ΑΜΜΙΝΑΔΑΒ
(Αμμιναδάβ) [Ο Λαός μου Είναι Πρόθυμος (Ευγενής· Γενναιόδωρος)].
1. Γιος του Ραμ από την οικογένεια του Εσρών και από τη φυλή του Ιούδα. (1Χρ 2:10) Ο γιος του, ο Ναασών, ήταν αρχηγός του Ιούδα στη διάρκεια της οδοιπορίας στην έρημο. (Αρ 1:7· 7:11, 12) Η κόρη του, η Ελισέβα, έγινε σύζυγος του Ααρών. (Εξ 6:23) Ο Αμμιναδάβ ήταν πρόγονος του Βασιλιά Δαβίδ και του Χριστού Ιησού.—Ρθ 4:19-22· Ματ 1:4-16· Λου 3:23-33.
2. Πιθανώς ένα άλλο όνομα του Ισαάρ, γιου του Καάθ και πατέρα του Κορέ. (1Χρ 6:22· παράβαλε εδ. 2, 18, 37, 38· Εξ 6:18, 21· Αρ 3:19, 27.) Μερικά αντίγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα αναφέρουν το όνομα «Ισαάρ» αντί του «Αμμιναδάβ» στο εδάφιο 1 Χρονικών 6:22 (6:7, Ο΄).
3. Λευίτης από τους γιους του Οζιήλ και κεφαλή οικογένειας τον καιρό του Δαβίδ. Βοήθησε να μεταφερθεί η κιβωτός της διαθήκης στην Ιερουσαλήμ.—1Χρ 15:10-12.