειας Ευρώπης, το οποίο επέβλεπε τότε το έργο στη Σοβιετική Ένωση. Το 1959 έστειλε μια επιστολή στους αδελφούς της Ρωσίας εξηγώντας ότι ο Ιεχωβά θα ευλογούσε μόνο εκείνους που θα αγωνίζονταν για την ενότητα και για το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας. Μερικοί αδελφοί που είχαν αποχωριστεί το δέχτηκαν αυτό και άρχισαν να κάνουν προσπάθειες να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στην Επιτροπή της Χώρας. Ωστόσο, πέρασαν χρόνια μέχρι να γίνει αυτό σε πλήρη βαθμό. Όλο εκείνο το διάστημα, η Επιτροπή της Χώρας παρείχε Γραφικά έντυπα μέσω συνδέσμων. Αν και οι αποσχισμένοι αδελφοί μελετούσαν τα έντυπα, εξακολουθούσαν να μη στέλνουν τις εκθέσεις τους υπηρεσίας αγρού.

Η Κα-Γκε-Μπε συνέχισε να σπέρνει σπόρους δυσπιστίας μεταξύ των αδελφών. Μερικοί αφήνονταν σκόπιμα ελεύθεροι, ενώ άλλοι στέλνονταν στη φυλακή. Έτσι λοιπόν, οι αδελφοί γενικά είχαν την εντύπωση πως οι ελεύθεροι Μάρτυρες συνεργάζονταν με την Κα-Γκε-Μπε. Πολλοί έγιναν υπερβολικά καχύποπτοι και επικριτικοί απέναντι στους υπεύθυνους αδελφούς.

ΜΙΑ ΔΙΚΗ ΜΕ ΕΥΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ

Κάποια έκθεση την οποία έστειλε ένας κυβερνητικός αξιωματούχος από το Ιρκούτσκ στη Μόσχα ανέφερε: «[Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Περιφέρεια του Ιρκούτσκ] είχαν αναπτύξει εκτεταμένη μυστική δράση. Το δεύτερο εξάμηνο του 1959, οι πράκτορες της Κα-Γκε-Μπε ανακάλυψαν πέντε μυστικά τυπογραφεία». Αυτά τα τυπογραφεία βρίσκονταν στις πόλεις Ζιμά και Τουλούν της Σιβηρίας καθώς και στα χωριά Κιτόι, Οκτιάμπρσκι και Ζαλαρί. Την ανακάλυψη ακολούθησαν οι συλλήψεις όσων σχετίζονταν με την εκτύπωση.

Τέσσερις αδελφοί, οι οποίοι συνελήφθησαν αρχικά, έδωσαν γραπτές καταθέσεις για τις εκτυπωτικές εργασίες. Οι ανακριτές ανάγκασαν με πανουργία τους αδελφούς να το κάνουν αυτό. Έπειτα, η Κα-Γκε-Μπε παραποίησε εκείνες τις καταθέσεις και τις δημοσίευσε στις τοπικές εφημερίδες. Αυτοί οι τέσσερις αδελφοί αφέθηκαν ελεύθεροι, ενώ συνελήφθησαν οχτώ άλλοι. Η δίκη τους επρόκειτο να γίνει στην Τουλούν τον Απρίλιο του 1960. Η Κα-Γκε-Μπε έκανε ετοιμασίες για μια εντυπωσιακή δίκη, στην οποία θα δινόταν ευρεία δημοσιότητα. Σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν τους τέσσερις αδελφούς που είχαν αφεθεί ελεύθεροι ως μάρτυρες κατηγορίας. Πολλά άτομα στις εκκλησίες σχημάτισαν την εντύπωση ότι αυτοί οι αδελφοί είχαν γίνει όργανα της Κα-Γκε-Μπε.

Η Κα-Γκε-Μπε σκόπευε επίσης να χρησιμοποιήσει αυτή τη στημένη δίκη για να καταστρέψει την πίστη όσων Μαρτύρων θα την παρακολουθούσαν, καθώς και για να στρέψει τον ντόπιο πληθυσμό εναντίον τους. Γι’ αυτόν το σκοπό, η Κα-Γκε-Μπε διευθέτησε να γίνουν πριν από τη δίκη ξεναγήσεις σε ένα υπόγειο όπου οι αδελφοί τύπωναν έντυπα επί αρκετά χρόνια. Σύντομα η πόλη βούιζε από τις φήμες για τις δραστηριότητες μιας «αίρεσης» που δρούσε υπό την επιφάνεια. Όταν έφτασε η μέρα της δίκης, η αίθουσα είχε γεμίσει με 300 και πλέον ανθρώπους, μεταξύ άλλων δημοσιογράφους του τύπου και της τηλεόρασης, μερικοί εκ των οποίων είχαν μάλιστα έρθει από τη Μόσχα. Παρόντες ήταν και πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά.

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΒΡΕΘΗΚΕ ΣΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΣΥΓΧΥΣΗ

Ξαφνικά, όμως, τα σχέδια της Κα-Γκε-Μπε άρχισαν να ανατρέπονται. Οι αδελφοί που κατέθεσαν προηγουμένως είχαν πλέον συνειδητοποιήσει το λάθος τους. Την παραμονή της δίκης, όλοι τους πήραν τη σταθερή απόφαση να κάνουν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να δοξάσουν τον Ιεχωβά. Στη διάρκεια της δίκης, δήλωσαν ότι είχαν εξαπατηθεί και ότι οι καταθέσεις τους είχαν παραποιηθεί. Κατόπιν έκαναν την εξής ανακοίνωση: «Είμαστε έτοιμοι να καθήσουμε στο εδώλιο του κατηγορουμένου μαζί με τους αδελφούς μας». Το δικαστήριο βρέθηκε σε απόλυτη σύγχυση.

Επιπλέον, όταν οι αδελφοί εξετάστηκαν ως μάρτυρες, κατάφεραν να δώσουν απαντήσεις που δεν ενέπλεκαν άλλους. Για παράδειγμα, όταν ο δικαστής ρώτησε τον Γκριγκόρι Τιμτσούκ ποιος είχε κατασκευάσει το τυπογραφείο στο σπίτι του, αυτός απάντησε: «Εγώ το κατασκεύασα». Όταν τον ρώτησαν ποιος τύπωνε τα έντυπα, απάντησε: «Εγώ τα τύπωνα». Όταν τον ρώτησαν ποιος διένεμε τα έντυπα, απάντησε: «Εγώ τα διένεμα». Όταν τον ρώτησαν ποιος αγόραζε και παρέδιδε το χαρτί, εκείνος για άλλη μια φορά απάντησε: «Εγώ το έκανα και αυτό». Τότε ο εισαγγελέας ρώτησε: «Καλά, ποιος είσαι; Εσύ είσαι και ο διευθυντής και ο προμηθευτής και ο εργάτης;»

«ΑΥΤΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΜΑΣ ΕΝΘΑΡΡΥΝΕ ΠΟΛΥ!»

Όταν διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν μάρτυρες κατηγορίας, ο εισαγγελέας κατηγόρησε τους αδελφούς ότι συνωμοτούσαν με ξένους. Ως αποδεικτικό στοιχείο, παρουσίασε μια επιστολή του Νάθαν Ο. Νορ από το Μπέθελ του Μπρούκλιν. Ο Μιχαήλ Σαβίτσκι, ένας από τους αδελφούς που παρακολούθησαν τη δίκη, αναφέρει: «Ο εισαγγελέας άρχισε να διαβάζει μεγαλόφωνα μια επιστολή του αδελφού Νορ προς τους αδελφούς στη Σοβιετική Ένωση, την οποία είχε παρακρατήσει η Κα-Γκε-Μπε. Για όλους εμάς τους Μάρτυρες που βρισκόμασταν στην αίθουσα, αυτό ήταν ένα υπέροχο δώρο από τον Ιεχωβά. Αυτή η επιστολή μάς ενθάρρυνε πολύ! Ακούσαμε σοφές συμβουλές από την Αγία Γραφή και λάβαμε ενθάρρυνση ώστε να υπηρετούμε τους ομοπίστους μας με καλοσύνη και να παραμένουμε πιστοί παρά τις δοκιμασίες. Επιπλέον, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά παροτρύνθηκαν να εμπιστεύονται στον Θεό για το καθετί, να ζητούν από αυτόν σοφία και κατεύθυνση, καθώς και να συνεργάζονται στενά με τους διορισμένους αδελφούς. Ο εισαγγελέας διάβασε την επιστολή από την αρχή ως το τέλος. Εμείς ακούγαμε με αμέριστη προσοχή. Είχαμε την αίσθηση ότι παρακολουθούσαμε συνέλευση!» Μολονότι το δικαστήριο επέβαλε στους αδελφούς διάφορες ποινές φυλάκισης, εκείνοι που ήταν παρόντες παρέμειναν σταθερά αποφασισμένοι να υπηρετούν τον Ιεχωβά.

ΧΑΡΩΠΗ ΕΠΑΝΕΝΩΣΗ ΣΤΗ ΛΑΤΡΕΙΑ

Η Κα-Γκε-Μπε νόμιζε πως είχε καταφέρει να σταματήσει τις δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση, οπότε ετοιμάστηκε να δώσει το τελειωτικό χτύπημα. Το 1960, περισσότεροι από 450 αδελφοί βρέθηκαν απρόσμενα φυλακισμένοι όλοι μαζί σε ένα στρατόπεδο της Μορδοβίας. Ανάμεσά τους ήταν και εκείνοι που αναλάμβαναν την ηγεσία και στις δύο ομάδες αδελφών—εκείνων που είχαν αποσχιστεί από την οργάνωση και εκείνων που δεν είχαν αποσχιστεί. Η Κα-Γκε-Μπε πίστευε ότι αυτό θα επέφερε οριστική ρήξη μέσα στην οργάνωση. Δημοσιεύτηκε ένα χλευαστικό άρθρο στην εφημερίδα του στρατοπέδου, το οποίο εξηγούσε ποιος αναμενόταν να μαλώσει με ποιον. Ωστόσο, οι αδελφοί κατάφεραν να αποκαταστήσουν την ενότητα, επωφελούμενοι από το γεγονός ότι ήταν όλοι μαζί.

Ο Ιόβ Αντρόνικ θυμάται: «Οι υπεύθυνοι αδελφοί έκαναν έκκληση σε κάθε Μάρτυρα, περιλαμβανομένων και εκείνων που είχαν αποσχιστεί, να αγωνιστεί για την ενότητα. Τόνισαν ιδιαίτερα ένα άρθρο από τη Σκοπιά 1 Σεπτεμβρίου 1961 της ρωσικής έκδοσης (1 Ιανουαρίου 1961, στην ελληνική) με τίτλο “Η Ενότης Όλων των Ανθρώπων Καλής Θελήσεως Υποσχεμένη”. Το άρθρο ανέφερε αρχές και παραδείγματα που έδειχναν πώς κατηύθυνε ο Ιεχωβά το λαό του στους αρχαίους καιρούς. Επίσης, μιλούσε για την ανάγκη να αγωνίζονται όλοι για την ειρήνη και την ενότητα μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Αφού μελέτησαν προσεκτικά το άρθρο, πολλοί αντιλήφθηκαν την αξία της θεοκρατικής ενότητας και ανταποκρίθηκαν θετικά».

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΡΟΦΗ ΠΟΥ ΓΙΑΤΡΕΥΕ

Εκείνο το άρθρο στη Σκοπιά βοήθησε και όσους Μάρτυρες ήταν έξω από τις φυλακές να ανακτήσουν την ενότητά τους. Οι αδελφοί που είχαν διοριστεί να αναλαμβάνουν την ηγεσία προσευχήθηκαν και το διάβασαν μαζί. Το άρθρο έλεγε ότι επειδή ο αδελφός Ρόδερφορντ είχε αρρωστήσει, εκφώνησε την τελευταία του ομιλία σε μια συνέλευση τον Αύγουστο του 1941. Παροτρύνοντας τους αδελφούς να μένουν προσκολλημένοι στην οργάνωση του Ιεχωβά και να μην ακολουθούν κανέναν ανθρώπινο ηγέτη, είχε πει: “Κάθε φορά που κάτι προβάλλει και αρχίζει ν’ αυξάνη, λέγουν ότι υπάρχει κάποιος άνθρωπος, ένας ηγέτης που τον ακολουθούν πολλοί. Αν σεις που είσθε εδώ πιστεύετε ότι Εγώ είμαι απλώς ένας από τους δούλους του Κυρίου και ότι εργαζόμεθα ώμος προς ώμον με ενότητα, υπηρετώντας τον Θεό και υπηρετώντας τον Χριστό, να ειπήτε Ναι”. Η δυναμική και άμεση απάντηση ήταν ένα ομόφωνο «Ναι!»

Ο Μιχαήλ Σαβίτσκι θυμάται: «Αυτή η ενότητα ήταν ιδιαίτερα απαραίτητη για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση εκείνον τον καιρό. Ήμασταν πολύ ευγνώμονες στον Ιεχωβά που μας είχε παράσχει πνευματική υποστήριξη στοργικά και υπομονετικά. Ένας αδελφός ο οποίος είχε αποσχιστεί από την οργάνωση μου ζήτησε αμέσως το περιοδικό, λέγοντας: “Δώσ’ το μου για να το διαβάσουμε στους αδελφούς στο Μπρατσκ και σε άλλα μέρη”. Του είπα ότι είχαμε μόνο ένα αντίτυπο αυτού του περιοδικού. Εκείνος, όμως, με διαβεβαίωσε ότι θα μου το επέστρεφε σε μία εβδομάδα. Επέστρεψε όντως το περιοδικό και μαζί έφερε τις εκθέσεις υπηρεσίας πολλών εκκλησιών για μια μακρά περίοδο χρόνου. Εκατοντάδες αδελφοί και αδελφές επέστρεψαν στην ενωμένη οικογένεια των λάτρεων του Ιεχωβά».

Ο Ιβάν Πασκόφσκι, μέλος της Επιτροπής της Χώρας επί τρεις και πλέον δεκαετίες, θυμάται: «Μέσω ενός αδελφού ο οποίος ήρθε από το εξωτερικό, ζητήσαμε από τον αδελφό Νορ να απευθύνει έκκληση σε όλους τους αδελφούς στη χώρα μας να ενωθούν και να υποταχθούν στη θεοκρατική τάξη. Ο αδελφός Νορ συμφώνησε, και το 1962 λάβαμε 25 αντίγραφα της επιστολής του σε δύο γλώσσες, στην αγγλική και στη ρωσική. Αυτή η επιστολή πραγματικά αφύπνισε πολλούς».

ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΑΚΟΥΝ ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΠΟΙΜΕΝΑ ΤΟΥΣ

Η Επιτροπή της Χώρας εργάστηκε σκληρά για να ενώσει τους αδελφούς. Υπό τις υπάρχουσες συνθήκες αυτό δεν ήταν εύκολο έργο. Μέχρι το καλοκαίρι του 1962, μια ολόκληρη περιφέρειά μας είχε επανενωθεί με την οργάνωση. Πνευματικά ώριμοι αδελφοί διορίστηκαν σε μια ειδική επιτροπή. Ο Ιεχωβά ευλόγησε τις προσπάθειες αυτών των αδελφών δίνοντάς τους τη «σοφία που κατεβαίνει από πάνω». (Ιακ. 3:17) Ο Αλεξέι Γκαμπουριάκ, επίσκοπος περιοχής από το 1986 ως το 1995, θυμάται: «Συναντηθήκαμε με την Επιτροπή της Χώρας στο Ουσόλιε-Σιμπίρσκογιε το 1965. Η επιτροπή μάς ζήτησε να βρούμε όλους τους αδελφούς και τις αδελφές που είχαν διασκορπιστεί εξαιτίας της εξορίας, των φυλακίσεων και των διαιρέσεων και να τους συνδέσουμε ξανά με τις εκκλησίες. Μας δόθηκαν οι διευθύνσεις μερικών για να ξεκινήσουμε. Ο δικός μου τομέας περιλάμβανε τις περιφέρειες του Τομσκ και του Κεμέροβο, καθώς και τις πόλεις Νοβοκουζνιέτσκ και Νοβοσιμπίρσκ. Σε άλλους αδελφούς ανατέθηκαν διαφορετικοί τομείς. Έπρεπε να οργανώσουμε εκκλησίες και ομίλους, καθώς επίσης να διορίσουμε και να εκπαιδεύσουμε υπεύθυνους αδελφούς στις εκκλησίες. Επιπλέον, έπρεπε να σχεδιάσουμε ένα δρομολόγιο παράδοσης των εντύπων και να οργανώσουμε τη διεξαγωγή συναθροίσεων υπό τις συνθήκες που δημιουργούσε η απαγόρευση. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, επισκεφτήκαμε 84 αδελφούς και αδελφές οι οποίοι είχαν χάσει την επαφή τους με την οργάνωση. Πόσο χαιρόμασταν που τα “πρόβατα” του Ιεχωβά άκουγαν ξανά τη φωνή του Καλού Ποιμένα και τον υπηρετούσαν μαζί με το λαό του!»—Ιωάν. 10:16.

Σύντομα, πολλοί από εκείνους που είχαν αποσχιστεί αποκατέστησαν την επαφή τους με την Επιτροπή της Χώρας και ξανάρχισαν να στέλνουν τις εκθέσεις τους για την υπηρεσία αγρού. Μέχρι το 1971, περισσότεροι από 4.500 ευαγγελιζόμενοι είχαν ενωθεί ξανά με την οργάνωση του Ιεχωβά. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, παρότι η απαγόρευση εξακολουθούσε να ισχύει, το έργο κηρύγματος συνεχιζόταν και καινούρια άτομα έρχονταν στις εκκλησίες.

ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΦΙΛΜ

Η αναπαραγωγή της πνευματικής τροφής περιλάμβανε πάντοτε τεράστιες προσπάθειες από προσεκτικούς αλλά θαρραλέους αδελφούς που ζούσαν στη Σοβιετική Ένωση. Πρώτα από όλα, όμως, πώς έφτανε σε αυτούς η πνευματική τροφή;

Ένας από τους βασικούς τρόπους ήταν με μικροφίλμ. Κάποιοι αδελφοί που εργάζονταν σε μια γειτονική χώρα φωτογράφιζαν τα περιοδικά, τα βιβλία και τα βιβλιάριά μας, τα οποία εκδίδονταν κυρίως στη ρωσική και στην ουκρανική αλλά και σε μερικές άλλες γλώσσες. Αυτό το έκαναν πολύ προσεκτικά, σελίδα σελίδα, χρησιμοποιώντας φωτογραφική μηχανή με μικροφίλμ που έπαιρνε καρούλι 30 μέτρων. Κάθε δημοσιευμένο έντυπο φωτογραφιζόταν πολλές φορές, και έτσι παράγονταν πολλαπλά αντίγραφα για να διευκολύνεται η διανομή. Στο διάβα των ετών, χρειάστηκαν πολλά χιλιόμετρα μικροφίλμ για την αποτύπωση της πνευματικής τροφής. Οι αδελφοί έκοβαν για ευκολία το μικροφίλμ σε λωρίδες μήκους 20 εκατοστών, οι οποίες ήταν κατόπιν έτοιμες να εισαχθούν στη Σοβιετική Ένωση από άτομα που υπηρετούσαν ως σύνδεσμοι.

ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΒΗΡΙΑ

Η αναπαραγωγή των Γραφικών εντύπων ήταν δύσκολη, αλλά ο Ιεχωβά ευλογούσε αυτό το έργο. Μεταξύ των ετών 1949 και 1950 μόνο, οι αδελφοί ανατύπωσαν και παρέδωσαν στις εκκλησίες 47.165 αντίτυπα διαφόρων εντύπων. Επιπρόσθετα, παρά τη σφοδρή εναντίωση, η Επιτροπή της Χώρας ανέφερε ότι στη διάρκεια της ίδιας περιόδου είχαν διεξαχθεί στη χώρα 31.488 συναθροίσεις.

Η ζήτηση για έντυπα αυξανόταν συνεχώς, πράγμα που δημιουργούσε την ανάγκη για νέα τυπογραφεία. Ο Σταχ Σαβίτσκι αναφέρει: «Το 1955 στήσαμε ένα μυστικό τυπογραφείο στο σπίτι μας. Επειδή ο πατέρας μου δεν ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά, έπρεπε να πάρουμε την άδειά του. Επί δύο περίπου μήνες, σκάβαμε κάτω από τη βεράντα μας ένα δωμάτιο δύο επί τέσσερα μέτρα. Σε αυτό το διάστημα, βγάλαμε σχεδόν 30 κυβικά μέτρα χώμα. Έπρεπε να απομακρύνουμε αυτό το χώμα και με κάποιον τρόπο να το κρύβουμε για να μη μας αντιληφθεί κανείς. Όταν είχαμε σκάψει σε βάθος ενάμισι μέτρου, φτάσαμε σε ένα στρώμα μόνιμα παγωμένου εδάφους (πέρμαφροστ). Γι’ αυτό, όταν εμείς πηγαίναμε στη δουλειά, η μητέρα μου έλιωνε το παγωμένο έδαφος ανάβοντας πάνω του μια μικρή φωτιά με ξερά ξύλα, προσέχοντας να μην τραβάει την προσοχή των γειτόνων. Αργότερα, επενδύσαμε το σκαμμένο χώρο με ξύλο για να δημιουργήσουμε πάτωμα και ταβάνι. Μόλις ετοιμάστηκε ο χώρος, μετακόμισε εκεί ένα αντρόγυνο. Επρόκειτο να μένουν και να εργάζονται σε αυτό το υπόγειο δωμάτιο. Η μητέρα μου τους μαγείρευε, έπλενε τα ρούχα τους και τους φρόντιζε. Αυτό το τυπογραφείο λειτούργησε μέχρι το 1959.

»Το 1957, ο αδελφός που είχε την επίβλεψη της ανατύπωσης των εντύπων με ρώτησε: “Μπορείς να εργαστείς στο τυπογραφείο; Χρειάζεται να παράγουμε τουλάχιστον 200 περιοδικά το μήνα”. Στην αρχή τύπωνα 200, μετά 500 περιοδικά. Ωστόσο, η ζήτηση για έντυπα αυξανόταν συνεχώς. Η δουλειά έπρεπε να γίνεται τη νύχτα, επειδή στη διάρκεια της ημέρας εμείς οι εξόριστοι εργαζόμασταν σε εργασίες συνεχούς παραγωγής υπό την επίβλεψη επιστάτη και είχαμε αργία μόνο μία ημέρα την εβδομάδα.

»Μόλις γύριζα από την εργασία μου στο σπίτι, κατέβαινα στο τυπογραφείο. Δεν κοιμόμουν σχεδόν ποτέ, επειδή από τη στιγμή που ξεκινούσε μια εκτυπωτική εργασία, έπρεπε να συνεχιστεί ώσπου να ολοκληρωθεί. Ήταν αδύνατον να διακόψω την εργασία για να τη συνεχίσω άλλη ώρα, επειδή θα ξεραινόταν το μελάνι. Μερικές φορές, έπρεπε να τυπώσω 500 σελίδες και μετά να τις ελέγξω κάνοντας μικρές διορθώσεις με μια βελόνα για να φαίνεται καθαρά το κείμενο. Ο εξαερισμός ήταν σχεδόν ανύπαρκτος, και ως εκ τούτου ήταν δύσκολο να στεγνώσουν οι σελίδες όταν έβγαιναν από το πιεστήριο.

»Παρέδιδα τα τυπωμένα περιοδικά τη νύχτα στην πόλη Τουλούν, 20 χιλιόμετρα από το σπίτι μου. Δεν ήξερα πού ακριβώς πήγαιναν από εκεί, αλλά ήξερα ότι αυτά τα έντυπα τα χρησιμοποιούσαν Μάρτυρες στο Κρασνογιάρσκ, στο Μπρατσκ, στο Ουσόλιε-Σιμπίρσκογιε και σε άλλες πόλεις και κωμοπόλεις.

»Το 1959 οι αδελφοί που είχαν την επίβλεψη του έργου μού ζήτησαν να βοηθήσω στην κατασκευή ενός καινούριου τυπογραφείου στην Τουλούν, δίπλα στο σιδηροδρομικό σταθμό. Και πάλι έκανα τις εργασίες με τις οποίες ήμουν εξοικειωμένος, δηλαδή την εκσκαφή και την εγκατάσταση φωτισμού, όπως είχα κάνει και στο πρώτο τυπογραφείο. Ο Ιεχωβά μάς έδινε σοφία. Κατόπιν μετακόμισε εκεί μια οικογένεια και εργάστηκε περίπου έναν χρόνο. Τελικά η Κα-Γκε-Μπε ανακάλυψε το τυπογραφείο. Η τοπική εφημερίδα έγραψε ότι “ο φωτισμός είχε εγκατασταθεί με τέτοιον τρόπο ώστε ακόμη και έμπειροι ηλεκτρολόγοι δυσκολεύτηκαν να τον κατανοήσουν”.

»Εκτός από την οικογένειά μας, ελάχιστοι αδελφοί γνώριζαν ότι εργαζόμουν στο τυπογραφείο. Εφόσον κανείς δεν με έβλεπε τα βράδια, οι αδελφοί και οι αδελφές στην εκκλησία ανησυχούσαν για την πνευματικότητά μου. Έρχονταν στο σπίτι να με επισκεφτούν και να με ενθαρρύνουν, αλλά εγώ πάντοτε έλειπα. Πράγματι, σε εκείνους τους καιρούς που μας παρακολουθούσαν τόσο στενά, το τυπογραφείο μπορούσε να λειτουργεί μόνο με απόλυτη μυστικότητα».

ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ ΕΝΤΥΠΩΝ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ

Οι αρχές γνώριζαν πολύ καλά ότι οι Μάρτυρες χρειάζονταν επειγόντως Άγιες Γραφές και Γραφικά έντυπα. Οι αιτήσεις που υπέβαλλε επανειλημμένα το Κυβερνών Σώμα για τη χορήγηση άδειας εκτύπωσης ή εισαγωγής Γραφικών εντύπων είτε απορρίπτονταν είτε αγνοούνταν. Εφόσον υπήρχε τέτοια έλλειψη σε έντυπα, οι αδελφοί αναζητούσαν διαρκώς τρόπους να αναπαράγουν έντυπα σε διάφορα μέρη της χώρας, περιλαμβανομένης και της Μόσχας, προκειμένου να εφοδιάζονται οι εκκλησίες και οι όμιλοι με πνευματική τροφή.

Το 1957, ο Στεπάν Λεβίτσκι καταδικάστηκε σε δεκαετή φυλάκιση επειδή είχε στην κατοχή του ένα μόνο τεύχος της Σκοπιάς, το οποίο ανακάλυψαν κάτω από το τραπεζομάντιλο της τραπεζαρίας. Ο Στεπάν αφηγείται: «Έπειτα από τριάμισι χρόνια, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την ποινή μου. Προτού αφεθώ ελεύθερος, οι αδελφοί μού συνέστησαν να μετακομίσω σε κάποιο μέρος κοντά στη Μόσχα για να κηρύττω και να ασχολούμαι με άλλες πνευματικές δραστηριότητες. Βρήκα ένα μέρος να μείνω σε μια τοποθεσία που απείχε δύο ώρες από τη Μόσχα και άρχισα να κηρύττω σε διάφορες περιοχές της πρωτεύουσας. Ο Ιεχωβά ευλόγησε αυτές τις προσπάθειες, και ύστερα από λίγα χρόνια οργανώθηκε ένας όμιλος από αδελφούς και αδελφές στη Μόσχα. Το 1970, μου ανατέθηκε μια περιοχή που περιλάμβανε τη Μόσχα, το Λένινγκραντ (τώρα Αγία Πετρούπολη), το Γκόρκι (τώρα Νίζνι Νόβγκοροντ), το Οριόλ και την Τούλα. Επρόκειτο να επιβλέπω την παροχή εντύπων στις εκκλησίες.

»Ήμουν βέβαιος ότι ήταν θέλημα του Ιεχωβά να λαβαίνουν η Μόσχα και τα άλλα μέρη της Ρωσίας επαρκείς ποσότητες Γραφικών εντύπων. Με προσευχή στον Ιεχωβά εξέφρασα την προθυμία μου να κάνω περισσότερα σε αυτόν τον τομέα. Λίγο αργότερα, γνωρίστηκα με έναν επαγγελματία τυπογράφο, ο οποίος είχε διασυνδέσεις με αρκετά τυπογραφεία στη Μόσχα. Δήθεν αδιάφορα, τον ρώτησα αν θα ήταν δυνατόν να τυπωθεί μια μικρή έκδοση ενός βιβλίου σε κάποιο τυπογραφείο στη Μόσχα.

»“Τι βιβλίο;” με ρώτησε.

»“Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο”, απάντησα επιφυλακτικά.

»Ένας στενός του φίλος εργαζόταν σε κάποιο τυπογραφείο. Εκείνος ο φίλος ήταν κομμουνιστής και αρχηγός μιας οργάνωσης του κόμματος. Με το αζημίωτο, συμφώνησε να τυπώσει μια μικρή ποσότητα βιβλίων. Τι υπέροχο ήταν να μπορούν οι αδελφοί να κρατούν στα χέρια τους αυτό το βοήθημα Γραφικής μελέτης!

»Η εκτύπωση των εντύπων μας με αυτόν τον τρόπο περιλάμβανε μεγάλο κίνδυνο, τόσο για εμένα όσο και για τον τυπογράφο. Μόλις έβγαινε μια παρτίδα βιβλίων από το πιεστήριο, συνήθως τη νύχτα, έπρεπε να φύγει από το τυπογραφείο γρήγορα χωρίς να το αντιληφθεί κανείς. Ο Ιεχωβά ευλόγησε αυτή τη διευθέτηση και τυπώθηκαν πολλά έντυπα σε εκείνο το τυπογραφείο, μεταξύ άλλων τα βιβλία “Η Αλήθεια Ελευθερώσει Υμάς”, Η Αλήθεια Που Οδηγεί στην Αιώνιο Ζωή, ακόμη και το υμνολόγιο! Για εμάς ήταν πράγματι τροφή στον κατάλληλο καιρό. (Ματθ. 24:45) Καταφέραμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό το τυπογραφείο επί εννιά χρόνια.

»Αλλά κάποια μέρα, η επιστάτρια του τυπογραφείου μπήκε ξαφνικά την ώρα που τυπωνόταν ένα έντυπό μας. Ο τυπογράφος άλλαξε γρήγορα τις ρυθμίσεις στο πιεστήριο και άρχισε να βγάζει αντίτυπα ενός περιοδικού με θέματα υγείας. Αλλά επειδή βιαζόταν, έβαλε κατά λάθος έξι σελίδες από το δικό μας έντυπο μέσα στο περιοδικό, και η επιστάτρια πήρε ένα φρεσκοτυπωμένο αντίτυπο στο γραφείο της. Διαβάζοντας το περιοδικό, εξεπλάγη όταν βρήκε ύλη η οποία εμφανώς δεν είχε καμία θέση εκεί. Φώναξε τον τυπογράφο και τον ρώτησε πώς βρέθηκε η συγκεκριμένη ύλη μέσα στο περιοδικό. Ύστερα από αυτό, την υπόθεση ανέλαβε η Κα-Γκε-Μπε. Ο τυπογράφος, υπό την απειλή πολυετούς φυλάκισης, τους είπε όλα όσα ήξερε. Ως αποτέλεσμα, η Κα-Γκε-Μπε με ανακάλυψε γρήγορα, εφόσον με γνώριζαν καλά ως το μόνο Μάρτυρα του Ιεχωβά στη Μόσχα. Με καταδίκασαν σε πεντέμισι χρόνια φυλάκιση». Ο τυπογράφος καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση.

«ΑΣ ΕΡΘΕΙ Ο ΑΡΜΑΓΕΔΔΩΝ!»

Πολλοί αδελφοί και αδελφές πέρασαν μεγάλα διαστήματα στα κελιά των φυλακών. Ο Γκριγκόρι Γκατίλοφ, ο οποίος έμεινε 15 χρόνια στη φυλακή, θυμάται: «Η τελευταία μου φυλακή είχε ρομαντικό όνομα: Λεγόταν Ο Λευκός Κύκνος. Βρισκόταν σε μια γραφική περιοχή του Καυκάσου στην κορυφή ενός από τα πέντε βουνά ανάμεσα στα οποία απλώνεται η παραθεριστική πόλη Πιατιγκόρσκ. Σε αυτή τη φυλακή, είχα την ευκαιρία να μεταδίδω την αλήθεια σε διάφορους ανθρώπους επί έναν ολόκληρο χρόνο. Το κελί μου ήταν θαυμάσιος “τομέας” για κήρυγμα, και δεν χρειαζόταν καν να μετακινούμαι. Οι φύλακες έφερναν καινούριους κρατουμένους στο κελί και έπειτα από λίγες ημέρες τους έπαιρναν, αλλά εγώ παρέμενα εκεί. Πολύ σπάνια με πήγαιναν σε άλλο κελί. Προσπαθούσα να δίνω σε όλους πλήρη μαρτυρία για τη Βασιλεία του Ιεχωβά. Πολλοί άνθρωποι είχαν απορίες για τον Αρμαγεδδώνα. Μερικοί κρατούμενοι εκπλήσσονταν όταν μάθαιναν ότι κάποιος ήταν διατεθειμένος να μείνει τόσον καιρό στη φυλακή για την πίστη του. “Γιατί δεν αρνείσαι την πίστη σου για να πας σπίτι σου;” με ρωτούσαν οι συγκρατούμενοί μου, και μερικές φορές ακόμη και οι φύλακες. Χαιρόμουν κάθε φορά που κάποιος από αυτούς έδειχνε ειλικρινές ενδιαφέρον για την αλήθεια. Μια φορά είδα ότι κάποιος είχε γράψει στους τοίχους ενός κελιού τη φράση “Ας έρθει ο Αρμαγεδδών!” Αν και η ζωή της φυλακής αυτή καθαυτή δεν πρόσφερε και πολλή χαρά, εγώ ήμουν ευτυχισμένος επειδή μπορούσα να μιλάω για την αλήθεια».

«ΕΙΝΑΙ ΚΑΜΙΑ ΑΠΟ ΕΣΑΣ ΙΩΝΑΔΑΒΙΤΙΣΣΑ;»

Πολλές Χριστιανές αδελφές οι οποίες ήταν ζηλώτριες στην υπηρεσία του Ιεχωβά επίσης εξέτισαν ποινές φυλάκισης σε στρατόπεδα. (Ψαλμ. 68:11) Η Ζιναΐντα Κόζιρεβα θυμάται πώς έδειχναν οι αδελφές αγάπη η μια για την άλλη καθώς και για τις κρατούμενες που δεν ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά. «Το 1959, σχεδόν έναν χρόνο μετά το βάφτισμά μου, η Βέρα Μιχαήλοβα, η Λιουντμίλα Γιεφστάφιεβα και εγώ μεταφερθήκαμε σε ένα στρατόπεδο στο Κεμέροβο της Σιβηρίας. Στο στρατόπεδο υπήρχαν 550 κρατούμενες. Όταν φτάσαμε, αρκετές γυναίκες στέκονταν στην είσοδο.

»“Είναι καμιά από εσάς Ιωναδαβίτισσα;” ρώτησαν.

»Καταλάβαμε ότι αυτές ήταν αγαπητές μας αδελφές. Μας έδωσαν γρήγορα να φάμε και άρχισαν να μας κάνουν ερωτήσεις. Εξέπεμπαν θέρμη και εγκάρδια αγάπη, πράγματα που ποτέ δεν είχα νιώσει ούτε στην ίδια μου την οικογένεια. Γνωρίζοντας ότι ήμασταν καινούριες στο στρατόπεδο, αυτές οι αδελφές έγιναν το στήριγμά μας. (Ματθ. 28:20) Σύντομα καταλάβαμε ότι το πνευματικό πρόγραμμα σίτισης εδώ ήταν πολύ καλά οργανωμένο.

»Γίναμε αληθινή οικογένεια. Ήταν πολύ ωραία το καλοκαίρι όταν μαζεύαμε άχυρο. Η διοίκηση του στρατοπέδου δεν φοβόταν μήπως δραπετεύσουμε ή μήπως παραβιάσουμε τους κανονισμούς του στρατοπέδου. Ένας μόνο στρατιώτης φρουρούσε πάνω από 20 με 25 αδελφές, αν και στην πραγματικότητα εμείς φρουρούσαμε εκείνον! Όποτε πλησίαζε κάποιος, τον ξυπνούσαμε για να μην τιμωρηθεί επειδή κοιμόταν σε ώρα εργασίας. Ενώ αυτός κοιμόταν, εμείς συζητούσαμε πνευματικά θέματα στο διάλειμμά μας. Ήταν καλή διευθέτηση και για εκείνον και για εμάς.

»Στα τέλη του 1959, μερικές αδελφές και εγώ σταλθήκαμε σε στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας. Μας έβαλαν σε ένα ψυχρό κελί που είχε παράθυρο χωρίς τζάμι. Κοιμόμασταν σε σανίδες τη νύχτα και εργαζόμασταν την ημέρα. Οι αρχές μάς ανέθεσαν να ξεδιαλέγουμε λαχανικά και παρατηρούσαν τη διαγωγή μας. Σύντομα, αφού πείστηκαν ότι δεν κλέβαμε όπως οι άλλες κρατούμενες, μας έφεραν λίγο άχυρο για να κοιμόμαστε και έβαλαν τζάμι στο παράθυρο. Περάσαμε έναν χρόνο εκεί, και μετά έστειλαν όλες τις αδελφές σε ένα στρατόπεδο ελάχιστης ασφάλειας στο Ιρκούτσκ.

»Στο στρατόπεδο υπήρχαν περίπου 120 αδελφές. Περάσαμε έναν χρόνο και τρεις μήνες εκεί. Τον πρώτο χειμώνα, το κρύο ήταν δριμύτατο και χιόνιζε πολύ. Κάναμε σκληρή χειρωνακτική εργασία στη μονάδα υλοτομίας. Οι επιστάτες μάς έκαναν συχνά έρευνα, ψάχνοντας για έντυπα. Φαινόταν ότι δεν είχαν τι άλλο να κάνουν για να περάσουν τον καιρό τους. Εμείς είχαμε ήδη μάθει την τέχνη να κρύβουμε τα έντυπά μας, αν και μερικές φορές το παρακάναμε. Κάποια φορά, η Βέρα και εγώ κρύψαμε κομμάτια χαρτί με το εδάφιο της ημέρας τόσο καλά, ώστε μετά δεν μπορούσαμε να τα βρούμε μέσα στα ίδια μας τα πανωφόρια της δουλειάς. Τα βρήκε, όμως, ένας επιστάτης, και έστειλαν τη Βέρα και εμένα στην απομόνωση για πέντε μέρες. Η θερμοκρασία έξω είχε πέσει κάτω από τους μείον 40 βαθμούς Κελσίου, και οι τοίχοι του κελιού, το οποίο δεν είχε θέρμανση, ήταν καλυμμένοι με πάγο.

»Υπήρχαν μικρές τσιμεντένιες προεξοχές στο κελί, όπου μπορούσαμε μόνο να καθήσουμε. Όταν κρυώναμε πολύ, στηρίζαμε τα πόδια μας στον τοίχο, καθόμασταν πλάτη με πλάτη και έτσι κοιμόμασταν. Ξυπνούσαμε ξαφνικά και πεταγόμασταν, φοβούμενες ότι θα πεθάνουμε από το κρύο στον ύπνο μας. Μας έδιναν ένα ποτήρι ζεστό νερό και 300 γραμμάρια μαύρο ψωμί την ημέρα. Παρ’ όλα αυτά, ήμασταν χαρούμενες επειδή ο Ιεχωβά μάς έδινε “δύναμη που ξεπερνούσε το φυσιολογικό”. (2 Κορ. 4:7) Οι αδελφές μάς έδειξαν εξαιρετική καλοσύνη όταν επιστρέψαμε στα παραπήγματα. Είχαν ετοιμάσει από πριν ζεστό φαγητό και ζέσταναν νερό για να πλυθούμε».

“ΙΚΑΝΕΣ ΝΑ ΤΑ ΠΗΓΑΙΝΟΥΝ ΚΑΛΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ”

Η Ζιναΐντα συνεχίζει: «Ήταν δύσκολο να κηρύττουμε σε αυτό το στρατόπεδο επειδή υπήρχαν λίγες κρατούμενες και όλες γνώριζαν τις Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η αρχή του εδαφίου 1 Πέτρου 3:1 εφαρμοζόταν σε αυτή την περίπτωση. Το αποκαλούσαμε κήρυγμα χωρίς λόγια. Διατηρούσαμε τα παραπήγματά μας καθαρά και εύτακτα και ήμασταν φιλικές και δεμένες μεταξύ μας. (Ιωάν. 13:34, 35) Επιπλέον, τα πηγαίναμε καλά και με όσες δεν ήταν Μάρτυρες. Προσπαθούσαμε να συμπεριφερόμαστε όπως διδάσκει ο Λόγος του Θεού και δίναμε προσοχή στις ανάγκες των άλλων. Μερικές φορές βοηθούσαμε μη ομόπιστα άτομα με διάφορους τρόπους. Μια αδελφή, για παράδειγμα, βοηθούσε πρόθυμα άλλες κρατούμενες που χρειαζόταν να κάνουν μαθηματικούς υπολογισμούς. Πολλά άτομα αντιλήφθηκαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά διέφεραν από τους ανθρώπους άλλων θρησκειών.

»Το 1962 μεταφερθήκαμε από το στρατόπεδο στο Ιρκούτσκ σε κάποιο άλλο στη Μορδοβία. Και εκεί επίσης προσπαθούσαμε να έχουμε εύτακτη εμφάνιση και καλές συνήθειες προσωπικής υγιεινής. Τα κρεβάτια μας ήταν πάντοτε καθαρά και εύτακτα. Περίπου 50 κρατούμενες έμεναν στο παράπηγμά μας, κυρίως αδελφές. Μόνο οι αδελφές καθάριζαν τα παραπήγματα, επειδή στις άλλες κρατούμενες δεν άρεσε να κάνουν τέτοιες δουλειές. Τα πατώματα στα παραπήγματα τα πλέναμε πάντοτε και τα τρίβαμε, και η διοίκηση μας έδινε τις απαραίτητες προμήθειες. Οι καλόγριες που ήταν μαζί μας στα παραπήγματα αρνούνταν να καθαρίζουν και οι διανοούμενες ήταν εξίσου απρόθυμες, οπότε οι συνθήκες διαβίωσής μας εξαρτόνταν κυρίως από τις δικές μας προσπάθειες. Κάθε φορά που άφηναν ελεύθερη μια αδελφή, στο σχετικό έγγραφο για τη διαγωγή της ανέφεραν ότι ήταν “προσαρμοστική και ικανή να τα πηγαίνει καλά με τους άλλους”».

ΤΑ ΨΗΛΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ ΑΞΙΟΠΙΣΤΗ ΚΑΛΥΨΗ

«Κάποτε», λέει η Ζιναΐντα, «αρκετές αδελφές έγραψαν στους δικούς τους και ζήτησαν σπόρους για λουλούδια με μεγάλα άνθη. Είπαμε στη διοίκηση ότι θέλαμε να φυτέψουμε μερικά ωραία λουλούδια και ρωτήσαμε αν μπορούσαν να φέρουν λίγο πλούσιο μαυρόχωμα στο στρατόπεδο γι’ αυτόν το σκοπό. Προς έκπληξή μας, συμφώνησαν με ενθουσιασμό. Φυτέψαμε παρτέρια κατά μήκος των παραπηγμάτων και φτιάξαμε μακριά μονοπάτια περιστοιχισμένα με λουλούδια. Σε λίγο καιρό, το στρατόπεδο είχε πυκνές συστάδες από τριαντάφυλλα με μακριούς μίσχους, μεγάλες γαριφαλιές και άλλα όμορφα και, κυρίως, ψηλά λουλούδια. Πανέμορφες ντάλιες και πυκνές συστάδες από ψηλές μαργαρίτες σε διάφορα χρώματα άνθιζαν στο κεντρικό παρτέρι. Κάναμε περιπάτους εκεί, μελετούσαμε τη Γραφή πίσω από τα λουλούδια και κρύβαμε έντυπα στις θαλερές τριανταφυλλιές.

»Διεξήγαμε τις συναθροίσεις ενώ περπατούσαμε. Είχαμε οργανωθεί σε ομίλους των πέντε ατόμων. Καθεμιά μας απομνημόνευε εκ των προτέρων μία παράγραφο από κάποιο Γραφικό έντυπο. Έπειτα, αφού κάναμε μια εναρκτήρια προσευχή, λέγαμε από μνήμης τις παραγράφους με τη σειρά και τις συζητούσαμε. Αφού κλείναμε με προσευχή, συνεχίζαμε τον περίπατό μας. Οι Σκοπιές μας είχαν τη μορφή μικροσκοπικού βιβλιαρίου [σαν αυτό στη φωτογραφία της σελίδας 161]. Κάθε μέρα μελετούσαμε κάτι, ειδικά το εδάφιο της ημέρας, και λέγαμε από μνήμης τις παραγράφους για τις συναθροίσεις μας, οι οποίες διεξάγονταν τρεις φορές την εβδομάδα. Εκτός αυτού, προσπαθούσαμε να αποστηθίζουμε ολόκληρα κεφάλαια από την Αγία Γραφή και τα επαναλαμβάναμε η μια στην άλλη για να ενισχυόμαστε. Με αυτόν τον τρόπο, δεν ανησυχούσαμε υπερβολικά αν στη διάρκεια κάποιας έρευνας τα έντυπα κατάσχονταν από τις αρχές.

»Αν και η διοίκηση του στρατοπέδου προσπαθούσε να ανακαλύψει μέσω των άλλων κρατουμένων πώς ήταν οργανωμένες οι δραστηριότητές μας στο στρατόπεδο, πολλές κρατούμενες ήταν ευνοϊκά διακείμενες απέναντί μας. Στο ίδιο παράπηγμα με εμάς έμενε και η Όλγκα Ιβίνσκαγια, σύντροφος του διάσημου ποιητή και συγγραφέα Μπαρίς Παστερνάκ, στον οποίο απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αυτή ήταν συγγραφέας και, επειδή είχε ευνοϊκή διάθεση απέναντί μας, χαιρόταν πολύ βλέποντας πόσο καλά ήταν οργανωμένοι οι Μάρτυρες. Ο Ιεχωβά μάς έδινε σοφία, ειδικά για να μπορούμε να έχουμε πνευματική τροφή».—Ιακ. 3:17.

«ΑΡΚΕΤΑ ΠΙΑ ΜΕ ΕΣΕΝΑ!»

«Τα έντυπα τα λαβαίναμε με διάφορους τρόπους», συνεχίζει η Ζιναΐντα. «Πολλές φορές ήταν φανερό ότι ο ίδιος ο Ιεχωβά επέβλεπε τη διαδικασία, όπως μας είχε υποσχεθεί: “Δεν πρόκειται να σε αφήσω ούτε πρόκειται να σε εγκαταλείψω”. (Εβρ. 13:5) Σε μερικές περιπτώσεις απλώς τύφλωνε τους φρουρούς. Κάποια φορά το χειμώνα, όταν η ομάδα εργασίας μας έμπαινε στο στρατόπεδο από τις πύλες, οι φρουροί μάς έψαξαν ως συνήθως ζητώντας να βγάλουμε όλα μας τα ρούχα. Εγώ μπήκα τελευταία, έχοντας πάνω μου καινούρια έντυπα κάτω από τα δύο παντελόνια που φορούσα.

»Επειδή έκανε κρύο, είχα ντυθεί σαν “κρεμμύδι”! Στην αρχή, η επιστάτρια έψαξε το παλτό μου και μετά μια καζάκα που φορούσα από κάτω. Αποφάσισα να επιβραδύνω τη διαδικασία με την ελπίδα ότι η επιστάτρια θα κουραζόταν. Έβγαλα αργά ένα πουλόβερ και μετά άλλο ένα. Ενώ η επιστάτρια τα έψαχνε προσεκτικά, εγώ έβγαλα με αργό ρυθμό αρκετές εσάρπες, μετά ένα γιλέκο, μετά ένα πουκάμισο και μετά άλλο ένα. Απέμεναν μόνο τα δύο παντελόνια και οι τσόχινες μπότες μου. Αργά αργά έβγαλα τη μία μπότα και μετά την άλλη και κατόπιν, εξίσου αργά, άρχισα να βγάζω το παντελόνι που φορούσα από πάνω. Τότε σκέφτηκα: “Τι να κάνω τώρα; Αν μου πει να βγάλω και το άλλο παντελόνι, θα χρειαστεί να τρέξω γρήγορα και να πετάξω τα έντυπα στις αδελφές”. Μόλις έβγαλα το πρώτο παντελόνι, η επιστάτρια φώναξε νευριασμένη: “Αρκετά πια με εσένα! Φύγε από εδώ!” Ντύθηκα γρήγορα και έτρεξα στο στρατόπεδο.

»Πού βρίσκαμε τα έντυπα; Οι αδελφοί τα άφηναν σε ένα μέρος που είχαμε συμφωνήσει από πριν, και εμείς εκ περιτροπής τα παίρναμε και τα φέρναμε στο στρατόπεδο. Από τη στιγμή που τα έντυπα έμπαιναν στο στρατόπεδο, τα κρύβαμε σε ασφαλές μέρος, το οποίο αλλάζαμε κατά καιρούς. Επίσης, αντιγράφαμε συνεχώς τα έντυπα με το χέρι και κρύβαμε τα αντίγραφα. Δουλεύαμε κάτω από τις κουβέρτες με το φως μιας λάμπας του δρόμου το οποίο έμπαινε από το παράθυρο. Αφήναμε το φως να περνάει από ένα μικρό άνοιγμα στις κουβέρτες. Ήμασταν πάντα απασχολημένες για να μη χάνουμε ούτε λεπτό. Ακόμη και όταν πηγαίναμε στην τραπεζαρία, καθεμιά από εμάς είχε μαζί της και ένα χαρτί στο οποίο ήταν γραμμένο κάποιο εδάφιο».

«ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΣΑΣ»

Το 1965, η σοβιετική κυβέρνηση εξέδωσε ξαφνικά ένα ειδικό διάταγμα με το οποίο αφήνονταν ελεύθεροι όλοι οι Μάρτυρες που είχαν εξοριστεί στη Σιβηρία από το 1949 μέχρι το 1951. Ωστόσο, στους περισσότερους αδελφούς και αδελφές δεν επιτράπηκε να γυρίσουν στον προηγούμενο τόπο διαμονής τους. Όσοι δεν ήθελαν να μείνουν στη Σιβηρία αποφάσισαν να μετακομίσουν σε περιοχές όπου η ανάγκη στη διακονία ήταν μεγαλύτερη.

Η Μαγκνταλίνα Μπελοσίτσκαγια λέει: «Ζήσαμε εξόριστοι στη Σιβηρία επί σχεδόν 15 χρόνια. Το χειμώνα η θερμοκρασία έπεφτε στους μείον 60 βαθμούς Κελσίου, και το καλοκαίρι υπήρχαν σμήνη από αλογόμυγες και κουνούπια που μας τσιμπούσαν ακόμη και μέσα στα μάτια. Επιβιώσαμε από όλα αυτά με τη βοήθεια του Ιεχωβά. Αλλά πόσο υπέροχο ήταν που σπείραμε τους σπόρους της αλήθειας σε εκείνους τους κρύους τομείς της Σιβηρίας! Κάθε μήνα επί 15 χρόνια, υπογράφαμε μια δήλωση στο γραφείο του επιτηρητή, δηλώνοντας ότι δεν θα προσπαθούσαμε να δραπετεύσουμε από τον τόπο της εξορίας μας. Ο επιτηρητής μερικές φορές ερχόταν και διανυκτέρευε στο σπίτι μας. Τότε ήταν ιδιαίτερα ευγενικός μαζί μας και έκανε πολλές ερωτήσεις για την Αγία Γραφή και για το τι χρειαζόταν προκειμένου να ζει κάποιος σύμφωνα με τις διδασκαλίες της. Μας ρωτούσε τι υποκίνησε εμάς να επιλέξουμε το συγκεκριμένο τρόπο ζωής ενώ ξέραμε ότι θα διωκόμασταν για αυτό. Κάποια φορά τον ρωτήσαμε αν είχαμε ελπίδα να αφεθούμε κάποτε ελεύθεροι από το στρατόπεδο. Εκείνος άνοιξε την παλάμη του και είπε: “Υπάρχει ελπίδα να φυτρώσουν τρίχες εδώ;”

»“Όχι”, του απάντησα.

»“Άλλη τόση ελπίδα υπάρχει και για εσάς”, συνέχισε εκείνος. Έπειτα, αφού σκέφτηκε λίγο, πρόσθεσε: “Δηλαδή, αν ο Θεός σας δεν ενεργήσει με κάποιον τρόπο ή δεν κάνει κάποιο θαύμα για εσάς”.

»Μια καλοκαιρινή ημέρα του 1965, πήγα στο σταθμό του τρένου να ταχυδρομήσω ένα γράμμα. Όταν με είδε από μακριά, ο επιτηρητής φώναξε: “Μαγκνταλίνα, πού πας χωρίς άδεια;”

»“Δεν πάω πουθενά ακόμη. Ένα γράμμα θα ταχυδρομήσω”, είπα εγώ. Τότε εκείνος με πλησίασε και μου είπε: “Σήμερα θα αφεθείτε ελεύθεροι. Ήρθε η ώρα σας”. Μου έριξε μια ματιά γεμάτη νόημα, σαν να ήθελε να μου πει: “Ο Θεός σάς ελευθέρωσε!” Δεν μπορούσα να το πιστέψω!

»Μας επιτράπηκε να πάμε οπουδήποτε στη Σοβιετική Ένωση εκτός από τον προηγούμενο τόπο διαμονής μας. Ήταν σαν να ακούγαμε τη φωνή του Ιεχωβά να λέει: “Διασκορπιστείτε και κηρύξτε. Οι καιροί το απαιτούν και το έργο δεν μπορεί να περιμένει, γι’ αυτό διασκορπιστείτε”. Αν μας είχε δοθεί η άδεια να επιστρέψουμε στα σπίτια μας, πολλοί θα θέλαμε να εγκατασταθούμε ξανά στις πόλεις από τις οποίες προερχόμασταν. Αλλά εφόσον δεν δόθηκε αυτή η άδεια, όλοι μετακομίσαμε σε καινούρια μέρη. Εμείς ως οικογένεια αποφασίσαμε να εγκατασταθούμε στον Καύκασο».

Χιλιάδες Μάρτυρες διασκορπίστηκαν σε όλη τη Σοβιετική Ένωση. Το ίδιο εκείνο έτος, σε μια κρατική συνδιάσκεψη, ένας αξιωματούχος ρώτησε γεμάτος απορία: «Ποιος θα μου πει πώς βρέθηκε αυτή η αίρεση των Ιεχωβιτών στην καινούρια πόλη μας, η οποία χτίστηκε από νεαρούς εθελοντές; Έχουμε μια καινούρια, καθαρή πόλη και ξαφνικά εμφανίζεται αυτή η αίρεση των Ιεχωβιτών!» Οι αρχές απλώς δεν ήξεραν τι να κάνουν με τους Μάρτυρες. Κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει την εκπλήρωση της υπόσχεσης του Θεού να γεμίσει τη γη με «τη γνώση του Ιεχωβά».—Ησ. 11:9.

«ΕΧΕΤΕ “ΑΓΙΑΣΜΕΝΟ ΝΕΡΟ”»

Οι Μάρτυρες στέλνονταν σε σωφρονιστικά στρατόπεδα λόγω του έργου κηρύγματος που έκαναν. Ο Νικολάι Καλιμπάμπα, ο οποίος πέρασε πολλά χρόνια σε τέτοια στρατόπεδα, θυμάται: «Τέσσερα άτομα σταλθήκαμε σε ένα στρατόπεδο στο χωριό Βιχορέφκα, στην Περιφέρεια του Ιρκούτσκ, όπου κρατούνταν περίπου 70 αδελφοί. Δεν υπήρχε παροχή πόσιμου νερού. Ο μόνος αγωγός νερού ήταν συνδεδεμένος με το σύστημα αποχέτευσης, οπότε ήταν επικίνδυνο να πίνει κανείς εκείνο το νερό. Το φαγητό ήταν επίσης ακατάλληλο για κατανάλωση, αλλά ο Ιεχωβά μάς βοήθησε. Σε αυτό το στρατόπεδο, κανείς δεν ήθελε να εργαστεί εκτός από τους Μάρτυρες. Ήμασταν καλοί εργάτες. Σύντομα, η διοίκηση το αντιλήφθηκε αυτό και μας έστειλε να εργαστούμε σε άλλους τομείς του στρατοπέδου. Από εκεί μπορούσαμε να φέρνουμε πόσιμο νερό με κουβάδες. Πολλοί κρατούμενοι έρχονταν σε εμάς και έλεγαν: “Μάθαμε ότι έχετε «αγιασμένο νερό». Δώστε μας έστω και μισό ποτήρι”. Φυσικά, μοιραζόμασταν το νερό.

»Ανάμεσα στους κρατουμένους υπήρχαν άνθρωποι με καλή καρδιά. Μερικοί από αυτούς ήταν πρώην κλέφτες καθώς και άλλοι εγκληματίες. Γνώρισαν την αλήθεια και έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Άλλοι φαινόταν πως ήταν εχθρικοί προς την αλήθεια και μας εναντιώνονταν ανοιχτά. Αλλά όταν κάποτε ήρθε ένας ομιλητής στο στρατόπεδό μας για να εκφωνήσει μια διάλεξη κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά, εκείνοι οι άνθρωποι μας υπερασπίστηκαν και είπαν ότι η διάλεξη περιείχε συκοφαντίες εναντίον των Μαρτύρων».

«ΘΑ ΕΡΘΟΥΜΕ ΚΑΤΑ ΟΜΑΔΕΣ»

Οι αδελφοί ζητούσαν από τον Ιεχωβά σοφία και πάντα σκέφτονταν πώς μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις περιστάσεις τους για να προωθήσουν τα συμφέροντα της Βασιλείας. Ο Νικολάι συνεχίζει: «Μάθαμε ότι σύντομα θα μεταφερόμασταν σε άλλο στρατόπεδο στη Μορδοβία, σχετικά κοντά στη Μόσχα. Προτού αναχωρήσουμε, συνέβη κάτι ενδιαφέρον. Προς έκπληξή μας, κάποιοι αξιωματικοί και επιστάτες οι οποίοι φρουρούσαν Μάρτυρες του Ιεχωβά επί αρκετά χρόνια μας πλησίασαν και είπαν: “Θα θέλαμε να σας ζητήσουμε να ψάλετε τους ύμνους σας και να μας πείτε περισσότερα για τις πεποιθήσεις σας. Θα έρθουμε κατά ομάδες των 10 ή 20 ατόμων, ίσως και περισσοτέρων”.

»Φοβούμενοι για το τι μπορούσαμε να πάθουμε και εμείς και εκείνοι, είπαν πως θα έβαζαν φρουρούς για να φυλάνε το χώρο στον οποίο θα συγκεντρωνόμασταν. Εμείς είπαμε ότι εφόσον είχαμε περισσότερη πείρα σε τέτοια θέματα, θα διορίζαμε και δικούς μας φρουρούς. Οι φρουροί τους λειτούργησαν όπως ακριβώς και οι δικοί μας: Στρατιώτες στέκονταν ανά διαστήματα ανάμεσα στο φυλάκιο και στο χώρο της συνάθροισής μας. Μπορείτε να φανταστείτε αυτή την εικόνα; Μια ομάδα Μαρτύρων έψαλε ύμνους σε μια ομάδα αξιωματικών και επιστατών, και μετά ένας αδελφός εκφώνησε μια σύντομη ομιλία γύρω από ένα Γραφικό θέμα. Ήταν σαν να βρισκόμασταν σε Αίθουσα Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά! Έτσι διεξαγάγαμε αρκετές συναθροίσεις με ομάδες ενδιαφερομένων. Είδαμε πώς φρόντιζε ο Ιεχωβά όχι μόνο για εμάς αλλά και για εκείνους τους ειλικρινείς ανθρώπους.

»Από αυτό το στρατόπεδο φέραμε πολλά περιοδικά στο στρατόπεδο στη Μορδοβία», λέει ο Νικολάι. «Πολλοί Μάρτυρες κρατούνταν εκεί. Οι αδελφοί μού έδωσαν μια βαλίτσα με διπλές πλευρές, όπου μπορούσαν να τοποθετηθούν έντυπα. Κάναμε τα πάντα ώστε στη διάρκεια της έρευνας η βαλίτσα να μην τραβήξει πολύ την προσοχή των επιστατών. Στο στρατόπεδο στη Μορδοβία μάς έψαξαν πολύ προσεκτικά. Ένας επιστάτης πήρε τη βαλίτσα μου και αναφώνησε: “Τι βαριά που είναι! Θησαυρό θα έχει μέσα!” Απρόσμενα, έβαλε στην άκρη τη βαλίτσα μου μαζί με άλλα πράγματα και άρχισε να ψάχνει τα πράγματα των άλλων. Μετά την έρευνα, ένας άλλος επιστάτης είπε: “Πάρε τα πράγματά σου και φύγε!” Η βαλίτσα μου δεν ερευνήθηκε, και έτσι έφερα στο παράπηγμα μια ποσότητα “φρέσκιας” πνευματικής τροφής, την οποία χρειαζόμασταν πάρα πολύ.

»Εκτός αυτού, περισσότερες από μία φορές μετέφερα χειρόγραφα φυλλάδια στις μπότες μου. Επειδή έχω μεγάλα πόδια, υπήρχε πάντα χώρος στις μπότες μου για πολλά φύλλα χαρτί. Τα στοίβαζα κάτω από τους πάτους και άλειφα τις μπότες με γενναίες ποσότητες λιπαντικού. Αυτό το λιπαντικό ήταν πολύ γλιστερό και μύριζε απαίσια, οπότε οι υπεύθυνοι δεν πλησίαζαν τις μπότες μου».

«ΟΙ ΕΠΙΣΤΑΤΕΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑΝ ΕΜΑΣ, ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑ ΑΥΤΟΥΣ»

Ο Νικολάι συνεχίζει: «Στο στρατόπεδο της Μορδοβίας, οι αδελφοί με διόρισαν να επιβλέπω την αντιγραφή των Γραφικών εντύπων. Μια από τις ευθύνες μου ήταν να παρατηρώ τους επιστάτες ώστε εκείνοι που αντέγραφαν με το χέρι τα έντυπα να προλαβαίνουν να κρύβουν τα πάντα. Οι επιστάτες παρακολουθούσαν εμάς, και εγώ παρακολουθούσα αυτούς. Ορισμένοι επιστάτες, αποφασισμένοι να μας πιάσουν επ’ αυτοφώρω, έμπαιναν στα παραπήγματα ξαφνικά και συχνά. Τους συγκεκριμένους ήταν τρομερά δύσκολο να τους παρακολουθούμε. Άλλοι έμπαιναν στα παραπήγματα μία φορά την ημέρα. Αυτοί ήταν πιο ανεκτικοί και δεν μας δημιουργούσαν προβλήματα.

»Εκείνη την εποχή, κάναμε αντίγραφα από τα πρωτότυπα, τα οποία κρατούσαμε κρυμμένα σε ασφαλή μέρη. Φυλάγαμε αρκετά πρωτότυπα στις σόμπες, ακόμη και στη σόμπα που υπήρχε στο γραφείο του διοικητή. Οι αδελφοί που του καθάριζαν το γραφείο είχαν κατασκευάσει έναν ειδικό χώρο στη σόμπα, και εκεί φυλάγαμε τα πολύτιμα πρωτότυπα πολλών τευχών της Σκοπιάς. Όσο προσεκτικά και αν μας έψαχναν οι επιστάτες, τα πρωτότυπα ήταν πάντα ασφαλή στο γραφείο του διοικητή».

Οι αδελφοί είχαν γίνει επιδέξιοι στο να κρύβουν έντυπα. Ένα από τα καλύτερα μέρη ήταν το περβάζι του παραθύρου. Οι αδελφοί έμαθαν να κρύβουν έντυπα ακόμη και σε σωληνάρια οδοντόκρεμας. Μόνο δύο ή τρεις αδελφοί ήξεραν πού φυλάσσονταν τα πρωτότυπα. Κάθε φορά που ανέκυπτε ανάγκη, ένας από αυτούς έπαιρνε το πρωτότυπο και, αφού το αντέγραφε με το χέρι, το έβαζε πίσω στη θέση του. Με αυτόν τον τρόπο, τα πρωτότυπα παρέμεναν πάντα σε ασφαλές μέρος. Οι περισσότεροι αδελφοί το θεωρούσαν προνόμιο να εργάζονται στην αντιγραφή των εντύπων, παρότι διακινδύνευαν να σταλούν στην απομόνωση για 15 ημέρες. Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ θυμάται: «Από τα δέκα χρόνια που ήμουν σε στρατόπεδα, σχεδόν τα τρία τα πέρασα στην απομόνωση».

ΑΡΑΧΝΟΫΦΑΝΤΕΣ ΣΚΟΠΙΕΣ

Οι αδελφοί είχαν την εντύπωση πως η διοίκηση του στρατοπέδου είχε αναπτύξει ένα ειδικό σύστημα έρευνας και κατάσχεσης Γραφικών εντύπων από τους Μάρτυρες. Μερικοί αξιωματικοί ήταν ιδιαίτερα επιμελείς σε αυτό. Ο Ιβάν Κλιμκό αφηγείται: «Μια φορά στο Στρατόπεδο 19 της Μορδοβίας, στρατιώτες με σκυλιά έβγαλαν τους αδελφούς έξω από το χώρο του στρατοπέδου και έκαναν εξονυχιστική έρευνα. Κάθε Μάρτυρας υποχρεώθηκε να βγάλει όλα τα ρούχα του, ακόμη και τα κουρέλια που φορούσε στα πόδια του. Αλλά οι αδελφοί είχαν κολλήσει στα πέλματα των ποδιών τους λίγες χειρόγραφες σελίδες, οι οποίες δεν έγιναν αντιληπτές. Είχαν επίσης φτιάξει μικροσκοπικά βιβλιάρια τα οποία χωρούσαν ανάμεσα στα δάχτυλά τους. Όταν οι φρουροί διέταζαν κάποιον να σηκώσει τα χέρια του ψηλά, τα βιβλιάρια παρέμεναν ανάμεσα στα δάχτυλα, και έτσι σώθηκαν κάποια από αυτά».

Υπήρχαν και άλλοι τρόποι προστασίας της πνευματικής τροφής. Ο Αλεξέι Νιεπατσάτοφ αναφέρει: «Μερικοί αδελφοί ήταν σε θέση να κάνουν αυτό που αποκαλούσαμε αραχνοΰφαντο γράψιμο. Έξυναν ένα μολύβι ώσπου η μύτη του να γίνει πολύ λεπτή, και έτσι κάθε γραμμή τετραδίου χωρούσε τρεις με τέσσερις σειρές κειμένου. Σε ένα σπιρτόκουτο χωρούσαν πέντε με έξι τεύχη της Σκοπιάς που είχαν αντιγραφτεί με αυτή τη λεπτή γραφή. Για να κάνει κάποιος τόσο λεπτά γράμματα έπρεπε να διαθέτει άριστη όραση και να είναι ικανός να καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια. Όταν όλα τα φώτα έσβηναν και όλοι οι άλλοι έπεφταν για ύπνο, αυτοί οι αδελφοί έγραφαν κάτω από μια κουβέρτα. Το μόνο διαθέσιμο φως ήταν ένας λαμπτήρας που αχνόφεγγε στην είσοδο του παραπήγματος. Όταν κάποιος έκανε αυτή την εργασία συνεχώς επί μερικούς μήνες, η όρασή του καταστρεφόταν. Μερικές φορές μας έβλεπε κάποιος φρουρός και, αν ήταν ευνοϊκά διακείμενος προς εμάς, έλεγε: “Ακόμη γράφετε, γράφετε—πότε θα κοιμηθείτε;”»

Ο αδελφός Κλιμκό θυμάται: «Σε κάποια περίπτωση, χάσαμε μια μεγάλη ποσότητα εντύπων, ακόμη και την Αγία Γραφή. Όλα αυτά ήταν κρυμμένα στο τεχνητό πόδι ενός αδελφού. Οι φρουροί ανάγκασαν τον αδελφό να βγάλει το πόδι και το έσπασαν. Φωτογράφισαν τις σκόρπιες σελίδες και δημοσίευσαν τις φωτογραφίες στην εφημερίδα του στρατοπέδου. Ωστόσο, αυτό υπήρξε χρήσιμο γιατί έδειξε σε πολλούς άλλη μια φορά ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ασχολούνταν αποκλειστικά με θρησκευτικές δραστηριότητες. Έπειτα από αυτή την ανακάλυψη, ο διοικητής του στρατοπέδου είπε καμαρωτός στους αδελφούς: “Ήρθε ο Αρμαγεδδών για εσάς!” Την επόμενη μέρα, όμως, κάποιος του ανέφερε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν συναθροισμένοι ψάλλοντας ύμνους και διαβάζοντας ως συνήθως».

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

Στα τέλη του 1961 ο γενικός εισαγγελέας της Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ρωσίας ήρθε για επιθεώρηση στο στρατόπεδο στη Μορδοβία. Περπάτησε μέσα στο στρατόπεδο και μπήκε στα παραπήγματα όπου ζούσαν οι Μάρτυρες. Ο γενικός εισαγγελέας επέτρεψε στους αδελφούς να υποβάλουν μερικές ερωτήσεις. Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ θυμάται: «Τον ρώτησα: “Πιστεύετε ότι η θρησκεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι επικίνδυνη για τη σοβιετική κοινωνία;”

»“Όχι, δεν πιστεύω κάτι τέτοιο”, απάντησε ο γενικός εισαγγελέας. Αλλά αργότερα στη διάρκεια της συζήτησης, είπε άθελά του ότι “το 1959 και μόνο, η Περιφέρεια του Ιρκούτσκ επιχορηγήθηκε με πέντε εκατομμύρια ρούβλια για να αντιμετωπίσει τους Μάρτυρες”.

»Λέγοντάς το αυτό, εννοούσε ότι οι αρχές καταλάβαιναν καλά ποιοι ήμασταν, εφόσον είχαν διατεθεί πέντε εκατομμύρια ρούβλια από τα κρατικά κονδύλια που προορίζονταν για το σωφρονιστικό σύστημα προκειμένου να αποσαφηνιστεί ποιοι ήταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτό ήταν τεράστιο χρηματικό ποσό. Εκείνον τον καιρό, με πέντε χιλιάδες ρούβλια μπορούσε κανείς να αγοράσει ένα καλό αυτοκίνητο ή ένα άνετο σπίτι. Οι αρχές στη Μόσχα ασφαλώς πρέπει να γνώριζαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ήταν επικίνδυνοι άνθρωποι.

»Ο γενικός εισαγγελέας συνέχισε λέγοντας: “Αν πούμε στο σοβιετικό λαό να κάνουν ό,τι θέλουν στους Μάρτυρες, θα σας εξαφανίσουν από προσώπου γης”. Εννοούσε ότι η σοβιετική κοινωνία ήταν αρνητικά διακείμενη προς τους Μάρτυρες. Μπορούσε κανείς να καταλάβει από αυτά τα λόγια ότι εκατομμύρια άνθρωποι είχαν επηρεαστεί από την αθεϊστική και ιδεολογική προπαγάνδα.

»Εμείς τότε απαντήσαμε: “Θα δείτε ποια είναι η πραγματική κατάσταση όταν οι Μάρτυρες θα διεξάγουν συνελεύσεις από τη Μόσχα μέχρι το Βλαδιβοστόκ”.

»“Μπορεί να έρθουν με το μέρος σας ως και μισό εκατομμύριο άνθρωποι, αλλά οι υπόλοιποι θα παραμείνουν με το μέρος μας”, είπε εκείνος.

»Η συζήτησή μας με το γενικό εισαγγελέα τελείωσε σε εκείνο το σημείο. Η πρόβλεψή του αποδείχτηκε σχεδόν αληθινή. Σήμερα, πάνω από 700.000 άνθρωποι παρακολουθούν τις συνάξεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά σε όλες τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Εκεί, οι άνθρωποι ακούν τα αγνά λόγια της Γραφικής αλήθειας αντί για προπαγάνδα».

«ΕΣΕΙΣ ΦΤΙΑΞΑΤΕ ΘΕΡΕΤΡΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ»

Ο Βίκτορ συνεχίζει: «Η διοίκηση του στρατοπέδου έδειξε στο γενικό εισαγγελέα όλα τα λουλούδια και τα δέντρα που είχαν φυτέψει οι Μάρτυρες, καθώς και τα δέματα που είχαν λάβει και τα κρατούσαν στα παραπήγματά τους χωρίς να τα κλέβει κανείς. Εκείνος κοιτούσε τα πάντα με εμφανή κατάπληξη. Ωστόσο, αργότερα μάθαμε ότι αυτός ο άνθρωπος διέταξε τη διοίκηση του στρατοπέδου να καταστρέψει όλα τα λουλούδια και τα δέντρα. Είχε πει στο διοικητή του στρατοπέδου: “Εσείς φτιάξατε θέρετρο για τους Μάρτυρες αντί για στρατόπεδο εργασίας”. Επίσης, απαγόρευσε στους Μάρτυρες να λαβαίνουν δέματα και έκλεισε την καντίνα από την οποία επέτρεπαν στους Μάρτυρες να αγοράζουν επιπλέον τρόφιμα.

»Αλλά προς χαρά των αδελφών, ο διοικητής δεν εκτέλεσε όλες τις εντολές. Για παράδειγμα, επιτράπηκε στις αδελφές να συνεχίσουν να καλλιεργούν λουλούδια όπως πριν. Το φθινόπωρο, έκοβαν τα λουλούδια και έφτιαχναν μεγάλα μπουκέτα τα οποία πρόσφεραν στους υπαλλήλους του στρατοπέδου και στα παιδιά τους. Ήταν πολύ ευχάριστο να βλέπει κανείς τα παιδιά να συναντούν τους γονείς τους στο φυλάκιο της πύλης, να παίρνουν τα λουλούδια τους και να τρέχουν στο σχολείο με χαρούμενα πρόσωπα. Αγαπούσαν τους Μάρτυρες».

Ο Βίκτορ θυμάται: «Μια μέρα στις αρχές του 1964, ένας επιστάτης του οποίου ο αδελφός εργαζόταν στην Κα-Γκε-Μπε, μας είπε ότι το Κράτος διοργάνωνε μια μεγάλη εκστρατεία εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Αλλά το φθινόπωρο εκείνου του έτους, ξαφνικά απάλλαξαν τον Νικίτα Χρουστσόφ από τα καθήκοντά του ως αρχηγού του Κράτους και το κύμα του διωγμού κόπασε».

ΥΜΝΟΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΣΕ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΥΨΙΣΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Τη δεκαετία του 1960, σε ένα στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας στη Μορδοβία επιτρεπόταν στους κρατουμένους να λαβαίνουν δέματα μόνο μία φορά το χρόνο, και μόνο ως “ειδική ανταμοιβή”. Γίνονταν συνέχεια έρευνες. Αν έπιαναν κάποιον με ένα Γραφικό εδάφιο σε ένα κομμάτι χαρτί, τον έστελναν στην απομόνωση για δέκα ημέρες. Επιπλέον, σε αυτό το στρατόπεδο οι κρατούμενοι λάβαιναν λιγότερο φαγητό από ό,τι σε άλλου τύπου στρατόπεδα. Επίσης, η εργασία ήταν πιο απαιτητική στα στρατόπεδα υψίστης ασφαλείας. Οι Μάρτυρες έπρεπε να ξεριζώνουν υπολείμματα από κορμούς τεράστιων δέντρων. Ο Αλεξέι Νιεπατσάτοφ αναφέρει: «Συχνά βρισκόμασταν στα όρια της απόλυτης σωματικής εξάντλησης. Αλλά παραμέναμε σε εγρήγορση και δεν παραιτούμασταν. Ένας τρόπος με τον οποίο οι αδελφοί κρατούσαν ακμαίο το ηθικό τους ήταν η υμνολογία. Φτιάξαμε μια αντρική χορωδία με ποικίλες φωνές η οποία, ακόμη και χωρίς γυναικείες φωνές, ακουγόταν απερίγραπτα όμορφα. Αυτοί οι ύμνοι δεν χαροποιούσαν μόνο τους Μάρτυρες αλλά και τους αξιωματικούς, οι οποίοι ζητούσαν από τους αδελφούς να ψάλλουν στη διάρκεια των ωρών εργασίας. Μια φορά, ενόσω κόβαμε δέντρα, ο επιστάτης της ομάδας εργασίας μας ήρθε και μας είπε: “Ψάλετε μερικούς ύμνους. Το ζητάει ο ίδιος ο διοικητής της μονάδας!”

»Εκείνος ο αξιωματικός είχε ακούσει πολλές φορές τους αδελφούς να ψάλλουν ύμνους της Βασιλείας. Αυτό το αίτημα ήρθε πάνω στην ώρα, καθώς ήμασταν στο χείλος της απόλυτης εξάντλησης. Αρχίσαμε με χαρά να δοξάζουμε τον Ιεχωβά με τις φωνές μας. Συνήθως, όταν ψάλλαμε στο στρατόπεδο, οι γυναίκες των αξιωματικών έβγαιναν έξω από τα γειτονικά σπίτια, στέκονταν στις βεράντες και άκουγαν για πολλή ώρα. Τους άρεσαν ιδιαίτερα τα λόγια του ύμνου αριθμός 6, “Ας Δώσει η Γη Δόξα”, από ένα παλιό υμνολόγιο. Ο ύμνος περιείχε πολλά θαυμάσια λόγια και είχε υπέροχη μελωδία».

ΗΡΘΕ ΣΕ «ΑΛΛΗ ΧΩΡΑ»

Ακόμη και στις πιο απρόβλεπτες καταστάσεις, γινόταν φανερό τι είδους άνθρωποι ήταν πραγματικά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ θυμάται: «Στο τέλος μιας εβδομάδας εργασίας, την ώρα που καθόμασταν στον κήπο, έφεραν μερικές ακριβές ηλεκτρικές συσκευές στο στρατόπεδο όπου κρατούμασταν. Ο οδηγός που έκανε την παράδοση δεν ήταν αδελφός μας, αλλά κρατούμενος από το στρατόπεδό μας, ενώ ο υπεύθυνος αγορών που τον συνόδευε ήταν από άλλο στρατόπεδο. Επειδή η αποθήκη ήταν κλειστή και ο υπεύθυνος έλειπε σε διακοπές, ζήτησαν από τους Μάρτυρες να παραλάβουν τα εμπορεύματα και να τα ξεφορτώσουν.

»Ξεφορτώσαμε τις συσκευές και τις τοποθετήσαμε δίπλα στην αποθήκη, κοντά στα παραπήγματα όπου έμεναν οι αδελφοί μας. Ο υπεύθυνος αγορών ήταν πολύ ανήσυχος που έκανε την παράδοση ανεπίσημα, χωρίς υπογεγραμμένη απόδειξη παραλαβής από τον αποθηκάριο. Αλλά ο οδηγός τον καθησύχασε: “Μη φοβάστε. Κανείς εδώ δεν θα πειράξει τίποτα. Έχετε έρθει σε «άλλη χώρα». Ξεχάστε τι συμβαίνει έξω από τα όρια του στρατοπέδου. Εδώ μπορείτε να βγάλετε το ρολόι σας, να το αφήσετε οπουδήποτε και αύριο να το βρείτε στο ίδιο μέρος”. Ο υπεύθυνος αγορών επέμενε ότι, επειδή η αξία των εμπορευμάτων ανερχόταν σε μισό εκατομμύριο ρούβλια, δεν μπορούσε να τα αφήσει χωρίς υπογραφή.

»Σε λίγο ήρθαν άντρες από τη διοίκηση του στρατοπέδου και απαίτησαν να φύγει το φορτηγό από το στρατόπεδο. Ένας από αυτούς είπε στον υπεύθυνο αγορών να αφήσει το δελτίο παράδοσης και να έρθει να το πάρει την επόμενη μέρα. Εκείνος έφυγε απρόθυμα. Το επόμενο πρωί επέστρεψε και ζήτησε να μπει στο στρατόπεδο για να του υπογράψουν το δελτίο, αλλά ο φρουρός τού το έδωσε ήδη υπογεγραμμένο.

»Αργότερα ο φρουρός μάς είπε ότι ο υπεύθυνος αγορών δεν το έπαιρνε απόφαση να φύγει από το στρατόπεδο. Επί μισή ώρα, στεκόταν και κοίταζε την πύλη και τα έγγραφα, πήγαινε να φύγει, αλλά ξαναγύριζε και κοίταζε πάλι. Προφανώς ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που έβλεπε κάτι τέτοιο. Η παράδοση πολύτιμων εμπορευμάτων είχε ολοκληρωθεί και το δελτίο παράδοσης είχε υπογραφεί χωρίς την παρουσία του, ενώ τα πάντα είχαν γίνει με εντιμότητα. Αλλά το πιο ενδιαφέρον ήταν ότι όλα αυτά είχαν συμβεί σε στρατόπεδο εργασίας υψίστης ασφαλείας όπου εξέτιαν τις ποινές τους κρατούμενοι οι οποίοι θεωρούνταν “εξαιρετικά επικίνδυνοι κακοποιοί”. Ναι, παρά την προπαγάνδα που στρεφόταν εναντίον των Μαρτύρων, όταν προέκυπταν παρόμοια περιστατικά όλοι όσοι τα παρατηρούσαν μπορούσαν να καταλάβουν καλά τι είδους άνθρωποι ήταν πραγματικά οι Μάρτυρες του Ιεχωβά».

«ΤΩΡΑ ΚΗΡΥΤΤΟΥΝ ΞΑΝΑ»

Το 1960, λίγες ημέρες αφότου οι αδελφοί βρέθηκαν μαζί στο στρατόπεδο της Μορδοβίας, πάνω από εκατό Μάρτυρες επιλέχθηκαν για μεταγωγή στο Στρατόπεδο 10, μια ειδική φυλακή στο κοντινό χωριό Ουντάρνι. Επρόκειτο για μια «πειραματική» φυλακή που αποσκοπούσε στην αναμόρφωση των Μαρτύρων. Οι έγκλειστοι φορούσαν ριγωτές στολές, σαν εκείνες που φορούσαν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εκτός από τις άλλες εργασίες, οι Μάρτυρες έπρεπε να ξεριζώνουν τεράστια υπολείμματα από κορμούς δέντρων μέσα στο δάσος. Η ελάχιστη ημερήσια απαίτηση ήταν 11 με 12 από αυτά κατ’ άτομο. Αλλά μερικές φορές, ακόμη και αν εργάζονταν μαζί όλη την ημέρα, μια ολόκληρη ομάδα εργασίας των αδελφών δεν κατάφερνε να βγάλει ούτε ένα γιγαντιαίο υπόλειμμα κορμού βελανιδιάς. Συχνά έψαλλαν ύμνους της Βασιλείας για να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον. Όταν ο διοικητής του στρατοπέδου άκουγε τους ύμνους τους, μερικές φορές φώναζε: «Για εσάς τους Μάρτυρες δεν έχει βραδινό φαγητό σήμερα, για να σταματήσετε να ψέλνετε. Θα σας μάθω εγώ να δουλεύετε!» Ένας αδελφός που βρισκόταν σε αυτό το στρατόπεδο θυμάται: «Ο Ιεχωβά, όμως, μας στήριζε. Παρά τις αντίξοες συνθήκες, ήμασταν άγρυπνοι από πνευματική άποψη. Πάντοτε βρίσκαμε χαρά με τη θετική σκέψη ότι είχαμε ταχθεί με το μέρος του Ιεχωβά στο ζήτημα της παγκόσμιας κυριαρχίας».—Παρ. 27:11.

Εκτός από τους πολλούς «υπεύθυνους αναμόρφωσης» της φυλακής, το κάθε κελί είχε το δικό του υπεύθυνο αναμόρφωσης, έναν στρατιωτικό με βαθμό λοχαγού ή και ανώτερο. Σκοπός αυτών των αξιωματικών ήταν να αναγκάσουν τους Μάρτυρες να αποκηρύξουν την πίστη τους. Όποιος υπέκυπτε, αποκήρυττε δηλαδή την πίστη του, θα αφηνόταν ελεύθερος. Κάθε μήνα οι υπεύθυνοι αναμόρφωσης συμπλήρωναν μια αναφορά για τη διαγωγή κάθε Μάρτυρα, την οποία υπέγραφαν αρκετοί υπάλληλοι της φυλακής. Για κάθε Μάρτυρα, όμως, αναγκάζονταν πάντοτε να γράφουν: «Δεν ανταποκρίνεται στα μέτρα αναμόρφωσης. Μένει σταθερός στις πεποιθήσεις του». Ο Ιβάν Κλιμκό είπε: «Πέρασα τα έξι από τα συνολικά δέκα χρόνια της ποινής μου σε αυτή τη φυλακή και με κατέταξαν μαζί με άλλους αδελφούς στους “εξαιρετικά επικίνδυνους κακοποιούς”. Όπως μας είπαν οι αξιωματικοί, οι αρχές σκόπιμα δημιουργούσαν ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες για τους Μάρτυρες, προκειμένου να παρατηρήσουν τη συμπεριφορά μας».

Ο Ιόβ Αντρόνικ, ο οποίος πέρασε πέντε χρόνια σε αυτή τη φυλακή, ρώτησε κάποτε το διοικητή του στρατοπέδου: «Πόσο καιρό θα είμαστε σε αυτή τη φυλακή;» Δείχνοντας το δάσος, ο διοικητής απάντησε: «Μέχρι να σας κουβαλήσουν όλους εκεί πέρα». Ο Ιόβ αφηγείται: «Μας κρατούσαν απομονωμένους από τους άλλους για να μην κηρύττουμε. Μας παρακολουθούσαν προσεκτικά. Αν έστω και ένας από εμάς ήταν αναγκαίο να πάει σε κάποιο άλλο τμήμα του στρατοπέδου, τον συνόδευε πάντα ένας επιστάτης. Αρκετά χρόνια αργότερα, όταν μεταφερθήκαμε σε ένα στρατόπεδο ελάχιστης ασφάλειας, μερικοί κρατούμενοι που δεν ήταν Μάρτυρες είπαν στη διοίκηση του στρατοπέδου: “Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά νίκησαν. Τους κρατούσατε απομονωμένους, αλλά τώρα κηρύττουν ξανά”».

ΕΝΑΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

Στο Στρατόπεδο 10 ήταν εξαιρετικά δύσκολο να μπουν έντυπα, πόσο μάλλον μια Αγία Γραφή. Στους αδελφούς φαινόταν σχεδόν αδύνατον να φέρουν το Λόγο του Θεού μέσα στη φυλακή. Ένας αδελφός που πέρασε μερικά χρόνια σε αυτή τη φυλακή αναφέρει: «Για τον Ιεχωβά τίποτα δεν είναι αδύνατον. Ο Θεός άκουσε τις προσευχές μας. Ζητήσαμε τουλάχιστον μία Αγία Γραφή για τους εκατό Μάρτυρες αυτής της φυλακής, και τελικά αποκτήσαμε δύο!» (Ματθ. 19:26) Πώς συνέβη αυτό;

Ένας συνταγματάρχης επιστρατεύτηκε για να εργαστεί ως υπεύθυνος αναμόρφωσης στη φυλακή. Αλλά πώς θα μπορούσε ένα άτομο χωρίς καθόλου Γραφική γνώση να «αναμορφώσει» τους Μάρτυρες; Με κάποιον τρόπο κατάφερε να βρει μια διαλυμένη Αγία Γραφή και, προτού φύγει για διακοπές, ζήτησε από έναν ηλικιωμένο Βαπτιστή κρατούμενο να του την ξαναδέσει, αφού είπε στον επιστάτη να μην την κατασχέσει. Ο Βαπτιστής καυχήθηκε στους Μάρτυρες ότι είχε λάβει μια Γραφή και συμφώνησε να τους τη δανείσει για να ρίξουν μια ματιά. Όταν οι αδελφοί πήραν στα χέρια τους αυτόν τον πολύτιμο θησαυρό, άνοιξαν γρήγορα τις ραφές και μοίρασαν τις σελίδες σε όλους τους Μάρτυρες κρατουμένους για να τις αντιγράψουν. Τις επόμενες λίγες ημέρες, όλα τα κελιά των Μαρτύρων μετατράπηκαν σε εργαστήρια αντιγραφής. Κάθε σελίδα αντιγραφόταν δύο φορές. Ένας από τους αδελφούς θυμάται: «Όταν συγκεντρώθηκαν όλες οι σελίδες, βρεθήκαμε με τρεις Γραφές! Ο συνταγματάρχης πήρε το ξαναδεμένο αντίτυπό του, και εμείς αποκτήσαμε δύο δικά μας. Το ένα αντίτυπο το χρησιμοποιούσαμε για διάβασμα και το άλλο το βάλαμε στο “θησαυροφυλάκιο”, σε αγωγούς με καλώδια υψηλής τάσης. Φτιάξαμε ειδικές θήκες μέσα σε αυτούς τους αγωγούς. Επειδή οι επιστάτες φοβούνταν και να τους πλησιάσουν ακόμη, κανείς δεν έψαχνε ποτέ εκεί. Η υψηλή τάση ήταν αξιόπιστος φρουρός για τη βιβλιοθήκη μας».

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια μιας έρευνας, ο συνταγματάρχης βρήκε μια σελίδα της Γραφής που είχαμε αντιγράψει με το χέρι. Όταν συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί, ένιωσε μεγάλη απογοήτευση και φώναξε: «Αυτό είναι κομμάτι από τη Γραφή που εγώ ο ίδιος έφερα στο στρατόπεδο!»

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΜΝΗΣΗΣ

Κάθε χρόνο, οι αδελφοί προσπαθούσαν να τηρούν την Ανάμνηση στα στρατόπεδα. Όλα τα χρόνια που πέρασαν οι αδελφοί σε κάποιο στρατόπεδο στη Μορδοβία, ούτε ένας από αυτούς δεν έχασε τη συγκεκριμένη περίσταση. Η διοίκηση του στρατοπέδου, φυσικά, προσπαθούσε να εμποδίσει τον εορτασμό. Ήξεραν την ημερομηνία της Ανάμνησης και, συνήθως εκείνη την ημέρα, κινητοποιούσαν όλες τις μονάδες του στρατοπέδου ώστε να βρίσκονται σε επιφυλακή. Προς το βράδυ, όμως, οι περισσότεροι φρουροί κουράζονταν να παρακολουθούν στενά τους αδελφούς, καθώς κανείς δεν ήξερε το χώρο ή την ακριβή ώρα που θα διεξαγόταν η Ανάμνηση.

Οι αδελφοί προσπαθούσαν πάντα να βρίσκουν κρασί και άζυμο ψωμί. Κάποια φορά, η μονάδα επιτήρησης ανακάλυψε τα εμβλήματα σε ένα συρτάρι την ημέρα της Ανάμνησης και τα κατέσχεσε. Αργότερα αυτή η μονάδα αντικαταστάθηκε με άλλη, και ένας αδελφός που καθάριζε το γραφείο του διοικητή της μονάδας κατάφερε να ξαναπάρει τα εμβλήματα και να τα δώσει στους αδελφούς χωρίς να γίνει αντιληπτός. Εκείνο το βράδυ, οι αδελφοί τήρησαν την Ανάμνηση με τα εμβλήματα στη διάρκεια της τρίτης βάρδιας επιτήρησης. Τα εμβλήματα ήταν απολύτως απαραίτητα επειδή ένας αδελφός λάβαινε από αυτά.

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΜΝΗΣΗΣ ΣΕ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΓΥΝΑΙΚΩΝ

Σε άλλα στρατόπεδα υπήρχαν παρόμοια προβλήματα. Η Βαλεντίνα Γκαρνόφσκαγια θυμάται ότι στο στρατόπεδο γυναικών στο Κεμέροβο ήταν εξαιρετικά δύσκολο να τηρείται η Ανάμνηση. Η ίδια αναφέρει: «Σε αυτό το στρατόπεδο κρατούνταν περίπου 180 αδελφές. Μας απαγόρευαν να συναθροιζόμαστε. Σε διάστημα δέκα ετών, μόνο δύο φορές καταφέραμε να τηρήσουμε την Ανάμνηση. Κάποτε αποφασίσαμε να διεξαγάγουμε την Ανάμνηση σε ένα από τα γραφεία τα οποία ήμουν υπεύθυνη να καθαρίζω. Οι αδελφές άρχισαν να συγκεντρώνονται κρυφά εκεί, ερχόμενες σταδιακά σε διάστημα αρκετών ωρών πριν από την έναρξη της Ανάμνησης. Περίπου 80 αδελφές κατάφεραν να έρθουν. Βάλαμε άζυμο ψωμί και ξηρό κόκκινο κρασί πάνω στο γραφείο.

»Αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε χωρίς τον ύμνο, και έτσι μια αδελφή έκανε την εναρκτήρια προσευχή και όλα άρχισαν με αξιοπρεπή και χαρωπό τρόπο. Αλλά τότε ακούσαμε απρόσμενους θορύβους και φωνές και συνειδητοποιήσαμε ότι μας έψαχναν οι επιστάτες. Ξαφνικά, είδαμε τον ίδιο το διοικητή της μονάδας να κοιτάζει από το παράθυρο, παρότι το παράθυρο ήταν πολύ ψηλά. Ταυτόχρονα ακούστηκε ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα, και κάποιος απαίτησε να την ανοίξουμε. Οι επιστάτες όρμησαν μέσα, άρπαξαν την αδελφή που έκανε την ομιλία και την οδήγησαν στην απομόνωση. Μια άλλη αδελφή πήρε τη θέση της θαρραλέα για να συνεχίσει την ομιλία, αλλά την άρπαξαν και αυτήν. Αμέσως μετά, μια τρίτη αδελφή προσπάθησε να συνεχίσει την ομιλία και έτσι μας έβαλαν όλες μαζί σε ένα άλλο δωμάτιο απειλώντας να μας πάνε στην απομόνωση. Εκεί ολοκληρώσαμε την Ανάμνηση ψάλλοντας έναν ύμνο και κλείνοντας με προσευχή.

»Μόλις επιστρέψαμε στα παραπήγματα, οι άλλες κρατούμενες μας υποδέχτηκαν λέγοντας: “Όταν εξαφανιστήκατε όλες ξαφνικά, σκεφτήκαμε ότι είχε έρθει ο Αρμαγεδδών και ότι ο Θεός πήρε εσάς στον ουρανό και άφησε εμάς εδώ για να καταστραφούμε!” Αυτές οι κρατούμενες ήταν ήδη μαζί μας αρκετά χρόνια χωρίς να δέχονται την αλήθεια. Αλλά έπειτα από αυτό το περιστατικό, μερικές άρχισαν να ακούν».

«ΣΤΕΚΟΜΑΣΤΑΝ ΣΤΡΙΜΩΓΜΕΝΟΙ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ»

Ένα στρατόπεδο στη Βορκούτα στέγαζε πολλούς Μάρτυρες από την Ουκρανία, τη Μολδαβία, τις χώρες της Βαλτικής και άλλες δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Ιβάν Κλιμκό θυμάται: «Ήταν χειμώνας του 1948. Αν και δεν είχαμε Γραφικά έντυπα, γράφαμε σε μικρά κομμάτια χαρτί ό,τι μπορούσαμε να θυμηθούμε από παλιά περιοδικά και τα κρύβαμε από τους επιστάτες. Εκείνοι, όμως, ήξεραν ότι είχαμε τέτοια χαρτάκια. Αντιμετωπίζαμε παρατεταμένες, εξονυχιστικές έρευνες. Τις κρύες χειμωνιάτικες ημέρες μάς έβγαζαν όλους έξω και μας έβαζαν να στεκόμαστε σε σειρές των πέντε ατόμων. Πολλές φορές μας μετρούσαν ξανά και ξανά. Φαίνεται πως περίμεναν ότι θα τους παραδίδαμε εκείνα τα χαρτιά για να μη στεκόμαστε στην παγωνιά. Ενώ μας μετρούσαν ξανά και ξανά, εμείς στεκόμασταν στριμωγμένοι μεταξύ μας και συζητούσαμε ένα Γραφικό θέμα. Οι διάνοιές μας ήταν πάντα απασχολημένες με πνευματικά ζητήματα. Ο Ιεχωβά μάς βοήθησε να διακρατήσουμε την ακεραιότητά μας σε αυτόν. Λίγο καιρό αργότερα, οι αδελφοί κατάφεραν μάλιστα να φέρουν μια Γραφή στο στρατόπεδο. Τη χωρίσαμε σε αρκετά μέρη ώστε να μην κατασχεθεί ολόκληρη σε περίπτωση έρευνας.

»Κάποιοι από τους φρουρούς καταλάβαιναν ότι η θέση των Μαρτύρων του Ιεχωβά δεν ήταν σε σωφρονιστικό στρατόπεδο. Αυτοί οι καλοσυνάτοι άνθρωποι μας βοηθούσαν με όποιον τρόπο μπορούσαν. Μερικοί απλώς “έκλειναν τα μάτια” όταν κάποιος από εμάς λάβαινε ένα δέμα. Συνήθως, σε κάθε δέμα υπήρχαν κρυμμένες μία ή δύο σελίδες από τη Σκοπιά. Αυτές οι σελίδες, που ζύγιζαν μερικά γραμμάρια, ήταν πιο πολύτιμες από ολόκληρα κιλά τροφής. Από υλική άποψη οι Μάρτυρες πάντα στερούνταν σε κάθε στρατόπεδο, αλλά από πνευματική άποψη ήμασταν πολύ πλούσιοι».—Ησ. 65:13, 14.

«ΘΑ ΤΗΝ ΚΟΨΕΙ ΣΕ 50 ΚΟΜΜΑΤΙΑ!»

Οι αδελφοί διεξήγαν Γραφικές μελέτες κάθε εβδομάδα με όσους έδειχναν ενδιαφέρον για την αλήθεια. Αρκετοί κρατούμενοι—ακόμη και εκείνοι που δεν ενδιαφέρονταν για τη Γραφή—έμαθαν ότι μετά τις 7:00 μ.μ. διεξάγονταν Γραφικές μελέτες στα παραπήγματα και προσπαθούσαν να κάνουν πολλή ησυχία. Ο Ιόβ Αντρόνικ θυμάται: «Ήταν φανερό ότι ο Ιεχωβά μάς φρόντιζε και προωθούσε το έργο του. Επιπλέον, προσπαθούσαμε να δείχνουμε Χριστιανική αγάπη ο ένας στον άλλον εφαρμόζοντας τις Γραφικές αρχές. Για παράδειγμα, μοιραζόμασταν μεταξύ μας τα τρόφιμα που μας έστελναν σε δέματα, πράγμα πολύ ασυνήθιστο στα στρατόπεδα.

»Σε ένα στρατόπεδο, ο Μικόλα Πιατόχα ήταν υπεύθυνος για τη διανομή φαγητού στους αδελφούς. Ένας πράκτορας της Κα-Γκε-Μπε είπε κάποτε: “Δώσε στον Μικόλα μια καραμέλα και αυτός θα την κόψει σε 50 κομμάτια!” Έτσι ήταν οι αδελφοί. Μοιραζόμασταν οτιδήποτε έμπαινε στο στρατόπεδο, είτε επρόκειτο για υλική είτε για πνευματική τροφή. Αυτό βοηθούσε εμάς και αποτελούσε θαυμάσια μαρτυρία για τα ειλικρινή άτομα που μπορούσαν να ανταποκριθούν».—Ματθ. 28:19, 20· Ιωάν. 13:34, 35.

ΕΠΙΔΟΜΑ ΚΑΛΗΣ ΔΙΑΓΩΓΗΣ

Σε κάποιο στρατόπεδο, οι υπάλληλοι που έρχονταν σε άμεση επαφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά έπαιρναν ένα επιπρόσθετο επίδομα το οποίο έφτανε το 30 τοις εκατό του μισθού τους. Γιατί; Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ εξηγεί: «Μια πρώην ταμίας στο στρατόπεδο μου μίλησε για αυτό. Μου είπε ότι στα στρατόπεδα όπου κρατούνταν πολλοί αδελφοί μας, είχε ειπωθεί στους υπαλλήλους να μην εξάπτονται ούτε να βρίζουν και να είναι πάντοτε διακριτικοί και ευγενικοί. Για αυτή την καλή διαγωγή θα αυξανόταν ο μισθός τους. Αυτό γινόταν σκόπιμα για να δείξουν σε όλους ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ήταν οι μόνοι που ζούσαν υποδειγματικά και ότι τίποτα δεν τους διαφοροποιούσε από τους άλλους. Έτσι λοιπόν, οι υπάλληλοι πληρώνονταν για την καλή τους διαγωγή. Υπήρχαν πολλοί εργαζόμενοι στο στρατόπεδο—ιατρικό προσωπικό, εργάτες, λογιστές, επιστάτες—συνολικά περίπου εκατό άτομα. Κανείς δεν ήθελε να χάσει την ευκαιρία να βγάλει επιπλέον χρήματα.

»Μια μέρα, ένας αδελφός που εργαζόταν έξω από το στρατόπεδο άκουσε τον επιστάτη μιας ομάδας εργασίας να βρίζει δυνατά. Την επόμενη μέρα ο αδελφός τον συνάντησε μέσα στο στρατόπεδο και του είπε: “Κάποιος στο φυλάκιο πρέπει να σε εκνεύρισε πάρα πολύ. Έβριζες πολύ δυνατά!” Εκείνος είπε: “Όχι, απλώς τα μάζευα μέσα μου όλη μέρα. Γι’ αυτό, βγήκα έξω από το στρατόπεδο για να ξεθυμάνω”. Πραγματικά, ήταν βάρος για τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται όπως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά».

ΚΗΡΥΞΑΝ ΚΑΘΩΣ ΤΟΠΟΘΕΤΟΥΣΑΝ ΤΟ ΤΖΑΜΙ

Οι αδελφοί επωφελούνταν από τις ευκαιρίες που παρουσιάζονταν για να δίνουν μαρτυρία σε άλλους, και κατά καιρούς οι προσπάθειές τους ανταμείβονταν πλούσια. Ο Νικολάι Γκουτσουλιάκ θυμάται: «Συχνά προμηθευόμασταν τρόφιμα από την καντίνα του στρατοπέδου. Κάθε φορά που ήταν η σειρά μου να πάρω τρόφιμα, προσπαθούσα να λέω λίγα λόγια για κάποιο Γραφικό θέμα. Η γυναίκα που έδινε τα τρόφιμα άκουγε πάντοτε προσεκτικά, και μια φορά μου ζήτησε να της διαβάσω κάτι. Τρεις ημέρες αργότερα, ένας αξιωματικός με κάλεσε στην πύλη. Είπε σε εμένα και σε έναν άλλον Μάρτυρα να τοποθετήσουμε ένα τζάμι σε κάποιο παράθυρο στο σπίτι του διοικητή του στρατοπέδου.

»Συνοδευόμενοι από στρατιώτες, ο αδελφός και εγώ πήγαμε στην πόλη. Όταν φτάσαμε στο σπίτι, την πόρτα άνοιξε η γυναίκα που εργαζόταν στην καντίνα. Ήταν η σύζυγος του διοικητή του στρατοπέδου! Ένας στρατιώτης μπήκε μέσα και δύο στάθηκαν έξω στο δρόμο δίπλα στο παράθυρο. Η γυναίκα μάς πρόσφερε τσάι και μας ζήτησε να της πούμε περισσότερα για την Αγία Γραφή. Εκείνη την ημέρα τοποθετήσαμε το τζάμι στο παράθυρό της και της δώσαμε πλήρη μαρτυρία. Όταν η συζήτησή μας τελείωσε, μας είπε: “Εμένα μη με φοβάστε. Οι γονείς μου ήταν θεοφοβούμενοι άνθρωποι, όπως εσείς”. Διάβαζε τα έντυπά μας κρυφά, εν αγνοία του συζύγου της, ο οποίος μισούσε τους Μάρτυρες».

«ΓΥΡΙΣΤΕ ΣΤΙΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΣΑΣ»

Υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι με εξουσία οι οποίοι είχαν ευνοϊκή άποψη για τους Μάρτυρες και μιλούσαν υπέρ τους. Τη δεκαετία του 1970, στο Μπρατσκ, στην Περιφέρεια του Ιρκούτσκ, το γραφείο του κομμουνιστικού κόμματος στην τοπική μονάδα επεξεργασίας ξυλείας πήρε την απόφαση να απολύσει όλους τους εργαζομένους που ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Είπαν στους αδελφούς: «Αφού δεν σας αρέσει η σοβιετική εξουσία, και εκείνη δεν θα φροντίζει για εσάς. Αφού σας αρέσει ο Ιεχωβά, ας σας φροντίσει αυτός». Οι απολυμένοι αδελφοί αποφάσισαν ότι το καλύτερο που είχαν να κάνουν ήταν να κηρύττουν δημόσια, και έτσι άρχισαν να πηγαίνουν από πόρτα σε πόρτα. Σε κάποια περίπτωση, άνοιξε την πόρτα μια γυναίκα και οι αδελφοί συστήθηκαν και εξήγησαν εν συντομία το σκοπό της επίσκεψής τους. Από την κουζίνα ακούστηκε μια αντρική φωνή: «Με ποιους μιλάς; Πες τους να περάσουν μέσα». Όταν οι αδελφοί μπήκαν στο σπίτι, ο άντρας ρώτησε: «Γιατί δεν είστε στην εργασία σας; Είναι εργάσιμη μέρα». Οι αδελφοί εξήγησαν για ποιο λόγο δεν εργάζονταν.

Εκείνος ο άνθρωπος ήταν εισαγγελέας και είχε πάει στο σπίτι του για φαγητό. Αγανακτισμένος, τηλεφώνησε στη μονάδα επεξεργασίας ξυλείας και ρώτησε αν αλήθευε ότι το γραφείο του κόμματος είχε απολύσει όλους τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Όταν πήρε καταφατική απάντηση, ο εισαγγελέας συνέχισε: «Με ποια βάση; Δεν καταλαβαίνετε ότι παραβιάσατε το νόμο; Δεν είχατε κανένα δικαίωμα να το κάνετε αυτό! Σας διατάζω να δώσετε ξανά σε όλους τους Μάρτυρες τις εργασίες τους και να τους καταβάλετε αποζημίωση για τους τρεις μήνες που δεν μπορούσαν να εργαστούν εξαιτίας της απόφασής σας». Ο εισαγγελέας κατέβασε το ακουστικό, στράφηκε προς τους αδελφούς και είπε: «Αύριο, γυρίστε στις δουλειές σας και συνεχίστε να εργάζεστε εκεί».

«ΚΡΥΒΩ ΕΝΤΥΠΑ ΑΠΟ ΤΟ 1947»

Τη δεκαετία του 1970, οι αδελφοί είχαν πλέον γίνει επιδέξιοι στην παραγωγή, στη διανομή και στην απόκρυψη των εντύπων. Μερικές φορές, όμως, προέκυπταν καταστάσεις που απαιτούσαν ευστροφία. Ο Γκριγκόρι Σιβούλσκι θυμάται: «Μια φορά το 1976 έκαναν έρευνα στο σπίτι μας. Το προηγούμενο βράδυ, ενεργώντας απρόσεκτα, είχα βάλει μερικές εκθέσεις έργου και τις διευθύνσεις κάποιων αδελφών κάτω από μια συρταριέρα. Στη διάρκεια της έρευνας, οι άντρες της Κα-Γκε-Μπε έδειχναν πολύ βέβαιοι για τον εαυτό τους, λες και ήξεραν ακριβώς πού να κοιτάξουν και τι να αναζητήσουν. Ένας από τους πράκτορες της Κα-Γκε-Μπε μού είπε: “Φέρε μια πένσα και ένα κατσαβίδι—θα διαλύσουμε τον καναπέ”. Προσευχήθηκα και απάντησα με ήρεμη και σταθερή φωνή:

»“Αν μας είχατε κάνει την έρευνα αιφνιδιαστικά όπως στα σπίτια των άλλων Μαρτύρων, κάτι θα είχατε βρει στο σπίτι μου. Αλλά σήμερα είναι πολύ αργά. Δεν θα βρείτε τίποτα”.

»“Και τι θα βρίσκαμε;” ρώτησε ο πράκτορας.

»“Τα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! Αλλά σήμερα δεν θα βρείτε τίποτα”.

»Δίνοντάς τους τα εργαλεία, είπα: “Μετά την έρευνα, θα πρέπει να συναρμολογήσετε πάλι τον καναπέ ακριβώς όπως είναι τώρα”.

»Για ένα λεπτό στάθηκαν αναποφάσιστοι. Αντιλαμβανόμενος την αβεβαιότητά τους, στράφηκα σε έναν από αυτούς, έναν νεαρό, και του είπα: “Φαντάζομαι ότι δεν έχεις πάνω από τρία χρόνια που ψάχνεις για έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Εγώ, όμως, κρύβω έντυπα από το 1947. Μη χάνετε το χρόνο σας εδώ. Τα έντυπα βρίσκονται σε ασφαλές μέρος”.

»Προς έκπληξή μου, έφυγαν. Οι εκθέσεις έργου και οι διευθύνσεις των αδελφών ήταν σε τόσο προσιτό σημείο, ώστε οποιοσδήποτε θα μπορούσε άνετα να απλώσει το χέρι του και να τις πάρει».

ΠΕΡΕΣΤΡΟΪΚΑ​—ΚΑΙΡΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Η περεστρόικα που ανακοινώθηκε το 1985 δεν έφερε αμέσως τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Σε μερικές περιοχές, οι Μάρτυρες εξακολουθούσαν να καταδικάζονται και να φυλακίζονται όπως και πριν. Παρ’ όλα αυτά, το 1988 το γραφείο τμήματος της Γερμανίας έγραψε στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία: «Στην αρχή του υπηρεσιακού έτους, υπήρχαν ενδείξεις ότι οι ιθύνοντες ήταν διατεθειμένοι να χορηγήσουν λίγο περισσότερη ελευθερία στους [αδελφούς στην ΕΣΣΔ], όσον αφορά τις συναθροίσεις, ίσως και τα έντυπα, αν οι εκκλησίες καταχωρίζονταν τοπικά. Οι αδελφοί κατάφεραν να γιορτάσουν την Ανάμνηση στα περισσότερα μέρη χωρίς καμία παρενόχληση. Πιστεύουν ότι η στάση των αρχών προς αυτούς έχει αλλάξει δραστικά».

Αργότερα, διορισμένοι αδελφοί έδωσαν στο γραφείο τμήματος της Γερμανίας τις διευθύνσεις κάποιων αδελφών που ήταν πρόθυμοι να λαβαίνουν δέματα με πνευματική τροφή. Αυτοί με τη σειρά τους τα έδιναν στους πρεσβυτέρους, οι οποίοι φρόντιζαν ώστε όλοι να λαβαίνουν τα πνευματικά οφέλη. Μέχρι το Φεβρουάριο του 1990, υπήρχαν ήδη περίπου 1.600 τέτοιες προσωπικές διευθύνσεις οι οποίες χρησιμοποιούνταν μία φορά το μήνα για να ταχυδρομείται σε ιδιωτική βάση η πνευματική τροφή.

Το 1989, αρκετές χιλιάδες Μάρτυρες από τη Σοβιετική Ένωση μπόρεσαν να παρακολουθήσουν την ειδική συνέλευση στην Πολωνία. Η Γιεβντοκία, μια αδελφή από την πόλη Νάμπερεζνιε Τσέλνι, θυμάται: «Προσευχόμασταν ένθερμα στον Ιεχωβά να καταφέρουμε να παρακολουθήσουμε την πρώτη μας πραγματική συνέλευση. Ο διευθυντής της επιχείρησης στην οποία εργαζόμουν, όταν άκουσε ότι ήθελα να φύγω από τη χώρα, αναφώνησε: “Τι; Δεν βλέπεις τηλεόραση; Τα σύνορα είναι κλειστά και δεν αφήνουν κανέναν να περάσει!”

»Με απόλυτη βεβαιότητα του απάντησα: “Τα σύνορα θα ανοίξουν”. Και όντως, έτσι έγινε τελικά. Στο σημείο ελέγχου του τελωνείου στο Μπρεστ, μόνο στους Μάρτυρες του Ιεχωβά επέτρεπαν να περάσουν. Ούτε καν μας έκαναν έρευνα, και φέρονταν σε όλους μας ευγενικά. Κάποιος που δεν ήταν Μάρτυρας προσποιήθηκε ότι ήταν εκπρόσωπος για τη συνέλευση προσπαθώντας να περάσει απαρατήρητος ανάμεσά μας. Ωστόσο, οι τελωνειακοί γρήγορα τον ανακάλυψαν και τον συνέλαβαν. Πώς το κατάλαβαν; Οι εκπρόσωποι της συνέλευσης είχαν όλοι λαμπερά χαμόγελα στα πρόσωπά τους και κρατούσαν μόνο μικρές τσάντες στα χέρια τους».

ΘΕΡΜΗ ΥΠΟΔΟΧΗ ΣΤΗ ΜΟΣΧΑ

Σαράντα χρόνια είχαν περάσει από τότε που οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν κάνει αίτηση στη Μόσχα για την καταχώριση των δραστηριοτήτων τους το 1949. Εκείνον τον καιρό, οι αδελφοί για λόγους συνείδησης δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της κυβέρνησης του Στάλιν. Αλλά στις 26 Φεβρουαρίου 1990, ο πρόεδρος της Επιτροπής Θρησκευτικών Υποθέσεων στη Μόσχα δέχτηκε μια αντιπροσωπεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Στη σύσκεψη παρευρέθηκαν επίσης δύο αντιπρόεδροι της εν λόγω επιτροπής και άλλοι τρεις συνεργάτες τους. Η αντιπροσωπεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά αποτελούνταν από 15 άτομα: 11 αδελφούς από τη Ρωσία και άλλες δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, τον Μίλτον Χένσελ και τον Θεοντόρ Τζάρας από το Μπρούκλιν, καθώς και τον Βίλι Πολ και τον Νικίτα Κάρλστρεμ από το γραφείο τμήματος της Γερμανίας.

Τη σύσκεψη ξεκίνησε ο πρόεδρος της επιτροπής με τα λόγια: «Χαιρόμαστε πολύ που συναντούμε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Είχα ακούσει πολλά για εσάς στο παρελθόν, αλλά είναι η πρώτη φορά που σας συναντώ. Είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε στο πνεύμα της γκλάσνοστ (διαφάνειας)». Οι αδελφοί μίλησαν για την επιθυμία τους να υποβάλουν αίτηση καταχώρισης των δραστηριοτήτων των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση. Ο πρόεδρος συνέχισε: «Είναι ευχάριστο που το ακούω αυτό, και ο χρόνος είναι κατάλληλος. Σύντομα θα μπει η άνοιξη, που είναι καιρός για σπορά. Έτσι λοιπόν, μπορούμε να αναμένουμε καλά αποτελέσματα και καλούς καρπούς».

Όταν ο πρόεδρος ζήτησε από τους αδελφούς να συστηθούν, ήταν ολοφάνερο ότι Μάρτυρες του Ιεχωβά μπορούσαν να βρεθούν σε κάθε γωνιά της χώρας, από το Καλίνινγκραντ ως τη ρωσική Άπω Ανατολή. Ένας επίσκοπος περιοχής είπε: «Εκπροσωπώ τέσσερις εκκλησίες στην Περιφέρεια του Ιρκούτσκ. Αλλά φροντίζω επίσης για τη ρωσική Άπω Ανατολή, τα εδαφικά διαμερίσματα του Χαμπάροφσκ και του Κρασνογιάρσκ,b καθώς και για τις περιφέρειες του Νοβοσιμπίρσκ και του Ομσκ». Ο πρόεδρος είπε εντυπωσιασμένος: «Έχετε τεράστιο τομέα. Ξεπερνάει την επικράτεια πολλών κρατών!»

Ένας αντιπρόεδρος είπε: «Είναι ανάγκη να εξοικειωθούμε καλύτερα με τις πεποιθήσεις σας, επειδή δεν κατανοούμε μερικές από αυτές. Για παράδειγμα, σε ένα από τα βιβλία σας λέτε ότι ο Θεός θα καθαρίσει τη γη και θα απομακρύνει όλες τις παρούσες κυβερνήσεις. Δεν μπορούμε να το καταλάβουμε αυτό». Ο αδελφός Πολ απάντησε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν συμμετέχουν σε κανένα είδος βίας. Αν κάποιο βιβλίο το λέει αυτό, αναφέρεται σε συγκεκριμένες προφητείες της Αγίας Γραφής. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κηρύττουν για τη Βασιλεία του Θεού και την αιώνια ζωή σε έναν παράδεισο στη γη».

«Αυτό δεν είναι κακό», είπε ο αντιπρόεδρος.

Στο τέλος της συζήτησης, ο πρόεδρος είπε: «Χαρήκαμε πολύ που σας συναντήσαμε. Θα πρέπει να καταχωριστείτε το συντομότερο δυνατόν».

Το Μάρτιο του 1991, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Ρωσία έλαβαν επίσημη αναγνώριση. Εκείνον τον καιρό, η Ρωσία είχε πληθυσμό 150 και πλέον εκατομμυρίων, και οι διαγγελείς της Βασιλείας στη χώρα ανέρχονταν στους 15.987. Τώρα χρειαζόταν περισσότερη εκπαίδευση από τον Ιεχωβά για τους αδελφούς και τις αδελφές στη Ρωσία.—Ματθ. 24:45· 28:19, 20.

«ΤΙ ΕΥΤΥΧΙΑ, ΤΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!»

Επειδή η Φινλανδία βρίσκεται κοντά στη Ρωσία, το Κυβερνών Σώμα ζήτησε από το γραφείο τμήματος της Φινλανδίας να βοηθήσει στη διοργάνωση μιας διεθνούς συνέλευσης στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας, η οποία διεξάχθηκε στις 26-28 Ιουνίου 1992. Πώς ένιωθαν οι αδελφοί που διεξήγαν ελεύθερα μια συνέλευση, έχοντας ζήσει υπό απαγόρευση πέντε και πλέον δεκαετίες; Ένας αδελφός θυμάται: «Ήμασταν χιλιάδες μέσα στο στάδιο. Τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα. Τι ευτυχία, τι ελευθερία! Ούτε καν ονειρευόμασταν ποτέ ότι θα βλέπαμε τέτοια ελευθερία σε αυτό το σύστημα πραγμάτων. Ο Ιεχωβά, όμως, το κατέστησε αυτό δυνατό. Θυμόμασταν τον καιρό που πέντε από εμάς ήμασταν ξαπλωμένοι στο κελί της απομόνωσης, σε ένα στρατόπεδο το οποίο περιβαλλόταν από ψηλό φράχτη, και οι τέσσερις ζέσταιναν τον πέμπτο εκ περιτροπής. Το στάδιο περιβαλλόταν και αυτό από ψηλό τοίχο. Αλλά θέλαμε να μείνουμε εκεί όσο το δυνατόν περισσότερο. Το αίσθημα αυτό δεν μπορούσε να περιγραφτεί.

»Τα μάτια μας ήταν υγρά από τα δάκρυα σε όλη τη διάρκεια της συνέλευσης. Κλαίγαμε από χαρά βλέποντας αυτό το θαύμα. Αν και ήμασταν ήδη πάνω από 70 χρονών, πηγαινοερχόμασταν μέσα στο στάδιο σαν να είχαμε φτερά. Αυτή την ελευθερία την περιμέναμε 50 χρόνια. Πρώτα, ο Ιεχωβά επέτρεψε να εξοριστούμε στη Σιβηρία, μετά καταλήξαμε σε φυλακές και στρατόπεδα. Αλλά τώρα βρισκόμασταν στο στάδιο! Ο Ιεχωβά είναι πιο ισχυρός από οποιονδήποτε άλλον. Στεκόμασταν κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον και κλαίγαμε με λυγμούς. Κανείς μας δεν μπορούσε να πιστέψει ότι αυτό συνέβαινε στ’ αλήθεια. Μερικοί νεαροί αδελφοί μαζεύτηκαν γύρω μας και ρώτησαν: “Είστε καλά; Σας πείραξε κανείς;” Αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να απαντήσουμε από τα αναφιλητά. Έπειτα όμως, με τα μάτια γεμάτα δάκρυα, ένας από εμάς είπε: “Κλαίμε από χαρά!” Τους αφηγηθήκαμε με ποιον τρόπο είχαμε υπηρετήσει τον Ιεχωβά πολλά χρόνια υπό απαγόρευση. Και τώρα δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι ο Ιεχωβά είχε αλλάξει τα πάντα τόσο γρήγορα».

Ύστερα από αυτή την αξέχαστη συνέλευση, ζητήθηκε από το γραφείο τμήματος της Φινλανδίας να στείλει 15 ειδικούς σκαπανείς στη Ρωσία. Την 1η Ιουλίου 1992, ο Χάνου και η Έιγια Τάνινεν, ένα αντρόγυνο ζηλωτών αδελφών από τη Φινλανδία, έφτασαν στο διορισμό τους στην Αγία Πετρούπολη. Στην αρχή, η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισαν ήταν η εκμάθηση της γλώσσας. Μετά το πρώτο τους μάθημα, βγήκαν στην υπηρεσία και πρόσφεραν οικιακές Γραφικές μελέτες στους ανθρώπους. Ο Χάνου θυμάται: «Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, σχεδόν όλοι στην πόλη ήθελαν να μελετήσουν την Αγία Γραφή. Στο έργο δρόμου, οι άνθρωποι μας έδιναν πρόθυμα τις διευθύνσεις τους. Όλοι ήθελαν έντυπα. Στο δρόμο, αν έδινες ένα περιοδικό ή ένα φυλλάδιο σε κάποιο άτομο, έρχονταν άλλοι δέκα που το έβλεπαν και ζητούσαν έντυπα. Οι άνθρωποι, όχι μόνο δέχονταν τα έντυπα, αλλά πολλές φορές άρχιζαν να τα διαβάζουν αμέσως στο δρόμο ή στο μετρό».

Από τον Οκτώβριο του 1992 και έπειτα, πολλοί ειδικοί σκαπανείς ήρθαν επίσης από την Πολωνία. Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε μερικές ανύπαντρες αδελφές. Λίγο αργότερα ήρθε και μια δεύτερη ομάδα από την Πολωνία και στάλθηκε στην Αγία Πετρούπολη. Έναν χρόνο αργότερα, μια ομάδα Πολωνών σκαπανέων στάλθηκε στη Μόσχα. Στα μετέπειτα χρόνια, 170 και πλέον εθελοντές από την Πολωνία, κυρίως απόφοιτοι της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης, διορίστηκαν να υπηρετήσουν στη Ρωσία.

ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΟΡΤΑ ΠΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΕ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

Ύστερα από εκείνη τη διεθνή συνέλευση στην Αγία Πετρούπολη, το Κυβερνών Σώμα έδωσε στους αδελφούς την άδεια να αγοράσουν μια κατάλληλη έκταση γης (70 στρέμματα) μέσα στην οποία υπήρχαν κάποια παλιά κτίρια στο χωριό Σόλνετσνόγιε, κοντά στην πόλη. Είχε έρθει η ώρα να χτιστεί Μπέθελ στη Ρωσία. Ζητήθηκε από το γραφείο τμήματος της Φινλανδίας να βοηθήσει στο πρόγραμμα οικοδόμησης. Το Σεπτέμβριο του 1992 ήρθε στο Σόλνετσνόγιε η πρώτη ομάδα εθελοντών από τη Φινλανδία. Ο Άουλις Μπέργκνταλ, ένας αδελφός από εκείνη την ομάδα, ο οποίος αργότερα έγινε μέλος της Επιτροπής του Τμήματος, θυμάται: «Η σύζυγός μου, η Εύα Λίζα, και εγώ δεχτήκαμε με χαρά την πρόσκληση να βοηθήσουμε στην οικοδόμηση του Μπέθελ στη Ρωσία. Βλέπαμε καθαρά ότι ο Ιεχωβά κατηύθυνε το έργο. Οι αδελφοί μας από όλο τον κόσμο υποστήριζαν το πρόγραμμα οικοδόμησης».

Ο Αλφ Σέντερλεφ, ο επίσκοπος οικοδόμησης από τη Φινλανδία, και η σύζυγός του, η Μάρια-Λέινα, ήταν πηγή ενθάρρυνσης για όλους τους αδελφούς στο εργοτάξιο. Τα μέλη της Επιτροπής του Τμήματος της Φινλανδίας παρείχαν επίσης μεγάλη ενίσχυση. Αδελφοί από τα κεντρικά γραφεία στο Μπρούκλιν επισκέπτονταν το Σόλνετσνόγιε κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης. Ο Άουλις θυμάται: «Το 1993 μας επισκέφτηκε ο Μίλτον Χένσελ μετά τη διεθνή συνέλευση της Μόσχας. Ήταν πολύ ενθαρρυντικός τόσο στις ομιλίες που εκφώνησε στους εθελοντές του εργοταξίου όσο και στις ιδιωτικές συζητήσεις του μαζί τους».

Περίπου 700 εθελοντές—από τη Σκανδιναβία, την Ευρώπη, την Αμερική, την Αυστραλία, τη Ρωσία και τις άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες—εργάζονταν στην οικοδόμηση του Μπέθελ. Προέρχονταν από ποικίλους πολιτισμούς, είχαν διαφορετικό παρελθόν και γνώριζαν διαφορετικές μεθόδους εργασίας. Αλλά το έργο επιτελέστηκε, όπως λέει το εδάφιο Ζαχαρίας 4:6, «“όχι με στρατιωτική δύναμη ούτε με ισχύ, αλλά με το πνεύμα μου”, είπε ο Ιεχωβά των στρατευμάτων». Πραγματικά, ο Ιεχωβά οικοδομούσε αυτό το «σπίτι». (Ψαλμ. 127:1) Οι Ρώσοι αδελφοί πρόσφεραν πρόθυμα τον εαυτό τους για το έργο της Βασιλείας. Οι περισσότεροι ήταν νεαροί σε ηλικία και καινούριοι στην αλήθεια, αλλά πολλοί από αυτούς είχαν ήδη ξεκινήσει την υπηρεσία σκαπανέα. Λαχταρούσαν να μάθουν πώς να κάνουν γρήγορα κατασκευαστικές εργασίες υψηλής ποιότητας και πώς να χειρίζονται ζητήματα θεοκρατικής οργάνωσης.

ΟΡΓΑΝΩΝΕΤΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ

Προς τα τέλη του 1993, τα μέλη της Επιτροπής Χώρας της Ρωσίας έφτασαν στο Σόλνετσνόγιε. Προσκλήθηκαν ο Ιβάν Πασκόφσκι, ο Ντμίτρι Λίβι, ο Βασίλι Κάλιν, ο Αλεξέι Βερζμπίτσκι, ο Ανατόλι Πριμπιτκόφ και ο Ντμίτρι Φεντουνίσιν. Περίπου έναν χρόνο αργότερα, ήρθε και ο Μιχαήλ Σαβίτσκι. Το Κυβερνών Σώμα διόρισε τον Χορστ Χένσελ από το γραφείο τμήματος της Γερμανίας να βοηθήσει τους αδελφούς στην οργάνωση του έργου.

Ένα από τα πρώτα πράγματα που έπρεπε να οργανωθούν ήταν το έργο περιοδεύοντα επισκόπου. Στην αρχή δημιουργήθηκαν πέντε περιοχές στη χώρα, δύο στην Αγία Πετρούπολη και τρεις στη Μόσχα και στα πέριξ. Οι πρώτοι πέντε ολοχρόνιοι επίσκοποι περιοχής ήταν ο Άρτουρ Μπάουερ, ο Πάβελ Μπουγκάισκι και ο Ρόι Έστερ στη Μόσχα, και ο Κζίστοβ Ποπλάβσκι και ο Χάνου Τάνινεν στην Αγία Πετρούπολη. Αργότερα διορίστηκε επίσκοπος περιοχής και ο Ρόμαν Σκίμπα. Ο Μάθιου Κέλι, απόφοιτος της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης του 1992 από τις Ηνωμένες Πολιτείες, διορίστηκε να αφιερώνει μέρος του χρόνου του υπηρετώντας ως επίσκοπος περιφερείας.

Ο Χάνου Τάνινεν θυμάται πώς γίνονταν οι πρώτες επισκέψεις επισκόπου περιοχής στις αρχές της δεκαετίας του 1990: «Έστειλα μια επιστολή για την επικείμενη επίσκεψη σε μια εκκλησία στο Πετροζαβόντσκ της Καρελίας. Η επιστολή εξηγούσε πώς θα έπρεπε να διεξαχθούν οι συναθροίσεις στη διάρκεια της εβδομάδας. Όταν η σύζυγός μου και εγώ φτάσαμε για την επίσκεψη, ένας πρεσβύτερος μας υποδέχτηκε στο σιδηροδρομικό σταθμό και πήγαμε στο σπίτι του. Μου έδειξε την επιστολή και μου είπε: “Λάβαμε αυτή την επιστολή από εσένα, αλλά επειδή δεν καταλάβαμε τι εννοούσε, αποφασίσαμε να μην κάνουμε τίποτα και να περιμένουμε μέχρι να έρθεις και να μας τα εξηγήσεις όλα”.

»Τον καιρό της πρώτης επίσκεψης επισκόπου περιοχής στο Μούρμανσκ, υπήρχαν 385 ευαγγελιζόμενοι οι οποίοι διεξήγαν πάνω από 1.000 Γραφικές μελέτες. Ωστόσο, ο αριθμός των σπουδαστών ήταν στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερος, επειδή πολλές μελέτες διεξάγονταν με ομίλους ενδιαφερομένων. Για παράδειγμα, μια σκαπάνισσα είχε 13 Γραφικές μελέτες, αλλά μαζί της μελετούσαν πάνω από 50 άτομα!

»Ο δεύτερος διορισμός μας ήταν στις περιφέρειες του Βόλγκογκραντ και του Ροστόφ. Στο Βόλγκογκραντ υπήρχαν μόνο τέσσερις εκκλησίες σε πληθυσμό άνω του ενός εκατομμυρίου. Οι αδελφοί επιθυμούσαν διακαώς να μάθουν πώς να διεξάγουν συναθροίσεις και Γραφικές μελέτες και πώς να κηρύττουν από σπίτι σε σπίτι. Σε κάθε επίσκεψη χρειαζόταν να σχηματίζουμε νέες εκκλησίες. Για να συμπληρώσουμε την έκθεση του επισκόπου περιοχής, μετρούσαμε πόσοι είχαν βαφτιστεί από την προηγούμενη επίσκεψη. Σε κάθε εκκλησία υπήρχαν 50, 60 ή 80 άτομα τα οποία είχαν βαφτιστεί στο διάστημα που είχε μεσολαβήσει από τη μία επίσκεψη ως την άλλη, και μάλιστα σε μία εκκλησία είχαν βαφτιστεί πάνω από 100 άτομα! Ως αποτέλεσμα, 16 νέες εκκλησίες σχηματίστηκαν στην πόλη μέσα σε τρία μόλις χρόνια».

Τον Ιανουάριο του 1996, διορίστηκε στη Ρωσία μια Επιτροπή Τμήματος. Ταυτόχρονα, διορίστηκαν οι πρώτοι ολοχρόνιοι επίσκοποι περιφερείας. Μεταξύ αυτών ήταν ο Ρόμαν Σκίμπα (στη Σιβηρία και στη ρωσική Άπω Ανατολή), ο Ρόι Έστερ (στη Λευκορωσία, στη Μόσχα και από την Αγία Πετρούπολη μέχρι τα Ουράλια Όρη), ο Χάνου Τάνινεν (από την Καυκασία μέχρι το Βόλγα) και ο Άρτουρ Μπάουερ (στο Καζακστάν και στην Κεντρική Ασία). Εκείνη την εποχή, όλοι οι επίσκοποι περιφερείας υπηρετούσαν και μία μικρή περιοχή εκτός από την περιφέρειά τους.

ΔΙΑΝΥΟΥΝ ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ

Ένας από τους πρώτους ειδικούς σκαπανείς που ήρθαν στη Ρωσία από την Πολωνία στις αρχές του 1993 ήταν ο Ρόμαν Σκίμπα, ο οποίος θυμάται: «Τον Οκτώβριο του 1993, έλαβα το διορισμό να υπηρετήσω στο έργο περιοχής. Η πρώτη μου περιοχή περιλάμβανε εκκλησίες στα νότια της Αγίας Πετρούπολης, στην Περιφέρεια του Πσκοφ και σε ολόκληρη τη Λευκορωσία. Παρά την έκτασή της, αυτή δεν ήταν η μεγαλύτερη περιοχή στη Ρωσία. Σύντομα, όμως, χρειάστηκε να συνηθίσω να διανύω τεράστιες αποστάσεις. Το Νοέμβριο του 1995, μου ανατέθηκε μια περιοχή στα Ουράλια και διορίστηκα αναπληρωτής επίσκοπος περιφερείας. Ο τομέας που υπηρετούσα κάλυπτε τα Ουράλια, όλη τη Σιβηρία και τη ρωσική Άπω Ανατολή. Ένας αδελφός υπολόγισε ότι αυτή η περιφέρεια μπορούσε να χωρέσει 38 κράτη στο μέγεθος της Πολωνίας! Περιλαμβάνονταν οχτώ ωριαίες άτρακτοι! Περίπου δύο χρόνια μετά, το γραφείο τμήματος μου ζήτησε να επισκεφτώ έναν όμιλο στο Ουλάν Μπατόρ, την πρωτεύουσα της Μογγολίας».

Ο αδελφός Σκίμπα συνεχίζει: «Μια φορά, για να πάω στο Αικατερινμπούργκ από το Νορίλσκ, βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, έπρεπε να πάρω δύο αεροπλάνα, πρώτα από το Νορίλσκ για το Νοβοσιμπίρσκ και μετά από εκεί για το Αικατερινμπούργκ. Εκείνο το ταξίδι θα μου μείνει αξέχαστο γιατί φαινόταν ατελείωτο. Η πτήση από το Νορίλσκ έφυγε με καθυστέρηση 12 ωρών, και έτσι η σύζυγός μου, η Λιουντμίλα, και εγώ περάσαμε μια μέρα στο αεροδρόμιο. Ευτυχώς, μάθαμε να κάνουμε την προσωπική μας μελέτη στη διάρκεια των ταξιδιών μας.

»Μερικές φορές, παρά τις προσπάθειές μας, αργούσαμε να φτάσουμε στην εκκλησία που επισκεπτόμασταν. Σε κάποια περίπτωση, για να πάμε σε μια εκκλησία στο ορεινό χωριό Ουστ-Καν στο Αλτάι, έπρεπε να οδηγήσουμε σε χωματόδρομους πάνω στα βουνά. Δυστυχώς, το αυτοκίνητο χάλασε στο δρόμο και, όχι μόνο δεν πρόλαβα να ελέγξω τα αρχεία της εκκλησίας, αλλά αργήσαμε και δύο ώρες για τη συνάθροιση. Ήμασταν απογοητευμένοι και σκεφτόμασταν ότι πιθανότατα θα είχαν φύγει όλοι. Μείναμε κατάπληκτοι όταν βρήκαμε 175 άτομα να περιμένουν στη νοικιασμένη αίθουσα, μολονότι οι ευαγγελιζόμενοι δεν ξεπερνούσαν τους 40! Φαίνεται πως, ενώ εμείς καθυστερούσαμε, πολλά ενδιαφερόμενα άτομα από άλλα ορεινά χωριά κατάφεραν να έρθουν στη συνάθροιση».c

ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ

Συνελεύσεις περιφερείας διεξάχθηκαν για πρώτη φορά σε μερικές μεγάλες πόλεις, όπου οι αδελφοί δεν είχαν πείρα στην προετοιμασία μιας συνέλευσης. Στο Αικατερινμπούργκ το 1996, οι αδελφοί επέλεξαν ένα βολικό στάδιο για τη διεξαγωγή της συνέλευσης περιφερείας. Ο Ρόμαν Σκίμπα θυμάται: «Στις κερκίδες είχε φυτρώσει χορτάρι, και μέσα στο χώρο του σταδίου υπήρχαν σημύδες ύψους δύο μέτρων. Απέμεναν μόνο τρεις εβδομάδες μέχρι τη συνέλευση, και υπήρχαν μόνο τρεις εκκλησίες στην πόλη και στα περίχωρά της. Ευτυχώς, ο διευθυντής του σταδίου ήταν πρόθυμος να συνεργαστεί μαζί μας αν και δεν καταλάβαινε πώς θα ήταν δυνατόν να διεξαχθεί η συνέλευση σε εκείνο το στάδιο. Οι αδελφοί έπιασαν δουλειά, και μέχρι την καθορισμένη ημερομηνία το στάδιο έλαμπε. Ο διευθυντής δεν πίστευε στα μάτια του!» Από ευγνωμοσύνη, επέτρεψε στους αδελφούς να διεξαγάγουν τη Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα σε κάποιο από τα κτίρια του σταδίου. Ένας αδελφός θυμάται: «Μετά τη συνέλευση, το στάδιο άρχισε και πάλι να φιλοξενεί αθλητικά γεγονότα, πράγμα που αποτέλεσε πηγή εσόδων για την πόλη».

Μερικές φορές απαιτούνταν ευελιξία και υπομονή για να διεξαχθούν οι συνελεύσεις. Στο Βλαντικαυκάς το 1999, οι αδελφοί δεν κατάφεραν να νοικιάσουν ένα στάδιο για μια συνέλευση περιοχής την οποία αναμενόταν να παρακολουθήσουν 5.000 άτομα. Γι’ αυτό, οι αδελφοί άρχισαν αμέσως να σχεδιάζουν κάποιο εναλλακτικό πρόγραμμα συνέλευσης. Ένα συντομευμένο μονοήμερο πρόγραμμα διεξάχθηκε πέντε φορές στο Βλαντικαυκάς σε έναν νοικιασμένο κινηματογράφο. Έπειτα, στη διάρκεια του σαββατοκύριακου, διεξάχθηκε ολόκληρο το διήμερο πρόγραμμα της συνέλευσης περιοχής σε δύο τοποθεσίες που απείχαν περίπου δύο χιλιόμετρα η μία από την άλλη στην πόλη Νάλτσικ. Η συνέλευση στη μία αίθουσα άρχισε δύο ώρες αργότερα από την άλλη, για να προλάβουν οι ομιλητές από την πρώτη συνέλευση να μεταβούν στη δεύτερη. Κάποιοι από τους περιοδεύοντες επισκόπους ένιωθαν ότι θα κλείσει η φωνή τους προτού τελειώσουν οι συνελεύσεις. Ένας αδελφός υπολόγισε αργότερα ότι είχε εκφωνήσει 35 ομιλίες εκείνη την εβδομάδα! Όλα πήγαιναν καλά μέχρι αργά το πρωινό του Σαββάτου, όταν το πρόγραμμα σε μια αίθουσα διακόπηκε. Ένστολοι άντρες με έναν σκύλο μπήκαν στην αίθουσα και ανακοίνωσαν ότι το κτίριο έπρεπε να εκκενωθεί αμέσως για τεχνικούς λόγους. Οι αδελφοί και οι αδελφές παρέμειναν ήρεμοι ως συνήθως και βγήκαν από την αίθουσα, έφαγαν το γεύμα τους και συναναστράφηκαν μεταξύ τους έξω από το κτίριο. Αποδείχτηκε ότι κάποιος φανατικός θρησκευόμενος είχε τηλεφωνήσει στις αρχές λέγοντάς τους ότι στο κτίριο υπήρχε βόμβα. Έγινε έρευνα στην αίθουσα άλλα δεν βρέθηκε τίποτα, οπότε επιτράπηκε στους αδελφούς να συνεχίσουν τη συνέλευση. Αφού έγιναν μερικές μικρές αλλαγές στο πρόγραμμα, η συνέλευση ολοκληρώθηκε με επιτυχία και όλοι μπόρεσαν να ωφεληθούν από αυτήν.

ΠΕΤΡΕΣ, ΑΣΠΙΔΕΣ ΚΑΙ ΣΠΑΘΙΑ

Οι σπόροι της αλήθειας διασκορπίστηκαν γρήγορα σε όλη τη χώρα. Η Έιγια Τάνινεν θυμάται: «Το 1998 ετοιμαζόμασταν για το 15ωρο σιδηροδρομικό ταξίδι από τη μία συνέλευση περιφερείας στην άλλη. Οι αδελφοί μάς ρώτησαν αν μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας μια μεγάλη ποσότητα από θεατρικό εξοπλισμό που θα χρησιμοποιούνταν στο δράμα της συνέλευσης. Αυτό ήταν μάλλον ριψοκίνδυνο γιατί γνωρίζαμε ότι οι υπάλληλοι των τρένων συνήθως δεν έβλεπαν με καλό μάτι όσους κουβαλούσαν πολλές αποσκευές. Αλλά με τη βοήθεια των αδελφών αποτολμήσαμε και φέραμε πέτρες, ασπίδες, σπαθιά και τσάντες γεμάτες στολές μέσα στο τετραθέσιο κουπέ μας. Εκεί καθήσαμε με όλα μας τα πράγματα και με δύο άλλους επιβάτες με τους οποίους μοιραζόμασταν το κουπέ.

»Όταν η υπάλληλος του τρένου ήρθε να ελέγξει τα εισιτήριά μας, μας ρώτησε γιατί είχαμε τόσο πολλές αποσκευές. Της εξηγήσαμε ότι επρόκειτο για θεατρικό εξοπλισμό ενός δράματος που επρόκειτο να παρουσιαστεί στη συνέλευση περιφερείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ήταν πολύ ευγενική και μας είπε ότι πριν από λίγο καιρό είχε παρακολουθήσει μια δημόσια ομιλία που είχε εκφωνήσει ο σύζυγός μου όταν επισκεφτήκαμε κάποια εκκλησία της πόλης της. Νιώσαμε ότι το χέρι του Ιεχωβά μάς είχε βοηθήσει».

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΕΣ ΣΤΙΣ ΜΕΛΕΤΕΣ

Οι αδελφές μπορούσαν να μάθουν πολλά η μία από την άλλη. Η Έιγια θυμάται: «Είναι απίστευτο πόση υπομονή και ταπεινότητα απαιτούνταν από τις αδελφές μας όταν ξεκινήσαμε τη διακονία μας στη Ρωσία, επειδή δεν μπορούσα να μιλήσω καλά τη γλώσσα. Ήταν συγκινητικό να βλέπω πόσο λαχταρούσαν οι αδελφές να μάθουν να διεξάγουν Γραφικές μελέτες. Πολλές από αυτές ήταν καινούριες στην αλήθεια, και μερικές είχαν υπηρετήσει υπό απαγόρευση, τότε που δεν ήταν πάντα δυνατόν να λαβαίνουν εκπαίδευση από την οργάνωση του Ιεχωβά.

»Υπηρετήσαμε στην πόλη Βόλζσκι από το 1995 ως το 1996. Πολλές φορές, όταν μια αδελφή με προσκαλούσε να πάω μαζί της σε κάποια Γραφική μελέτη, αρκετές αδελφές ρωτούσαν αν μπορούσαν να έρθουν και αυτές μαζί. Στην αρχή αναρωτιόμουν γιατί, αλλά μετά μου εξήγησαν ότι ήθελαν να δουν και να μάθουν πώς να διεξάγουν Γραφικές μελέτες. Τους έλεγα ότι, αν η σπουδάστρια δεν είχε αντίρρηση και δεν ντρεπόταν με την παρουσία τους, δεν υπήρχε πρόβλημα να έρθουν. Συνήθως έρχονταν έξι με δέκα αδελφές, πιστεύοντας ότι αυτό δεν θα ενοχλούσε τη σπουδάστρια, και όντως έτσι είχαν τα πράγματα. Έπειτα από μερικούς μήνες, είδα πολλές σπουδάστριες της Γραφής να αρχίζουν με τη σειρά τους δικές τους Γραφικές μελέτες με ενδιαφερόμενα άτομα. Εκείνον τον καιρό, στο Βόλζσκι υπήρχαν δύο εκκλησίες. Δέκα χρόνια αργότερα, είχαν σχηματιστεί 11 εκκλησίες».

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΗΣ ΑΠΑΝΤΗΘΗΚΕ

Ήταν φανερό ότι η θεοκρατική εκπαίδευση ωφελούσε πολύ, όχι μόνο τους αδελφούς και τις αδελφές που ήταν καινούριοι στην αλήθεια, αλλά και εκείνους που είχαν υπηρετήσει τον Ιεχωβά πολλά χρόνια υπό απαγόρευση. Ο Χάνου Τάνινεν θυμάται: «Σε διάφορες καταστάσεις, συχνά νιώθαμε την κατεύθυνση των αγγέλων και γινόμασταν μάρτυρες περιστατικών που μας εντυπωσίαζαν βαθιά. Το 1994 φτάσαμε σε μια καινούρια εκκλησία στο Νόβγκοροντ, το οποίο τώρα λέγεται και Βελίκι Νόβγκοροντ, και οι αδελφοί μάς πήγαν στο διαμέρισμα όπου θα μέναμε εκείνη την εβδομάδα. Στο διαμέρισμα βρισκόταν κάποια επισκέπτρια ονόματι Μαρία, μια ηλικιωμένη αδελφή που είχε ταξιδέψει περίπου 50 χιλιόμετρα ειδικά για την περίσταση. Ήταν στην αλήθεια 50 χρόνια και επιθυμούσε να γνωρίσει έναν από τους πρώτους επισκόπους περιοχής που υπηρετούσαν μετά την απαγόρευση. Της ζητήσαμε να μας πει πώς γνώρισε την αλήθεια. Μας είπε πως όταν ήταν 17 χρονών βρέθηκε σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία και γνώρισε εκεί Μάρτυρες του Ιεχωβά. Δέχτηκε την αλήθεια και βαφτίστηκε στο στρατόπεδο από μια χρισμένη αδελφή. Τελικά, η Μαρία αφέθηκε ελεύθερη και επέστρεψε στη Ρωσία για να κηρύξει τα καλά νέα της Βασιλείας. Έπειτα από λίγο καιρό, συνελήφθη και φυλακίστηκε για τη δράση της στο έργο κηρύγματος. Πέρασε πολλά χρόνια σε σοβιετικά στρατόπεδα εργασίας.

»Καθώς τελείωνε την ιστορία της, συγκινηθήκαμε όταν ακούσαμε αυτή την ταπεινή αδελφή να λέει ότι εδώ και μερικές εβδομάδες προσευχόταν στον Ιεχωβά να της δείξει αν υπήρχε κάτι λάθος στη λατρεία που του πρόσφερε. Αργότερα το ίδιο βράδυ, της είπα ότι πριν από πολύ καιρό κάποιο άρθρο της σειράς «Ερωτήσεις από Αναγνώστες» στη Σκοπιά εξέταζε ένα συγκεκριμένο ζήτημα. Έλεγε ότι για να είναι έγκυρο το βάφτισμα, είναι σημαντικό να έχει γίνει από έναν Χριστιανό αδελφό. Η Μαρία ήταν πολύ ευγνώμων. Ένιωσε ότι είχαν εισακουστεί οι προσευχές της. Χάρηκε πολύ όταν βαφτίστηκε στην μπανιέρα. Είχαν περάσει πενήντα χρόνια από τότε που είχε αφιερωθεί το 1944».

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΤΡΟΦΗΣ ΔΙΑΣΧΙΖΟΝΤΑΣ 11 ΩΡΙΑΙΕΣ ΑΤΡΑΚΤΟΥΣ

Από τις αρχές του 1991, τα έντυπα ταχυδρομούνταν στη Ρωσία σε μικρά δέματα από τη Γερμανία ή τη Φινλανδία. Τον Ιούλιο του 1993 έφτασε το πρώτο φορτηγό από τη Γερμανία στο Σόλνετσνόγιε με 20 τόνους έντυπα. Φορτηγά από το γραφείο τμήματος της Ρωσίας άρχισαν να κάνουν δρομολόγια παράδοσης εντύπων στη Μόσχα, στη Λευκορωσία και στο Καζακστάν. Υπήρχαν δυσκολίες. Για να γίνεται η παράδοση των εντύπων στο Καζακστάν, για παράδειγμα, οι αδελφοί έπρεπε να διανύουν απόσταση 5.000 χιλιομέτρων μόνο για να πάνε. Τους καθυστερούσαν στα σύνορα, και το χειμώνα τα φορτηγά κολλούσαν στα χιόνια.

Επί του παρόντος, το Σόλνετσνόγιε λαβαίνει περίπου 200 τόνους έντυπα κάθε μήνα. Οι οδηγοί του Μπέθελ επωφελούνται από κάθε ευκαιρία για να δίνουν μαρτυρία στους συνοριοφύλακες ή στους τελωνειακούς. Ανάμεσά τους υπάρχουν άτομα που απολαμβάνουν την ανάγνωση των Γραφικών εντύπων. Στη διάρκεια μιας επιθεώρησης, όταν ένας αστυνομικός αντιλήφθηκε ότι το φορτηγό του Μπέθελ ανήκε σε θρησκευτική οργάνωση, άρχισε να φωνάζει επικρίνοντας τη θρησκεία γενικά. Αφηγήθηκε πώς τον εξύβρισε ένας ιερέας τον οποίο σταμάτησε επειδή είχε παραβιάσει κατάφωρα τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Οι αδελφοί τού εξήγησαν πώς συμπεριφέρεται ο Θεός στους ανθρώπους και ποιο σκοπό έχει για τη γη και το ανθρώπινο γένος. Ο αστυνομικός άλλαξε τον τόνο της φωνής του και έγινε πιο φιλικός. Μάλιστα, άρχισε να κάνει ερωτήσεις, οπότε οι αδελφοί έβγαλαν τις Γραφές τους και απόλαυσαν μια εποικοδομητική συζήτηση μαζί του. Εκείνος συγκινήθηκε τόσο πολύ, ώστε είπε: «Θα βρω τους Μάρτυρες για να μπορέσω να συνεχίσω αυτή τη συζήτηση».

Από το 1995 μέχρι το 2001, το γραφείο τμήματος της Ιαπωνίας φρόντιζε για την παράδοση των εντύπων στις εκκλησίες του Βλαδιβοστόκ, στη ρωσική Άπω Ανατολή. Από εκεί, οι αδελφοί έστελναν έντυπα διά θαλάσσης στις εκκλησίες της Καμτσάτκα. Οι αδελφοί στο Βλαδιβοστόκ γνωρίστηκαν με τους πλοιάρχους μερικών πλοίων που πήγαιναν στην Καμτσάτκα. Ένας πλοίαρχος συμφώνησε να μεταφέρει τα έντυπά μας δωρεάν στην καμπίνα του, και μάλιστα βοηθούσε στη φόρτωση των εντύπων στο πλοίο του. «Αν και δεν πιστεύω στον Θεό», εξήγησε στους αδελφούς, «θέλω να κάνω μια καλή πράξη. Εσάς σας συμπαθώ και μου αρέσει ο τρόπος με τον οποίο είστε οργανωμένοι. Όταν φτάνω στο σημείο παράδοσης, δεν είμαι αναγκασμένος να περιμένω πολλή ώρα για να ξεφορτωθούν τα έντυπα. Οι άνθρωποί σας είναι σαν τα πουλιά. Εφορμούν στα κιβώτια με τα έντυπα, τα παίρνουν γρήγορα και φεύγουν».

Η ΑΥΞΗΣΗ ΕΝΤΕΙΝΕΙ ΜΙΑ ΑΝΑΓΚΗ

Επί πολλά χρόνια, η ρωσική έκδοση της Σκοπιάς ήταν ένα μηνιαίο περιοδικό 16 σελίδων, τυπωμένο σε χαρτί λίγο μεγαλύτερου μεγέθους από αυτό που χρησιμοποιείται τώρα. Όλα τα άρθρα μελέτης μεταφράζονταν στη ρωσική και γίνονταν διαθέσιμα στους αδελφούς στη Σοβιετική Ένωση, αλλά δημοσιεύονταν πολύ αργότερα από τα αγγλικά. Για τα άρθρα μελέτης, η καθυστέρηση κυμαινόταν από έξι μήνες έως δύο χρόνια, ενώ τα δευτερεύοντα άρθρα δημοσιεύονταν ακόμη πιο αργά. Αρχής γενομένης από το 1981, η ρωσική έκδοση της Σκοπιάς κυκλοφορούσε ως μηνιαίο περιοδικό 24 σελίδων, και από το 1985 ως δεκαπενθήμερο περιοδικό. Το πρώτο τετράχρωμο περιοδικό 32 σελίδων που τυπώθηκε ταυτόχρονα με το αγγλικό ήταν το τεύχος 1 Ιουνίου 1990.

Η Τάνια, μέλος της μεταφραστικής ομάδας, θυμάται: «Αναλογιζόμενοι το παρελθόν, ξέρουμε ότι μεγάλο μέρος της ύλης που μεταφράζαμε και τυπώναμε εκείνον τον καιρό δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις για φυσική και ευκολονόητη μετάφραση. Αλλά ήταν το καλύτερο που μπορούσαμε να κάνουμε υπό εκείνες τις συνθήκες. Και ήταν η τροφή που χρειάζονταν οι άνθρωποι οι οποίοι λιμοκτονούσαν από πνευματική άποψη».

Όταν άνοιξε το έργο στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, τα έντυπά μας μπορούσαν να διανέμονται ευρέως. Οι μεταφραστές της ρωσικής που υπηρετούσαν στη Γερμανία αδημονούσαν να λάβουν βοήθεια. Δύο νέες εξελίξεις συνέβαλαν στη βελτίωση της ποιότητας της μετάφρασης. Πρώτον, προς μεγάλη τους χαρά, αρκετοί αδελφοί και αδελφές από τη Ρωσία και την Ουκρανία μπόρεσαν να πάνε στο γραφείο τμήματος της Γερμανίας για να εκπαιδευτούν ως μεταφραστές. Πέντε από αυτούς έφτασαν στις 27 Σεπτεμβρίου 1991, ενώ αργότερα ήρθαν και άλλοι. Έτσι λοιπόν, η ρωσική μεταφραστική ομάδα άρχισε να αναδιοργανώνεται. Αυτό δεν έγινε χωρίς δυσκολίες. Το “ξύλο και οι πέτρες” τους δεν μετατράπηκαν αμέσως σε “χρυσάφι” αλλά πέρασαν από όλα τα στάδια που περιγράφει το εδάφιο Ησαΐας 60:17.

Δεύτερον, οι μεταφραστές της ρωσικής άρχισαν να ωφελούνται από το έργο του Τμήματος Μεταφραστικών Υπηρεσιών, το οποίο είχε δημιουργηθεί πρόσφατα. Διεξάχθηκε ένα σεμινάριο για μεταφραστές στο γραφείο τμήματος της Γερμανίας την εποχή που είχαν έρθει οι πρώτοι αδελφοί και αδελφές από τη Ρωσία στο Ζέλτερς της Γερμανίας.

Το ιδανικό είναι να γίνεται η μετάφραση στη χώρα όπου μιλιέται η εν λόγω γλώσσα. Γι’ αυτό, επικρατούσε ενθουσιασμός όταν, τον Ιανουάριο του 1994, οι μεταφραστές της ρωσικής έφυγαν από το γραφείο τμήματος της Γερμανίας για να εγκατασταθούν στο Μπέθελ που ήταν τότε υπό κατασκευή στο Σόλνετσνόγιε.

Φυσικά, δυσκολεύονταν να αποχωριστούν εκείνους οι οποίοι επί δεκαετίες μετέφραζαν αθόρυβα για τους αδελφούς τους που ζούσαν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, αλλά των οποίων οι περιστάσεις δεν τους επέτρεπαν τώρα να πάνε στη Ρωσία με τους υπόλοιπους μεταφραστές. Η ομάδα που αποτελούνταν από 17 αδελφούς και αδελφές, καθώς και 2 άλλοι αδελφοί οι οποίοι επρόκειτο να υπηρετήσουν ως ειδικοί σκαπανείς, έφυγαν από το Ζέλτερς με πολλά δάκρυα και αγκαλιές την Κυριακή 23 Ιανουαρίου 1994.

«Ο ΘΕΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΣΘΕΝΗ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ»

Επί δεκαετίες στη Ρωσία, οι γιατροί και το ιατρικό προσωπικό βάσιζαν την άποψή τους για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ασθενών τους στην αθεϊστική τους παιδεία και στην εκτεταμένη χρήση του αίματος η οποία επικρατούσε στη σοβιετική ιατρική. Επομένως, όποτε οι Μάρτυρες που χρειάζονταν ιατρική περίθαλψη ζητούσαν να μην περιλαμβάνει αυτή αίμα, οι γιατροί αντιδρούσαν με προβληματισμό ή και με αγένεια.

Μάλιστα, οι γιατροί πολλές φορές έλεγαν: «Εδώ, ο Θεός για τον ασθενή είμαι εγώ!» Αν ο ασθενής δεν συμφωνούσε με αυτά που έλεγε ο γιατρός, μπορούσαν να τον διώξουν αμέσως από το νοσοκομείο. Επιπλέον, οι εναντιούμενοι χρησιμοποιούσαν συχνά τη Γραφική θέση των Μαρτύρων σχετικά με τις μεταγγίσεις αίματος στην προσπάθειά τους να επιβληθεί απαγόρευση στις δραστηριότητές μας στη Ρωσία.

Το 1995, στο γραφείο τμήματος της Ρωσίας άρχισε να λειτουργεί το Γραφείο Πληροφοριών για Νοσοκομεία, με σκοπό να παρέχει στον ιατρικό κόσμο ακριβείς πληροφορίες για τη θέση των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Διεξάχθηκαν αρκετά σεμινάρια στα οποία πρεσβύτεροι από 60 και πλέον Επιτροπές Προσέγγισης Νοσοκομείων έμαθαν πώς να παρέχουν στους γιατρούς και στον ιατρικό κόσμο τις απαραίτητες πληροφορίες, καθώς και πώς να αναζητούν γιατρούς οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν ιατρική περίθαλψη σε Μάρτυρες ασθενείς χωρίς τη χρήση αίματος.

Στη Μόσχα το 1998, Ρώσοι γιατροί και ξένοι συνάδελφοί τους διεξήγαγαν ένα διεθνές συνέδριο με θέμα «Εναλλακτικές Μέθοδοι Αντί της Μετάγγισης στη Χειρουργική», το πρώτο συνέδριο αυτού του είδους στη Ρωσία. Πάνω από 500 γιατροί από πολλές περιοχές της Ρωσίας παρακολούθησαν το συνέδριο. Μεταξύ των ετών 1998 και 2002, οι Ρώσοι γιατροί απέκτησαν αρκετή πείρα ώστε να διεξαγάγουν δεκάδες τέτοια συνέδρια σε αρκετές μεγάλες πόλεις της Ρωσίας. Αυτά τα συνέδρια έφεραν θαυμάσια αποτελέσματα.

Ο Δρ Α. Ι. Βαραμπιόφ, πρώην υπουργός υγείας και κορυφαίος αιματολόγος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, σε μια επίσημη επιστολή του σε δικηγόρους οι οποίοι υπερασπίζονταν τα δικαιώματα των Μαρτύρων ασθενών, επισήμανε πως, χάρη στο ότι οι γιατροί επανεξέτασαν τη στάση τους στο θέμα των μεταγγίσεων αίματος, «το ποσοστό θνησιμότητας γυναικών στον τοκετό μειώθηκε στη χώρα μας κατά 34 τοις εκατό». Ο Δρ Βαραμπιόφ πρόσθεσε κατόπιν: «Πριν από αυτό, το ιατρικό μας σύστημα ανέφερε ποσοστό θνησιμότητας οχτώ φορές υψηλότερο από ό,τι στην Ευρώπη, επειδή εδώ οι μαίες υπέβαλλαν τις μητέρες σε άσκοπες μεταγγίσεις αίματος».

Το 2001, το υπουργείο υγείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας έστειλε ένα σετ με οδηγίες προς τα ιατρικά ιδρύματα σε ολόκληρη τη χώρα. Οι οδηγίες έλεγαν πως η άρνηση του ασθενούς να δεχτεί μετάγγιση αίματος για θρησκευτικούς λόγους πρέπει να γίνεται σεβαστή από το γιατρό. Το 2002 το ρωσικό υπουργείο υγείας εξέδωσε τις Οδηγίες για τη Χρήση Συστατικών του Αίματος. Αυτοί οι κανονισμοί ορίζουν ότι μετάγγιση αίματος μπορεί να γίνει μόνο με τη γραπτή συγκατάθεση του ασθενούς. Επίσης, υποδεικνύουν ότι, αν οι ασθενείς αρνηθούν τη μετάγγιση συστατικών του αίματος για θρησκευτικούς λόγους, θα πρέπει να εφαρμοστούν εναλλακτικές μέθοδοι θεραπείας.

Πολλοί γιατροί άλλαξαν στάση απέναντι στη χρήση αίματος μετά τη συνεργασία τους με εκπροσώπους του Γραφείου Πληροφοριών για Νοσοκομεία. Ένας χειρουργός τούς είπε: «Από [Μάρτυρες] ασθενείς και από εσάς άκουσα ότι η άρνησή σας στις μεταγγίσεις αίματος δεν βασίζεται απλώς σε κάποια ιδιοτροπία αλλά σε εντολή που υπάρχει στην Αγία Γραφή. Αποφάσισα να το εξακριβώσω. Διάβασα όλες τις Γραφικές παραπομπές που παρέθετε η ύλη την οποία μου δώσατε. Κατόπιν σκέψης, συμπέρανα ότι η θέση σας βασίζεται πραγματικά στην Αγία Γραφή. Αλλά γιατί οι ιερείς μας σιωπούν σε αυτό το θέμα; Τώρα, όποτε εγείρεται το συγκεκριμένο ζήτημα, λέω στους άλλους γιατρούς ότι οι Μάρτυρες είναι αυτοί που ακολουθούν την Αγία Γραφή». Σήμερα, 2.000 και πλέον γιατροί στη Ρωσία προσφέρουν αναίμακτη ιατρική περίθαλψη σε ασθενείς που είναι Μάρτυρες.

ΥΠΗΡΕΤΟΥΝ ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ ΣΤΟ ΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥΣ

Ο Άρνο και η Σόνια Τίνγκλερ, απόφοιτοι του Παραρτήματος της Σχολής Γαλαάδ στη Γερμανία, έχουν υπηρετήσει σε διάφορες ρωσικές πόλεις από τον Οκτώβριο του 1993. Πώς έχει προοδεύσει το έργο του Ιεχωβά στις περιοχές όπου υπηρέτησαν; Δώστε προσοχή καθώς αφηγούνται τις εμπειρίες τους.

Άρνο: «Φτάσαμε στο διορισμό μας στη Μόσχα. Έπειτα από μερικές εβδομάδες, κάναμε τις πρώτες μας ομιλίες στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. Ύστερα από έξι εβδομάδες στη Ρωσία, έκανα την πρώτη μου ομιλία σε συνέλευση. Διοριστήκαμε σε μια εκκλησία με περίπου 140 βαφτισμένους ευαγγελιζομένους, και ο τομέας της εκκλησίας είχε το μέγεθος μιας ολόκληρης περιοχής στη Γερμανία! Ο πρώτος μας τομέας ήταν κοντά στο σπίτι όπου μέναμε ως σκαπανείς. Ήταν συναρπαστικό να είμαστε οι πρώτοι Μάρτυρες που κήρυτταν εκεί από πόρτα σε πόρτα!»

Σόνια: «Αν και δεν ξέραμε σχεδόν καθόλου ρωσικά, μερικές φορές κάναμε έργο δρόμου μόνοι μας, μιλώντας στους ανθρώπους και δίνοντάς τους φυλλάδια και έντυπα. Οι ντόπιοι αδελφοί και αδελφές μάς στήριζαν πολύ, και ήταν εύκολο να διευθετούμε να βγαίνουμε μαζί τους στη διακονία αγρού. Ήταν πολύ ευγενικοί και υπομονετικοί, και μας άφηναν να μιλάμε με τα σπαστά ρωσικά μας. Οι οικοδεσπότες ήταν επίσης πολύ υπομονετικοί. Η Σοβιετική Ένωση είχε καταρρεύσει, και οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν βαθιά για τη θρησκεία».

Άρνο: «Κάτι που μας βοήθησε πολύ να μάθουμε τη ρωσική γλώσσα ήταν η συμμετοχή μας στη διακονία από πόρτα σε πόρτα και η διεξαγωγή Γραφικών μελετών. Τον τέταρτο μήνα που βρισκόμασταν στη Ρωσία, τον Ιανουάριο του 1994, διεξήγαμε ήδη 22 Γραφικές μελέτες, οπότε είχαμε πολλές ευκαιρίες να ακούμε και να μιλάμε την καθομιλουμένη ρωσική.

»Εκείνη την εποχή, αξιοσημείωτος αριθμός ατόμων βαφτίζονταν στις συνελεύσεις, το δέκα τοις εκατό των παρευρισκομένων ή και περισσότερο. Δεν είχαν όλες οι εκκλησίες αρκετούς υπεύθυνους αδελφούς ώστε να καλύπτεται η ανάγκη για πρεσβυτέρους και διακονικούς υπηρέτες. Ένας πρεσβύτερος, μάλιστα, υπηρετούσε ως προεδρεύων επίσκοπος σε πέντε εκκλησίες! Μου ζήτησε να εκφωνήσω την ομιλία της Ανάμνησης σε μία από αυτές. Παρευρέθηκαν 804 άτομα, τα οποία έπρεπε να φύγουν από την αίθουσα αμέσως μετά την ομιλία επειδή θα συναθροιζόταν εκεί άλλη μία εκκλησία. Εντούτοις, ο αδελφός που επρόκειτο να κάνει τη δεύτερη ομιλία έπαθε καθ’ οδόν ένα ατύχημα με το αυτοκίνητό του και δεν μπόρεσε να φτάσει έγκαιρα, οπότε χρειάστηκε να εκφωνήσω ξανά την ομιλία. Αυτή τη φορά παρευρέθηκαν 796 άτομα! Έτσι λοιπόν, σε δύο μόνο εκκλησίες είχαμε 1.600 παρόντες στην Ανάμνηση, αριθμός ο οποίος δείχνει το τεράστιο ενδιαφέρον που είχαν οι άνθρωποι για την αλήθεια εκείνον τον καιρό».

Ο ΙΕΧΩΒΑ “ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΙ” ΤΟ ΘΕΡΙΣΜΟ

Στο Λόγο του, ο Ιεχωβά υποσχέθηκε να “επιταχύνει” τη συγκέντρωση των “επιθυμητών πραγμάτων” του. (Ησ. 60:22· Αγγ. 2:7) Το 1980 υπήρχαν 65 ευαγγελιζόμενοι στην Αγία Πετρούπολη οι οποίοι, παρά τη στενή επιτήρηση από την Κα-Γκε-Μπε, προσπαθούσαν να κάνουν συζητήσεις για Γραφικά θέματα με τους κατοίκους της πόλης. Το 1990, πάνω από 170 Μάρτυρες έκαναν έργο δρόμου ανεπίσημα σε διάφορα σημεία της πόλης. Το Μάρτιο του 1991, οι δραστηριότητες των Μαρτύρων στη Ρωσία καταχωρίστηκαν νομικά, και λίγο αργότερα πέντε εκκλησίες ήταν δραστήριες στην πόλη. Η διεθνής συνέλευση στην Αγία Πετρούπολη το 1992, καθώς και άλλες θεοκρατικές εκδηλώσεις, οδήγησε σε γοργή αύξηση. Το 2006 πάνω από 70 εκκλησίες ήταν δραστήριες στην Αγία Πετρούπολη.

Το 1995 υπήρχε μόνο μία εκκλησία στο Αστραχάν, κοντά στα σύνορα με το Καζακστάν. Η εκκλησία δεν είχε πρεσβυτέρους ούτε διακονικούς υπηρέτες. Παρ’ όλα αυτά, οι αδελφοί διεξήγαγαν και τη συνέλευση περιοχής και την ημέρα ειδικής συνέλευσης. Τις ομιλίες του προγράμματος τις εκφώνησαν αδελφοί που είχαν ταξιδέψει 700 χιλιόμετρα και πλέον από την Καμπαρντίνο-Μπαλκαρία. Εκείνοι οι αδελφοί δεν γνώριζαν εκ των προτέρων πόσα άτομα θα βαφτίζονταν σε αυτές τις συνελεύσεις. Ο Ρόμαν Σκίμπα θυμάται: «Ένας άλλος πρεσβύτερος και εγώ φτάσαμε δύο εβδομάδες πριν από την καθορισμένη ημερομηνία της συνέλευσης για να βγούμε στην υπηρεσία αγρού με την εκκλησία και να ανασκοπήσουμε τις ερωτήσεις με εκείνους που επιθυμούσαν να βαφτιστούν. Εντούτοις, όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, δεν έμεινε καθόλου χρόνος για να βγούμε στη διακονία. Όλος ο χρόνος μας αφιερώθηκε στις συζητήσεις με 20 υποψηφίους για βάφτισμα!»

Στο Αικατερινμπούργκ το 1999, οι αδελφοί προσκάλεσαν στην Ανάμνηση αρκετούς εμπόρους από μια αγορά. Οι έμποροι ρώτησαν αν μπορούσαν να φέρουν και τους φίλους τους. Πόσο εξεπλάγησαν οι Μάρτυρες όταν περίπου 100 άτομα εμφανίστηκαν στην αίθουσα! Αν και η νοικιασμένη αίθουσα ήταν μεγάλη, κάποιοι χρειάστηκε να μείνουν όρθιοι.

ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΤΩΝ ΠΕΝΗΝΤΑ ΑΤΟΜΩΝ

Το έργο κηρύγματος στην Περιφέρεια του Ιβάνοβο, που δεν απέχει πολύ από τη Μόσχα, άρχισε στα τέλη του 1991, όταν ο Πάβελ και η Αναστασία Ντίμοφ μετακόμισαν σε αυτή την περιοχή. Μπροστά τους είχαν ένα δύσκολο έργο—κήρυγμα σε τομέα με περισσότερους από ένα εκατομμύριο κατοίκους. Πώς θα ξεκινούσαν; Αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν μια απλή και αποτελεσματική μέθοδο: έναν πάγκο με έντυπα. Έστησαν έναν πάγκο στην κεντρική πλατεία της πόλης και άπλωσαν επάνω φυλλάδια, περιοδικά και βιβλία. Οι περαστικοί σταματούσαν, και πολλοί από αυτούς έδειχναν ειλικρινές ενδιαφέρον. Όλοι όσοι ενδιαφέρονταν για την αλήθεια προσκαλούνταν σε μια συνάθροιση για Γραφική μελέτη. Αυτές οι συναθροίσεις δεν θα μπορούσαν να αποκληθούν οικιακές Γραφικές μελέτες, εφόσον διεξάγονταν σε νοικιασμένες αίθουσες με 50 και πλέον παρόντες. Οι μελέτες έμοιαζαν με συναθροίσεις και χωρίζονταν σε δύο μέρη. Πρώτα, εξεταζόταν το βιβλίο Μπορείτε να Ζείτε για Πάντα στον Παράδεισο στη Γη και μετά γινόταν μελέτη ενός άρθρου της Σκοπιάς. Οι μελέτες διεξάγονταν τρεις φορές την εβδομάδα και διαρκούσαν τρεις ώρες η καθεμιά. Διεξάγονταν τρεις τέτοιες συναθροίσεις για μελέτη σε διαφορετικά σημεία της πόλης. Ο Πάβελ έγραφε πάντα στην έκθεση του έργου του ότι διεξήγε τρεις Γραφικές μελέτες. Όταν τον ρώτησαν γιατί είχε τόσο λίγες μελέτες τη στιγμή που οι περισσότεροι ευαγγελιζόμενοι είχαν 10 με 20, διαπιστώθηκε ότι την κάθε μελέτη την παρακολουθούσαν περίπου 50 ενδιαφερόμενοι! Ήταν φανερό ότι ο Ιεχωβά ευλόγησε εκείνη τη διευθέτηση γιατί σύντομα πολλοί από όσους παρακολουθούσαν τις μελέτες εξέφρασαν την επιθυμία να μεταδώσουν τα καλά νέα σε άλλους. Στο τέλος μιας μελέτης, ο Πάβελ ανακοίνωσε ότι όποιοι ήθελαν να γίνουν ευαγγελιζόμενοι μπορούσαν να παραμείνουν. Δεν έφυγε κανείς, και όλοι έγιναν ευαγγελιζόμενοι. Ο αριθμός των πάγκων με τα έντυπα στην πόλη αυξήθηκε, και σύντομα υπήρχαν πολλά περίπτερα στις πλατείες και στα πάρκα της πόλης γεμάτα έντυπα.

Τώρα ήταν καιρός να περάσουν σε μια άλλη μορφή υπηρεσίας, τη διακονία από πόρτα σε πόρτα. Αλλά πώς ήταν δυνατόν να ξεκινήσουν όταν σχεδόν κανένας ευαγγελιζόμενος δεν είχε συμμετάσχει ποτέ σε αυτή τη μορφή υπηρεσίας; Εκείνοι που ήθελαν να μάθουν πώς να κηρύττουν από σπίτι σε σπίτι συνόδευαν το ζεύγος Ντίμοφ στη διακονία. Συχνά οι ευαγγελιζόμενοι που ήθελαν να μάθουν ήταν πολλοί. Μερικές φορές συνόδευαν τον Πάβελ στην πόρτα δέκα ευαγγελιζόμενοι μαζί! Το εκπληκτικό είναι ότι αυτό δεν φόβιζε τους οικοδεσπότες, οι οποίοι μιλούσαν ευχαρίστως στην ομάδα. Μερικοί, μάλιστα, τους προσκαλούσαν όλους μαζί να περάσουν στο διαμέρισμά τους.

Σύντομα οι καινούριοι ευαγγελιζόμενοι επιθυμούσαν να κηρύξουν και έξω από την πόλη του Ιβάνοβο, γι’ αυτό οργανώθηκαν ταξίδια σε άλλες πόλεις της Περιφέρειας του Ιβάνοβο. Ομάδες των 50 ατόμων έπαιρναν το τρένο, και οι ευαγγελιζόμενοι άρχιζαν να κηρύττουν καθ’ οδόν προς την πόλη του προορισμού τους και μετά χωρίζονταν σε ζευγάρια. Καθώς κάλυπταν τις πολυκατοικίες, προσκαλούσαν τους ανθρώπους σε μια συνάθροιση που θα διεξαγόταν το ίδιο βράδυ. Στη συνάθροιση, οι αδελφοί πρόβαλλαν βιντεοταινίες τις οποίες έχουν παραγάγει οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Επίσης, εκφωνούσαν μια ομιλία. Μετά τη συνάθροιση, προσφερόταν σε όλους τους παρόντες μια οικιακή Γραφική μελέτη, και εκείνοι που ήθελαν να μελετήσουν έδιναν τη διεύθυνσή τους στους αδελφούς. Χάρη σε αυτές τις δραστηριότητες, σε αρκετές πόλεις της Περιφέρειας του Ιβάνοβο σχηματίστηκαν μέχρι και πέντε εκκλησίες.

Το 1994, μόνο στο Ιβάνοβο, υπήρχαν 125 ευαγγελιζόμενοι, και 1.008 άτομα παρευρέθηκαν στην Ανάμνηση. Στη διάρκεια του ίδιου έτους, 62 άτομα από το Ιβάνοβο βαφτίστηκαν στη συνέλευση περιφερείας. Μια καινούρια εκκλησία είχε σχηματιστεί σε μία μέρα! Τώρα, στην Περιφέρεια του Ιβάνοβο, 1.800 διαγγελείς της Βασιλείας είναι δραστήριοι στο έργο του Κυρίου.

ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΕΝΑΝΤΙΩΣΗ

Σε αρκετές πόλεις, δεν ήταν εύκολο να πάρουν οι αδελφοί την έγκριση να χρησιμοποιήσουν τα στάδια για συνελεύσεις. Για παράδειγμα, στο Νοβοσιμπίρσκ, εναντιούμενοι που υποστηρίζονταν από τον κλήρο οργάνωσαν ένα συλλαλητήριο ακριβώς μπροστά στην είσοδο του σταδίου όπου διεξαγόταν η συνέλευση. Ένα πλακάτ που είχαν φτιάξει αυτοί οι εναντιούμενοι έγραφε: «Προφυλαχτείτε από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά». Εντούτοις, οι διαδηλωτές δεν είχαν αντιληφθεί ότι τα δύο τελευταία γράμματα της πρώτης λέξης στο πλακάτ ήταν μουντζουρωμένα, και έτσι το πλακάτ έγραφε: «Προφυλάξτε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά».

Το 1998, ενώ καταβάλλονταν προσπάθειες για να διεξαχθεί μια συνέλευση περιοχής στο Ομσκ, δημιουργήθηκαν προβλήματα. Υπό την πίεση των εναντιουμένων, οι τοπικές αρχές ανάγκασαν την τελευταία στιγμή το διευθυντή της αίθουσας να ακυρώσει τη συμφωνία που είχε κάνει με τους Μάρτυρες για την ενοικίαση του χώρου. Αρκετές εκατοντάδες άτομα που έρχονταν για τη συνέλευση άρχισαν να συγκεντρώνονται δίπλα στην αίθουσα. Έντρομος ο διευθυντής, φοβούμενος και για τον εαυτό του και για την αίθουσα, άρχισε να εκλιπαρεί τους αδελφούς να πουν στους συγκεντρωμένους να μην καταφύγουν στη βία. Οι αδελφοί τον καθησύχασαν λέγοντάς του ότι κανείς εκεί δεν θα σήκωνε χέρι σε κανέναν. Οι εκπρόσωποι έβγαλαν ήσυχα φωτογραφίες μεταξύ τους για να θυμούνται την περίσταση και έφυγαν. Ο διευθυντής πείστηκε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι ειρηνικός λαός. Δύο εβδομάδες αργότερα, η συνέλευση διεξάχθηκε σε κάποια άλλη αίθουσα. Όταν οι εναντιούμενοι έμαθαν για τη συνέλευση ήταν πολύ αργά για να τη σταματήσουν, και έφτασαν όταν πια το πρόγραμμα κόντευε να τελειώσει.

ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ «ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΑ ΑΣΤΡΑ»

Από τις 22 ως τις 24 Αυγούστου 2003, μία από τις αρκετές συνελεύσεις περιφερείας στη νοηματική γλώσσα επρόκειτο να διεξαχθεί στη Σταυρούπολη, στην Καυκασία. Ήρθαν εκπρόσωποι από 70 πόλεις της Ρωσίας. Ωστόσο, η συνέλευση παραλίγο να ακυρωθεί εξαιτίας της σφοδρής εναντίωσης από τις αρχές της πόλης. Μία μέρα πριν από τη συνέλευση, ο διευθυντής της αίθουσας ακύρωσε το ενοικιαστήριο. Αλλά την Παρασκευή 22 Αυγούστου, οι αδελφοί συμφώνησαν με τους υπευθύνους ενός τσίρκου να χρησιμοποιήσουν το χώρο τους για τη συνέλευση.

Το πρόγραμμα άρχισε στις 3:00 μ.μ., αλλά λίγο μετά το διάλειμμα έγινε διακοπή ρεύματος στο κτίριο. Οι εκπρόσωποι έμειναν υπομονετικά στις θέσεις τους και το πρόγραμμα συνεχίστηκε μία ώρα αργότερα όταν αποκαταστάθηκε η ηλεκτροδότηση, ενώ ολοκληρώθηκε στις 9:30 μ.μ.

Η δεύτερη μέρα της συνέλευσης άρχισε χωρίς ρεύμα στις 9:30 π.μ. Έπειτα από λίγο κόπηκε και το νερό. Πώς θα μπορούσαν οι αδελφοί να συνεχίσουν τη συνέλευση χωρίς νερό και φώτα; Στις 10:50 π.μ., η Επιτροπή Συνέλευσης αποφάσισε να ανοίξει όλες τις πόρτες του χώρου, καθώς η μέρα ήταν φωτεινή και ηλιόλουστη. Χρησιμοποιώντας επινοητικότητα, οι αδελφοί έβγαλαν έξω στο δρόμο μεγάλους καθρέφτες για να αντανακλάται το φως του ήλιου μέσα στην αίθουσα και πάνω στον ομιλητή. Αν και το ακροατήριο μπορούσε τώρα να δει τον ομιλητή, σύντομα διαπιστώθηκε ότι το λαμπρό φως δυσκόλευε τον ομιλητή να βλέπει τις σημειώσεις του! Γι’ αυτό, χρησιμοποιώντας άλλους καθρέφτες, οι αδελφοί κατηύθυναν το φως του ήλιου σε μια μεγάλη μπάλα με καθρέφτες που κρεμόταν από το θόλο του τσίρκου. Ο χώρος γέμισε με πολλά φωτάκια που τρεμόπαιζαν, και τώρα ο ομιλητής και όλοι οι παρόντες μπόρεσαν να συγκεντρωθούν στο πρόγραμμα. Το αποτέλεσμα ήταν μια μοναδική συνέλευση «κάτω από τα άστρα». Έτσι περιέγραψαν οι εκπρόσωποι τα πολλά φωτάκια που τρεμόπαιζαν μέσα στο σκοτεινό χώρο του τσίρκου.

Έπειτα από λίγο, ο δήμαρχος και αρκετοί αξιωματούχοι έφτασαν με αυτοκίνητα στο χώρο. Έμειναν έκπληκτοι όταν είδαν ότι οι Μάρτυρες συνέχιζαν τη συνέλευσή τους. Περισσότερο από όλα, τους εντυπωσίασε η διαγωγή των εκπροσώπων της συνέλευσης. Κανείς τους δεν διαμαρτυρόταν ούτε παραπονιόταν, και όλη η προσοχή τους ήταν στραμμένη στο βήμα. Ο αρχηγός της αστυνομίας, ο οποίος προηγουμένως ήταν εχθρικός προς τους Μάρτυρες, συγκινήθηκε τόσο πολύ με αυτό που είδε ώστε είπε: «Στην καρδιά και στην ψυχή μου είμαι μαζί σας, αλλά ζούμε σε έναν κόσμο που δεν σας συμπαθεί».

Οι αξιωματούχοι έφυγαν, και σύντομα η ηλεκτροδότηση αποκαταστάθηκε στο κτίριο. Μολονότι τις πρώτες δύο ημέρες το πρόγραμμα τελείωσε αργά, οι εκπρόσωποι έμειναν στις θέσεις τους μέχρι και την τελική προσευχή. Παρά την εναντίωση, ο αριθμός των εκπροσώπων μεγάλωνε κάθε μέρα, από 494 την Παρασκευή σε 535 το Σάββατο και σε 611 την Κυριακή! Στην τελική προσευχή του προγράμματος, εκφράστηκε ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη στον Ιεχωβά ο οποίος είχε επιτρέψει τη διεξαγωγή αυτής της εκπληκτικής συνέλευσης. Οι εκπρόσωποι έφυγαν χαρούμενοι, πιο σταθερά αποφασισμένοι να υπηρετούν τον ουράνιο Πατέρα τους, αινώντας το όνομά του.

ΚΟΥΦΑ ΑΤΟΜΑ ΑΙΝΟΥΝ ΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ

Ανάμεσα στους χιλιάδες εκπροσώπους από τη Σοβιετική Ένωση που παρακολούθησαν την ειδική συνέλευση στην Πολωνία το 1990 ήταν και αρκετοί κουφοί. Έχοντας λάβει πνευματική ενθάρρυνση στη συνέλευση, αυτοί οι πρώτοι «σπορείς» κατέβαλαν σθεναρές προσπάθειες για να κηρύξουν. Ήδη από το 1992, μπορούσε να λεχθεί ότι και αυτό το τμήμα του αγρού είχε ωριμάσει για θερισμό και ότι “ο θερισμός θα ήταν πολύς”. (Ματθ. 9:37) Το 1997 δημιουργήθηκε η πρώτη εκκλησία νοηματικής, ενώ σε όλη τη χώρα υπήρχαν αμέτρητοι όμιλοι νοηματικής. Το 2002 σχηματίστηκε μια περιοχή νοηματικής γλώσσας—η μεγαλύτερη περιοχή στον κόσμο από γεωγραφική άποψη. Το 2006, η αναλογία ευαγγελιζομένων σε σχέση με τον πληθυσμό ήταν 1 προς 300 για τους κουφούς της χώρας, ενώ στον ακούοντα πληθυσμό ήταν 1 προς 1.000.

Ήταν απαραίτητο να γίνουν ποιοτικές μεταφράσεις των εντύπων μας στη νοηματική γλώσσα. Το 1997 το γραφείο τμήματος της Ρωσίας άρχισε τη μετάφραση στη νοηματική. Η Γιεβντοκία, μια από τις κουφές αδελφές της μεταφραστικής ομάδας της νοηματικής, λέει: «Για εμένα, το να υπηρετώ στο Μπέθελ και να μεταφράζω τα έντυπά μας στη νοηματική είναι ειδικό προνόμιο. Στον κόσμο, οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται τους κουφούς και τους θεωρούν κατώτερους. Αλλά τα πάντα είναι διαφορετικά στην οργάνωση του Θεού. Πρώτον, βλέπω ότι ο ίδιος ο Ιεχωβά εμπιστεύεται εμάς, τους κουφούς, για να μεταφέρουμε την αλήθεια στη γλώσσα μας. Δεύτερον, αισθανόμαστε άνετα μέσα στο λαό του Ιεχωβά και είμαστε πραγματικά ευτυχισμένοι που αποτελούμε μέρος μιας τόσο μεγάλης οικογένειας».

ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΓΛΩΣΣΑ

Μολονότι η ρωσική ήταν η κύρια γλώσσα του εμπορίου και της παιδείας στη Σοβιετική Ένωση, στην επικράτειά της μιλιούνταν και περίπου 150 άλλες γλώσσες. Το 1991, μετά τη διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης σε 15 κράτη, πολλά άτομα που μιλούν εκείνες τις γλώσσες εκδήλωσαν ενδιαφέρον για την αλήθεια, ειδικά στις χώρες που είχαν μόλις αποκτήσει την ανεξαρτησία τους. Σε αρμονία με το εδάφιο Αποκάλυψη 14:6, καταβλήθηκαν συντονισμένες προσπάθειες για κήρυγμα σε ανθρώπους από «κάθε έθνος και φυλή και γλώσσα και λαό» μέσα σε αυτόν τον αχανή τομέα. Αυτό κατέστησε απαραίτητη την παραγωγή της Σκοπιάς σε 14 νέες γλώσσες στον τομέα του γραφείου τμήματος της Ρωσίας προκειμένου να παρασχεθεί πνευματική τροφή σε δεκάδες χιλιάδες νέους μαθητές. Για να διευκολύνει τη διάδοση των καλών νέων, το γραφείο τμήματος της Ρωσίας επιβλέπει τη μετάφραση εντύπων σε 40 και πλέον γλώσσες, καθιστώντας έτσι εφικτό να αγγίζει η Γραφική αλήθεια καρδιές πιο γρήγορα και πιο βαθιά από όσο ποτέ προηγουμένως.

Οι περισσότερες από αυτές τις γλώσσες μιλιούνται μέσα στη Ρωσική Ομοσπονδία. Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος να ακούσει την οσετική να μιλιέται στους δρόμους του Μπεσλάν και του Βλαντικαυκάς, την μπουριατική, που μοιάζει με τη μογγολική, στην περιοχή γύρω από τη λίμνη Βαϊκάλη, τη γιακουτική, μια αλταϊκή-τουρκική γλώσσα, να μιλιέται από εκτροφείς ταράνδων και άλλους κατοίκους της ρωσικής Άπω Ανατολής, καθώς και περίπου 30 άλλες γλώσσες στην Καυκασία. Μετά τη ρωσική, η μεγαλύτερη γλωσσική ομάδα στη Ρωσία είναι η ταταρική, στην οποία ανήκουν περισσότεροι από πέντε εκατομμύρια άνθρωποι, ειδικά στην περιοχή που είναι γνωστή ως Ταταρστάν.

Οι ταταρόφωνοι είναι συνήθως πρόθυμοι να διαβάζουν τα έντυπα στην ταταρική, ενώ ελάχιστοι δέχονται έντυπα στη ρωσική. Στη διάρκεια της εκστρατείας με το φυλλάδιο Νέα της Βασιλείας Αρ. 35, μια γυναίκα που ζούσε σε αγροτική περιοχή πήρε ένα αντίτυπο του φυλλαδίου Νέα της Βασιλείας και έγραψε μια επιστολή ζητώντας το ειδικό βιβλιάριο Τι Απαιτεί ο Θεός στην ταταρική. Μια αδελφή τής έστειλε το βιβλιάριο και μια επιστολή, και η γυναίκα ανταποκρίθηκε στέλνοντας μια ενθουσιώδη οχτασέλιδη απάντηση. Σύντομα άρχισε να μελετάει την Αγία Γραφή, χρησιμοποιώντας τα έντυπα στην ταταρική. Ένας κύριος που πήρε το ειδικό βιβλιάριο Ενδιαφέρεται ο Θεός στην ταταρική είπε ότι αυτό τον βοήθησε να δει την παγκόσμια κατάσταση με διαφορετικό μάτι. Αυτά τα αποτελέσματα δεν θα είχαν επιτευχθεί χωρίς έντυπα στην ταταρική γλώσσα.

Μια γυναίκα που μιλάει τη γλώσσα μάρι πήρε το φυλλάδιο Νέα της Βασιλείας Αρ. 35. Αφού το διάβασε, θέλησε να μάθει περισσότερα, αλλά δεν υπήρχαν Μάρτυρες στην αγροτική περιοχή όπου ζούσε. Ήρθε σε επαφή με κάποιον Μάρτυρα του Ιεχωβά όταν επισκέφτηκε την πόλη, και πήρε το βιβλίο Γνώση και άλλα έντυπα στη ρωσική. Αφού τα μελέτησε μόνη της, άρχισε να κηρύττει στην περιοχή της και σύντομα ξεκίνησε μελέτη με έναν όμιλο ενδιαφερομένων. Κατόπιν, έμαθε για μια ημέρα ειδικής συνέλευσης που επρόκειτο να διεξαχθεί στο Ιζέφσκ και ταξίδεψε ως εκεί με την ελπίδα να βαφτιστεί. Ωστόσο, στη συνέλευση διαπίστωσε ότι όσοι θέλουν να βαφτιστούν πρέπει να κάνουν επισταμένη μελέτη της Αγίας Γραφής, και οι αδελφοί έκαναν διευθετήσεις για να τη βοηθήσουν από πνευματική άποψη. Όλα αυτά ήταν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι διάβασε το φυλλάδιο Νέα της Βασιλείας στη δική της γλώσσα.

Στο Βλαντικαυκάς, υπήρχε μόνο μία οσετική εκκλησία, ενώ στις συνελεύσεις περιοχής και περιφερείας δεν μεταφραζόταν καμία ομιλία στην οσετική. Το 2002, όμως, μεταφράστηκαν κάποιες ομιλίες για πρώτη φορά. Οι οσετόφωνοι αδελφοί πετούσαν από τη χαρά τους! Ακόμη και αυτοί που γνώριζαν καλά τη ρωσική είπαν ότι το να ακούν το Γραφικό άγγελμα στη μητρική τους γλώσσα άγγιξε την καρδιά τους. Αυτό συνέβαλε στην πνευματική αύξηση της εκκλησίας και έλκυσε πολλούς Οσέτιους στην αλήθεια. Το 2006 δημιουργήθηκε μια περιοχή στην Οσετία, και για πρώτη φορά διεξάχθηκαν συνελεύσεις περιοχής στην οσετική.

Στη διάρκεια μιας επίσκεψης περιοδευόντων επισκόπων σε έναν όμιλο στο απομακρυσμένο χωριό Ακτάς στο Αλτάι, περίπου 30 άτομα συγκεντρώθηκαν σε ένα διαμέρισμα, μολονότι ο όμιλος αποτελούνταν από λίγους μόνο ευαγγελιζομένους. Όλοι άκουσαν τη δημόσια ομιλία, αλλά στη διάρκεια της υπηρεσιακής ομιλίας του επισκόπου περιφερείας περίπου οι μισοί από τους παρόντες έφυγαν. Μετά τη συνάθροιση, ο επίσκοπος περιφερείας ρώτησε τους ντόπιους αδελφούς γιατί έφυγαν τόσο πολλοί. Μια ηλικιωμένη Αλταϊνή απάντησε με σπαστά ρωσικά: «Κάνετε σπουδαίο έργο, αλλά δεν κατάλαβα σχεδόν τίποτα!» Στην επόμενη επίσκεψη του επισκόπου περιοχής έγινε διερμηνεία των ομιλιών, και έμειναν όλοι για να απολαύσουν ολόκληρο το πρόγραμμα.

Υπάρχει μεγάλος πληθυσμός ξένων φοιτητών στην πόλη Βορόνεζ. Το 2000, ένας κινεζόφωνος διακονικός υπηρέτης διοργάνωσε μερικά ανεπίσημα μαθήματα κινεζικής γλώσσας. Πολλοί Μάρτυρες ανταποκρίθηκαν στην υπάρχουσα ανάγκη και άρχισαν να κηρύττουν στους Κινέζους φοιτητές. Η κινεζική είναι εξαιρετικά δύσκολη γλώσσα, αλλά οι αδελφοί δεν παραιτήθηκαν. Το Φεβρουάριο του 2004, οργανώθηκε η πρώτη κινεζική μελέτη βιβλίου στην πόλη. Εκείνον τον Απρίλιο, βαφτίστηκε ο πρώτος Κινέζος σπουδαστής της Γραφής και έπειτα από δύο μήνες βαφτίστηκε άλλος ένας. Τώρα, τη μελέτη βιβλίου την παρακολουθούν τακτικά ομάδες ενδιαφερομένων, ενώ διεξάγονται γύρω στις 15 Γραφικές μελέτες στην κινεζική. Καθώς τα καλά νέα φτάνουν σε όλα τα μέρη αυτού του αχανούς αγρού, το γραφείο τμήματος στη Ρωσία συνεχίζει να ανταποκρίνεται στις αιτήσεις για περισσότερα έντυπα σε περισσότερες γλώσσες.

ΟΙ ΣΚΑΠΑΝΕΙΣ ΛΑΒΑΙΝΟΥΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Η Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα διεξάγεται στη Ρωσία εδώ και αρκετά χρόνια. Κάθε τάξη αποτελείται από 20 με 30 άτομα, κυρίως ντόπιους σκαπανείς, οι οποίοι δεν χρειάζεται να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις για να παρακολουθήσουν τη σχολή. Ωστόσο, τα πράγματα δεν ήταν έτσι όταν η σχολή διεξάχθηκε για πρώτη φορά στη Ρωσία. Ο Ρόμαν Σκίμπα θυμάται: «Η Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα που έχει χαραχτεί πιο έντονα στη μνήμη μου ήταν αυτή που έγινε στο Αικατερινμπούργκ το 1996. Την είχαν παρακολουθήσει περισσότεροι από 40 αδελφοί και αδελφές. Για να παρακολουθήσουν τη σχολή, πολλοί χρειάστηκε να διανύσουν εκατοντάδες χιλιόμετρα, μερικοί δε σχεδόν 1.000 χιλιόμετρα».

Η Σβετλάνα υπηρετεί ως τακτική σκαπάνισσα στον αγρό της νοηματικής γλώσσας από το 1997. Τον Ιανουάριο του 2000, παρακολούθησε τη σχολή σκαπανέων στη νοηματική. Μετά τη σχολή, η Σβετλάνα αφηγήθηκε πώς τη βοήθησε η σχολή να βελτιώσει την ποιότητα της διακονίας της και να κατανοήσει τι σημαίνει να είναι κανείς Χριστιανός μέσα στην οικογένεια και στην εκκλησία. Η Σβετλάνα λέει: «Άρχισα να τρέφω μεγαλύτερη αγάπη για τους άλλους. Επίσης, συνειδητοποίησα την αξία της συνεργασίας με τους αδελφούς και τις αδελφές, και τώρα δέχομαι συμβουλή πρόθυμα. Η ποιότητα των Γραφικών μελετών μου έχει επίσης βελτιωθεί σημαντικά, επειδή άρχισα να χρησιμοποιώ παραδείγματα στη διδασκαλία μου».

Η Αλιόνα υπηρετεί ως σκαπάνισσα στο Χαμπάροφσκ, μια πόλη στη ρωσική Άπω Ανατολή, και βοηθάει κουφούς να γνωρίσουν την αλήθεια. Για να το κάνει αυτό πιο αποτελεσματικά, η Αλιόνα θέλησε να παρακολουθήσει τη Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα στη νοηματική γλώσσα. Τι είδους δυσκολίες χρειάστηκε να ξεπεράσει; Η Αλιόνα λέει: «Η πλησιέστερη σχολή σκαπανέων στη νοηματική διεξάχθηκε στη Μόσχα, η οποία απέχει 9.000 χιλιόμετρα από το Χαμπάροφσκ. Για να παρακολουθήσω τη σχολή, χρειάστηκε να ταξιδέψω με το τρένο οχτώ μέρες για να πάω και άλλες τόσες για να επιστρέψω». Αλλά δεν το μετάνιωσε καθόλου!

Εκτός από τις σχολές για να βοηθηθούν όσοι υπηρετούν στον αγρό της νοηματικής, εκατοντάδες Σχολές Υπηρεσίας Σκαπανέα διεξάχθηκαν στη Ρωσία από το 1996 μέχρι το 2006. Η εκπαίδευση των σκαπανέων έχει συμβάλει άμεσα στη συνολική αύξηση που βλέπει κανείς στο έργο κηρύγματος και στις εκκλησίες. Ο Μάρτσιν, ο οποίος υπηρετεί τώρα ως επίσκοπος περιοχής, θυμάται: «Το 1995, διορίστηκα ειδικός σκαπανέας στην Εκκλησία Κούντσεβο στη Μόσχα. Πήγα στη δημόσια ομιλία και στη Μελέτη Σκοπιάς, και ήταν σαν να διεξαγόταν συνέλευση! Στην αίθουσα βρίσκονταν περίπου 400 άνθρωποι. Εκείνον τον καιρό, η εκκλησία είχε 300 ευαγγελιζομένους. Σε λιγότερο από δέκα χρόνια, δέκα νέες εκκλησίες είχαν δημιουργηθεί από εκείνη την αρχική εκκλησία!

»Ενόσω υπηρετούσα ως επίσκοπος περιοχής στη διάρκεια των ετών 1996 και 1997, είδα εκπληκτική αύξηση στην περιοχή. Επισκέφτηκα μια εκκλησία στην πόλη Βόλζσκι, στην Περιφέρεια του Βόλγκογκραντ, και ξαναπήγα εκεί έξι μήνες αργότερα. Σε αυτό το διάστημα, εκείνη η εκκλησία είχε 75 καινούριους ευαγγελιζομένους. Ήταν σαν να εμφανίστηκε μια εντελώς καινούρια εκκλησία! Το πνεύμα που έδειχναν αυτοί οι καινούριοι, ζηλωτές ευαγγελιζόμενοι δύσκολα περιγράφεται. Τις συναθροίσεις για υπηρεσία αγρού, που διεξάγονταν σε ένα διαμέρισμα σε κάποιο πολυώροφο κτίριο, τις παρακολουθούσαν τακτικά μέχρι και 80 άτομα. Πολλοί στέκονταν όρθιοι στις σκάλες και στα πλατύσκαλα επειδή δεν χωρούσαν στο διαμέρισμα».

ΝΕΑΡΑ ΑΤΟΜΑ ΔΟΞΑΖΟΥΝ ΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ

Πολλά νεαρά άτομα δείχνουν ενδιαφέρον για το άγγελμα της Βασιλείας παρά την εναντίωση από τους γονείς τους. Μια 22χρονη αδελφή αφηγείται: «Το 1995, όταν ήμουν εννιά ετών, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κήρυξαν στους γονείς μου, αλλά εκείνοι δεν δέχτηκαν την αλήθεια. Εγώ ενδιαφερόμουν να μάθω περισσότερα για τον Θεό. Ευτυχώς, κάποια φίλη που ήταν και συμμαθήτριά μου άρχισε να μελετάει τη Γραφή και συμμετείχα και εγώ στη μελέτη της. Όταν το έμαθαν οι γονείς μου, μου απαγόρευσαν να συναναστρέφομαι με τους Μάρτυρες. Μερικές φορές με κλείδωναν ολομόναχη στο διαμέρισμά μας για να με εμποδίσουν να πάω στη μελέτη. Αυτό συνεχίστηκε μέχρι που ενηλικιώθηκα. Έφυγα από το σπίτι για να φοιτήσω σε μια σχολή σε άλλη πόλη και βρήκα τους Μάρτυρες εκεί. Πόσο χάρηκα που ξεκίνησα και πάλι τη Γραφική μου μελέτη! Αγάπησα τον Ιεχωβά με όλη μου την καρδιά και βαφτίστηκα σε μια συνέλευση περιφερείας το 2005. Μετά το βάφτισμά μου, άρχισα αμέσως το βοηθητικό σκαπανικό. Τώρα οι γονείς μου βλέπουν ευνοϊκά αυτό που υπήρξε για εμένα τόσο πολύτιμο από την παιδική μου ηλικία».

Μια άλλη αδελφή θυμάται: «Το 1997, όταν ήμουν 15 ετών, οι Μάρτυρες μου πρόσφεραν ένα αντίτυπο του Ξύπνα! Μου άρεσε πραγματικά το όνομα του περιοδικού και τα περιεχόμενά του, και ήθελα να το παίρνω τακτικά. Όταν ο πατέρας μου έμαθε ότι διάβαζα αυτό το περιοδικό, απαγόρευσε στους Μάρτυρες να έρχονται στο σπίτι μας. Λίγο καιρό αργότερα, η ξαδέλφη μου άρχισε να μελετάει τη Γραφή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και στις αρχές του 2002 ξεκίνησα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας μαζί της. Εκεί έμαθα ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά υπηρετούν ως ιεραπόστολοι, και καλλιέργησα τη διακαή επιθυμία να βοηθήσω άλλα άτομα να μάθουν για τον Θεό. Αλλά η ξαδέλφη μου μού εξήγησε ότι έπρεπε πρώτα να κόψω το κάπνισμα, να εναρμονίσω τη ζωή μου με το θέλημα του Θεού και να αρχίσω να τον υπηρετώ. Άκουσα αυτή τη συμβουλή, και έξι μήνες αργότερα βαφτίστηκα και άρχισα αμέσως το βοηθητικό σκαπανικό. Χαίρομαι που βρήκα πραγματικό σκοπό στη ζωή».

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ “ΕΠΙΘΥΜΗΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ” ΣΤΗ ΣΑΧΑ

Μια περιοχή που σχηματίστηκε περιλαμβάνει την Περιφέρεια του Αμούρ και ολόκληρη την έκταση της Σάχα. Στη διάρκεια του υπηρεσιακού έτους 2005, το Γιακούτσκ, η πρωτεύουσα της Σάχα, φιλοξένησε για πρώτη φορά μια συνέλευση περιοχής και μια ημέρα ειδικής συνέλευσης. Ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο να βλέπει κανείς άτομα από τον αυτόχθονα πληθυσμό να παρακολουθούν εκείνες τις συνελεύσεις.

Για την εξυπηρέτηση των αδελφών, η περιοχή διαιρέθηκε σε πέντε τμήματα, το καθένα από τα οποία διεξήγαγε τη δική του συνέλευση. Για να πάνε οι περιοδεύοντες επίσκοποι από τη μία συνέλευση στην άλλη, έπρεπε να ταξιδέψουν 24 ώρες με τρένο, 15 ώρες με αυτοκίνητο και 3 ώρες με αεροπλάνο.

Ο χειμώνας σε αυτή την περιοχή είναι πολύ κρύος, με τη θερμοκρασία να πέφτει στους μείον 50 βαθμούς Κελσίου ή και χαμηλότερα. Παρ’ όλα αυτά, οι ντόπιοι ευαγγελιζόμενοι κηρύττουν όχι μόνο σε πολυώροφες πολυκατοικίες αλλά και από σπίτι σε σπίτι.

Δύο όμιλοι ευαγγελιζομένων σχηματίστηκαν στις αρχές του 2005. Ο ένας όμιλος είναι στο χωριό Χαϊγίρ, 80 χιλιόμετρα από τις ακτές της Θάλασσας Λάπτεφ, πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο. Το χωριό έχει 500 κατοίκους, ανάμεσά τους και 4 Μάρτυρες. Το 2004, την Ανάμνηση που διεξάχθηκε σε αυτό το χωριό την παρακολούθησαν 76 άτομα. Για να επισκεφτεί τον όμιλο του χωριού, ο επίσκοπος περιοχής πρέπει πρώτα να διανύσει 900 χιλιόμετρα με το αεροπλάνο και μετά άλλα 450 χιλιόμετρα με το αυτοκίνητο σε χιονισμένους δρόμους.

Ένας άλλος όμιλος ιδρύθηκε στο απομακρυσμένο χωριό Ουστ-Νέρα, 100 χιλιόμετρα από το χωριό Οϊμιακόν. Οι θερμοκρασίες το χειμώνα σε αυτή την περιοχή μερικές φορές αγγίζουν τους μείον 60 βαθμούς Κελσίου. Για να παρακολουθήσουν την περσινή συνέλευση περιοχής, οι ευαγγελιζόμενοι αυτού του ομίλου ξεκίνησαν με δύο αυτοκίνητα. Έπρεπε να διανύσουν περίπου 2.000 χιλιόμετρα μόνο για να πάνε, κυρίως μέσα από απομακρυσμένες, ακατοίκητες εκτάσεις με θερμοκρασίες που έφταναν τους μείον 50 βαθμούς Κελσίου.

Ένας επίσκοπος περιοχής ανέφερε μια ενδιαφέρουσα εμπειρία η οποία έλαβε χώρα σε ύψος 4.000 μέτρων. «Στη διάρκεια της εκστρατείας με το ειδικό βιβλιάριο Να Είστε σε Εγρήγορση!, διεξάχθηκε στην περιοχή μας μια σειρά συνελεύσεων. Ο επίσκοπος περιφερείας και εγώ ταξιδεύαμε αεροπορικώς για την επόμενη συνέλευση. Δυστυχώς, μας είχαν τελειώσει τα βιβλιάρια της εκστρατείας και έτσι προσφέραμε στην αεροσυνοδό το ειδικό βιβλιάριο Τι Απαιτεί ο Θεός από Εμάς; Εκείνη μας είπε ότι είχε ήδη πάρει κάποια Γραφικά έντυπα και, προς έκπληξή μας, μας έδειξε ένα αντίτυπο του ειδικού βιβλιαρίου Να Είστε σε Εγρήγορση! Πόσο χαρήκαμε που οι αδελφοί μας ήταν δραστήριοι στο έργο! Στη διάρκεια της συζήτησής μας, πέρασε ο συγκυβερνήτης του αεροσκάφους. Δείχνοντας ενδιαφέρον, συμμετείχε στη συζήτησή μας, η οποία συνεχίστηκε σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της πτήσης. Έχοντας μείνει ευχαριστημένος από τη συζήτηση, πήρε αρκετά περιοδικά για να τα δώσει στα άλλα μέλη του πληρώματος στο πιλοτήριο».

ΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ ΣΤΗ ΣΑΧΑΛΙΝΗ

Στη Σαχαλίνη, ένα νησί που βρίσκεται πάνω από το Χοκάιντο, το βορειότερο νησί της Ιαπωνίας, οι Μάρτυρες έφτασαν για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Οι αδελφοί από το Βλαδιβοστόκ, οι οποίοι επέβλεπαν το έργο κηρύγματος στην ευρύτερη περιοχή, παρότρυναν τον Σεργκέι Σάγκιν να διευρύνει τη διακονία του και να μετακομίσει στο νησί για να κηρύξει στους κατοίκους του. Ενώ εργαζόταν στο λιμάνι, ο Σεργκέι προσπαθούσε να αρχίζει συζητήσεις για Γραφικά θέματα με τους άλλους εργάτες. Έπειτα από λίγο διεξήγε αρκετές Γραφικές μελέτες. Μολονότι ο Σεργκέι αργότερα αναγκάστηκε να φύγει από το νησί, οι σπόροι της αλήθειας τελικά καρποφόρησαν.

Οι συνελεύσεις του 1989 και του 1990 στην Πολωνία υποκίνησαν πολλούς Μάρτυρες στη Ρωσία να διευρύνουν τη διακονία τους και να μετακομίσουν εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Το 1990, ο Σεργκέι και η Γκαλίνα Αβέριν μετακόμισαν από το Χαμπάροφσκ, που βρίσκεται στη ρωσική Άπω Ανατολή, στο Κόρσακοφ της Σαχαλίνης. Λίγους μήνες αργότερα, δύο σκαπανείς και αρκετοί ευαγγελιζόμενοι μετακόμισαν στο Γιούζνο-Σαχαλίνσκ, όπου υπήρχε μόνο μία αδελφή μας.

Ο Πάβελ Σιβούλσκι, γιος του Πάβελ Σιβούλσκι που αναφέρθηκε προηγουμένως και ένας από εκείνους τους δύο σκαπανείς, υπηρετεί τώρα στο Μπέθελ. Ο Πάβελ θυμάται: «Όταν φτάσαμε στο Γιούζνο-Σαχαλίνσκ, ένας αδελφός και εγώ μείναμε σε ξενοδοχείο επειδή δεν μπορούσαμε να βρούμε αμέσως κάποιο μέρος για να μείνουμε. Ξεκινήσαμε το έργο από πόρτα σε πόρτα δίπλα στο ξενοδοχείο, και καθώς συζητούσαμε με τους ανθρώπους τούς ρωτούσαμε αν είχε κανείς κάποιον χώρο προς ενοικίαση. Συναντούσαμε ανθρώπους οι οποίοι μας ρωτούσαν πού θα μπορούσαν να συνεχίσουν τις Γραφικές συζητήσεις τους, αλλά ήμασταν αναγκασμένοι να τους λέμε ότι μέναμε σε ξενοδοχείο και ότι αμέσως μόλις βρίσκαμε κάπου να μείνουμε θα τους προσκαλούσαμε. Προσευχόμασταν ένθερμα στον Ιεχωβά να μας βοηθήσει να βρούμε εργασία και ένα μέρος για να μείνουμε. Ο Ιεχωβά απάντησε στις προσευχές μας. Έπειτα από λίγο καιρό είχαμε και εργασία και διαμέρισμα. Μια οικοδέσποινα μας προσκάλεσε να μείνουμε στο διαμέρισμά της. Δεν μας έπαιρνε ενοίκιο και μάλιστα μας μαγείρευε, πράγμα που μας βοηθούσε να δαπανούμε περισσότερο χρόνο στη διακονία. Ο Ιεχωβά μάς έδειξε ότι ήταν μαζί μας. Σύντομα διεξήγαμε πολλές Γραφικές μελέτες και οργανώναμε ομίλους μελέτης βιβλίου. Δύο μήνες αργότερα, νοικιάσαμε ένα σπίτι και αρχίσαμε να διεξάγουμε εκεί τις συναθροίσεις μας».

Καθώς η εκκλησία μεγάλωνε, πολλοί καινούριοι ευαγγελιζόμενοι ανέλαβαν την υπηρεσία σκαπανέα. Εκδήλωσαν το σκαπανικό πνεύμα και μετακόμισαν σε άλλα μέρη του νησιού για να μεταδώσουν την αλήθεια στους κατοίκους. Ο Ιεχωβά ευλόγησε πλούσια τη γεμάτη ζήλο διακονία αυτής της γοργά αυξανόμενης εκκλησίας, και τρία χρόνια μετά, το 1993, είχαν δημιουργηθεί οχτώ νέες εκκλησίες από εκείνη την αρχική!

Αργότερα, πολλοί ευαγγελιζόμενοι έφυγαν από το νησί εξαιτίας οικονομικών δυσκολιών καθώς και για να διευρύνουν τη διακονία τους. Όπως και προηγουμένως, αυτές οι προσπάθειες συνοδεύτηκαν από αύξηση. Τώρα, στο κέντρο του Γιούζνο-Σαχαλίνσκ υπάρχει μια όμορφη Αίθουσα Βασιλείας, και το νησί έχει εννιά εκκλησίες και τέσσερις ομίλους που αποτελούν μία περιοχή.

ΠΑΡΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΛΟΥΣ ΕΝΑΝΤΙΟΥΜΕΝΟΥΣ, Η ΠΟΡΤΑ ΑΝΟΙΓΕΙ

Τον πρώτο αιώνα, ο απόστολος Παύλος είπε: «Μου έχει ανοιχτεί μεγάλη πόρτα που οδηγεί σε δραστηριότητα, αλλά υπάρχουν πολλοί εναντιούμενοι». (1 Κορ. 16:9) Δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, ο αριθμός των εναντιουμένων δεν έχει μειωθεί. Από το 1995 έως το 1998, η εισαγγελία της Μόσχας άσκησε ποινική δίωξη εναντίον των Μαρτύρων τέσσερις φορές. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατηγορήθηκαν ότι ωθούν τους ανθρώπους στη θρησκευτική μισαλλοδοξία, ότι καταστρέφουν οικογένειες, ότι εμπλέκονται σε δράση κατά του Κράτους και ότι παραβιάζουν τα δικαιώματα των άλλων πολιτών. Όταν αυτές οι κατηγορίες δεν μπόρεσαν να επαληθευτούν, υποβλήθηκε αστική αγωγή κατά των Μαρτύρων το 1998 με τις ίδιες αβάσιμες κατηγορίες.

Περίπου έναν χρόνο αργότερα, το υπουργείο δικαιοσύνης καταχώρισε εκ νέου το Διοικητικό Κέντρο των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Ρωσία, αναγνωρίζοντας ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ασκούν καμία επιρροή η οποία να ωθεί τους ανθρώπους στο θρησκευτικό μίσος, να καταστρέφει οικογένειες ή να παραβιάζει τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ότι ούτε τα έντυπά τους κάνουν κάτι τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά, η εισαγγελία απήγγειλε ξανά τις ίδιες κατηγορίες!

Ορισμένοι καθηγητές θρησκευτικών σπουδών κατανοούν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά βασίζουν τις πεποιθήσεις τους αποκλειστικά στην Αγία Γραφή. Ο Δρ Ν. Σ. Γκορντιένκο, καθηγητής θρησκευτικών σπουδών στο Ρωσικό Κρατικό Παιδαγωγικό Πανεπιστήμιο Χέρτσεν στην Αγία Πετρούπολη, λέει: «Όταν οι ειδικοί κατηγορούν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά για τις διδασκαλίες τους, δεν συνειδητοποιούν ότι στην πραγματικότητα διατυπώνουν κατηγορίες εναντίον της Αγίας Γραφής».

Μολαταύτα, το Δικαστήριο της Πόλης της Μόσχας διέταξε την άρση της νομικής υπόστασης της κοινότητας των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Μόσχα. Ωστόσο, αυτό δεν εμποδίζει τους αδελφούς μας να εκπληρώνουν τη Γραφική εντολή να μεταδίδουν τα καλά νέα στους άλλους. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είναι πεπεισμένοι ότι ο λαός της Μόσχας θα πρέπει να αποφασίσει μόνος του για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Ο περιορισμός αυτού του δικαιώματος θα αποτελούσε παραβίαση των ελευθεριών κάθε κατοίκου της Μόσχας. Συνεπώς, οι Μάρτυρες στη Μόσχα θα συνεχίσουν να εκπληρώνουν την εντολή του Ιησού Χριστού να κηρύττουν και να κάνουν μαθητές. (Ματθ. 28:19, 20) Προς το παρόν, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξετάζει την απόφαση του Δικαστηρίου της Πόλης της Μόσχας.

Το Σεπτέμβριο του 1998, όταν άρχισε για πρώτη φορά η ακροαματική διαδικασία για την απόπειρα διάλυσης της κοινότητας των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Μόσχα, υπήρχαν 43 εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά εκεί. Οχτώ χρόνια αργότερα, υπήρχαν 93! Ο Ιεχωβά έχει υποσχεθεί στο λαό του: «Οποιοδήποτε όπλο κατασκευαστεί εναντίον σου δεν θα έχει επιτυχία». (Ησ. 54:17) Το 2007, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά διεξήγαγαν τη συνέλευση περιφερείας τους στο Στάδιο Λουζνικί της Μόσχας, το οποίο κάποτε φιλοξένησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τη συνέλευση παρακολούθησαν 29.040 άτομα και βαφτίστηκαν 655.

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ

Όπως έχει καταγραφεί στο εδάφιο Μαλαχίας 1:11, ο Ιεχωβά Θεός είπε: «Από την ανατολή του ήλιου μέχρι και τη δύση του το όνομά μου θα είναι μεγάλο ανάμεσα στα έθνη». Κάθε καινούρια ανατολή φέρνει μαζί της την πιθανότητα να βρεθεί άλλο ένα προβατοειδές άτομο σε αυτή την αχανή χώρα. Στη διάρκεια του περασμένου υπηρεσιακού έτους και μόνο, βαφτίστηκαν πάνω από εφτά χιλιάδες άτομα στη Ρωσία. Αυτό αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι ο «Τσάρος των Τσάρων», όπως αποκαλείται ο Ιησούς Χριστός στη ρωσική Αγία Γραφή, είναι μαζί με τους υπηκόους του καθώς επιτελούν αυτό το έργο.—Ματθ. 24:14· Αποκ. 19:16.

«Η ημέρα του Ιεχωβά θα έρθει σαν κλέφτης», δήλωσε ο απόστολος Πέτρος. (2 Πέτρ. 3:10) Γι’ αυτό, ο λαός του Ιεχωβά στη Ρωσία είναι αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει τον εναπομείναντα χρόνο για την αναζήτηση ατόμων που έχουν τη σωστή διάθεση από κάθε έθνος, φυλή, γλώσσα και λαό.

[Υποσημειώσεις]

a Η περιφέρεια (όμπλαστ, στη ρωσική) είναι μια διοικητική υποδιαίρεση.

b Το εδαφικό διαμέρισμα (κράι, στη ρωσική) είναι μια μορφή διοικητικής υποδιαίρεσης.

c Βλέπε το άρθρο «Οι Αλταϊνοί—Ένας Λαός που Αγαπήσαμε», στο Ξύπνα! 22 Ιουνίου 1999.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 110]

«Αν είχε βρεθεί στα αρχεία κάτι εναντίον σας, ακόμη και μία σταγόνα αίμα αν είχατε χύσει, θα σας είχαμε εκτελέσει όλους»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 128]

«Αν σας αφήσουμε ελεύθερους, πολλοί Σοβιετικοί πολίτες θα ενωθούν μαζί σας. Να γιατί σας θεωρούμε σοβαρή απειλή για το Κράτος μας»

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 219]

«Οι άνθρωποί σας είναι σαν τα πουλιά. Εφορμούν στα κιβώτια με τα έντυπα, τα παίρνουν γρήγορα και φεύγουν»

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 69]

Τι Τόπος Είναι η Σιβηρία;

Τι σας έρχεται στο νου όταν σκέφτεστε τη Σιβηρία; Οραματίζεστε έναν τραχύ, άγριο ερημότοπο με ανυπόφορα κρύους χειμώνες; Φαντάζεστε μια χέρσα γη, έναν τόπο εξορίας για εκείνους που αψηφούσαν τη σοβιετική κυβέρνηση; Δίκιο έχετε, αλλά αυτό είναι ένα μόνο μέρος της εικόνας.

Η Σιβηρία είναι μια τεράστια έκταση, μεγαλύτερη από τον Καναδά, ο οποίος είναι η δεύτερη σε μέγεθος χώρα του κόσμου. Σήμερα, η Σιβηρία καλύπτει έκταση μεγαλύτερη από 13.000.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Από τα Ουράλια Όρη εκτείνεται προς τα ανατολικά ως τον Ειρηνικό Ωκεανό, και από τη Μογγολία και την Κίνα εκτείνεται προς τα βόρεια ως τον Αρκτικό Ωκεανό. Πρόκειται για μια γη πλούσια σε φυσικούς πόρους—ξυλεία, πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Στη Σιβηρία θα βρείτε οροσειρές, πεδιάδες, βαλτότοπους, λίμνες και μεγάλους ποταμούς.

Επί ενάμιση αιώνα περίπου, η Σιβηρία ήταν τόπος φυλάκισης, καταναγκαστικής εργασίας και εξορίας. Τις δεκαετίες του 1930 και του 1940, ο Ιωσήφ Στάλιν έστειλε εκατομμύρια ανθρώπους εκεί για να εργαστούν στα στρατόπεδα. Το 1949 και το 1951, περίπου 9.000 Μάρτυρες του Ιεχωβά από τη Μολδαβία, τις δημοκρατίες της Βαλτικής και την Ουκρανία εξορίστηκαν στη Σιβηρία.

[Πλαίσιο/​Εικόνες στη σελίδα 72, 73]

Συνοπτική Εικόνα

Χώρα

Η Ρωσία, η οποία είναι η μεγαλύτερη χώρα του κόσμου, έχει μήκος 7.700 χιλιόμετρα από την ανατολή ως τη δύση και 3.000 χιλιόμετρα από το βορρά ως το νότο, καλύπτοντας συνολικά έκταση 17.075.400 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Περικλείει τον εντυπωσιακό αριθμό των 11 ωριαίων ατράκτων και απλώνεται σχεδόν στο μισό μήκος του Βόρειου Ημισφαιρίου. Στη Ρωσία βρίσκονται το ψηλότερο βουνό και ο μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός της Ευρώπης, καθώς και η βαθύτερη λίμνη του κόσμου.

Κάτοικοι

Οι Ρώσοι αποτελούν το 80 τοις εκατό του πληθυσμού. Ωστόσο, πάνω από 70 άλλες εθνότητες ζουν στη Ρωσία. Ορισμένες από αυτές αριθμούν μερικές χιλιάδες άτομα, ενώ κάποιες άλλες αριθμούν πάνω από ένα εκατομμύριο.

Γλώσσα

Η ρωσική είναι η επίσημη γλώσσα και τη μιλούν σχεδόν όλοι οι πολίτες. Επιπρόσθετα, μιλιούνται πάνω από 100 άλλες γλώσσες, μερικές από τις οποίες αποτελούν τη μητρική γλώσσα σχεδόν ενός εκατομμυρίου ανθρώπων.

Οικονομία

Η Ρωσία είναι μια από τις κυριότερες χώρες όσον αφορά την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Άλλοι μεγάλοι τομείς της βιομηχανίας σχετίζονται με τη δασοκομία, την εξόρυξη μεταλλευμάτων και την παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων κάθε είδους.

Τροφή

Χορταστικά φαγητά με κρέας, ψάρι, λάχανο ή μυζήθρα τρώγονται με μαύρο ψωμί σικάλεως, πατάτες και φαγόπυρο. Η ρωσική κουζίνα είναι πλούσια σε λιπαρά και υδατάνθρακες ώστε να παρέχει την ενέργεια που χρειάζεται κάποιος για να αντέξει τους παρατεταμένους, κρύους χειμώνες. Ένα χαρακτηριστικό γεύμα μπορεί να περιλαμβάνει πιλμένι (είδος ζυμαρικού με γέμιση κιμά), είτε μέσα σε σούπα είτε σερβιρισμένα με ξινή κρέμα, ή πιροσκί (πιτάκια) γεμιστά με λάχανο, κρέας, τυρί ή πατάτα. Δημοφιλείς σούπες είναι το μπορς, δηλαδή η παντζαρόσουπα, και το στσι, η λαχανόσουπα.

Κλίμα

Τα καλοκαίρια είναι ζεστά και οι χειμώνες σκοτεινοί και κρύοι. Η άνοιξη και το φθινόπωρο περνούν γρήγορα, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν οι άλλες δύο εποχές.

(Χάρτες της Ρωσίας υπάρχουν στις σελίδες 116 και 167)

[Εικόνες]

Κρεμλίνο

Όρος Ελμπρούζ, Καμπαρντίνο-Μπαλκαρία

Καφέ αρκούδα, χερσόνησος Καμτσάτκα

[Πλαίσιο στη σελίδα 92, 93]

Μάχη για Καρδιές και Διάνοιες

Η σοβιετική κυβέρνηση δεν επιδίωκε να εξολοθρεύσει τους Μάρτυρες. Σκοπός της ήταν να τους μεταστρέψει στη σοβιετική ιδεολογία, είτε διά της πειθούς είτε διά της βίας. Για να το πετύχει αυτό, η κυβέρνηση χρησιμοποιούσε την Κα-Γκε-Μπε—μια υπηρεσία πληροφοριών και εσωτερικής ασφάλειας. Ακολουθούν κάποιες μέθοδοι που χρησιμοποιούσε η Κα-Γκε-Μπε.

Έρευνες: Διενεργούνταν στα σπίτια των Μαρτύρων, ακόμη και τη νύχτα. Μερικές οικογένειες αναγκάζονταν να αλλάζουν τόπο διαμονής εξαιτίας των συχνών ερευνών.

Παρακολούθηση: Περιλάμβανε την υποκλοπή τηλεφωνημάτων και αλληλογραφίας, καθώς και την τοποθέτηση ακουστικών συσκευών στα σπίτια των αδελφών.

Πρόστιμα και διατάραξη των συναθροίσεων: Σε όλη τη χώρα, οι τοπικές αρχές ανακάλυπταν τα μέρη όπου οι αδελφοί διεξήγαν συναθροίσεις. Σε όλους τους παρόντες επιβαλλόταν πρόστιμο. Πολλές φορές το πρόστιμο αντιστοιχούσε στο μισό, ή και παραπάνω, του μέσου μηνιαίου μισθού.

Δωροδοκία και εκβιασμός: Σε μερικούς Μάρτυρες, η Κα-Γκε-Μπε υποσχόταν διαμερίσματα στο κέντρο της Μόσχας καθώς και αυτοκίνητα σε αντάλλαγμα για τη συνεργασία τους. Σε πολλές περιπτώσεις, έλεγαν στους αδελφούς ότι θα καταδικάζονταν σε πολυετή εγκλεισμό σε στρατόπεδα εργασίας αν αρνούνταν να συνεργαστούν.

Προπαγάνδα: Οι ταινίες, η τηλεόραση και οι εφημερίδες απεικόνιζαν τους Μάρτυρες ως ανθρώπους επικίνδυνους για την κοινωνία. Στις φυλακές και στα στρατόπεδα εργασίας εκφωνούνταν διαλέξεις με τις οποίες κατήγγελλαν τους αδελφούς ότι δήθεν χρησιμοποιούσαν την Αγία Γραφή ως προκάλυμμα για πολιτική δράση. Η προπαγάνδα οδηγούσε σε διακρίσεις. Οι δάσκαλοι έβαζαν χαμηλότερους βαθμούς στους μαθητές που ήταν Μάρτυρες, ενώ οι εργοδότες αρνούνταν να χορηγήσουν στους αδελφούς επιδόματα ή άδειες που δικαιούνταν.

Διείσδυση στην οργάνωση: Πράκτορες της Κα-Γκε-Μπε προσποιούνταν ότι ενδιαφέρονται για το άγγελμα της Βασιλείας, έκαναν μελέτη και βαφτίζονταν. Ορισμένοι κατάφερναν να καταλάβουν θέσεις ευθύνης μέσα στην οργάνωση. Στόχος τους ήταν να σταματήσουν το έργο κηρύγματος δημιουργώντας καχυποψία και διαιρέσεις ανάμεσα στους Μάρτυρες.

Εξορία: Οι Μάρτυρες στέλνονταν σε απομονωμένες περιοχές της χώρας. Εκεί οι αδελφοί δεινοπαθούσαν για να βγάλουν τα προς το ζην κάνοντας σκληρή χειρωνακτική εργασία 12 ώρες την ημέρα. Το χειμώνα αντιμετώπιζαν το τσουχτερό κρύο, ενώ το καλοκαίρι τα κουνούπια και τις αλογόμυγες.

Κατασχέσεις και χωρισμός από τους οικείους: Περιουσίες, σπίτια και αποκτήματα κατάσχονταν. Μερικές φορές έπαιρναν τα παιδιά από τους γονείς τους που ήταν Μάρτυρες.

Εξευτελισμός και ξυλοδαρμοί: Πολλοί Μάρτυρες, περιλαμβανομένων και γυναικών, υφίσταντο προσβολές και εξευτελισμό. Ορισμένους τους έδερναν με υπερβολική αγριότητα.

Φυλακίσεις: Ο αντικειμενικός σκοπός ήταν να εξαναγκάσουν τους Μάρτυρες να αποκηρύξουν την πίστη τους ή να τους απομονώσουν από τους αδελφούς τους.

Στρατόπεδα εργασίας: Οι Μάρτυρες βρίσκονταν στα όρια της πλήρους σωματικής εξάντλησης σε αυτά τα στρατόπεδα. Συχνά τους έβαζαν να ξεριζώνουν υπολείμματα κορμών τεράστιων δέντρων. Οι αδελφοί εργάζονταν επίσης σε ανθρακωρυχεία, καθώς επίσης κατασκεύαζαν δρόμους και σιδηροδρομικές γραμμές. Οι εργάτες των στρατοπέδων ζούσαν σε παραπήγματα μακριά από τις οικογένειές τους.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 96, 97]

Δύο Φορές Καταδικάστηκα σε Θάνατο

ΠΙΟΤΡ ΚΡΙΒΟΚΟΥΛΣΚΙ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1922

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1956

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Σπούδασε σε ιερατική σχολή προτού γνωρίσει την αλήθεια. Πέρασε 22 χρόνια σε φυλακές και στρατόπεδα και πέθανε το 1998.

ΤΟ 1940, Πολωνοί Μάρτυρες άρχισαν να κηρύττουν στο μέρος όπου ζούσα στην Ουκρανία. Με επισκέφτηκε ο Κορνέι, ένας χρισμένος αδελφός. Μιλούσαμε όλη τη νύχτα και πείστηκα πως αυτά που μου έλεγε ήταν η αλήθεια για τον Θεό.

Το 1942, ο γερμανικός στρατός προέλασε, και οι σοβιετικές δυνάμεις αποσύρθηκαν από την περιοχή όπου ζούσα. Ήταν καιρός αναρχίας. Οι Ουκρανοί εθνικιστές επέμεναν να συμμετάσχω στον αγώνα τους εναντίον τόσο των Γερμανών όσο και των Σοβιετικών. Όταν αρνήθηκα, με έδειραν μέχρι που έχασα τις αισθήσεις μου και με πέταξαν στο δρόμο. Την ίδια νύχτα, ήρθαν και με πήραν και με οδήγησαν σε έναν τόπο μαζικών εκτελέσεων. Εκεί με ξαναρώτησαν αν θα υπηρετούσα τον ουκρανικό λαό. Τους είπα σταθερά και δυνατά: «Θα υπηρετώ μόνο τον Ιεχωβά Θεό!» Τότε με καταδίκασαν σε θάνατο. Όταν ένας από τους στρατιώτες έδωσε τη διαταγή να με πυροβολήσουν, ένας άλλος άρπαξε το όπλο και φώναξε: «Μην πυροβολείς! Μπορεί ακόμα να φανεί χρήσιμος». Έξαλλος, ένας άλλος άντρας άρχισε να με δέρνει. Υποσχέθηκε ότι αυτός προσωπικά θα με πυροβολούσε σε μία εβδομάδα, αλλά σε λίγες μέρες σκοτώθηκε ο ίδιος.

Το Μάρτιο του 1944, ο σοβιετικός στρατός επέστρεψε στην περιοχή μας και οι στρατιώτες πήραν όλους τους άντρες, μεταξύ αυτών και εμένα. Τώρα χρειαζόταν μαχητές ο σοβιετικός στρατός. Στο μέρος όπου μας συγκέντρωσαν συνάντησα τον Κορνέι, τον αδελφό από τον οποίο είχα γνωρίσει την αλήθεια. Υπήρχαν άλλοι 70 Μάρτυρες εκεί. Στεκόμασταν χώρια από τους υπόλοιπους και ενθαρρύναμε ο ένας τον άλλον. Ένας αξιωματικός ήρθε προς το μέρος μας και μας ρώτησε γιατί στεκόμασταν μακριά από όλους τους άλλους. Ο Κορνέι εξήγησε ότι ήμασταν Χριστιανοί και ότι δεν μπορούσαμε να πάρουμε όπλα. Αμέσως τον απομάκρυναν και μας είπαν ότι θα τον σκότωναν. Δεν τον είδαμε ποτέ ξανά. Άρχισαν να μας απειλούν, λέγοντας ότι θα μας σκοτώσουν όλους όπως εκείνον, και μας ρώτησαν τον έναν μετά τον άλλον αν ήμασταν διατεθειμένοι να καταταχθούμε στο στρατό τους. Όταν αρνήθηκα, τρεις στρατιώτες και ένας αξιωματικός με πήγαν στο δάσος. Ο διοικητής διάβασε την ποινή που μου επέβαλε το στρατοδικείο: «Για την άρνησή του να φορέσει στολή και να παραλάβει οπλισμό, θάνατος από το εκτελεστικό απόσπασμα». Προσευχήθηκα ένθερμα στον Ιεχωβά και μετά αναρωτήθηκα αν θα δεχόταν την υπηρεσία που του είχα προσφέρει, εφόσον δεν είχα προλάβει να βαφτιστώ. Ξαφνικά, άκουσα τη διαταγή: «Πυρ κατά του εχθρού!» Αλλά οι στρατιώτες πυροβόλησαν στον αέρα. Τότε ο αξιωματικός άρχισε να με δέρνει. Καταδικάστηκα σε φυλάκιση δέκα ετών και κατέληξα σε ένα από τα στρατόπεδα εργασίας στην Περιφέρεια του Γκόρκι, στην ενδοχώρα της Ρωσίας.

Αφέθηκα ελεύθερος το 1956 και αργότερα παντρεύτηκα τη Ρεγκίνα, μια πιστή αδελφή. Είχαμε ζήσει μαζί έξι μήνες όταν με συνέλαβαν αναπάντεχα και με καταδίκασαν σε φυλάκιση δέκα ετών.

Όταν τελικά αφέθηκα ελεύθερος, ένας αξιωματούχος μού είπε: «Δεν υπάρχει τόπος για εσάς στο σοβιετικό έδαφος». Έκανε λάθος. Πόσο θαυμάσιο είναι που γνωρίζουμε ότι η γη ανήκει στον Ιεχωβά και ότι αυτός καθορίζει ποιοι θα ζήσουν παντοτινά σε αυτήν!—Ψαλμ. 37:18.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 104, 105]

«Κορίτσια, Υπάρχουν Ανάμεσά σας Μάρτυρες του Ιεχωβά;»

ΓΙΕΒΓΚΕΝΙΑ ΡΙΜΠΑΚ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1928

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1946

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Γεννήθηκε στην Ουκρανία και οδηγήθηκε διά της βίας στη Γερμανία όπου γνώρισε την αλήθεια. Συνεχίζει να υπηρετεί τον Ιεχωβά πιστά στη Ρωσία.

ΜΙΑ Κυριακή, άκουσα από το παράθυρό μου μελωδική υμνολογία. Αυτοί που έψαλλαν ήταν Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σε λίγο άρχισα να παρακολουθώ τις συναθροίσεις τους. Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί Γερμανοί δίωκαν άλλους Γερμανούς για την πίστη τους. Οι Ουκρανοί φίλοι μου, μαζί με τους οποίους με είχαν φέρει στη Γερμανία, άρχισαν να με αντιπαθούν επειδή έκανα παρέα με Γερμανούς. Κάποια φορά, μια φίλη μου μού έβαλε τις φωνές και μετά με χτύπησε στο πρόσωπο. Οι πρώην φίλες μου έβαλαν τα γέλια.

Όταν αφέθηκα ελεύθερη το 1945, επέστρεψα στην Ουκρανία. Ο παππούς μου είπε: «Η μητέρα σου έχασε τα λογικά της. Πέταξε τις εικόνες της και τώρα έχει άλλον Θεό». Όταν μείναμε μόνες μας, η μητέρα μου έβγαλε μια Αγία Γραφή και διάβασε μέσα από αυτήν ότι ο Θεός μισεί την ειδωλολατρία. Τότε μου είπε πως παρακολουθούσε τις συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Τύλιξα τα χέρια μου γύρω από το λαιμό της και με δάκρυα στα μάτια είπα χαμηλόφωνα: «Μανούλα, είμαι και εγώ Μάρτυρας του Ιεχωβά!» Κλάψαμε και οι δύο από χαρά.

Η μητέρα μου ήταν πολύ ζηλώτρια στη διακονία. Εφόσον σχεδόν όλοι οι αδελφοί ήταν φυλακισμένοι σε στρατόπεδα, διορίστηκε εκείνη να εκτελεί χρέη υπηρέτη ομίλου. Ο ζήλος της μεταδόθηκε και σε εμένα επίσης.

Το 1950, με συνέλαβαν για συμμετοχή σε θρησκευτικές δραστηριότητες, και το δικαστήριο μου επέβαλε ποινή κάθειρξης δέκα ετών σε στρατόπεδο. Πέντε αδελφές μεταφερθήκαμε στην πόλη Ουσόλιε-Σιμπίρσκογιε στη Σιβηρία. Από τον Απρίλιο του 1951, εργαστήκαμε στην κατασκευή ενός σιδηροδρόμου. Κουβαλούσαμε βαριές σιδηροδοκούς στους ώμους μας, μία σιδηροδοκό ανά δύο άτομα. Επίσης, με τα χέρια μας σηκώναμε και τοποθετούσαμε ράγες μήκους 10 μέτρων και βάρους 320 κιλών η καθεμιά. Κουραζόμασταν πάρα πολύ. Μια φορά που επιστρέφαμε κατάκοπες από τη δουλειά, ένα τρένο γεμάτο κρατουμένους μείωσε ταχύτητα και σταμάτησε δίπλα μας. Ένας άντρας που κοίταζε μέσα από το παράθυρο ρώτησε: «Κορίτσια, υπάρχουν ανάμεσά σας Μάρτυρες του Ιεχωβά;» Η κούρασή μας εξαφανίστηκε. «Είμαστε πέντε αδελφές εδώ!» φωνάξαμε. Οι κρατούμενοι ήταν αγαπητοί αδελφοί και αδελφές μας που είχαν εξοριστεί από την Ουκρανία. Ενώ το τρένο παρέμενε ακίνητο, μας αφηγήθηκαν με ζωηρό τρόπο τι είχε συμβεί και πώς είχαν εξοριστεί. Κατόπιν τα παιδιά μάς απήγγειλαν ποιήματα που είχαν γράψει οι ίδιοι οι αδελφοί. Ούτε καν οι στρατιώτες δεν μας ενόχλησαν, και μπορέσαμε να συναναστραφούμε και να ανταλλάξουμε ενθάρρυνση.

Από το Ουσόλιε-Σιμπίρσκογιε μας μετέφεραν σε ένα μεγάλο στρατόπεδο κοντά στο Ανγκάρσκ. Εκεί βρίσκονταν 22 αδελφές. Είχαν οργανώσει τα πάντα, ακόμη και τομείς για το κήρυγμα. Αυτό μας βοήθησε να επιβιώσουμε πνευματικά.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 108, 109]

Με Έστειλαν στην «Πέμπτη Γωνία» Αρκετές Φορές

ΝΙΚΟΛΑΪ ΚΑΛΙΜΠΑΜΠΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1935

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1957

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Το 1949 εξορίστηκε στην Περιφέρεια του Κουργκάν, στη Σιβηρία.

ΜΑΣ φαινόταν ότι κάθε Μάρτυρας στη Σοβιετική Ένωση βρισκόταν υπό παρακολούθηση. Η ζωή δεν ήταν εύκολη, αλλά ο Ιεχωβά μάς έδινε σοφία. Τον Απρίλιο του 1959, με συνέλαβαν για συμμετοχή σε θρησκευτικές δραστηριότητες. Επειδή δεν ήθελα να προδώσω τους αδελφούς, αποφάσισα να αρνηθώ τα πάντα. Ο ανακριτής μού έδειξε φωτογραφίες αδελφών και μου ζήτησε να δώσω τα ονόματά τους. Του είπα ότι δεν αναγνώριζα κανέναν. Τότε μου έδειξε μια φωτογραφία του σαρκικού αδελφού μου και με ρώτησε: «Είναι αυτός ο αδελφός σου;» Εγώ απάντησα: «Δεν ξέρω αν είναι αυτός ή όχι. Δεν μπορώ να πω». Έπειτα, ο ανακριτής μού έδειξε μια δική μου φωτογραφία και με ρώτησε: «Εσύ δεν είσαι αυτός;» Και εγώ είπα: «Αυτό το άτομο μου μοιάζει, αλλά δεν μπορώ να πω αν είμαι εγώ ή όχι».

Με κλείδωσαν σε ένα κελί για πάνω από δύο μήνες. Κάθε πρωί ξυπνούσα και ευχαριστούσα τον Ιεχωβά για τη στοργική του καλοσύνη. Τότε έφερνα στο νου μου ένα εδάφιο από τη Γραφή και μετά το συζητούσα με τον εαυτό μου. Κατόπιν, έψελνα έναν ύμνο της Βασιλείας αλλά σιωπηλά, επειδή στο κελί απαγορευόταν το τραγούδι. Έπειτα από αυτό έκανα σκέψεις γύρω από ένα Γραφικό θέμα.

Στο στρατόπεδο που με έστειλαν υπήρχε ήδη μεγάλος αριθμός Μαρτύρων. Οι συνθήκες κράτησης ήταν πολύ σκληρές, και δεν μας επέτρεπαν να μιλάμε. Συχνότατα έστελναν τους αδελφούς στην πτέρυγα απομόνωσης ή, όπως την ονόμαζαν, πέμπτη γωνία. Με έστειλαν στην πέμπτη γωνία αρκετές φορές. Εκεί, έδιναν στους κρατουμένους μόνο 200 γραμμάρια ψωμί την ημέρα. Κοιμόμουν πάνω σε μια σανίδα που είχε μια χοντρή επικάλυψη από σίδηρο. Το τζάμι στο παράθυρο ήταν σπασμένο και υπήρχαν πολλά κουνούπια. Για μαξιλάρι είχα τις μπότες μου.

Σε γενικές γραμμές, ο κάθε αδελφός επινοούσε τη δική του κρυψώνα για τα έντυπα. Εγώ αποφάσισα να κρύβω έντυπα στη σκούπα που είχα για να σκουπίζω το πάτωμα. Όταν ο επιστάτης έκανε έρευνα, ούτε που του περνούσε από το μυαλό να κοιτάξει μέσα στη σκούπα, αν και έψαχνε προσεκτικά το καθετί. Επίσης κρύβαμε έντυπα στους τοίχους. Έμαθα να εμπιστεύομαι στην οργάνωση του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά βλέπει και γνωρίζει τα πάντα και βοηθάει τον καθένα από τους πιστούς υπηρέτες του. Ο Ιεχωβά πάντα με βοηθούσε.

Ακόμη και προτού εξοριστεί η οικογένειά μου το 1949, ο πατέρας μου είπε ότι ο Ιεχωβά θα μπορούσε να διευθετήσει τα πράγματα έτσι ώστε μέχρι και στη μακρινή Σιβηρία οι άνθρωποι να ακούσουν την αλήθεια. Εμείς σκεφτόμασταν: “Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό;” Τελικά, οι ίδιες οι αρχές έδωσαν σε χιλιάδες ειλικρινείς ανθρώπους στη Σιβηρία τη δυνατότητα να γνωρίσουν την αλήθεια.

Όταν οι άνεμοι της αλλαγής σάρωσαν τη χώρα, οι αδελφοί άδραξαν την ευκαιρία να πάνε στην Πολωνία για τη διεθνή συνέλευση το 1989. Εκείνες οι ημέρες θα μας μείνουν αξέχαστες. Μετά την τελική προσευχή, συνεχίσαμε να στεκόμαστε όρθιοι και χειροκροτούσαμε για πολλή ώρα. Τι συναισθήματα νιώσαμε! Για πολλά χρόνια είχα συνηθίσει σε ποικίλες κακουχίες και προβλήματα, αλλά σπάνια είχαμε δάκρυα στα μάτια. Όταν αποχωριστήκαμε τους αγαπητούς μας αδελφούς στην Πολωνία, τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι και κανείς δεν μπορούσε—ούτε ήθελε—να τα σταματήσει.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 112, 113]

Κάνουμε τα Πάντα για Χάρη των Καλών Νέων

ΠΙΟΤΡ ΠΑΡΤΣΕΪ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1926

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1946

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Ο Πιότρ συνάντησε πρώτη φορά Μάρτυρες του Ιεχωβά το 1943 και πέρασε κάποιο διάστημα σε δύο ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και σε ένα στρατόπεδο εργασίας στη Ρωσία. Αργότερα υπηρέτησε ως επίσκοπος περιοχής στη διάρκεια της απαγόρευσης.

ΑΦΟΥ έμαθα τις βασικές διδασκαλίες της Αγίας Γραφής στη ναζιστική Γερμανία, άρχισα αμέσως να τις μεταδίδω στους γνωστούς μου, και πολλοί ενώθηκαν μαζί μου στην αγνή λατρεία. Το 1943 ένας ιερέας με κατήγγειλε στην Γκεστάπο, η οποία με συνέλαβε και με κατηγόρησε για ανατρεπτική δράση ανάμεσα στη νεολαία. Σύντομα κατέληξα στο στρατόπεδο εξόντωσης Μάιντανεκ της Πολωνίας. Η συναναστροφή με τους αδελφούς και τις αδελφές ήταν ιδιαίτερα πολύτιμη. Στο στρατόπεδο, η αποφασιστικότητά μας να κηρύττουμε έγινε ακόμη πιο σταθερή. Πολλοί εκεί έδειξαν ενδιαφέρον για την αλήθεια, και εμείς αναζητούσαμε τρόπους να δίνουμε μαρτυρία για τη Βασιλεία του Ιεχωβά. Μια φορά μου έδωσαν 25 χτυπήματα με διπλό μαστίγιο. Σηκώθηκα όρθιος και είπα δυνατά στα γερμανικά: «Ντάνκε σεν!» («Ευχαριστώ!») Ένας Γερμανός αναφώνησε: «Κοίτα σκληρό που είναι το παλικάρι! Τον δείραμε και αυτός μας ευχαριστεί!» Η πλάτη μου είχε μελανιάσει από τα χτυπήματα.

Η δουλειά ήταν σκληρή και εξαντλούμασταν εντελώς. Όσους πέθαιναν τους έκαιγαν στο κρεματόριο, το οποίο λειτουργούσε νυχθημερόν. Πίστευα πως σύντομα θα καιγόμουν και εγώ πάνω στη μεταλλική σχάρα. Φαινόταν πως δεν υπήρχε περίπτωση να βγω ζωντανός από το στρατόπεδο. Σώθηκα όταν τραυματίστηκα. Όλοι όσοι ήταν σχετικά υγιείς εξαναγκάζονταν να εργάζονται, ενώ οι υπόλοιποι στέλνονταν σε άλλα στρατόπεδα. Δυο εβδομάδες αργότερα, με έστειλαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Ράβενσμπρικ.

Καθώς πλησίαζε το τέλος του πολέμου, άκουσα φήμες ότι σύντομα οι Γερμανοί θα μας εκτελούσαν όλους. Μετά μάθαμε ότι οι φρουροί το είχαν βάλει στα πόδια. Όταν οι κρατούμενοι αντιλήφθηκαν ότι ήταν πια ελεύθεροι, όλοι διασκορπίστηκαν. Εγώ κατέληξα στην Αυστρία, όπου μου ζητήθηκε να καταταχθώ στο στρατό. Αμέσως αρνήθηκα, δηλώνοντας ότι είχα εκτίσει ποινή φυλάκισης σε στρατόπεδα συγκέντρωσης λόγω των θρησκευτικών μου πεποιθήσεων. Με άφησαν να επιστρέψω στο σπίτι μου στην Ουκρανία, η οποία ήταν τότε μέρος της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1949 παντρεύτηκα τη Γιεκατερίνα, η οποία έγινε η πιστή σύντροφος της ζωής μου. Το 1958 με συνέλαβαν και με έστειλαν σε ένα στρατόπεδο εργασίας στη Μορδοβία.

Μετά την απελευθέρωσή μου, συμμετείχα στην εκτύπωση Γραφικών εντύπων. Μια φορά, το 1986, εργαστήκαμε όλη νύχτα για να τυπώσουμε 1.200 σελίδες. Τις στοιβάζαμε στο πάτωμα, πάνω στα κρεβάτια, όπου μπορούσαμε. Ξαφνικά, εμφανίστηκε ένας πράκτορας της Κα-Γκε-Μπε, «απλώς για να μιλήσουμε», όπως είπε. Η Γιεκατερίνα τον ρώτησε πού θα ήθελε να μιλήσουμε, χωρίς να σκεφτεί ότι αυτός ίσως ήθελε να μπει μέσα στο σπίτι. Αλλά ευτυχώς, ήθελε να μας μιλήσει στην κουζίνα που είχαμε έξω από το σπίτι. Αν είχε μπει μέσα, θα είχαμε συλληφθεί.

Μέχρι σήμερα, προσπαθούμε να ζούμε σύμφωνα με την αφιέρωσή μας και να κάνουμε τα πάντα για χάρη των καλών νέων. Τα 6 παιδιά μας, τα 23 εγγόνια μας και τα 2 δισέγγονά μας υπηρετούν πιστά τον Ιεχωβά, και είμαστε ευγνώμονες στον Ιεχωβά που τα παιδιά μας περπατούν στην αλήθεια.

[Πλαίσιο στη σελίδα 122]

Η Απομόνωση

Στο σοβιετικό σωφρονιστικό σύστημα, η απομόνωση ήταν συνήθης μορφή τιμωρίας για αδικήματα όπως η άρνηση να παραδώσει κανείς θρησκευτικά έντυπα οικειοθελώς. Έδιναν στους κρατουμένους φθαρμένα βαμβακερά ρούχα και τους έκλειναν σε κελιά.

Φανταστείτε ένα χαρακτηριστικό κελί. Ήταν μικρό, περίπου τρία επί τρία. Ήταν επίσης σκοτεινό, υγρό και βρώμικο, και τρομερά κρύο, ειδικά το χειμώνα. Οι τσιμεντένιοι τοίχοι είχαν τραχιά επιφάνεια. Ένα μικρό παράθυρο υπήρχε στο βάθος του τοίχου, ο οποίος είχε πάχος ένα μέτρο. Κάποια τζάμια ήταν σπασμένα. Μια ηλεκτρική λάμπα έριχνε λίγο φως. Ήταν τοποθετημένη σε κάποια εσοχή του τοίχου και καλυμμένη με μια μεταλλική πλάκα με μικρές τρύπες. Εκτός από το τσιμεντένιο πάτωμα, το μόνο πράγμα που υπήρχε για να καθήσει κανείς ήταν μια στενή προεξοχή του τοίχου που έμοιαζε με πάγκο. Ο κρατούμενος δεν μπορούσε να καθήσει για πολύ εκεί. Οι μύες των ποδιών και της πλάτης σύντομα κουράζονταν και πονούσαν, και ο τραχύς τοίχος πλήγωνε την πλάτη του.

Τη νύχτα οι φρουροί έσπρωχναν μέσα ένα ρηχό ξύλινο κιβώτιο για να κοιμηθεί ο κρατούμενος. Αυτό ήταν ενισχυμένο με μεταλλικές λωρίδες. Μπορούσε κάποιος να ξαπλώσει πάνω στις τάβλες και στο μέταλλο, αλλά το κρύο τον κρατούσε ξύπνιο. Δεν υπήρχαν κουβέρτες. Κατά κανόνα, οι κρατούμενοι στην απομόνωση λάβαιναν 300 γραμμάρια ψωμί μία φορά την ημέρα και μια νερουλή σούπα κάθε τρεις ημέρες.

Το αποχωρητήριο, ένας σκέτος σωλήνας στο πάτωμα, ανέδιδε μια δυνατή, απαίσια μυρωδιά. Μερικά κελιά είχαν ανεμιστήρες που έφερναν τη δυσωδία από τους σωλήνες της αποχέτευσης μέσα στο κελί. Οι επιστάτες μερικές φορές άνοιγαν τον ανεμιστήρα για να ρίξουν το ηθικό του κρατουμένου και να τον τιμωρήσουν ακόμα περισσότερο.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 124, 125]

Στρατόπεδο Μορδοβίας Υπ’ Αριθμόν Ένα

Ανάμεσα στα έτη 1959 και 1966, πάνω από 450 αδελφοί εξέτισαν ποινές φυλάκισης σε αυτό το στρατόπεδο, το οποίο φιλοξενούσε συνολικά 600 κρατουμένους. Ήταν ένα από τα 19 στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην περιοχή της Μορδοβίας και περικλειόταν από ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα ύψους περίπου τριών μέτρων. Αυτός ο φράχτης περιβαλλόταν από 13 επιπλέον φράχτες με συρματόπλεγμα. Το έδαφος γύρω από το χώρο του στρατοπέδου ήταν πάντα φρεσκοοργωμένο, ώστε αν κάποιος δραπέτευε να αφήσει ίχνη.

Απομονώνοντας εντελώς τους Μάρτυρες από τον έξω κόσμο, οι αρχές προσπαθούσαν να τους καθυποτάξουν σωματικά και ψυχολογικά. Παρ’ όλα αυτά, οι αδελφοί κατόρθωναν να οργανώνουν θεοκρατικές δραστηριότητες μέσα στο στρατόπεδο.

Το ίδιο το στρατόπεδο αποτελούσε μια περιοχή με το δικό της επίσκοπο περιοχής. Αυτή περιλάμβανε τέσσερις εκκλησίες που απαρτίζονταν από 28 ομίλους μελέτης βιβλίου. Για να βοηθηθούν όλοι να παραμείνουν πνευματικά ισχυροί, οι αδελφοί αποφάσισαν να διεξάγουν εφτά συναθροίσεις την εβδομάδα. Στην αρχή είχαν μόνο μία Αγία Γραφή για όλους, οπότε κατάρτισαν πρόγραμμα για να τη διαβάζουν ανά εκκλησία. Στην πρώτη διαθέσιμη ευκαιρία, οι αδελφοί άρχισαν να κάνουν αντίγραφα της Γραφής. Κάθε βιβλίο της Γραφής αντιγραφόταν με το χέρι σε χωριστό τετράδιο, και το πρωτότυπο ήταν προσεκτικά κρυμμένο σε ασφαλές μέρος. Με αυτόν τον τρόπο, οι αδελφοί μπορούσαν να ακολουθούν το πρόγραμμα ανάγνωσης της Αγίας Γραφής. Είχε οργανωθεί επίσης Μελέτη Σκοπιάς. Οι αδελφές που έρχονταν να επισκεφτούν τους συζύγους τους έφερναν μικροσκοπικά αντίγραφα των περιοδικών στο στρατόπεδο, βάζοντάς τα στο στόμα τους ή στα τακούνια των παπουτσιών τους ή πλέκοντας λεπτά φύλλα χαρτιού στα μαλλιά τους. Πολλοί αδελφοί κατέληγαν στην απομόνωση από μία έως 15 ημέρες επειδή αντέγραφαν τα έντυπα.

Η απομόνωση ήταν ένας απόμερος χώρος, όπου κάποιος δεν είχε επικοινωνία με τους άλλους κρατουμένους. Οι υπεύθυνοι πρόσεχαν ώστε οι Μάρτυρες να μη διαβάζουν τίποτα όσο βρίσκονταν στην απομόνωση. Μολαταύτα, οι άλλοι αδελφοί επινοούσαν τρόπους για να τους προμηθεύουν πνευματική τροφή. Κάποιος αδελφός σκαρφάλωνε στη στέγη ενός κτιρίου που έβλεπε στην αυλή όπου έβγαζαν για περίπατο όσους ήταν στην απομόνωση. Είχε μικρά χαρτάκια στα οποία είχαν γράψει εδάφια από την Αγία Γραφή και ήταν τσαλακωμένα ώστε να σχηματίζουν μπαλάκια μεγέθους ενός εκατοστού. Έβαζε ένα μπαλάκι στην άκρη ενός μακριού σωλήνα και φυσούσε προς την κατεύθυνση του Μάρτυρα που περπατούσε κάτω στην αυλή. Ο Μάρτυρας έσκυβε δήθεν για να δέσει το κορδόνι του παπουτσιού του και έπαιρνε την πνευματική τροφή χωρίς να γίνει αντιληπτός.

Για πρωινό και βραδινό, έδιναν στους κρατουμένους αραιό χυλό αναμειγμένο με λίγο βαμβακέλαιο. Το μεσημεριανό αποτελούνταν από νερουλό μπορς ή άλλη σούπα και ένα απλό κύριο πιάτο. Το ψωμί που έτρωγαν οι κρατούμενοι έμοιαζε με την τσόχα που χρησιμοποιούσαν για να φτιάχνουν μπότες! Ο Ιβάν Μικιτκόφ θυμάται: «Πέρασα εφτά χρόνια σε αυτό το στρατόπεδο, και σχεδόν πάντα υποφέραμε από οξείς στομαχόπονους».

Οι αδελφοί παρέμειναν σταθεροί στην πίστη. Η απομόνωση δεν μπόρεσε να διαταράξει την πνευματική ισορροπία των όσιων υπηρετών του Θεού, οι οποίοι συνέχισαν να δείχνουν πίστη και αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον.—Ματθ. 22:37-39.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 131, 132]

Με Ρώτησε: «Γιατί Κλαις;»

ΠΟΛΙΝΑ ΓΚΟΥΤΣΜΙΤ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1922

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1962

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Παντρεύτηκε τον Βίκτορ Γκούτσμιτ. Ενόσω βρισκόταν στη φυλακή, η Πολίνα παρατήρησε πόσο καλοσυνάτοι ήταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά.

ΠΙΣΤΕΥΑ στο κομμουνιστικό ιδεώδες και το υποστήριζα με αφοσίωση. Ωστόσο, οι κομμουνιστές με συνέλαβαν το Μάιο του 1944 και με έστειλαν σε στρατόπεδο εργασίας στη Βορκούτα. Επί τρία χρόνια δεν μου έλεγαν το λόγο για τον οποίο με συνέλαβαν. Στην αρχή, πίστευα πως είχε γίνει κάποιο λάθος και περίμενα να με αφήσουν ελεύθερη. Αντί για αυτό, καταδικάστηκα σε φυλάκιση δέκα ετών σε στρατόπεδο επειδή υποτίθεται ότι είχα κάνει αντισοβιετικά σχόλια.

Επειδή είχα πείρα στον ιατρικό τομέα, τα πρώτα λίγα χρόνια της φυλάκισής μου εργάστηκα στο νοσοκομείο του στρατοπέδου. Το 1949 μεταφέρθηκα σε ένα στρατόπεδο για πολιτικούς κρατουμένους στην Ίντα. Το καθεστώς αυτού του στρατοπέδου ήταν πολύ πιο αυστηρό. Ανάμεσα στους κρατουμένους υπήρχε δυσαρέσκεια, αγένεια, ανηθικότητα, απάθεια και απελπισία. Φήμες ότι σύντομα όλοι στο στρατόπεδο θα εκτελούνταν ή θα καταδικάζονταν σε ισόβια κάθειρξη επιδείνωναν την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα. Εξαιτίας της πίεσης, αρκετοί κρατούμενοι έχασαν τα λογικά τους. Οι κρατούμενοι έδειχναν δυσπιστία και μίσος μεταξύ τους, επειδή υπήρχαν πολλοί καταδότες στο στρατόπεδο. Ο καθένας κλεινόταν στον εαυτό του και προσαρμοζόταν όσο καλύτερα μπορούσε. Επικρατούσε ιδιοτέλεια και απληστία.

Μια ομάδα 40 περίπου γυναικών κρατουμένων ήταν εμφανώς διαφορετική από τις υπόλοιπες. Τις έβλεπες πάντοτε μαζί, εκπληκτικά ελκυστικές, καθαρές, καλοσυνάτες και φιλικές. Την ομάδα απάρτιζαν κυρίως νέες γυναίκες, ακόμη και μικρά κορίτσια. Έμαθα ότι ήταν θρησκευόμενα άτομα, Μάρτυρες του Ιεχωβά. Οι κρατούμενες τους συμπεριφέρονταν ποικιλοτρόπως. Μερικές ήταν αγενείς και εχθρικές. Άλλες θαύμαζαν τη συμπεριφορά τους, ειδικά την αγάπη που έδειχναν η μία στην άλλη. Για παράδειγμα, όταν αρρώσταινε μια Μάρτυρας του Ιεχωβά, οι άλλες ξενυχτούσαν στο προσκεφάλι της εκ περιτροπής. Στο στρατόπεδο αυτό ήταν εξαιρετικά ασυνήθιστο.

Με εξέπληττε το γεγονός ότι οι γυναίκες αυτής της ομάδας ανήκαν σε τόσο πολλές εθνικότητες, αλλά ήταν φιλικές μεταξύ τους. Εκείνον τον καιρό, είχα χάσει το ενδιαφέρον μου για τη ζωή. Μια φορά που ένιωθα πολύ αποκαρδιωμένη, κάθησα κάτω και έβαλα τα κλάματα. Μια από τις κοπέλες με πλησίασε και με ρώτησε: «Πολίνα, γιατί κλαις;»

«Δεν θέλω τη ζωή μου», απάντησα.

Εκείνη η κοπέλα, η Λίντια Νικούλινα, άρχισε να με παρηγορεί. Μου μίλησε για το σκοπό της ζωής, για το πώς ο Θεός θα έλυνε τα προβλήματα της ανθρωπότητας και για πολλά άλλα πράγματα. Τον Ιούλιο του 1954 αφέθηκα ελεύθερη. Ήδη είχα μάθει πολλά από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και με μεγάλη μου χαρά έγινα Μάρτυρας του Ιεχωβά και εγώ.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 140, 141]

Από Στρατιωτικός Μηχανικός, Κήρυκας των Καλών Νέων

ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΝΙΚΟΛΑΓΙΕΦΣΚΙ

Γεννηθηκε 1907

Βαφτιστηκε 1955

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Μεταφέρθηκε 256 φορές σε διάφορα στρατόπεδα και φυλακές. Πέθανε το 1999.

ΑΠΟΦΟΙΤΗΣΑ από το Ινστιτούτο Μηχανικών Επικοινωνίας της Μόσχας το 1932. Μέχρι το 1941, εργαζόμουν ως μηχανικός και επικεφαλής αρχιτέκτονας σε ένα ινστιτούτο στη Μόσχα. Εγώ προσωπικά σχεδίαζα ειδικά εξαρτήματα για πολεμικά πλοία. Στη διάρκεια του πολέμου τέθηκα υπό κράτηση και τελικά στάλθηκα σε ένα στρατόπεδο στο κεντρικό Καζακστάν, στο χωριό Κενγκίρ.

Εκεί μια ομάδα Μαρτύρων του Ιεχωβά τράβηξε την προσοχή μου. Αυτοί διέφεραν από τους άλλους κρατουμένους. Ήταν περίπου 80 άτομα ανάμεσα σε 14.000 κρατουμένους που καταλάμβαναν τρεις πτέρυγες του στρατοπέδου. Η αντίθεση μεταξύ των Μαρτύρων και των υπολοίπων έγινε ιδιαίτερα εμφανής στη διάρκεια της εξέγερσης του Κενγκίρ το 1954. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν πήραν μέρος στην ανταρσία και μάλιστα αρνήθηκαν ακόμα και να προετοιμαστούν για αυτήν. Έδειχναν εκπληκτική ηρεμία και προσπαθούσαν να εξηγήσουν τη στάση τους στους άλλους κρατουμένους. Με εντυπωσίασε τόσο πολύ η συμπεριφορά τους, ώστε τους ρώτησα για τις πεποιθήσεις τους. Λίγο καιρό αργότερα, αφιέρωσα τη ζωή μου στον Ιεχωβά. Η πίστη των Μαρτύρων δοκιμάστηκε στο στρατόπεδο, ειδικά όταν ένοπλες δυνάμεις με τανκς κατέστειλαν την εξέγερση.

Κάποια φορά μου είπαν ότι είχαν έρθει από τη Μόσχα δύο στρατηγοί ειδικά για να συναντήσουν εμένα. Ένας από αυτούς μου είπε: «Φτάνει πια, Βλαντίμιρ. Είσαι στρατιωτικός μηχανικός και αρχιτέκτονας. Η πατρίδα σου σε χρειάζεται. Θέλουμε να επιστρέψεις στην εργασία που έκανες προηγουμένως. Πώς είναι δυνατόν να σου αρέσει να ζεις με αμόρφωτους ανθρώπους;»

«Δεν έχω τίποτα για το οποίο να καυχηθώ», απάντησα. «Όλα τα ταλέντα του ανθρώπου προέρχονται από τον Θεό. Όσοι είναι υπάκουοι σε αυτόν θα απολαύσουν τη Χιλιετή Βασιλεία του Χριστού, όπου το ανθρώπινο γένος θα γίνει τέλειο και θα μορφωθεί με την πραγματική έννοια της λέξης».

Χάρηκα πολύ που μου δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσω για την αλήθεια σε εκείνους τους στρατηγούς. Αρκετές φορές με παρακάλεσαν να επιστρέψω στην προηγούμενη εργασία μου. Ωστόσο, τους ζήτησα να πάψουν να ασχολούνται μαζί μου και να με αφήσουν στο στρατόπεδο με τους πνευματικούς μου αδελφούς, τους οποίους αγαπούσα πάρα πολύ.

Το 1955 η ποινή μου ακυρώθηκε. Άρχισα να εργάζομαι σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο που δεν είχε σχέση με το στρατό. Προσπαθώντας να σπείρω τους σπόρους της αλήθειας με αφθονία, ξεκίνησα Γραφική μελέτη με την οικογένεια ενός μηχανικού. Σύντομα αυτός και όλη η οικογένειά του έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά και ζηλωτές κήρυκες. Αλλά η Κα-Γκε-Μπε με παρακολουθούσε, και σε μια έρευνα βρήκαν Γραφικά έντυπα στο διαμέρισμά μου. Το δικαστήριο με καταδίκασε σε 25ετή φυλάκιση και με έστειλαν σε ένα στρατόπεδο εργασίας στη Σιβηρία, στην πόλη Κρασνογιάρσκ. Μεταφέρθηκα πολλές φορές σε διάφορα στρατόπεδα και φυλακές. Κάποτε υπολόγισα ότι αυτό έγινε 256 φορές στη διάρκεια της ζωής μου.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 147, 148]

Χρειαζόμασταν Μεγάλες Βαλίτσες

ΝΑΝΤΕΖΝΤΑ ΓΙΑΡΟΣ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1926

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1957

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Γνώρισε την αλήθεια στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ράβενσμπρικ. Όταν επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση, υπηρέτησε επί πολλά χρόνια ως σύνδεσμος μεταφέροντας έντυπα. Τώρα ζει στην Καυκασία.

ΟΤΑΝ μπήκα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης το 1943, έχασα κάθε ενδιαφέρον για τη ζωή. Παρέμεινα σε αυτή την κατάσταση ωσότου γνώρισα τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Τι ευτυχία ήταν να επιστρέψω στο σπίτι μου στην Ουκρανία με τη βέβαιη ελπίδα να ζήσω για πάντα σε μια παραδεισιακή γη! Άρχισα να αλληλογραφώ με άλλες αδελφές για να ενισχυθώ πνευματικά. Ωστόσο, η Κα-Γκε-Μπε υπέκλεπτε τα γράμματά μου και έπειτα από λίγο καταδικάστηκα σε 15ετή φυλάκιση σε στρατόπεδο.

Το Νοέμβριο του 1947 με έστειλαν σε ένα στρατόπεδο στην Κολίμα, όπου εξέτισα την ποινή μου μόνη μου, χωρίς άλλους Μάρτυρες. Ο Ιεχωβά με βοηθούσε να κηρύττω. Η Γιεβντοκία, μια από τις κρατούμενες, έδειξε ενδιαφέρον για την Αγία Γραφή. Γίναμε φίλες και στηρίζαμε η μια την άλλη, τόσο από πνευματική όσο και από συναισθηματική άποψη. Διέθετα ελάχιστη γνώση της Γραφής, αλλά αυτά που είχα μάθει ήταν αρκετά για να διακρατήσω την ακεραιότητά μου στον Ιεχωβά.

Στις αρχές του 1957, έναν χρόνο αφότου αφέθηκα ελεύθερη, μετακόμισα στη Σουγιετίχα, στην Περιφέρεια του Ιρκούτσκ. Οι αδελφοί με υποδέχτηκαν με θέρμη και φιλόξενο πνεύμα. Με βοήθησαν να βρω εργασία και διαμέρισμα. Αλλά αυτό που μου έδωσε τη μεγαλύτερη χαρά ήταν το ότι μου ζήτησαν να συμμετάσχω σε θεοκρατικές δραστηριότητες. Επειδή δεν είχα βαφτιστεί ακόμη, βαφτίστηκα σε έναν μεγάλο κάδο. Τώρα ήμουν έτοιμη να αναλάβω ευθύνες στην οργάνωση του Ιεχωβά. Οι ευθύνες μου περιλάμβαναν την παράδοση Γραφικών εντύπων και αλληλογραφίας.

Τα έντυπα έπρεπε να παραδίδονται σε όλη τη Σιβηρία, την κεντρική Ρωσία και τη δυτική Ουκρανία. Τα πάντα έπρεπε να σχεδιάζονται προσεκτικά εκ των προτέρων. Για να παραδίδουμε τα έντυπα στη δυτική Ουκρανία χρειαζόμασταν μεγάλες βαλίτσες. Μια φορά, στο Σταθμό Γιαροσλάβλ στη Μόσχα, η κλειδαριά μιας βαλίτσας έσπασε και όλα τα έντυπα έπεσαν κάτω. Διατηρώντας την ψυχραιμία μου, μάζεψα τα έντυπα χωρίς βιασύνη ενώ παράλληλα προσευχόμουν. Με κάποιον τρόπο τα μάζεψα όλα και έφυγα γρήγορα από το σταθμό. Ευτυχώς, κανείς δεν μου έδωσε σημασία.

Μια άλλη φορά, πήγα δύο βαλίτσες γεμάτες έντυπα από την Ουκρανία στη Σιβηρία μέσω Μόσχας. Έβαλα τη μια βαλίτσα κάτω από τη χαμηλότερη κουκέτα στο κουπέ του τρένου. Σε λίγο δύο επιβάτες—πράκτορες της Κα-Γκε-Μπε—μπήκαν στο κουπέ. Μεταξύ άλλων, μιλούσαν για τους Μάρτυρες, για τους οποίους έλεγαν ότι «διανέμουν έντυπα και κάνουν αντισοβιετική προπαγάνδα». Προσπάθησα να παραμείνω ψύχραιμη για να μην κινήσω υποψίες. Στο κάτω κάτω, αυτοί κάθονταν πάνω στα έντυπα!

Είτε παρέδιδα έντυπα είτε επιτελούσα κάποιον άλλον διορισμό, ήμουν προετοιμασμένη να συλληφθώ ανά πάσα στιγμή. Υπήρξαν πολλές καταστάσεις οι οποίες με δίδαξαν να εμπιστεύομαι στον Ιεχωβά σε κάθε ζήτημα.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 158, 159]

«Ο Λαός σας Είναι Τελείως Διαφορετικός»

ΖΙΝΑΪΝΤΑ ΚΟΖΙΡΕΒΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1919

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1958

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Πέρασε πολλά χρόνια σε διάφορα στρατόπεδα και πέθανε το 2002.

ΑΠΟ την παιδική μου ηλικία λαχταρούσα να υπηρετώ τον Θεό. Το 1942 μια φίλη μου, από ειλικρινές ενδιαφέρον, με πήγε στη Ρωσική Ορθόδοξη εκκλησία της, ώστε «να μην καταλήξω στην κόλαση», όπως είπε. Όταν, όμως, ο ιερέας έμαθε ότι ήμουν Οσέτια, αρνήθηκε να με βαφτίσει. Κατόπιν άλλαξε γνώμη και έκανε την τελετή όταν η φίλη μου του έδωσε χρήματα. Αναζητώντας την αλήθεια, συναναστράφηκα με Αντβεντιστές, Πεντηκοστιανούς και Βαπτιστές. Γι’ αυτόν το λόγο, οι αρχές με καταδίκασαν σε καταναγκαστικά έργα. Στο στρατόπεδο εργασίας συνάντησα τους Μάρτυρες και γρήγορα αναγνώρισα την αλήθεια. Μετά την απελευθέρωσή μου το 1952, επέστρεψα στο σπίτι μου και άρχισα να κηρύττω τα καλά νέα.

Νωρίς ένα πρωί το Δεκέμβριο του 1958, άκουσα ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα. Στρατιώτες όρμησαν μέσα και άρχισαν να ψάχνουν το σπίτι μας, ενώ δύο από αυτούς με φρουρούσαν σε μια γωνία. Ο πατέρας μου ξύπνησε και φοβήθηκε πάρα πολύ για την οικογένειά του, ειδικά για τους γιους του. Οι γονείς μου είχαν πέντε γιους, και εγώ ήμουν η μοναχοκόρη τους. Όταν ο πατέρας μου είδε τους στρατιώτες να κάνουν όλα τα δωμάτια και τη σοφίτα άνω κάτω, κατάλαβε ότι η έρευνα είχε σχέση με την πίστη μου. Άρπαξε ένα τουφέκι και φώναξε: «Είσαι κατάσκοπος των Αμερικανών!» Προσπάθησε να με σκοτώσει, αλλά οι στρατιώτες τού πήραν το τουφέκι. Ήταν απίστευτο ότι ο ίδιος μου ο πατέρας θα μπορούσε να με είχε σκοτώσει. Όταν τελείωσε η έρευνα, με πήραν με ένα σκεπαστό φορτηγό, αλλά εγώ χαιρόμουν που ήμουν ζωντανή. Για τις θρησκευτικές μου δραστηριότητες καταδικάστηκα σε 10ετή φυλάκιση.

Το Δεκέμβριο του 1965 αφέθηκα ελεύθερη προτού εκτίσω όλη την ποινή μου. Οι γονείς μου χάρηκαν που με είδαν, αλλά ο πατέρας μου δεν ήθελε να μείνω στο σπίτι. Περιέργως, όμως, οι εργαζόμενοι στην Κα-Γκε-Μπε ανάγκασαν τον πατέρα μου να δηλώσει επισήμως στις αρχές ότι μένω στο σπίτι του, και μάλιστα με βοήθησαν να βρω εργασία. Ο πατέρας μου ήταν το ίδιο εχθρικός μαζί μου όπως πριν, αλλά ύστερα από λίγο καιρό η στάση του άρχιζε να αλλάζει. Συναντούσε τους αδελφούς και τις αδελφές όταν έρχονταν να με επισκεφτούν. Οι σαρκικοί αδελφοί μου δεν εργάζονταν, έπιναν και φέρονταν επιθετικά. Κάποια φορά, ο πατέρας μου είπε: «Βλέπω ότι ο λαός σας είναι τελείως διαφορετικός από ό,τι νόμιζα. Θέλω να σου παραχωρήσω ένα δωμάτιο για να κάνετε τις συναθροίσεις σας εκεί». Δεν μπορούσα να το πιστέψω! Ο πατέρας μου μού έδωσε ένα μεγάλο δωμάτιο και είπε: «Μη φοβάσαι. Όταν θα είστε όλοι μαζεμένοι, εγώ θα στέκομαι φρουρός και κανείς δεν θα μπει μέσα». Αυτό ακριβώς γινόταν, επειδή όλοι ήξεραν την ανυποχώρητη προσωπικότητα του πατέρα μου.

Έτσι λοιπόν, μέσα στο ίδιο μου το σπίτι και υπό την προστασία του Ιεχωβά και του πατέρα μου, διεξήγαμε τις Χριστιανικές μας συναθροίσεις. Τις παρακολουθούσαν ως και 30 άτομα, επειδή τόσοι Μάρτυρες υπήρχαν στην Οσετία εκείνον τον καιρό. Ήταν πολύ ευχάριστο να βλέπω από το παράθυρο τους γονείς μου να κάθονται στο δρόμο και να μας φρουρούν. Σήμερα στην Οσετία, περίπου 2.600 ζηλωτές ευαγγελιζόμενοι διαγγέλλουν τη Βασιλεία του Ιεχωβά.—Ησ. 60:22.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 162, 163]

Ήμουν ο Μόνος Μάρτυρας που Είχε Απομείνει στο Στρατόπεδο

ΚΟΝΣΤΑΝΤΙΝ ΣΚΡΙΠΤΣΟΥΚ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1922

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1956

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Γνώρισε την αλήθεια το 1953 σε στρατόπεδο εργασίας και βαφτίστηκε εκεί το 1956. Πέρασε 25 συνεχόμενα χρόνια ως φυλακισμένος αφότου έγινε Μάρτυρας του Ιεχωβά. Πέθανε το 2003.

ΣΤΙΣ αρχές του 1953 γνώρισα σε ένα κελί κάποιον αδελφό ονόματι Βασίλι. Μου είπε πως είχε βρεθεί εκεί λόγω της πίστης του στον Θεό. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς ήταν δυνατόν να βάλουν κάποιον στη φυλακή για τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Αυτή η απορία με προβλημάτισε τόσο πολύ ώστε δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Την επόμενη μέρα ο Βασίλι μού εξήγησε την κατάσταση. Σταδιακά πείστηκα πως η Αγία Γραφή είναι ένα βιβλίο από τον Θεό.

Το 1956 βαφτίστηκα. Στο τέλος εκείνου του έτους, οι επιστάτες έκαναν έρευνα και διαπίστωσαν ότι είχαμε μια μεγάλη ποσότητα Γραφικών εντύπων. Οι ανακρίσεις συνεχίστηκαν επί σχεδόν έναν χρόνο, και το 1958 το δικαστήριο με καταδίκασε σε 23 χρόνια φυλάκιση λόγω θρησκευτικών δραστηριοτήτων. Μέχρι τότε, είχα ήδη περάσει πεντέμισι χρόνια στα στρατόπεδα. Εξέτισα ολόκληρη την ποινή μου, 28 χρόνια και 6 μήνες, χωρίς να γευτώ την ελευθερία ούτε μία φορά.

Τον Απρίλιο του 1962 το δικαστήριο με ανακήρυξε «εξαιρετικά επικίνδυνο κακοποιό», και μεταφέρθηκα σε στρατόπεδο υψίστης ασφαλείας όπου έμεινα 11 χρόνια. Υπήρχαν πολλά πράγματα που καθιστούσαν αυτό το στρατόπεδο «ιδιαίτερο». Για παράδειγμα, το επίδομα διατροφής ανά άτομο ήταν 11 καπίκια του ρουβλίου την ημέρα, λιγότερο από όσο κόστιζε μια φραντζόλα ψωμί εκείνον τον καιρό. Ενώ είχα ύψος 1,92, ζύγιζα μόνο 59 κιλά. Το δέρμα μου ζάρωνε και ξεφλούδιζε.

Επειδή ήμουν καλός οικοδόμος, με έστελναν συχνά να κάνω επισκευές σε διαμερίσματα κρατικών αξιωματούχων. Κανείς δεν με φοβόταν, και οι ένοικοι δεν έμπαιναν στον κόπο να κρύψουν τα πράγματά τους στα διαμερίσματα. Όταν η σύζυγος ενός αξιωματούχου έμαθε ότι θα εργαζόμουν στο διαμέρισμά τους, δεν πήγε τον εξάχρονο γιο της στο νηπιαγωγείο. Ήταν μια ενδιαφέρουσα σκηνή: ένας «εξαιρετικά επικίνδυνος κακοποιός» μόνος όλη την ημέρα σε ένα διαμέρισμα με ένα εξάχρονο παιδί! Ήταν προφανές ότι κανείς δεν πίστευε πως ήμουν εγκληματίας, πόσο μάλλον «εξαιρετικά επικίνδυνος».

Σταδιακά όλοι οι αδελφοί στο στρατόπεδό μας αφέθηκαν ελεύθεροι. Το 1974, ήμουν ο μόνος Μάρτυρας που είχε απομείνει στο στρατόπεδο. Έμεινα εκεί άλλα εφτά χρόνια μέχρι τον Αύγουστο του 1981, οπότε αφέθηκα ελεύθερος. Ο Ιεχωβά συνέχιζε να με στηρίζει πνευματικά. Πώς; Εκείνα τα εφτά χρόνια, λάβαινα τη Σκοπιά σε επιστολές. Ένας αδελφός μού έστελνε τακτικά αυτές τις επιστολές που περιείχαν άρθρα από ένα καινούριο τεύχος, όμορφα αντιγραμμένα με το χέρι. Κάθε φορά, ο λογοκριτής του στρατοπέδου μού έδινε την επιστολή ανοιγμένη. Ξέραμε και οι δύο ακριβώς ποιο ήταν το περιεχόμενο της επιστολής. Μέχρι σήμερα, δεν έχω καταλάβει τι τον υποκίνησε να ριψοκινδυνεύσει με αυτόν τον τρόπο, αλλά χαίρομαι που εργαζόταν εκεί ολόκληρη την περίοδο των εφτά ετών. Πάνω από όλα, ευγνωμονώ τον Ιεχωβά. Στη διάρκεια όλων εκείνων των ετών, έμαθα να εμπιστεύομαι στον Ιεχωβά και λάβαινα δύναμη από αυτόν.—1 Πέτρ. 5:7.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 168, 169]

Μετά τον Πόλεμο, Επέστρεψα στη Ρωσία

ΑΛΕΞΕΪ ΝΙΕΠΑΤΣΑΤΟΦ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1921

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1956

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Γνώρισε την αλήθεια στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μπούχενβαλντ το 1943 και πέρασε 19 χρόνια ως κρατούμενος στη Ρωσία. Υπηρέτησε ως τακτικός σκαπανέας επί 30 και πλέον χρόνια, τα περισσότερα υπό απαγόρευση.

ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ 20 ετών, ο Αλεξέι στάλθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς στη ναζιστική Γερμανία. Αργότερα, μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο Μπούχενβαλντ, όπου γνώρισε την αλήθεια. Λίγο πριν από την απελευθέρωσή του, δύο χρισμένοι Μάρτυρες του είπαν: «Αλεξέι, θα ήταν καλό αν μετά τον πόλεμο επέστρεφες στη Ρωσία. Είναι τεράστια χώρα και υπάρχει ιδιαίτερη ανάγκη για θεριστές. Η κατάσταση εκεί είναι δύσκολη, γι’ αυτό να είσαι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσεις κάθε είδους δοκιμασία. Θα προσευχόμαστε για εσένα και για αυτούς που θα ακούσουν».

Οι Βρετανοί απελευθέρωσαν τον Αλεξέι το 1945. Επέστρεψε στη Ρωσία, όπου καταδικάστηκε αμέσως σε 10ετή φυλάκιση επειδή αρνήθηκε να ψηφίσει. Ο Αλεξέι γράφει: «Στην αρχή, ήμουν ο μόνος Μάρτυρας στη φυλακή. Ζήτησα από τον Ιεχωβά να με κατευθύνει καθώς θα αναζητούσα πρόβατα, και σε λίγο ήμασταν 13 άτομα! Όλο εκείνο το διάστημα δεν είχαμε Γραφικά έντυπα. Αντιγράφαμε εδάφια από μυθιστορήματα τα οποία δανειζόμασταν από τη βιβλιοθήκη της φυλακής».

Ο Αλεξέι εξέτισε πλήρως τη 10ετή ποινή του. Μόλις αφέθηκε ελεύθερος, πήγε σε μια περιοχή όπου ήξερε ότι πολλοί άνθρωποι πίστευαν στον Ιησού. Ο ίδιος λέει: «Οι άνθρωποι πεινούσαν από πνευματική άποψη. Έρχονταν σε εμένα μέρα νύχτα. Έρχονταν με τα παιδιά τους. Καθετί που μάθαιναν το επιβεβαίωναν από την Αγία Γραφή».

Μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, ο Αλεξέι βοήθησε πάνω από 70 άτομα να βαφτιστούν. Μεταξύ αυτών ήταν και η Μαρία, η οποία έγινε σύζυγός του. Ο ίδιος θυμάται: «Η Κα-Γκε-Μπε με έψαχνε. Με συνέλαβαν και με καταδίκασαν σε 25ετή φυλάκιση. Μετά συνέλαβαν τη Μαρία. Πριν από τη δίκη, η Μαρία έμεινε εφτά μήνες στην απομόνωση. Ο ανακριτής είπε ότι θα την άφηνε αμέσως ελεύθερη αν αποκήρυττε τον Ιεχωβά. Η Μαρία αρνήθηκε. Το δικαστήριο την καταδίκασε σε εφτά χρόνια φυλάκιση σε στρατόπεδα εργασίας. Μια αδελφή πήρε στο σπίτι της την κορούλα μας και τη φρόντιζε».

Ο Αλεξέι και η Μαρία αφέθηκαν ελεύθεροι προτού εκτίσουν πλήρως τις ποινές τους. Μετακόμισαν στην Περιφέρεια του Τβερ. Εκεί οι αρχές και οι ντόπιοι τούς εναντιώθηκαν σφοδρά, και ένας γείτονας έβαλε φωτιά στο σπίτι τους. Στα χρόνια που ακολούθησαν, αναγκάστηκαν να μετακομίσουν πολλές φορές. Αλλά σε κάθε μέρος που πήγαιναν έκαναν καινούριους μαθητές.

Ο Αλεξέι αναφέρει: «Στα χρόνια της φυλάκισής μας, δεν μπορούσαμε να διαβάζουμε το Λόγο του Θεού. Έκτοτε, έχουμε βάλει ως προσωπικό μας στόχο να διαβάζουμε την Αγία Γραφή κάθε μέρα. Η Μαρία και εγώ έχουμε τώρα διαβάσει τη Γραφή πάνω από 40 φορές. Ο Λόγος του Θεού είναι αυτό που μας έχει δώσει δύναμη και ζήλο στη διακονία».

Συνολικά, ο Αλεξέι πέρασε 4 χρόνια σε ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και 19 χρόνια σε ρωσικές φυλακές και στρατόπεδα. Στη διάρκεια των 30 χρόνων που δαπάνησε στην υπηρεσία σκαπανέα, ο ίδιος και η σύζυγός του βοήθησαν δεκάδες ανθρώπους να γνωρίσουν και να αγαπήσουν τον Ιεχωβά.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 177, 178]

Ο Στρατιώτης Είχε Δίκιο

ΡΕΓΚΙΝΑ ΚΟΥΚΟΥΣΚΙΝΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1914

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1947

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Αν και αναγκάστηκε να μείνει πολλά χρόνια χωρίς να έχει επαφή με την εκκλησία, συνέχισε πιστά να κηρύττει τα καλά νέα.

ΤΟ 1947 μια Μάρτυρας του Ιεχωβά μού μίλησε στην αγορά. Το ίδιο βράδυ την επισκέφτηκα στο σπίτι της και συζητήσαμε αρκετές ώρες. Αποφάσισα αμέσως ότι, όπως εκείνη, έτσι και εγώ θα υπηρετούσα τον Ιεχωβά με ζήλο! Της είπα: «Αφού εσύ κηρύττεις, θα κηρύττω και εγώ».

Το 1949 με συνέλαβαν στο Λβιφ της Ουκρανίας επειδή κήρυττα και με χώρισαν από τον άντρα μου και τις δύο μικρές μου κόρες. Η αποκαλούμενη τρόικα, ένα δικαστήριο που συνεδρίαζε κεκλεισμένων των θυρών και αποτελούνταν από τρεις δικαστές, με καταδίκασε σε θάνατο από το εκτελεστικό απόσπασμα. Όταν μια γυναίκα, η μία από τους τρεις δικαστές, διάβασε την ποινή μου, πρόσθεσε: «Επειδή έχετε δύο παιδιά αποφασίσαμε να μετατρέψουμε τη θανατική ποινή σε 25ετή κάθειρξη».

Με πήγαν σε ένα κελί όπου υπήρχαν μόνο άντρες. Αυτοί ήξεραν ήδη ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Μόλις έμαθαν ότι η ποινή μου ήταν 25 χρόνια, έμειναν έκπληκτοι που ήμουν τόσο ήρεμη. Όταν οδηγήθηκα έξω από εκείνη τη φυλακή, ένας νεαρός στρατιώτης μού έδωσε ένα δέμα με τρόφιμα και μου είπε με καλοσύνη: «Μη φοβάσαι. Όλα θα πάνε καλά».

Μέχρι το 1953, εξέτια την ποινή μου σε ένα στρατόπεδο στη βόρεια Ρωσία. Στο στρατόπεδο υπήρχαν πολλές αδελφές από διάφορες δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης. Αγαπούσαμε η μια την άλλη σαν να ήμασταν μία οικογένεια.

Με τη διαγωγή μας, εμείς οι αδελφές προσπαθούσαμε να δίνουμε καλή μαρτυρία στους άλλους με την ελπίδα ότι αυτό θα τους υποκινούσε να υπηρετήσουν τον Θεό. Η δουλειά μας ήταν πολύωρη και σκληρή. Αφέθηκα ελεύθερη προτού εκτίσω ολόκληρη την ποινή μου, αλλά κατέληξα σε ένα άλλο είδος απομόνωσης. Επί πέντε και πλέον χρόνια δεν είχα καμία επαφή με την εκκλησία. Αυτό ήταν πολύ πιο δύσκολο από τη φυλάκιση. Παρά τις περιστάσεις μου, πάντα ένιωθα την υποστήριξη και την αναλλοίωτη αγάπη του Ιεχωβά. Διάβαζα πολύ την Αγία Γραφή, έκανα στοχασμούς γύρω από όσα διάβαζα και αυτό με ενίσχυε πνευματικά.

Ο Ιεχωβά με βοήθησε να έρθω σε επαφή με τους Μάρτυρες με έναν ασυνήθιστο τρόπο. Στην εφημερίδα Σοβιετική Ρωσία διάβασα ένα άρθρο που μιλούσε αρνητικά για τους αδελφούς στην Οσετία, στη νοτιοδυτική Ρωσία. Το άρθρο έλεγε ότι οι δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στρέφονταν εναντίον της σοβιετικής κοινωνίας. Το ίδιο άρθρο ανέφερε συγκεκριμένους αδελφούς και αδελφές με τα επώνυμά τους δημοσιεύοντας επίσης τις διευθύνσεις τους. Ήμουν τόσο χαρούμενη! Τους έγραψα και τους είπα ότι ήθελα να τους συναντήσω. Όταν συναντηθήκαμε, οι αδελφοί με ενθάρρυναν πάρα πολύ και είπαν ότι ο Ιεχωβά είχε επιτρέψει να δημοσιευτεί αυτό το άρθρο ώστε να μπορέσω να έρθω σε επαφή με το λαό του.

Τώρα έχω περάσει τα 90. Πράγματι, εκείνος ο καλοσυνάτος στρατιώτης είχε δίκιο. Σε όλη μου τη ζωή, παρά τις αντιξοότητες, όλα πήγαν καλά.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 188, 189]

Κάναμε τους «Πασσάλους» μας Όσο Πιο Στερεούς Μπορούσαμε

ΝΤΜΙΤΡΙ ΛΙΒΙ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1921

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1943

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Υπηρέτησε στην Επιτροπή Χώρας της Ρωσίας επί 20 και πλέον χρόνια, και τώρα υπηρετεί ως πρεσβύτερος σε μια εκκλησία στη Σιβηρία.

ΗΤΑΝ το έτος 1944, έξι μήνες πριν από το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Στεκόμουν σε μια αίθουσα δικαστηρίου μπροστά σε έναν στρατοδίκη λόγω της Χριστιανικής μου ουδετερότητας. Καταδικάστηκα σε θάνατο στο εκτελεστικό απόσπασμα, αλλά η ποινή μετατράπηκε σε δέκα χρόνια φυλάκιση σε σωφρονιστικά στρατόπεδα εργασίας.

Τον Ιανουάριο του 1945, οδηγήθηκα σε ένα στρατόπεδο στα βόρεια της Ρωσίας στην πόλη Πετσόρα, στη Δημοκρατία Κόμι. Ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλους κρατουμένους στο στρατόπεδο υπήρχαν και δέκα αδελφοί μας. Δυστυχώς, το μοναδικό μου τεύχος της Σκοπιάς κατασχέθηκε, και μείναμε χωρίς καθόλου πνευματική τροφή. Ήμουν τόσο εξαντλημένος σωματικά ώστε δεν μπορούσα να κάνω καμία εργασία. Όταν πλενόμασταν στα λουτρά, ένας αδελφός μού είπε ότι έμοιαζα με σκελετό. Πραγματικά, παρουσίαζα τόσο αξιολύπητη εικόνα ώστε με μετέφεραν σε ένα ιατρικό στρατόπεδο στη Βορκούτα.

Έπειτα από λίγο, άρχισα να συνέρχομαι κάπως και με έστειλαν να εργαστώ σε λατομείο άμμου. Προτού περάσει ένας μήνας, έμοιαζα πάλι με σκελετό. Ο γιατρός νόμιζε ότι αντάλλασσα το φαγητό μου με τσιγάρα, αλλά του είπα ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά και δεν κάπνιζα. Έμεινα περισσότερο από δύο χρόνια σε εκείνο το στρατόπεδο. Αν και ήμουν ο μοναδικός Μάρτυρας, πάντα υπήρχαν κάποιοι που ήθελαν να ακούσουν για την αλήθεια, και μερικοί από αυτούς ανταποκρίθηκαν στα καλά νέα.

Κάποτε, οι συγγενείς μου μού έστειλαν ένα χειρόγραφο αντίγραφο της Σκοπιάς. Πώς μπόρεσα να το λάβω αφού οι επιστάτες έψαχναν τόσο προσεκτικά κάθε δέμα; Οι σελίδες ήταν διπλωμένες στα δύο και τοποθετημένες στη βάση ενός δοχείου με διπλό πάτο, με ένα παχύ στρώμα λίπους από πάνω. Ο υπεύθυνος της φυλακής τρύπησε το δοχείο, και εφόσον δεν βρήκε τίποτα ύποπτο, μου το έδωσε. Αυτή η πηγή “ζωντανού νερού” κάλυψε τις ανάγκες μου για κάποιο διάστημα.—Ιωάν. 4:10.

Τον Οκτώβριο του 1949, αφέθηκα ελεύθερος προτού εκτίσω όλη την ποινή μου, και το Νοέμβριο επέστρεψα στο σπίτι μου στην Ουκρανία. Μάθαμε ότι αρκετοί αδελφοί είχαν πάει στη Μόσχα για να καταχωρίσουν νομικά τις δραστηριότητές μας, αλλά φαινόταν πως οι αρχές δεν ήταν έτοιμες να αναγνωρίσουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Σοβιετική Ένωση.

Τη νύχτα της 8ης Απριλίου 1951, μας φόρτωσαν σε τρένα μαζί με άλλες οικογένειες Μαρτύρων του Ιεχωβά και μας έστειλαν στη Σιβηρία. Δύο εβδομάδες αργότερα βρισκόμασταν βαθιά στην καρδιά της Σιβηρίας, στο χωριό Χάζαν, στην Περιφέρεια του Ιρκούτσκ.

Το εδάφιο Ησαΐας 54:2, το οποίο λέει: «Μάκρυνε τα σχοινιά της σκηνής σου και κάνε ισχυρούς τους πασσάλους σου», άγγιξε την καρδιά μας. Φαινόταν ότι εκπληρώναμε αυτή την προφητεία. Ποιος από εμάς θα είχε μετακομίσει οικειοθελώς στη Σιβηρία; Σκέφτηκα ότι έπρεπε να κάνουμε τους πασσάλους μας όσο πιο στερεούς μπορούσαμε. Ως εκ τούτου, έζησα στη Σιβηρία πάνω από 55 χρόνια.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 191, 192]

Ποτέ Δεν Είχα Δικό μου Μέρος για να Μένω

ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ ΓΚΑΡΝΟΦΣΚΑΓΙΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1924

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1967

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Πέρασε 21 χρόνια σε φυλακές και στρατόπεδα, 18 από αυτά προτού βαφτιστεί. Μέχρι το θάνατό της το 2001, η Βαλεντίνα βοήθησε 44 άτομα να γνωρίσουν την αλήθεια.

Η ΜΗΤΕΡΑ μου και εγώ ζούσαμε στη δυτική Λευκορωσία. Συνάντησα τους Μάρτυρες του Ιεχωβά το Φεβρουάριο του 1945. Ένας αδελφός ήρθε στο σπίτι μας μόνο τρεις φορές και μας έδειξε κάποια πράγματα μέσα από την Αγία Γραφή. Αν και δεν τον ξαναείδα ποτέ, άρχισα να κηρύττω σε γείτονες και σε γνωστούς. Οι αρχές με συνέλαβαν και καταδικάστηκα σε οχτώ χρόνια εγκλεισμό στα στρατόπεδα. Με έστειλαν στην Περιφέρεια του Ουλιάνοφσκ.

Στο στρατόπεδο, παρατηρούσα τις άλλες κρατούμενες και άκουγα τις συζητήσεις τους ελπίζοντας να βρω κάποια Μάρτυρα του Ιεχωβά εκεί. Το 1948, άκουσα τυχαία μια κρατούμενη να μιλάει για τη Βασιλεία του Θεού. Την έλεγαν Άσια. Χάρηκα πάρα πολύ που μίλησα μαζί της για πνευματικά θέματα. Λίγο αργότερα, έφεραν άλλες τρεις αδελφές στο στρατόπεδο. Είχαμε ελάχιστα έντυπα, γι’ αυτό προσπαθούσαμε να συναναστρεφόμαστε όσο περισσότερο μπορούσαμε.

Το 1953 αφέθηκα ελεύθερη, αλλά τριάμισι χρόνια αργότερα καταδικάστηκα επειδή κήρυττα, και μου επιβλήθηκε ποινή δεκαετούς φυλάκισης. Το 1957 μεταφέρθηκα στο στρατόπεδο στο Κεμέροβο, όπου υπήρχαν περίπου 180 αδελφές. Ποτέ δεν μείναμε χωρίς Γραφικά έντυπα. Το χειμώνα κρύβαμε τα έντυπα στο χιόνι, και το καλοκαίρι στο γρασίδι και στο χώμα. Όταν γίνονταν έρευνες, έκρυβα χειρόγραφα και στα δύο μου χέρια, κάλυπτα τους ώμους μου με ένα μεγάλο σάλι και κρατούσα τις άκρες του με τα χέρια μου. Όταν με μετέφεραν από το ένα στρατόπεδο στο άλλο, φορούσα ένα καπέλο που είχα ράψει μόνη μου βάζοντας μέσα αρκετά τεύχη της Σκοπιάς.

Τελικά, με έστειλαν σε ένα στρατόπεδο στη Μορδοβία. Εκεί υπήρχε μια Αγία Γραφή, κρυμμένη σε ασφαλές μέρος. Μπορούσαμε να τη διαβάζουμε μόνο παρουσία της αδελφής που ήταν υπεύθυνη για τη φύλαξή της. Η μοναδική φορά που είχα δει Γραφή ήταν στα χέρια του αδελφού που μου πρωτομίλησε για την αλήθεια το 1945.

Όταν αφέθηκα ελεύθερη, το 1967, μετακόμισα στο Ανγκρέν του Ουζμπεκιστάν. Εκεί μπόρεσα να συμβολίσω την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με το βάφτισμα. Για πρώτη φορά έπειτα από εκείνη την αρχική επίσκεψη γνώρισα άρρενες αδελφούς. Εξάλλου, είχα ζήσει μόνο σε στρατόπεδα γυναικών. Όλοι οι αδελφοί και οι αδελφές στην εκκλησία ήταν ζηλωτές στη διακονία, και τους αγάπησα γρήγορα. Τον Ιανουάριο του 1969, οχτώ αδελφοί και πέντε αδελφές από την εκκλησία μας συνελήφθησαν επειδή κήρυτταν, και εγώ ήμουν μία από αυτούς. Καταδικάστηκα σε τρία χρόνια φυλάκιση ως «εξαιρετικά επικίνδυνη κακοποιός». Με έστειλαν πολλές φορές στην απομόνωση επειδή κήρυττα.

Διεξήγα Γραφικές μελέτες με ενδιαφερόμενα άτομα κάτω από μια κουβέρτα. Μας απαγόρευαν να συνομιλούμε στη διάρκεια των περιπάτων. Αν μας έπιαναν να μιλάμε, για τιμωρία μάς έστελναν στην απομόνωση. Χρησιμοποιούσαμε μόνο χειρόγραφα έντυπα, τα οποία αντιγράφαμε ξανά και ξανά.

Ποτέ δεν είχα δικό μου μέρος για να μένω. Όλα μου τα υπάρχοντα ήταν σε μία μόνο βαλίτσα, αλλά ένιωθα ευτυχισμένη και ικανοποιημένη επειδή υπηρετούσα τον Ιεχωβά.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 200, 201]

Με Ενίσχυσε Πνευματικά ένας Ανακριτής

ΠΑΒΕΛ ΣΙΒΟΥΛΣΚΙ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1933

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1948

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Υποβλήθηκε επανειλημμένα σε ιδεολογική αναμόρφωση. Τώρα υπηρετεί ως πρεσβύτερος σε μια εκκλησία στη Ρωσία.

ΤΟ 1958, με συνέλαβαν για συμμετοχή σε θρησκευτικές δραστηριότητες. Καθώς με συνόδευε στο τρένο, ο αξιωματικός μού είπε: «Κοίτα τη σύζυγό σου για τελευταία φορά επειδή δεν θα την ξαναδείς ποτέ πια».

Στο Ιρκούτσκ, με έβαλαν σε ένα ειδικό κελί όπου μόλις και μετά βίας χωρούσα όρθιος. Έπειτα από αυτό έμεινα έξι μήνες στην απομόνωση πριν από τη δίκη μου. Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων, οι οποίες γίνονταν τη νύχτα, οι ανακριτές έκαναν τα πάντα για να υποσκάψουν την πίστη μου στην Αγία Γραφή και την εμπιστοσύνη μου στην οργάνωση του Θεού. Με κατηγορούσαν για συμμετοχή στις παράνομες δραστηριότητες των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Μερικές φορές χρησιμοποιούσαν βία, αν και η κύρια μέθοδός τους ήταν συνήθως η ιδεολογική πίεση. Παρακαλούσα τον Ιεχωβά να μου δίνει δύναμη για να μείνω σταθερός. Εκείνος ήταν πάντοτε μαζί μου.

Στη διάρκεια μιας συνηθισμένης ανάκρισης, ο ανακριτής με κάλεσε στο γραφείο του και μου είπε: «Τώρα θα σου δείξουμε τι κάνει η οργάνωσή σας. Και τότε θα δεις αν πρόκειται για έργο του Θεού ή όχι!»

Κοιτώντας με κατάματα, συνέχισε: «Φέτος τη συνέλευσή σας στη Νέα Υόρκη την παρακολούθησαν 253.000 άτομα σε δύο στάδια. Αν αναλογιστείς το μέγεθος αυτής της εκδήλωσης, καταλαβαίνεις πως θα ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθεί χωρίς την υποστήριξη της CIA. Η συνέλευση διήρκεσε οχτώ ημέρες. Την παρακολούθησαν εκπρόσωποι από διάφορες χώρες, οι οποίοι ταξίδεψαν με αεροπλάνα, τρένα, πλοία και άλλα μεταφορικά μέσα. Θα μπορούσαν να είχαν γίνει όλα αυτά χωρίς βοήθεια από τις αρχές; Ποιος θα μπορούσε να πληρώσει για μια συνέλευση που έγινε σε αυτά τα τεράστια στάδια για οχτώ μέρες;»

Ο ανακριτής άπλωσε φωτογραφίες σε όλο το τραπέζι. Σε μία από αυτές, είδα χαρούμενους εκπροσώπους με πολύχρωμες εθνικές ενδυμασίες να είναι αγκαλιασμένοι. Σε μια άλλη φωτογραφία ήταν ο αδελφός Νορ την ώρα που εκφωνούσε μια ομιλία, και άλλες έδειχναν το βάφτισμα και τον αδελφό Νορ να δίνει σε αυτούς που είχαν βαφτιστεί το βιβλίο «Γενηθήτω το Θέλημά Σου επί της Γης». Εμείς δεν είχαμε πάρει το συγκεκριμένο βιβλίο, αλλά μάθαμε για αυτό αργότερα από τη Σκοπιά. Κοιτώντας με στα μάτια, ο ανακριτής μού είπε: «Τι λέει αυτό το βιβλίο; Για το βασιλιά του βορρά και τι τον περιμένει. Πώς θα μπορούσαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά να το έχουν οργανώσει αυτό ανεξάρτητα; Ξέρουμε πως αυτές τις εκδηλώσεις τις παρακολουθεί ο αμερικανικός στρατός για να μαθαίνει από το παράδειγμά σας πώς να οργανώνει στρατιωτικές δραστηριότητες. Ξέρουμε επίσης ότι κάποιος εκατομμυριούχος πρόσφερε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για να διεξαχθεί αυτή η συνέλευση. Οι εκατομμυριούχοι δεν σκορπίζουν λεφτά χωρίς λόγο!»

Ο ανακριτής ούτε καν φανταζόταν πώς ένιωθα εγώ εκείνη τη στιγμή. Είχα την αίσθηση ότι παρακολουθούσα τη συνέλευση χωρίς να έχω φύγει καν από τη φυλακή. Ένιωσα να με κατακλύζουν ανανεωμένες δυνάμεις. Πόσο χρειαζόμουν κάτι τέτοιο! Και ο Ιεχωβά με ευλόγησε γενναιόδωρα με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Ήμουν έτοιμος να συνεχίσω να υπομένω.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 214, 215]

Ο Κινηματογράφος Ήταν Γεμάτος από Μάρτυρες του Ιεχωβά

ΒΕΝΙΕΡΑ ΓΚΡΙΓΚΟΡΙΕΒΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1936

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1994

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Έκανε καριέρα ως ηθοποιός τη δεκαετία του 1960 και έπαιξε έναν ρόλο σε σοβιετική προπαγανδιστική ταινία. Από το 1995 υπηρετεί ως τακτική σκαπάνισσα στην Αγία Πετρούπολη.

ΤΟ 1960, στην αρχή της καριέρας μου ως ηθοποιού, μου δόθηκε ο πρωταγωνιστικός ρόλος στην ταινία ντοκιμαντέρ Οι Μάρτυρες του Θεού, η οποία προβλήθηκε στους σοβιετικούς κινηματογράφους. Η ταινία απεικόνιζε την «τρομακτική αίρεση των Μαρτύρων του Ιεχωβά», η οποία ευθυνόταν για το θάνατο της ηρωίδας, της Τάνιας, την οποία υποδυόμουν εγώ. Σύμφωνα με το σενάριο, η Τάνια δραπετεύει από την «αίρεση» τη νύχτα στη διάρκεια μιας χιονοθύελλας, χωρίς παλτό. Εξαφανίζεται μέσα στο χιόνι, και η φωνή του αφηγητή ανακοινώνει με θλίψη: «Αυτό ήταν το τέλος της Τάνιας Βεσελόβα». Μου άρεσε το σενάριο και το θεώρησα τιμή μου να συμμετάσχω στον αγώνα κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αν και τα μόνα πράγματα που ήξερα για αυτούς ήταν από το ίδιο το σενάριο.

Η ταινία προβλήθηκε στους κινηματογράφους και στις λέσχες πολλών πόλεων της Σοβιετικής Ένωσης. Πήγαινα σε κάθε πρεμιέρα και εμφανιζόμουν στη σκηνή μετά την προβολή της ταινίας. Εκείνον τον καιρό, οι Σοβιετικοί πίστευαν ανεπιφύλακτα ό,τι έβλεπαν στην οθόνη. Γι’ αυτό, κάθε φορά που έβγαινα, όλοι άφηναν έναν στεναγμό ανακούφισης και έλεγαν: «Είναι ζωντανή!» Τότε εγώ περιέγραφα πώς είχαν γίνει τα γυρίσματα και πώς ο σκηνοθέτης και οι άνθρωποι των ειδικών εφέ είχαν δημιουργήσει τη χιονοθύελλα, η οποία φαινόταν να με παρασύρει σε μια χαράδρα και να με σκεπάζει με χιόνι.

Κάποια φορά, στο Βίσνι Βολοτσόκ, στην Περιφέρεια του Καλίνιν (τώρα Τβερ), ένας κινηματογράφος ήταν κατάμεστος, αλλά η βραδιά εξελίχθηκε λίγο διαφορετικά από ό,τι συνήθως. Μετά την ταινία, ένας ηλικιωμένος κύριος μου έκανε ερωτήσεις που αφορούσαν μόνο τη θρησκεία, και εγώ υποστήριξα την αθεϊστική άποψη για την προέλευση της ζωής στη γη. Κανείς δεν είπε τίποτα σχετικά με την ταινία. Φεύγοντας διακριτικά από τη σκηνή, πήγα στο διοργανωτή της εκδήλωσης και τον ρώτησα: «Με ποιον μιλούσα μόλις τώρα;»

«Αυτός είναι ο αρχηγός της αίρεσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο κινηματογράφος είναι γεμάτος αποκλειστικά από Μάρτυρες», μου είπε. Έτσι συνάντησα τους Μάρτυρες του Ιεχωβά χωρίς να το ξέρω. Έπειτα από αυτό, ήθελα να διαβάσω την Αγία Γραφή αλλά δεν μπορούσα να βρω μία. Παντρεύτηκα έναν Πολωνό και μετακόμισα μαζί του στην Πολωνία. Το 1977, δύο αδελφές χτύπησαν την πόρτα μας και σύντομα άρχισα να μελετάω την Αγία Γραφή μαζί τους. Αγάπησα αυτό το βιβλίο και γίναμε φίλοι με τους Μάρτυρες. Το 1985, ο πατέρας μου αρρώστησε, και ο σύζυγός μου και εγώ πήγαμε στο Λένινγκραντ (τώρα Αγία Πετρούπολη) για να είμαστε μαζί του. Προσευχόμουν στον Ιεχωβά να με βοηθήσει να έρθω σε επαφή με τους Μάρτυρές του εκεί.

Τελικά, έγινα Μάρτυρας του Ιεχωβά. Υπηρετώ ως τακτική σκαπάνισσα εδώ και 12 χρόνια, και ο Ζίσουαφ, ο σύζυγός μου, είναι διακονικός υπηρέτης σε μια εκκλησία στην Αγία Πετρούπολη.

Γνωρίζω από προσωπική πείρα ότι, «μέσω πανουργίας όσον αφορά την επινόηση πλάνης», η βιομηχανία του κινηματογράφου μπορεί να παροδηγήσει πολλούς ανθρώπους. (Εφεσ. 4:14) Όταν έπαιξα σε εκείνη τη σοβιετική προπαγανδιστική ταινία, ούτε καν φανταζόμουν ότι 30 χρόνια αργότερα θα ήμουν η ίδια Μάρτυρας του Ιεχωβά.

[Πλαίσιο στη σελίδα 237]

Η Μετάφραση Νέου Κόσμου στη Ρωσική

Επί έναν και πλέον αιώνα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν κάνει καλή χρήση διαφόρων ρωσικών μεταφράσεων της Αγίας Γραφής. Μία από αυτές είναι η συνοδική μετάφραση. Παρά την αρχαΐζουσα γλώσσα της και τη σπάνια χρήση του θεϊκού ονόματος, αυτή η μετάφραση έχει βοηθήσει πολλές χιλιάδες άτομα που διαβάζουν τη ρωσική να κατανοήσουν το σκοπό του Θεού. Η μετάφραση του Μακαρίου, η οποία χρησιμοποιεί το όνομα του Θεού περίπου 3.000 φορές, επίσης βοήθησε πολύ. Αλλά καθώς ο αριθμός των Ρώσων Μαρτύρων μεγάλωνε, μεγάλωνε εξίσου και η ανάγκη για μια μετάφραση της Αγίας Γραφής η οποία να είναι ακριβής, σαφής και σύγχρονη.

Το Κυβερνών Σώμα διευθέτησε ώστε η Μετάφραση Νέου Κόσμου να μεταφραστεί στη ρωσική. Το γραφείο τμήματος της Ρωσίας ασχολήθηκε με αυτό το μεγάλο μεταφραστικό έργο περισσότερο από μία δεκαετία.

Το 2001 τέθηκε σε κυκλοφορία η Μετάφραση Νέου Κόσμου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών στη ρωσική. Το 2007, προς μεγάλη χαρά όσων διαβάζουν τη ρωσική σε όλο τον κόσμο, τέθηκε σε κυκλοφορία ολόκληρη η Μετάφραση Νέου Κόσμου στη ρωσική. Η νέα έκδοση ανακοινώθηκε αρχικά από τα μέλη του Κυβερνώντος Σώματος Θεοντόρ Τζάρας στην Αγία Πετρούπολη και Στίβεν Λετ στη Μόσχα. Την ανακοίνωση ακολούθησαν βροντερά χειροκροτήματα. Ο ενθουσιασμός εκδηλώθηκε αμέσως. «Τι σαφής, κατανοητή, ζωντανή γλώσσα!» έγραψε μια αδελφή. «Η ανάγνωση της Αγίας Γραφής αποτελεί ακόμη μεγαλύτερη απόλαυση τώρα». Πολλά άτομα εξέφρασαν την εκτίμησή τους στην οργάνωση με σχόλια όπως: «Τι πολύτιμο δώρο ήταν αυτό από τον Ιεχωβά!» και «Παρακαλούμε δεχτείτε τις εγκάρδιες ευχαριστίες μας». Αναμφίβολα, η κυκλοφορία της ρωσικής Μετάφρασης Νέου Κόσμου αποτελεί ορόσημο για τους ρωσόφωνους που αγαπούν την αλήθεια σε όλο τον κόσμο.

[Πλαίσιο/​Εικόνα στη σελίδα 244, 245]

Μέσα σε Μία Μέρα Λύθηκαν τα Προβλήματά Μας

ΙΒΑΝ ΚΑΙ ΝΑΤΑΛΙΑ ΣΛΑΒΑ

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑΝ 1966 και 1969 αντίστοιχα

ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΑΝ 1989

ΙΣΤΟΡΙΚΟ Ως σκαπανείς, μετακόμισαν εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Ο Ιβάν υπηρετεί τώρα στην Επιτροπή του Τμήματος της Ρωσίας.

Η ΝΑΤΑΛΙΑ και εγώ μετακομίσαμε από την Ουκρανία στη Ρωσία στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Στην Περιφέρεια του Μπέλγκοροντ, η οποία είχε πληθυσμό σχεδόν ενάμισι εκατομμύριο κατοίκους, οι ευαγγελιζόμενοι ήταν λιγότεροι από δέκα. Δεν υπήρχε αμφιβολία—επρόκειτο για ένα μέρος όπου «ο μεν θερισμός [ήταν] πολύς, αλλά οι εργάτες [ήταν] λίγοι».—Ματθ. 9:37.

Μόλις είχαμε παντρευτεί και έπρεπε να βρούμε εργασία για να συντηρούμαστε. Ωστόσο, η οικονομική κατάσταση στη χώρα χειροτέρευε, και πολλοί έχαναν τις δουλειές τους. Για να μπορούν οι άνθρωποι να παίρνουν βασικά είδη διατροφής, η κυβέρνηση εξέδιδε κουπόνια, ή δελτία, τα οποία μοιράζονταν στους χώρους εργασίας. Εφόσον δεν είχαμε εργασία, δεν είχαμε ούτε κουπόνια. Ως εκ τούτου, έπρεπε να αγοράζουμε τρόφιμα σε υψηλές τιμές από την αγορά. Είχαμε επίσης πρόβλημα στέγασης και ήμασταν αναγκασμένοι να μένουμε σε ξενοδοχείο. Αφού πληρώσαμε τη διαμονή στο δωμάτιο για 20 μέρες, τα πορτοφόλια μας έμειναν σχεδόν άδεια. Προσευχόμασταν στον Ιεχωβά κάθε μέρα να μας βοηθήσει να βρούμε εργασία και ένα οικονομικό μέρος για να μείνουμε. Όλο αυτό το διάστημα κηρύτταμε επιμελώς, αναζητώντας ειλικρινείς ανθρώπους. Η τελευταία μέρα της διαμονής μας στο ξενοδοχείο έφτασε. Με τα χρήματα που μας είχαν μείνει αγοράσαμε ένα ψωμάκι και ένα κουτί γάλα. Όταν πέσαμε στο κρεβάτι εκείνο το βράδυ, ικετεύσαμε ξανά τον Ιεχωβά να μας βοηθήσει να βρούμε εργασία και στέγη επειδή την επόμενη μέρα έπρεπε να αδειάσουμε το δωμάτιο.

Το πρωί μάς ξύπνησε ένα τηλεφώνημα. Προς έκπληξή μας, ο διευθυντής του ξενοδοχείου είπε πως με περίμενε ο ξάδελφός μου στο χώρο υποδοχής. Ο ξάδελφός μου μού πρόσφερε μερικά χρήματα, λέγοντας ότι μόλις είχε πάρει ένα καλό επίδομα στην εργασία του και ήθελε να το μοιραστεί μαζί μου. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Λίγα λεπτά αργότερα, κάποιος αδελφός μάς τηλεφώνησε και είπε ότι μας είχε βρει ένα οικονομικό διαμέρισμα. Επιπλέον, την ίδια εκείνη μέρα μάς προσέλαβαν ως επιστάτες σε ένα νηπιαγωγείο. Έτσι λοιπόν, μέσα σε μία μέρα λύθηκαν τα προβλήματά μας. Είχαμε κάποια χρήματα, στέγη και εργασία. Δεν χωρούσε αμφιβολία πως ο Ιεχωβά είχε ακούσει τις προσευχές μας.

Το 1991 οι παρόντες στην Ανάμνηση στο Μπέλγκοροντ ήταν 55. Έναν χρόνο αργότερα ο αριθμός των παρόντων ήταν 150. Τον επόμενο χρόνο παρευρέθηκαν 354 άτομα. Το 2006, η πόλη είχε έξι εκκλησίες και υπήρχαν πάνω από 2.200 ευαγγελιζόμενοι στην Περιφέρεια του Μπέλγκοροντ.

[Πλαίσιο στη σελίδα 250]

Πρόσφατες Νομικές Εξελίξεις

Το δικαίωμά μας να αποδίδουμε λατρεία χωρίς κυβερνητική παρέμβαση επιβεβαιώθηκε τον Ιανουάριο του 2007, όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξέδωσε ομόφωνη απόφαση υπέρ μας δηλώνοντας ότι «η ομαδική μελέτη και συζήτηση θρησκευτικών κειμένων από μέλη της θρησκευτικής ομάδας των Μαρτύρων του Ιεχωβά αποτελεί αναγνωρισμένο τρόπο άσκησης της θρησκείας τους στη λατρεία και στη διδασκαλία».

Μολονότι οι δραστηριότητές τους στην πόλη της Μόσχας τέθηκαν επίσημα υπό περιορισμό το 2004, οι αδελφοί μας συνεχίζουν να συναθροίζονται ανοιχτά για λατρεία και να συμμετέχουν στο έργο κηρύγματος στον πληρέστερο δυνατό βαθμό. Το 2007, οι αδελφοί χάρηκαν πάρα πολύ που γιόρτασαν την Ανάμνηση, και διεξήγαγαν συνελεύσεις περιφερείας στη Μόσχα χωρίς εμπόδια, ενώ το ίδιο συνέβη σε γενικές γραμμές σε όλη τη Ρωσία.

Αν και κάποια νομικά προβλήματα εξακολουθούν να υφίστανται, οι αδελφοί μας συνεχίζουν θαρραλέα να χειρίζονται μεμονωμένα περιστατικά εναντίωσης. Για παράδειγμα, κατατέθηκε καινούρια προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αναφορικά με τη διακοπή του εορτασμού της Ανάμνησης από το Αστυνομικό Τμήμα του Λιούμπλινο στη Μόσχα στις 12 Απριλίου 2006. Οι αστυνομικοί έθεσαν υπό κράτηση 14 αδελφούς και απείλησαν με μαχαίρι το δικηγόρο τους. Μολονότι ένα τοπικό δικαστήριο έβγαλε απόφαση εν μέρει υπέρ των αδελφών μας, η απόφαση αυτή ανατράπηκε και η υπόθεση χάθηκε στο εφετείο. Επιπλέον, υποβλήθηκε καταγγελία τον Ιούλιο του 2007 εναντίον διαφόρων κυβερνητικών αξιωματούχων, οι οποίοι επιδίδονται σε παρατεταμένη και αδικαιολόγητη διερεύνηση των θρησκευτικών μας δραστηριοτήτων στην Αγία Πετρούπολη.

[Πίνακας/​Γράφημα στη σελίδα 228-230]

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ​—Ρωσία

1890

1891 Λόγω του θαρραλέου κηρύγματός του, ο Σεμιόν Καζλίτσκι εξορίζεται στα ανατολικά της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.

1904 Το γραφείο τμήματος στη Γερμανία λαβαίνει επιστολές από τη Ρωσία με λόγια εκτίμησης για τα Γραφικά έντυπα.

1910

1913 Η ρωσική κυβέρνηση αναγνωρίζει το γραφείο των Σπουδαστών της Γραφής στη Φινλανδία, η οποία τότε ήταν μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.

1923 Η Εταιρία Σκοπιά αρχίζει να λαβαίνει πολλές επιστολές που ζητούν να σταλούν Γραφικά έντυπα στη Ρωσία.

1928 Στη Μόσχα, ο Τζορτζ Γιανγκ υποβάλλει αίτημα να επιτραπούν οι δραστηριότητες των Σπουδαστών της Γραφής στη Ρωσία. Οι αρχές αρνούνται να του παρατείνουν τη βίζα.

1929 Υπογράφεται συμβόλαιο με ραδιοφωνικό σταθμό στο Τάλιν της Εσθονίας. Από εκεί μεταδίδονται Γραφικές διαλέξεις οι οποίες ακούγονται στο Λένινγκραντ και σε άλλες πόλεις.

1930

1939-1940 Η ΕΣΣΔ προσαρτά τη δυτική Ουκρανία, τη Μολδαβία και τις δημοκρατίες της Βαλτικής. Χιλιάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά βρίσκονται με αυτόν τον τρόπο εντός των συνόρων της χώρας.

1944 Εκατοντάδες Μάρτυρες στέλνονται σε φυλακές και στρατόπεδα εργασίας σε όλη τη Ρωσία.

1949 Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά εξορίζονται από τη Μολδαβία στη Σιβηρία και στη ρωσική Άπω Ανατολή.

1950

1951 Πάνω από 8.500 Μάρτυρες από τη δυτική Ουκρανία, τη Λευκορωσία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Εσθονία εξορίζονται στη Σιβηρία.

1956/1957 Εκπρόσωποι από 199 συνελεύσεις περιφερείας σε όλο τον κόσμο ζητούν με ψήφισμά τους από τη σοβιετική κυβέρνηση θρησκευτική ελευθερία.

Τέλη της δεκαετίας του 1950 Εκατοντάδες Μάρτυρες τοποθετούνται σε αυστηρή απομόνωση σε ειδικό στρατόπεδο εργασίας στη Μορδοβία.

1965 Η σοβιετική κυβέρνηση εκδίδει ένα ειδικό διάταγμα για την άρση των περιορισμών εγκατάστασης. Οι Μάρτυρες που ήταν εξόριστοι στη Σιβηρία διασκορπίζονται και εγκαθίστανται σε όλη τη χώρα.

1970

1989-1990 Μέλη του Κυβερνώντος Σώματος συναντούν αδελφούς στη Ρωσία για πρώτη φορά. Μάρτυρες από την ΕΣΣΔ ταξιδεύουν στην Πολωνία για ειδικές συνελεύσεις.

1990

1991 Στις 27 Μαρτίου, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά λαβαίνουν νομική αναγνώριση στη Ρωσία.

1992/1993 Διεξάγονται διεθνείς συνελεύσεις στην Αγία Πετρούπολη και στη Μόσχα.

1997 Γίνεται η αφιέρωση του γραφείου τμήματος της Ρωσίας στο χωριό Σόλνετσνόγιε, κοντά στην Αγία Πετρούπολη.

1999 Γίνεται η αφιέρωση της πρώτης Αίθουσας Συνελεύσεων στη Ρωσία, στην Αγία Πετρούπολη.

2000

2003 Ολοκληρώνεται η επέκταση του γραφείου τμήματος.

2007 Πάνω από 2.100 εκκλησίες και απομονωμένοι όμιλοι ευαγγελιζομένων είναι δραστήριοι στη Ρωσία.

[Γράφημα]

(Βλέπε έντυπο)

Σύνολο Ευαγγελιζομένων

Σύνολο Σκαπανέων

Σύνολο Ευαγγελιζομένων

Σύνολο Σκαπανέων

Σύνολο ευαγγελιζομένων στις 15 χώρες της πρώην ΕΣΣΔ

360.000

300.000

240.000

180.000

120.000

60.000

40.000

20.000

1890 1910 1930 1950 1970 1990 1990 2000

[Διάγραμμα/​Χάρτης στη σελίδα 218]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

Άλλα γραφεία τμήματος έχουν βοηθήσει στη μεταφορά των εντύπων σε όλη τη χώρα

ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

↓ ↓

Σόλνετσνόγιε

↓ ↓ ↓ ↓

ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑ ΚΑΖΑΚΣΤΑΝ ΜΟΣΧΑ ΡΩΣΙΑ

ΙΑΠΩΝΙΑ

↓

Βλαδιβοστόκ

↓

ΚΑΜΤΣΑΤΚΑ

[Χάρτες στη σελίδα 116, 117]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

ΑΡΚΤΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ

ΑΡΚΤΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ

Βόρειος Πόλος

Θάλασσα Μπάρεντς

Θάλασσα Κάρα

Θάλασσα Λάπτεφ

Θάλασσα Ανατολικής Σιβηρίας

Θάλασσα Τσούκτσι

Βερίγγειος Πορθμός

ΣΟΥΗΔΙΑ

ΝΟΡΒΗΓΙΑ

ΔΑΝΙΑ

ΚΟΠΕΓΧΑΓΗ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

ΠΟΛΩΝΙΑ

Λουτζ

ΒΑΡΣΟΒΙΑ

Βαλτική Θάλασσα

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

ΕΣΘΟΝΙΑ

ΛΕΤΟΝΙΑ

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

ΛΕΥΚΟΡΩΣΙΑ

Μπρεστ

ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Λβιφ

ΜΟΛΔΑΒΙΑ

Κασπία Θάλασσα

ΚΑΖΑΚΣΤΑΝ

ΑΣΤΑΝΑ

Κενγκίρ

ΟΥΖΜΠΕΚΙΣΤΑΝ

ΤΑΣΚΕΝΔΗ

Ανγκρέν

ΚΙΝΑ

ΜΟΓΓΟΛΙΑ

ΟΥΛΑΝ ΜΠΑΤΟΡ

ΚΙΝΑ

Θάλασσα της Ιαπωνίας

ΙΑΠΩΝΙΑ

ΤΟΚΙΟ

Χοκάιντο

Οχοτσκική Θάλασσα

Βερίγγειος Θάλασσα

ΡΩΣΣΙΑ

Πετροζαβόντσκ

Αγ. Πετρούπολη

Σόλνετσνόγιε

Καλίνινγκραντ

Νόβγκοροντ

Βίσνι Βολοτσόκ

ΜΟΣΧΑ

Τούλα

Οριόλ

Κουρσκ

Βορόνεζ

Βλαντίμιρ

Ιβάνοβο

Νίζνι Νόβγκοροντ

Σικτιφκάρ

Ουχτά

Πετσόρα

Ίντα

Νόβαγια Ζεμλιά

Βορκούτα

ΟΥΡΑΛΙΑ ΟΡΗ

ΣΙΒΗΡΙΑ

Αικατερινμπούργκ

Νάμπερεζνιε Τσέλνι

Ιζέφσκ

Σαράτοφ

Βόλζσκι

Ουντάρνι

Σταυρούπολη

Πιατιγκόρσκ

Όρ. Ελμπρούζ

Νάλτσικ

Ναρτκαλά

Μπεσλάν

Βλαντικαυκάς

ΚΑΥΚΑΣΟΣ

Αστραχάν

Ποταμός Βόλγας

Τομσκ

Νοβοσιμπίρσκ

Κεμέροβο

Κρασνογιάρσκ

Νοβοκουζνιέτσκ

Ουστ-Καν

Ακτάς

Μπιριούσινσκ

Οκτιάμπρσκι

Μπρατσκ

Βιχορέφκα

Τουλούν

Κεντρικό Χάζαν

Ζιμά

Ζαλαρί

Ουσόλιε-Σιμπίρσκογιε

Κιτόι

Ανγκάρσκ

Ιρκούτσκ

Λίμνη Βαϊκάλη

Κιρένσκ

Χαμπάροφσκ

Βλαδιβοστόκ

Κόρσακοφ

Γιούζνο-Σαχαλίνσκ

Σαχαλίνη

Γιακούτσκ

Οϊμιακόν

Ουστ-Νέρα

Καμτσάτκα

Χερσόνησος Τσούκτσι

Ποταμός Κολίμα

Χαϊγίρ

Νορίλσκ

[Χάρτης στη σελίδα 167]

(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)

Κασπία Θάλασσα

Βαλτική Θάλασσα

Θάλασσα Μπάρεντς

Θάλασσα Κάρα

ΑΡΚΤΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ

Βόρειος Πόλος

Θάλασσα Λάπτεφ

Θάλασσα Ανατολικής Σιβηρίας

Θάλασσα Τσούκτσι

Βερίγγειος Πορθμός

Οχοτσκική Θάλασσα

Θάλασσα της Ιαπωνίας

ΚΑΖΑΚΣΤΑΝ

ΚΙΝΑ

ΜΟΓΓΟΛΙΑ

ΜΟΥΡΜΑΝΣΚ

ΠΣΚΟΦ

ΤΒΕΡ

ΜΟΣΧΑ

ΜΠΕΛΓΚΟΡΟΝΤ

ΒΟΡΟΝΕΖ

ΡΟΣΤΟΦ

ΚΑΜΠΑΡΝΤΙΝΟ-ΜΠΑΛΚΑΡΙΑ

ΑΛΑΝΙΑ

ΙΒΑΝΟΒΟ

ΝΙΖΕΓΚΟΡΟΝΤ

ΜΟΡΔΟΒΙΑ

ΟΥΛΙΑΝΟΦΣΚ

ΒΟΛΓΚΟΓΚΡΑΝΤ

ΤΑΤΑΡΣΤΑΝ

ΠΕΡΜ

ΔΗΜ. ΚΟΜΙ

ΟΥΡΑΛΙΑ ΟΡΗ

ΣΙΒΗΡΙΑ

ΣΒΕΡΝΤΛΟΦΣΚ

ΤΣΕΛΙΑΜΠΙΝΣΚ

ΚΟΥΡΓΚΑΝ

ΤΙΟΥΜΕΝ

ΟΜΣΚ

ΤΟΜΣΚ

ΝΟΒΟΣΙΜΠΙΡΣΚ

ΑΛΤΑΪ

ΔΗΜ. ΑΛΤΑΪ

ΚΕΜΕΡΟΒΟ

ΔΗΜ. ΧΑΚΑΣΙΑΣ

ΚΡΑΣΝΟΓΙΑΡΣΚ

ΔΗΜ. ΤΟΥΒΑ

ΙΡΚΟΥΤΣΚ

ΜΠΟΥΡΙΑΤΙΑ

ΤΣΙΤΑ

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΑΧΑ

ΑΜΟΥΡ

ΧΑΜΠΑΡΟΦΣΚ

ΕΔΑΦΙΚΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΠΡΙΜΟΡΣΚΙ

ΣΑΧΑΛΙΝΗ

ΚΑΜΤΣΑΤΚΑ

[Εικόνα στη σελίδα 66]

Ανατολή στη χερσόνησο Τσούκτσι

[Εικόνες στη σελίδα 68]

Αυτή η πινακίδα, στην καζακική και στη ρωσική, δείχνει προς το χωριό Μπουχταρμά της Σιβηρίας, όπου εξορίστηκε ο Σεμιόν Καζλίτσκι

[Εικόνες στη σελίδα 71]

Το ζεύγος Χέρκεντελ πέρασε το γαμήλιο ταξίδι του βοηθώντας γερμανόφωνους στη Ρωσία

[Εικόνες στη σελίδα 74]

Η εξουσιοδότηση που δόθηκε στον Κάρλο Χαρτέβα (δεξιά) την οποία είχε επικυρώσει ο Πρόξενος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στη Νέα Υόρκη

[Εικόνα στη σελίδα 80]

Το Μάιο του 1925, σε αυτή τη ρωσική συνέλευση στο Κάρνεγκι της Πενσυλβανίας παρευρέθηκαν 250 άτομα και βαφτίστηκαν 29

[Εικόνα στη σελίδα 81]

Αυτό το περιοδικό δήλωσε: «Η Περιφέρεια του Βορόνεζ βρίθει από αιρέσεις»

[Εικόνα στη σελίδα 82]

Τζορτζ Γιανγκ

[Εικόνες στη σελίδα 84]

Επί σχεδόν δέκα χρόνια, ο Αλεξάντρ Φόρστμαν μετέφραζε φυλλάδια, βιβλιάρια και βιβλία στη ρωσική

[Εικόνα στη σελίδα 90]

Ρεγκίνα και Πιότρ Κριβοκούλσκι, 1997

[Εικόνες στη σελίδα 95]

Η Όλγκα Σεβριούγκινα άρχισε να υπηρετεί τον Ιεχωβά ως αποτέλεσμα των “πέτρινων επιστολών” του Πιότρ

[Εικόνα στη σελίδα 100]

Ιβάν Κριλόφ

[Εικόνες στη σελίδα 101]

Οι εξόριστοι Μάρτυρες έχτιζαν μόνοι τους τα σπίτια τους στη Σιβηρία

[Εικόνα στη σελίδα 102]

Η Μαγκνταλίνα Μπελοσίτσκαγια και η οικογένειά της εξορίστηκαν στη Σιβηρία

[Εικόνα στη σελίδα 110]

Βίκτορ Γκούτσμιτ

[Εικόνα στη σελίδα 115]

Η Άλα το 1964

[Εικόνα στη σελίδα 118]

Ο Σεμιόν Κόστιλιεφ σήμερα

[Εικόνα στη σελίδα 120]

Η Γραφική εκπαίδευση που έλαβε ο Βλαντισλάβ Απανιούκ τον βοηθούσε να ξεπερνάει δοκιμές της πίστης

[Εικόνες στη σελίδα 121]

Η αστυνομία βρήκε αυτό το βιβλιάριο, «Μετά τον Αρμαγεδδώνα—Ο Νέος Κόσμος του Θεού», στο σπίτι της Ναντέζντα Βισνιάκ

[Εικόνα στη σελίδα 126]

Μπαρίς Κριλτσόφ

[Εικόνα στη σελίδα 129]

Ο Βίκτορ Γκούτσμιτ με την αδελφή του (επάνω), τις κόρες του και τη σύζυγό του, την Πολίνα, περίπου έναν μήνα προτού συλληφθεί το 1957

[Εικόνα στη σελίδα 134]

Ιβάν Πασκόφσκι

[Εικόνα στη σελίδα 136]

Το 1959, το περιοδικό «Κροκοντίλ» δημοσίευσε μια φωτογραφία αυτών των εντύπων που ανακαλύφτηκαν σε μια θημωνιά

[Εικόνα στη σελίδα 139]

Κάτω από αυτό το σπίτι βρισκόταν ένα από τα τυπογραφεία που ανακάλυψε η Κα-Γκε-Μπε το 1959

[Εικόνα στη σελίδα 142]

Ο Αλεξέι Γκαμπουριάκ βοήθησε να επανενωθούν εκείνοι που είχαν διασκορπιστεί

[Εικόνες στη σελίδα 150]

Αυτοσχέδιος Εκτυπωτικός Εξοπλισμός

Περιστροφικό πιεστήριο

Πρέσα

Κοπτική μηχανή

Συρραπτική μηχανή

[Εικόνα στη σελίδα 151]

Ο Στεπάν Λεβίτσκι, οδηγός τραμ, πλησίασε με θάρρος έναν τυπογράφο

[Εικόνα στη σελίδα 153]

Ο Γκριγκόρι Γκατίλοφ κήρυττε σε άλλους μέσα στο κελί του

[Εικόνες στη σελίδα 157]

Τα ψηλά λουλούδια πρόσφεραν επαρκή κάλυψη για Γραφική μελέτη και συζητήσεις

[Εικόνα στη σελίδα 161]

Πραγματικό μέγεθος «Σκοπιάς» με τη μορφή μικροσκοπικού βιβλιαρίου

[Εικόνα στη σελίδα 164]

«Εντολή του Προεδρείου του Ανώτατου Σοβιέτ της ΕΣΣΔ»

[Εικόνα στη σελίδα 170]

Οι αδελφοί έκρυβαν «θησαυρούς» σε βαλίτσες με διπλές πλευρές ή στις σόλες από τις μπότες τους

[Εικόνα στη σελίδα 173]

Ιβάν Κλιμκό

[Εικόνα στη σελίδα 175]

Σε ένα σπιρτόκουτο χωρούσαν πέντε με έξι τεύχη της «Σκοπιάς» που είχαν αντιγραφτεί με το αραχνοΰφαντο γράψιμο

[Εικόνα στη σελίδα 184, 185]

Όλα τα χρόνια που πέρασαν οι αδελφοί σε κάποιο στρατόπεδο στη Μορδοβία, ούτε ένας από αυτούς δεν έχασε την Ανάμνηση

[Εικόνα στη σελίδα 194]

Ο Νικολάι Γκουτσουλιάκ έδωσε ανεπίσημη μαρτυρία στη σύζυγο του διοικητή ενός στρατοπέδου

[Εικόνες στη σελίδα 199]

Διεθνείς Συνελεύσεις

Το 1989, Ρώσοι εκπρόσωποι παρακολούθησαν τις τρεις διεθνείς συνελεύσεις στην Πολωνία

Βαρσοβία

Τσορζούφ

Πόζναν

[Εικόνα στη σελίδα 202]

Μετά την επίσημη καταχώριση, από τα αριστερά προς τα δεξιά: Θεοντόρ Τζάρας, Μιχάιλο Ντασέβιτς, Ντμίτρι Λίβι, Μίλτον Χένσελ, ένας υπάλληλος του υπουργείου δικαιοσύνης, Ανάνι Γκρόγκουλ, Αλεξέι Βερζμπίτσκι και Βίλι Πολ

[Εικόνες στη σελίδα 205]

Ο Μίλτον Χένσελ εκφωνεί μια ομιλία στη Διεθνή Συνέλευση του 1992 «Φορείς Φωτός» στο Στάδιο Κίροφ της Αγίας Πετρούπολης

[Εικόνα στη σελίδα 206]

Έγινε η αγορά μιας έκτασης γης στο Σόλνετσνόγιε της Ρωσίας

[Εικόνα στη σελίδα 207]

Ο Άουλις και η Εύα Λίζα Μπέργκνταλ ήταν μέσα στην πρώτη ομάδα εθελοντών που πήγαν στο Σόλνετσνόγιε

[Εικόνα στη σελίδα 208]

Ο Χάνου και η Έιγια Τάνινεν διορίστηκαν στην Αγία Πετρούπολη

[Εικόνα στη σελίδα 210]

Συνοδευόμενος από τη σύζυγό του, τη Λιουντμίλα, ο Ρόμαν Σκίμπα διένυε μεγάλες αποστάσεις στο έργο περιφερείας

[Εικόνα στη σελίδα 220]

Αδελφοί φροντίζουν για τα έντυπα στο λιμάνι του Βλαδιβοστόκ

[Εικόνα στη σελίδα 224]

Ο Άρνο και η Σόνια Τίνγκλερ έχουν απολαύσει πολλά προνόμια στο διορισμό τους στη Ρωσία

[Εικόνα στη σελίδα 226, 227]

Συνάθροιση στο δάσος κοντά στην Αγία Πετρούπολη, 1989

[Εικόνα στη σελίδα 238]

Το γραφείο τμήματος της Ρωσίας επιβλέπει τη μετάφραση εντύπων σε πάνω από 40 γλώσσες

[Εικόνα στη σελίδα 243]

Η πρώτη Σχολή Υπηρεσίας Σκαπανέα που διεξάχθηκε στην Αγία Πετρούπολη τον Ιούνιο του 1996

[Εικόνες στη σελίδα 246]

Έργο κηρύγματος στη Ρωσία

Στους αγρούς της Περιφέρειας του Περμ και της Ναρτκαλά

Στους δρόμους της Αγίας Πετρούπολης

Από σπίτι σε σπίτι στο Γιακούτσκ

Στις αγορές του Σαράτοφ

[Εικόνες στη σελίδα 252, 253]

Γραφείο Τμήματος της Ρωσίας

Αεροφωτογραφία των κτιρίων κατοικιών και του γύρω χώρου

[Εικόνα στη σελίδα 254]

Τη συνέλευση περιφερείας του 2006 στη Μόσχα την παρακολούθησαν 23.537 εκπρόσωποι

[Εικόνα στη σελίδα 254]

Στάδιο Λουζνικί

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση