Κεφάλαιο 21
Πώς Υποστηρίζονται Οικονομικά Όλα Αυτά;
ΕΙΝΑΙ φανερό ότι το έργο που κάνουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά προϋποθέτει έξοδα. Η ανέγερση Αιθουσών Βασιλείας, Αιθουσών Συνελεύσεων, γραφείων τμήματος, τυπογραφείων και οίκων Μπέθελ απαιτεί έξοδα, και ακόμα περισσότερα έξοδα απαιτούνται για τη συντήρησή τους. Έξοδα συνεπάγονται επίσης η έκδοση και η διάθεση εντύπων για μελέτη της Αγίας Γραφής. Πώς υποστηρίζονται οικονομικά όλα αυτά;
Σχετικά με αυτό έχουν κυκλοφορήσει αβάσιμες εικασίες από άτομα που εναντιώνονται στο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Αλλά η εξέταση των αποδείξεων υποστηρίζει την απάντηση που δίνουν οι ίδιοι οι Μάρτυρες. Ποια είναι αυτή; Το μεγαλύτερο μέρος του έργου επιτελείται από εθελοντές, οι οποίοι ούτε αναμένουν ούτε επιθυμούν αμοιβή για τις υπηρεσίες τους, και τα έξοδα της οργάνωσης καλύπτονται από προαιρετικές συνεισφορές.
«Είσοδος Δωρεάν. Δεν Περιφέρεται Δίσκος»
Στο δεύτερο κιόλας τεύχος της Σκοπιάς, στο τεύχος του Αυγούστου 1879 (στην αγγλική), ο αδελφός Ρώσσελ δήλωσε: «Πιστεύουμε ότι η ‘Σκοπιά της Σιών’ έχει τον ΙΕΧΩΒΑ ως υποστηρικτή της και, ενόσω θα συμβαίνει αυτό, ποτέ δεν θα παρακαλέσει ούτε θα ζητήσει υποστήριξη από ανθρώπους. Όταν Αυτός που λέει ‘Όλος ο χρυσός και ο άργυρος των ορέων είναι δικός μου’ σταματήσει να προμηθεύει τα αναγκαία κεφάλαια, θα καταλάβουμε ότι είναι καιρός να διακόψουμε την έκδοση». Σε συνέπεια με αυτό, στα έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά δεν γίνονται παρακλήσεις για χρήματα.
Ό,τι γίνεται στα έντυπά τους γίνεται και στις συναθροίσεις τους. Δεν γίνονται συναισθηματικές επικλήσεις για χρήματα στις εκκλησίες τους ή στις συνελεύσεις τους. Δεν περιφέρεται δίσκος· δεν μοιράζονται φάκελοι στους οποίους θα πρέπει να βάλουν οι παρόντες χρήματα· δεν στέλνονται στα μέλη της εκκλησίας επιστολές με εκκλήσεις για χρήματα. Οι εκκλησίες δεν καταφεύγουν ποτέ σε τυχερά παιχνίδια όπως το μπίνγκο ή οι λαχνοί για να μαζέψουν χρήματα. Από το 1894 κιόλας, όταν η Εταιρία Σκοπιά έστελνε περιοδεύοντες ομιλητές, είχε δημοσιεύσει την ακόλουθη γνωστοποίηση προς όλους: «Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ευθύς εξαρχής ότι αυτή η Εταιρία δεν εξουσιοδοτεί ούτε επιδοκιμάζει την περιφορά δίσκου ή τις διάφορες εκκλήσεις για χρήματα».
Γι’ αυτό, από την αρχή κιόλας της σύγχρονης ιστορίας των Μαρτύρων του Ιεχωβά, τα διαφημιστικά και άλλες έντυπες προσκλήσεις που καλούσαν το κοινό να παρακολουθήσει τις συναθροίσεις τους περιείχαν τη φράση: «Είσοδος Δωρεάν. Δεν Περιφέρεται Δίσκος».
Από τις αρχές του 1914, οι Σπουδαστές της Γραφής άρχισαν να νοικιάζουν διάφορες αίθουσες και προσκαλούσαν το κοινό σε αυτές για να δει το «Φωτόδραμα της Δημιουργίας». Επρόκειτο για μια τετραμερή προβολή, συνολικής διάρκειας οχτώ ωρών, η οποία αποτελούνταν από διαφάνειες και κινηματογραφική ταινία συγχρονισμένες με ήχο. Στη διάρκεια του πρώτου έτους και μόνο, την παρακολούθησαν εκατομμύρια άτομα στη Βόρεια Αμερική, στην Ευρώπη, στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία. Μολονότι μερικοί ιδιοκτήτες αιθουσών χρέωναν για τις κρατήσεις θέσεων, οι Σπουδαστές της Γραφής δεν έβαζαν ποτέ εισιτήριο. Και ούτε περιφερόταν δίσκος.
Αργότερα, επί 30 και πλέον χρόνια, η Εταιρία Σκοπιά είχε ιδιόκτητο ραδιοφωνικό σταθμό, το σταθμό WBBR στην Πόλη της Νέας Υόρκης. Επίσης, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά χρησιμοποιούσαν τις υπηρεσίες εκατοντάδων άλλων σταθμών για να μεταδώσουν προγράμματα Βιβλικής εκπαίδευσης. Ποτέ όμως δεν χρησιμοποίησαν αυτές τις εκπομπές για να ζητήσουν χρήματα.
Πώς, λοιπόν, λαβαίνουν τις συνεισφορές που υποστηρίζουν οικονομικά τις δραστηριότητές τους;
Υποστηρίζονται από Προαιρετικές Συνεισφορές
Η Αγία Γραφή θέτει το πρότυπο. Υπό το Μωσαϊκό Νόμο, υπήρχαν ορισμένες συνεισφορές που ήταν προαιρετικές. Άλλες απαιτούνταν από το λαό. Στις τελευταίες συγκαταλεγόταν η προσφορά των δεκάτων. (Έξοδ. 25:2· 30:11-16· Αριθ. 15:17-21· 18:25-32) Αλλά η Αγία Γραφή δείχνει επίσης ότι ο Χριστός εκπλήρωσε το Νόμο και ότι ο Θεός τον κατήργησε· συνεπώς οι Χριστιανοί δεν δεσμεύονται από τους κανονισμούς του. Δεν προσφέρουν δέκατα ούτε είναι υποχρεωμένοι να δίνουν κάποια άλλη συνεισφορά ενός συγκεκριμένου ποσού ή σε συγκεκριμένο καιρό.—Ματθ. 5:17· Ρωμ. 7:6· Κολ. 2:13, 14.
Απεναντίας, ενθαρρύνονται να καλλιεργούν ένα πνεύμα γενναιοδωρίας και απλοχεριάς μιμούμενοι το θαυμάσιο παράδειγμα που έθεσαν ο ίδιος ο Ιεχωβά και ο Γιος του, ο Ιησούς Χριστός. (2 Κορ. 8:7, 9· 9:8-15· 1 Ιωάν. 3:16-18) Γι’ αυτό, όσον αφορά το να δίνει κανείς, ο απόστολος Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου: «Ο καθένας ας ενεργήσει ακριβώς όπως έχει αποφασίσει στην καρδιά του, όχι απρόθυμα ή αναγκαστικά, γιατί ο Θεός αγαπάει το χαρωπό δότη». Όταν πληροφορήθηκαν για κάποια ανάγκη, αυτό έδωσε την ευκαιρία να γίνει ‘μια δοκιμή της γνησιότητας της αγάπης τους’, όπως εξήγησε ο Παύλος. Ο ίδιος είπε επίσης: «Αν υπάρχει πρώτα η προθυμία, είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη σύμφωνα με ό,τι έχει κανείς, όχι σύμφωνα με ό,τι δεν έχει».—2 Κορ. 8:8, 12· 9:7.
Έχοντας αυτά υπόψη, είναι ενδιαφέρον το σχόλιο του Τερτυλλιανού σχετικά με τις συναθροίσεις που έκαναν άνθρωποι οι οποίοι προσπαθούσαν να εφαρμόζουν τη Χριστιανοσύνη στις μέρες του (περ. 155-μετά το 220 Κ.Χ.). Αυτός έγραψε: «Ακόμα και αν υπάρχει κάποιο κουτί τέτοιου είδους, τα χρήματα δεν συλλέγονται στην είσοδο μέσω εισιτηρίων, σαν να ήταν η θρησκεία ζήτημα συμβολαίου. Καθένας φέρνει μια φορά το μήνα κάποιο μικρό νόμισμα—ή οποτεδήποτε επιθυμεί, και μόνο αν το επιθυμεί και αν μπορεί· κανένας δεν υποχρεώνεται· είναι μια εκούσια προσφορά». (Απολογητικός, κεφάλαιο XXXIX, 5) Όμως, στους αιώνες που ακολούθησαν από τότε, οι εκκλησίες του Χριστιανικού κόσμου, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους, έχουν καταφύγει σε κάθε είδους κερδοσκοπικό τέχνασμα που μπορεί να φανταστεί κανείς.
Ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ αρνούνταν να μιμηθεί αυτές τις εκκλησίες. Έγραψε: «Κατά τη γνώμη μας, τα χρήματα που συγκεντρώνονται μέσω διαφόρων παρακλητικών μεθόδων στο όνομα του Κυρίου μας, εκείνος τα θεωρεί προσβλητικά και απαράδεκτα, και δεν φέρνουν την ευλογία του ούτε σε εκείνους οι οποίοι τα δίνουν ούτε στο έργο που επιτελείται».
Αντί να επιζητεί την εύνοια εύπορων ατόμων, ο αδελφός Ρώσσελ δήλωνε ξεκάθαρα, και σε αρμονία με τις Γραφές, ότι η πλειονότητα του λαού του Κυρίου θα ήταν φτωχοί σε ό,τι αφορά τα αγαθά αυτού του κόσμου αλλά πλούσιοι σε πίστη. (Ματθ. 19:23, 24· 1 Κορ. 1:26-29· Ιακ. 2:5) Αντί να τονίζει ότι χρειάζονται χρήματα προκειμένου να διαδοθεί η Βιβλική αλήθεια, εκείνος έστρεφε την προσοχή στο πόσο σημαντικό είναι να καλλιεργεί κάποιος το πνεύμα της αγάπης, την επιθυμία να δίνει και την επιθυμία να βοηθάει τους άλλους, ιδιαίτερα με το να τους μιλάει για την αλήθεια. Σε εκείνους που είχαν την ικανότητα να βγάζουν πολλά χρήματα και οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι με το να αφιερώνουν τον εαυτό τους κυρίως στις επαγγελματικές υποθέσεις θα ήταν σε θέση να συνεισφέρουν περισσότερα χρήματα, έλεγε ότι θα ήταν καλύτερα να περιορίσουν αυτές τις δραστηριότητες και να δίνουν από τον εαυτό τους και από το χρόνο τους στη διάδοση της αλήθειας. Την άποψη αυτήν εξακολουθεί να διακρατά το Κυβερνών Σώμα των Μαρτύρων του Ιεχωβά.a
Στην πραγματικότητα, πόσα προσφέρει ο καθένας; Το τι κάνει ο καθένας είναι προσωπικό ζήτημα. Αλλά πρέπει να σημειωθεί πως, όταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σκέφτονται το θέμα της προσφοράς, το μυαλό τους δεν πηγαίνει μόνο στα υλικά υπάρχοντα. Στις συνελεύσεις περιφερείας που έκαναν το έτος 1985-1986, εξέτασαν το θέμα: «Τιμώντας τον Ιεχωβά με τα Πολύτιμά μας». (Παρ. 3:9, ΜΝΚ) Τονίστηκε ότι σε αυτά τα πολύτιμα πράγματα περιλαμβάνονται όχι μόνο τα υλικά υπάρχοντα αλλά και οι σωματικές, διανοητικές και πνευματικές δυνατότητες.
Το 1904, ο αδελφός Ρώσσελ εξήγησε ότι ένα άτομο που έχει κάνει πλήρη καθιέρωση (αφιέρωση, όπως θα λέγαμε σήμερα) στον Θεό ‘έχει ήδη δώσει όλα όσα έχει στον Κύριο’. Συνεπώς, πρέπει τώρα ‘να θεωρεί ότι ο εαυτός του έχει διοριστεί από τον Κύριο ως οικονόμος του χρόνου του, της επιρροής του, των χρημάτων του, κτλ., και καθένας πρέπει να επιζητεί να χρησιμοποιεί αυτά τα ταλέντα όσο το δυνατόν καλύτερα, προς δόξα του Κυρίου’. Και πρόσθεσε ότι, οδηγούμενος από την άνωθεν σοφία, ‘όσο η προς τον Κύριο αγάπη του και ο ζήλος του αυξάνουν μέρα με τη μέρα μέσω της γνώσης της Αλήθειας και μέσω της απόκτησης του πνεύματός της, θα διαπιστώνει ότι προθυμοποιείται να δίνει περισσότερο μέρος του χρόνου του, περισσότερο μέρος της επιρροής του, περισσότερο μέρος των πόρων που διαθέτει, για την υπηρεσία της Αλήθειας’.—Γραφικαί Μελέται, «Η Νέα Κτίσις», σ. 320, 321.
Τα πρώτα εκείνα χρόνια, η Εταιρία Σκοπιά είχε το λεγόμενο Ταμείο Φυλλαδίων του Πύργου. Τι ήταν αυτό; Οι ακόλουθες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες βρίσκονταν στο πίσω μέρος ορισμένων επιστολόχαρτων που χρησιμοποιούσε μερικές φορές ο αδελφός Ρώσσελ: «Το ταμείο αυτό αποτελείται από τις αυτόβουλες προσφορές εκείνων που τρέφονται και ενισχύονται από την ‘τροφή στον κατάλληλο καιρό’, την οποία τα παραπάνω έντυπα [που προέρχονται από την Εταιρία Σκοπιά], ως όργανα του Θεού, θέτουν τώρα μπροστά στους καθιερωμένους αγίους παγκόσμια.
»Το ταμείο αυτό χρησιμοποιείται διαρκώς για την αποστολή, δωρεάν, χιλιάδων αντιτύπων της ΣΚΟΠΙΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΝ και των ΦΥΛΛΑΔΙΩΝ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ τα οποία είναι τα πλέον κατάλληλα για καινούριους αναγνώστες. Επίσης συμβάλλει στη διάδοση των χαρτόδετων εκδόσεων της σειράς της ΧΑΡΑΥΓΗΣ, αποτελώντας βοήθημα για εκείνους που προσφέρονται να τις διαθέτουν—βιβλιοπώλες διακόνους και άλλους. Επίσης, αποτελεί ‘ταμείο απόρων’ μέσω του οποίου τα παιδιά του Κυρίου, που λόγω ηλικίας, ασθένειας ή άλλης αιτίας δεν μπορούν να είναι συνδρομητές της ΣΚΟΠΙΑΣ, προμηθεύονται το περιοδικό δωρεάν, με το να στέλνουν μια επιστολή ή ένα σημείωμα στην αρχή κάθε έτους, δηλώνοντας την επιθυμία τους αυτήν, καθώς και το γιατί δεν μπορούν να είναι συνδρομητές.
»Από κανέναν δεν ζητείται να συνεισφέρει στο ταμείο αυτό: όλες οι συνεισφορές πρέπει να είναι προαιρετικές. Υπενθυμίζουμε στους αναγνώστες μας τα λόγια του Αποστόλου (1 Κορ. 16:1, 2) και τους διαβεβαιώνουμε λέγοντάς τους ότι είναι σίγουρο πως εκείνοι που μπορούν να προσφέρουν και προσφέρουν για τη διάδοση της αλήθειας θα λάβουν πνευματικές ανταμοιβές».
Το παγγήινο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά όσον αφορά τη διακήρυξη των καλών νέων της Βασιλείας του Θεού εξακολουθεί να υποστηρίζεται από προαιρετικές συνεισφορές. Εκτός από τους ίδιους τους Μάρτυρες, πολλά ενδιαφερόμενα άτομα τα οποία εκδηλώνουν εκτίμηση θεωρούν προνόμιό τους το να υποστηρίζουν αυτό το Χριστιανικό έργο με τις προαιρετικές συνεισφορές τους.
Οικονομική Υποστήριξη Τοπικών Χώρων Συναθροίσεων
Κάθε εκκλησία Μαρτύρων του Ιεχωβά έχει κατάλληλα κουτιά συνεισφορών στα οποία τα άτομα μπορούν να ρίχνουν ό,τι συνεισφορές επιθυμούν—όποτε θέλουν και αν μπορούν. Αυτό το κανονίζει ο καθένας μόνος του, χωρίς συνήθως οι άλλοι να ξέρουν τι κάνει. Το θέμα αυτό αφορά εκείνον και τον Θεό.
Δεν καταβάλλονται μισθοί, αλλά χρειάζονται χρήματα για τη συντήρηση ενός χώρου συναθροίσεων. Για να καλύπτεται αυτή η ανάγκη, πρέπει να ενημερώνονται τα μέλη της εκκλησίας. Ωστόσο, πριν από 70 και πλέον χρόνια, η Σκοπιά ξεκαθάρισε ότι, όσον αφορά τις συνεισφορές, δεν πρέπει να απευθύνονται παρακλήσεις ή πιέσεις—μόνο να γίνεται μια απλή, ειλικρινής έκθεση των γεγονότων. Σε αρμονία με αυτή την άποψη, οι εκκλησιαστικές συναθροίσεις δεν περιλαμβάνουν συχνά εξέταση οικονομικών ζητημάτων.
Μερικές φορές, όμως, υπάρχουν ειδικές ανάγκες. Ίσως γίνονται σχέδια για την ανακαίνιση ή την επέκταση μιας Αίθουσας Βασιλείας ή για την ανέγερση μιας καινούριας αίθουσας. Προκειμένου να εξακριβωθεί τι οικονομικές δυνατότητες υπάρχουν, οι πρεσβύτεροι μπορεί να ζητήσουν από τα μέλη της εκκλησίας να γράψουν σε ένα κομμάτι χαρτί το ποσό που υπολογίζει ο καθένας ατομικά ότι θα είναι σε θέση να συνεισφέρει για το συγκεκριμένο έργο, ή, πιθανώς, να προσφέρει για ορισμένα χρόνια. Επιπρόσθετα, οι πρεσβύτεροι μπορεί να ζητήσουν από τα διάφορα άτομα ή τις οικογένειες να γράψουν σε ένα κομμάτι χαρτί τι πιστεύουν πως θα μπορούν να συνεισφέρουν σε εβδομαδιαία ή μηνιαία βάση, με την ευλογία του Ιεχωβά. Δεν γράφουν και το όνομά τους μαζί. Το χαρτί αυτό δεν είναι έγγραφη υπόσχεση, αλλά παρέχει μια βάση για να μπορεί να γίνει κάποιος συνετός προγραμματισμός.—Λουκ. 14:28-30.
Στην Τάρμα της Λιβερίας, η εκκλησία κάλυψε τα αναγκαία έξοδα με κάπως διαφορετικό τρόπο. Μερικοί από την εκκλησία καλλιέργησαν ρύζι στο χωράφι ενός Μάρτυρα για λογαριασμό του, ενώ εκείνος επί έναν ολόκληρο χρόνο έκοβε δέντρα και με χειροπρίονο τα έκανε καδρόνια, τα οποία κατόπιν πούλησαν για να βγάλουν χρήματα για το οικοδομικό τους έργο. Μια εκκλησία στο Παραμαρίμπο του Σουρινάμ, μολονότι χρειάστηκε να αγοράσει τα υλικά, δεν χρειάστηκε χρήματα για το οικόπεδο, επειδή μια Μάρτυρας πρόσφερε το οικόπεδό της για την Αίθουσα Βασιλείας και το μόνο που ζήτησε ήταν να μεταφερθεί το σπίτι της στο πίσω μέρος του οικοπέδου. Εξαιτίας των υπερβολικά υψηλών τιμών των ακινήτων στο Τόκιο της Ιαπωνίας, οι εκεί εκκλησίες δυσκολεύονταν να αποκτήσουν οικόπεδο στο οποίο να χτίσουν Αίθουσα Βασιλείας. Αρκετές οικογένειες, προκειμένου να βοηθήσουν στην επίλυση αυτού του προβλήματος, πρόσφεραν για χρησιμοποίηση τη γη στην οποία ήταν χτισμένα τα σπίτια τους. Απλώς ζήτησαν, όταν το σπίτι τους θα είχε αντικατασταθεί από μια καινούρια Αίθουσα Βασιλείας, να τους δοθεί ένα διαμέρισμα πάνω από αυτήν.
Καθώς οι εκκλησίες μεγάλωναν και χωρίζονταν, εκείνοι που έμεναν σε μια ορισμένη περιοχή προσπαθούσαν συχνά να βοηθούν ο ένας τον άλλον προκειμένου να βρεθούν κατάλληλες Αίθουσες Βασιλείας. Παρά το γενναιόδωρο αυτό πνεύμα, χρειαζόταν κάτι άλλο. Οι αξίες των οικοπέδων και το κόστος των οικοδομών είχαν φτάσει στα ύψη, και συχνά ήταν αδύνατον για την κάθε εκκλησία να αντιμετωπίσει αυτά τα έξοδα μόνη της. Τι μπορούσε να γίνει;
Στις Συνελεύσεις Περιφερείας «Η Ενότητα της Βασιλείας» το 1983, το Κυβερνών Σώμα εξήγησε σε γενικές γραμμές μια διευθέτηση η οποία απαιτούσε εφαρμογή της αρχής που ορίζεται στα εδάφια 2 Κορινθίους 8:14, 15 και η οποία ενθαρρύνει εκείνους που έχουν περίσσευμα να αντισταθμίζουν την έλλειψη άλλων, ώστε ‘να γίνεται εξισορρόπηση’. Έτσι εκείνοι που έχουν λίγα δεν θα έχουν τόσο λίγα ώστε να εμποδίζονται οι προσπάθειές τους να υπηρετούν τον Ιεχωβά.
Κάθε εκκλησία κλήθηκε να διευθετήσει να υπάρχει ένα κουτί με την επιγραφή «Συνεισφορές για Αίθουσες Βασιλείας». Όλα όσα έβαζαν μέσα σε εκείνο το κουτί θα χρησιμοποιούνταν μόνο για αυτόν το σκοπό. Με τον τρόπο αυτόν, τα χρήματα που θα συγκεντρώνονταν από συνεισφορές σε όλη τη χώρα θα γίνονταν διαθέσιμα για να αντισταθμίσουν το έλλειμμα εκκλησιών οι οποίες είχαν μεγάλη ανάγκη από Αίθουσα Βασιλείας, αλλά δεν μπορούσαν να την αποκτήσουν με τους όρους που έθεταν οι τοπικές τράπεζες. Έπειτα από προσεκτική εξέταση των πραγμάτων για να εξακριβωθεί πού υπήρχε πραγματικά πιο επείγουσα ανάγκη, η οργάνωση άρχισε να διαθέτει τα χρήματα αυτά σε εκκλησίες που είχαν ανάγκη να ανεγείρουν ή με κάποιον άλλον τρόπο να αποκτήσουν καινούρια Αίθουσα Βασιλείας. Καθώς γίνονταν περισσότερες συνεισφορές και καθώς (σε χώρες όπου αυτό μπορούσε να γίνει) επιστρέφονταν τα δάνεια, θα μπορούσαν να βοηθούνται ακόμα περισσότερες εκκλησίες.
Η διευθέτηση αυτή άρχισε να εφαρμόζεται πρώτα στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά, και από τότε έχει εξαπλωθεί σε 30 και πλέον χώρες στην Ευρώπη, στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική και στην Άπω Ανατολή. Μέχρι το 1992, σε οχτώ μόνο από αυτές τις χώρες, είχε ήδη δοθεί οικονομική υποστήριξη που συνέβαλε στην απόκτηση 2.737 Αιθουσών Βασιλείας, οι οποίες φιλοξενούσαν 3.840 εκκλησίες.
Ακόμα και σε χώρες όπου δεν εφαρμοζόταν αυτή η διευθέτηση, αλλά υπήρχε επείγουσα ανάγκη για Αίθουσες Βασιλείας, το Κυβερνών Σώμα προσπαθούσε να κάνει άλλες διευθετήσεις για να φροντίσει να παρασχεθεί βοήθεια. Έτσι γινόταν μια εξισορρόπηση, ώστε εκείνοι που είχαν λίγα να μην έχουν πολύ λίγα.
Φροντίδα για Επέκταση στα Παγκόσμια Κεντρικά Γραφεία
Και η λειτουργία των παγκόσμιων κεντρικών γραφείων απαιτεί χρήματα. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά διαπίστωσε ότι συνέφερε να τυπώνει και να δένει η ίδια τα βιβλία της, σκέφτηκε μια διαδικασία μέσω της οποίας τα αναγκαία μηχανήματα αγοράζονταν στο όνομα ιδιωτών—που ήταν και αυτοί δούλοι του Ιεχωβά. Η Εταιρία, αντί να πληρώνει το κέρδος μιας εμπορικής εταιρίας για την παραγωγή των βιβλίων, έδινε αυτό το ποσό κάθε μήνα ώστε να μειώνεται το χρέος για τα μηχανήματα. Όταν έγιναν αισθητά τα οφέλη αυτής της διευθέτησης, το κόστος πολλών εντύπων για το κοινό μειώθηκε περίπου στο μισό. Αυτό που γινόταν αποσκοπούσε στην προώθηση του κηρύγματος των καλών νέων, όχι στον πλουτισμό της Εταιρίας Σκοπιά.
Μέσα σε λίγα χρόνια, έγινε φανερό ότι χρειάζονταν μεγαλύτερες εγκαταστάσεις στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία προκειμένου να παρασχεθεί η φροντίδα για το παγγήινο έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Επανειλημμένα, καθώς μεγαλώνει η οργάνωση και εντείνεται η δραστηριότητα κηρύγματος, έχει κατασταθεί αναγκαίο να προστεθούν και άλλες εγκαταστάσεις. Όσον αφορά τα κεφάλαια τα οποία έχουν απαιτηθεί για την επέκταση και τον εξοπλισμό των γραφείων, των εργοστασίων και των βοηθητικών υπηρεσιών που απαρτίζουν τα κεντρικά γραφεία και βρίσκονται μέσα στη Νέα Υόρκη και γύρω από αυτήν, η οργάνωση έχει εξηγήσει την ανάγκη στους αδελφούς, αντί να απευθυνθεί στις τράπεζες. Αυτό δεν έχει γίνει πολλές φορές· μόνο 12 φορές σε μια περίοδο 65 ετών.
Ποτέ δεν έγιναν εκκλήσεις για χρήματα. Καλούνταν να συνεισφέρουν όποιοι ήθελαν. Όσοι προτιμούσαν να προσφέρουν χρήματα με όρους λάβαιναν τη διαβεβαίωση πως, σε περίπτωση που ανέκυπτε μια απροσδόκητη και επείγουσα ανάγκη, τα χρήματά τους θα τους επιστρέφονταν αμέσως μόλις τα ζητούσαν. Άρα, με τον τρόπο με τον οποίο χειριζόταν τα ζητήματα, η οργάνωση προσπαθούσε να μην προκαλεί καμιά δυσκολία στα άτομα και στις εκκλησίες που είχαν την καλοσύνη να βοηθήσουν οικονομικά. Η υποστήριξη που παρέχουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μέσω των συνεισφορών τους δίνει ανέκαθεν στην οργάνωση τη δυνατότητα να επιστρέφει όλες τις δωρεές που έγιναν με όρους. Οι συνεισφορές αυτές που στέλνονται στην οργάνωση δεν λαβαίνονται ως κάτι το δεδομένο. Στο βαθμό που κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, επιβεβαιώνεται η λήψη αυτών των συνεισφορών με επιστολές και με άλλες γραπτές εκφράσεις εκτίμησης.
Το έργο της οργάνωσης δεν συντηρείται από τις συνεισφορές μιας ομάδας πλούσιων δωρητών. Οι περισσότερες συνεισφορές προέρχονται από άτομα που δεν έχουν παρά μέτρια μέσα διαβίωσης—πολλοί από αυτούς έχουν ελάχιστα από τα αγαθά αυτού του κόσμου. Στα άτομα αυτά συγκαταλέγονται και μικρά παιδιά που θέλουν με αυτόν τον τρόπο να συμμετέχουν στην υποστήριξη του έργου της Βασιλείας. Οι καρδιές όλων αυτών των δωρητών υποκινούνται από βαθιά εκτίμηση για την αγαθότητα του Ιεχωβά και από την επιθυμία να βοηθούν άλλους να μάθουν για τις φιλεύσπλαχνες προμήθειές του.—Παράβαλε Μάρκος 12:42-44.
Οικονομική Υποστήριξη της Επέκτασης Εγκαταστάσεων των Τμημάτων
Καθώς το έργο κηρύγματος της Βασιλείας παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις σε διάφορα μέρη του κόσμου, καθίσταται απαραίτητη η επέκταση των εγκαταστάσεων διαφόρων γραφείων τμήματος της οργάνωσης. Αυτό γίνεται υπό την κατεύθυνση του Κυβερνώντος Σώματος.
Έτσι, αφού εξετάστηκαν οι εισηγήσεις που έκανε το τμήμα της Γερμανίας, δόθηκαν οδηγίες το 1978 να βρεθεί ένα κατάλληλο οικόπεδο και κατόπιν να ανεγερθεί ένα ολοκαίνουριο συγκρότημα. Θα μπορούσαν οι Γερμανοί Μάρτυρες να ανταποκριθούν στα έξοδα που περιλαμβάνονταν; Τους δόθηκε η ευκαιρία. Όταν, το 1984, ολοκληρώθηκε αυτό το οικοδομικό έργο στο Ζέλτερς, στο δυτικό άκρο της οροσειράς Τάουνους, το γραφείο τμήματος ανέφερε: «Δεκάδες χιλιάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά—πλούσιοι και φτωχοί, νέοι και ηλικιωμένοι—συνεισέφεραν εκατομμύρια δολάρια για να βοηθήσουν στην κάλυψη των εξόδων των νέων εγκαταστάσεων. Χάρη στη γενναιοδωρία τους, όλο αυτό το έργο μπόρεσε να ολοκληρωθεί χωρίς να υπάρξει ανάγκη να δανειστούμε χρήματα από κοσμικούς φορείς και χωρίς να χρειαστεί να χρεωθούμε». Επιπλέον, περίπου 1 στους 7 Μάρτυρες στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας συμμετείχε στην οικοδόμηση στο Ζέλτερς/Τάουνους.
Σε μερικές άλλες χώρες, εξαιτίας της τοπικής οικονομίας ή της οικονομικής κατάστασης των Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι πολύ δύσκολο, ακόμα και αδύνατον, για αυτούς να ανεγείρουν τα γραφεία τμήματος που χρειάζονται για την επίβλεψη του έργου ή τα τυπογραφεία που είναι αναγκαία για την έκδοση Γραφικών εντύπων στις τοπικές γλώσσες. Στους Μάρτυρες μέσα στη χώρα δίνεται η ευκαιρία να κάνουν ό,τι μπορούν. (2 Κορ. 8:11, 12) Αλλά δεν επιτρέπεται να εμποδίζει η έλλειψη υλικών πόρων σε μια χώρα τη διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας εκεί, αν υπάρχουν οι οικονομικές δυνατότητες αλλού.
Έτσι, ενώ οι ντόπιοι Μάρτυρες κάνουν ό,τι μπορούν, σε ένα μεγάλο τμήμα του κόσμου σημαντικό μέρος των εξόδων τα οποία απαιτούνται για τα κτίρια των γραφείων τμήματος καλύπτεται από συνεισφορές που κάνουν Μάρτυρες του Ιεχωβά άλλων χωρών. Αυτό συνέβη σε σχέση με την ανέγερση των μεγάλων συγκροτημάτων που αποπερατώθηκαν στη Νότια Αφρική το 1987, στη Νιγηρία το 1990 και στις Φιλιππίνες το 1991. Συνέβη επίσης στη Ζάμπια, όπου οι εγκαταστάσεις οι οποίες προορίζονται για τις εκτυπωτικές εργασίες βρίσκονταν ακόμα υπό κατασκευή το 1992. Κάτι παρόμοιο συνέβη και σε πολλά άλλα μικρότερα οικοδομικά έργα, όπως εκείνα που ολοκληρώθηκαν στην Ινδία το 1985· στη Χιλή το 1986· στην Αϊτή, στη Γουιάνα, στον Ισημερινό, στην Κόστα Ρίκα και στην Παπούα-Νέα Γουινέα το 1987· στην Γκάνα το 1988· και στην Ονδούρα το 1989.
Ωστόσο, σε μερικές χώρες οι αδελφοί έχουν εκπλαγεί με τα όσα μπόρεσαν να επιτύχουν τοπικά, έχοντας την ευλογία του Ιεχωβά στις ενωμένες προσπάθειές τους. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, παραδείγματος χάρη, το τμήμα της Ισπανίας έκανε ενέργειες για μια μεγάλη επέκταση στις εγκαταστάσεις του. Το τμήμα ρώτησε το Κυβερνών Σώμα αν μπορούσε να παράσχει την αναγκαία βοήθεια. Αλλά λόγω μεγάλων ανειλημμένων εξόδων προς άλλες κατευθύνσεις εκείνον τον καιρό, δεν ήταν δυνατόν να δοθεί τότε αυτή η βοήθεια. Θα μπορούσαν οι Ισπανοί Μάρτυρες, με το σχετικά χαμηλό εισόδημά τους, να καλύψουν τα έξοδα που απαιτούνταν για αυτό το εγχείρημα αν τους δινόταν η ευκαιρία;
Τους εξηγήθηκε αυτή η κατάσταση. Με χαρά αυτοί πρόσφεραν δαχτυλίδια, βραχιόλια και άλλα κοσμήματα, τα οποία μπορούσαν να εξαργυρωθούν. Όταν μια ηλικιωμένη Μάρτυρας ρωτήθηκε αν ήταν σίγουρη πως ήθελε πραγματικά να χαρίσει το βαρύ χρυσό βραχιόλι που είχε προσφέρει, εκείνη απάντησε: «Αδελφέ, αυτό θα χρησιμεύσει πολύ περισσότερο αν συμβάλει στα έξοδα για ένα καινούριο Μπέθελ παρά αν μείνει στο χέρι μου!» Μια ηλικιωμένη αδελφή ξέθαψε ένα σωρό πολυκαιρισμένα χαρτονομίσματα που τα είχε κρυμμένα κάτω από το πάτωμα του σπιτιού της στη διάρκεια των ετών. Αντρόγυνα συνεισέφεραν τα χρήματα που μάζευαν για κάποιο ταξίδι. Παιδιά έστειλαν τις οικονομίες τους. Ένας νεαρός που σχεδίαζε να αγοράσει κιθάρα συνεισέφερε τα χρήματα αυτά για το οικοδομικό έργο του τμήματος. Όπως οι Ισραηλίτες τον καιρό που ανεγειρόταν η σκηνή του μαρτυρίου στην έρημο, έτσι και οι Ισπανοί Μάρτυρες αποδείχτηκαν γενναιόδωροι και πρόθυμοι να συνεισφέρουν όλα όσα ήταν αναγκαία από υλική άποψη. (Έξοδ. 35:4-9, 21, 22) Επίσης προσφέρθηκαν οι ίδιοι—όλο το χρόνο, στη διάρκεια των διακοπών, τα σαββατοκύριακα—για να εργαστούν στην οικοδόμηση. Ήρθαν από όλη την Ισπανία—χιλιάδες άτομα. Και άλλοι Μάρτυρες από τη Γερμανία, τη Σουηδία, τη Μεγάλη Βρετανία, την Ελλάδα και τις Ηνωμένες Πολιτείες, για να αναφέρουμε απλώς λίγες χώρες, ενώθηκαν μαζί τους για την ολοκλήρωση ενός έργου που στην αρχή φαινόταν ότι ήταν αδύνατον να γίνει.
Υπάρχει Κέρδος από τα Έντυπα;
Το 1992 εκδίδονταν Γραφικά έντυπα στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία και σε 32 τμήματα παγκόσμια. Τεράστιες ποσότητες αυτών των εντύπων χορηγούνταν στους Μάρτυρες του Ιεχωβά για τον αγρό. Αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν γινόταν για εμπορικό κέρδος. Οι αποφάσεις ως προς τις γλώσσες στις οποίες θα εκδίδονταν τα έντυπα, καθώς και ως προς τις χώρες στις οποίες θα αποστέλλονταν, δεν λαβαίνονταν με το εμπορικό όφελος υπόψη, αλλά αποκλειστικά και μόνο με το σκοπό να επιτελεστεί το έργο που ανέθεσε ο Ιησούς Χριστός στους ακολούθους του.
Από τον Ιούλιο του 1879 κιόλας, το πρώτο-πρώτο τεύχος της Σκοπιάς που κυκλοφόρησε περιείχε μια ανακοίνωση που έλεγε ότι όσοι ήταν πολύ φτωχοί και δεν είχαν να πληρώσουν τη συνδρομή (που τότε κόστιζε μόνο 50 σεντς το χρόνο) μπορούσαν να παίρνουν τα περιοδικά δωρεάν, αρκεί απλώς να έκαναν την ανάλογη αίτηση γραπτώς. Ο αντικειμενικός σκοπός ήταν να βοηθηθούν οι άνθρωποι να μάθουν για το μεγαλειώδη σκοπό του Ιεχωβά.
Για το σκοπό αυτόν, από το 1879 και μετά έχουν διατεθεί στο κοινό τεράστιες ποσότητες Γραφικών εντύπων χωρίς να απαιτείται χρηματική αντικαταβολή. Το έτος 1881 και τα επόμενα χρόνια, διανεμήθηκαν δωρεάν περίπου 1.200.000 αντίτυπα του εντύπου Τροφή για Σκεπτομένους Χριστιανούς (Food for Thinking Christians). Πολλά από αυτά ήταν βιβλία 162 σελίδων· άλλα κυκλοφόρησαν εν είδει εφημερίδας. Πάμπολλα φυλλάδια ποικίλων μεγεθών εκδόθηκαν στη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν. Από αυτά η τεράστια πλειονότητα (κυριολεκτικά εκατοντάδες εκατομμύρια αντίτυπα) διανεμήθηκε χωρίς να απαιτείται χρηματική αντικαταβολή. Ο αριθμός των φυλλαδίων και των άλλων εντύπων που κυκλοφορούσαν εξακολούθησε να αυξάνεται. Το 1915 και μόνο, σύμφωνα με την έκθεση, παρασχέθηκαν 50.000.000 αντίτυπα φυλλαδίων σε 30 περίπου γλώσσες για παγκόσμια διάθεση χωρίς την απαίτηση χρηματικής αντικαταβολής. Πώς καλύπτονταν τα έξοδα για όλα αυτά; Κυρίως από προαιρετικές συνεισφορές προς το Ταμείο Φυλλαδίων της Εταιρίας.
Επίσης, υπήρχαν έντυπα που προσφέρονταν αντί κάποιας συνεισφοράς κατά τις πρώτες δεκαετίες της ιστορίας της Εταιρίας, αλλά η προτεινόμενη συνεισφορά ήταν η μικρότερη δυνατή. Στα έντυπα αυτά συγκαταλέγονταν σκληρόδετα βιβλία 350 ως 744 σελίδων. Όταν οι βιβλιοπώλες της Εταιρίας (όπως ήταν γνωστοί τότε οι ολοχρόνιοι κήρυκες) πρόσφεραν τα έντυπα αυτά στο κοινό, δήλωναν ότι το προτεινόμενο ποσό αποτελούσε συνεισφορά. Ο σκοπός τους, όμως, δεν ήταν να βγάλουν χρήματα αλλά να επιδώσουν στους ανθρώπους ζωτικές Βιβλικές αλήθειες. Εκείνο που ήθελαν ήταν να διαβάζουν οι άνθρωποι τα έντυπα και να ωφελούνται από αυτά.
Με μεγάλη προθυμία έδιναν σε κάποιον οικοδεσπότη έντυπα (επιβαρυνόμενοι οι ίδιοι τη συνεισφορά) σε περίπτωση που το άτομο αυτό ήταν άπορο. Αλλά ήταν παρατηρημένο ότι πολλοί άνθρωποι ήταν πιο διατεθειμένοι να διαβάσουν ένα έντυπο αν είχαν δώσει κάτι για αυτό, και, φυσικά, η συνεισφορά τους μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την εκτύπωση περισσότερων εντύπων. Ωστόσο, δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι οι Σπουδαστές της Γραφής δεν επιδίωκαν οικονομικό όφελος, ένα υπηρεσιακό φύλλο οδηγιών της οργάνωσης, το Δελτίο (Bulletin) της 1ης Οκτωβρίου 1920, έλεγε: «Δέκα μέρες αφότου θα έχετε δώσει το βιβλιάριο [ένα βιβλιάριο αποτελούμενο από 128 σελίδες], να επισκέπτεστε και πάλι τα άτομα και να εξακριβώνετε αν το διάβασαν. Αν δεν το έχουν διαβάσει, να ζητάτε να σας το επιστρέψουν και να τους δίνετε τα χρήματά τους πίσω. Να τους λέτε ότι δεν είστε πλασιέ βιβλίων, αλλά ότι ενδιαφέρεστε να δώσετε αυτό το παρήγορο και χαρωπό άγγελμα σε όλους και ότι, αν δεν ενδιαφέρονται επαρκώς για ένα γεγονός που τους αφορά τόσο άμεσα . . . , εσείς θέλετε να δώσετε το βιβλίο σε κάποιον που θα ενδιαφέρεται». Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν εξακολουθούν να χρησιμοποιούν αυτή τη μέθοδο, επειδή έχουν διαπιστώσει ότι μερικές φορές άλλα μέλη της οικογένειας βρίσκουν τα έντυπα και ωφελούνται από αυτά· αλλά αυτό που γινόταν εκείνον τον καιρό δείχνει καθαρά τον πραγματικό σκοπό των Μαρτύρων.
Επί πολλά χρόνια οι Μάρτυρες χαρακτήριζαν τη διάθεση των εντύπων τους «πώληση». Αλλά ο όρος αυτός προξένησε κάποια σύγχυση και έτσι, από το 1929, βαθμιαία εγκαταλείφτηκε. Στην πραγματικότητα ο όρος αυτός δεν ταίριαζε στη δραστηριότητά τους, επειδή το έργο τους δεν ήταν κερδοσκοπικό. Ο σκοπός τους δεν ήταν να βγάλουν χρήματα. Η μόνη τους πρόθεση ήταν να κηρύξουν τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. Λόγω αυτού του γεγονότος, το 1943 το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάνθηκε ότι δεν άρμοζε να απαιτείται από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να εφοδιάζονται με άδεια μικροπωλητή προκειμένου να διαθέσουν τα έντυπά τους. Επιπλέον, αργότερα τα δικαστήρια του Καναδά αποδέχτηκαν και επανέλαβαν την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. στην απόφαση εκείνη.b
Σε πολλές χώρες οι Μάρτυρες του Ιεχωβά προσφέρουν τακτικά τα έντυπά τους αντί κάποιας συνεισφοράς. Η προτεινόμενη συνεισφορά είναι τόσο μικρή, αν συγκριθεί με άλλα βιβλία και περιοδικά, ώστε πολλοί άνθρωποι προσφέρονται να συνεισφέρουν περισσότερα. Αλλά γίνονται μεγάλες προσπάθειες από μέρους της οργάνωσης να παραμένει μικρή η προτεινόμενη συνεισφορά, ώστε να είναι μέσα στα όρια των πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων που έχουν μεν ελάχιστα από τα αγαθά αυτού του κόσμου αλλά είναι ευγνώμονες όταν λαβαίνουν μια Αγία Γραφή ή Γραφικά έντυπα. Ο σκοπός, όμως, της προτεινόμενης συνεισφοράς δεν ήταν ποτέ ο πλουτισμός της οργάνωσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Σε μέρη όπου ο νόμος ερμηνεύει την προσφορά Γραφικών εντύπων ως κερδοσκοπική, όταν εκείνος που τα προσφέρει προτείνει κάποια συνεισφορά για αυτά, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά προσφέρουν ευχαρίστως τα έντυπα δωρεάν σε οποιονδήποτε δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον και υπόσχεται ότι θα τα διαβάσει. Εκείνοι που θέλουν να συνεισφέρουν κάτι για την προώθηση του έργου Βιβλικής εκπαίδευσης μπορούν να δώσουν ό,τι επιθυμούν. Αυτό γίνεται στην Ιαπωνία, λόγου χάρη. Στην Ελβετία, μέχρι πρόσφατα, οι προαιρετικές συνεισφορές για τα έντυπα μπορούσαν να γίνουν δεκτές, αλλά μόνο μέχρι ενός συγκεκριμένου ποσού· έτσι, αν οι οικοδεσπότες ήθελαν να δώσουν περισσότερα, οι Μάρτυρες απλώς επέστρεφαν τα επιπλέον χρήματα ή έδιναν στον οικοδεσπότη και άλλα έντυπα. Αυτό που επιθυμούσαν ήταν, όχι να συγκεντρώνουν χρήματα, αλλά να κηρύττουν τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού.
Το 1990, εξαιτίας κάποιων οικονομικών σκανδάλων μερικών θρησκειών του Χριστιανικού κόσμου, τα οποία απασχόλησαν πολύ τη δημοσιότητα, και παράλληλα εξαιτίας μιας αυξανόμενης τάσης των κυβερνήσεων να κατατάσσουν τη θρησκευτική δραστηριότητα στις εμπορικές επιχειρήσεις, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έκαναν κάποιες προσαρμογές στη δραστηριότητά τους ώστε να αποφευχθεί τυχόν παρεξήγηση. Κατόπιν κατεύθυνσης από το Κυβερνών Σώμα, όλα τα έντυπα που διαθέτουν οι Μάρτυρες στις Ηνωμένες Πολιτείες—Άγιες Γραφές, καθώς και φυλλάδια, βιβλιάρια, περιοδικά και σκληρόδετα βιβλία τα οποία εξηγούν την Αγία Γραφή—προσφέρονται στους ανθρώπους μόνο με την προϋπόθεση ότι θα τα διαβάσουν, χωρίς να προτείνουν κάποια συνεισφορά. Η δραστηριότητα των Μαρτύρων του Ιεχωβά δεν είναι κατά κανέναν τρόπο κερδοσκοπική, και αυτή η διευθέτηση χρησίμευσε στο να τους κάνει να ξεχωρίζουν ακόμα περισσότερο από τις θρησκευτικές ομάδες που εμπορεύονται τη θρησκεία. Φυσικά, οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν ότι απαιτούνται αρκετά έξοδα για να τυπωθούν αυτά τα έντυπα, και εκείνοι οι οποίοι εκτιμούν την υπηρεσία που προσφέρουν οι Μάρτυρες ίσως θελήσουν να συνεισφέρουν κάτι για την υποβοήθηση του έργου. Εξηγείται στα άτομα αυτά ότι το παγκόσμιο έργο Βιβλικής εκπαίδευσης που κάνουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά υποστηρίζεται από προαιρετικές συνεισφορές. Οι συνεισφορές γίνονται δεκτές με χαρά, όμως κανένας δεν ζητάει αυτές τις συνεισφορές.
Εκείνοι που συμμετέχουν στη διακονία αγρού δεν το κάνουν αυτό για οικονομικό όφελος. Αυτοί προσφέρουν δωρεάν το χρόνο τους και καλύπτουν οι ίδιοι τα έξοδα για τις μετακινήσεις τους. Αν κάποιος δείξει ενδιαφέρον, διευθετούν να τον επισκέπτονται ξανά κάθε εβδομάδα, εντελώς δωρεάν, για να του διδάσκουν σε προσωπική βάση την Αγία Γραφή. Μόνο η αγάπη για τον Θεό και για το συνάνθρωπό τους θα μπορούσε να τους υποκινεί να εξακολουθούν να ασχολούνται στη δραστηριότητα αυτήν, συχνά μάλιστα παρά την αδιαφορία και την απροκάλυπτη εναντίωση που αντιμετωπίζουν.
Τα χρήματα που συγκεντρώνονται στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά ή στα γραφεία των τμημάτων τους χρησιμοποιούνται, όχι για τον πλουτισμό της οργάνωσης ή κάποιου ατόμου, αλλά για την προώθηση του κηρύγματος των καλών νέων. Το 1922 η Σκοπιά ανέφερε ότι, εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης στην Ευρώπη, τα βιβλία που τυπώνονταν εκεί για λογαριασμό της Εταιρίας πληρώνονταν κυρίως από το γραφείο στην Αμερική και συχνά οι Μάρτυρες τα άφηναν στους ανθρώπους παίρνοντας λιγότερα χρήματα από όσα κόστιζαν. Μολονότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν τώρα στην κατοχή τους εκτυπωτικές εγκαταστάσεις σε πολλές χώρες, μερικές από τις χώρες στις οποίες στέλνονται έντυπα δεν είναι σε θέση να στέλνουν χρήματα στο εξωτερικό για να καλύπτουν το κόστος. Οι γενναιόδωρες προαιρετικές συνεισφορές των Μαρτύρων του Ιεχωβά σε χώρες όπου αυτοί έχουν επαρκείς πόρους βοηθούν στην αντιστάθμιση της έλλειψης σε χώρες όπου αυτοί έχουν ελάχιστους πόρους.
Η Εταιρία Σκοπιά προσπαθεί ανέκαθεν να χρησιμοποιεί όλους τους πόρους που έχει στη διάθεσή της για την προώθηση του κηρύγματος των καλών νέων. Το 1915, ο Κάρολος Τέηζ Ρώσσελ, ως πρόεδρος της Εταιρίας, είπε τα εξής: «Η Εταιρία μας δεν επιδιώκει να συσσωρεύει θησαυρούς πάνω στη γη, αλλά, απεναντίας, αποτελεί μια οργάνωση που χρησιμοποιεί τα χρήματά της. Οτιδήποτε μας στέλνει η πρόνοια του Θεού, χωρίς εμείς να το έχουμε ζητήσει από ανθρώπους, επιδιώκουμε να το δαπανούμε όσο το δυνατόν πιο σοφά σε αρμονία με το Λόγο και το Πνεύμα του Κυρίου. Εδώ και πολύ καιρό ανακοινώσαμε πως, όταν τα χρήματα τελειώσουν, θα τερματιστούν κατά συνέπεια και οι δραστηριότητες της Εταιρίας· και πως, εφόσον τα χρήματα θα αυξάνονται, θα επεκτείνονται και οι δραστηριότητες της Εταιρίας». Η Εταιρία εξακολουθεί να κάνει αυτό ακριβώς το πράγμα.
Μέχρι σήμερα, η οργάνωση χρησιμοποιεί τους υλικούς πόρους που έχει στη διάθεσή της για να στέλνει περιοδεύοντες επισκόπους να ενισχύουν τις εκκλησίες και να τις ενθαρρύνουν στη δημόσια διακονία τους. Εξακολουθεί να στέλνει ιεραποστόλους και αποφοίτους της Σχολής Διακονικής Εκπαίδευσης σε χώρες όπου υπάρχει ειδική ανάγκη. Επίσης, χρησιμοποιεί όσα χρήματα υπάρχουν για να στέλνει ειδικούς σκαπανείς σε περιοχές όπου μέχρι τώρα έχει κηρυχτεί ελάχιστα ή καθόλου το άγγελμα της Βασιλείας. Όπως αναφέρθηκε στο Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 1993, στη διάρκεια του περασμένου υπηρεσιακού έτους, δαπανήθηκαν για αυτούς τους λόγους 45.218.257,56 δολάρια.
Δεν Υπηρετούν για Προσωπικό Όφελος
Κανένα μέλος του Κυβερνώντος Σώματος και κανένας υπεύθυνος των νομικών σωματείων της Εταιρίας ή κάποιο άλλο υπεύθυνο άτομο συνταυτισμένο με την οργάνωση δεν έχει οικονομικό όφελος από το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Αναφορικά με τον Κ. Τ. Ρώσσελ, ο οποίος υπηρέτησε ως πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά επί 30 και πλέον χρόνια, ένας από τους συντρόφους του έγραψε: «Προκειμένου να εξακριβώσει αν η πορεία του ήταν σε αρμονία με τις Γραφές, και επίσης για να καταδείξει την ειλικρίνειά του, αποφάσισε να δοκιμάσει την επιδοκιμασία του Κυρίου με τους ακόλουθους τρόπους: (1) Να αφιερώσει τη ζωή του σε αυτή την υπόθεση· (2) Να διαθέσει την περιουσία του στη διάδοση του έργου· (3) Να απαγορεύσει την περιφορά δίσκου σε όλες τις συναθροίσεις· (4) Να στηριχτεί στις συνεισφορές που δίνονται χωρίς κανείς να τις ζητάει (εξ ολοκλήρου προαιρετικές) για τη συνέχιση του έργου όταν η περιουσία του θα είχε εξαντληθεί».
Αντί να χρησιμοποιεί τη θρησκευτική δραστηριότητα για να συσσωρεύει υλικά πλούτη για τον εαυτό του, ο αδελφός Ρώσσελ διέθεσε όλους τους πόρους του στο έργο του Κυρίου. Μετά το θάνατό του, η Σκοπιά έγραψε: «Αφιέρωσε την προσωπική του περιουσία εξ ολοκλήρου στην υπόθεση για την οποία έδωσε τη ζωή του. Λάβαινε το συμβολικό ποσό των 11 δολαρίων το μήνα για τα προσωπικά του έξοδα. Πέθανε χωρίς να έχει καθόλου περιουσία».
Αναφορικά με εκείνους οι οποίοι θα συνέχιζαν το έργο της Εταιρίας, ο αδελφός Ρώσσελ έγραψε στη διαθήκη του τα εξής: «Ως οικονομική ενίσχυση, πιστεύω ότι είναι σοφό να διατηρηθεί η πορεία που ακολούθησε στο παρελθόν η Εταιρία σε σχέση με τους μισθούς—δηλαδή να μη δίνονται μισθοί· να επιτρέπονται απλώς ορισμένα λογικά έξοδα σε εκείνους που υπηρετούν με κάποιον τρόπο την Εταιρία ή το έργο της». Σε εκείνους που θα υπηρετούσαν στους οίκους Μπέθελ, στα γραφεία και στα τυπογραφεία της Εταιρίας, καθώς και σε περιοδεύοντες εκπροσώπους της, θα προσφερόταν απλώς τροφή, στέγη και ένα μικρό ποσό για τα έξοδά τους—αρκετό για τις άμεσες ανάγκες τους, αλλά «δεν θα γινόταν πρόβλεψη . . . για αποταμίευση χρημάτων». Ο ίδιος κανόνας ισχύει και σήμερα.
Εκείνοι που γίνονται δεκτοί για ειδική ολοχρόνια υπηρεσία στα παγκόσμια κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά δίνουν όλοι έναν όρκο φτώχειας, όπως έχουν κάνει όλα τα μέλη του Κυβερνώντος Σώματος και όλα τα άλλα μέλη της οικογένειας Μπέθελ εκεί. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει πως ζουν μια άχαρη ζωή, χωρίς καμιά άνεση. Σημαίνει, όμως, ότι μοιράζονται, χωρίς προσωποληψία, τις απέριττες προμήθειες τροφής, στέγης και βοηθήματος για τις άμεσες ανάγκες τους, πράγματα που είναι διαθέσιμα για όλους όσους βρίσκονται σε αυτή την υπηρεσία.
Έτσι η οργάνωση συνεχίζει το έργο της στηριζόμενη πλήρως στη βοήθεια που δίνει ο Θεός. Χωρίς εξαναγκασμό, αλλά ως αληθινή πνευματική αδελφότητα που εκτείνεται σε όλα τα μέρη της γης, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά χρησιμοποιούν ευχαρίστως τους πόρους τους για να φέρουν σε πέρας το έργο που τους έχει δώσει να κάνουν ο Ιεχωβά, ο μεγαλειώδης ουράνιος Πατέρας τους.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Σκοπιά 1 Σεπτεμβρίου 1944, σελίδα 269 (στην αγγλική)· 15 Δεκεμβρίου 1987, σελίδες 19, 20.
b Μέρντοκ κατά Πολιτείας της Πενσυλβανίας, 319 U.S. 105 (1943)· Οντέλ κατά Τρεπανιέ, 95 C.C.C. 241 (1949).
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 340]
‘Αυτή η Εταιρία δεν εξουσιοδοτεί ούτε επιδοκιμάζει τις εκκλήσεις για χρήματα’
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 342]
Μεγάλη έμφαση δίνεται στην αξία τού να μιλάει κανείς για την αλήθεια σε άλλους
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 343]
Μια απλή, ειλικρινής έκθεση των γεγονότων
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 344]
Οι εκκλησίες βοηθούν η μια την άλλη για να αποκτήσουν τις απαραίτητες Αίθουσες Βασιλείας
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 345]
Οι περισσότερες συνεισφορές προέρχονται από άτομα που δεν έχουν παρά μέτρια μέσα διαβίωσης
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 348]
Πολλά έντυπα διατέθηκαν δωρεάν —ποιος πληρώνει για αυτά;
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 349]
Προσφέρουν ευχαρίστως τα έντυπα δωρεάν σε οποιονδήποτε δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον και υπόσχεται ότι θα τα διαβάσει
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 350]
Τι γίνεται με τα χρήματα που προσφέρονται ως δωρεά;
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 351]
«Αφιέρωσε την προσωπική του περιουσία εξ ολοκλήρου στην υπόθεση για την οποία έδωσε τη ζωή του»
[Πλαίσιο στη σελίδα 341]
Ο Θεός Δεν Παρακαλεί
«Εκείνος που είπε ‘Εάν πεινάσω, δεν θέλω ειπεί τούτο προς σε· διότι εμού είναι η οικουμένη και το πλήρωμα αυτής. . . . Δεν θέλω δεχθή εκ του οίκου σου μόσχον, τράγους εκ των ποιμνίων σου. Διότι εμού είναι πάντα τα θηρία του δάσους, τα κτήνη τα επί χιλίων ορέων’ (Ψαλμ. 50:12, 9, 10) είναι σε θέση να διεξάγει το μεγάλο του έργο χωρίς να παρακαλεί για χρήματα ούτε τον κόσμο ούτε τα παιδιά του. Ούτε πρόκειται να εξαναγκάσει τα παιδιά του να θυσιάσουν οτιδήποτε για την υπηρεσία του ούτε πρόκειται να δεχτεί κάτι από αυτά, παρά μόνο μια χαρούμενη, αυτόβουλη προσφορά».—«Η Σκοπιά της Σιών», Σεπτέμβριος 1886, σ. 6 (στην αγγλική).
[Πλαίσιο στη σελίδα 347]
Οι Δωρεές Δεν Ήταν Πάντα Χρήματα
Μάρτυρες στη βόρεια περιοχή του Κουίνσλαντ ετοίμασαν και έστειλαν στο εργοτάξιο της Σκοπιάς στο Σίντνεϊ της Αυστραλίας τέσσερις νταλίκες φορτωμένες με ξυλεία άριστης ποιότητας, της οποίας η αξία υπολογιζόταν τότε γύρω στις 60.000 με 70.000 δολάρια Αυστραλίας.
Όταν γινόταν επέκταση στο εργοστάσιο της Σκοπιάς στο Ιλαντσφοντέιν της Νότιας Αφρικής, ένας Ινδός αδελφός τηλεφώνησε και παρακάλεσε να πάνε να παραλάβουν μια δωρεά 500 σάκων (50 κιλών ο καθένας) τσιμέντο—σε μια περίοδο που υπήρχε ελάχιστο τσιμέντο στη χώρα. Άλλοι έθεσαν τα φορτηγά τους στη διάθεση της Εταιρίας. Μια Αφρικανή αδελφή πλήρωσε κάποια εταιρία για να παραδώσει 15 κυβικά μέτρα οικοδομικής άμμου.
Στην Ολλανδία, όταν άρχισε η κατασκευή των νέων εγκαταστάσεων τμήματος στο Έμεν, διατέθηκαν ως δωρεά τεράστιες ποσότητες εργαλείων και ρούχων εργασίας. Μια αδελφή, μολονότι ήταν πολύ άρρωστη, έπλεξε από ένα ζευγάρι μάλλινες κάλτσες για όλους ανεξαιρέτως τους εργαζομένους στη διάρκεια της χειμερινής περιόδου.
Για να χτιστεί στη Λουσάκα της Ζάμπιας ένα νέο γραφείο τμήματος και ένας χώρος όπου θα μπορούσε να εγκατασταθεί πιεστήριο, τα οικοδομικά υλικά αγοράστηκαν με χρήματα που πρόσφεραν Μάρτυρες από άλλες χώρες. Υλικά και εξοπλισμός που δεν υπήρχαν στο μέρος εκείνο έφτασαν με φορτηγά στη Ζάμπια ως δωρεές για το έργο εκεί.
Ένας Μάρτυρας στον Ισημερινό, το 1977, πρόσφερε ως δωρεά ένα κομμάτι γης 340 στρεμμάτων. Εκεί κατασκευάστηκε μια Αίθουσα Συνελεύσεων και το καινούριο κτιριακό συγκρότημα του τμήματος.
Ντόπιοι Μάρτυρες στον Παναμά άνοιξαν τα σπίτια τους για να φιλοξενήσουν τους εθελοντές εργαζομένους· μερικοί τους μετέφεραν με τα ιδιόκτητα πούλμαν που είχαν· άλλοι συνέβαλαν στη χορήγηση των 30.000 γευμάτων που σερβιρίστηκαν μέσα στο εργοτάξιο.
Για τους εργαζομένους στο οικοδομικό έργο στην Αρμπόγκα της Σουηδίας, μια εκκλησία έψησε και έστειλε 4.500 κουλουράκια. Άλλοι έστειλαν μέλι, φρούτα και μαρμελάδες. Ένας αγρότης που έμενε κοντά στο χώρο κατασκευής του κτιρίου, μολονότι δεν ήταν Μάρτυρας, πρόσφερε δυο τόνους καρότα.