Ποια Είναι τα Προσόντα των Πρεσβυτέρων και Διακονικών Υπηρετών;
(Συνέχεια από το προηγούμενο τεύχος)
Ουχί αισχροκερδής, αφιλάργυρος. Αφού οι πλεονέκτες κατατάσσονται Γραφικά μαζί με τους πόρνους, τους ειδωλολάτρες και τους μέθυσους, ένας υλιστής ασφαλώς δεν θα έχει τα προσόντα να έχει ευθύνες στην εκκλησία. (1 Κορ. 5:11· 1 Τιμ. 6:9, 10· Εβρ. 13:5) Εκείνοι που έχουν τα προσόντα αποφεύγουν κάθε «αισχροκέρδεια». (1 Τιμ. 3:3, 8· Τίτο 1:7· 1 Πέτρ. 5:2) Η λέξη «αισχρός» εφαρμόζεται όχι απλώς σε πράξεις όπως η κλοπή, η απάτη ή οι λεγόμενες «έξυπνες» εργασίες που χαρακτηρίζουν ένα διεφθαρμένο κόσμο. Η Ελληνική λέξη που αποδίδεται έτσι σημαίνει βασικά «επαίσχυντος» και μπορεί επίσης να μεταφραστεί «επονείδιστος», «ποταπός», «χαμερπής». Παρόμοια, μολονότι η Ελληνική λέξη «κέρδος» μπορεί ν’ αναφέρεται σε οικονομικά ή υλικά κέρδη, ή «οφέλη», όπως σε μια εμπορική συναλλαγή (Ιακ. 4:13), με κανένα τρόπο δεν περιορίζεται σ’ αυτό. Αναφέρεται σε οποιοδήποτε είδος οφέλους, κέρδους ή πλεονεκτήματος. (Παράβαλε Φιλιπ. 1:21· 3:4-8.) Έτσι, εάν κάποιος χρησιμοποιούσε μια θέση ευθύνης στην εκκλησία του Θεού είτε για να ωφελήσει τον εαυτό του εις βάρος των άλλων με προσωπικά υλικά κέρδη, είτε για να κερδίσει πλεονεκτήματα σε βάρος των άλλων με δύναμη, γόητρο ή υπεροχή, κι αυτό επίσης θα ήταν ‘αισχροκέρδεια’. Δεν θα ενεργούσε έντιμα προς τον ουράνιο Ιδιοκτήτη του ποιμνίου ο οποίος τον διόρισε να υπηρετεί ανιδιοτελώς, ταπεινά.—Παράβαλε 1 Πέτρ. 5:2, 3· Πράξ. 20:33-35· Λουκ. 16:14.
Κυβερνών καλώς τον εαυτού οίκον, έχων τα τέκνα αυτού εις υποταγήν. Ούτε οι διακονικοί υπηρέτες ούτε οι πρεσβύτεροι θα πρέπει να είναι νεαρά αγόρια αλλά θα πρέπει να είναι άνδρες αρκετά μεγάλοι για να έχουν παιδιά. Αν είναι έγγαμος, θα πρέπει να έχει κερδίσει το σεβασμό σαν ένας καλός σύζυγος και πατέρας, ένας που προΐσταται σύμφωνα με τις αρχές της Βίβλου. (1 Τιμ. 3:4, 5, 12· Τίτο 1:6) Μήπως αυτό απαιτεί να έχει απόλυτη επιτυχία σε κάθε οικογενειακό μέλος σχετικά με την ανταπόκρισή τους στις ευσεβείς αρχές;
Θα πρέπει, βέβαια, να αγωνίζεται προς αυτό το στόχο, αλλά—παρά τις καλές του προσπάθειες—μπορεί να μην φέρει αυτό το αποτέλεσμα. Μερικές περιστάσεις βρίσκονται πέρα απ’ την ανθρώπινη ικανότητα να τις ελέγξει. Η σύζυγος ενός μπορεί να μην είναι μια γυναίκα που πιστεύει στη Χριστιανοσύνη· μπορεί ακόμη να εναντιώνεται ή να τον καταδιώκει για την πίστη του. (Ματθ. 10:36· Λουκ. 12:52) Ή, μπορεί κάποιο από τα παιδιά του να παραστρατεί και να διαπράττει κάποια ανηθικότητα, ή ακόμη να αποδεικνύεται ότι είναι ένα ‘χαλασμένο μήλο’ ανάμεσα στο σωρό. Θα πρέπει, όμως, να σημειώσουμε ότι ακόμη και μερικοί από τους πνευματικούς γιους του ίδιου του Θεού αποδείχθηκαν στασιαστικοί, καθώς το ίδιο έκαναν και τα δύο πρώτα ανθρώπινα παιδιά του. Εν τούτοις, οι πράξεις τους δεν μπορούν με κανένα τρόπο να αποδοθούν σε κάποιο σφάλμα ή παράλειψη από μέρους του Θεού.
Επομένως, αν ένα οικογενειακό μέλος ενός Χριστιανού συζύγου ή πατέρα αναμιγνύεται σε αδικοπραγία το σπουδαίο ερώτημα είναι: Σε ποιο βαθμό φέρει αυτός ο άνδρας ευθύνη γι’ αυτό; Μήπως ήταν αμελής στα καθήκοντα του; Αν ναι, τότε δεν θα έχει τον σεβασμό της εκκλησίας ή των έξω. Αφ’ ετέρου, αν είχε κάνει κάθε τι το λογικό που μπορούσε κανείς να περιμένει, και στην πραγματικότητα έχει καλές επιτυχίες με τ’ άλλα μέλη της οικογενείας, η παράλειψη ενός μέλους ν’ ανταποκριθεί στην καλή του κατεύθυνση δεν θα τον καθιστούσαν αυτόματα ακατάλληλο.
Ουχί νεοκατήχητος. Για οποιαδήποτε από τις δύο θέσεις, του πρεσβυτέρου ή του διακονικού υπηρέτη, θα πρέπει πρώτα να «δοκιμασθή» δείχνοντας την αξιοπιστία του και την αφοσίωσή του. (1 Τιμ. 3:6, 10) Αυτό απαιτεί χρόνο. Και, σαν κανόνα, περισσότερος χρόνος θα απαιτηθεί στην περίπτωση ενός πρεσβυτέρου παρά στην περίπτωση ενός διακονικού υπηρέτη, όπως ακριβώς υπονοεί και ο όρος «πρεσβύτερος». Τα άτομα διαφέρουν, και ο ρυθμός της πνευματικής τους προόδου διαφέρει επίσης. Επομένως δεν καθορίζεται συγκεκριμένος χρόνος, αλλά εκείνοι που συστήνουν ένα τέτοιο άτομο θα πρέπει να ασκούν καλή κρίση και να μην είναι βιαστικοί να προωθούν ένα νέο, «διά να μη υπερηφανευθή» όπως ο Διάβολος. Ας αναπτύξει πρώτα το «φρόνημα» του Χριστού—που είναι φρόνημα ταπεινοφροσύνης.—Φιλιπ. 2:3-8.
(Ακολουθεί συνέχεια στο επόμενο τεύχος)