ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ
1 Ο βασιλιάς Δαβίδ ήταν γέρος,+ προχωρημένος στα χρόνια,* και παρότι του πρόσθεταν σκεπάσματα, δεν μπορούσε να ζεσταθεί. 2 Γι’ αυτό, οι υπηρέτες του τού είπαν: «Ας βρεθεί για τον κύριό μου τον βασιλιά μια κοπέλα παρθένα για να τον υπηρετεί ως νοσοκόμα του. Αυτή θα ξαπλώνει στην αγκαλιά σου ώστε να ζεσταίνει τον κύριό μου τον βασιλιά». 3 Έψαξαν λοιπόν σε όλη την περιοχή του Ισραήλ να βρουν μια όμορφη κοπέλα, και βρήκαν την Αβισάγ+ τη Σουναμίτισσα,+ την οποία έφεραν στον βασιλιά. 4 Η κοπέλα ήταν πανέμορφη, και έγινε η νοσοκόμα του και τον υπηρετούσε, αλλά ο βασιλιάς δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις μαζί της.
5 Στο μεταξύ, ο Αδωνίας,+ ο γιος της Αγγίθ, εξύψωνε τον εαυτό του και έλεγε: «Εγώ θα γίνω βασιλιάς!» Διέταξε να του φτιάξουν ένα άρμα και έβαλε ιππείς και 50 άντρες να τρέχουν μπροστά από αυτόν.+ 6 Αλλά ο πατέρας του δεν είχε έρθει ποτέ σε αντιπαράθεση μαζί του* λέγοντας: «Γιατί το έκανες αυτό;» Επιπλέον αυτός ήταν πολύ όμορφος και είχε γεννηθεί μετά τον Αβεσσαλώμ. 7 Ο Αδωνίας συνεννοήθηκε με τον Ιωάβ, τον γιο της Σερουίας, και με τον Αβιάθαρ+ τον ιερέα, και αυτοί του πρόσφεραν βοήθεια και υποστήριξη.+ 8 Αλλά ο Σαδώκ+ ο ιερέας, ο Βεναΐας+ ο γιος του Ιωδαέ, ο Νάθαν+ ο προφήτης, ο Σιμεΐ,+ ο Ρεΐ και οι κραταιοί πολεμιστές του Δαβίδ+ δεν υποστήριξαν τον Αδωνία.
9 Τελικά ο Αδωνίας θυσίασε+ πρόβατα, βόδια και καλοθρεμμένα ζώα δίπλα στην πέτρα Ζωελέθ, που είναι κοντά στην Εν-ρογήλ, και κάλεσε όλους τους αδελφούς του, τους γιους του βασιλιά, και όλους τους άντρες του Ιούδα, τους υπηρέτες του βασιλιά. 10 Δεν κάλεσε όμως ούτε τον Νάθαν τον προφήτη ούτε τον Βεναΐα και τους κραταιούς πολεμιστές ούτε τον Σολομώντα τον αδελφό του. 11 Τότε ο Νάθαν+ είπε στη Βηθ-σαβεέ,+ τη μητέρα του Σολομώντα:+ «Δεν άκουσες ότι ο Αδωνίας,+ ο γιος της Αγγίθ, έγινε βασιλιάς, και ο κύριός μας ο Δαβίδ δεν ξέρει τίποτα για αυτό; 12 Έλα λοιπόν, σε παρακαλώ, να σε συμβουλέψω ώστε να σώσεις τη ζωή σου και τη ζωή* του γιου σου του Σολομώντα.+ 13 Πήγαινε στον βασιλιά Δαβίδ και πες του: “Εσύ, κύριέ μου βασιλιά, δεν ορκίστηκες στην υπηρέτριά σου, λέγοντας: «Ο γιος σου ο Σολομών θα γίνει βασιλιάς έπειτα από εμένα και αυτός θα καθίσει στον θρόνο μου»;+ Γιατί λοιπόν έγινε βασιλιάς ο Αδωνίας;” 14 Ενώ εσύ θα μιλάς με τον βασιλιά, θα έρθω και εγώ και θα επιβεβαιώσω τα λόγια σου».
15 Πήγε λοιπόν η Βηθ-σαβεέ στον βασιλιά στο ιδιαίτερο δωμάτιό του. Ο βασιλιάς ήταν πολύ γέρος, και η Αβισάγ+ η Σουναμίτισσα τον υπηρετούσε. 16 Τότε η Βηθ-σαβεέ έσκυψε και προσκύνησε τον βασιλιά, και εκείνος ρώτησε: «Ποιο είναι το αίτημά σου;» 17 Εκείνη απάντησε: «Κύριέ μου, εσύ ο ίδιος ορκίστηκες στην υπηρέτριά σου επικαλούμενος τον Ιεχωβά τον Θεό σου: “Ο γιος σου ο Σολομών θα γίνει βασιλιάς έπειτα από εμένα και αυτός θα καθίσει στον θρόνο μου”.+ 18 Αλλά τώρα έγινε βασιλιάς ο Αδωνίας, και ο κύριός μου ο βασιλιάς δεν ξέρει τίποτα για αυτό.+ 19 Θυσίασε πάρα πολλούς ταύρους, καλοθρεμμένα ζώα και πρόβατα και κάλεσε όλους τους γιους του βασιλιά, τον Αβιάθαρ τον ιερέα και τον Ιωάβ τον αρχιστράτηγο·+ δεν κάλεσε όμως τον υπηρέτη σου τον Σολομώντα.+ 20 Και τώρα, κύριέ μου βασιλιά, τα μάτια όλου του Ισραήλ είναι στραμμένα πάνω σου για να τους πεις ποιος θα καθίσει στον θρόνο του κυρίου μου του βασιλιά έπειτα από αυτόν. 21 Διαφορετικά, μόλις ο κύριός μου ο βασιλιάς πλαγιάσει με τους προπάτορές του, εγώ και ο γιος μου ο Σολομών θα θεωρηθούμε προδότες».
22 Ενώ αυτή μιλούσε με τον βασιλιά, ήρθε ο Νάθαν ο προφήτης.+ 23 Αμέσως ανήγγειλαν στον βασιλιά: «Ο Νάθαν ο προφήτης είναι εδώ!» Αυτός ήρθε μπροστά του και τον προσκύνησε με το πρόσωπο μέχρις εδάφους. 24 Στη συνέχεια ο Νάθαν είπε: «Κύριέ μου βασιλιά, είπες εσύ: “Ο Αδωνίας θα γίνει βασιλιάς έπειτα από εμένα και αυτός θα καθίσει στον θρόνο μου”;+ 25 Διότι αυτός κατέβηκε σήμερα να θυσιάσει+ πάρα πολλούς ταύρους, καλοθρεμμένα ζώα και πρόβατα και κάλεσε όλους τους γιους του βασιλιά, τους αρχηγούς του στρατεύματος και τον Αβιάθαρ τον ιερέα.+ Όλοι αυτοί τρώνε και πίνουν μαζί του και λένε: “Ζήτω ο βασιλιάς Αδωνίας!” 26 Αλλά δεν κάλεσε ούτε εμένα τον υπηρέτη σου ούτε τον Σαδώκ τον ιερέα ούτε τον Βεναΐα+ τον γιο του Ιωδαέ ούτε τον υπηρέτη σου τον Σολομώντα. 27 Έχει δώσει ο κύριός μου ο βασιλιάς τέτοια εντολή, χωρίς να πει στον υπηρέτη σου ποιος θα καθίσει στον θρόνο του κυρίου μου του βασιλιά έπειτα από αυτόν;»
28 Ο βασιλιάς Δαβίδ απάντησε: «Καλέστε μου τη Βηθ-σαβεέ». Τότε εκείνη ήρθε και στάθηκε μπροστά του. 29 Και ο βασιλιάς ορκίστηκε: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, εκείνος που με έσωσε* από όλες τις στενοχώριες,+ 30 αυτό που σου ορκίστηκα επικαλούμενος τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, λέγοντας: “Ο γιος σου ο Σολομών θα γίνει βασιλιάς έπειτα από εμένα και αυτός θα καθίσει στον θρόνο μου έπειτα από εμένα!” αυτό ακριβώς θα κάνω σήμερα». 31 Τότε η Βηθ-σαβεέ έσκυψε με το πρόσωπο μέχρις εδάφους και προσκύνησε τον βασιλιά και είπε: «Ας ζει ο κύριός μου ο βασιλιάς Δαβίδ για πάντα!»
32 Αμέσως ο βασιλιάς Δαβίδ είπε: «Καλέστε μου τον Σαδώκ τον ιερέα, τον Νάθαν τον προφήτη και τον Βεναΐα+ τον γιο του Ιωδαέ».+ Και αυτοί ήρθαν μπροστά του. 33 Ο βασιλιάς τούς είπε: «Πάρτε μαζί σας τους υπηρέτες του κυρίου σας και ανεβάστε τον γιο μου τον Σολομώντα στο μουλάρι* μου+ και οδηγήστε τον κάτω στη Γιών.+ 34 Εκεί ο Σαδώκ ο ιερέας και ο Νάθαν ο προφήτης θα τον χρίσουν+ βασιλιά του Ισραήλ· ύστερα σαλπίστε με το κέρας και πείτε: “Ζήτω ο βασιλιάς Σολομών!”+ 35 Έπειτα γυρίστε πίσω μαζί του, και αυτός θα έρθει και θα καθίσει στον θρόνο μου· και θα είναι βασιλιάς αντί για εμένα και θα τον διορίσω ηγέτη του Ισραήλ και του Ιούδα». 36 Αμέσως ο Βεναΐας, ο γιος του Ιωδαέ, είπε στον βασιλιά: «Αμήν! Ας το επιβεβαιώσει αυτό ο Ιεχωβά, ο Θεός του κυρίου μου του βασιλιά. 37 Όπως ο Ιεχωβά ήταν με τον κύριό μου τον βασιλιά, έτσι να είναι και με τον Σολομώντα,+ και ας κάνει Αυτός τον θρόνο του ισχυρότερο από τον θρόνο του κυρίου μου του βασιλιά Δαβίδ».+
38 Κατόπιν ο Σαδώκ ο ιερέας, ο Νάθαν ο προφήτης, ο Βεναΐας+ ο γιος του Ιωδαέ, καθώς επίσης οι Χερεθαίοι και οι Φαλεθαίοι+ πήγαν και ανέβασαν τον Σολομώντα στο μουλάρι του βασιλιά Δαβίδ+ και τον έφεραν στη Γιών.+ 39 Ύστερα ο Σαδώκ ο ιερέας πήρε από τη σκηνή+ το κέρας με το λάδι+ και έχρισε τον Σολομώντα,+ και σάλπισαν με το κέρας και όλος ο λαός άρχισε να κραυγάζει: «Ζήτω ο βασιλιάς Σολομών!» 40 Έπειτα όλος ο λαός τον ακολούθησε και ανέβηκε παίζοντας αυλούς και πανηγυρίζοντας, ώστε από τον θόρυβο που έκαναν σείστηκε* η γη.+
41 Όταν ο Αδωνίας και όλοι οι καλεσμένοι του είχαν τελειώσει πια το φαγητό τους,+ άκουσαν τον θόρυβο. Μόλις ο Ιωάβ άκουσε τον ήχο του κέρατος, ρώτησε: «Τι θόρυβος είναι αυτός; Γιατί είναι ανάστατη η πόλη;» 42 Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ήρθε ο Ιωνάθαν,+ ο γιος του Αβιάθαρ του ιερέα. Τότε ο Αδωνίας είπε: «Έλα, γιατί εσύ είσαι καλός* άνθρωπος και θα φέρνεις καλά νέα». 43 Αλλά ο Ιωνάθαν τού απάντησε: «Δυστυχώς όχι! Ο κύριός μας ο βασιλιάς Δαβίδ έκανε βασιλιά τον Σολομώντα. 44 Ο βασιλιάς έστειλε μαζί του τον Σαδώκ τον ιερέα, τον Νάθαν τον προφήτη, τον Βεναΐα τον γιο του Ιωδαέ, καθώς επίσης τους Χερεθαίους και τους Φαλεθαίους, και τον ανέβασαν στο μουλάρι του βασιλιά.+ 45 Κατόπιν ο Σαδώκ ο ιερέας και ο Νάθαν ο προφήτης τον έχρισαν βασιλιά στη Γιών. Μετά ανέβηκαν από εκεί πανηγυρίζοντας, και η πόλη είναι ανάστατη. Αυτός είναι ο θόρυβος που ακούσατε. 46 Επιπλέον, ο Σολομών κάθισε στον βασιλικό θρόνο. 47 Και κάτι ακόμη: Οι υπηρέτες του βασιλιά πήγαν να συγχαρούν τον κύριό μας τον βασιλιά Δαβίδ, λέγοντας: “Ας κάνει ο Θεός σου το όνομα του Σολομώντα λαμπρότερο από το δικό σου, και τον θρόνο του ισχυρότερο από τον δικό σου!” Τότε ο βασιλιάς προσκύνησε πάνω στο κρεβάτι. 48 Επίσης ο βασιλιάς είπε: “Ας είναι δοξασμένος ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος σήμερα προμήθευσε κάποιον που θα καθίσει στον θρόνο μου και με αξίωσε να το δω αυτό με τα ίδια μου τα μάτια!”»
49 Τότε όλοι οι καλεσμένοι του Αδωνία τρομοκρατήθηκαν, και σηκώθηκε ο καθένας και πήρε τον δρόμο του. 50 Φοβήθηκε και ο Αδωνίας εξαιτίας του Σολομώντα. Γι’ αυτό, πήγε και πιάστηκε από τα κέρατα του θυσιαστηρίου.+ 51 Κατόπιν αναφέρθηκε στον Σολομώντα: «Ο Αδωνίας φοβήθηκε τον βασιλιά Σολομώντα και πιάστηκε από τα κέρατα του θυσιαστηρίου, λέγοντας: “Ας μου ορκιστεί πρώτα ο βασιλιάς Σολομών ότι δεν θα θανατώσει τον υπηρέτη του με σπαθί”». 52 Τότε ο Σολομών είπε: «Αν φερθεί τίμια, ούτε μία τρίχα του δεν θα πέσει στο έδαφος· αλλά αν κάνει κάτι κακό,+ θα πεθάνει». 53 Έστειλε λοιπόν ο βασιλιάς Σολομών και τον κατέβασαν από το θυσιαστήριο. Ύστερα πήγε και προσκύνησε τον βασιλιά Σολομώντα και εκείνος του είπε: «Πήγαινε στο σπίτι σου».
2 Όταν ο Δαβίδ κόντευε να πεθάνει, έδωσε στον γιο του τον Σολομώντα τις εξής οδηγίες: 2 «Εγώ σε λίγο θα πεθάνω.* Γι’ αυτό, εσύ να είσαι ισχυρός+ και να αποδειχτείς άντρας.+ 3 Πρέπει να τηρείς τις υποχρεώσεις σου προς τον Ιεχωβά τον Θεό σου περπατώντας στις οδούς του και τηρώντας τα νομοθετήματά του, τις εντολές του, τις κρίσεις του και τις υπενθυμίσεις του όπως έχουν γραφτεί στον Νόμο του Μωυσή·+ τότε θα έχεις επιτυχία* σε οτιδήποτε κάνεις και οπουδήποτε στραφείς. 4 Και ο Ιεχωβά θα εκπληρώσει την υπόσχεση που έδωσε σε σχέση με εμένα: “Αν οι γιοι σου προσέχουν την οδό τους περπατώντας πιστά ενώπιόν μου με όλη τους την καρδιά και την ψυχή,*+ δεν θα λείψει ποτέ άνθρωπος από τη γραμμή σου που να κάθεται στον* θρόνο του Ισραήλ”.+
5 »Επίσης εσύ ξέρεις καλά τι μου έκανε ο Ιωάβ, ο γιος της Σερουίας, τι έκανε σε δύο αρχηγούς των στρατευμάτων του Ισραήλ—τον Αβενήρ,+ τον γιο του Νηρ, και τον Αμασά,+ τον γιο του Ιεθέρ. Τους σκότωσε, χύνοντας αίμα+ πολέμου σε καιρό ειρήνης, και έβαλε αίμα πολέμου πάνω στη ζώνη που φορούσε στη μέση του και πάνω στα σανδάλια των ποδιών του. 6 Να ενεργήσεις λοιπόν σύμφωνα με τη σοφία σου και να μην αφήσεις να κατεβούν τα γκρίζα του μαλλιά με ειρήνη στον Τάφο.*+
7 »Αλλά στους γιους του Βαρζελαΐ+ του Γαλααδίτη πρέπει να δείξεις όσια αγάπη, και πρέπει να είναι από εκείνους που τρώνε στο τραπέζι σου, διότι μου συμπαραστάθηκαν+ όταν έφυγα για να γλιτώσω από τον αδελφό σου τον Αβεσσαλώμ.+
8 »Μαζί σου είναι επίσης ο Σιμεΐ, ο γιος του Γηρά του Βενιαμινίτη από το Βαχουρίμ. Αυτός ήταν που με καταράστηκε με βαριά κατάρα+ την ημέρα που πήγαινα στη Μαχαναΐμ·+ αλλά όταν κατέβηκε να με συναντήσει στον Ιορδάνη, του ορκίστηκα στον Ιεχωβά: “Δεν θα σε θανατώσω με σπαθί”.+ 9 Εσύ όμως μην τον αφήσεις ατιμώρητο,+ γιατί είσαι σοφός άνθρωπος και ξέρεις τι πρέπει να του κάνεις· πρέπει να κατεβάσεις τα γκρίζα του μαλλιά στον Τάφο* με αίμα».+
10 Κατόπιν ο Δαβίδ πλάγιασε με τους προπάτορές του και θάφτηκε στην Πόλη του Δαβίδ.+ 11 Η διάρκεια* της βασιλείας του στον Ισραήλ ήταν 40 χρόνια. Στη Χεβρών+ βασίλεψε 7 χρόνια και στην Ιερουσαλήμ 33 χρόνια.+
12 Έπειτα ο Σολομών κάθισε στον θρόνο του Δαβίδ του πατέρα του, και σταδιακά η βασιλεία του εδραιώθηκε πλήρως.+
13 Κάποια στιγμή ο Αδωνίας, ο γιος της Αγγίθ, πήγε στη Βηθ-σαβεέ, τη μητέρα του Σολομώντα, και αυτή ρώτησε: «Ήρθες για καλό;»* Εκείνος απάντησε: «Ναι, για καλό». 14 Ύστερα πρόσθεσε: «Έχω κάτι να σου πω». Αυτή του είπε: «Πες μου». 15 Εκείνος συνέχισε: «Εσύ ξέρεις καλά ότι η βασιλεία θα γινόταν δική μου και ότι όλος ο Ισραήλ περίμενε* να γίνω εγώ βασιλιάς·+ αλλά έχασα τη βασιλεία μέσα από τα χέρια μου και την πήρε ο αδελφός μου, γιατί ήταν θέλημα του Ιεχωβά να γίνει δική του.+ 16 Αλλά τώρα έχω να σου υποβάλω μόνο μία παράκληση. Μη μου την αρνηθείς». Αυτή του είπε: «Πες μου». 17 Εκείνος συνέχισε: «Σε παρακαλώ, ζήτησε από τον Σολομώντα τον βασιλιά—διότι δεν θα σου το αρνηθεί—να μου δώσει την Αβισάγ+ τη Σουναμίτισσα για σύζυγο». 18 Και η Βηθ-σαβεέ είπε: «Πολύ καλά! Θα μιλήσω για λογαριασμό σου στον βασιλιά».
19 Πήγε λοιπόν η Βηθ-σαβεέ στον βασιλιά Σολομώντα προκειμένου να του μιλήσει για λογαριασμό του Αδωνία. Αμέσως ο βασιλιάς σηκώθηκε να την προϋπαντήσει και την προσκύνησε. Κατόπιν κάθισε στον θρόνο του και φρόντισε να βάλουν έναν θρόνο για τη μητέρα του βασιλιά, ώστε να καθίσει στα δεξιά του. 20 Αυτή είπε: «Μια μικρή παράκληση έχω να σου υποβάλω. Μη μου την αρνηθείς». Ο βασιλιάς τής είπε: «Να την υποβάλεις, μητέρα μου· δεν θα σου την αρνηθώ». 21 Του είπε λοιπόν: «Ας δοθεί η Αβισάγ η Σουναμίτισσα για σύζυγος στον αδελφό σου τον Αδωνία». 22 Τότε ο βασιλιάς Σολομών απάντησε στη μητέρα του: «Γιατί ζητάς την Αβισάγ τη Σουναμίτισσα για τον Αδωνία; Αν είναι έτσι, ζήτησε για αυτόν και τη βασιλεία,+ επειδή είναι μεγαλύτερός μου αδελφός+ και τον υποστηρίζουν ο Αβιάθαρ ο ιερέας και ο Ιωάβ,+ ο γιος της Σερουίας».+
23 Τότε ο βασιλιάς Σολομών ορκίστηκε στον Ιεχωβά: «Έτσι να κάνει ο Θεός σε εμένα και να προσθέσει σε αυτό, αν το αίτημα του Αδωνία δεν του στοιχίσει την ίδια του τη ζωή.* 24 Τώρα λοιπόν, όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο οποίος με έχει εδραιώσει+ και φρόντισε να καθίσω στον θρόνο του Δαβίδ του πατέρα μου και ο οποίος έκανε οίκο* για εμένα,+ ακριβώς όπως υποσχέθηκε, ο Αδωνίας θα θανατωθεί+ σήμερα κιόλας». 25 Αμέσως ο βασιλιάς Σολομών έστειλε τον Βεναΐα,+ τον γιο του Ιωδαέ, ο οποίος πήγε και σκότωσε τον* Αδωνία.
26 Στον δε Αβιάθαρ+ τον ιερέα, ο βασιλιάς είπε: «Πήγαινε στους αγρούς σου στην Αναθώθ!+ Κανονικά σου αξίζει να πεθάνεις, αλλά δεν θα σε θανατώσω σήμερα, επειδή μετέφερες την Κιβωτό του Υπέρτατου Κυρίου Ιεχωβά ενώπιον του Δαβίδ του πατέρα μου+ και επειδή υπέφερες μαζί του σε όλες του τις ταλαιπωρίες».+ 27 Καθαίρεσε λοιπόν ο Σολομών τον Αβιάθαρ από ιερέα του Ιεχωβά, για να εκπληρωθεί ο λόγος του Ιεχωβά εναντίον του οίκου του Ηλεί+ στη Σηλώ.+
28 Όταν τα νέα έφτασαν στον Ιωάβ—διότι ο Ιωάβ είχε υποστηρίξει τον Αδωνία,+ μολονότι δεν είχε υποστηρίξει τον Αβεσσαλώμ+—αυτός κατέφυγε στη σκηνή του Ιεχωβά+ και πιάστηκε από τα κέρατα του θυσιαστηρίου. 29 Τότε ανέφεραν στον βασιλιά Σολομώντα: «Ο Ιωάβ κατέφυγε στη σκηνή του Ιεχωβά και βρίσκεται δίπλα στο θυσιαστήριο». Έστειλε λοιπόν ο Σολομών τον Βεναΐα, τον γιο του Ιωδαέ, λέγοντας: «Πήγαινε, σκότωσέ τον!» 30 Ο Βεναΐας πήγε στη σκηνή του Ιεχωβά και του είπε: «Αυτό λέει ο βασιλιάς: “Βγες έξω!”» Εκείνος όμως απάντησε: «Όχι! Εδώ θα πεθάνω». Ο Βεναΐας έφερε τα νέα στον βασιλιά, λέγοντας: «Αυτό είπε ο Ιωάβ και αυτό μου απάντησε». 31 Τότε ο βασιλιάς τού είπε: «Κάνε όπως σου είπε· σκότωσέ τον και θάψε τον και αφαίρεσε από εμένα και από τον οίκο του πατέρα μου το αίμα που έχυσε άδικα ο Ιωάβ.+ 32 Ο Ιεχωβά θα επιστρέψει το αίμα του πάνω στο κεφάλι του επειδή, εν αγνοία του πατέρα μου του Δαβίδ, σκότωσε με το σπαθί δύο άντρες δικαιότερους και καλύτερους από τον ίδιο: τον Αβενήρ,+ τον γιο του Νηρ, τον αρχιστράτηγο του Ισραήλ,+ και τον Αμασά,+ τον γιο του Ιεθέρ, τον αρχιστράτηγο του Ιούδα.+ 33 Το αίμα τους θα επιστρέψει πάνω στο κεφάλι του Ιωάβ και στο κεφάλι των απογόνων του για πάντα·+ αλλά για τον Δαβίδ, για τους απογόνους του, για τον οίκο του και για τον θρόνο του, ας υπάρχει ειρήνη από τον Ιεχωβά για πάντα». 34 Τότε ο Βεναΐας, ο γιος του Ιωδαέ, ανέβηκε και σκότωσε τον Ιωάβ, και αυτός θάφτηκε στο σπίτι του στην έρημο. 35 Κατόπιν ο βασιλιάς διόρισε αντί για αυτόν τον Βεναΐα,+ τον γιο του Ιωδαέ, επικεφαλής του στρατεύματος, και διόρισε τον Σαδώκ+ τον ιερέα στη θέση του Αβιάθαρ.
36 Έπειτα ο βασιλιάς κάλεσε τον Σιμεΐ+ και του είπε: «Χτίσε ένα σπίτι στην Ιερουσαλήμ και μείνε εκεί· μη βγεις από εκεί για να πας οπουδήποτε αλλού. 37 Την ημέρα που θα βγεις και θα διασχίσεις την κοιλάδα Κιδρόν,+ να είσαι βέβαιος ότι θα πεθάνεις. Το αίμα σου θα είναι πάνω στο κεφάλι σου». 38 Ο Σιμεΐ είπε στον βασιλιά: «Εντάξει. Ο υπηρέτης σου θα κάνει ό,τι ακριβώς είπε ο κύριός μου ο βασιλιάς». Έμεινε λοιπόν στην Ιερουσαλήμ πολλές ημέρες.
39 Αφού όμως πέρασαν τρία χρόνια, δύο δούλοι του Σιμεΐ έφυγαν και πήγαν στον Αγχούς,+ τον γιο του Μααχά, τον βασιλιά της Γαθ. Όταν αναφέρθηκε στον Σιμεΐ: «Οι δούλοι σου είναι στη Γαθ», 40 εκείνος σαμάρωσε αμέσως το γαϊδούρι του και πήγε να δει τον Αγχούς στη Γαθ για να βρει τους δούλους του. Μόλις γύρισε από εκεί με τους δούλους του, 41 αναφέρθηκε στον Σολομώντα: «Ο Σιμεΐ πήγε από την Ιερουσαλήμ στη Γαθ και γύρισε». 42 Τότε ο βασιλιάς κάλεσε τον Σιμεΐ και του είπε: «Δεν σε όρκισα στον Ιεχωβά και δεν σε προειδοποίησα: “Την ημέρα που θα βγεις από εδώ και θα πας οπουδήποτε αλλού, να είσαι βέβαιος ότι θα πεθάνεις”; Και δεν μου είπες: “Εντάξει, θα υπακούσω”;+ 43 Γιατί λοιπόν δεν τήρησες τον όρκο στο όνομα του Ιεχωβά και την εντολή που σου έδωσα;» 44 Ο βασιλιάς είπε τότε στον Σιμεΐ: «Εσύ ξέρεις μέσα στην καρδιά σου όλο το κακό που έκανες στον Δαβίδ τον πατέρα μου,+ και ο Ιεχωβά θα επιστρέψει αυτό το κακό πάνω στο κεφάλι σου.+ 45 Αλλά ο βασιλιάς Σολομών θα είναι ευλογημένος,+ και ο θρόνος του Δαβίδ θα είναι εδραιωμένος ενώπιον του Ιεχωβά για πάντα». 46 Τότε διέταξε ο βασιλιάς τον Βεναΐα, τον γιο του Ιωδαέ, και εκείνος βγήκε και τον σκότωσε.+
Έτσι λοιπόν, η βασιλεία εδραιώθηκε στο χέρι του Σολομώντα.+
3 Ο Σολομών έκανε συμφωνία γάμου με τον Φαραώ, τον βασιλιά της Αιγύπτου. Παντρεύτηκε* την κόρη του Φαραώ+ και την έφερε στην Πόλη του Δαβίδ+ ώσπου τελείωσε το χτίσιμο της κατοικίας του,+ του οίκου του Ιεχωβά+ και του τείχους γύρω από την Ιερουσαλήμ.+ 2 Ωστόσο, ο λαός θυσίαζε ακόμη στους υψηλούς τόπους,+ επειδή μέχρι τότε δεν είχε χτιστεί οίκος για το όνομα του Ιεχωβά.+ 3 Ο Σολομών αγαπούσε τον Ιεχωβά και περπατούσε σύμφωνα με τα νομοθετήματα του Δαβίδ του πατέρα του, μόνο που θυσίαζε και έκανε τις προσφορές να βγάζουν καπνό στους υψηλούς τόπους.+
4 Ο βασιλιάς πήγε στη Γαβαών για να θυσιάσει εκεί, γιατί αυτός ήταν ο κυριότερος* υψηλός τόπος.+ Ο Σολομών πρόσφερε 1.000 ολοκαυτώματα πάνω σε εκείνο το θυσιαστήριο.+ 5 Στη Γαβαών, ο Ιεχωβά Θεός εμφανίστηκε στον Σολομώντα σε όνειρο τη νύχτα και του είπε: «Ζήτησέ μου τι θέλεις να σου δώσω».+ 6 Ο Σολομών είπε: «Εσύ έδειξες όσια αγάπη σε μεγάλο βαθμό στον υπηρέτη σου τον Δαβίδ, τον πατέρα μου, διότι περπάτησε ενώπιόν σου με πιστότητα, με δικαιοσύνη και με ειλικρίνεια* καρδιάς. Εξακολούθησες να του δείχνεις τέτοια όσια αγάπη μέχρι σήμερα δίνοντάς του έναν γιο για να καθίσει στον θρόνο του.+ 7 Και εσύ, Ιεχωβά Θεέ μου, έκανες τον υπηρέτη σου βασιλιά στη θέση του Δαβίδ του πατέρα μου, παρότι εγώ είμαι νέος* και άπειρος.*+ 8 Ο υπηρέτης σου κυβερνάει τον λαό τον οποίο έχεις εκλέξει,+ έναν λαό τόσο πολυπληθή που δεν μπορεί να μετρηθεί. 9 Δώσε λοιπόν στον υπηρέτη σου υπάκουη καρδιά για να κρίνει τον λαό σου,+ να ξεχωρίζει το καλό από το κακό,+ διότι ποιος μπορεί να κρίνει αυτόν τον πολυάριθμο* λαό σου;»
10 Ο Ιεχωβά ευαρεστήθηκε με το αίτημα του Σολομώντα.+ 11 Του είπε λοιπόν ο Θεός: «Επειδή ζήτησες αυτό το πράγμα και δεν ζήτησες μακροζωία* ούτε πλούτη ούτε τον θάνατο* των εχθρών σου, αλλά ζήτησες κατανόηση για να παίρνεις σωστές αποφάσεις σε* δικαστικές υποθέσεις,+ 12 εγώ θα κάνω αυτό που ζήτησες.+ Θα σου δώσω καρδιά γεμάτη σοφία και κατανόηση,+ ώστε όπως ακριβώς δεν υπήρξε όμοιός σου πριν από εσένα έτσι δεν θα υπάρξει όμοιός σου ποτέ ξανά.+ 13 Επίσης, θα σου δώσω και αυτά που δεν ζήτησες,+ πλούτη και δόξα,+ σε τέτοιον βαθμό ώστε δεν θα υπάρχει βασιλιάς σαν εσένα στη διάρκεια της ζωής σου.*+ 14 Και αν περπατήσεις στις οδούς μου τηρώντας τις διατάξεις μου και τις εντολές μου, ακριβώς όπως περπάτησε ο Δαβίδ ο πατέρας σου,+ τότε θα σου δώσω και μακροζωία».*+
15 Όταν ξύπνησε ο Σολομών, κατάλαβε ότι ήταν όνειρο. Τότε πήγε στην Ιερουσαλήμ και στάθηκε μπροστά στην κιβωτό της διαθήκης του Ιεχωβά και πρόσφερε ολοκαυτώματα και προσφορές συμμετοχής+ και παρέθεσε συμπόσιο για όλους τους υπηρέτες του.
16 Εκείνον τον καιρό, δύο πόρνες πήγαν στον βασιλιά και στάθηκαν μπροστά του. 17 Η πρώτη είπε: «Κύριέ μου, εγώ και αυτή η γυναίκα μένουμε στο ίδιο σπίτι, και όταν γέννησα ήταν και αυτή εκεί. 18 Τρεις ημέρες μετά, γέννησε και εκείνη. Ήμασταν μαζί, μόνο οι δυο μας· δεν ήταν κανένας άλλος στο σπίτι. 19 Τη νύχτα, ο γιος της πέθανε, επειδή εκείνη κοιμήθηκε πάνω του. 20 Γι’ αυτό, σηκώθηκε μέσα στη νύχτα και πήρε τον γιο μου από δίπλα μου, την ώρα που η δούλη σου κοιμόταν, και τον έβαλε στην αγκαλιά της, ενώ τον δικό της γιο, τον νεκρό, τον έβαλε στην αγκαλιά μου. 21 Όταν σηκώθηκα το πρωί να θηλάσω τον γιο μου, είδα ότι ήταν νεκρός. Γι’ αυτό, τον περιεργάστηκα προσεκτικά και είδα ότι δεν ήταν ο γιος που είχα γεννήσει εγώ». 22 Η άλλη γυναίκα όμως είπε: «Όχι! Ο ζωντανός είναι ο δικός μου γιος και ο νεκρός είναι ο δικός σου!» Αλλά η πρώτη έλεγε: «Όχι! Ο νεκρός είναι ο δικός σου και ο ζωντανός είναι ο δικός μου». Αυτά έλεγαν φιλονικώντας μπροστά στον βασιλιά.
23 Τελικά ο βασιλιάς είπε: «Η μία λέει: “Αυτός είναι ο γιος μου, ο ζωντανός, και ο δικός σου είναι ο νεκρός!” και η άλλη λέει: “Όχι! Ο νεκρός είναι ο δικός σου γιος και ο ζωντανός είναι ο δικός μου!”» 24 Τότε ο βασιλιάς είπε: «Φέρτε μου ένα σπαθί». Του έφεραν λοιπόν ένα σπαθί. 25 Κατόπιν ο βασιλιάς είπε: «Κόψτε το ζωντανό παιδί στα δύο και δώστε μισό στη μία και μισό στην άλλη». 26 Αμέσως η γυναίκα της οποίας ο γιος ήταν ο ζωντανός ένιωσε τα μητρικά της αισθήματα να φουντώνουν και ικέτευσε τον βασιλιά: «Σε παρακαλώ, κύριέ μου! Δώσε σε αυτήν το ζωντανό παιδί! Μην το σκοτώσεις!» Η άλλη όμως έλεγε: «Ούτε δικό μου θα είναι ούτε δικό σου! Ας το κόψουν στα δύο!» 27 Τότε ο βασιλιάς απάντησε: «Δώστε το ζωντανό παιδί στην πρώτη γυναίκα! Μην το σκοτώσετε, γιατί αυτή είναι η μητέρα του».
28 Όταν όλος ο Ισραήλ άκουσε για την κρίση που εξέφερε ο βασιλιάς, ένιωσαν δέος* για αυτόν,+ γιατί είδαν ότι ο Θεός τού έδινε σοφία για να αποδίδει δικαιοσύνη.+
4 Ο βασιλιάς Σολομών κυβερνούσε όλο τον Ισραήλ.+ 2 Αυτοί ήταν οι ανώτεροι αξιωματούχοι του:* ο Αζαρίας, ο γιος του Σαδώκ,+ ήταν ο ιερέας· 3 ο Ελιορέφ και ο Αχιά, οι γιοι του Σεισά, ήταν γραμματείς·+ ο Ιωσαφάτ,+ ο γιος του Αχιλούδ, ήταν ο υπομνηματογράφος· 4 ο Βεναΐας,+ ο γιος του Ιωδαέ, ήταν επικεφαλής του στρατεύματος· ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ+ ήταν ιερείς· 5 ο Αζαρίας, ο γιος του Νάθαν,+ ήταν επικεφαλής των διαχειριστών· ο Ζαβούδ, ο γιος του Νάθαν, ήταν ιερέας και φίλος του βασιλιά·+ 6 ο Αχισάρ ήταν ο υπεύθυνος για το σπιτικό· και ο Αδωνιράμ,+ ο γιος του Αβδά, ήταν υπεύθυνος των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία.+
7 Ο Σολομών είχε 12 διαχειριστές για όλο τον Ισραήλ οι οποίοι προμήθευαν τροφή στον βασιλιά και στο σπιτικό του. Ο καθένας είχε την ευθύνη να προμηθεύει την τροφή έναν μήνα τον χρόνο.+ 8 Αυτά ήταν τα ονόματά τους: Ο γιος του Χουρ, στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ· 9 ο γιος του Δεκέρ, στη Μακάς, στη Σααλβίμ,+ στη Βαιθ-σεμές και στην Αιλών-βαιθ-ανάν· 10 ο γιος του Έσεδ, στην Αρουβώθ (αυτός είχε τη Σωχώχ και όλη τη γη της Χεφέρ)· 11 ο γιος του Αβιναδάβ, σε όλες τις πλαγιές της Δωρ (η κόρη του Σολομώντα η Ταφάθ έγινε σύζυγός του)· 12 ο Βαανά, ο γιος του Αχιλούδ, στη Θαανάχ, στη Μεγιδδώ+ και σε όλη τη Βαιθ-σεάν,+ που είναι δίπλα στη Ζαρετάν κάτω από την Ιεζραέλ, από τη Βαιθ-σεάν μέχρι την Αβέλ-μεολά μέχρι την περιοχή της Ιοκμεάμ·+ 13 ο γιος του Γεβέρ, στη Ραμώθ-γαλαάδ+ (αυτός είχε τα χωριά του Ιαείρ,+ του γιου του Μανασσή, τα οποία αποτελούνταν από σκηνές και ήταν στη Γαλαάδ·+ είχε επίσης την περιοχή Αργόβ,+ η οποία είναι στη Βασάν:+ 60 μεγάλες πόλεις με τείχη και χάλκινες αμπάρες)· 14 ο Αχιναδάβ, ο γιος του Ιδδώ, στη Μαχαναΐμ·+ 15 ο Αχιμάας, στον Νεφθαλί (αυτός πήρε για σύζυγο μια άλλη κόρη του Σολομώντα, τη Βασεμάθ)· 16 ο Βαανά, ο γιος του Χουσαΐ, στον Ασήρ και στη Βεαλώθ· 17 ο Ιωσαφάτ, ο γιος του Φαρούα, στον Ισσάχαρ· 18 ο Σιμεΐ,+ ο γιος του Ελά, στον Βενιαμίν·+ 19 ο Γεβέρ, ο γιος του Ουρί, στη γη της Γαλαάδ,+ δηλαδή στη γη του Σηών,+ βασιλιά των Αμορραίων, και του Ωγ,+ βασιλιά της Βασάν. Υπήρχε και ένας διαχειριστής που ήταν επικεφαλής όλων των άλλων διαχειριστών στη χώρα.
20 Ο Ιούδας και ο Ισραήλ ήταν πολυάριθμοι σαν τους κόκκους της άμμου δίπλα στη θάλασσα·+ έτρωγαν, έπιναν και χαίρονταν.+
21 Ο Σολομών κυβερνούσε όλα τα βασίλεια από τον Ποταμό*+ ως τη γη των Φιλισταίων και ως το όριο της Αιγύπτου. Αυτά τα βασίλεια κατέβαλλαν φόρο υποτελείας και τον υπηρετούσαν όλες τις ημέρες της ζωής του.+
22 Η τροφή του Σολομώντα για κάθε ημέρα ήταν 30 κορ* λεπτό αλεύρι και 60 κορ αλεύρι, 23 10 καλοθρεμμένα βόδια, 20 βόδια βοσκής και 100 πρόβατα, καθώς και μερικά ελάφια, γαζέλες, ζαρκάδια και καλοθρεμμένοι κούκοι. 24 Διότι είχε τα πάντα υπό τον έλεγχό του από αυτή την πλευρά του Ποταμού,*+ από τη Θιψά μέχρι τη Γάζα,+ περιλαμβανομένων και όλων των βασιλιάδων από αυτή την πλευρά του Ποταμού· και είχε ειρήνη σε κάθε περιοχή ολόγυρά του.+ 25 Ο Ιούδας και ο Ισραήλ ζούσαν με ασφάλεια, ο καθένας κάτω από το κλήμα του και κάτω από τη συκιά του, από τη Δαν μέχρι τη Βηρ-σαβεέ, όλες τις ημέρες του Σολομώντα.
26 Ο Σολομών είχε 4.000* θέσεις σταβλισμού για τα άλογα των αρμάτων του και 12.000 άλογα.*+
27 Αυτοί οι διαχειριστές εφοδίαζαν με τροφή τον βασιλιά Σολομώντα και όλους όσους έτρωγαν στο τραπέζι του. Ο καθένας ήταν υπεύθυνος για τον μήνα του και φρόντιζε να μη λείπει τίποτα.+ 28 Έφερναν επίσης κριθάρι και άχυρο οπουδήποτε χρειαζόταν για τα άλογα, περιλαμβανομένων και των αλόγων που έσερναν άρματα, ο καθένας σύμφωνα με ό,τι του αναλογούσε.
29 Και ο Θεός έδινε στον Σολομώντα σοφία και διάκριση σε πολύ μεγάλο βαθμό και ευρύτητα καρδιάς* σαν την άμμο στην ακρογιαλιά.+ 30 Η σοφία του Σολομώντα ξεπερνούσε τη σοφία όλων των κατοίκων της Ανατολής και όλη τη σοφία της Αιγύπτου.+ 31 Ήταν σοφότερος από κάθε άλλον άνθρωπο, σοφότερος από τον Εθάν+ τον Εζραΐτη και τον Αιμάν,+ τον Χαλχόλ+ και τον Δαρδά, τους γιους του Μαώλ. Η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλα τα γύρω έθνη.+ 32 Έβγαλε* 3.000 παροιμίες+ και συνέθεσε 1.005 άσματα.+ 33 Μιλούσε για τα δέντρα, από τον κέδρο που βρίσκεται στον Λίβανο ως τον ύσσωπο+ που φυτρώνει στον τοίχο· μιλούσε επίσης για τα ζώα,+ τα πουλιά,*+ τα ερπετά, τα έντομα+ και τα ψάρια. 34 Άνθρωποι από όλα τα έθνη έρχονταν να ακούσουν τη σοφία του Σολομώντα, μεταξύ αυτών βασιλιάδες από όλη τη γη οι οποίοι είχαν ακούσει για τη σοφία του.+
5 Όταν ο Χιράμ, ο βασιλιάς της Τύρου,+ άκουσε ότι ο Σολομών είχε χριστεί βασιλιάς στη θέση του πατέρα του, έστειλε τους υπηρέτες του στον Σολομώντα, διότι ο Χιράμ ήταν ανέκαθεν φίλος του Δαβίδ.*+ 2 Ο δε Σολομών έστειλε στον Χιράμ το εξής μήνυμα:+ 3 «Όπως ξέρεις, ο Δαβίδ ο πατέρας μου δεν μπόρεσε να χτίσει οίκο για το όνομα του Ιεχωβά του Θεού του επειδή είχε να αντιμετωπίσει πολέμους από τους εχθρούς του ολόγυρα, ώσπου ο Ιεχωβά τούς έβαλε κάτω από τα πέλματα των ποδιών του.+ 4 Αλλά τώρα ο Ιεχωβά ο Θεός μου μού έχει δώσει ανάπαυση από κάθε πλευρά.+ Δεν μου εναντιώνεται κανείς και τίποτα κακό δεν συμβαίνει.+ 5 Γι’ αυτό, σκοπεύω να χτίσω οίκο για το όνομα του Ιεχωβά του Θεού μου, όπως υποσχέθηκε ο Ιεχωβά στον Δαβίδ τον πατέρα μου, λέγοντας: “Ο γιος σου τον οποίο θα βάλω στον θρόνο σου έπειτα από εσένα, αυτός θα χτίσει τον οίκο για το όνομά μου”.+ 6 Τώρα λοιπόν, δώσε διαταγή στους ανθρώπους σου να κόψουν για εμένα κέδρους του Λιβάνου.+ Οι δικοί μου υπηρέτες θα εργάζονται μαζί με τους δικούς σου, και εγώ θα πληρώνω τον μισθό των υπηρετών σου όπως θα τον ορίσεις εσύ. Άλλωστε, έχεις υπόψη σου ότι κανείς από εμάς δεν ξέρει να κόβει δέντρα σαν τους Σιδωνίους».+
7 Όταν ο Χιράμ άκουσε τα λόγια του Σολομώντα, χάρηκε πολύ και είπε: «Ας είναι δοξασμένος ο Ιεχωβά σήμερα, επειδή έδωσε στον Δαβίδ έναν σοφό γιο για να κυβερνάει αυτόν τον μεγάλο* λαό!»+ 8 Τότε ο Χιράμ ειδοποίησε τον Σολομώντα: «Έλαβα το μήνυμα που μου έστειλες και θα κάνω ό,τι επιθυμείς. Θα σου προμηθεύω ξύλα από κέδρους και αρκεύθους.+ 9 Οι υπηρέτες μου θα τα κατεβάζουν από τον Λίβανο στη θάλασσα, και εγώ θα τα κάνω σχεδίες για να πηγαίνουν από τη θάλασσα στο μέρος που θα μου υποδείξεις. Εκεί θα βάζω να τις αποσυναρμολογούν, και εσύ μπορείς να μεταφέρεις τα ξύλα. Σε αντάλλαγμα, θα προμηθεύεις την τροφή που ζητώ για το σπιτικό μου».+
10 Έτσι λοιπόν, ο Χιράμ προμήθευε όλα τα ξύλα από κέδρους και αρκεύθους που ήθελε ο Σολομών. 11 Ο δε Σολομών έδινε στον Χιράμ 20.000 κορ* σιτάρι ως προμήθεια τροφίμων για το σπιτικό του και 20 κορ εκλεκτό ελαιόλαδο.* Όλα αυτά τα έδινε ο Σολομών στον Χιράμ κάθε χρόνο.+ 12 Και ο Ιεχωβά έδινε στον Σολομώντα σοφία, όπως του είχε υποσχεθεί.+ Ανάμεσα στον Χιράμ και στον Σολομώντα υπήρχε ειρήνη, και έκαναν συνθήκη* μεταξύ τους.
13 Ο βασιλιάς Σολομών επιστράτευσε άντρες από όλο τον Ισραήλ για καταναγκαστική εργασία· επιστρατεύτηκαν 30.000 άτομα.+ 14 Τους έστελνε στον Λίβανο ανά βάρδιες των 10.000 τον μήνα. Έναν μήνα έμεναν στον Λίβανο και δύο μήνες στο σπίτι τους. Υπεύθυνος των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία ήταν ο Αδωνιράμ.+ 15 Ο Σολομών είχε 70.000 ανειδίκευτους εργάτες* και 80.000 λιθοτόμους+ στα βουνά,+ 16 καθώς και 3.300 άρχοντες που ήταν διαχειριστές+ και επέβλεπαν τους εργάτες. 17 Με διαταγή του βασιλιά, έβγαλαν από τα λατομεία μεγάλες, ακριβές πέτρες+ για να μπουν τα θεμέλια+ του οίκου με πελεκημένες πέτρες.+ 18 Έτσι λοιπόν, οι οικοδόμοι του Σολομώντα και οι οικοδόμοι του Χιράμ και οι Γεβαλίτες+ έκοβαν τις πέτρες, και ετοίμαζαν τα ξύλα και τις πέτρες για το χτίσιμο του οίκου.
6 Το τετρακοσιοστό ογδοηκοστό έτος μετά την έξοδο των Ισραηλιτών* από τη γη της Αιγύπτου,+ το τέταρτο έτος αφότου ο Σολομών έγινε βασιλιάς του Ισραήλ, τον μήνα Ζιβ*+ (δηλαδή τον δεύτερο μήνα), εκείνος άρχισε να χτίζει τον οίκο του Ιεχωβά.*+ 2 Ο οίκος που έχτισε ο βασιλιάς Σολομών για τον Ιεχωβά είχε 60 πήχεις* μήκος, 20 πήχεις πλάτος και 30 πήχεις ύψος.+ 3 Τα προπύλαια+ του ναού* είχαν 20 πήχεις μήκος,* όσο ήταν και το πλάτος του οίκου.* Το βάθος τους ήταν 10 πήχεις μέχρι το μπροστινό μέρος του οίκου.
4 Για τον οίκο έφτιαξε παράθυρα τα οποία είχαν πλαίσια που στένευαν βαθμιαία.*+ 5 Επιπλέον, έχτισε ένα πλευρικό οικοδόμημα περιμετρικά του οίκου· αυτό εκτεινόταν γύρω από τους τοίχους του οίκου—τους τοίχους του ναού* και του εσώτατου δωματίου.+ Επίσης, έφτιαξε πλευρικά δωμάτια ολόγυρα.+ 6 Το χαμηλότερο επίπεδο των πλευρικών δωματίων είχε πέντε πήχεις πλάτος, το μεσαίο επίπεδο είχε έξι πήχεις πλάτος και το τρίτο επίπεδο είχε εφτά πήχεις πλάτος, διότι έκανε ολόγυρα τους τοίχους του οίκου λεπτότερους σε κάθε διαδοχικό όροφο,* ώστε δεν εφαπτόταν τίποτα στους τοίχους του οίκου.+
7 Ο οίκος χτίστηκε με λατομημένες πέτρες που είχαν ήδη ετοιμαστεί,+ ώστε δεν ακούγονταν ούτε σφυριά ούτε τσεκούρια ούτε σιδερένια εργαλεία στον οίκο κατά την οικοδόμησή του. 8 Η είσοδος του χαμηλότερου πλευρικού δωματίου ήταν στη νότια* πλευρά του οίκου,+ και μια ελικοειδής σκάλα οδηγούσε στον μεσαίο όροφο, και από τον μεσαίο όροφο στον τρίτο. 9 Ο Σολομών συνέχισε να χτίζει τον οίκο και τον τελείωσε.+ Επίσης, έφτιαξε την οροφή του οίκου με κέδρινα δοκάρια και με σειρές από κέδρινες σανίδες.+ 10 Έχτισε τα πλευρικά δωμάτια ολόγυρα από τον οίκο,+ το καθένα από τα οποία είχε πέντε πήχεις ύψος και ήταν ενωμένο με τον οίκο με ξύλα κέδρου.
11 Στο μεταξύ, ο Ιεχωβά είπε στον Σολομώντα: 12 «Όσο για τον οίκο που χτίζεις, αν εσύ περπατάς σύμφωνα με τα νομοθετήματά μου και εκτελείς τις κρίσεις μου και τηρείς όλες τις εντολές μου περπατώντας σύμφωνα με αυτές,+ εγώ θα εκπληρώσω την υπόσχεση που έδωσα στον Δαβίδ τον πατέρα σου σχετικά με εσένα+ 13 και θα κατοικώ ανάμεσα στους Ισραηλίτες+ και δεν θα εγκαταλείψω τον λαό μου τον Ισραήλ».+
14 Ο Σολομών συνέχισε να χτίζει τον οίκο για να τον τελειώσει. 15 Επένδυσε τους εσωτερικούς τοίχους του οίκου με σανίδες από κέδρο. Τους επικάλυψε με ξύλο, από το πάτωμα του οίκου ως τα δοκάρια της οροφής, και έστρωσε το πάτωμα του οίκου με σανίδες από άρκευθο.+ 16 Επένδυσε δε ένα τμήμα 20 πήχεων στο πίσω μέρος του οίκου με σανίδες από κέδρο, από το πάτωμα ως τα δοκάρια της οροφής, και έφτιαξε μέσα σε αυτόν* το εσώτατο δωμάτιο,+ τα Άγια των Αγίων.+ 17 Ο ναός*+—το μέρος του οίκου μπροστά από αυτά—ήταν 40 πήχεις. 18 Οι κέδρινες επιφάνειες στο εσωτερικό του οίκου είχαν λαξεύματα που παρίσταναν κολοκύθες+ και ανθισμένα λουλούδια.+ Όλα ήταν κέδρινα· πέτρα δεν φαινόταν.
19 Ετοίμασε δε το εσώτατο δωμάτιο+ μέσα στον οίκο για να τοποθετηθεί εκεί η κιβωτός της διαθήκης του Ιεχωβά.+ 20 Το εσώτατο δωμάτιο είχε 20 πήχεις μήκος, 20 πήχεις πλάτος και 20 πήχεις ύψος,+ και το επικάλυψε με καθαρό χρυσάφι. Το θυσιαστήριο το επικάλυψε+ με κέδρο. 21 Ο Σολομών επικάλυψε το εσωτερικό του οίκου με καθαρό χρυσάφι+ και έβαλε χρυσές αλυσίδες μπροστά από το εσώτατο δωμάτιο,+ το οποίο ήταν επικαλυμμένο με χρυσάφι. 22 Επικάλυψε ολόκληρο τον οίκο με χρυσάφι από άκρη σε άκρη· επίσης επικάλυψε με χρυσάφι ολόκληρο το θυσιαστήριο+ που ήταν κοντά στο εσώτατο δωμάτιο.
23 Στο εσώτατο δωμάτιο έφτιαξε δύο χερουβείμ+ από ξύλο πεύκου,* το καθένα από τα οποία είχε 10 πήχεις ύψος.+ 24 Η μία φτερούγα του χερούβ είχε μήκος 5 πήχεις και η άλλη φτερούγα του επίσης 5 πήχεις. Από την άκρη της μιας φτερούγας ως την άκρη της άλλης ήταν 10 πήχεις. 25 Το δεύτερο χερούβ ήταν και αυτό 10 πήχεις. Τα δύο χερουβείμ είχαν το ίδιο μέγεθος και σχήμα. 26 Το ύψος του ενός χερούβ ήταν 10 πήχεις, όπως και του άλλου. 27 Κατόπιν τοποθέτησε τα χερουβείμ+ μέσα στον εσωτερικό οίκο.* Οι φτερούγες τους ήταν απλωμένες, ώστε η φτερούγα του ενός ακουμπούσε στον έναν τοίχο και η φτερούγα του άλλου ακουμπούσε στον άλλον. Οι φτερούγες τους ήταν απλωμένες προς τη μέση του οίκου, ώστε άγγιζαν η μια την άλλη. 28 Και επικάλυψε τα χερουβείμ με χρυσάφι.
29 Και σε όλους τους τοίχους του οίκου, τόσο στο εσωτερικό δωμάτιο όσο και στο εξωτερικό,* σκάλισε λαξεύματα που παρίσταναν χερουβείμ,+ φοίνικες+ και ανθισμένα λουλούδια.+ 30 Επικάλυψε το πάτωμα του εσωτερικού και του εξωτερικού δωματίου του οίκου με χρυσάφι. 31 Για την είσοδο του εσώτατου δωματίου έφτιαξε πόρτες από ξύλο πεύκου, πλευρικά υποστυλώματα και παραστάτες, ως πέμπτο μέρος.* 32 Οι δύο πόρτες ήταν από ξύλο πεύκου, και λάξευσε πάνω τους χερουβείμ, φοίνικες και ανθισμένα λουλούδια και τις επικάλυψε με χρυσάφι. Το χρυσάφι το τοποθέτησε με σφυρηλάτηση πάνω στα χερουβείμ και στους φοίνικες. 33 Για την είσοδο του ναού,* έφτιαξε με τον ίδιο τρόπο τους παραστάτες από ξύλο πεύκου, που ανήκαν σε ένα τέταρτο μέρος.* 34 Έφτιαξε δύο πόρτες από ξύλο αρκεύθου. Η μία είχε δύο φύλλα που στρέφονταν πάνω σε άξονες, και η άλλη είχε επίσης δύο φύλλα που στρέφονταν πάνω σε άξονες.+ 35 Λάξευσε χερουβείμ, φοίνικες και ανθισμένα λουλούδια και επικάλυψε τα σκαλίσματα με φύλλο χρυσού.
36 Έχτισε τον τοίχο της εσωτερικής αυλής+ με τρεις σειρές πελεκημένη πέτρα και μία σειρά κέδρινα δοκάρια.+
37 Το τέταρτο έτος, τον μήνα Ζιβ,* μπήκαν τα θεμέλια του οίκου του Ιεχωβά.+ 38 Το ενδέκατο έτος, τον μήνα Βουλ* (δηλαδή τον όγδοο μήνα), τελείωσε ο οίκος σε όλες του τις λεπτομέρειες και σύμφωνα με το σχέδιό του.+ Ο Σολομών λοιπόν χρειάστηκε εφτά χρόνια για να τον χτίσει.
7 Ο Σολομών χρειάστηκε 13 χρόνια για να χτίσει την κατοικία του*+ και να την ολοκληρώσει.+
2 Έχτισε το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου,+ το οποίο είχε 100 πήχεις* μήκος, 50 πήχεις πλάτος και 30 πήχεις ύψος, πάνω σε τέσσερις σειρές κέδρινων στύλων· πάνω στους στύλους υπήρχαν κέδρινα δοκάρια.+ 3 Ήταν επενδυμένο με κέδρο πάνω από τις δοκούς που στηρίζονταν στους στύλους· ο αριθμός τους* ήταν 45, με 15 σε κάθε σειρά. 4 Υπήρχαν τρεις σειρές παράθυρα με πλαίσια, το ένα απέναντι από το άλλο, σε τρία επίπεδα. 5 Όλες οι είσοδοι και οι παραστάτες είχαν τετράγωνα* πλαίσια, όπως είχε και το μπροστινό μέρος των παραθύρων τα οποία ήταν το ένα απέναντι από το άλλο σε τρία επίπεδα.
6 Και έχτισε την Αίθουσα* των Στύλων, η οποία είχε 50 πήχεις μήκος και 30 πήχεις πλάτος, και μπροστά από αυτήν υπήρχαν προπύλαια με στύλους και στέγασμα.
7 Έχτισε επίσης την Αίθουσα* του Θρόνου,+ όπου θα εκδίκαζε υποθέσεις—την Αίθουσα της Κρίσης+—και την επένδυσαν με κέδρο από το πάτωμα ως τα δοκάρια της οροφής.
8 Η κατοικία* στην οποία θα έμενε, στην άλλη αυλή,+ βρισκόταν πιο πέρα από την Αίθουσα* και ήταν παρόμοιας κατασκευής. Ο Σολομών έχτισε επίσης μια κατοικία σαν αυτή την Αίθουσα για την κόρη του Φαραώ, την οποία είχε πάρει για σύζυγο.+
9 Όλα αυτά φτιάχτηκαν με ακριβές πέτρες,+ πελεκημένες σε συγκεκριμένες διαστάσεις, ξακρισμένες με λιθοπρίονα στην εσωτερική και στην εξωτερική πλευρά, από τα θεμέλια ως την κορωνίδα του τοίχου, και έξω μέχρι τη μεγάλη αυλή.+ 10 Στα θεμέλια τοποθετήθηκαν πολύ μεγάλες, ακριβές πέτρες· μερικές ήταν 10 πήχεις και άλλες 8 πήχεις. 11 Και πάνω από αυτές υπήρχαν ακριβές πέτρες, πελεκημένες σε συγκεκριμένες διαστάσεις, καθώς και ξύλο κέδρου. 12 Γύρω από τη μεγάλη αυλή υπήρχε τοίχος με τρεις σειρές πελεκημένη πέτρα και μία σειρά κέδρινα δοκάρια, όπως στην εσωτερική αυλή+ του οίκου του Ιεχωβά και στα προπύλαια του οίκου.+
13 Ο βασιλιάς Σολομών έστειλε και έφεραν από την Τύρο τον Χιράμ.+ 14 Αυτός ήταν ο γιος μιας χήρας από τη φυλή του Νεφθαλί και ο πατέρας του ήταν Τύριος, χαλκουργός.+ Διέθετε μεγάλη επιδεξιότητα, κατανόηση+ και πείρα σε κάθε είδους εργασία με χαλκό.* Ήρθε λοιπόν στον βασιλιά Σολομώντα και έκανε όλη την εργασία του.
15 Έφτιαξε δύο χυτούς χάλκινους στύλους·+ κάθε στύλος είχε ύψος 18 πήχεις, και η περιφέρεια του καθενός ήταν 12 πήχεις.*+ 16 Έφτιαξε επίσης δύο κιονόκρανα από χυτό χαλκό για να μπουν στην κορυφή των στύλων. Το ύψος του ενός κιονόκρανου ήταν πέντε πήχεις και το ύψος του άλλου επίσης πέντε πήχεις. 17 Το κιονόκρανο κάθε στύλου είχε ένα πλέγμα με στριφτές αλυσίδες,+ εφτά για το ένα κιονόκρανο και εφτά για το άλλο. 18 Για να διακοσμήσει τα κιονόκρανα, έφτιαξε ρόδια σε δύο σειρές γύρω από κάθε πλέγμα· έκανε το ίδιο και για τα δύο κιονόκρανα. 19 Τα κιονόκρανα των στύλων στα προπύλαια είχαν σχήμα κρίνου και το ύψος τους ήταν τέσσερις πήχεις. 20 Αυτά τα κιονόκρανα βρίσκονταν ακριβώς πάνω από το καμπυλωτό τμήμα των στύλων που εφαπτόταν με το πλέγμα. Ολόγυρα από κάθε κιονόκρανο υπήρχαν 200 ρόδια σε σειρές.+
21 Έστησε τους στύλους των προπυλαίων του ναού.*+ Έστησε τον δεξιό* στύλο και τον ονόμασε Ιαχίν,* και κατόπιν έστησε τον αριστερό* και τον ονόμασε Βοόζ.*+ 22 Η κορυφή των στύλων είχε σχήμα κρίνου. Η εργασία για τους στύλους λοιπόν αποπερατώθηκε.
23 Έπειτα έφτιαξε τη Θάλασσα* από χυτό μέταλλο.+ Ήταν στρογγυλή, 10 πήχεις από χείλος σε χείλος, και το ύψος της ήταν 5 πήχεις. Η περιφέρειά της ήταν 30 πήχεις.*+ 24 Επίσης, κάτω και ολόγυρα από το χείλος της Θάλασσας υπήρχαν στολίδια σε σχήμα κολοκύθας,+ 10 ανά πήχη, με δύο σειρές κολοκύθες που είχαν χυτευτεί ως ενιαίο κομμάτι μαζί της. 25 Αυτή στεκόταν πάνω σε 12 ταύρους:+ 3 έβλεπαν προς τον βορρά, 3 προς τη δύση, 3 προς τον νότο και 3 προς την ανατολή· και η Θάλασσα στηριζόταν πάνω τους, ενώ τα οπίσθιά τους ήταν στραμμένα προς το κέντρο. 26 Το πάχος της ήταν μία παλάμη·* το δε χείλος της ήταν κατασκευασμένο σαν χείλος ποτηριού, σαν άνθος κρίνου. Η χωρητικότητά της ήταν 2.000 βαθ.*
27 Έπειτα έφτιαξε 10 χάλκινα καρότσια.*+ Κάθε καρότσι είχε 4 πήχεις μήκος, 4 πήχεις πλάτος και 3 πήχεις ύψος. 28 Τα καρότσια ήταν κατασκευασμένα ως εξής: Στο πλάι είχαν πλαίσια τοποθετημένα ανάμεσα σε εγκάρσιες ράβδους. 29 Στα πλαίσια ανάμεσα στις εγκάρσιες ράβδους υπήρχαν λιοντάρια,+ ταύροι και χερουβείμ,+ ενώ το ίδιο σχέδιο υπήρχε και πάνω στις εγκάρσιες ράβδους. Πάνω και κάτω από τα λιοντάρια και τους ταύρους υπήρχαν ανάγλυφες γιρλάντες. 30 Κάθε καρότσι είχε τέσσερις χάλκινους τροχούς και χάλκινους άξονες, και τα τέσσερα γωνιακά κομμάτια του αποτελούσαν στηρίγματα για αυτούς. Κάτω από τη λεκάνη υπήρχαν άλλα στηρίγματα, χυτά με γιρλάντες στο πλάι τους. 31 Το άνοιγμα της λεκάνης ήταν στερεωμένο στη στεφάνη, και από τη βάση της λεκάνης ως τη στεφάνη ήταν ένας πήχης. Το άνοιγμα της στεφάνης ήταν στρογγυλό, και μαζί με τα στηρίγματα δημιουργούσε μια βάση που είχε ύψος ενάμιση πήχη. Στο χείλος της στεφάνης υπήρχαν σκαλίσματα. Τα πλαίσιά τους ήταν τετράγωνα, όχι στρογγυλά. 32 Οι τέσσερις τροχοί ήταν κάτω από τα πλαϊνά πλαίσια, και τα στηρίγματα των τροχών ήταν στερεωμένα στο καρότσι. Το ύψος κάθε τροχού ήταν ενάμισης πήχης. 33 Οι τροχοί ήταν κατασκευασμένοι σαν τροχοί άρματος. Τα στηρίγματα, τα στεφάνια, οι ακτίνες και τα κέντρα τους ήταν όλα από χυτό μέταλλο. 34 Υπήρχαν τέσσερα στηρίγματα στις τέσσερις γωνίες κάθε καροτσιού· τα στηρίγματά του είχαν χυτευτεί ως ενιαίο κομμάτι με το καρότσι. 35 Η στεφάνη στην κορυφή του καροτσιού είχε ύψος μισό πήχη, και τα πλαίσια και οι πλαϊνές επιφάνειές της είχαν χυτευτεί ως ενιαίο κομμάτι με το καρότσι. 36 Στα πλαίσια και στις πλαϊνές επιφάνειές της σκάλισε χερουβείμ, λιοντάρια και φοίνικες, εκεί που υπήρχε χώρος στο καθένα. Σκάλισε επίσης γιρλάντες ολόγυρα.+ 37 Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο κατασκευάστηκαν τα 10 καρότσια·+ όλα χυτεύτηκαν με τον ίδιο τρόπο+ και είχαν το ίδιο μέγεθος και σχήμα.
38 Έφτιαξε 10 χάλκινες λεκάνες·+ καθεμιά είχε χωρητικότητα 40 βαθ. Κάθε λεκάνη ήταν 4 πήχεις.* Υπήρχε μία λεκάνη για καθένα από τα 10 καρότσια. 39 Κατόπιν έβαλε 5 καρότσια δεξιά από τον οίκο και 5 αριστερά από τον οίκο, ενώ τη Θάλασσα την τοποθέτησε δεξιά από τον οίκο, προς τα νοτιοανατολικά.+
40 Ο Χιράμ+ έφτιαξε και άλλες λεκάνες, φτυάρια+ και κούπες.+
Έτσι λοιπόν, τελείωσε όλη την εργασία που έκανε για τον βασιλιά Σολομώντα στον οίκο του Ιεχωβά:+ 41 τους δύο στύλους+ και τα κιονόκρανά τους σε σχήμα κούπας· τα δύο πλέγματα+ για να διακοσμηθούν τα δύο κιονόκρανα σε σχήμα κούπας· 42 τα 400 ρόδια+ για τα δύο πλέγματα—δύο σειρές ρόδια σε κάθε πλέγμα—για να διακοσμηθούν τα δύο κιονόκρανα σε σχήμα κούπας· 43 τα 10 καρότσια+ και τις 10 λεκάνες+ πάνω στα καρότσια· 44 τη Θάλασσα+ και τους 12 ταύρους κάτω από τη Θάλασσα· 45 και τα δοχεία, τα φτυάρια, τις κούπες και όλα τα σκεύη τα οποία έφτιαξε ο Χιράμ από στιλβωμένο χαλκό για τον βασιλιά Σολομώντα για τον οίκο του Ιεχωβά. 46 Ο βασιλιάς τα χύτευσε σε πήλινα καλούπια στην περιφέρεια του Ιορδάνη, ανάμεσα στη Σοκχώθ και στη Ζαρετάν.
47 Ο Σολομών άφησε όλα τα σκεύη αζύγιστα λόγω της εξαιρετικά μεγάλης τους ποσότητας. Το βάρος του χαλκού δεν εξακριβώθηκε.+ 48 Ο Σολομών έφτιαξε όλα τα σκεύη για τον οίκο του Ιεχωβά: το χρυσό θυσιαστήριο·+ το χρυσό τραπέζι+ πάνω στο οποίο έβαζαν τα ψωμιά της πρόθεσης· 49 τους λυχνοστάτες+ από καθαρό χρυσάφι, πέντε δεξιά και πέντε αριστερά μπροστά από το εσώτατο δωμάτιο· τα άνθη,+ τα λυχνάρια και τις λαβίδες, από χρυσάφι·+ 50 τις λεκάνες, τα λυχνοψάλιδα,+ τις κούπες, τα ποτήρια+ και τα πυροδοχεία,+ από καθαρό χρυσάφι· και τις υποδοχές για τις πόρτες του εσωτερικού οίκου,+ που είναι τα Άγια των Αγίων, καθώς και για τις πόρτες του οίκου του ναού,+ από χρυσάφι.
51 Έτσι λοιπόν, ο βασιλιάς Σολομών τελείωσε όλη την εργασία που είχε να κάνει για τον οίκο του Ιεχωβά. Κατόπιν έφερε μέσα τα πράγματα που είχε καθαγιάσει+ ο Δαβίδ ο πατέρας του, και έβαλε το ασήμι, το χρυσάφι και τα διάφορα αντικείμενα μέσα στα θησαυροφυλάκια του οίκου του Ιεχωβά.+
8 Στη συνέχεια ο Σολομών συγκέντρωσε+ τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, όλες τις κεφαλές των φυλών, τους αρχηγούς των πατρικών οίκων του Ισραήλ.+ Αυτοί ήρθαν ενώπιον του βασιλιά Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ για να ανεβάσουν την κιβωτό της διαθήκης του Ιεχωβά από την Πόλη του Δαβίδ,+ δηλαδή τη Σιών.+ 2 Όλοι οι άντρες του Ισραήλ συνάχθηκαν ενώπιον του βασιλιά Σολομώντα κατά τη γιορτή* του μήνα Εθανίμ,* δηλαδή του έβδομου μήνα.+ 3 Πήγαν λοιπόν όλοι οι πρεσβύτεροι του Ισραήλ, και οι ιερείς σήκωσαν την Κιβωτό.+ 4 Ανέβασαν την Κιβωτό του Ιεχωβά, τη σκηνή της συνάντησης+ και όλα τα άγια σκεύη που υπήρχαν στη σκηνή. Τα ανέβασαν οι ιερείς και οι Λευίτες. 5 Ο βασιλιάς Σολομών και όλη η σύναξη του Ισραήλ, η οποία είχε κληθεί να τον συναντήσει, βρίσκονταν μπροστά από την Κιβωτό. Τα πρόβατα και τα βόδια που θυσιάζονταν+ ήταν τόσο πολλά ώστε δεν μπορούσαν να μετρηθούν.
6 Κατόπιν οι ιερείς έφεραν την κιβωτό της διαθήκης του Ιεχωβά στη θέση της,+ στο εσώτατο δωμάτιο του οίκου, τα Άγια των Αγίων, κάτω από τις φτερούγες των χερουβείμ.+
7 Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι φτερούγες των χερουβείμ ήταν απλωμένες πάνω από τη θέση της Κιβωτού, ώστε τα χερουβείμ επισκίαζαν την Κιβωτό και τα κοντάρια της.+ 8 Τα κοντάρια+ ήταν τόσο μεγάλα ώστε οι άκρες τους φαίνονταν από τα Άγια, μπροστά από το εσώτατο δωμάτιο, αλλά δεν φαίνονταν από έξω. Εκεί παραμένουν μέχρι σήμερα. 9 Το μόνο που υπήρχε μέσα στην Κιβωτό ήταν οι δύο πέτρινες πλάκες+ τις οποίες τοποθέτησε εκεί ο Μωυσής+ ενόσω βρισκόταν στο Χωρήβ, όταν ο Ιεχωβά έκανε διαθήκη+ με τον λαό του Ισραήλ τότε που έβγαιναν από τη γη της Αιγύπτου.+
10 Μόλις οι ιερείς βγήκαν από τον άγιο τόπο, το σύννεφο+ γέμισε τον οίκο του Ιεχωβά.+ 11 Οι ιερείς δεν μπορούσαν να σταθούν για να διακονήσουν εξαιτίας του σύννεφου, γιατί η δόξα του Ιεχωβά γέμισε τον οίκο του Ιεχωβά.+ 12 Τότε ο Σολομών είπε: «Ο Ιεχωβά είπε ότι θα κατοικούσε μέσα στο βαθύ σκοτάδι.+ 13 Εγώ μπόρεσα να σου χτίσω έναν μεγαλοπρεπή οίκο, έναν σταθερό τόπο ώστε να κατοικείς για πάντα».+
14 Κατόπιν ο βασιλιάς στράφηκε και άρχισε να ευλογεί όλη την εκκλησία του Ισραήλ, ενώ όλοι στέκονταν όρθιοι.+ 15 Είπε: «Ας είναι δοξασμένος ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος έδωσε υπόσχεση με το ίδιο του το στόμα στον πατέρα μου τον Δαβίδ και την εκπλήρωσε με το ίδιο του το χέρι. Εκείνος δήλωσε: 16 “Από την ημέρα που έβγαλα τον λαό μου τον Ισραήλ από την Αίγυπτο, δεν έχω επιλέξει κάποια πόλη από όλες τις φυλές του Ισραήλ στην οποία να χτιστεί ένας οίκος για να παραμένει εκεί το όνομά μου,+ αλλά έχω επιλέξει τον Δαβίδ για να κυβερνάει τον λαό μου τον Ισραήλ”. 17 Επιθυμία της καρδιάς του πατέρα μου του Δαβίδ ήταν να χτίσει οίκο για το όνομα του Ιεχωβά, του Θεού του Ισραήλ.+ 18 Αλλά ο Ιεχωβά είπε στον πατέρα μου τον Δαβίδ: “Επιθυμία της καρδιάς σου ήταν να χτίσεις οίκο για το όνομά μου, και έκανες καλά που επιθύμησες κάτι τέτοιο. 19 Ωστόσο, δεν θα χτίσεις εσύ τον οίκο, αλλά ο γιος που θα αποκτήσεις* θα χτίσει τον οίκο για το όνομά μου”.+ 20 Ο Ιεχωβά εκπλήρωσε την υπόσχεσή του, εφόσον εγώ διαδέχθηκα τον πατέρα μου τον Δαβίδ και κάθομαι στον θρόνο του Ισραήλ, ακριβώς όπως υποσχέθηκε ο Ιεχωβά. Επίσης, έχτισα τον οίκο για το όνομα του Ιεχωβά, του Θεού του Ισραήλ,+ 21 και ετοίμασα θέση εκεί για την Κιβωτό που περιέχει τη διαθήκη+ την οποία έκανε ο Ιεχωβά με τους προπάτορές μας όταν τους έβγαζε από τη γη της Αιγύπτου».
22 Έπειτα ο Σολομών στάθηκε μπροστά στο θυσιαστήριο του Ιεχωβά, ενώπιον όλης της εκκλησίας του Ισραήλ, άπλωσε τα χέρια του προς τους ουρανούς+ 23 και είπε: «Ιεχωβά, Θεέ του Ισραήλ, δεν υπάρχει πάνω στους ουρανούς ή κάτω στη γη Θεός όμοιος με εσένα,+ που τηρείς τη διαθήκη και δείχνεις όσια αγάπη+ στους υπηρέτες σου οι οποίοι περπατούν ενώπιόν σου με όλη τους την καρδιά.+ 24 Εσύ τήρησες την υπόσχεση που έδωσες στον υπηρέτη σου τον Δαβίδ, τον πατέρα μου. Έδωσες την υπόσχεση με το ίδιο σου το στόμα και σήμερα την εκπλήρωσες με το ίδιο σου το χέρι.+ 25 Τώρα, Ιεχωβά, Θεέ του Ισραήλ, τήρησε και την υπόσχεση που έδωσες στον υπηρέτη σου τον Δαβίδ, τον πατέρα μου, όταν είπες: “Δεν θα λείψει ποτέ από μπροστά μου άνθρωπος από τη γραμμή σου που να κάθεται στον θρόνο του Ισραήλ, αρκεί οι γιοι σου να προσέχουν την οδό τους περπατώντας ενώπιόν μου, όπως περπάτησες εσύ ενώπιόν μου”.+ 26 Τώρα λοιπόν, Θεέ του Ισραήλ, ας αποδειχτεί αξιόπιστη, παρακαλώ, η υπόσχεση που έδωσες στον υπηρέτη σου τον Δαβίδ, τον πατέρα μου.
27 »Αλλά είναι δυνατόν να κατοικήσει ο Θεός στη γη;+ Ακόμη και οι ουρανοί, ναι, ο ουρανός των ουρανών, δεν μπορούν να σε χωρέσουν·+ πόσο μάλλον λοιπόν αυτός ο οίκος που έχτισα!+ 28 Πρόσεξε τώρα την προσευχή του υπηρέτη σου και το αίτημά του για εύνοια, Ιεχωβά Θεέ μου, και άκουσε την κραυγή για βοήθεια και την προσευχή την οποία απευθύνει ο υπηρέτης σου ενώπιόν σου σήμερα. 29 Ας είναι τα μάτια σου ανοιχτά προς αυτόν τον οίκο νύχτα και ημέρα, προς τον τόπο για τον οποίο είπες: “Το όνομά μου θα είναι εκεί”,+ για να ακούς την προσευχή που απευθύνει ο υπηρέτης σου προς αυτόν τον τόπο.+ 30 Και να ακούς το αίτημα του υπηρέτη σου για εύνοια και το αίτημα του λαού σου του Ισραήλ το οποίο υποβάλλουν προσευχόμενοι προς αυτόν τον τόπο, και να ακούς από τον τόπο της κατοίκησής σου στους ουρανούς,+ ναι, να ακούς και να συγχωρείς.+
31 »Όταν κάποιος αμαρτήσει εναντίον του συνανθρώπου του και του ζητηθεί να πάρει όρκο* με αποτέλεσμα να υπόκειται στον όρκο,* και ενόσω βρίσκεται υπό τον όρκο* έρθει μπροστά στο θυσιαστήριό σου σε αυτόν τον οίκο,+ 32 εσύ να ακούσεις από τους ουρανούς, να ενεργήσεις και να κρίνεις τους υπηρέτες σου κηρύσσοντας ένοχο* τον πονηρό και φέρνοντας ό,τι έκανε πάνω στο κεφάλι του, αλλά κηρύσσοντας αθώο* τον δίκαιο και ανταμείβοντάς τον σύμφωνα με τη δικαιοσύνη του.+
33 »Όταν ο λαός σου ο Ισραήλ νικηθεί από κάποιον εχθρό επειδή αμάρτανε συνεχώς εναντίον σου,+ αλλά επιστρέψει σε εσένα και δοξάσει το όνομά σου+ και προσευχηθεί και σε ικετεύσει για εύνοια μέσα σε αυτόν τον οίκο,+ 34 εσύ να ακούσεις από τους ουρανούς, να συγχωρήσεις την αμαρτία του λαού σου του Ισραήλ και να τους επαναφέρεις στη γη που έδωσες στους προπάτορές τους.+
35 »Όταν κλείσουν οι ουρανοί και δεν πέφτει βροχή+ επειδή αυτοί αμάρταναν συνεχώς εναντίον σου,+ αλλά προσευχηθούν προς αυτόν τον τόπο και δοξάσουν το όνομά σου και επιστρέψουν από την αμαρτία τους εφόσον τους ταπείνωσες,*+ 36 εσύ να ακούσεις από τους ουρανούς και να συγχωρήσεις την αμαρτία των υπηρετών σου, του λαού σου του Ισραήλ, επειδή εσύ θα τους διδάξεις+ την καλή οδό στην οποία πρέπει να περπατούν· και να φέρεις βροχή στη γη σου+ την οποία έδωσες στον λαό σου ως κληρονομιά.
37 »Αν έρθει πείνα σε αυτή τη γη+ ή επιδημία, ανεμόκαμα στις καλλιέργειες, μυκητίαση των φυτών,+ σμήνη αδηφάγων ακρίδων ή αν ο εχθρός τους τούς πολιορκήσει σε κάποια από τις πόλεις της γης τους* ή αν έρθει οποιαδήποτε πληγή ή αρρώστια,+ 38 όποια προσευχή, όποιο αίτημα για εύνοια+ και αν απευθύνει κάποιος άνθρωπος ή όλος ο λαός σου ο Ισραήλ (επειδή ο καθένας γνωρίζει την πληγή της δικής του καρδιάς)+ όταν απλώσουν τα χέρια τους προς αυτόν τον οίκο, 39 εσύ να ακούσεις από τους ουρανούς, τον τόπο της κατοίκησής σου,+ να συγχωρήσεις+ και να αναλάβεις δράση· και να ανταμείψεις τον καθέναν σύμφωνα με όλες τις οδούς του,+ επειδή γνωρίζεις την καρδιά του (μόνο εσύ γνωρίζεις πραγματικά την καρδιά κάθε ανθρώπου),+ 40 ώστε να σε φοβούνται όλες τις ημέρες που ζουν στη γη την οποία έδωσες στους προπάτορές μας.
41 »Επίσης, όσον αφορά τον ξένο που δεν είναι από τον λαό σου τον Ισραήλ και ο οποίος θα έρθει από μακρινή γη λόγω του ονόματός σου*+ 42 (διότι θα ακούσουν για το μεγάλο όνομά σου,+ το κραταιό χέρι σου και τον απλωμένο βραχίονά σου), και θα έρθει και θα προσευχηθεί προς αυτόν τον οίκο, 43 εσύ να τον ακούσεις από τους ουρανούς, τον τόπο της κατοίκησής σου,+ και να κάνεις ό,τι σου ζητήσει ο ξένος, ώστε να γνωρίσουν όλοι οι λαοί της γης το όνομά σου και να σε φοβούνται,+ όπως ο λαός σου ο Ισραήλ, και να γνωρίσουν ότι αυτός ο οίκος που έχτισα φέρει το όνομά σου.
44 »Αν ο λαός σου βγει για πόλεμο εναντίον του εχθρού του, όπου και αν τον στείλεις,+ και προσευχηθεί+ στον Ιεχωβά προς την κατεύθυνση της πόλης που επέλεξες+ και προς τον οίκο που έχτισα για το όνομά σου,+ 45 να ακούσεις από τους ουρανούς την προσευχή του και το αίτημά του για εύνοια και να εκτελέσεις κρίση για χάρη του.
46 »Αν αυτοί αμαρτήσουν εναντίον σου (διότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην αμαρτάνει),+ και εσύ εξοργιστείς μαζί τους και τους παραδώσεις σε κάποιον εχθρό, και οι αιχμαλωτιστές τους τούς οδηγήσουν αιχμαλώτους στη γη του εχθρού, μακριά ή κοντά,+ 47 αλλά συνέλθουν στη γη όπου οδηγήθηκαν αιχμάλωτοι+ και επιστρέψουν σε εσένα+ και σε ικετεύσουν για εύνοια στη γη των αιχμαλωτιστών τους,+ λέγοντας: “Αμαρτήσαμε και σφάλαμε· ενεργήσαμε με πονηρία”,+ 48 και επιστρέψουν σε εσένα με όλη τους την καρδιά+ και με όλη τους την ψυχή,* ενώ βρίσκονται στη γη των εχθρών τους οι οποίοι τους οδήγησαν αιχμαλώτους, και προσευχηθούν σε εσένα προς την κατεύθυνση της γης τους, την οποία έδωσες στους προπάτορές τους, και της πόλης που επέλεξες και του οίκου που έχτισα για το όνομά σου,+ 49 να ακούσεις από τους ουρανούς, τον τόπο της κατοίκησής σου,+ την προσευχή τους και το αίτημά τους για εύνοια, να εκτελέσεις κρίση για χάρη τους 50 και να συγχωρήσεις τον λαό σου που αμάρτησε εναντίον σου, συγχωρώντας όλες τις παραβάσεις που διέπραξαν εναντίον σου. Θα κάνεις τους αιχμαλωτιστές τους να τους σπλαχνιστούν και να τους συμπονέσουν+ 51 (διότι αυτοί είναι ο λαός σου και η κληρονομιά σου,+ τους οποίους έβγαλες από την Αίγυπτο,+ μέσα από το σιδηρουργικό καμίνι).+ 52 Ας είναι τα μάτια σου ανοιχτά προς το αίτημα του υπηρέτη σου για εύνοια+ και προς το αίτημα του λαού σου του Ισραήλ για εύνοια, ακούγοντάς τους όποτε σε επικαλούνται.*+ 53 Διότι εσύ τους ξεχώρισες ως κληρονομιά σου από όλους τους λαούς της γης,+ όπως διακήρυξες μέσω του Μωυσή του υπηρέτη σου όταν έβγαζες τους προπάτορές μας από την Αίγυπτο, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά».
54 Μόλις ο Σολομών τελείωσε όλη αυτή την προσευχή και το αίτημα για εύνοια που υπέβαλε στον Ιεχωβά, σηκώθηκε μπροστά από το θυσιαστήριο του Ιεχωβά, όπου ήταν γονατιστός με τα χέρια του απλωμένα προς τους ουρανούς.+ 55 Έπειτα στάθηκε και ευλόγησε όλη την εκκλησία του Ισραήλ με δυνατή φωνή, λέγοντας: 56 «Ας είναι δοξασμένος ο Ιεχωβά, ο οποίος έδωσε τόπο ανάπαυσης στον λαό του τον Ισραήλ, όπως υποσχέθηκε.+ Δεν απέτυχε ούτε ένας λόγος από όλες τις καλές υποσχέσεις τις οποίες έδωσε μέσω του Μωυσή του υπηρέτη του.+ 57 Ας είναι ο Ιεχωβά ο Θεός μας μαζί μας όπως ήταν μαζί με τους προπάτορές μας.+ Ας μη μας αφήσει και ας μη μας εγκαταλείψει.+ 58 Ας ελκύει την καρδιά μας προς εκείνον+ ώστε να περπατάμε σε όλες τις οδούς του και να ακολουθούμε τις εντολές, τις διατάξεις και τις κρίσεις του, τις οποίες πρόσταξε τους προπάτορές μας να τηρούν. 59 Και ας θυμάται ο Ιεχωβά ο Θεός μας ημέρα και νύχτα αυτά τα λόγια μου με τα οποία ικέτευσα τον Ιεχωβά για εύνοια, ώστε να εκτελεί κρίση για χάρη του υπηρέτη του και για χάρη του λαού του τού Ισραήλ, σύμφωνα με τις ανάγκες κάθε ημέρας, 60 ώστε να γνωρίσουν όλοι οι λαοί της γης ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός.+ Δεν υπάρχει άλλος!+ 61 Ας είναι λοιπόν η καρδιά σας πλήρης+ απέναντι* στον Ιεχωβά τον Θεό μας, με το να περπατάτε σύμφωνα με τις διατάξεις του και να τηρείτε τις εντολές του, όπως σήμερα».
62 Τότε ο βασιλιάς και μαζί του όλος ο Ισραήλ πρόσφεραν μεγάλη θυσία ενώπιον του Ιεχωβά.+ 63 Ο Σολομών πρόσφερε στον Ιεχωβά ως θυσίες συμμετοχής+ 22.000 βόδια και 120.000 πρόβατα. Έτσι εγκαινίασαν τον οίκο του Ιεχωβά ο βασιλιάς και όλοι οι Ισραηλίτες.+ 64 Εκείνη την ημέρα ο βασιλιάς χρειάστηκε να αγιάσει το μέσο της αυλής που είναι μπροστά στον οίκο του Ιεχωβά, επειδή εκεί χρειάστηκε να προσφέρει τα ολοκαυτώματα, τις προσφορές σιτηρών και τα κομμάτια του πάχους από τις θυσίες συμμετοχής, καθώς το χάλκινο θυσιαστήριο+ που είναι ενώπιον του Ιεχωβά δεν χωρούσε όλα τα ολοκαυτώματα, τις προσφορές σιτηρών και τα κομμάτια του πάχους+ από τις θυσίες συμμετοχής. 65 Έπειτα ο Σολομών τήρησε τη γιορτή+ μαζί με όλο τον Ισραήλ, μια μεγάλη σύναξη από τη Λεβώ-αιμάθ* μέχρι την κοιλάδα του χειμάρρου* της Αιγύπτου,+ ενώπιον του Ιεχωβά του Θεού μας 7 ημέρες και μετά άλλες 7, συνολικά 14 ημέρες. 66 Την επόμενη* ημέρα ο βασιλιάς είπε στον λαό να φύγει, και αυτοί τον ευλόγησαν και πήγαν στα σπίτια τους πανευτυχείς και με χαρούμενη καρδιά για όλη την αγαθότητα+ που είχε δείξει ο Ιεχωβά στον Δαβίδ τον υπηρέτη του και στον Ισραήλ τον λαό του.
9 Αφού ο Σολομών τελείωσε το χτίσιμο του οίκου του Ιεχωβά, της βασιλικής κατοικίας*+ και κάθε έργου το οποίο επιθύμησε να κάνει,+ 2 ο Ιεχωβά εμφανίστηκε στον Σολομώντα δεύτερη φορά, όπως ακριβώς του είχε εμφανιστεί στη Γαβαών.+ 3 Ο Ιεχωβά τού είπε: «Άκουσα την προσευχή σου και το αίτημά σου για εύνοια που απηύθυνες ενώπιόν μου. Αγίασα αυτόν τον οίκο που έχτισες θέτοντας μόνιμα το όνομά μου εκεί,+ και τα μάτια μου και η καρδιά μου θα είναι εκεί πάντοτε.+ 4 Όσο για εσένα, αν περπατήσεις ενώπιόν μου όπως περπάτησε ο πατέρας σου ο Δαβίδ,+ με ακέραιη καρδιά+ και με ευθύτητα,+ κάνοντας όλα όσα σε έχω προστάξει,+ και υπακούσεις στις διατάξεις μου και στις κρίσεις μου,+ 5 τότε θα εδραιώσω τον θρόνο της βασιλείας σου πάνω στον Ισραήλ για πάντα, όπως υποσχέθηκα στον πατέρα σου τον Δαβίδ, λέγοντας: “Δεν θα λείψει ποτέ άνθρωπος από τη γραμμή σου που να κάθεται στον θρόνο του Ισραήλ”.+ 6 Αλλά αν εσείς και οι γιοι σας πάψετε να με ακολουθείτε και δεν τηρήσετε τις εντολές μου και τα νομοθετήματά μου που έχω θέσει ενώπιόν σας και πάτε και υπηρετήσετε άλλους θεούς και τους προσκυνήσετε,+ 7 θα αφανίσω τον Ισραήλ από την επιφάνεια της γης την οποία του έχω δώσει,+ και τον οίκο που αγίασα για το όνομά μου θα τον απορρίψω από μπροστά μου,+ και ο Ισραήλ θα γίνει αντικείμενο περιφρόνησης* και περίγελος ανάμεσα σε όλους τους λαούς.+ 8 Και αυτός ο οίκος θα γίνει σωρός ερειπίων.+ Όποιος περνάει από αυτόν θα κοιτάζει κατάπληκτος και θα σφυρίζει και θα λέει: “Γιατί έκανε ο Ιεχωβά τέτοιο πράγμα σε αυτή τη γη και σε αυτόν τον οίκο;”+ 9 Ύστερα θα λένε: “Επειδή εγκατέλειψαν τον Ιεχωβά τον Θεό τους, ο οποίος είχε βγάλει τους προπάτορές τους από τη γη της Αιγύπτου, και ακολούθησαν άλλους θεούς και τους προσκύνησαν και τους υπηρέτησαν. Να γιατί ο Ιεχωβά έφερε όλη αυτή τη συμφορά πάνω τους”».+
10 Ο Σολομών έχτισε τους δύο οίκους, τον οίκο του Ιεχωβά και τη βασιλική κατοικία,* σε διάστημα 20 ετών.+ 11 Ο Χιράμ,+ ο βασιλιάς της Τύρου, προμήθευε στον Σολομώντα ξυλεία από κέδρους και αρκεύθους και όσο χρυσάφι ήθελε.+ Γι’ αυτό, ο βασιλιάς Σολομών έδωσε στον Χιράμ 20 πόλεις στη γη της Γαλιλαίας. 12 Ο Χιράμ λοιπόν έφυγε από την Τύρο για να δει τις πόλεις που του έδωσε ο Σολομών, αλλά δεν έμεινε ικανοποιημένος με αυτές.* 13 Έτσι λοιπόν, είπε: «Τι πόλεις είναι αυτές που μου έδωσες, αδελφέ μου;» Γι’ αυτό αποκαλούνται Γη Καβούλ* μέχρι σήμερα. 14 Στο μεταξύ, ο Χιράμ έστειλε στον βασιλιά 120 τάλαντα* χρυσάφι.+
15 Αυτός είναι ο απολογισμός όσων επιστράτευσε ο βασιλιάς Σολομών για καταναγκαστική εργασία+ ώστε να χτίσει τον οίκο του Ιεχωβά,+ τη δική του κατοικία,* το Ύψωμα,*+ το τείχος της Ιερουσαλήμ, την Ασώρ,+ τη Μεγιδδώ+ και τη Γεζέρ.+ 16 (Ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, είχε ανεβεί και είχε καταλάβει τη Γεζέρ και την είχε κάψει με φωτιά. Επίσης είχε σκοτώσει τους Χαναναίους+ που κατοικούσαν στην πόλη. Την έδωσε λοιπόν ως αποχαιρετιστήριο δώρο* στην κόρη του,+ τη σύζυγο του Σολομώντα.) 17 Ο Σολομών ανοικοδόμησε* τη Γεζέρ, την Κάτω Βαιθ-ορών,+ 18 τη Βααλάθ+ και τη Θάμαρ που βρίσκεται στην έρημο, μέσα στη χώρα, 19 καθώς επίσης όλες τις πόλεις αποθήκευσης του Σολομώντα, τις πόλεις των αρμάτων,+ τις πόλεις για τους ιππείς και οτιδήποτε θέλησε να χτίσει στην Ιερουσαλήμ, στον Λίβανο και σε όλη την επικράτειά του. 20 Όσο για όλους εκείνους που είχαν απομείνει από τους Αμορραίους, τους Χετταίους, τους Φερεζαίους, τους Ευαίους και τους Ιεβουσαίους,+ οι οποίοι δεν ήταν από τον λαό του Ισραήλ,+ 21 τους απογόνους τους που είχαν απομείνει στη χώρα—τους οποίους οι Ισραηλίτες δεν μπόρεσαν να αφιερώσουν στην καταστροφή—ο Σολομών τούς επιστράτευσε για καταναγκαστική εργασία ως δούλους μέχρι σήμερα.+ 22 Αλλά ο Σολομών δεν έκανε δούλο κανέναν Ισραηλίτη,+ διότι αυτοί ήταν πολεμιστές, υπηρέτες, άρχοντες και υπασπιστές του, καθώς και αρχηγοί στους αρματηλάτες και στους ιππείς του. 23 Υπήρχαν 550 επόπτες των διαχειριστών για το έργο του Σολομώντα, οι επιστάτες του λαού που έκανε το έργο.+
24 Η δε κόρη του Φαραώ+ ανέβηκε από την Πόλη του Δαβίδ+ στη δική της κατοικία, την οποία της είχε χτίσει· έπειτα εκείνος έχτισε το Ύψωμα.*+
25 Τρεις φορές τον χρόνο+ ο Σολομών πρόσφερε ολοκαυτώματα και θυσίες συμμετοχής πάνω στο θυσιαστήριο που είχε χτίσει για τον Ιεχωβά,+ κάνοντας επίσης να υψώνεται καπνός θυσίας στο θυσιαστήριο, το οποίο ήταν ενώπιον του Ιεχωβά. Έτσι λοιπόν, αποπεράτωσε τον οίκο.+
26 Ο βασιλιάς Σολομών έφτιαξε επίσης στόλο στην Εσιών-γεβέρ,+ που είναι κοντά στην Ελώθ, στην ακτή της Ερυθράς Θάλασσας στη γη του Εδώμ.+ 27 Ο δε Χιράμ έστελνε μαζί με τον στόλο και δικούς του υπηρέτες,+ έμπειρους ναυτικούς, για να υπηρετούν μαζί με τους υπηρέτες του Σολομώντα. 28 Πήγαιναν στο Οφείρ+ και έπαιρναν από εκεί 420 τάλαντα χρυσάφι και τα έφερναν στον βασιλιά Σολομώντα.
10 Η βασίλισσα της Σεβά άκουσε όσα αναφέρονταν για τον Σολομώντα σε σχέση με το όνομα του Ιεχωβά+ και ήρθε να τον δοκιμάσει με περίπλοκες ερωτήσεις.*+ 2 Έφτασε στην Ιερουσαλήμ με πολύ εντυπωσιακή ακολουθία,+ με καμήλες που μετέφεραν βάλσαμο+ και μεγάλες ποσότητες χρυσάφι και πολύτιμες πέτρες. Πήγε στον Σολομώντα και συζήτησε μαζί του για όσα την προβλημάτιζαν. 3 Ο Σολομών στη συνέχεια απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις της. Τίποτα δεν ήταν τόσο δύσκολο για* αυτόν ώστε να μην μπορεί να της το εξηγήσει.
4 Όταν η βασίλισσα της Σεβά είδε όλη τη σοφία του Σολομώντα,+ τον οίκο που είχε χτίσει,+ 5 την τροφή που υπήρχε στο τραπέζι του,+ τη διάταξη των θέσεων των υπηρετών του, την υπηρεσία των τραπεζοκόμων του και τη φορεσιά τους, τους οινοχόους του, καθώς και τα ολοκαυτώματα που πρόσφερε τακτικά στον οίκο του Ιεχωβά, της κόπηκε η ανάσα.* 6 Είπε λοιπόν στον βασιλιά: «Όσα άκουσα στη χώρα μου για τα επιτεύγματά σου* και για τη σοφία σου ήταν αληθινά. 7 Αλλά δεν τα πίστευα ώσπου ήρθα και είδα τα πάντα με τα ίδια μου τα μάτια. Τώρα βλέπω ότι δεν μου είχαν πει ούτε τα μισά. Έχεις πολύ περισσότερη σοφία και ευημερία από ό,τι άκουσα. 8 Ευτυχισμένοι είναι οι άντρες σου και ευτυχισμένοι είναι οι υπηρέτες σου που στέκονται ενώπιόν σου διαρκώς και ακούν τη σοφία σου!+ 9 Ας είναι δοξασμένος ο Ιεχωβά ο Θεός σου,+ ο οποίος βρήκε ευχαρίστηση σε εσένα ώστε σε έβαλε στον θρόνο του Ισραήλ. Λόγω της αιώνιας αγάπης του για τον Ισραήλ, ο Ιεχωβά σε διόρισε βασιλιά για να αποδίδεις κρίση και δικαιοσύνη».
10 Κατόπιν έδωσε στον βασιλιά 120 τάλαντα* χρυσάφι, μεγάλη ποσότητα βάλσαμου+ και πολύτιμες πέτρες.+ Ποτέ δεν ξαναήρθε τόσο βάλσαμο όσο έδωσε η βασίλισσα της Σεβά στον βασιλιά Σολομώντα.
11 Ο στόλος του Χιράμ που μετέφερε χρυσάφι από το Οφείρ+ έφερνε από το Οφείρ και ξυλεία δέντρων αλγούμ+ σε πολύ μεγάλη ποσότητα, αλλά και πολύτιμες πέτρες.+ 12 Ο βασιλιάς έφτιαξε από αυτή την ξυλεία υποστηρίγματα για τον οίκο του Ιεχωβά και για τη βασιλική κατοικία,* καθώς και άρπες και έγχορδα για τους υμνωδούς.+ Τέτοια ξυλεία δέντρων αλγούμ δεν έχει έρθει ούτε έχει φανεί μέχρι σήμερα.
13 Επίσης ο βασιλιάς Σολομών έδωσε στη βασίλισσα της Σεβά ό,τι επιθυμούσε και ό,τι ζήτησε, εκτός από όσα της πρόσφερε ο ίδιος με γενναιοδωρία.* Έπειτα εκείνη έφυγε και επέστρεψε στη χώρα της μαζί με τους υπηρέτες της.+
14 Το βάρος του χρυσού που ερχόταν στον Σολομώντα μέσα σε έναν χρόνο έφτανε τα 666 τάλαντα χρυσού,+ 15 συν ό,τι προερχόταν από τους περιοδεύοντες εμπόρους και το κέρδος από τους εμπόρους και όλους τους βασιλιάδες των Αράβων και τους κυβερνήτες της χώρας.
16 Ο βασιλιάς Σολομών έφτιαξε 200 μεγάλες ασπίδες από κράμα χρυσού+ (για κάθε ασπίδα διατέθηκαν 600 σίκλοι* χρυσάφι)+ 17 και 300 μικρές ασπίδες* από κράμα χρυσού (για κάθε μικρή ασπίδα διατέθηκαν τρεις μνες* χρυσάφι). Κατόπιν ο βασιλιάς τις τοποθέτησε στο Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου.+
18 Επίσης, ο βασιλιάς έφτιαξε έναν μεγάλο θρόνο από ελεφαντόδοντο+ και τον επικάλυψε με καθαρό χρυσάφι.+ 19 Έξι σκαλοπάτια οδηγούσαν στον θρόνο, ο οποίος είχε ένα στρογγυλό σκέπαστρο από πίσω. Το κάθισμα είχε μπράτσα στις δύο πλευρές του, ενώ δίπλα στα μπράτσα στέκονταν δύο λιοντάρια.+ 20 Και 12 λιοντάρια στέκονταν πάνω στα έξι σκαλοπάτια, από ένα σε κάθε άκρη τους. Κανένα άλλο βασίλειο δεν είχε κατασκευάσει κάτι παρόμοιο.
21 Όλα τα σκεύη που είχε ο βασιλιάς Σολομών για ποτό ήταν από χρυσάφι, και όλα τα σκεύη στο Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου+ ήταν από καθαρό χρυσάφι. Δεν υπήρχε τίποτα ασημένιο, καθώς το ασήμι θεωρούνταν μηδαμινό στις ημέρες του Σολομώντα.+ 22 Διότι ο βασιλιάς είχε στόλο από πλοία της Θαρσείς+ στη θάλασσα μαζί με τον στόλο του Χιράμ. Μία φορά κάθε τρία χρόνια, ερχόταν ο στόλος από τα πλοία της Θαρσείς φορτωμένος με χρυσάφι και ασήμι, ελεφαντόδοντο,+ πιθήκους και παγώνια.
23 Ο βασιλιάς Σολομών λοιπόν υπερείχε όλων των άλλων βασιλιάδων της γης σε πλούτη+ και σοφία.+ 24 Και άνθρωποι από όλη τη γη ζητούσαν ακρόαση από τον* Σολομώντα για να ακούσουν τη σοφία του, την οποία ο Θεός είχε βάλει στην καρδιά του.+ 25 Καθένας τους έφερνε κάποιο δώρο—ασημένια αντικείμενα, χρυσά αντικείμενα, ρούχα, όπλα, βάλσαμο, άλογα και μουλάρια—και αυτό συνεχιζόταν από χρόνο σε χρόνο.
26 Και εξακολούθησε ο Σολομών να συσσωρεύει άρματα και άλογα·* είχε 1.400 άρματα και 12.000 άλογα,*+ και τα είχε εγκατεστημένα στις πόλεις των αρμάτων και κοντά του στην Ιερουσαλήμ.+
27 Ο βασιλιάς έκανε το ασήμι στην Ιερουσαλήμ άφθονο σαν τις πέτρες, και το ξύλο του κέδρου άφθονο σαν τις συκομουριές της Σεφηλά.+
28 Τα άλογα του Σολομώντα εισάγονταν από την Αίγυπτο, και οι έμποροι του βασιλιά τα αγόραζαν κατά αγέλες* σε καθορισμένη τιμή.+ 29 Κάθε άρμα που εισαγόταν από την Αίγυπτο στοίχιζε 600 κομμάτια ασήμι, και ένα άλογο στοίχιζε 150· εκείνοι με τη σειρά τους τα εξήγαν σε όλους τους βασιλιάδες των Χετταίων+ και στους βασιλιάδες της Συρίας.
11 Αλλά ο βασιλιάς Σολομών αγάπησε πολλές ξένες γυναίκες+ εκτός από την κόρη του Φαραώ:+ Μωαβίτισσες,+ Αμμωνίτισσες,+ Εδωμίτισσες, Σιδώνιες+ και Χετταίες.+ 2 Αυτές ήταν από τα έθνη για τα οποία ο Ιεχωβά είχε πει στους Ισραηλίτες: «Δεν πρέπει να πάτε ανάμεσά τους,* και αυτοί δεν πρέπει να έρθουν ανάμεσά σας, διότι σίγουρα θα κάνουν την καρδιά σας να λοξοδρομήσει ώστε να ακολουθήσει τους θεούς τους».+ Αλλά ο Σολομών αφοσιώθηκε σε αυτές και τις αγάπησε. 3 Είχε 700 συζύγους που ήταν αρχόντισσες καθώς και 300 παλλακίδες, και οι γυναίκες του έκαναν σταδιακά την καρδιά του να λοξοδρομήσει.* 4 Όταν ο Σολομών γέρασε,+ οι γυναίκες του έκαναν την καρδιά του να λοξοδρομήσει* ώστε να ακολουθήσει άλλους θεούς,+ και η καρδιά του δεν ήταν πλήρης απέναντι* στον Ιεχωβά τον Θεό του, όπως ήταν η καρδιά του Δαβίδ του πατέρα του. 5 Και ο Σολομών ακολούθησε την Αστορέθ,+ τη θεά των Σιδωνίων, και τον Μελχώμ,+ τον αηδιαστικό θεό των Αμμωνιτών. 6 Ο Σολομών έπραξε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά και δεν ακολούθησε τον Ιεχωβά πλήρως όπως ο Δαβίδ ο πατέρας του.+
7 Τότε ο Σολομών έφτιαξε έναν υψηλό τόπο+ για τον Χεμώς, τον αηδιαστικό θεό του Μωάβ, και άλλον έναν για τον Μολόχ,+ τον αηδιαστικό θεό των Αμμωνιτών,+ στο βουνό μπροστά από την Ιερουσαλήμ. 8 Αυτό το έκανε για όλες τις ξένες γυναίκες του, οι οποίες ύψωναν καπνό θυσίας και θυσίαζαν στους θεούς τους.
9 Ο Ιεχωβά εξοργίστηκε με τον Σολομώντα, επειδή η καρδιά του είχε λοξοδρομήσει και είχε απομακρυνθεί από τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ,+ ο οποίος είχε εμφανιστεί σε αυτόν δύο φορές+ 10 και τον είχε προειδοποιήσει ακριβώς για αυτό το πράγμα, για το ότι δεν έπρεπε να ακολουθήσει άλλους θεούς.+ Αλλά εκείνος δεν υπάκουσε στην εντολή του Ιεχωβά. 11 Είπε λοιπόν ο Ιεχωβά στον Σολομώντα: «Επειδή το έκανες αυτό και δεν τήρησες τη διαθήκη μου και τα νομοθετήματά μου όπως σε διέταξα, εγώ οπωσδήποτε θα αποσχίσω τη βασιλεία από εσένα και θα τη δώσω σε κάποιον υπηρέτη σου.+ 12 Ωστόσο, για χάρη του πατέρα σου, του Δαβίδ, δεν θα το κάνω αυτό στη διάρκεια της ζωής σου. Θα την αποσχίσω από το χέρι του γιου σου,+ 13 αλλά δεν θα την αποσχίσω όλη.+ Θα δώσω μία φυλή στον γιο σου,+ για χάρη του Δαβίδ του υπηρέτη μου και για χάρη της Ιερουσαλήμ, την οποία έχω επιλέξει».+
14 Τότε ο Ιεχωβά έφερε στο προσκήνιο κάποιον που αντιστεκόταν στον Σολομώντα,+ τον Αδάδ τον Εδωμίτη, από τη βασιλική οικογένεια του Εδώμ.+ 15 Όταν ο Δαβίδ νίκησε τον Εδώμ,+ ο Ιωάβ, ο αρχιστράτηγος, ανέβηκε να θάψει τους σκοτωμένους και προσπάθησε να αφανίσει κάθε αρσενικό στον Εδώμ. 16 (Διότι ο Ιωάβ και όλος ο Ισραήλ έμειναν έξι μήνες εκεί ώσπου αυτός εξάλειψε κάθε αρσενικό στον Εδώμ.) 17 Αλλά ο Αδάδ διέφυγε μαζί με μερικούς Εδωμίτες υπηρέτες του πατέρα του, και πήγαν στην Αίγυπτο· τότε ο Αδάδ ήταν μικρό παιδί. 18 Ξεκίνησαν λοιπόν από τη Μαδιάμ και πήγαν στη Φαράν. Πήραν μαζί άντρες από εκεί+ και πήγαν στην Αίγυπτο, στον Φαραώ, τον βασιλιά της Αιγύπτου, ο οποίος του έδωσε σπίτι, τροφή σε καθημερινή βάση και γη. 19 Ο Αδάδ βρήκε εύνοια στα μάτια του Φαραώ σε τέτοιον βαθμό ώστε εκείνος τον πάντρεψε με την αδελφή της συζύγου του, της Ταχπενές της βασίλισσας.* 20 Αργότερα η αδελφή της Ταχπενές τού γέννησε έναν γιο, τον Γενουβάθ. Η Ταχπενές τον μεγάλωσε* μέσα στην κατοικία του Φαραώ, και ο Γενουβάθ παρέμεινε στην κατοικία του Φαραώ ανάμεσα στους γιους του Φαραώ.
21 Ο Αδάδ άκουσε στην Αίγυπτο ότι ο Δαβίδ είχε πλαγιάσει με τους προπάτορές του+ και ότι ο Ιωάβ, ο αρχιστράτηγος, είχε πεθάνει.+ Γι’ αυτό, ο Αδάδ είπε στον Φαραώ: «Άφησέ με να φύγω για να πάω στη χώρα μου». 22 Αλλά ο Φαραώ τον ρώτησε: «Τι σου λείπει κοντά μου και ζητάς να πας στη χώρα σου;» Εκείνος απάντησε: «Τίποτα αλλά, σε παρακαλώ, άφησέ με να φύγω».
23 Ο Θεός έφερε στο προσκήνιο και κάποιον άλλον που αντιστεκόταν στον Σολομώντα.+ Ήταν ο Ρεζών, ο γιος του Ελιαδά, ο οποίος είχε φύγει από τον κύριό του, τον Αδαδέζερ,+ τον βασιλιά της Ζωβά. 24 Όταν ο Δαβίδ νίκησε* τους άντρες της Ζωβά,+ ο Ρεζών συγκέντρωσε κάποιους κοντά του και έγινε αρχηγός ληστρικής ομάδας. Πήγαν λοιπόν στη Δαμασκό+ και εγκαταστάθηκαν εκεί και άρχισαν να βασιλεύουν στη Δαμασκό. 25 Αυτός αντιστεκόταν στον Ισραήλ όλες τις ημέρες του Σολομώντα, προσθέτοντας στο κακό που έκανε ο Αδάδ, και απεχθανόταν τον Ισραήλ όσο βασίλευε στη Συρία.
26 Υπήρχε και ο Ιεροβοάμ,+ ο γιος του Ναβάτ, Εφραϊμίτης από τη Ζερεδά, υπηρέτης του Σολομώντα.+ Η μητέρα του λεγόταν Σερουά και ήταν χήρα. Και αυτός επίσης άρχισε να στασιάζει* εναντίον του βασιλιά.+ 27 Να πώς έγινε και στασίασε εναντίον του: Ο Σολομών είχε χτίσει το Ύψωμα*+ και είχε κλείσει το άνοιγμα στο τείχος της Πόλης του Δαβίδ του πατέρα του.+ 28 Ο Ιεροβοάμ ήταν ικανός άνθρωπος. Όταν ο Σολομών είδε ότι ο νεαρός άντρας εργαζόταν σκληρά, του ανέθεσε να επιβλέπει+ όλη την υποχρεωτική υπηρεσία του οίκου του Ιωσήφ. 29 Εκείνον τον καιρό ο Ιεροβοάμ βγήκε από την Ιερουσαλήμ και τον βρήκε στον δρόμο ο προφήτης Αχιά+ ο Σηλωνίτης. Ο Αχιά φορούσε ένα καινούριο ρούχο, και οι δυο τους ήταν μόνοι στον αγρό. 30 Ο Αχιά έπιασε το καινούριο ρούχο που φορούσε και το έσκισε σε 12 κομμάτια. 31 Κατόπιν είπε στον Ιεροβοάμ:
«Πάρε 10 κομμάτια, διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Εγώ θα αποσχίσω τη βασιλεία από το χέρι του Σολομώντα και θα δώσω σε εσένα 10 φυλές.+ 32 Αλλά μία φυλή θα παραμείνει δική του+ για χάρη του υπηρέτη μου του Δαβίδ+ και για χάρη της Ιερουσαλήμ, της πόλης την οποία έχω επιλέξει από όλες τις φυλές του Ισραήλ.+ 33 Θα το κάνω αυτό επειδή με εγκατέλειψαν+ και προσκυνούν την Αστορέθ τη θεά των Σιδωνίων, τον Χεμώς τον θεό του Μωάβ και τον Μελχώμ τον θεό των Αμμωνιτών, και δεν περπάτησαν στις οδούς μου κάνοντας το σωστό στα μάτια μου και τηρώντας τα νομοθετήματά μου και τις κρίσεις μου, όπως έκανε ο πατέρας του, ο Δαβίδ. 34 Ωστόσο, δεν θα πάρω ολόκληρη τη βασιλεία από το χέρι του, και θα τον διατηρήσω ως αρχηγό όλες τις ημέρες της ζωής του, για χάρη του Δαβίδ του υπηρέτη μου τον οποίο επέλεξα,+ επειδή εκείνος υπάκουε στις εντολές μου και στα νομοθετήματά μου. 35 Αλλά θα πάρω τη βασιλεία από το χέρι του γιου του και θα τη δώσω σε εσένα, συγκεκριμένα 10 φυλές.+ 36 Στον γιο του θα δώσω μία φυλή, προκειμένου ο Δαβίδ ο υπηρέτης μου να έχει πάντοτε λυχνάρι* ενώπιόν μου στην Ιερουσαλήμ,+ την πόλη την οποία έχω επιλέξει για τον εαυτό μου ώστε να θέσω το όνομά μου εκεί. 37 Θα πάρω εσένα, και θα βασιλέψεις σε όλους όσους επιθυμείς,* και θα γίνεις βασιλιάς του Ισραήλ. 38 Αν υπακούς σε όλα όσα σε διατάζω και περπατάς στις οδούς μου και κάνεις το σωστό στα μάτια μου, υπακούοντας στα νομοθετήματά μου και στις εντολές μου, όπως έκανε ο Δαβίδ ο υπηρέτης μου,+ τότε και εγώ θα είμαι μαζί σου. Θα οικοδομήσω για εσένα οίκο που θα διαρκέσει, όπως οικοδόμησα για τον Δαβίδ,+ και θα σου δώσω τον Ισραήλ. 39 Και θα ταπεινώσω τους απογόνους του Δαβίδ εξαιτίας αυτού του πράγματος,+ αλλά όχι για πάντα”».+
40 Γι’ αυτό, ο Σολομών προσπάθησε να θανατώσει τον Ιεροβοάμ. Εκείνος όμως κατέφυγε στην Αίγυπτο, στον Σισάκ,+ τον βασιλιά της Αιγύπτου,+ και παρέμεινε εκεί μέχρι τον θάνατο του Σολομώντα.
41 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Σολομώντα, όλα τα έργα του και τη σοφία του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο της ιστορίας του Σολομώντα;+ 42 Η διάρκεια* της βασιλείας του Σολομώντα από την Ιερουσαλήμ σε όλο τον Ισραήλ ήταν 40 χρόνια. 43 Κατόπιν ο Σολομών πλάγιασε με τους προπάτορές του και θάφτηκε στην Πόλη του Δαβίδ του πατέρα του· και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Ροβοάμ.+
12 Ο Ροβοάμ πήγε στη Συχέμ, γιατί όλος ο Ισραήλ είχε πάει εκεί+ για να τον κάνει βασιλιά.+ 2 Και το άκουσε αυτό ο Ιεροβοάμ, ο γιος του Ναβάτ (αυτός ήταν ακόμη στην Αίγυπτο επειδή είχε φύγει εσπευσμένα εξαιτίας του βασιλιά Σολομώντα και ζούσε στην Αίγυπτο).+ 3 Τότε έστειλαν και τον κάλεσαν. Κατόπιν ο Ιεροβοάμ και όλη η εκκλησία του Ισραήλ πήγαν στον Ροβοάμ και είπαν: 4 «Ο πατέρας σου έκανε σκληρό τον ζυγό μας.+ Αλλά αν εσύ κάνεις τη σκληρή υπηρεσία του πατέρα σου ευκολότερη και ελαφρύνεις τον βαρύ* ζυγό τον οποίο έβαλε πάνω μας, εμείς θα σε υπηρετούμε».
5 Τότε εκείνος τους είπε: «Φύγετε και επιστρέψτε σε εμένα έπειτα από τρεις ημέρες». Ο λαός λοιπόν έφυγε.+ 6 Έπειτα ο βασιλιάς Ροβοάμ συμβουλεύτηκε τους πρεσβυτέρους που υπηρετούσαν τον πατέρα του τον Σολομώντα όταν ζούσε, λέγοντας: «Πώς με συμβουλεύετε να απαντήσω στον λαό;» 7 Εκείνοι του αποκρίθηκαν: «Αν σήμερα γίνεις υπηρέτης του λαού και εισακούσεις το αίτημά τους και τους απαντήσεις ευνοϊκά, αυτοί θα είναι υπηρέτες σου για πάντα».
8 Ωστόσο, ο βασιλιάς απέρριψε τη συμβουλή που του έδωσαν οι πρεσβύτεροι και συμβουλεύτηκε τους νέους που είχαν μεγαλώσει μαζί του και οι οποίοι ήταν τώρα υπηρέτες του.+ 9 Τους ρώτησε: «Ποια είναι η δική σας συμβουλή; Πώς να απαντήσουμε στον λαό, ο οποίος μου είπε: “Κάνε ελαφρύτερο τον ζυγό που έβαλε πάνω μας ο πατέρας σου”;» 10 Οι νέοι που είχαν μεγαλώσει μαζί του τού είπαν: «Να τι πρέπει να πεις στον λαό, ο οποίος σου είπε: “Ο πατέρας σου έκανε βαρύ τον ζυγό μας, αλλά εσύ κάνε τον ελαφρύτερο για εμάς”· να τι πρέπει να τους πεις: “Το μικρό μου δάχτυλο θα είναι παχύτερο από τους γοφούς του πατέρα μου. 11 Ο πατέρας μου σας επέβαλε βαρύ ζυγό, αλλά εγώ θα τον κάνω βαρύτερο. Εκείνος σας τιμωρούσε με απλά μαστίγια, αλλά εγώ θα σας τιμωρώ με αγκαθωτά μαστίγια”».
12 Ο Ιεροβοάμ και όλος ο λαός ήρθαν στον Ροβοάμ την τρίτη ημέρα, όπως είχε πει ο βασιλιάς: «Επιστρέψτε σε εμένα την τρίτη ημέρα».+ 13 Αλλά ο βασιλιάς απάντησε στον λαό με σκληρότητα, απορρίπτοντας τη συμβουλή που του είχαν δώσει οι πρεσβύτεροι. 14 Ακολούθησε τη συμβουλή των νέων, και τους είπε: «Ο πατέρας μου έκανε τον ζυγό σας βαρύ, αλλά εγώ θα τον κάνω βαρύτερο. Εκείνος σας τιμωρούσε με απλά μαστίγια, αλλά εγώ θα σας τιμωρώ με αγκαθωτά μαστίγια». 15 Έτσι λοιπόν, ο βασιλιάς δεν άκουσε τον λαό, επειδή ο Ιεχωβά προκάλεσε αυτή την εξέλιξη,+ προκειμένου να εκτελέσει τον λόγο του τον οποίο είχε πει ο Ιεχωβά μέσω του Αχιά+ του Σηλωνίτη στον Ιεροβοάμ, τον γιο του Ναβάτ.
16 Όταν όλος ο Ισραήλ είδε ότι ο βασιλιάς αρνήθηκε να τους ακούσει, του απάντησαν: «Τι σχέση έχουμε εμείς με τον Δαβίδ; Δεν έχουμε κληρονομιά από τον γιο του Ιεσσαί. Στους θεούς σου, Ισραήλ! Φρόντισε τώρα για τον οίκο σου, Δαβίδ!» Τότε οι Ισραηλίτες επέστρεψαν στα σπίτια* τους.+ 17 Αλλά ο Ροβοάμ συνέχισε να είναι βασιλιάς των Ισραηλιτών που ζούσαν στις πόλεις του Ιούδα.+
18 Κατόπιν ο βασιλιάς Ροβοάμ έστειλε τον Αδωράμ,+ ο οποίος ήταν υπεύθυνος των επιστρατευμένων για καταναγκαστική εργασία, αλλά όλος ο Ισραήλ τον λιθοβόλησε μέχρι θανάτου. Ο δε βασιλιάς Ροβοάμ κατάφερε να ανεβεί στο άρμα του και να καταφύγει στην Ιερουσαλήμ.+ 19 Και οι Ισραηλίτες συνεχίζουν την ανταρσία τους+ εναντίον του οίκου του Δαβίδ μέχρι σήμερα.
20 Μόλις άκουσε όλος ο Ισραήλ ότι ο Ιεροβοάμ είχε επιστρέψει, τον κάλεσαν στη σύναξη και τον έκαναν βασιλιά τους.+ Κανείς από τον λαό δεν ακολούθησε τον οίκο του Δαβίδ, εκτός από τη φυλή του Ιούδα.+
21 Όταν ο Ροβοάμ έφτασε στην Ιερουσαλήμ, συγκέντρωσε αμέσως όλο τον οίκο του Ιούδα και τη φυλή του Βενιαμίν, 180.000 εκπαιδευμένους* στρατιώτες, για να πολεμήσουν εναντίον του οίκου του Ισραήλ, ώστε να επαναφέρουν τη βασιλεία στον Ροβοάμ, τον γιο του Σολομώντα.+ 22 Τότε ο αληθινός Θεός είπε στον Σεμαΐα,+ τον άνθρωπο του αληθινού Θεού: 23 «Πες στον Ροβοάμ, τον γιο του Σολομώντα, τον βασιλιά του Ιούδα, και σε όλο τον οίκο του Ιούδα, στον Βενιαμίν και στον υπόλοιπο λαό: 24 “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Δεν πρέπει να ανεβείτε να πολεμήσετε εναντίον των αδελφών σας, των Ισραηλιτών. Ο καθένας σας πρέπει να γυρίσει στο σπίτι του, γιατί εγώ το προκάλεσα αυτό»”».+ Υπάκουσαν λοιπόν στον λόγο του Ιεχωβά και γύρισαν πίσω, όπως τους είπε ο Ιεχωβά.
25 Κατόπιν ο Ιεροβοάμ ανοικοδόμησε* τη Συχέμ,+ στην ορεινή περιοχή του Εφραΐμ, και εγκαταστάθηκε σε αυτήν. Από εκεί πήγε και ανοικοδόμησε* τη Φανουήλ.+ 26 Ο Ιεροβοάμ έλεγε μέσα του: «Τώρα το βασίλειο θα επιστρέψει στον οίκο του Δαβίδ.+ 27 Αν αυτός ο λαός συνεχίσει να ανεβαίνει για να προσφέρει θυσίες στον οίκο του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ,+ η καρδιά του θα επιστρέψει και στον κύριό του, τον βασιλιά Ροβοάμ του Ιούδα. Σίγουρα θα με σκοτώσουν και θα επιστρέψουν στον βασιλιά Ροβοάμ του Ιούδα». 28 Αφού ο βασιλιάς ζήτησε τη γνώμη των συμβούλων του, έφτιαξε δύο χρυσά μοσχάρια+ και είπε στον λαό: «Είναι μεγάλη ταλαιπωρία να ανεβαίνετε στην Ιερουσαλήμ. Να ο Θεός σου, Ισραήλ, που σε ανέβασε από τη γη της Αιγύπτου!»+ 29 Κατόπιν έβαλε το ένα στη Βαιθήλ+ και το άλλο το τοποθέτησε στη Δαν.+ 30 Αυτό τους έκανε να αμαρτήσουν,+ και ο λαός πήγαινε ως τη Δαν για να λατρέψει το μοσχάρι που ήταν εκεί.
31 Ο Ιεροβοάμ έφτιαξε οίκους λατρείας στους υψηλούς τόπους και διόρισε ιερείς από τον λαό γενικά, οι οποίοι δεν ήταν Λευίτες.+ 32 Επίσης, θέσπισε μια γιορτή τον όγδοο μήνα, τη δέκατη πέμπτη ημέρα του μήνα, σαν τη γιορτή που γινόταν στον Ιούδα.+ Στο θυσιαστήριο που είχε κατασκευάσει στη Βαιθήλ,+ πρόσφερε θυσίες στα μοσχάρια που είχε φτιάξει, και στη Βαιθήλ διόρισε ιερείς για τους υψηλούς τόπους που είχε φτιάξει. 33 Και τη δέκατη πέμπτη ημέρα του όγδοου μήνα, του μήνα τον οποίο είχε επιλέξει από μόνος του, άρχισε να κάνει προσφορές πάνω στο θυσιαστήριο που είχε φτιάξει στη Βαιθήλ· και θέσπισε γιορτή για τον λαό του Ισραήλ, και ανέβαινε στο θυσιαστήριο ώστε να κάνει προσφορές και να υψώνει καπνό θυσίας.
13 Κατ’ εντολήν του Ιεχωβά, κάποιος άνθρωπος του Θεού+ ήρθε από τον Ιούδα στη Βαιθήλ τη στιγμή που ο Ιεροβοάμ στεκόταν δίπλα στο θυσιαστήριο+ για να υψώσει καπνό θυσίας. 2 Και φώναξε εναντίον του θυσιαστηρίου αυτό που τον είχε προστάξει ο Ιεχωβά, λέγοντας: «Θυσιαστήριο, θυσιαστήριο! Να τι λέει ο Ιεχωβά: “Στον οίκο του Δαβίδ θα γεννηθεί ένας γιος που θα ονομάζεται Ιωσίας!+ Αυτός θα θυσιάσει πάνω σου τους ιερείς των υψηλών τόπων, εκείνους που υψώνουν καπνό θυσίας πάνω σου, και θα κάψει πάνω σου κόκαλα ανθρώπων”».+ 3 Εκείνη την ημέρα έδωσε ένα σημείο,* λέγοντας: «Αυτό είναι το σημείο* για το οποίο μίλησε ο Ιεχωβά: Ορίστε! Το θυσιαστήριο θα σκιστεί στα δύο και οι στάχτες* που είναι πάνω του θα σκορπιστούν έξω».
4 Μόλις ο βασιλιάς Ιεροβοάμ άκουσε τα λόγια που είχε φωνάξει ο άνθρωπος του αληθινού Θεού εναντίον του θυσιαστηρίου στη Βαιθήλ, πήρε το χέρι του από το θυσιαστήριο και το άπλωσε εναντίον εκείνου, λέγοντας: «Πιάστε τον!»+ Αμέσως το χέρι του ξεράθηκε,* και δεν μπορούσε να το τραβήξει πίσω.+ 5 Τότε το θυσιαστήριο σκίστηκε στα δύο και οι στάχτες σκορπίστηκαν έξω από αυτό, σύμφωνα με το σημείο* που είχε δώσει ο Ιεχωβά στον άνθρωπο του αληθινού Θεού.
6 Και ο βασιλιάς είπε στον άνθρωπο του αληθινού Θεού: «Σε παρακαλώ, ικέτευσε για την εύνοια* του Ιεχωβά του Θεού σου και προσευχήσου για λογαριασμό μου ώστε να γιατρευτεί το χέρι μου».+ Τότε ο άνθρωπος του αληθινού Θεού ικέτευσε τον Ιεχωβά για εύνοια, και το χέρι του βασιλιά έγινε όπως πρώτα. 7 Στη συνέχεια ο βασιλιάς είπε στον άνθρωπο του αληθινού Θεού: «Έλα μαζί μου στο σπίτι μου για να φας και να σου δώσω ένα δώρο». 8 Αλλά ο άνθρωπος του αληθινού Θεού είπε στον βασιλιά: «Ακόμη και τη μισή κατοικία σου να μου έδινες, δεν θα ερχόμουν μαζί σου και δεν θα έτρωγα ψωμί ούτε θα έπινα νερό σε αυτόν τον τόπο. 9 Διότι έτσι με πρόσταξε ο Ιεχωβά: “Δεν πρέπει να φας ψωμί ούτε να πιεις νερό, και δεν πρέπει να επιστρέψεις από τον δρόμο από τον οποίο ήρθες”». 10 Έφυγε λοιπόν από διαφορετικό δρόμο και όχι από αυτόν από τον οποίο είχε έρθει στη Βαιθήλ.
11 Έμενε δε στη Βαιθήλ κάποιος ηλικιωμένος προφήτης, και οι γιοι του γύρισαν και του αφηγήθηκαν όλα όσα είχε κάνει ο άνθρωπος του αληθινού Θεού εκείνη την ημέρα στη Βαιθήλ και τα λόγια που είχε πει στον βασιλιά. Αφού τα αφηγήθηκαν αυτά στον πατέρα τους, 12 εκείνος τους ρώτησε: «Από ποιον δρόμο έφυγε;» Και οι γιοι του τού έδειξαν από ποιον δρόμο είχε φύγει ο άνθρωπος του αληθινού Θεού από τον Ιούδα. 13 Τότε είπε στους γιους του: «Σαμαρώστε μου το γαϊδούρι». Εκείνοι το σαμάρωσαν, και ανέβηκε σε αυτό.
14 Ο ηλικιωμένος προφήτης ακολούθησε τον άνθρωπο του αληθινού Θεού και τον βρήκε να κάθεται κάτω από ένα μεγάλο δέντρο. Τότε τον ρώτησε: «Εσύ είσαι ο άνθρωπος του αληθινού Θεού που ήρθε από τον Ιούδα;»+ Εκείνος απάντησε: «Εγώ είμαι». 15 Του είπε λοιπόν: «Έλα μαζί μου στο σπίτι να φας ψωμί». 16 Αλλά εκείνος απάντησε: «Δεν μπορώ να γυρίσω πίσω μαζί σου ή να δεχτώ την πρόσκλησή σου ούτε μπορώ να φάω ψωμί ή να πιω νερό μαζί σου σε αυτόν τον τόπο. 17 Διότι ο Ιεχωβά με πρόσταξε: “Δεν πρέπει να φας ψωμί ούτε να πιεις νερό εκεί. Δεν πρέπει να επιστρέψεις από τον δρόμο από τον οποίο ήρθες”». 18 Τότε του είπε: «Και εγώ προφήτης είμαι, σαν εσένα, και ένας άγγελος μου έδωσε την εξής διαταγή από τον Ιεχωβά: “Φέρε τον πίσω μαζί σου, στο σπίτι σου, για να φάει ψωμί και να πιει νερό”». (Αλλά του είπε ψέματα.) 19 Εκείνος λοιπόν γύρισε πίσω μαζί του, για να φάει ψωμί και να πιει νερό στο σπίτι του.
20 Ενώ κάθονταν στο τραπέζι, ο Ιεχωβά μίλησε στον προφήτη που τον είχε φέρει πίσω, 21 και αυτός φώναξε στον άνθρωπο του αληθινού Θεού από τον Ιούδα: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Επειδή στασίασες εναντίον της προσταγής του Ιεχωβά και δεν τήρησες την εντολή την οποία σου έδωσε ο Ιεχωβά ο Θεός σου, 22 αλλά γύρισες πίσω για να φας ψωμί και να πιεις νερό στον τόπο για τον οποίο σου ειπώθηκε: «Μη φας ψωμί ούτε να πιεις νερό», το σώμα σου δεν θα θαφτεί στο μνήμα των προπατόρων σου”».+
23 Αφού ο άνθρωπος του αληθινού Θεού έφαγε ψωμί και ήπιε, ο ηλικιωμένος προφήτης σαμάρωσε το γαϊδούρι για τον προφήτη που είχε φέρει πίσω. 24 Μετά εκείνος έφυγε, αλλά τον βρήκε στον δρόμο ένα λιοντάρι και τον σκότωσε.+ Το σώμα του έμεινε πεσμένο στον δρόμο, και το γαϊδούρι και το λιοντάρι στέκονταν δίπλα του. 25 Κάποιοι περαστικοί είδαν το σώμα που ήταν πεσμένο στον δρόμο και το λιοντάρι που στεκόταν δίπλα του. Κατόπιν πήγαν και το είπαν στην πόλη όπου ζούσε ο ηλικιωμένος προφήτης.
26 Μόλις το άκουσε αυτό ο προφήτης που τον είχε φέρει πίσω από τον δρόμο, είπε: «Αυτός είναι ο άνθρωπος του αληθινού Θεού που στασίασε εναντίον της προσταγής του Ιεχωβά·+ γι’ αυτό, ο Ιεχωβά τον έδωσε στο λιοντάρι, για να του επιτεθεί και να τον σκοτώσει, όπως του είχε πει ο Ιεχωβά».+ 27 Μετά είπε στους γιους του: «Σαμαρώστε μου το γαϊδούρι». Και το σαμάρωσαν. 28 Ύστερα πήγε και βρήκε το σώμα πεσμένο στον δρόμο, και το γαϊδούρι και το λιοντάρι να στέκονται δίπλα του. Το λιοντάρι δεν είχε φάει το σώμα ούτε είχε κατασπαράξει το γαϊδούρι. 29 Ο προφήτης σήκωσε το σώμα του ανθρώπου του αληθινού Θεού, το έβαλε πάνω στο γαϊδούρι και το έφερε πίσω στην πόλη του για να τον θρηνήσει και να τον θάψει. 30 Έβαλε λοιπόν το σώμα στο δικό του μνήμα, και έκλαιγαν για αυτόν, λέγοντας: «Τι κρίμα, αδελφέ μου!» 31 Αφού τον έθαψε, είπε στους γιους του: «Όταν πεθάνω, να με θάψετε εκεί που είναι θαμμένος ο άνθρωπος του αληθινού Θεού. Να βάλετε τα κόκαλά μου δίπλα στα δικά του.+ 32 Τα λόγια που φώναξε κατ’ εντολήν του Ιεχωβά εναντίον του θυσιαστηρίου στη Βαιθήλ και εναντίον όλων των οίκων λατρείας στους υψηλούς τόπους+ στις πόλεις της Σαμάρειας οπωσδήποτε θα πραγματοποιηθούν».+
33 Ακόμη και αφού συνέβη αυτό, ο Ιεροβοάμ δεν επέστρεψε από την κακή του οδό, αλλά συνέχισε να διορίζει ιερείς για τους υψηλούς τόπους από τον λαό γενικά.+ Διόριζε ιερείς όποιους* το επιθυμούσαν, και έλεγε: «Ας γίνει αυτός ένας από τους ιερείς για τους υψηλούς τόπους».+ 34 Αυτή η αμαρτία από μέρους του σπιτικού του Ιεροβοάμ+ οδήγησε στην καταστροφή και στον αφανισμό της οικογένειάς του από το πρόσωπο της γης.+
14 Εκείνον τον καιρό ο Αβιά, ο γιος του Ιεροβοάμ, αρρώστησε. 2 Ο Ιεροβοάμ λοιπόν είπε στη σύζυγό του: «Σήκω, σε παρακαλώ, και μεταμφιέσου, ώστε να μην καταλάβουν ότι είσαι η σύζυγός μου, και πήγαινε στη Σηλώ. Εκεί είναι ο Αχιά ο προφήτης. Εκείνος είναι που είπε ότι θα γίνω βασιλιάς αυτού του λαού.+ 3 Πάρε μαζί σου 10 ψωμιά, πασπαλισμένες πίτες και ένα δοχείο μέλι, και πήγαινε να τον βρεις. Αυτός θα σου πει τι θα γίνει με το παιδί».
4 Η σύζυγος του Ιεροβοάμ έκανε ό,τι της είπε. Σηκώθηκε και πήγε στη Σηλώ+ και ήρθε στο σπίτι του Αχιά. Ο Αχιά λόγω ηλικίας δεν έβλεπε καλά.
5 Αλλά ο Ιεχωβά είχε πει στον Αχιά: «Έρχεται η σύζυγος του Ιεροβοάμ για να σε ρωτήσει σχετικά με τον γιο της, επειδή είναι άρρωστος. Θα σου πω τι να της απαντήσεις.* Όταν φτάσει, δεν θα αποκαλύψει ποια είναι».
6 Μόλις ο Αχιά άκουσε τα βήματά της, καθώς αυτή έμπαινε στην είσοδο, είπε: «Έλα μέσα, γυναίκα του Ιεροβοάμ. Γιατί δεν αποκαλύπτεις ποια είσαι; Μου ανατέθηκε να σου μεταδώσω ένα σκληρό άγγελμα. 7 Πήγαινε, πες στον Ιεροβοάμ: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: «Εγώ σε ανέδειξα μέσα από τον λαό σου για να σε κάνω ηγέτη του λαού μου του Ισραήλ.+ 8 Κατόπιν απέσχισα τη βασιλεία από τον οίκο του Δαβίδ και την έδωσα σε εσένα.+ Εσύ όμως δεν έγινες σαν τον υπηρέτη μου τον Δαβίδ, ο οποίος τήρησε τις εντολές μου και με ακολούθησε με όλη του την καρδιά, κάνοντας μόνο το σωστό στα μάτια μου.+ 9 Ενήργησες χειρότερα από όλους τους προγενέστερούς σου και έφτιαξες για τον εαυτό σου άλλον θεό και χυτές εικόνες* για να με προσβάλεις,+ και σε εμένα γύρισες την πλάτη.+ 10 Γι’ αυτό, εγώ φέρνω συμφορά στον οίκο του Ιεροβοάμ και θα εξαλείψω* από τον Ιεροβοάμ κάθε άντρα,* ακόμη και τους αβοήθητους και αδύναμους στον Ισραήλ, και θα σαρώσω εντελώς τον οίκο του Ιεροβοάμ,+ όπως καθαρίζει κάποιος την κοπριά μέχρι να μη μείνει τίποτα! 11 Όποιος είναι του Ιεροβοάμ και πεθάνει στην πόλη, θα τον φάνε οι σκύλοι· και όποιος πεθάνει στον αγρό, θα τον φάνε τα πουλιά των ουρανών, επειδή ο Ιεχωβά το είπε αυτό»”.
12 »Σήκω λοιπόν και πήγαινε στο σπίτι σου. Μόλις φτάσεις στην πόλη, το παιδί θα πεθάνει. 13 Όλος ο Ισραήλ θα το θρηνήσει και θα το θάψει, επειδή μόνο αυτό από την οικογένεια του Ιεροβοάμ θα τοποθετηθεί σε τάφο, εφόσον από όλο τον οίκο του Ιεροβοάμ μόνο σε αυτό βρήκε κάτι καλό ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ. 14 Ο Ιεχωβά θα αναδείξει βασιλιά για τον Ισραήλ ο οποίος θα αφανίσει* τον οίκο του Ιεροβοάμ+ από εκείνη την ημέρα και έπειτα, ναι, ακόμη και τώρα. 15 Ο Ιεχωβά θα χτυπήσει τον Ισραήλ, και αυτός θα γίνει σαν καλάμι που γέρνει πέρα δώθε μέσα στο νερό. Θα ξεριζώσει τον Ισραήλ από αυτή την καλή γη που έδωσε στους προπάτορές τους+ και θα τους διασκορπίσει πέρα από τον Ποταμό,*+ επειδή έφτιαξαν τους ιερούς στύλους* τους,+ προσβάλλοντας τον Ιεχωβά. 16 Και θα εγκαταλείψει τον Ισραήλ εξαιτίας των αμαρτιών που διέπραξε ο Ιεροβοάμ και ώθησε και τον Ισραήλ να διαπράξει».+
17 Τότε η σύζυγος του Ιεροβοάμ σηκώθηκε και έφυγε και πήγε στη Θερσά. Μόλις πάτησε το κατώφλι του σπιτιού, το παιδί πέθανε. 18 Το έθαψαν λοιπόν και όλος ο Ισραήλ το θρήνησε, σύμφωνα με ό,τι είχε πει ο Ιεχωβά μέσω του υπηρέτη του, του Αχιά του προφήτη.
19 Η υπόλοιπη ιστορία του Ιεροβοάμ, το πώς πολέμησε+ και το πώς βασίλεψε, αυτά είναι γραμμένα στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ. 20 Η διάρκεια* της βασιλείας του Ιεροβοάμ ήταν 22 χρόνια. Κατόπιν πλάγιασε με τους προπάτορές του·+ και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Ναδάβ.+
21 Στο μεταξύ, ο Ροβοάμ, ο γιος του Σολομώντα, είχε γίνει βασιλιάς στον Ιούδα. Ο Ροβοάμ ήταν 41 χρονών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε 17 χρόνια στην Ιερουσαλήμ, την πόλη την οποία είχε επιλέξει ο Ιεχωβά+ από όλες τις φυλές του Ισραήλ ώστε να θέσει το όνομά του εκεί.+ Η μητέρα του Ροβοάμ λεγόταν Νααμά και ήταν Αμμωνίτισσα.+ 22 Ο δε Ιούδας έκανε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά,+ και με τις αμαρτίες που διέπρατταν τον προκαλούσαν περισσότερο από όσο τον είχαν προκαλέσει οι προπάτορές τους.+ 23 Και αυτοί επίσης έφτιαχναν υψηλούς τόπους, ιερές στήλες και ιερούς στύλους*+ σε κάθε ψηλό λόφο+ και κάτω από κάθε θαλερό δέντρο.+ 24 Υπήρχαν δε και άντρες ιερόδουλοι ναών στη χώρα.+ Ο λαός έκανε όλα τα απεχθή πράγματα των εθνών τα οποία είχε διώξει ο Ιεχωβά μπροστά από τους Ισραηλίτες.
25 Το πέμπτο έτος του βασιλιά Ροβοάμ, ο βασιλιάς Σισάκ+ της Αιγύπτου ανέβηκε εναντίον της Ιερουσαλήμ.+ 26 Πήρε τους θησαυρούς του οίκου του Ιεχωβά και τους θησαυρούς της βασιλικής κατοικίας.*+ Πήρε τα πάντα, ακόμη και όλες τις χρυσές ασπίδες που είχε φτιάξει ο Σολομών.+ 27 Γι’ αυτό, ο βασιλιάς Ροβοάμ τις αντικατέστησε με χάλκινες ασπίδες και τις εμπιστεύτηκε στους αρχηγούς της φρουράς,* η οποία φρουρούσε την είσοδο της βασιλικής κατοικίας. 28 Όποτε ο βασιλιάς πήγαινε στον οίκο του Ιεχωβά, οι φρουροί τις βάσταζαν, και κατόπιν τις επέστρεφαν στο φυλάκιο.
29 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Ροβοάμ, όλα τα έργα του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα;+ 30 Μεταξύ του Ροβοάμ και του Ιεροβοάμ υπήρχε συνεχώς πόλεμος.+ 31 Κατόπιν ο Ροβοάμ πλάγιασε με τους προπάτορές του και θάφτηκε με αυτούς στην Πόλη του Δαβίδ.+ Η μητέρα του λεγόταν Νααμά και ήταν Αμμωνίτισσα.+ Και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Αβιάμ.*+
15 Το δέκατο όγδοο έτος του βασιλιά Ιεροβοάμ,+ του γιου του Ναβάτ, έγινε βασιλιάς του Ιούδα ο Αβιάμ.+ 2 Βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ τρία χρόνια. Η μητέρα του λεγόταν Μααχά+ και ήταν εγγονή του Αβισαλώμ. 3 Ο Αβιάμ διέπραξε τις ίδιες αμαρτίες που είχε διαπράξει ο πατέρας του πριν από αυτόν, και η καρδιά του δεν ήταν πλήρης απέναντι* στον Ιεχωβά τον Θεό του όπως ήταν η καρδιά του Δαβίδ του προπάτορά του. 4 Ωστόσο, για χάρη του Δαβίδ,+ ο Ιεχωβά ο Θεός του τού έδωσε λυχνάρι* στην Ιερουσαλήμ,+ αναδεικνύοντας τον γιο του έπειτα από αυτόν και διατηρώντας σε ύπαρξη την Ιερουσαλήμ. 5 Διότι ο Δαβίδ έπραξε το σωστό στα μάτια του Ιεχωβά και δεν παρέκκλινε από οτιδήποτε τον είχε διατάξει Εκείνος όλες τις ημέρες της ζωής του, εκτός από την υπόθεση του Ουρία του Χετταίου.+ 6 Και υπήρχε πόλεμος μεταξύ του Ροβοάμ και του Ιεροβοάμ όλες τις ημέρες της ζωής του.+
7 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Αβιάμ, όλα τα έργα του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα;+ Επίσης, υπήρχε πόλεμος μεταξύ του Αβιάμ και του Ιεροβοάμ.+ 8 Κατόπιν ο Αβιάμ πλάγιασε με τους προπάτορές του, και τον έθαψαν στην Πόλη του Δαβίδ· και στη θέση του έγινε βασιλιάς+ ο γιος του ο Ασά.+
9 Το εικοστό έτος του βασιλιά Ιεροβοάμ του Ισραήλ, ο Ασά άρχισε να βασιλεύει στον Ιούδα. 10 Βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ 41 χρόνια. Η γιαγιά του λεγόταν Μααχά+ και ήταν εγγονή του Αβισαλώμ. 11 Ο Ασά έκανε το σωστό στα μάτια του Ιεχωβά,+ όπως ο Δαβίδ ο προπάτοράς του. 12 Έδιωξε τους άντρες ιερόδουλους των ναών από τη χώρα+ και εξαφάνισε όλα τα αηδιαστικά είδωλα* που είχαν φτιάξει οι προπάτορές του.+ 13 Μάλιστα, απομάκρυνε τη Μααχά+ τη γιαγιά του από τη θέση που κατείχε ως βασιλομήτωρ,* επειδή είχε φτιάξει ένα αισχρό είδωλο για τη λατρεία του ιερού στύλου.* Ο Ασά γκρέμισε το αισχρό της είδωλο+ και το έκαψε στην κοιλάδα Κιδρόν.+ 14 Αλλά τους υψηλούς τόπους δεν τους κατέστρεψε.+ Εντούτοις, η καρδιά του Ασά ήταν πλήρης απέναντι* στον Ιεχωβά όλη τη ζωή του.* 15 Και έφερε στον οίκο του Ιεχωβά τα πράγματα που είχε καθαγιάσει ο ίδιος καθώς και ο πατέρας του—ασήμι, χρυσάφι και διάφορα σκεύη.+
16 Μεταξύ του Ασά και του Βαασά,+ του βασιλιά του Ισραήλ, υπήρχε συνεχώς πόλεμος. 17 Γι’ αυτό, ο βασιλιάς Βαασά του Ισραήλ ανέβηκε εναντίον του Ιούδα και άρχισε να χτίζει* τη Ραμά,+ για να μην μπορεί κανείς να βγαίνει ή να μπαίνει στην επικράτεια του* βασιλιά Ασά του Ιούδα.+ 18 Τότε ο Ασά πήρε όλο το ασήμι και το χρυσάφι που είχε απομείνει στα θησαυροφυλάκια του οίκου του Ιεχωβά και στα θησαυροφυλάκια της βασιλικής κατοικίας* και τα παρέδωσε στους υπηρέτες του. Κατόπιν ο βασιλιάς Ασά τούς έστειλε στον Βεν-αδάδ, τον γιο του Ταβριμμών, γιου του Εζιών, τον βασιλιά της Συρίας,+ ο οποίος κατοικούσε στη Δαμασκό, λέγοντας: 19 «Υπάρχει συνθήκη* ανάμεσα σε εμένα και σε εσένα και ανάμεσα στον πατέρα μου και στον πατέρα σου. Σου στέλνω ως δώρο ασήμι και χρυσάφι. Διάλυσε λοιπόν τη συνθήκη* που έχεις με τον βασιλιά Βαασά του Ισραήλ για να φύγει αυτός από εμένα». 20 Ο Βεν-αδάδ άκουσε τον βασιλιά Ασά και έστειλε τους αρχηγούς των στρατευμάτων του εναντίον των πόλεων του Ισραήλ και χτύπησαν την Ιγιών,+ τη Δαν,+ την Αβέλ-βαιθ-μααχά, όλη τη Χιννερέθ και όλη τη γη του Νεφθαλί. 21 Όταν το άκουσε αυτό ο Βαασά, σταμάτησε αμέσως να χτίζει* τη Ραμά και συνέχισε να κατοικεί στη Θερσά.+ 22 Τότε ο βασιλιάς Ασά κάλεσε όλο τον Ιούδα—μηδενός εξαιρουμένου—και μετέφεραν τις πέτρες και τα ξύλα με τα οποία έχτιζε* ο Βαασά τη Ραμά, και με αυτά ο βασιλιάς Ασά έχτισε τη Γααβά+ του Βενιαμίν και τη Μισπά.+
23 Όσο για όλη την υπόλοιπη ιστορία του Ασά, όλη την κραταιότητά του, όλα τα έργα του και τις πόλεις που έχτισε,* δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα; Στα γηρατειά του υπέφερε από μια ασθένεια στα πόδια.+ 24 Κατόπιν ο Ασά πλάγιασε με τους προπάτορές του και θάφτηκε με αυτούς στην Πόλη του Δαβίδ του προπάτορά του· και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Ιωσαφάτ.+
25 Ο Ναδάβ,+ ο γιος του Ιεροβοάμ, έγινε βασιλιάς του Ισραήλ το δεύτερο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, και βασίλεψε στον Ισραήλ δύο χρόνια. 26 Έκανε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά και βάδισε στα χνάρια του πατέρα του+ και διέπραξε την αμαρτία την οποία εκείνος είχε ωθήσει τον Ισραήλ να διαπράξει.+ 27 Ο Βαασά, ο γιος του Αχιά από τον οίκο του Ισσάχαρ, συνωμότησε εναντίον του και τον σκότωσε στη Γιββεθών,+ που ανήκε στους Φιλισταίους, τότε που ο Ναδάβ και όλος ο Ισραήλ πολιορκούσαν τη Γιββεθών. 28 Ο Βαασά λοιπόν τον θανάτωσε το τρίτο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, και έγινε βασιλιάς στη θέση του. 29 Και μόλις έγινε βασιλιάς, εξόντωσε όλο τον οίκο του Ιεροβοάμ. Δεν άφησε να απομείνει από τον Ιεροβοάμ κανείς που είχε πνοή· τους αφάνισε, σύμφωνα με ό,τι είχε πει ο Ιεχωβά μέσω του υπηρέτη του, του Αχιά του Σηλωνίτη.+ 30 Αυτό έγινε εξαιτίας των αμαρτιών που είχε διαπράξει ο Ιεροβοάμ και τις οποίες είχε ωθήσει τον Ισραήλ να διαπράξει, καθώς και επειδή είχε προσβάλει πάρα πολύ τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ. 31 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Ναδάβ, όλα τα έργα του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ; 32 Μεταξύ του Ασά και του βασιλιά Βαασά του Ισραήλ υπήρχε συνεχώς πόλεμος.+
33 Το τρίτο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, ο Βαασά ο γιος του Αχιά έγινε βασιλιάς όλου του Ισραήλ στη Θερσά και βασίλεψε 24 χρόνια.+ 34 Αλλά έκανε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά+ και βάδισε στα χνάρια του Ιεροβοάμ και διέπραξε την αμαρτία την οποία εκείνος είχε ωθήσει τον Ισραήλ να διαπράξει.+
16 Κατόπιν ο Ιεχωβά είπε στον Ιηού+ τον γιο του Ανανί+ τα εξής εναντίον του Βαασά: 2 «Εγώ σε σήκωσα από το χώμα και σε κατέστησα ηγέτη του λαού μου του Ισραήλ,+ αλλά εσύ βάδισες στα χνάρια του Ιεροβοάμ και έκανες τον λαό μου τον Ισραήλ να αμαρτήσει και να με προσβάλει με τις αμαρτίες του.+ 3 Γι’ αυτό, εγώ θα σαρώσω τον Βαασά και τον οίκο του, και θα κάνω τον οίκο του σαν τον οίκο του Ιεροβοάμ,+ του γιου του Ναβάτ. 4 Όποιος είναι του Βαασά και πεθάνει στην πόλη, θα τον φάνε οι σκύλοι· και όποιος δικός του πεθάνει στον αγρό, θα τον φάνε τα πουλιά των ουρανών».
5 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Βαασά, όσα έκανε και την κραταιότητά του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ; 6 Κατόπιν ο Βαασά πλάγιασε με τους προπάτορές του και θάφτηκε στη Θερσά·+ και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο Ηλά ο γιος του. 7 Επίσης, μέσω του προφήτη Ιηού του γιου του Ανανί, ο Ιεχωβά μίλησε εναντίον του Βαασά και του οίκου του, τόσο εξαιτίας όλου του κακού που έκανε στα μάτια του Ιεχωβά προσβάλλοντάς τον με το έργο των χεριών του, μιμούμενος τον οίκο του Ιεροβοάμ, όσο και επειδή τον σκότωσε.*+
8 Το εικοστό έκτο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, έγινε βασιλιάς του Ισραήλ ο Ηλά, ο γιος του Βαασά, στη Θερσά, και βασίλεψε δύο χρόνια. 9 Ο υπηρέτης του ο Ζιμβρί, ο αρχηγός των μισών αρμάτων του, συνωμότησε εναντίον του ενόσω αυτός ήταν στη Θερσά πίνοντας και μεθώντας στο σπίτι του Αρζά, του υπεύθυνου για το σπιτικό στη Θερσά. 10 Ο Ζιμβρί μπήκε μέσα, τον χτύπησε+ και τον σκότωσε το εικοστό έβδομο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, και έγινε βασιλιάς στη θέση του. 11 Μόλις έγινε βασιλιάς και κάθισε στον θρόνο του, εξόντωσε όλο τον οίκο του Βαασά. Δεν άφησε ζωντανό ούτε έναν άντρα,* είτε από τους συγγενείς του* είτε από τους φίλους του. 12 Έτσι λοιπόν, ο Ζιμβρί αφάνισε ολόκληρο τον οίκο του Βαασά, σύμφωνα με ό,τι είχε πει ο Ιεχωβά εναντίον του Βαασά μέσω του Ιηού του προφήτη.+ 13 Αυτό έγινε εξαιτίας όλων των αμαρτιών που είχε διαπράξει ο Βαασά και ο γιος του ο Ηλά, καθώς και των αμαρτιών τις οποίες αυτοί είχαν ωθήσει τον Ισραήλ να διαπράξει προσβάλλοντας τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, με τα άχρηστα είδωλά τους.+ 14 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Ηλά, όλα τα έργα του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ;
15 Το εικοστό έβδομο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, έγινε βασιλιάς ο Ζιμβρί επί εφτά ημέρες στη Θερσά ενώ ο στρατός ήταν στρατοπεδευμένος εναντίον της Γιββεθών,+ που ανήκε στους Φιλισταίους. 16 Κάποια στιγμή ο στρατός άκουσε να λένε: «Ο Ζιμβρί συνωμότησε εναντίον του βασιλιά και τον σκότωσε». Έτσι λοιπόν, όλος ο Ισραήλ έκανε τον Αμρί,+ τον αρχιστράτηγο, βασιλιά του Ισραήλ εκείνη την ημέρα στο στρατόπεδο. 17 Ο Αμρί και μαζί του όλος ο Ισραήλ ανέβηκαν από τη Γιββεθών και πολιόρκησαν τη Θερσά. 18 Μόλις ο Ζιμβρί είδε ότι η πόλη καταλήφθηκε, μπήκε στον οχυρωμένο πύργο της βασιλικής κατοικίας* και την έκαψε με φωτιά, όντας ο ίδιος μέσα, και πέθανε.+ 19 Αυτό έγινε για τις δικές του αμαρτίες τις οποίες είχε διαπράξει κάνοντας το κακό στα μάτια του Ιεχωβά, εφόσον βάδισε στα χνάρια του Ιεροβοάμ, καθώς και για την αμαρτία που εκείνος είχε ωθήσει τον Ισραήλ να διαπράξει.+ 20 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Ζιμβρί και τη συνωμοσία του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ;
21 Τότε ο λαός του Ισραήλ χωρίστηκε σε δύο παρατάξεις. Η μία ακολούθησε τον Θιβνί, τον γιο του Γινάθ, θέλοντας να τον κάνει βασιλιά, και η άλλη ακολούθησε τον Αμρί. 22 Αλλά οι οπαδοί του Αμρί νίκησαν τους οπαδούς του Θιβνί, του γιου του Γινάθ. Έτσι λοιπόν, ο Θιβνί πέθανε, και έγινε βασιλιάς ο Αμρί.
23 Το τριακοστό πρώτο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, έγινε βασιλιάς του Ισραήλ ο Αμρί, και βασίλεψε 12 χρόνια. Στη Θερσά βασίλεψε 6 χρόνια. 24 Αυτός αγόρασε το βουνό της Σαμάρειας από τον Σεμέρ δίνοντας δύο τάλαντα* ασήμι, και έχτισε στο βουνό μια πόλη, την οποία ονόμασε Σαμάρεια*+ από το όνομα του Σεμέρ, του ιδιοκτήτη* του βουνού. 25 Ο Αμρί έκανε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά και ήταν χειρότερος από όλους τους προγενέστερούς του.+ 26 Βάδισε πλήρως στα χνάρια του Ιεροβοάμ, του γιου του Ναβάτ, και συνέχισε την αμαρτία την οποία εκείνος είχε ωθήσει τον Ισραήλ να διαπράξει καθώς αυτοί πρόσβαλλαν τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, με τα άχρηστα είδωλά τους.+ 27 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Αμρί, όσα έκανε και την κραταιότητά του, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ; 28 Κατόπιν ο Αμρί πλάγιασε με τους προπάτορές του και θάφτηκε στη Σαμάρεια· και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Αχαάβ.+
29 Ο Αχαάβ, ο γιος του Αμρί, έγινε βασιλιάς του Ισραήλ το τριακοστό όγδοο έτος του βασιλιά Ασά του Ιούδα, και βασίλεψε στον Ισραήλ από τη Σαμάρεια+ 22 χρόνια. 30 Ο Αχαάβ, ο γιος του Αμρί, ήταν χειρότερος στα μάτια του Ιεχωβά από όλους τους προγενέστερούς του.+ 31 Σαν να μην έφτανε το ότι διέπραξε τις αμαρτίες του Ιεροβοάμ,+ του γιου του Ναβάτ, πήρε επίσης για σύζυγο την Ιεζάβελ,+ την κόρη του Εθβάαλ, του βασιλιά των Σιδωνίων,+ και άρχισε να υπηρετεί τον Βάαλ+ και να τον προσκυνάει. 32 Επιπλέον, έστησε ένα θυσιαστήριο για τον Βάαλ στον οίκο* του Βάαλ+ τον οποίο έχτισε στη Σαμάρεια. 33 Επίσης έφτιαξε τον ιερό στύλο.*+ Ο Αχαάβ πρόσβαλε τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ, περισσότερο από όλους τους προγενέστερους βασιλιάδες του Ισραήλ.
34 Στις ημέρες του, ο Χιήλ ο Βαιθηλίτης ανοικοδόμησε την Ιεριχώ. Με τίμημα τη ζωή του Αβιρών, του πρωτότοκου γιου του, έβαλε τα θεμέλιά της και με τίμημα τη ζωή του Σεγούβ, του νεότερου γιου του, έστησε τις πόρτες της, σύμφωνα με ό,τι είχε πει ο Ιεχωβά μέσω του Ιησού, του γιου του Ναυή.+
17 Ο Ηλίας*+ ο Θεσβίτης, ένας κάτοικος της Γαλαάδ,+ είπε στον Αχαάβ: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, τον οποίο υπηρετώ,* δεν θα πέσει ούτε δροσιά ούτε βροχή τα επόμενα χρόνια, παρά μόνο αν το πω εγώ!»+
2 Κατόπιν ο Ιεχωβά τού είπε: 3 «Φύγε από εδώ, πήγαινε προς τα ανατολικά και κρύψου στην κοιλάδα* Χερίθ, ανατολικά του Ιορδάνη. 4 Θα πίνεις νερό από τον χείμαρρο, και εγώ θα διατάξω τα κοράκια να σου παρέχουν εκεί τροφή».+ 5 Εκείνος πήγε αμέσως και έκανε ό,τι του είπε ο Ιεχωβά· πήγε και έμεινε στην κοιλάδα* Χερίθ, ανατολικά του Ιορδάνη. 6 Τα κοράκια τού έφερναν ψωμί και κρέας πρωί και βράδυ, και έπινε νερό από τον χείμαρρο.+ 7 Αλλά ύστερα από μερικές ημέρες, ο χείμαρρος ξεράθηκε,+ επειδή δεν έπεφτε βροχή στον τόπο.
8 Τότε ο Ιεχωβά τού είπε: 9 «Σήκω, πήγαινε στα Σαρεπτά της Σιδώνας και μείνε εκεί. Εγώ θα διατάξω μια χήρα εκεί να σου παρέχει τροφή».+ 10 Σηκώθηκε λοιπόν και πήγε στα Σαρεπτά. Όταν έφτασε στην είσοδο της πόλης, ήταν εκεί μια χήρα που μάζευε ξύλα. Τη φώναξε λοιπόν και της είπε: «Σε παρακαλώ, φέρε μου να πιω λίγο νερό».+ 11 Καθώς εκείνη πήγαινε να το φέρει, της φώναξε: «Σε παρακαλώ, φέρε μου και ένα κομμάτι ψωμί». 12 Τότε εκείνη είπε: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά ο Θεός σου, δεν έχω ψωμί, παρά μόνο μια χούφτα αλεύρι στο πιθάρι και λίγο λάδι στο μικρό δοχείο.+ Τώρα μαζεύω μερικά ξύλα για να πάω να φτιάξω κάτι για εμένα και τον γιο μου. Αφού το φάμε και αυτό, θα πεθάνουμε».
13 Τότε ο Ηλίας τής είπε: «Μη φοβάσαι. Πήγαινε και κάνε όπως είπες. Αλλά πρώτα φτιάξε μου ένα μικρό καρβέλι με ό,τι έχεις και φέρε το σε εμένα. Μετά μπορείς να φτιάξεις κάτι για εσένα και τον γιο σου. 14 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Το πιθάρι με το αλεύρι δεν θα αδειάσει και το μικρό δοχείο με το λάδι δεν θα στερέψει ως την ημέρα που ο Ιεχωβά θα κάνει να βρέξει στην επιφάνεια της γης”».+ 15 Πήγε λοιπόν εκείνη και έκανε ό,τι της είπε ο Ηλίας, και έτρωγε η ίδια μαζί με αυτόν και το σπιτικό της πολλές ημέρες.+ 16 Το πιθάρι με το αλεύρι δεν άδειασε και το μικρό δοχείο με το λάδι δεν στέρεψε, όπως είχε πει ο Ιεχωβά μέσω του Ηλία.
17 Έπειτα από αυτά, ο γιος της οικοδέσποινας αρρώστησε, και η αρρώστια του ήταν τόσο βαριά ώστε αυτός έπαψε να αναπνέει.+ 18 Τότε εκείνη ρώτησε τον Ηλία: «Τι έχεις εναντίον μου,* άνθρωπε του αληθινού Θεού; Ήρθες να μου θυμίσεις την ενοχή μου και να θανατώσεις τον γιο μου;»+ 19 Αλλά εκείνος της απάντησε: «Δώσε μου τον γιο σου». Τότε τον πήρε από την αγκαλιά της, τον ανέβασε στο ανώγειο όπου έμενε και τον έβαλε πάνω στο κρεβάτι του.+ 20 Και επικαλέστηκε τον Ιεχωβά λέγοντας: «Ιεχωβά Θεέ μου,+ φέρνεις κακό και στη χήρα με την οποία μένω θανατώνοντας τον γιο της;» 21 Έπειτα ξάπλωσε πάνω στο παιδί τρεις φορές και φώναξε προς τον Ιεχωβά: «Ιεχωβά Θεέ μου, σε παρακαλώ, ας επανέλθει η ζωή* αυτού του παιδιού μέσα του». 22 Ο Ιεχωβά εισάκουσε το αίτημα του Ηλία,+ και η ζωή* του παιδιού επανήλθε μέσα του, και αυτό ζωντάνεψε.*+ 23 Ο Ηλίας πήρε το παιδί, το κατέβασε από το ανώγειο στο σπίτι, το έδωσε στη μητέρα του και της είπε: «Κοίταξε! Ο γιος σου είναι ζωντανός».+ 24 Τότε η γυναίκα είπε στον Ηλία: «Τώρα ξέρω ότι είσαι όντως άνθρωπος του Θεού+ και ότι ο λόγος του Ιεχωβά που είναι στο στόμα σου είναι αλήθεια».
18 Ύστερα από καιρό, το τρίτο έτος,+ ο Ιεχωβά είπε στον Ηλία: «Πήγαινε να εμφανιστείς στον Αχαάβ, και εγώ θα στείλω βροχή στην επιφάνεια της γης».+ 2 Πήγε λοιπόν ο Ηλίας να εμφανιστεί στον Αχαάβ, ενώ η πείνα ήταν μεγάλη+ στη Σαμάρεια.
3 Στο μεταξύ, ο Αχαάβ κάλεσε τον οικονόμο του, τον Αβδιού. (Ο δε Αβδιού φοβόταν πολύ τον Ιεχωβά, 4 και όταν η Ιεζάβελ+ θανάτωνε* τους προφήτες του Ιεχωβά, εκείνος πήρε 100 προφήτες, τους έκρυψε ανά 50 μέσα σε μια σπηλιά και τους προμήθευε ψωμί και νερό.) 5 Τότε ο Αχαάβ είπε στον Αβδιού: «Πήγαινε από τη μια άκρη της χώρας ως την άλλη, σε όλες τις πηγές νερού και σε όλες τις κοιλάδες.* Ίσως μπορέσουμε να βρούμε αρκετό χορτάρι ώστε να διατηρήσουμε ζωντανά τα άλογα και τα μουλάρια και να μην ψοφήσουν όλα μας τα ζώα». 6 Μοίρασαν λοιπόν μεταξύ τους τη γη από την οποία θα περνούσαν. Ο Αχαάβ πήγε μόνος του από έναν δρόμο, και ο Αβδιού πήγε μόνος του από άλλον.
7 Ενώ ο Αβδιού ήταν καθ’ οδόν, βγήκε ο Ηλίας να τον συναντήσει. Αυτός τον αναγνώρισε αμέσως και έπεσε με το πρόσωπο κάτω και είπε: «Εσύ είσαι, κύριέ μου Ηλία;»+ 8 Εκείνος του απάντησε: «Εγώ είμαι. Πήγαινε και πες στον κύριό σου: “Ο Ηλίας είναι εδώ”». 9 Αλλά αυτός είπε: «Τι αμαρτία έχω διαπράξει ώστε παραδίδεις τον υπηρέτη σου στον Αχαάβ για να με θανατώσει; 10 Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά ο Θεός σου, δεν υπάρχει έθνος ή βασίλειο στο οποίο ο κύριός μου δεν έστειλε να ψάξουν για εσένα. Όταν έλεγαν: “Δεν είναι εδώ”, έβαζε το βασίλειο και το έθνος να ορκιστούν ότι δεν μπόρεσαν να σε βρουν.+ 11 Τώρα εσύ λες: “Πήγαινε και πες στον κύριό σου: «Ο Ηλίας είναι εδώ»”. 12 Όταν εγώ φύγω από εσένα, το πνεύμα του Ιεχωβά θα σε μεταφέρει+ κάπου που δεν θα ξέρω, και όταν ειδοποιήσω τον Αχαάβ και αυτός δεν σε βρει, σίγουρα θα με σκοτώσει. Ωστόσο, ο υπηρέτης σου φοβάται τον Ιεχωβά από τα νιάτα του. 13 Δεν έχουν πει στον κύριό μου τι έκανα όταν η Ιεζάβελ σκότωνε τους προφήτες του Ιεχωβά, ότι έκρυψα 100 προφήτες του Ιεχωβά ανά 50 μέσα σε μια σπηλιά και τους προμήθευα ψωμί και νερό;+ 14 Αλλά τώρα εσύ λες: “Πήγαινε και πες στον κύριό σου: «Ο Ηλίας είναι εδώ»”. Ασφαλώς θα με σκοτώσει». 15 Ο Ηλίας όμως είπε: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, τον οποίο υπηρετώ,* σήμερα θα εμφανιστώ σε αυτόν».
16 Πήγε λοιπόν ο Αβδιού να συναντήσει τον Αχαάβ και τον ειδοποίησε, και ο Αχαάβ πήγε να συναντήσει τον Ηλία.
17 Μόλις ο Αχαάβ είδε τον Ηλία, του είπε: «Εδώ είσαι λοιπόν εσύ που προκαλείς τόσα προβλήματα* στον Ισραήλ!»
18 Τότε εκείνος είπε: «Δεν έχω προκαλέσει εγώ προβλήματα στον Ισραήλ, αλλά εσύ και ο οίκος του πατέρα σου, εγκαταλείποντας τις εντολές του Ιεχωβά και ακολουθώντας τους Βάαλ.+ 19 Τώρα, κάλεσε ενώπιόν μου στο όρος Κάρμηλος+ όλο τον Ισραήλ, καθώς και τους 450 προφήτες του Βάαλ και τους 400 προφήτες του ιερού στύλου,*+ που τρώνε στο τραπέζι της Ιεζάβελ». 20 Έστειλε λοιπόν ο Αχαάβ μήνυμα σε όλο τον λαό του Ισραήλ και συγκέντρωσε τους προφήτες στο όρος Κάρμηλος.
21 Έπειτα ο Ηλίας πλησίασε όλο τον λαό και είπε: «Ως πότε θα αμφιταλαντεύεστε ανάμεσα σε δύο διαφορετικές απόψεις;*+ Αν είναι ο Ιεχωβά ο αληθινός Θεός, ακολουθήστε αυτόν·+ αλλά αν είναι ο Βάαλ, ακολουθήστε εκείνον!» Ο λαός όμως δεν του απάντησε λέξη. 22 Ύστερα ο Ηλίας είπε στον λαό: «Εγώ είμαι ο μόνος προφήτης του Ιεχωβά που έχει απομείνει,+ ενώ οι προφήτες του Βάαλ είναι 450 άντρες. 23 Ας μας δοθούν δύο νεαροί ταύροι, και ας διαλέξουν αυτοί τον έναν, ας τον κόψουν σε κομμάτια και ας τον βάλουν πάνω στα ξύλα, αλλά να μην του βάλουν φωτιά. Εγώ θα ετοιμάσω τον άλλον και θα τον βάλω πάνω στα ξύλα, αλλά δεν θα του βάλω φωτιά. 24 Κατόπιν εσείς να επικαλεστείτε το όνομα του θεού σας+ και εγώ θα επικαλεστώ το όνομα του Ιεχωβά. Ο Θεός που θα απαντήσει με φωτιά θα αποδείξει ότι είναι ο αληθινός Θεός».+ Τότε όλος ο λαός απάντησε: «Καλό είναι αυτό που είπες».
25 Ο Ηλίας είπε στους προφήτες του Βάαλ: «Διαλέξτε έναν νεαρό ταύρο και ετοιμάστε τον πρώτοι, επειδή είστε περισσότεροι. Μετά επικαλεστείτε το όνομα του θεού σας, αλλά μην του βάλετε φωτιά». 26 Πήραν λοιπόν τον νεαρό ταύρο που τους δόθηκε, τον ετοίμασαν και επικαλούνταν συνεχώς το όνομα του Βάαλ από το πρωί ως το μεσημέρι, λέγοντας: «Ω! Βάαλ, απάντησέ μας!» Αλλά ούτε φωνή ακουγόταν ούτε απόκριση.+ Και χοροπηδούσαν γύρω από το θυσιαστήριο που είχαν φτιάξει. 27 Γύρω στο μεσημέρι, ο Ηλίας άρχισε να τους περιπαίζει και να λέει: «Φωνάξτε με όλη σας τη δύναμη! Άλλωστε θεός είναι!+ Ίσως στοχάζεται βαθιά ή έχει πάει για τη φυσική του ανάγκη.* Ή μπορεί να κοιμάται και κάποιος πρέπει να τον ξυπνήσει!» 28 Αυτοί φώναζαν με όλη τους τη δύναμη και κόβονταν με ξιφίδια και κοντάρια, σύμφωνα με το έθιμό τους, μέχρι που το αίμα τους έτρεχε από παντού. 29 Το μεσημέρι πέρασε και αυτοί συνέχισαν να βρίσκονται σε παραλήρημα* μέχρι την ώρα της βραδινής προσφοράς σιτηρών, αλλά ούτε φωνή ακουγόταν ούτε απόκριση· κανείς δεν τους έδινε προσοχή.+
30 Τελικά ο Ηλίας είπε σε όλο τον λαό: «Πλησιάστε σε εμένα». Και όλος ο λαός πλησίασε σε αυτόν. Κατόπιν επισκεύασε το θυσιαστήριο του Ιεχωβά που ήταν γκρεμισμένο.+ 31 Έπειτα ο Ηλίας πήρε 12 πέτρες, όσες ήταν και οι φυλές των γιων του Ιακώβ, στον οποίο ο Ιεχωβά είχε πει: «Ισραήλ θα είναι το όνομά σου».+ 32 Με τις πέτρες έχτισε ένα θυσιαστήριο+ στο όνομα του Ιεχωβά. Ύστερα έφτιαξε ολόγυρα στο θυσιαστήριο ένα χαντάκι, το οποίο περιέβαλλε επιφάνεια τόσο μεγάλη ώστε θα μπορούσε να σπαρθεί με δύο σεάχ* σπόρο. 33 Μετά τακτοποίησε τα ξύλα, έκοψε τον νεαρό ταύρο σε κομμάτια και τον έβαλε πάνω στα ξύλα.+ Και είπε: «Γεμίστε τέσσερις μεγάλες στάμνες νερό και χύστε το πάνω στο ολοκαύτωμα και πάνω στα ξύλα». 34 Ύστερα είπε: «Ξανακάντε το». Και το ξανάκαναν. Εκείνος είπε πάλι: «Κάντε το και τρίτη φορά». Το έκαναν λοιπόν και τρίτη φορά. 35 Το νερό έτρεξε ολόγυρα στο θυσιαστήριο, και αυτός γέμισε επίσης το χαντάκι με νερό.
36 Περίπου την ώρα της βραδινής προσφοράς σιτηρών,+ ο Ηλίας ο προφήτης βγήκε μπροστά και είπε: «Ω! Ιεχωβά, Θεέ του Αβραάμ,+ του Ισαάκ+ και του Ισραήλ, σήμερα ας γίνει γνωστό ότι εσύ είσαι Θεός στον Ισραήλ και ότι εγώ είμαι ο υπηρέτης σου και ότι σύμφωνα με τον λόγο σου τα έκανα όλα αυτά.+ 37 Απάντησέ μου, Ιεχωβά! Απάντησέ μου για να γνωρίσει αυτός ο λαός ότι εσύ, Ιεχωβά, είσαι ο αληθινός Θεός και ότι κάνεις την καρδιά τους να επιστρέψει σε εσένα».+
38 Τότε έπεσε η φωτιά του Ιεχωβά από ψηλά και κατέφαγε το ολοκαύτωμα,+ τα ξύλα, τις πέτρες και το χώμα και έγλειψε το νερό από το χαντάκι.+ 39 Όταν το είδε αυτό όλος ο λαός, έπεσαν αμέσως με το πρόσωπο κάτω και είπαν: «Ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός! Ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός Θεός!» 40 Τότε ο Ηλίας τούς είπε: «Πιάστε τους προφήτες του Βάαλ! Μη σας ξεφύγει ούτε ένας!» Αμέσως τους έπιασαν, και ο Ηλίας τούς κατέβασε στον χείμαρρο* Κισών+ και τους έσφαξε εκεί.+
41 Κατόπιν ο Ηλίας είπε στον Αχαάβ: «Ανέβα, φάε και πιες, διότι ακούγεται ο ήχος δυνατής νεροποντής».+ 42 Ανέβηκε λοιπόν ο Αχαάβ να φάει και να πιει, ενώ ο Ηλίας ανέβηκε στην κορυφή του Καρμήλου, γονάτισε και έσκυψε μέχρι το έδαφος, βάζοντας το πρόσωπό του ανάμεσα στα γόνατά του.+ 43 Μετά είπε στον υπηρέτη του: «Ανέβα, σε παρακαλώ, και κοίταξε προς τη θάλασσα». Ανέβηκε λοιπόν αυτός, κοίταξε και είπε: «Δεν φαίνεται τίποτα απολύτως». Εφτά φορές είπε ο Ηλίας: «Ξαναπήγαινε». 44 Την έβδομη φορά ο υπηρέτης του είπε: «Δες! Ένα μικρό σύννεφο, σαν χέρι ανθρώπου, ανεβαίνει από τη θάλασσα». Τότε εκείνος είπε: «Πήγαινε, πες στον Αχαάβ: “Ζέψε το άρμα! Κατέβα για να μη σε εμποδίσει η νεροποντή!”» 45 Στο μεταξύ, ο ουρανός σκοτείνιασε από τα σύννεφα, φύσηξε άνεμος και άρχισε μεγάλη νεροποντή.+ Ο δε Αχαάβ επέστρεφε με το άρμα του στην Ιεζραέλ.+ 46 Αλλά ο Ιεχωβά έδωσε στον Ηλία δύναμη, και αυτός τύλιξε το ρούχο του γύρω από* τους γοφούς του και έτρεχε μπροστά από τον Αχαάβ μέχρι την Ιεζραέλ.
19 Κατόπιν ο Αχαάβ+ είπε στην Ιεζάβελ+ όλα όσα είχε κάνει ο Ηλίας και ότι είχε σκοτώσει όλους τους προφήτες με σπαθί.+ 2 Τότε η Ιεζάβελ έστειλε έναν αγγελιοφόρο στον Ηλία, λέγοντας: «Έτσι να κάνουν οι θεοί σε εμένα και να προσθέσουν σε αυτό, αν αύριο τέτοια ώρα δεν σε κάνω σαν καθέναν* από αυτούς!» 3 Τότε εκείνος φοβήθηκε. Γι’ αυτό, σηκώθηκε και έφυγε τρέχοντας για να γλιτώσει τη ζωή* του.+ Πήγε στη Βηρ-σαβεέ+ του Ιούδα+ και άφησε τον υπηρέτη του εκεί. 4 Αφού διένυσε δρόμο μιας ημέρας μέσα στην έρημο, πήγε και κάθισε κάτω από κάποιο σπάρτο και ζητούσε να πεθάνει,* λέγοντας: «Φτάνει πια! Ιεχωβά, αφαίρεσε τη ζωή* μου,+ γιατί δεν είμαι εγώ καλύτερος από τους προπάτορές μου».
5 Ύστερα ξάπλωσε και αποκοιμήθηκε κάτω από το σπάρτο. Αλλά ξαφνικά τον άγγιξε ένας άγγελος+ και του είπε: «Σήκω και φάε».+ 6 Όταν κοίταξε, δίπλα στο κεφάλι του υπήρχε ένα καρβέλι πάνω σε πυρωμένες πέτρες και μια κανάτα νερό. Έφαγε, ήπιε και μετά ξάπλωσε πάλι. 7 Αργότερα ο άγγελος του Ιεχωβά επέστρεψε δεύτερη φορά, τον άγγιξε και είπε: «Σήκω και φάε, γιατί έχεις μεγάλο ταξίδι μπροστά σου». 8 Σηκώθηκε λοιπόν, έφαγε και ήπιε, και με τη δύναμη εκείνης της τροφής περπάτησε 40 ημέρες και 40 νύχτες, ώσπου έφτασε στο Χωρήβ, το βουνό του αληθινού Θεού.+
9 Εκεί μπήκε σε μια σπηλιά+ όπου πέρασε τη νύχτα· και ο Ιεχωβά τον ρώτησε: «Τι κάνεις εδώ, Ηλία;» 10 Εκείνος απάντησε: «Έχω σταθεί απόλυτα ζηλωτής για τον Ιεχωβά, τον Θεό των στρατευμάτων.+ Ο λαός όμως του Ισραήλ εγκατέλειψε τη διαθήκη σου,+ γκρέμισε τα θυσιαστήριά σου και σκότωσε τους προφήτες σου με σπαθί,+ και έχω απομείνει μόνο εγώ. Τώρα ζητούν να αφαιρέσουν τη ζωή* μου».+ 11 Αλλά Εκείνος είπε: «Βγες και στάσου στο βουνό ενώπιον του Ιεχωβά». Και ο Ιεχωβά περνούσε,+ και ένας μεγάλος και ισχυρός άνεμος έσκιζε βουνά και έσπαζε βράχους ενώπιον του Ιεχωβά,+ αλλά ο Ιεχωβά δεν ήταν μέσα στον άνεμο. Μετά τον άνεμο, έγινε σεισμός,+ αλλά ο Ιεχωβά δεν ήταν μέσα στον σεισμό. 12 Μετά τον σεισμό, ήρθε φωτιά,+ αλλά ο Ιεχωβά δεν ήταν μέσα στη φωτιά. Μετά τη φωτιά, ακούστηκε κάποια ήρεμη, χαμηλή φωνή.+ 13 Στο άκουσμά της, ο Ηλίας τύλιξε το πρόσωπό του με το επίσημο ρούχο του,+ βγήκε και στάθηκε στην είσοδο της σπηλιάς. Τότε η φωνή τον ρώτησε: «Τι κάνεις εδώ, Ηλία;» 14 Εκείνος απάντησε: «Έχω σταθεί απόλυτα ζηλωτής για τον Ιεχωβά, τον Θεό των στρατευμάτων. Ο λαός όμως του Ισραήλ εγκατέλειψε τη διαθήκη σου,+ γκρέμισε τα θυσιαστήριά σου και σκότωσε τους προφήτες σου με σπαθί, και έχω απομείνει μόνο εγώ. Τώρα ζητούν να αφαιρέσουν τη ζωή* μου».+
15 Ο Ιεχωβά τού είπε: «Γύρισε πίσω και πήγαινε στην έρημο της Δαμασκού. Όταν φτάσεις, να χρίσεις τον Αζαήλ+ βασιλιά της Συρίας. 16 Επίσης πρέπει να χρίσεις τον Ιηού,+ τον εγγονό του Νιμσί, βασιλιά του Ισραήλ, και τον Ελισαιέ,* τον γιο του Σαφάτ από την Αβέλ-μεολά, προφήτη για να σε διαδεχθεί.+ 17 Όποιον γλιτώσει από το σπαθί του Αζαήλ,+ θα τον θανατώσει ο Ιηού·+ και όποιον γλιτώσει από το σπαθί του Ιηού, θα τον θανατώσει ο Ελισαιέ.+ 18 Επιπλέον, απομένουν 7.000 στον Ισραήλ,+ όλοι εκείνοι των οποίων τα γόνατα δεν λύγισαν στον Βάαλ+ και των οποίων το στόμα δεν τον φίλησε».+
19 Έφυγε λοιπόν από εκεί και βρήκε τον Ελισαιέ, τον γιο του Σαφάτ, να οργώνει με 12 ζευγάρια ταύρους μπροστά του, και ο ίδιος ήταν με το δωδέκατο. Ο Ηλίας πήγε προς αυτόν και έβαλε το επίσημο ρούχο του+ πάνω του. 20 Τότε εκείνος άφησε τους ταύρους, έτρεξε πίσω από τον Ηλία και είπε: «Σε παρακαλώ, άφησέ με να αποχαιρετήσω* τον πατέρα μου και τη μητέρα μου. Μετά θα σε ακολουθήσω». Εκείνος αποκρίθηκε: «Πήγαινε, γύρισε πίσω. Σε εμπόδισα εγώ;» 21 Γύρισε λοιπόν πίσω και πήρε ένα ζευγάρι ταύρους και τους θυσίασε, και με τα σύνεργα του οργώματος έβρασε το κρέας τους και το έδωσε στους ανθρώπους, και έφαγαν. Μετά σηκώθηκε και ακολούθησε τον Ηλία και άρχισε να τον υπηρετεί.+
20 Ο βασιλιάς Βεν-αδάδ+ της Συρίας+ συγκέντρωσε όλο τον στρατό του, καθώς επίσης 32 άλλους βασιλιάδες και τα άλογα και τα άρματά τους· ανέβηκε και πολιόρκησε+ τη Σαμάρεια+ και πολέμησε εναντίον της. 2 Στη συνέχεια έστειλε αγγελιοφόρους στον βασιλιά Αχαάβ+ του Ισραήλ, που ήταν στην πόλη, και του είπε: «Αυτό λέει ο Βεν-αδάδ: 3 “Το ασήμι σου και το χρυσάφι σου είναι δικά μου, όπως επίσης και οι καλύτερες σύζυγοί σου και οι καλύτεροι γιοι σου”». 4 Τότε ο βασιλιάς του Ισραήλ απάντησε: «Σύμφωνα με τον λόγο σου, κύριέ μου βασιλιά, δικός σου είμαι και εγώ και όλα όσα μου ανήκουν».+
5 Αργότερα οι αγγελιοφόροι επέστρεψαν και είπαν: «Αυτό λέει ο Βεν-αδάδ: “Σου διαμήνυσα: «Θα μου δώσεις το ασήμι σου, το χρυσάφι σου, τις συζύγους σου και τους γιους σου». 6 Αλλά αύριο τέτοια ώρα θα σου στείλω τους υπηρέτες μου και αυτοί θα ψάξουν προσεκτικά την κατοικία σου και τις κατοικίες των υπηρετών σου, και θα πάρουν όλα τα επιθυμητά σου πράγματα”».
7 Τότε ο βασιλιάς του Ισραήλ κάλεσε όλους τους πρεσβυτέρους του τόπου και είπε: «Προσέξτε, παρακαλώ, και δείτε ότι αυτός ο άνθρωπος είναι αποφασισμένος να μας φέρει συμφορά, διότι απαίτησε να του δώσω τις συζύγους μου, τους γιους μου, το ασήμι μου και το χρυσάφι μου, και εγώ δεν αρνήθηκα». 8 Τότε όλοι οι πρεσβύτεροι και όλος ο λαός τού είπαν: «Μην υπακούσεις ούτε να δεχτείς». 9 Έτσι λοιπόν, εκείνος είπε στους αγγελιοφόρους του Βεν-αδάδ: «Πείτε στον κύριό μου τον βασιλιά: “Όλα όσα απαίτησες από τον υπηρέτη σου την πρώτη φορά θα τα κάνω, αυτό όμως δεν μπορώ να το κάνω”». Και οι αγγελιοφόροι έφυγαν και του έφεραν τα νέα.
10 Κατόπιν ο Βεν-αδάδ τού διαμήνυσε: «Έτσι να κάνουν οι θεοί σε εμένα και να προσθέσουν σε αυτό, αν μείνει στη Σαμάρεια αρκετό χώμα για να μπορέσουν να πάρουν από μια χούφτα όλοι όσοι με ακολουθούν!» 11 Ο βασιλιάς του Ισραήλ απάντησε: «Πείτε του: “Αυτός που βάζει την πανοπλία του δεν πρέπει να καυχιέται όπως αυτός που τη βγάζει”».+ 12 Μόλις ο Βεν-αδάδ άκουσε αυτή την απάντηση, ενώ ο ίδιος και οι βασιλιάδες έπιναν μέσα στις σκηνές τους, είπε στους υπηρέτες του: «Ετοιμαστείτε για επίθεση!» Ετοιμάστηκαν λοιπόν να επιτεθούν στην πόλη.
13 Αλλά κάποιος προφήτης πλησίασε τον βασιλιά Αχαάβ+ του Ισραήλ και είπε: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Είδες όλο αυτό το τεράστιο πλήθος; Εγώ σήμερα θα το δώσω στο χέρι σου, και τότε θα γνωρίσεις ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά”».+ 14 Ο Αχαάβ ρώτησε: «Ποιους θα χρησιμοποιήσεις;» Εκείνος απάντησε: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Τους υπηρέτες των επάρχων”».* Και ρώτησε: «Ποιος θα αρχίσει τη μάχη;» Εκείνος απάντησε: «Εσύ!»
15 Στη συνέχεια ο Αχαάβ καταμέτρησε τους υπηρέτες των επάρχων, και ήταν 232· μετά καταμέτρησε όλους τους Ισραηλίτες, και ήταν 7.000. 16 Όλοι αυτοί βγήκαν το μεσημέρι, ενώ ο Βεν-αδάδ έπινε και μεθούσε μέσα στις σκηνές μαζί με τους 32 βασιλιάδες που τον βοηθούσαν. 17 Μόλις βγήκαν πρώτοι οι υπηρέτες των επάρχων, ο Βεν-αδάδ έστειλε ανιχνευτές, οι οποίοι του ανήγγειλαν: «Άντρες βγήκαν από τη Σαμάρεια». 18 Τότε εκείνος είπε: «Είτε βγήκαν για ειρήνη είτε βγήκαν για μάχη, να τους πιάσετε ζωντανούς». 19 Αλλά όταν οι υπηρέτες των επάρχων και τα στρατεύματα που τους ακολουθούσαν βγήκαν από την πόλη, 20 σκότωσαν τους αντιπάλους τους. Τότε οι Σύριοι τράπηκαν σε φυγή,+ και ο Ισραήλ τούς καταδίωξε, αλλά ο βασιλιάς Βεν-αδάδ της Συρίας διέφυγε πάνω σε ένα άλογο μαζί με κάποιους ιππείς. 21 Ο δε βασιλιάς του Ισραήλ βγήκε και σκότωνε τους ιππείς και τους αρματηλάτες, και επέφερε μεγάλη ήττα* στους Συρίους.
22 Αργότερα ο προφήτης+ πλησίασε τον βασιλιά του Ισραήλ και του είπε: «Πήγαινε, ενίσχυσε τις δυνάμεις σου και φρόντισε να δεις τι θα κάνεις,+ διότι στην αρχή του επόμενου έτους* ο βασιλιάς της Συρίας θα ανεβεί εναντίον σου».+
23 Οι υπηρέτες του βασιλιά της Συρίας τού είπαν: «Ο Θεός τους είναι Θεός των βουνών. Γι’ αυτό μας νίκησαν. Αν όμως πολεμήσουμε εναντίον τους στα πεδινά, θα νικήσουμε εμείς. 24 Επίσης κάνε το εξής: Να απομακρύνεις όλους τους βασιλιάδες+ από τις θέσεις τους και να τους αντικαταστήσεις με κυβερνήτες. 25 Μετά να συγκεντρώσεις* έναν στρατό ίσο με τον στρατό που έχασες, ο οποίος θα έχει τον ίδιο αριθμό αλόγων και αρμάτων. Ας πολεμήσουμε εναντίον τους στα πεδινά, και σίγουρα θα τους νικήσουμε». Εκείνος λοιπόν άκουσε τη συμβουλή τους και έκανε αυτό ακριβώς.
26 Στην αρχή του έτους,* ο Βεν-αδάδ συγκέντρωσε τους Συρίους και ανέβηκε στην Αφέκ+ για μάχη εναντίον του Ισραήλ. 27 Ο λαός του Ισραήλ συγκεντρώθηκε και ανεφοδιάστηκε και αυτός, και βγήκε να τους αντιμετωπίσει. Όταν στρατοπέδευσε μπροστά τους, ήταν σαν δύο πολύ μικρά κοπάδια από κατσίκια, ενώ οι Σύριοι γέμισαν όλο τον τόπο.+ 28 Τότε ο άνθρωπος του αληθινού Θεού πλησίασε τον βασιλιά του Ισραήλ και είπε: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Επειδή οι Σύριοι είπαν: «Ο Ιεχωβά είναι Θεός των βουνών και όχι Θεός των πεδιάδων», θα δώσω όλο αυτό το τεράστιο πλήθος στο χέρι σου,+ και οπωσδήποτε θα γνωρίσεις ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά”».+
29 Έμειναν λοιπόν στρατοπεδευμένοι ο ένας απέναντι από τον άλλον εφτά ημέρες, και την έβδομη ημέρα άρχισε η μάχη. Ο λαός του Ισραήλ σκότωσε σε μία ημέρα 100.000 Σύριους πεζούς στρατιώτες. 30 Οι υπόλοιποι κατέφυγαν στην Αφέκ,+ μέσα στην πόλη. Αλλά το τείχος έπεσε πάνω σε 27.000 από τους άντρες που είχαν απομείνει. Ο Βεν-αδάδ τράπηκε και αυτός σε φυγή, μπήκε στην πόλη και κρύφτηκε σε ένα εσωτερικό δωμάτιο.
31 Τότε οι υπηρέτες του τού είπαν: «Έχουμε ακούσει ότι οι βασιλιάδες του οίκου του Ισραήλ είναι βασιλιάδες που δείχνουν έλεος.* Ας φορέσουμε, παρακαλούμε, σάκο στους γοφούς μας, ας βάλουμε σχοινιά στο κεφάλι μας και ας πάμε στον βασιλιά του Ισραήλ. Ίσως σου χαρίσει τη ζωή».*+ 32 Φόρεσαν λοιπόν σάκο γύρω από τους γοφούς τους και σχοινιά στο κεφάλι τους. Πήγαν στον βασιλιά του Ισραήλ και είπαν: «Ο υπηρέτης σου ο Βεν-αδάδ λέει: “Σε παρακαλώ, άφησέ με να ζήσω”».* Αυτός απάντησε: «Είναι ακόμη ζωντανός; Αδελφός μου είναι». 33 Οι άντρες το θεώρησαν αυτό οιωνό και πίστεψαν αμέσως τα λόγια του. Είπαν λοιπόν: «Ο Βεν-αδάδ είναι αδελφός σου». Τότε είπε: «Πηγαίνετε και φέρτε τον». Κατόπιν ο Βεν-αδάδ πήγε σε αυτόν, και αυτός τον ανέβασε στο άρμα.
34 Τότε ο Βεν-αδάδ τού είπε: «Τις πόλεις που πήρε ο πατέρας μου από τον πατέρα σου θα τις επιστρέψω, και εσύ μπορείς να στήσεις αγορές* για τον εαυτό σου στη Δαμασκό, όπως έστησε ο πατέρας μου στη Σαμάρεια».
Ο Αχαάβ απάντησε: «Με βάση αυτή τη συμφωνία,* θα σε αφήσω ελεύθερο».
Και έκανε συμφωνία μαζί του και τον άφησε ελεύθερο.
35 Κατ’ εντολήν του Ιεχωβά, ένας από τους γιους των προφητών*+ είπε στον φίλο του: «Χτύπησέ με, σε παρακαλώ». Αλλά εκείνος αρνήθηκε. 36 Γι’ αυτό, του είπε: «Επειδή δεν υπάκουσες στη φωνή του Ιεχωβά, μόλις φύγεις από εμένα, θα σε σκοτώσει ένα λιοντάρι». Αφού εκείνος έφυγε από αυτόν, του επιτέθηκε ένα λιοντάρι και τον σκότωσε.
37 Αυτός βρήκε κάποιον άλλον και είπε: «Χτύπησέ με, σε παρακαλώ». Εκείνος λοιπόν τον χτύπησε και τον τραυμάτισε.
38 Κατόπιν ο προφήτης πήγε και περίμενε τον βασιλιά στον δρόμο, έχοντας έναν επίδεσμο πάνω στα μάτια του για να μην τον αναγνωρίζουν. 39 Και φώναξε στον βασιλιά την ώρα που περνούσε: «Ο υπηρέτης σου πήγε στη μάχη όταν αυτή είχε ανάψει για τα καλά, και κάποιος που έβγαινε μου έφερε έναν αιχμάλωτο και μου είπε: “Φύλαξε αυτόν τον άνθρωπο. Αν χαθεί, θα πεθάνεις εσύ αντί για αυτόν,*+ αλλιώς θα πληρώσεις ένα τάλαντο* ασήμι”. 40 Αλλά καθώς ο υπηρέτης σου ήταν απασχολημένος εδώ και εκεί, ξαφνικά αυτός έγινε άφαντος». Ο βασιλιάς του Ισραήλ τού είπε: «Αυτή λοιπόν θα είναι η τιμωρία σου· εσύ ο ίδιος έκρινες τον εαυτό σου». 41 Τότε εκείνος έβγαλε γρήγορα τον επίδεσμο από τα μάτια του, και ο βασιλιάς του Ισραήλ κατάλαβε ότι ήταν ένας από τους προφήτες.+ 42 Εκείνος του είπε: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Επειδή άφησες να ξεφύγει από το χέρι σου ο άνθρωπος για τον οποίο είπα ότι πρέπει να καταστραφεί,+ θα πεθάνεις εσύ αντί για αυτόν,*+ και ο λαός σου αντί για τον λαό του”».+ 43 Τότε ο βασιλιάς του Ισραήλ γύρισε στη Σαμάρεια,+ μελαγχολικός και κατηφής.
21 Αργότερα, συνέβη κάτι με αφορμή ένα αμπέλι που ανήκε στον Ναβουθέ τον Ιεζραελίτη· αυτό βρισκόταν στην Ιεζραέλ,+ δίπλα στο ανάκτορο του Αχαάβ, του βασιλιά της Σαμάρειας. 2 Ο Αχαάβ είπε στον Ναβουθέ: «Δώσε μου το αμπέλι σου να το κάνω λαχανόκηπο, γιατί είναι κοντά στην κατοικία μου. Σε αντάλλαγμα θα σου δώσω ένα καλύτερο αμπέλι. Ή, αν προτιμάς, θα σου δώσω την αξία του σε χρήματα». 3 Ο Ναβουθέ όμως είπε στον Αχαάβ: «Είναι αδιανόητο από την άποψη του Ιεχωβά να σου δώσω την κληρονομιά των προπατόρων μου».+ 4 Ο Αχαάβ λοιπόν μπήκε στην κατοικία του μελαγχολικός και κατηφής, επειδή ο Ναβουθέ ο Ιεζραελίτης τού είχε πει: «Δεν σου δίνω την κληρονομιά των προπατόρων μου». Κατόπιν ξάπλωσε στο κρεβάτι του, είχε γυρισμένο το πρόσωπό του και αρνούνταν να φάει.
5 Η σύζυγός του, η Ιεζάβελ,+ ήρθε σε αυτόν και τον ρώτησε: «Γιατί είσαι τόσο στενοχωρημένος* ώστε αρνείσαι να φας;» 6 Εκείνος της απάντησε: «Επειδή είπα στον Ναβουθέ τον Ιεζραελίτη: “Δώσε μου το αμπέλι σου αντί χρημάτων. Ή, αν προτιμάς, θα σου δώσω σε αντάλλαγμα άλλο αμπέλι”. Αλλά αυτός είπε: “Δεν σου δίνω το αμπέλι μου”». 7 Η σύζυγός του, η Ιεζάβελ, του είπε: «Εσύ δεν βασιλεύεις στον Ισραήλ; Σήκω, φάε κάτι και πάψε να στενοχωριέσαι. Εγώ θα σου δώσω το αμπέλι του Ναβουθέ του Ιεζραελίτη».+ 8 Έγραψε λοιπόν επιστολές εξ ονόματος του Αχαάβ, τις σφράγισε με τη σφραγίδα του+ και τις έστειλε στους πρεσβυτέρους+ και στους ευγενείς που ζούσαν στην πόλη του Ναβουθέ. 9 Στις επιστολές έγραψε: «Κηρύξτε νηστεία και βάλτε τον Ναβουθέ να καθίσει ενώπιον όλου του λαού. 10 Κατόπιν βάλτε δύο άχρηστους ανθρώπους να καθίσουν μπροστά του και να καταθέσουν εναντίον του,+ λέγοντας: “Καταράστηκες τον Θεό και τον βασιλιά!”+ Μετά βγάλτε τον έξω και λιθοβολήστε τον μέχρι θανάτου».+
11 Έτσι λοιπόν, οι άντρες της πόλης του, οι πρεσβύτεροι και οι ευγενείς που ζούσαν στην πόλη του, έκαναν ακριβώς ό,τι έγραφαν οι επιστολές που τους έστειλε η Ιεζάβελ. 12 Κήρυξαν νηστεία και έβαλαν τον Ναβουθέ να καθίσει ενώπιον όλου του λαού. 13 Κατόπιν ήρθαν δύο άχρηστοι άνθρωποι, κάθισαν μπροστά στον Ναβουθέ και άρχισαν να καταθέτουν εναντίον του μπροστά στον λαό, λέγοντας: «Ο Ναβουθέ καταράστηκε τον Θεό και τον βασιλιά!»+ Έπειτα τον έβγαλαν στα περίχωρα της πόλης και τον λιθοβόλησαν μέχρι θανάτου.+ 14 Μετά διαμήνυσαν στην Ιεζάβελ: «Ο Ναβουθέ λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου».+
15 Μόλις η Ιεζάβελ άκουσε ότι ο Ναβουθέ είχε λιθοβοληθεί μέχρι θανάτου, είπε στον Αχαάβ: «Σήκω, πάρε στην κατοχή σου το αμπέλι του Ναβουθέ του Ιεζραελίτη,+ το οποίο αρνήθηκε να σου δώσει αντί χρημάτων, διότι ο Ναβουθέ δεν ζει πια. Πέθανε». 16 Μόλις ο Αχαάβ άκουσε ότι ο Ναβουθέ ο Ιεζραελίτης είχε πεθάνει, σηκώθηκε και πήγε στο αμπέλι του για να το πάρει στην κατοχή του.
17 Αλλά ο Ιεχωβά είπε στον Ηλία+ τον Θεσβίτη: 18 «Σήκω, πήγαινε να συναντήσεις τον Αχαάβ, τον βασιλιά του Ισραήλ, που είναι στη Σαμάρεια.+ Είναι στο αμπέλι του Ναβουθέ, στο οποίο πήγε για να το πάρει στην κατοχή του. 19 Πρέπει να του πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Δολοφόνησες έναν άνθρωπο+ και πήρες και την περιουσία του;»”+ Μετά να του πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Στο μέρος όπου οι σκύλοι έγλειψαν το αίμα του Ναβουθέ, θα γλείψουν και το δικό σου αίμα»”».+
20 Ο Αχαάβ είπε στον Ηλία: «Ώστε με βρήκες, εχθρέ μου!»+ Εκείνος απάντησε: «Σε βρήκα. “Εφόσον επιμένεις* να κάνεις το κακό στα μάτια του Ιεχωβά,+ 21 εγώ φέρνω συμφορά πάνω σου, και θα σαρώσω τα πάντα πίσω σου και θα εξαλείψω από τον Αχαάβ κάθε άντρα,*+ ακόμη και τους αβοήθητους και αδύναμους στον Ισραήλ.+ 22 Και θα κάνω τον οίκο σου σαν τον οίκο του Ιεροβοάμ,+ του γιου του Ναβάτ, και σαν τον οίκο του Βαασά,+ του γιου του Αχιά, επειδή με εξόργισες και έκανες τον Ισραήλ να αμαρτήσει”. 23 Επίσης, σχετικά με την Ιεζάβελ, ο Ιεχωβά είπε: “Οι σκύλοι θα φάνε την Ιεζάβελ στο χωράφι της Ιεζραέλ.+ 24 Όποιος είναι του Αχαάβ και πεθάνει στην πόλη, θα τον φάνε οι σκύλοι, και όποιος πεθάνει στον αγρό, θα τον φάνε τα πουλιά των ουρανών.+ 25 Πράγματι, κανείς δεν υπήρξε σαν τον Αχαάβ,+ ο οποίος επέμενε τόσο πολύ* να κάνει το κακό στα μάτια του Ιεχωβά, με την υποκίνηση της συζύγου του, της Ιεζάβελ.+ 26 Αυτός ενήργησε με τον πιο απεχθή τρόπο λατρεύοντας τα αηδιαστικά είδωλα,* όπως είχαν κάνει όλοι οι Αμορραίοι, τους οποίους ο Ιεχωβά έδιωξε μπροστά από τους Ισραηλίτες”».+
27 Μόλις ο Αχαάβ άκουσε αυτά τα λόγια, έσκισε τα ρούχα του και φόρεσε σάκο· άρχισε να νηστεύει και ξάπλωνε φορώντας σάκο και περπατούσε κακόκεφος. 28 Τότε ο Ιεχωβά είπε στον Ηλία τον Θεσβίτη: 29 «Είδες πώς ταπείνωσε ο Αχαάβ τον εαυτό του εξαιτίας μου;+ Επειδή ταπείνωσε τον εαυτό του ενώπιόν μου, δεν θα φέρω τη συμφορά στη διάρκεια της ζωής του. Θα τη φέρω πάνω στον οίκο του στις ημέρες του γιου του».+
22 Επί τρία χρόνια δεν υπήρχε πόλεμος ανάμεσα στη Συρία και στον Ισραήλ. 2 Τον τρίτο χρόνο ο βασιλιάς Ιωσαφάτ+ του Ιούδα κατέβηκε στον βασιλιά του Ισραήλ.+ 3 Τότε ο βασιλιάς του Ισραήλ είπε στους υπηρέτες του: «Το ξέρετε ότι η Ραμώθ-γαλαάδ+ ανήκει σε εμάς; Και όμως διστάζουμε να την πάρουμε πίσω από τον βασιλιά της Συρίας». 4 Τότε ρώτησε τον Ιωσαφάτ: «Θα έρθεις μαζί μου να πολεμήσουμε στη Ραμώθ-γαλαάδ;» Ο Ιωσαφάτ απάντησε στον βασιλιά του Ισραήλ: «Εγώ και εσύ είμαστε ένα—το ίδιο ο λαός μου και ο λαός σου, τα άλογά μου και τα άλογά σου».+
5 Ωστόσο, ο Ιωσαφάτ είπε στον βασιλιά του Ισραήλ: «Πρώτα, σε παρακαλώ, ρώτησε+ να μάθεις τον λόγο του Ιεχωβά».+ 6 Συγκέντρωσε λοιπόν ο βασιλιάς του Ισραήλ τους προφήτες, περίπου 400 άντρες, και τους είπε: «Να πάω να πολεμήσω εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ ή να μην πάω;» Και αυτοί έλεγαν: «Ανέβα, και ο Ιεχωβά θα τη δώσει στο χέρι του βασιλιά».
7 Τότε ο Ιωσαφάτ είπε: «Δεν υπάρχει εδώ προφήτης του Ιεχωβά; Ας ρωτήσουμε και μέσω αυτού».+ 8 Ο βασιλιάς του Ισραήλ αποκρίθηκε στον Ιωσαφάτ: «Υπάρχει άλλος ένας μέσω του οποίου μπορούμε να ρωτήσουμε τον Ιεχωβά·+ αλλά εγώ τον μισώ,+ γιατί δεν προφητεύει ποτέ καλά πράγματα για εμένα, μόνο άσχημα.+ Είναι ο Μιχαΐας, ο γιος του Ιεμλά». Ο Ιωσαφάτ όμως είπε: «Ας μη μιλάει έτσι ο βασιλιάς».
9 Κάλεσε λοιπόν ο βασιλιάς του Ισραήλ κάποιον αυλικό και πρόσταξε: «Φέρε γρήγορα τον Μιχαΐα, τον γιο του Ιεμλά».+ 10 Ο δε βασιλιάς του Ισραήλ και ο Ιωσαφάτ, ο βασιλιάς του Ιούδα, κάθονταν ο καθένας στον θρόνο του, ντυμένοι με βασιλική στολή, στο αλώνι που βρίσκεται στην είσοδο της πύλης της Σαμάρειας, και όλοι οι προφήτες προφήτευαν μπροστά τους.+ 11 Τότε ο Σεδεκίας, ο γιος του Χεναανά, έφτιαξε σιδερένια κέρατα και είπε: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Με αυτά θα διατρυπάς* τους Συρίους μέχρι να τους εξοντώσεις”». 12 Όλοι οι άλλοι προφήτες έλεγαν το ίδιο: «Ανέβα στη Ραμώθ-γαλαάδ και θα έχεις επιτυχία· ο Ιεχωβά θα τη δώσει στο χέρι του βασιλιά».
13 Ο αγγελιοφόρος που πήγε να καλέσει τον Μιχαΐα τού είπε: «Όλοι ανεξαιρέτως οι προφήτες λένε θετικά πράγματα στον βασιλιά. Ας είναι ο λόγος σου, σε παρακαλώ, σαν τα λόγια τους, και να μιλήσεις θετικά».+ 14 Ο Μιχαΐας όμως αποκρίθηκε: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ό,τι μου πει ο Ιεχωβά, αυτό θα πω». 15 Όταν παρουσιάστηκε στον βασιλιά, αυτός τον ρώτησε: «Μιχαΐα, να πάμε να πολεμήσουμε εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ ή να μην πάμε;» Αμέσως εκείνος απάντησε: «Ανέβα και θα έχεις επιτυχία· ο Ιεχωβά θα τη δώσει στο χέρι του βασιλιά». 16 Τότε ο βασιλιάς τού είπε: «Πόσες φορές πρέπει να σε ορκίσω να μη μου λες τίποτα άλλο εκτός από την αλήθεια στο όνομα του Ιεχωβά;» 17 Εκείνος λοιπόν αποκρίθηκε: «Βλέπω όλους τους Ισραηλίτες σκορπισμένους στα βουνά,+ σαν πρόβατα που δεν έχουν βοσκό. Ο Ιεχωβά είπε: “Αυτοί δεν έχουν πια κύριο. Ας γυρίσει ο καθένας στο σπίτι του με ειρήνη”».
18 Τότε ο βασιλιάς του Ισραήλ είπε στον Ιωσαφάτ: «Δεν σου είπα εγώ: “Αυτός δεν θα προφητεύσει καλά πράγματα για εμένα, μόνο άσχημα”;»+
19 Έπειτα ο Μιχαΐας πρόσθεσε: «Γι’ αυτό, άκουσε τον λόγο του Ιεχωβά: Είδα τον Ιεχωβά να κάθεται στον θρόνο του+ και όλο το στράτευμα των ουρανών να στέκεται δίπλα του, στα δεξιά του και στα αριστερά του.+ 20 Τότε ο Ιεχωβά είπε: “Ποιος θα ξεγελάσει τον Αχαάβ, ώστε να ανεβεί και να πέσει στη Ραμώθ-γαλαάδ;” Και ο ένας έλεγε το ένα και ο άλλος έλεγε το άλλο. 21 Κατόπιν ένα πνεύμα*+ βγήκε μπροστά, στάθηκε ενώπιον του Ιεχωβά και είπε: “Εγώ θα τον ξεγελάσω”. Ο Ιεχωβά ρώτησε: “Πώς;” 22 Αυτό απάντησε: “Θα πάω και θα γίνω απατηλό πνεύμα στο στόμα όλων των προφητών του”.+ Εκείνος λοιπόν είπε: “Όντως θα καταφέρεις να τον ξεγελάσεις. Πήγαινε και κάνε ό,τι είπες”. 23 Και τώρα ο Ιεχωβά έχει βάλει απατηλό πνεύμα στο στόμα όλων αυτών των προφητών σου,+ αλλά ο Ιεχωβά έχει αναγγείλει συμφορά για εσένα».+
24 Τότε πλησίασε ο Σεδεκίας, ο γιος του Χεναανά, και χαστούκισε τον Μιχαΐα και είπε: «Από ποιον δρόμο πέρασε το πνεύμα του Ιεχωβά από εμένα για να μιλήσει με εσένα;»+ 25 Ο Μιχαΐας απάντησε: «Θα δεις από ποιον δρόμο την ημέρα που θα μπεις στο εσώτατο δωμάτιο για να κρυφτείς». 26 Κατόπιν ο βασιλιάς του Ισραήλ είπε: «Πάρτε τον Μιχαΐα και παραδώστε τον στον Αμών, τον αρχηγό της πόλης, και στον Ιεχωάς, τον γιο του βασιλιά. 27 Να τους πείτε: “Αυτό λέει ο βασιλιάς: «Να βάλετε αυτόν τον άνθρωπο στη φυλακή+ και να τον τρέφετε με μειωμένο χορήγημα ψωμιού και νερού ώσπου να επιστρέψω νικητής»”».* 28 Αλλά ο Μιχαΐας είπε: «Αν πράγματι επιστρέψεις νικητής, ο Ιεχωβά δεν μίλησε με εμένα».+ Κατόπιν πρόσθεσε: «Δώστε προσοχή, όλοι οι λαοί».
29 Έτσι λοιπόν, ο βασιλιάς του Ισραήλ και ο Ιωσαφάτ, ο βασιλιάς του Ιούδα, ανέβηκαν στη Ραμώθ-γαλαάδ.+ 30 Ο βασιλιάς του Ισραήλ είπε στον Ιωσαφάτ: «Εγώ θα μπω στη μάχη μεταμφιεσμένος, αλλά εσύ να φορέσεις τη βασιλική στολή σου». Και ο βασιλιάς του Ισραήλ μεταμφιέστηκε+ και μπήκε στη μάχη. 31 Ο δε βασιλιάς της Συρίας είχε διατάξει τους 32 διοικητές των αρμάτων του:+ «Μην πολεμήσετε με κανέναν, μικρό ή μεγάλο, παρά μόνο με τον βασιλιά του Ισραήλ». 32 Μόλις λοιπόν οι διοικητές των αρμάτων είδαν τον Ιωσαφάτ, σκέφτηκαν: «Σίγουρα αυτός είναι ο βασιλιάς του Ισραήλ». Γι’ αυτό, στράφηκαν να πολεμήσουν εναντίον του· και ο Ιωσαφάτ άρχισε να καλεί σε βοήθεια. 33 Όταν οι διοικητές των αρμάτων κατάλαβαν ότι δεν ήταν ο βασιλιάς του Ισραήλ, έπαψαν αμέσως να τον καταδιώκουν.
34 Αλλά κάποιος τόξευσε στην τύχη* και χτύπησε τον βασιλιά του Ισραήλ ανάμεσα στις ενώσεις του φολιδωτού του θώρακα. Ο βασιλιάς λοιπόν είπε στον αρματηλάτη του: «Κάνε στροφή και βγάλε με από τη μάχη,* γιατί τραυματίστηκα άσχημα».+ 35 Η μάχη μαινόταν όλη εκείνη την ημέρα, και έπρεπε να κρατούν τον βασιλιά όρθιο στο άρμα, αντίκρυ στους Συρίους. Το αίμα από το τραύμα έτρεχε στο εσωτερικό του πολεμικού άρματος, και αυτός πέθανε το βράδυ.+ 36 Κατά τη δύση του ήλιου, ακούστηκε σε όλο το στρατόπεδο η κραυγή: «Ο καθένας στην πόλη του! Ο καθένας στη γη του!»+ 37 Ο βασιλιάς λοιπόν πέθανε, και τον έφεραν στη Σαμάρεια, όπου και τον έθαψαν. 38 Όταν έπλυναν το πολεμικό άρμα κοντά στη δεξαμενή της Σαμάρειας, οι σκύλοι έγλειψαν το αίμα του και εκεί έκαναν λουτρό οι πόρνες,* σύμφωνα με ό,τι είχε πει ο Ιεχωβά.+
39 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Αχαάβ, όλα τα έργα του και την κατοικία* από ελεφαντόδοντο+ την οποία έχτισε και όλες τις πόλεις που έχτισε, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ; 40 Κατόπιν ο Αχαάβ πλάγιασε με τους προπάτορές του·+ και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Οχοζίας.+
41 Ο Ιωσαφάτ,+ ο γιος του Ασά, είχε γίνει βασιλιάς του Ιούδα το τέταρτο έτος του βασιλιά Αχαάβ του Ισραήλ. 42 Ο Ιωσαφάτ ήταν 35 χρονών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ 25 χρόνια. Η μητέρα του λεγόταν Αζουβά και ήταν κόρη του Σιλεί. 43 Βάδισε πλήρως στα χνάρια του Ασά+ του πατέρα του, χωρίς να παρεκκλίνει καθόλου, και έκανε το σωστό στα μάτια του Ιεχωβά.+ Ωστόσο, δεν κατέστρεψε τους υψηλούς τόπους· ο λαός εξακολούθησε να θυσιάζει και να υψώνει καπνό θυσίας εκεί.+ 44 Ο Ιωσαφάτ διατηρούσε ειρηνικές σχέσεις με τον βασιλιά του Ισραήλ.+ 45 Όσο για την υπόλοιπη ιστορία του Ιωσαφάτ, την κραταιότητά του και το πώς πολέμησε, δεν είναι γραμμένα αυτά στο βιβλίο των χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα; 46 Αυτός επίσης εξαφάνισε από τη χώρα τους υπόλοιπους άντρες ιερόδουλους των ναών,+ οι οποίοι είχαν απομείνει στις ημέρες του Ασά του πατέρα του.+
47 Εκείνον τον καιρό δεν υπήρχε βασιλιάς στον Εδώμ·+ ένας τοποτηρητής εκτελούσε χρέη βασιλιά.+
48 Επίσης, ο Ιωσαφάτ έφτιαξε πλοία της Θαρσείς* για να πάνε στο Οφείρ για χρυσάφι,+ αλλά δεν πήγαν επειδή ναυάγησαν στην Εσιών-γεβέρ.+ 49 Τότε ήταν που ο Οχοζίας, ο γιος του Αχαάβ, είπε στον Ιωσαφάτ: «Ας πάνε οι υπηρέτες μου μαζί με τους υπηρέτες σου στα πλοία», αλλά ο Ιωσαφάτ δεν δέχτηκε.
50 Κατόπιν ο Ιωσαφάτ πλάγιασε με τους προπάτορές του+ και θάφτηκε με αυτούς στην Πόλη του Δαβίδ του προπάτορά του· και στη θέση του έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Ιωράμ.+
51 Ο Οχοζίας,+ ο γιος του Αχαάβ, έγινε βασιλιάς του Ισραήλ στη Σαμάρεια το δέκατο έβδομο έτος του βασιλιά Ιωσαφάτ του Ιούδα, και βασίλεψε στον Ισραήλ δύο χρόνια. 52 Έκανε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά και βάδισε στα χνάρια του πατέρα του+ και της μητέρας του+ και στα χνάρια του Ιεροβοάμ, του γιου του Ναβάτ, ο οποίος είχε κάνει τον Ισραήλ να αμαρτήσει.+ 53 Υπηρετούσε τον Βάαλ+ και τον προσκυνούσε και πρόσβαλλε τον Ιεχωβά, τον Θεό του Ισραήλ,+ όπως ακριβώς είχε κάνει ο πατέρας του.
Κυριολεκτικά «στις ημέρες».
Ή αλλιώς «δεν είχε πληγώσει ποτέ τα αισθήματά του· δεν τον είχε επιπλήξει ποτέ».
Ή αλλιώς «την ψυχή σου και την ψυχή».
Ή αλλιώς «απολύτρωσε την ψυχή μου».
Ή αλλιώς «θηλυκό μουλάρι».
Κυριολεκτικά «σκίστηκε».
Ή αλλιώς «άξιος».
Κυριολεκτικά «Εγώ παίρνω τον δρόμο όλης της γης».
Ή αλλιώς «θα ενεργείς σοφά».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Κυριολεκτικά «δεν θα εκκοπεί άνθρωπος δικός σου από τον».
Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.
Κυριολεκτικά «Οι ημέρες».
Κυριολεκτικά «Είναι ειρηνικός ο ερχομός σου;»
Κυριολεκτικά «είχε προσηλώσει το πρόσωπό του σε εμένα για».
Ή αλλιώς «δεν είναι εναντίον της ίδιας του της ψυχής».
Ή αλλιώς «δυναστεία».
Ή αλλιώς «έπεσε πάνω στον».
Ή αλλιώς «Πήρε».
Κυριολεκτικά «ο μεγάλος».
Κυριολεκτικά «ευθύτητα».
Ή αλλιώς «μικρό παιδί».
Κυριολεκτικά «και δεν ξέρω να βγαίνω και να μπαίνω».
Ή πιθανώς «δύσκολο». Κυριολεκτικά «βαρύ».
Κυριολεκτικά «πολλές ημέρες».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Κυριολεκτικά «να ακούς».
Κυριολεκτικά «όλες τις ημέρες σου».
Κυριολεκτικά «θα μακρύνω τις ημέρες σου».
Κυριολεκτικά «φόβο».
Ή αλλιώς «οι άρχοντές του».
Δηλαδή τον Ευφράτη.
Το κορ ισοδυναμούσε με 220 λίτρα. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Δηλαδή δυτικά του Ευφράτη.
Αυτός ο αριθμός εμφανίζεται σε ορισμένα χειρόγραφα και στην παράλληλη αφήγηση. Άλλα χειρόγραφα λένε 40.000.
Ή αλλιώς «ιππείς».
Ή αλλιώς «καρδιά με κατανόηση».
Ή αλλιώς «Είπε».
Ή αλλιώς «πετούμενα πλάσματα».
Ή αλλιώς «αγαπούσε ανέκαθεν τον Δαβίδ».
Ή αλλιώς «πολυάριθμο».
Το κορ ισοδυναμούσε με 220 λίτρα. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Κυριολεκτικά «λάδι από κοπανισμένες ελιές».
Ή αλλιώς «διαθήκη».
Ή αλλιώς «αχθοφόρους».
Κυριολεκτικά «γιων του Ισραήλ».
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Βλέπε Παράρτημα Β8.
Ο πήχης ισοδυναμούσε με 44,5 εκ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Κυριολεκτικά «ναού του οίκου».
Ή αλλιώς «πλάτος».
Ή αλλιώς «εκτείνονταν 20 πήχεις κατά πλάτος του οίκου».
Ή αλλιώς «σχημάτιζαν λοξές γωνίες».
Εδώ εννοούνται τα Άγια.
Ή αλλιώς «κατασκεύασε εσοχές ολόγυρα στον οίκο».
Κυριολεκτικά «δεξιά».
Δηλαδή μέσα στον οίκο.
Δηλαδή τα Άγια, τα οποία βρίσκονταν μπροστά από τα Άγια των Αγίων.
Κυριολεκτικά «ξύλο ελαιώδους δέντρου», πιθανώς το είδος πεύκη η χαλέπιος.
Δηλαδή στα Άγια των Αγίων.
Κυριολεκτικά «μέσα και έξω».
Ίσως εννοείται η κατασκευή του πλαισίου των θυρών ή το μέγεθός τους.
Εδώ εννοούνται τα Άγια.
Ίσως εννοείται η κατασκευή του πλαισίου των θυρών ή το μέγεθός τους.
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Ή αλλιώς «το ανάκτορό του».
Ο πήχης ισοδυναμούσε με 44,5 εκ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Πιθανώς αναφέρεται στις δοκούς.
Ή αλλιώς «τετράπλευρα· ορθογώνια».
Ή αλλιώς «τα Προπύλαια».
Ή αλλιώς «τα Προπύλαια».
Ή αλλιώς «Το ανάκτορο».
Κυριολεκτικά «τον οίκο της Αίθουσας».
Ή αλλιώς «μπρούντζο», εδώ και τις επόμενες φορές όπου εμφανίζεται σε αυτό το κεφάλαιο.
Ή αλλιώς «χρειαζόταν σχοινί μέτρησης 12 πήχεων για να περιζωστεί ο καθένας».
Εδώ εννοούνται τα Άγια.
Ή αλλιώς «νότιο».
Σημαίνει «είθε να εδραιώσει [δηλαδή ο Ιεχωβά]».
Ή αλλιώς «βόρειο».
Πιθανώς σημαίνει «με ισχύ».
Ή αλλιώς «δεξαμενή».
Ή αλλιώς «Χρειαζόταν σχοινί μέτρησης 30 πήχεων για να περιζωστεί».
Περίπου 7,4 εκ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Το βαθ ισοδυναμούσε με 22 λίτρα. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «υδροφόρα αμαξίδια».
Ή αλλιώς «είχε διάμετρο 4 πήχεις».
Δηλαδή τη Γιορτή των Σκηνών.
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Κυριολεκτικά «ο γιος σου που θα βγει από την οσφύ σου».
Ή αλλιώς «και εκείνος θέσει κατάρα πάνω του». Δηλαδή όρκο που επέσυρε κατάρα ως τιμωρία αν κάποιος ορκιζόταν ψευδώς ή γινόταν επίορκος.
Κυριολεκτικά «στην κατάρα».
Κυριολεκτικά «την κατάρα».
Κυριολεκτικά «πονηρό».
Κυριολεκτικά «δίκαιο».
Ή αλλιώς «ταλαιπώρησες».
Ή αλλιώς «στη γη των πυλών τους».
Ή αλλιώς «της φήμης σου».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «ακούγοντάς τους σε οτιδήποτε σου ζητούν».
Ή αλλιώς «πλήρως αφοσιωμένη».
Ή αλλιώς «την είσοδο της Αιμάθ».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Κυριολεκτικά «όγδοη», δηλαδή την επόμενη ημέρα μετά τη δεύτερη εφταήμερη περίοδο.
Ή αλλιώς «του βασιλικού ανακτόρου».
Κυριολεκτικά «παροιμία».
Ή αλλιώς «το βασιλικό ανάκτορο».
Κυριολεκτικά «δεν φάνηκαν εντάξει στα μάτια του».
Ή πιθανώς «Γη Μηδαμινής Αξίας».
Το τάλαντο ισοδυναμούσε με 34,2 κιλά. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «το δικό του ανάκτορο».
Ή αλλιώς «το Μιλλώ». Εβραϊκός όρος που σημαίνει «γεμίζω».
Ή αλλιώς «γαμήλιο δώρο· προίκα».
Ή αλλιώς «οχύρωσε».
Ή αλλιώς «το Μιλλώ». Εβραϊκός όρος που σημαίνει «γεμίζω».
Ή αλλιώς «με αινίγματα».
Κυριολεκτικά «δεν ήταν κρυμμένο από».
Κυριολεκτικά «δεν έμεινε πια πνεύμα μέσα της».
Ή αλλιώς «λόγια σου».
Το τάλαντο ισοδυναμούσε με 34,2 κιλά. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «το βασιλικό ανάκτορο».
Κυριολεκτικά «σύμφωνα με το χέρι του βασιλιά Σολομώντα».
Ο σίκλος ισοδυναμούσε με 11,4 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Τέτοιες ασπίδες κρατούσαν συνήθως οι τοξότες.
Η μνα των Εβραϊκών Γραφών ισοδυναμούσε με 570 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Κυριολεκτικά «εκζητούσαν το πρόσωπο του».
Ή αλλιώς «ιππείς».
Ή αλλιώς «ιππείς».
Ή πιθανώς «από την Αίγυπτο και από την Κουέ· οι έμποροι του βασιλιά τα αγόραζαν από την Κουέ», που ίσως ήταν η Κιλικία.
Ή αλλιώς «Δεν πρέπει να έρθετε σε επιγαμία μαζί τους».
Ή αλλιώς «οι γυναίκες του ασκούσαν ισχυρή επιρροή πάνω του».
Ή αλλιώς «να απομακρυνθεί».
Ή αλλιώς «πλήρως αφοσιωμένη».
Είχε τον τίτλο της βασίλισσας αλλά δεν κυβερνούσε.
Ή πιθανώς «απογαλάκτισε».
Κυριολεκτικά «σκότωσε».
Κυριολεκτικά «να σηκώνει το χέρι του».
Ή αλλιώς «το Μιλλώ». Εβραϊκός όρος που σημαίνει «γεμίζω».
Δηλαδή απόγονο.
Ή αλλιώς «επιθυμεί η ψυχή σου».
Κυριολεκτικά «Οι ημέρες».
Ή αλλιώς «καταπιεστικό».
Κυριολεκτικά «στις σκηνές».
Κυριολεκτικά «επίλεκτους».
Ή αλλιώς «οχύρωσε».
Ή αλλιώς «οχύρωσε».
Ή αλλιώς «θαυμαστό προμήνυμα».
Ή αλλιώς «θαυμαστό προμήνυμα».
Ή αλλιώς «λιπώδεις στάχτες», δηλαδή στάχτες που τις είχε ποτίσει το λίπος των θυσιών.
Ή αλλιώς «παρέλυσε».
Ή αλλιώς «θαυμαστό προμήνυμα».
Ή αλλιώς «απάλυνε το πρόσωπο».
Κυριολεκτικά «Γέμιζε το χέρι όποιων».
Ή αλλιώς «Πρέπει να της πεις αυτό και αυτό».
Ή αλλιώς «μεταλλικά αγάλματα».
Κυριολεκτικά «θα εκκόψω».
Κυριολεκτικά «καθέναν που ουρεί στον τοίχο». Εβραϊκή περιφρονητική έκφραση που αναφέρεται στους άρρενες κάθε ηλικίας.
Κυριολεκτικά «θα εκκόψει».
Δηλαδή τον Ευφράτη.
Βλέπε Γλωσσάριο.
Κυριολεκτικά «Οι ημέρες».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «του βασιλικού ανακτόρου».
Κυριολεκτικά «των δρομέων».
Αποκαλούνταν και Αβιά.
Ή αλλιώς «πλήρως αφοσιωμένη».
Δηλαδή απόγονο.
Ο εβραϊκός όρος ίσως σχετίζεται με μια λέξη που σημαίνει «κοπριά» και χρησιμοποιείται ως περιφρονητική έκφραση.
Ή αλλιώς «ως κυρία».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «πλήρως αφοσιωμένη».
Κυριολεκτικά «όλες τις ημέρες του».
Ή αλλιώς «να οχυρώνει· να ανοικοδομεί».
Κυριολεκτικά «να βγαίνει ή να μπαίνει προς τον».
Ή αλλιώς «του βασιλικού ανακτόρου».
Ή αλλιώς «διαθήκη».
Ή αλλιώς «διαθήκη».
Ή αλλιώς «να οχυρώνει· να ανοικοδομεί».
Ή αλλιώς «οχύρωνε· ανοικοδομούσε».
Ή αλλιώς «οχύρωσε· ανοικοδόμησε».
Δηλαδή τον Ναδάβ, τον γιο του Ιεροβοάμ.
Κυριολεκτικά «έναν που ουρεί στον τοίχο». Εβραϊκή περιφρονητική έκφραση που αναφέρεται στους άρρενες κάθε ηλικίας.
Ή αλλιώς «εκδικητές του αίματός του».
Ή αλλιώς «του βασιλικού ανακτόρου».
Το τάλαντο ισοδυναμούσε με 34,2 κιλά. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Σημαίνει «αυτή που ανήκει ή αναφέρεται στο γένος Σεμέρ».
Κυριολεκτικά «κυρίου».
Ή αλλιώς «ναό».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Σημαίνει «ο Θεός μου είναι ο Ιεχωβά».
Κυριολεκτικά «ενώπιον του οποίου στέκομαι».
Ή αλλιώς «κοιλάδα του χειμάρρου».
Ή αλλιώς «κοιλάδα του χειμάρρου».
Ή αλλιώς «Τι σχέση έχω εγώ με εσένα, . . .;»
Ή αλλιώς «ψυχή».
Ή αλλιώς «ψυχή».
Ή αλλιώς «ήρθε στη ζωή».
Κυριολεκτικά «άρχισε να εκκόπτει».
Ή αλλιώς «κοιλάδες χειμάρρων».
Κυριολεκτικά «ενώπιον του οποίου στέκομαι».
Ή αλλιώς «επιφέρεις εξοστρακισμό».
Βλέπε Γλωσσάριο.
Ή αλλιώς «πάνω σε δύο δεκανίκια».
Ή πιθανώς «έχει πάει ταξίδι».
Ή αλλιώς «να συμπεριφέρονται σαν προφήτες».
Το σεάχ ισοδυναμούσε με 7,33 λίτρα. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «στην κοιλάδα του χειμάρρου».
Ή αλλιώς «έζωσε».
Ή αλλιώς «δεν κάνω την ψυχή σου σαν την ψυχή καθενός».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «να πεθάνει η ψυχή του».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Ή αλλιώς «την ψυχή».
Σημαίνει «ο Θεός είναι σωτηρία».
Κυριολεκτικά «να φιλήσω».
Ή αλλιώς «των αρχόντων των διοικητικών περιφερειών».
Ή αλλιώς «σφαγή».
Δηλαδή την επόμενη άνοιξη.
Κυριολεκτικά «να καταμετρήσεις».
Δηλαδή την άνοιξη.
Ή αλλιώς «όσια αγάπη».
Ή αλλιώς «διατηρήσει την ψυχή σου ζωντανή».
Ή αλλιώς «άφησε την ψυχή μου να ζήσει».
Ή αλλιώς «να ορίσεις δρόμους».
Ή αλλιώς «διαθήκη».
Η έκφραση «γιοι των προφητών» φαίνεται ότι αναφέρεται σε σχολή για την εκπαίδευση προφητών ή σε όμιλο προφητών.
Ή αλλιώς «θα πάρει η ψυχή σου τη θέση της ψυχής του».
Το τάλαντο ισοδυναμούσε με 34,2 κιλά. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «θα πάρει η ψυχή σου τη θέση της ψυχής του».
Κυριολεκτικά «Γιατί είναι τόσο στενοχωρημένο το πνεύμα σου».
Κυριολεκτικά «πούλησες τον εαυτό σου στο».
Κυριολεκτικά «καθέναν που ουρεί στον τοίχο». Εβραϊκή περιφρονητική έκφραση που αναφέρεται στους άρρενες κάθε ηλικίας.
Κυριολεκτικά «πούλησε τον εαυτό του στο».
Ο εβραϊκός όρος ίσως σχετίζεται με μια λέξη που σημαίνει «κοπριά» και χρησιμοποιείται ως περιφρονητική έκφραση.
Ή αλλιώς «θα απωθείς».
Ή αλλιώς «ένας άγγελος».
Κυριολεκτικά «με ειρήνη».
Ή αλλιώς «ανυποψίαστος».
Κυριολεκτικά «το στρατόπεδο».
Ή πιθανώς «εκεί όπου συνήθως έκαναν λουτρό οι πόρνες, οι σκύλοι έγλειψαν το αίμα του».
Ή αλλιώς «το ανάκτορο».
Βλέπε Γλωσσάριο.