ΝΕΕΜΙΑΣ
1 Τα λόγια του Νεεμία,*+ του γιου του Αχαλία: Τον μήνα Χισλέβ,* το εικοστό έτος, ήμουν στα Σούσα,+ την καστροπολιτεία.* 2 Τότε ήρθε ο Ανανί,+ ένας από τους αδελφούς μου, μαζί με άλλους άντρες από τον Ιούδα και τους ρώτησα για το υπόλοιπο των Ιουδαίων που είχε διαφύγει από την αιχμαλωσία,+ καθώς και για την Ιερουσαλήμ. 3 Εκείνοι απάντησαν: «Το υπόλοιπο που μένει εκεί στην επαρχία,* αυτοί που επέζησαν από την αιχμαλωσία, βρίσκεται σε άθλια κατάσταση και ταπείνωση.+ Τα τείχη της Ιερουσαλήμ είναι γκρεμισμένα+ και οι πύλες της έχουν καεί».+
4 Μόλις άκουσα αυτά τα λόγια, κάθισα και έκλαψα και πένθησα αρκετές ημέρες, και νήστευα+ και προσευχόμουν ενώπιον του Θεού των ουρανών. 5 Και είπα: «Ω! Ιεχωβά, Θεέ των ουρανών, εσύ που είσαι ο μεγάλος Θεός, που εμπνέεις δέος, που τηρείς τη διαθήκη σου και δείχνεις όσια αγάπη σε όσους σε αγαπούν και τηρούν τις εντολές σου,+ 6 σε παρακαλώ, δώσε προσοχή με το αφτί σου και στρέψε το βλέμμα σου για να ακούσεις την προσευχή του υπηρέτη σου την οποία σου απευθύνω σήμερα, ημέρα και νύχτα,+ σχετικά με τους υπηρέτες σου τους Ισραηλίτες, ενώ ομολογώ τις αμαρτίες τις οποίες έχει διαπράξει εναντίον σου ο λαός του Ισραήλ. Αμαρτήσαμε, τόσο εγώ όσο και ο οίκος του πατέρα μου.+ 7 Αναμφίβολα ενεργήσαμε διεφθαρμένα απέναντί σου,+ εφόσον δεν τηρήσαμε τις εντολές, τις διατάξεις και τις δικαστικές αποφάσεις που έδωσες στον Μωυσή τον υπηρέτη σου.+
8 »Θυμήσου, σε παρακαλώ, την προειδοποίηση που έδωσες* στον Μωυσή τον υπηρέτη σου: “Αν ενεργήσετε άπιστα, τότε θα σας διασκορπίσω ανάμεσα στους λαούς.+ 9 Αλλά αν επιστρέψετε σε εμένα και τηρήσετε τις εντολές μου και υπακούσετε σε αυτές, ακόμη και αν είστε διεσπαρμένοι ως την άκρη των ουρανών, θα σας συγκεντρώσω+ από εκεί και θα σας φέρω στον τόπο όπου επέλεξα να κατοικεί το όνομά μου”.+ 10 Αυτοί είναι υπηρέτες σου και λαός σου, τους οποίους απολύτρωσες με τη μεγάλη σου δύναμη και με το κραταιό σου χέρι.+ 11 Ω! Ιεχωβά, σε παρακαλώ, δώσε προσοχή με το αφτί σου στην προσευχή του υπηρέτη σου και στην προσευχή των υπηρετών σου που φοβούνται με ευχαρίστηση το όνομά σου και, σε παρακαλώ, χάρισε την επιτυχία στον υπηρέτη σου σήμερα, και ας μου δείξει αυτός ο άνθρωπος συμπόνια».+
Ήμουν δε οινοχόος του βασιλιά.+
2 Τον μήνα Νισάν,* το εικοστό έτος+ του βασιλιά Αρταξέρξη,+ έφεραν κρασί μπροστά του και, όπως συνήθως, πήρα το κρασί και το έδωσα στον βασιλιά.+ Αλλά ποτέ άλλοτε δεν ήμουν σκυθρωπός μπροστά του. 2 Ο βασιλιάς λοιπόν μου είπε: «Γιατί είσαι τόσο σκυθρωπός ενώ δεν είσαι άρρωστος; Σίγουρα αυτό δείχνει ότι υπάρχει θλίψη στην καρδιά σου». Τότε φοβήθηκα πάρα πολύ.
3 Και είπα στον βασιλιά: «Είθε να ζήσει ο βασιλιάς πολλά χρόνια! Πώς να μην είμαι σκυθρωπός όταν η πόλη, ο τόπος όπου είναι θαμμένοι οι προπάτορές μου, είναι ερημωμένη και οι πύλες της έχουν καταστραφεί από τη φωτιά;»+ 4 Τότε ο βασιλιάς μού είπε: «Τι ακριβώς ζητάς;» Αμέσως εγώ προσευχήθηκα στον Θεό των ουρανών.+ 5 Έπειτα είπα στον βασιλιά: «Αν φαίνεται καλό στον βασιλιά και αν ο υπηρέτης σου έχει την εύνοιά σου, στείλε με στον Ιούδα για να ανοικοδομήσω την πόλη+ όπου είναι θαμμένοι οι προπάτορές μου». 6 Τότε ο βασιλιάς μού είπε, ενώ η βασίλισσά του καθόταν δίπλα του: «Πόσο θα διαρκέσει το ταξίδι σου και πότε θα επιστρέψεις;» Φάνηκε λοιπόν καλό στον βασιλιά να με στείλει,+ και εγώ του προσδιόρισα τον καιρό της επιστροφής μου.+
7 Και είπα στον βασιλιά: «Αν φαίνεται καλό στον βασιλιά, ας μου δοθούν επιστολές για τους κυβερνήτες της περιοχής πέρα από τον Ποταμό,*+ ώστε να μου επιτρέψουν να περάσω μέχρι να φτάσω στον Ιούδα, 8 καθώς και μια επιστολή για τον Ασάφ, τον φύλακα του Βασιλικού Πάρκου,* ώστε να μου δώσει ξυλεία για τις πύλες του Φρουρίου+ του Οίκου* και για τα τείχη της πόλης+ και για το σπίτι στο οποίο θα πάω». Ο βασιλιάς λοιπόν μου έδωσε τις επιστολές,+ διότι το αγαθό χέρι του Θεού μου ήταν πάνω μου.+
9 Στη συνέχεια πήγα στους κυβερνήτες της περιοχής πέρα από τον Ποταμό και τους έδωσα τις επιστολές του βασιλιά. Ο βασιλιάς έστειλε επίσης μαζί μου αξιωματικούς του στρατού και ιππείς. 10 Όταν το άκουσαν αυτό ο Σαναβαλλάτ+ ο Ορωνίτης και ο Τωβίας,+ ο Αμμωνίτης+ αξιωματούχος,* ενοχλήθηκαν πολύ που είχε έρθει κάποιος με σκοπό να κάνει κάτι καλό για τον λαό του Ισραήλ.
11 Τελικά έφτασα στην Ιερουσαλήμ και έμεινα εκεί τρεις ημέρες. 12 Τη νύχτα σηκώθηκα, έχοντας μαζί μου λίγους άντρες, και δεν είπα σε κανέναν τι είχε βάλει ο Θεός μου στην καρδιά μου να κάνω για την Ιερουσαλήμ. Το μόνο ζώο που είχα μαζί μου ήταν αυτό στο οποίο ήμουν ανεβασμένος. 13 Και βγήκα από την Πύλη της Κοιλάδας+ μέσα στη νύχτα, περνώντας μπροστά από την Πηγή του Μεγάλου Φιδιού με κατεύθυνση την Πύλη των Σωρών της Στάχτης,+ και επιθεώρησα τα τείχη της Ιερουσαλήμ που ήταν γκρεμισμένα και τις πύλες της που είχαν καταστραφεί από τη φωτιά.+ 14 Και προχώρησα ως την Πύλη της Πηγής+ και τη Δεξαμενή του Βασιλιά, και δεν υπήρχε χώρος για να περάσει το ζώο στο οποίο ήμουν ανεβασμένος. 15 Εγώ όμως συνέχισα να ανεβαίνω την κοιλάδα*+ μέσα στη νύχτα και να επιθεωρώ το τείχος. Μετά γύρισα και μπήκα από την Πύλη της Κοιλάδας, και τελικά ήρθα πίσω.
16 Οι υποκυβερνήτες+ δεν ήξεραν πού είχα πάει και τι έκανα, γιατί δεν είχα πει ακόμη τίποτα στους Ιουδαίους, στους ιερείς, στους ευγενείς, στους υποκυβερνήτες και σε όλους τους άλλους που θα ασχολούνταν με το έργο. 17 Τελικά τους είπα: «Βλέπετε σε πόσο άθλια κατάσταση βρισκόμαστε, πώς η Ιερουσαλήμ είναι ερημωμένη και οι πύλες της έχουν καεί με φωτιά. Ελάτε να ανοικοδομήσουμε τα τείχη της Ιερουσαλήμ, για να μη συνεχιστεί πια αυτή η ταπείνωση». 18 Έπειτα τους είπα πώς με βοήθησε το αγαθό χέρι του Θεού μου+ και τους ανέφερα τα λόγια που μου είχε πει ο βασιλιάς.+ Τότε εκείνοι αποκρίθηκαν: «Ας σηκωθούμε να χτίσουμε». Και ενίσχυσαν ο ένας τον άλλον* για να κάνουν αυτό το καλό έργο.+
19 Όταν το άκουσαν αυτό ο Σαναβαλλάτ ο Ορωνίτης και ο Τωβίας,+ ο Αμμωνίτης+ αξιωματούχος,* καθώς και ο Γησέμ ο Άραβας,+ άρχισαν να μας χλευάζουν+ και να μας λένε περιφρονητικά: «Τι πάτε να κάνετε; Στασιάζετε εναντίον του βασιλιά;»+ 20 Αλλά εγώ απάντησα: «Ο Θεός των ουρανών είναι Εκείνος που θα μας χαρίσει την επιτυχία,+ και εμείς, οι υπηρέτες του, θα σηκωθούμε και θα χτίσουμε· εσείς όμως δεν έχετε ούτε μερίδα ούτε δικαίωμα ούτε ιστορική κληρονομιά* στην Ιερουσαλήμ».+
3 Ο Ελιασίβ+ ο αρχιερέας και οι αδελφοί του οι ιερείς σηκώθηκαν να χτίσουν την Πύλη των Προβάτων.+ Την αγίασαν*+ και έστησαν τις πόρτες της· την αγίασαν μέχρι τον Πύργο Μεά+ και μέχρι τον Πύργο του Χανανήλ.+ 2 Δίπλα τους έχτιζαν οι άντρες της Ιεριχώς+ και δίπλα τους έχτιζε ο Ζακχούρ, ο γιος του Ιμρί.
3 Οι γιοι του Ασσεναά έχτισαν την Πύλη των Ψαριών·+ έκαναν τις ξυλουργικές εργασίες της+ και κατόπιν έστησαν τις πόρτες, τους σύρτες και τις αμπάρες της. 4 Δίπλα τους έκανε επισκευές ο Μερημώθ,+ ο γιος του Ουριγία, γιου του Ακκώς, και δίπλα τους έκανε επισκευές ο Μεσουλλάμ,+ ο γιος του Βερεχία, γιου του Μεσηζαβήλ, και δίπλα τους έκανε επισκευές ο Σαδώκ, ο γιος του Βαανά. 5 Δίπλα τους έκαναν επισκευές οι Θεκωίτες,+ αλλά οι προύχοντές τους δεν καταδέχτηκαν να συμμετάσχουν στο έργο υπό τις οδηγίες* των προϊσταμένων τους.
6 Ο Ιεχωδαέ, ο γιος του Φασεά, και ο Μεσουλλάμ, ο γιος του Βεσωδία, επισκεύασαν την Πύλη της Παλιάς Πόλης·+ έκαναν τις ξυλουργικές εργασίες της και κατόπιν έστησαν τις πόρτες, τους σύρτες και τις αμπάρες της. 7 Δίπλα τους έκαναν επισκευές ο Μελαθίας ο Γαβαωνίτης+ και ο Ιαδών ο Μερωνοθίτης, άντρες της Γαβαών και της Μισπά,+ οι οποίοι βρίσκονταν υπό την εξουσία* του κυβερνήτη της περιοχής πέρα από τον Ποταμό.*+ 8 Δίπλα τους έκανε επισκευές ο Οζιήλ, ο γιος του Αρχαΐα, ένας από τους χρυσοχόους, και δίπλα του έκανε επισκευές ο Ανανίας, ένας από τους μυροποιούς·* και έστρωσαν με πλάκες την Ιερουσαλήμ μέχρι το Πλατύ Τείχος.+ 9 Και δίπλα τους έκανε επισκευές ο Ρεφαΐας, ο γιος του Χουρ, άρχοντας της μισής περιφέρειας της Ιερουσαλήμ. 10 Και δίπλα τους έκανε επισκευές ο Ιεδαΐας, ο γιος του Αρουμάφ, μπροστά από το σπίτι του, και δίπλα του έκανε επισκευές ο Χαττούς, ο γιος του Ασαβνεΐα.
11 Ο Μαλχίας, ο γιος του Χαρίμ,+ και ο Ασσούβ, ο γιος του Φαάθ-μωάβ,+ επισκεύασαν ένα άλλο τμήμα,* καθώς και τον Πύργο των Φούρνων.+ 12 Και δίπλα τους έκανε επισκευές μαζί με τις κόρες του ο Σαλλούμ, ο γιος του Αλλωής, άρχοντας της μισής περιφέρειας της Ιερουσαλήμ.
13 Ο Ανούν και οι κάτοικοι της Ζανωά+ επισκεύασαν την Πύλη της Κοιλάδας·+ την έχτισαν και κατόπιν έστησαν τις πόρτες, τους σύρτες και τις αμπάρες της· επισκεύασαν επίσης 1.000 πήχεις* από το τείχος μέχρι την Πύλη των Σωρών της Στάχτης.+ 14 Ο Μαλχίας, ο γιος του Ρηχάβ, άρχοντας της περιφέρειας της Βαιθ-ακκερέμ,+ επισκεύασε την Πύλη των Σωρών της Στάχτης· την έχτισε και έστησε τις πόρτες, τους σύρτες και τις αμπάρες της.
15 Ο Σαλλούν, ο γιος του Χολχοζέ, άρχοντας της περιφέρειας της Μισπά,+ επισκεύασε την Πύλη της Πηγής·+ την έχτισε, έφτιαξε τη στέγη της και έστησε τις πόρτες, τους σύρτες και τις αμπάρες της· επισκεύασε επίσης το τείχος της Δεξαμενής+ του Καναλιού μέχρι τον Κήπο του Βασιλιά+ και ως τα Σκαλιά+ που κατεβαίνουν από την Πόλη του Δαβίδ.+
16 Έπειτα από αυτόν έκανε επισκευές ο Νεεμίας, ο γιος του Αζβούκ, άρχοντας της μισής περιφέρειας της Βαιθ-σουρ,+ από τους Τάφους του Δαβίδ+ μέχρι τη δεξαμενή+ που είχε κατασκευαστεί και μέχρι τον Οίκο των Κραταιών.
17 Έπειτα από αυτόν έκαναν επισκευές οι Λευίτες: ο Ρεούμ, ο γιος του Βανί, και δίπλα του ο Ασαβίας, άρχοντας της μισής περιφέρειας της Κεϊλά,+ ο οποίος έκανε επισκευές εκ μέρους της περιφέρειάς του. 18 Έπειτα από αυτόν έκαναν επισκευές οι αδελφοί τους: ο Βαβαΐ, ο γιος του Ηναδάδ, άρχοντας της μισής περιφέρειας της Κεϊλά.
19 Και δίπλα του ο Εζέρ, ο γιος του Ιησού,+ άρχοντας της Μισπά, επισκεύαζε ένα άλλο τμήμα μπροστά από τον ανήφορο που οδηγεί στο Οπλοστάσιο, το οποίο βρίσκεται στο Αντιστήριγμα.+
20 Έπειτα από αυτόν ο Βαρούχ, ο γιος του Ζαββαΐ,+ εργάστηκε με ζήλο και επισκεύασε ένα άλλο τμήμα, από το Αντιστήριγμα μέχρι την είσοδο του σπιτιού του Ελιασίβ+ του αρχιερέα.
21 Έπειτα από αυτόν ο Μερημώθ,+ ο γιος του Ουριγία, γιου του Ακκώς, επισκεύασε ένα άλλο τμήμα, από την είσοδο του σπιτιού του Ελιασίβ μέχρι την άκρη του σπιτιού του.
22 Και έπειτα από αυτόν έκαναν επισκευές οι ιερείς, άντρες της περιφέρειας του Ιορδάνη.*+ 23 Έπειτα από αυτούς έκαναν επισκευές ο Βενιαμίν και ο Ασσούβ μπροστά από το σπίτι τους. Έπειτα από αυτούς έκανε επισκευές ο Αζαρίας, ο γιος του Μαασία, γιου του Ανανεία, κοντά στο δικό του σπίτι. 24 Έπειτα από αυτόν ο Βιννουί, ο γιος του Ηναδάδ, επισκεύασε ένα άλλο τμήμα, από το σπίτι του Αζαρία μέχρι το Αντιστήριγμα+ και μέχρι τη γωνία.
25 Έπειτα από αυτόν έκανε επισκευές ο Φαλάλ, ο γιος του Ουζαΐ, μπροστά από το Αντιστήριγμα και τον πύργο που εξέχει από την Κατοικία* του Βασιλιά,+ το άνω οικοδόμημα στην Αυλή της Φρουράς.+ Ο επόμενος ήταν ο Φεδαΐας, ο γιος του Φαρώς.+
26 Και οι υπηρέτες του ναού*+ που ζούσαν στο Οφήλ+ έκαναν επισκευές μέχρι την Πύλη των Υδάτων+ στην ανατολή και τον πύργο που προεξέχει.
27 Έπειτα από αυτούς οι Θεκωίτες+ επισκεύασαν ένα άλλο τμήμα, αρχίζοντας από τον μεγάλο πύργο που προεξέχει μέχρι το τείχος του Οφήλ.
28 Οι ιερείς έκαναν επισκευές πέρα από την Πύλη των Αλόγων,+ ο καθένας μπροστά από το σπίτι του.
29 Έπειτα από αυτούς έκανε επισκευές ο Σαδώκ,+ ο γιος του Ιμμήρ, μπροστά από το σπίτι του.
Και έπειτα από αυτόν έκανε επισκευές ο Σεμαΐας, ο γιος του Σεχανία, ο φύλακας της Ανατολικής Πύλης.+
30 Έπειτα από αυτόν ο Ανανίας, ο γιος του Σελεμία, και ο Ανούν, ο έκτος γιος του Σαλάφ, επισκεύασαν ένα άλλο τμήμα.
Έπειτα από αυτόν έκανε επισκευές ο Μεσουλλάμ,+ ο γιος του Βερεχία, μπροστά από την αίθουσά του.
31 Έπειτα από αυτόν έκανε επισκευές ο Μαλχίας, μέλος της συντεχνίας των χρυσοχόων, μέχρι την κατοικία των υπηρετών του ναού*+ και των εμπόρων, κοντά στην Πύλη της Επιθεώρησης, και μέχρι το ανώγειο της γωνίας.
32 Και ανάμεσα στο ανώγειο της γωνίας και στην Πύλη των Προβάτων+ έκαναν επισκευές οι χρυσοχόοι και οι έμποροι.
4 Μόλις ο Σαναβαλλάτ+ άκουσε ότι ανοικοδομούσαμε το τείχος, θύμωσε και αγανάκτησε* πολύ και συνέχισε να χλευάζει τους Ιουδαίους. 2 Και μπροστά στους αδελφούς του και στο στράτευμα της Σαμάρειας έλεγε: «Τι κάνουν αυτοί οι ανήμποροι Ιουδαίοι; Θα τα καταφέρουν μόνοι τους; Θα προσφέρουν θυσίες; Θα τελειώσουν σε μία ημέρα; Θα δώσουν ζωή στις καμένες πέτρες που βγάζουν από τους σωρούς των χαλασμάτων;»+
3 Και ο Τωβίας+ ο Αμμωνίτης,+ ο οποίος στεκόταν δίπλα του, είπε: «Ακόμη και αλεπού να ανεβεί στο πέτρινο τείχος που χτίζουν, θα τους το γκρεμίσει».
4 Άκου, Θεέ μας, διότι μας φέρονται περιφρονητικά·+ κάνε τον χλευασμό τους να επιστρέψει πάνω στο κεφάλι τους+ και παράδωσέ τους ως λάφυρα σε γη αιχμαλωσίας. 5 Και μην καλύψεις την ενοχή τους ούτε να επιτρέψεις να διαγραφεί η αμαρτία τους από μπροστά σου,+ διότι πρόσβαλαν τους οικοδόμους.
6 Εξακολουθήσαμε λοιπόν να χτίζουμε το τείχος, και ολόκληρο το τείχος συνδέθηκε και έφτασε στα μισά του ύψους του, και ο λαός συνέχισε να εργάζεται με όλη του την καρδιά.
7 Μόλις ο Σαναβαλλάτ, ο Τωβίας,+ οι Άραβες,+ οι Αμμωνίτες και οι Αζώτιοι+ άκουσαν ότι η επισκευή των τειχών της Ιερουσαλήμ προχωρούσε και ότι τα ανοίγματα έκλειναν, θύμωσαν πολύ. 8 Συνωμότησαν λοιπόν να έρθουν και να πολεμήσουν εναντίον της Ιερουσαλήμ και να προκαλέσουν αναστάτωση. 9 Αλλά εμείς προσευχηθήκαμε στον Θεό μας και τοποθετήσαμε εξαιτίας τους φρουρά ημέρα και νύχτα.
10 Ωστόσο, οι Ιουδαίοι έλεγαν: «Η δύναμη των εργατών* εξαντλείται και υπάρχουν πάρα πολλά χαλάσματα· δεν θα καταφέρουμε ποτέ να χτίσουμε το τείχος».
11 Και οι εχθροί μας έλεγαν: «Προτού το καταλάβουν και προτού μας δουν, θα βρεθούμε ανάμεσά τους και θα τους σκοτώσουμε και θα σταματήσουμε το έργο».
12 Όποτε έρχονταν σε εμάς οι Ιουδαίοι που ζούσαν κοντά τους, μας έλεγαν συνέχεια:* «Θα έρθουν εναντίον μας από όλες τις κατευθύνσεις».
13 Τοποθέτησα λοιπόν άντρες στα χαμηλότερα σημεία του χώρου έξω από το τείχος, στα μέρη που ήταν εκτεθειμένα, και τους τοποθέτησα κατά οικογένειες με τα σπαθιά τους, τα κοντάρια τους και τα τόξα τους. 14 Όταν είδα τον φόβο τους, σηκώθηκα αμέσως και είπα στους ευγενείς+ και στους υποκυβερνήτες και στον υπόλοιπο λαό: «Μην τους φοβάστε.+ Να θυμάστε τον Ιεχωβά που είναι μεγάλος και εμπνέει δέος·+ και πολεμήστε για τους αδελφούς σας, τους γιους και τις κόρες σας, τις συζύγους σας και τα σπίτια σας».
15 Αφού οι εχθροί μας άκουσαν ότι είχαμε μάθει τι σκόπευαν να κάνουν και ότι ο αληθινός Θεός είχε ανατρέψει το σχέδιό τους, γυρίσαμε όλοι στην εργασία μας στο τείχος. 16 Από εκείνη την ημέρα, οι μισοί από τους άντρες μου εργάζονταν+ και οι άλλοι μισοί κρατούσαν τα κοντάρια, τις ασπίδες, τα τόξα και τους φολιδωτούς θώρακες. Και οι άρχοντες+ υποστήριζαν* όλο τον οίκο του Ιούδα 17 που έχτιζε το τείχος. Όσοι μετέφεραν τα φορτία έκαναν με το ένα χέρι την εργασία τους και με το άλλο κρατούσαν το όπλο.* 18 Και ο καθένας από τους οικοδόμους έχτιζε με το σπαθί ζωσμένο στον γοφό του, και εκείνος που θα σάλπιζε με το κέρας+ στεκόταν δίπλα μου.
19 Τότε είπα στους ευγενείς, στους υποκυβερνήτες και στον υπόλοιπο λαό: «Το έργο είναι μεγάλο και εκτεταμένο και εμείς είμαστε απλωμένοι πάνω στο τείχος, μακριά ο ένας από τον άλλον. 20 Όταν ακούσετε τον ήχο του κέρατος, συγκεντρωθείτε κοντά μας. Ο Θεός μας θα πολεμήσει για εμάς».+
21 Εμείς λοιπόν συνεχίσαμε να εργαζόμαστε ενώ οι άλλοι μισοί κρατούσαν τα κοντάρια, από τη στιγμή που χάραζε η αυγή μέχρι που έβγαιναν τα άστρα. 22 Τότε είπα στον λαό: «Οι άντρες, ο καθένας με τον υπηρέτη του, ας περνούν τη νύχτα μέσα στην Ιερουσαλήμ. Τη νύχτα θα μας φρουρούν και την ημέρα θα εργάζονται». 23 Έτσι λοιπόν, ούτε εγώ ούτε οι αδελφοί μου ούτε οι υπηρέτες μου+ ούτε οι φρουροί που με ακολουθούσαν βγάζαμε ποτέ τα ρούχα μας, και ο καθένας μας είχε το όπλο του στο δεξί του χέρι.
5 Υψώθηκε, ωστόσο, μεγάλη κραυγή από τους άντρες του λαού και τις συζύγους τους εναντίον των Ιουδαίων αδελφών τους.+ 2 Μερικοί έλεγαν: «Εμείς με τους γιους μας και τις κόρες μας είμαστε πολλοί. Χρειαζόμαστε σιτηρά για να φάμε και να μείνουμε ζωντανοί». 3 Άλλοι έλεγαν: «Δίνουμε τους αγρούς μας και τα αμπέλια μας και τα σπίτια μας ως εγγύηση για να πάρουμε σιτηρά εξαιτίας της έλλειψης τροφίμων». 4 Άλλοι πάλι έλεγαν: «Δανειστήκαμε χρήματα υποθηκεύοντας τους αγρούς μας και τα αμπέλια μας για να πληρώσουμε τα τέλη του βασιλιά.+ 5 Αν και μέσα μας κυλάει το ίδιο αίμα με τους αδελφούς μας* και τα παιδιά μας δεν είναι κατώτερα από τα δικά τους, εμείς αναγκαζόμαστε να στείλουμε τους γιους μας και τις κόρες μας δούλους, και μερικές από τις κόρες μας βρίσκονται ήδη σε δουλεία.+ Ωστόσο, δεν έχουμε τη δύναμη να το σταματήσουμε αυτό, επειδή οι αγροί μας και τα αμπέλια μας ανήκουν σε άλλους».
6 Όταν άκουσα την κραυγή τους και αυτά τα λόγια, θύμωσα πολύ. 7 Σκέφτηκα λοιπόν μέσα μου αυτά τα πράγματα και ήρθα σε αντιπαράθεση με τους ευγενείς και τους υποκυβερνήτες και τους είπα: «Ο καθένας από εσάς απαιτεί τόκο από τον* ίδιο του τον αδελφό».+
Επιπλέον, διευθέτησα να γίνει μια μεγάλη σύναξη εξαιτίας τους. 8 Και τους είπα: «Όσο ήταν δυνατόν, εμείς αγοράσαμε τους Ιουδαίους αδελφούς μας που είχαν πουληθεί στα έθνη· και εσείς θα πουλήσετε τώρα τους ίδιους σας τους αδελφούς+ ώστε να πρέπει να αγοράσουμε και αυτούς;» Τότε έμειναν άλαλοι και δεν βρήκαν να πουν λέξη. 9 Έπειτα είπα: «Αυτό που κάνετε δεν είναι καλό. Δεν πρέπει να περπατάτε με φόβο για τον Θεό μας+ ώστε να μη μας χλευάζουν τα έθνη, οι εχθροί μας; 10 Επιπλέον, εγώ, οι αδελφοί μου και οι υπηρέτες μου δανείζουμε χρήματα και σιτηρά σε αυτούς. Ας σταματήσουμε, σας παρακαλώ, αυτόν τον δανεισμό με τόκο.+ 11 Σας παρακαλώ, δώστε τους πίσω σήμερα κιόλας τους αγρούς τους,+ τα αμπέλια τους, τους ελαιώνες τους και τα σπίτια τους, καθώς και το εκατοστό* από τα χρήματα, τα σιτηρά, το καινούριο κρασί και το λάδι, το οποίο απαιτείτε ως τόκο από αυτούς».
12 Τότε εκείνοι είπαν: «Θα τους τα δώσουμε πίσω και δεν θα τους ζητήσουμε τίποτα ως αντάλλαγμα. Θα κάνουμε ακριβώς όπως λες». Έτσι λοιπόν, κάλεσα τους ιερείς και έβαλα εκείνους τους άντρες να ορκιστούν ότι θα τηρήσουν αυτή την υπόσχεση. 13 Επίσης, τίναξα τις πτυχώσεις του ρούχου μου* και είπα: «Έτσι να τινάξει ο αληθινός Θεός έξω από το σπίτι του και από τα αποκτήματά του κάθε άνθρωπο που δεν τηρεί αυτή την υπόσχεση, και έτσι να τιναχτεί αυτός και να μείνει άδειος». Τότε όλη η εκκλησία είπε «Αμήν!»* και αίνεσαν τον Ιεχωβά. Και ο λαός έκανε ό,τι υποσχέθηκε.
14 Επιπρόσθετα, από την ημέρα που με διόρισε κυβερνήτη τους+ στη γη του Ιούδα, από το εικοστό έτος+ ως το τριακοστό δεύτερο έτος+ του βασιλιά Αρταξέρξη,+ 12 χρόνια, ούτε εγώ ούτε οι αδελφοί μου φάγαμε την τροφή που χορηγείται για τον κυβερνήτη.+ 15 Αλλά οι προηγούμενοι κυβερνήτες, που ήταν πριν από εμένα, είχαν καταβαρύνει τον λαό και έπαιρναν καθημερινά από αυτούς 40 σίκλους* ασήμι για ψωμί και κρασί. Επίσης, οι υπηρέτες τους είχαν καταδυναστεύσει τον λαό. Εγώ όμως δεν ενήργησα έτσι+ επειδή φοβόμουν τον Θεό.+
16 Επιπλέον, έδωσα χέρι βοήθειας στο έργο αυτού του τείχους, και ούτε έναν αγρό δεν αποκτήσαμε·+ όλοι οι υπηρέτες μου ήταν συγκεντρωμένοι εκεί για το έργο. 17 Στο τραπέζι μου έτρωγαν 150 Ιουδαίοι και υποκυβερνήτες, καθώς και εκείνοι που έρχονταν σε εμάς από τα έθνη. 18 Κάθε ημέρα ετοίμαζαν για εμένα* έναν ταύρο, έξι εκλεκτά πρόβατα, καθώς και πουλιά, και μία φορά στις 10 ημέρες είχαμε κάθε λογής κρασί με αφθονία. Παρ’ όλα αυτά, δεν απαίτησα την τροφή που χορηγείται για τον κυβερνήτη, επειδή ο λαός είχε ήδη στους ώμους του βαρύ φορτίο υπηρεσίας. 19 Θυμήσου με, Θεέ μου, με εύνοια* για όλα όσα έκανα προς όφελος αυτού του λαού.+
6 Και μόλις ο Σαναβαλλάτ, ο Τωβίας,+ ο Γησέμ ο Άραβας+ και οι υπόλοιποι εχθροί μας πληροφορήθηκαν ότι είχα ανοικοδομήσει το τείχος+ και δεν είχαν μείνει σε αυτό ανοίγματα (αν και μέχρι τότε δεν είχα στήσει τις πόρτες στις πύλες),+ 2 ο Σαναβαλλάτ και ο Γησέμ μού έστειλαν αμέσως το εξής μήνυμα: «Ας κανονίσουμε να συναντηθούμε στα χωριά του λεκανοπεδίου της Ωνώ».+ Αλλά σχεδίαζαν να μου κάνουν κακό. 3 Τους έστειλα λοιπόν αγγελιοφόρους, λέγοντας: «Ασχολούμαι με ένα μεγάλο έργο και δεν μπορώ να κατεβώ. Γιατί να σταματήσει το έργο ενόσω θα το αφήσω για να έρθω σε εσάς;» 4 Μου έστειλαν το ίδιο μήνυμα τέσσερις φορές και εγώ τους έδινα κάθε φορά την ίδια απάντηση.
5 Έπειτα ο Σαναβαλλάτ μού έστειλε το ίδιο μήνυμα μέσω του υπηρέτη του πέμπτη φορά, με ανοιχτή επιστολή που είχε εκείνος στο χέρι του. 6 Σε αυτήν ήταν γραμμένο: «Ακούγεται ανάμεσα στα έθνη, και το λέει και ο Γησέμ,+ ότι εσύ και οι Ιουδαίοι σχεδιάζετε να στασιάσετε.+ Γι’ αυτό χτίζετε το τείχος· και σύμφωνα με όσα λέγονται, εσύ θα γίνεις βασιλιάς τους. 7 Επίσης, διόρισες προφήτες να διαλαλούν για εσένα σε όλη την Ιερουσαλήμ: “Υπάρχει βασιλιάς στον Ιούδα!” Τώρα λοιπόν, αυτά θα ειπωθούν στον βασιλιά. Γι’ αυτό, έλα να συζητήσουμε το ζήτημα».
8 Ωστόσο, του έστειλα την εξής απάντηση: «Τίποτα από αυτά που λες δεν έχει συμβεί· από το μυαλό* σου τα έβγαλες». 9 Διότι όλοι τους προσπαθούσαν να μας φοβίσουν, λέγοντας: «Τα χέρια τους θα ατονήσουν και δεν θα ολοκληρώσουν το έργο».+ Τώρα όμως, εγώ προσεύχομαι να ενισχύσεις τα χέρια μου.+
10 Έπειτα, πήγα στο σπίτι του Σεμαΐα, γιου του Δελαΐα, γιου του Μεεταβεήλ, στο οποίο βρισκόταν κλεισμένος. Και μου είπε: «Ας κανονίσουμε να συναντηθούμε στον οίκο του αληθινού Θεού, μέσα στον ναό, και ας κλείσουμε τις πόρτες του ναού, διότι θα έρθουν να σε σκοτώσουν. Θα έρθουν να σε σκοτώσουν τη νύχτα». 11 Εγώ όμως είπα: «Είναι σωστό να τρέξει να κρυφτεί ένας άνθρωπος σαν εμένα; Μπορεί ένας άνθρωπος σαν εμένα να μπει στον ναό και να ζήσει;+ Δεν θα μπω!» 12 Τότε συνειδητοποίησα ότι δεν τον είχε στείλει ο Θεός, αλλά τον είχαν μισθώσει ο Τωβίας και ο Σαναβαλλάτ+ για να πει αυτή την προφητεία εναντίον μου. 13 Τον είχαν μισθώσει για να με φοβίσει και να με κάνει να αμαρτήσω, ώστε να έχουν βάση να σπιλώσουν την υπόληψή μου και να με κατακρίνουν.
14 Θυμήσου, Θεέ μου, τον Τωβία+ και τον Σαναβαλλάτ και όλες αυτές τις ενέργειες, καθώς και τη Νωαδία την προφήτισσα και τους υπόλοιπους προφήτες που προσπαθούσαν συνεχώς να με φοβίσουν.
15 Τελικά, το τείχος αποπερατώθηκε την εικοστή πέμπτη ημέρα του Ελούλ,* μέσα σε 52 ημέρες.
16 Μόλις το άκουσαν αυτό όλοι οι εχθροί μας και το είδαν όλα τα γύρω έθνη, ένιωσαν πολύ ντροπιασμένοι*+ και κατάλαβαν ότι με τη βοήθεια του Θεού μας είχε γίνει αυτό το έργο. 17 Εκείνες τις ημέρες, οι ευγενείς+ του Ιούδα έστελναν πολλές επιστολές στον Τωβία και ο Τωβίας τούς απαντούσε. 18 Πολλοί στον Ιούδα είχαν δώσει όρκο πίστης σε αυτόν, διότι ήταν γαμπρός του Σεχανία, γιου του Εράχ,+ και ο γιος του ο Ιεχωανάν είχε παντρευτεί την κόρη του Μεσουλλάμ,+ γιου του Βερεχία. 19 Επίσης, μου έλεγαν συνεχώς καλά πράγματα για αυτόν και ό,τι έλεγα του το μετέφεραν. Έπειτα ο Τωβίας έστελνε επιστολές για να με φοβίσει.+
7 Μόλις ανοικοδομήθηκε το τείχος,+ έστησα τις πόρτες·+ κατόπιν διορίστηκαν οι φύλακες των πυλών,+ οι υμνωδοί+ και οι Λευίτες.+ 2 Έπειτα όρισα υπεύθυνο στην Ιερουσαλήμ τον αδελφό μου τον Ανανί+ μαζί με τον Ανανία, τον διοικητή του Φρουρίου,+ διότι ήταν πολύ αξιόπιστος άνθρωπος και φοβόταν τον αληθινό Θεό+ περισσότερο από πολλούς άλλους. 3 Τους είπα λοιπόν: «Οι πύλες της Ιερουσαλήμ δεν πρέπει να ανοίγουν προτού ζεστάνει ο ήλιος, και ενόσω οι φύλακες θα βρίσκονται ακόμη στη θέση τους, πρέπει να κλείνουν τις πόρτες και να τις μανταλώνουν. Επίσης, να τοποθετήσετε φρουρούς τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, τον καθέναν στην καθορισμένη σκοπιά του και τον καθέναν μπροστά από το σπίτι του». 4 Η πόλη τότε ήταν ευρύχωρη και μεγάλη, και λίγοι κατοικούσαν σε αυτήν,+ και τα σπίτια δεν είχαν ανοικοδομηθεί.
5 Αλλά ο Θεός μου έβαλε στην καρδιά μου να συγκεντρώσω τους ευγενείς και τους υποκυβερνήτες και τον λαό για να καταγραφούν γενεαλογικά.+ Τότε βρήκα το βιβλίο της γενεαλογικής καταγραφής εκείνων που ήρθαν αρχικά, και σε αυτό βρήκα γραμμένα τα εξής:
6 Και αυτοί ήταν οι κάτοικοι της επαρχίας* που ήρθαν από την αιχμαλωσία των εξορίστων, τους οποίους ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ+ της Βαβυλώνας είχε εξορίσει+ και οι οποίοι αργότερα επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και στον Ιούδα, ο καθένας στην πόλη του,+ 7 εκείνοι που ήρθαν με τον Ζοροβάβελ,+ τον Ιησού,+ τον Νεεμία, τον Αζαρία, τον Ρααμία, τον Νααμανί, τον Μαροδοχαίο, τον Βιλσάν, τον Μισπερέθ, τον Βιγβαΐ, τον Νεούμ και τον Βαανάχ.
Στον αριθμό των Ισραηλιτών αντρών περιλαμβάνονταν:+ 8 οι γιοι του Φαρώς, 2.172· 9 οι γιοι του Σεφατία, 372· 10 οι γιοι του Εράχ,+ 652· 11 οι γιοι του Φαάθ-μωάβ,+ από τους γιους του Ιησού και του Ιωάβ,+ 2.818· 12 οι γιοι του Ελάμ,+ 1.254· 13 οι γιοι του Ζατθού, 845· 14 οι γιοι του Ζακχαΐ, 760· 15 οι γιοι του Βιννουί, 648· 16 οι γιοι του Βηβαΐ, 628· 17 οι γιοι του Αζγάδ, 2.322· 18 οι γιοι του Αδωνικάμ, 667· 19 οι γιοι του Βιγβαΐ, 2.067· 20 οι γιοι του Αδίν, 655· 21 οι γιοι του Ατήρ, από τον Εζεκία, 98· 22 οι γιοι του Ασούμ, 328· 23 οι γιοι του Βεσαΐ, 324· 24 οι γιοι του Αρίφ, 112· 25 οι γιοι της Γαβαών,+ 95· 26 οι άντρες της Βηθλεέμ και της Νετωφά, 188· 27 οι άντρες της Αναθώθ,+ 128· 28 οι άντρες της Βαιθ-αζμαβέθ, 42· 29 οι άντρες της Κιριάθ-ιαρίμ,+ της Κεφιρά και της Βηρώθ,+ 743· 30 οι άντρες της Ραμά και της Γααβά,+ 621· 31 οι άντρες της Μιχεμάς,+ 122· 32 οι άντρες της Βαιθήλ+ και της Γαι,+ 123· 33 οι άντρες της άλλης Νεβώ, 52· 34 οι γιοι του άλλου Ελάμ, 1.254· 35 οι γιοι του Χαρίμ, 320· 36 οι γιοι της Ιεριχώς, 345· 37 οι γιοι της Λωδ, της Αδίδ και της Ωνώ,+ 721· 38 οι γιοι της Σεναά, 3.930.
39 Οι ιερείς:+ οι γιοι του Ιεδαΐα, από τον οίκο του Ιησού, 973· 40 οι γιοι του Ιμμήρ, 1.052· 41 οι γιοι του Πασχώρ,+ 1.247· 42 οι γιοι του Χαρίμ,+ 1.017.
43 Οι Λευίτες:+ οι γιοι του Ιησού, του Καδμιήλ,+ από τους γιους του Ωδεβά, 74. 44 Οι υμνωδοί:+ οι γιοι του Ασάφ,+ 148. 45 Οι φύλακες των πυλών:+ οι γιοι του Σαλλούμ, οι γιοι του Ατήρ, οι γιοι του Ταλμών, οι γιοι του Ακκούβ,+ οι γιοι του Ατιτά, οι γιοι του Σωβαΐ, 138.
46 Οι υπηρέτες του ναού:*+ οι γιοι του Σιχά, οι γιοι του Ασουφά, οι γιοι του Ταββαώθ, 47 οι γιοι του Κηρώς, οι γιοι του Σιά, οι γιοι του Φαδών, 48 οι γιοι του Λεβανά, οι γιοι του Αγαβά, οι γιοι του Σαλμαΐ, 49 οι γιοι του Ανάν, οι γιοι του Γιδδήλ, οι γιοι του Γαάρ, 50 οι γιοι του Ρεαΐα, οι γιοι του Ρεζίν, οι γιοι του Νεκωδά, 51 οι γιοι του Γαζάμ, οι γιοι του Οζά, οι γιοι του Φασεά, 52 οι γιοι του Βησαΐ, οι γιοι των Μεουνίμ, οι γιοι του Νεφουσεσίμ, 53 οι γιοι του Βακβούκ, οι γιοι του Ακουφά, οι γιοι του Αρούρ, 54 οι γιοι του Βασλίθ, οι γιοι του Μεϊδά, οι γιοι του Αρσά, 55 οι γιοι του Βαρκώς, οι γιοι του Σισάρα, οι γιοι του Θεμάχ, 56 οι γιοι του Νεζία, οι γιοι του Ατιφά.
57 Οι γιοι των υπηρετών του Σολομώντα:+ οι γιοι του Σωταΐ, οι γιοι του Σωφέρεθ, οι γιοι του Φεριδά, 58 οι γιοι του Ιααλά, οι γιοι του Δαρκών, οι γιοι του Γιδδήλ, 59 οι γιοι του Σεφατία, οι γιοι του Αττίλ, οι γιοι του Φοχερέθ-χαζεβαΐμ, οι γιοι του Αμών. 60 Όλοι οι υπηρέτες του ναού*+ και οι γιοι των υπηρετών του Σολομώντα ήταν 392.
61 Και οι παρακάτω ήρθαν από την Τελ-μελάχ, την Τελ-αρσά, τη Χερούβ, την Αδδάν και την Ιμμήρ, αλλά δεν μπόρεσαν να αποδείξουν ποιος ήταν ο πατρικός τους οίκος και η καταγωγή τους, αν ήταν Ισραηλίτες:+ 62 οι γιοι του Δελαΐα, οι γιοι του Τωβία, οι γιοι του Νεκωδά, 642. 63 Και από τους ιερείς: οι γιοι του Αβαΐα, οι γιοι του Ακκώς,+ οι γιοι του Βαρζελαΐ, ο οποίος πήρε σύζυγο από τις κόρες του Βαρζελαΐ+ του Γαλααδίτη και αποκαλούνταν με το όνομα του πατέρα τους. 64 Αυτοί έψαξαν να βρουν τα αρχεία τους για να αποδείξουν τη γενεαλογία τους, αλλά δεν μπόρεσαν να τα βρουν, με αποτέλεσμα να αποκλειστούν από την ιεροσύνη.*+ 65 Ο κυβερνήτης*+ τούς είπε ότι δεν έπρεπε να τρώνε από τα αγιότατα πράγματα+ μέχρι να υπάρξει ιερέας που να μπορεί να συμβουλευτεί το Ουρίμ και το Θουμμίμ.+
66 Ο συνολικός αριθμός ολόκληρης της εκκλησίας ήταν 42.360,+ 67 εκτός από τους δούλους και τις δούλες τους,+ που ήταν 7.337· είχαν επίσης 245 τραγουδιστές και τραγουδίστριες.+ 68 Τα άλογά τους ήταν 736, τα μουλάρια τους 245, 69 οι καμήλες τους 435, τα γαϊδούρια τους 6.720.
70 Ορισμένοι από τις κεφαλές των πατρικών οίκων έκαναν συνεισφορές για το έργο.+ Ο κυβερνήτης* έδωσε στο θησαυροφυλάκιο 1.000 χρυσές δραχμές,* 50 κούπες και 530 χιτώνες ιερέων.+ 71 Και ορισμένοι από τις κεφαλές των πατρικών οίκων έδωσαν στο θησαυροφυλάκιο του έργου 20.000 χρυσές δραχμές και 2.200 μνες* ασήμι. 72 Και ο υπόλοιπος λαός έδωσε 20.000 χρυσές δραχμές, 2.000 μνες ασήμι και 67 χιτώνες ιερέων.
73 Και οι ιερείς, οι Λευίτες, οι φύλακες των πυλών, οι υμνωδοί,+ μερικοί από τον λαό, οι υπηρέτες του ναού* και όλος ο υπόλοιπος Ισραήλ* εγκαταστάθηκαν στις πόλεις τους.+ Όταν έφτασε ο έβδομος μήνας,+ οι Ισραηλίτες είχαν πλέον εγκατασταθεί στις πόλεις τους.+
8 Κατόπιν, όλος ο λαός συγκεντρώθηκε σύσσωμος στην πλατεία που υπήρχε μπροστά από την Πύλη των Υδάτων+ και είπαν στον Έσδρα+ τον αντιγραφέα* να φέρει το βιβλίο του Νόμου του Μωυσή,+ τον οποίο είχε δώσει ο Ιεχωβά στον Ισραήλ.+ 2 Έφερε λοιπόν ο Έσδρας ο ιερέας τον Νόμο μπροστά στην εκκλησία+ των αντρών, των γυναικών και όλων όσων μπορούσαν να καταλάβουν αυτά που άκουγαν, την πρώτη ημέρα του έβδομου μήνα.+ 3 Και διάβαζε μεγαλόφωνα από το βιβλίο του Νόμου+ στην πλατεία που υπήρχε μπροστά από την Πύλη των Υδάτων, από τα χαράματα μέχρι το μεσημέρι, ενώπιον των αντρών, των γυναικών και όλων όσων μπορούσαν να καταλάβουν· και ο λαός άκουγε προσεκτικά.+ 4 Και ο Έσδρας ο αντιγραφέας* στεκόταν πάνω σε ένα ξύλινο βήμα, το οποίο είχαν φτιάξει για την περίσταση· και δίπλα του στέκονταν από τα δεξιά ο Ματτιθίας, ο Σεμά, ο Αναΐας, ο Ουρίας, ο Χελκίας και ο Μαασίας, ενώ από τα αριστερά ο Φεδαΐας, ο Μισαήλ, ο Μαλχίας,+ ο Ασούμ, ο Ας-βαδανά, ο Ζαχαρίας και ο Μεσουλλάμ.
5 Ο Έσδρας άνοιξε το βιβλίο ενώ τον έβλεπε όλος ο λαός, διότι βρισκόταν ψηλότερα από τον λαό. Μόλις το άνοιξε, όλος ο λαός σηκώθηκε όρθιος. 6 Τότε ο Έσδρας δόξασε τον Ιεχωβά, τον μεγάλο και αληθινό Θεό, και όλος ο λαός απάντησε: «Αμήν!* Αμήν!»+ υψώνοντας τα χέρια του. Κατόπιν έπεσαν κάτω και προσκύνησαν τον Ιεχωβά με το πρόσωπο στο έδαφος. 7 Και ο Ιησούς, ο Βανί, ο Σερεβίας,+ ο Ιαμίν, ο Ακκούβ, ο Σαββεθαΐ, ο Οδίας, ο Μαασίας, ο Κελιτά, ο Αζαρίας, ο Ιωζαβάδ,+ ο Ανάν και ο Φελαΐας, οι οποίοι ήταν Λευίτες, εξηγούσαν τον Νόμο στον λαό,+ ενώ ο λαός παρέμενε όρθιος. 8 Και συνέχισαν να διαβάζουν μεγαλόφωνα από το βιβλίο, από τον Νόμο του αληθινού Θεού, εξηγώντας τον με σαφήνεια και προσδίδοντάς του νόημα, και έτσι βοηθούσαν τον λαό να καταλαβαίνει αυτά που διαβάζονταν.*+
9 Και ο Νεεμίας, που ήταν τότε κυβερνήτης,* ο Έσδρας,+ που ήταν ιερέας και αντιγραφέας,* και οι Λευίτες που δίδασκαν τον λαό είπαν σε όλο τον λαό: «Αυτή η ημέρα είναι άγια για τον Ιεχωβά τον Θεό σας.+ Μην πενθείτε και μην κλαίτε». Διότι όλος ο λαός έκλαιγε καθώς άκουγε τα λόγια του Νόμου. 10 Και τους είπε: «Πηγαίνετε, φάτε εκλεκτά φαγητά* και πιείτε γλυκά ποτά και στείλτε μερίδες+ σε εκείνους που δεν έχουν να ετοιμάσουν τίποτα· διότι αυτή η ημέρα είναι άγια για τον Κύριό μας· και μη λυπάστε, επειδή η χαρά του Ιεχωβά είναι το οχυρό σας».* 11 Και οι Λευίτες καθησύχαζαν όλο τον λαό, λέγοντας: «Ηρεμήστε! Διότι αυτή η ημέρα είναι άγια, και μη λυπάστε». 12 Όλος λοιπόν ο λαός έφυγε για να φάει και να πιει και να στείλει μερίδες φαγητού και να γιορτάσει με μεγάλη χαρά,+ διότι κατάλαβαν τα λόγια που είχαν ακούσει.+
13 Και τη δεύτερη ημέρα οι κεφαλές των πατρικών οίκων όλου του λαού, οι ιερείς και οι Λευίτες συγκεντρώθηκαν γύρω από τον Έσδρα τον αντιγραφέα* για να αποκτήσουν επιπρόσθετη ενόραση στα λόγια του Νόμου. 14 Τότε βρήκαν γραμμένο στον Νόμο που είχε δώσει ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσή ότι οι Ισραηλίτες πρέπει να κατοικούν σε σκηνές* στη διάρκεια της γιορτής του έβδομου μήνα+ 15 και ότι πρέπει να διακηρύξουν και να αναγγείλουν+ σε όλες τις πόλεις τους και στην Ιερουσαλήμ τα εξής: «Πηγαίνετε στην ορεινή περιοχή και φέρτε πολύφυλλα κλαδιά από ελιές, πεύκα, μυρτιές και φοίνικες, καθώς και τα πολύφυλλα κλαδιά άλλων δέντρων για να φτιάξετε σκηνές, όπως είναι γραμμένο».
16 Πήγε λοιπόν ο λαός και τα έφερε για να φτιάξει σκηνές, ο καθένας στην ταράτσα του, καθώς και στις αυλές τους, στις αυλές του οίκου του αληθινού Θεού,+ στην πλατεία της Πύλης των Υδάτων+ και στην πλατεία της Πύλης του Εφραΐμ.+ 17 Έτσι λοιπόν, ολόκληρη η εκκλησία, όλοι εκείνοι που είχαν γυρίσει από την αιχμαλωσία, έφτιαξαν σκηνές και έμειναν σε αυτές, διότι οι Ισραηλίτες δεν είχαν ενεργήσει με αυτόν τον τρόπο από τις ημέρες του Ιησού,+ του γιου του Ναυή, μέχρι εκείνη την ημέρα, και έτσι η χαρά τους ήταν πολύ μεγάλη.+ 18 Και κάθε ημέρα γινόταν ανάγνωση του βιβλίου του Νόμου του αληθινού Θεού,+ από την πρώτη ημέρα μέχρι την τελευταία. Και τέλεσαν τη γιορτή επί εφτά ημέρες, ενώ την όγδοη ημέρα έγινε επίσημη σύναξη, όπως όριζε ο Νόμος.+
9 Την εικοστή τέταρτη ημέρα αυτού του μήνα οι Ισραηλίτες συνάχθηκαν και νήστευαν έχοντας πάνω τους σάκο και χώμα.+ 2 Κατόπιν, όσοι είχαν ισραηλιτική καταγωγή χωρίστηκαν από όλους τους αλλοεθνείς+ και στάθηκαν όρθιοι και εξομολογήθηκαν τις αμαρτίες τους, καθώς και τα σφάλματα των πατέρων τους.+ 3 Και παραμένοντας όρθιοι στη θέση τους, διάβαζαν μεγαλόφωνα από το βιβλίο του Νόμου+ του Ιεχωβά του Θεού τους επί ένα τέταρτο της ημέρας·* και επί ένα ακόμη τέταρτο της ημέρας εξομολογούνταν και προσκυνούσαν τον Ιεχωβά τον Θεό τους.
4 Ο Ιησούς, ο Βανί, ο Καδμιήλ, ο Σεβανίας, ο Βουννί, ο Σερεβίας,+ ο Βανί και ο Χενανί στάθηκαν στην υπερυψωμένη εξέδρα+ των Λευιτών και κραύγασαν με δυνατή φωνή προς τον Ιεχωβά τον Θεό τους. 5 Και οι Λευίτες, συγκεκριμένα ο Ιησούς, ο Καδμιήλ, ο Βανί, ο Ασαβνεΐας, ο Σερεβίας, ο Οδίας, ο Σεβανίας και ο Πεθαΐας, είπαν: «Σηκωθείτε, και να δοξάζετε τον Ιεχωβά τον Θεό σας σε όλη την αιωνιότητα.*+ Και ας δοξάζουν το ένδοξο όνομά σου, το οποίο είναι εξυψωμένο πάνω από κάθε ευλογία και αίνο.
6 »Εσύ είσαι ο Ιεχωβά+ και δεν υπάρχει άλλος· εσύ έκανες τους ουρανούς, τον ουρανό των ουρανών και όλο το στράτευμά τους, τη γη και όλα όσα είναι πάνω σε αυτήν, τις θάλασσες και όλα όσα είναι σε αυτές. Και εσύ τα διατηρείς όλα αυτά στη ζωή, και το στράτευμα των ουρανών σε προσκυνάει. 7 Εσύ είσαι ο Ιεχωβά, ο αληθινός Θεός, ο οποίος επέλεξες τον Άβραμ+ και τον έβγαλες από την Ουρ+ των Χαλδαίων και του έδωσες το όνομα Αβραάμ.+ 8 Βρήκες την καρδιά του πιστή ενώπιόν σου,+ και έτσι έκανες με αυτόν διαθήκη να του δώσεις τη γη των Χαναναίων, των Χετταίων, των Αμορραίων, των Φερεζαίων, των Ιεβουσαίων και των Γεργεσαίων, να τη δώσεις στους απογόνους* του·+ και τήρησες τις υποσχέσεις σου, επειδή είσαι δίκαιος.
9 »Και είδες την ταλαιπωρία των προπατόρων μας στην Αίγυπτο+ και άκουσες την κραυγή τους στην Ερυθρά Θάλασσα. 10 Τότε εκτέλεσες σημεία και θαύματα εναντίον του Φαραώ και όλων των υπηρετών του και όλου του λαού της γης του,+ γιατί ήξερες ότι ενήργησαν με αυθάδεια+ εναντίον τους. Έκανες όνομα για τον εαυτό σου, το οποίο παραμένει μέχρι σήμερα.+ 11 Και χώρισες τη θάλασσα στα δύο μπροστά τους, ώστε πέρασαν μέσα από αυτήν πατώντας σε ξηρά,+ και αυτούς που τους καταδίωκαν τους έριξες στα βάθη σαν πέτρα στα τρικυμισμένα νερά.+ 12 Τους οδηγούσες την ημέρα με στήλη σύννεφου, και τη νύχτα με στήλη φωτιάς για να τους φωτίζεις τον δρόμο στον οποίο έπρεπε να πάνε.+ 13 Και κατέβηκες στο όρος Σινά+ και μίλησες μαζί τους από τον ουρανό+ και τους έδωσες δίκαιες κρίσεις, νόμους αλήθειας,* καλές διατάξεις και εντολές.+ 14 Τους έκανες γνωστό το άγιό σου Σάββατο+ και τους έδωσες εντολές, διατάξεις και νόμο μέσω του Μωυσή του υπηρέτη σου. 15 Τους έδωσες ψωμί από τον ουρανό όταν πείνασαν+ και έβγαλες νερό από τον βράχο όταν δίψασαν,+ και τους είπες να μπουν και να πάρουν στην κατοχή τους τη γη την οποία είχες ορκιστεί* να τους δώσεις.
16 »Αλλά εκείνοι, οι προπάτορές μας, ενήργησαν με αυθάδεια+ και φέρθηκαν πεισματικά*+ και δεν άκουγαν τις εντολές σου. 17 Αρνήθηκαν να ακούσουν+ και δεν θυμήθηκαν τις ανυπέρβλητες πράξεις σου τις οποίες έκανες ανάμεσά τους, αλλά φέρθηκαν πεισματικά* και όρισαν αρχηγό για να επιστρέψουν στη δουλεία τους στην Αίγυπτο.+ Αλλά εσύ είσαι Θεός συγχωρητικός,* συμπονετικός* και ελεήμων, μακρόθυμος και γεμάτος όσια αγάπη,*+ και δεν τους εγκατέλειψες.+ 18 Ακόμη και όταν έφτιαξαν για τον εαυτό τους ένα χυτό άγαλμα* μοσχαριού και άρχισαν να λένε: “Αυτός είναι ο Θεός σου που σε ανέβασε από την Αίγυπτο”+ και έκαναν πράξεις που έδειχναν μεγάλη ασέβεια, 19 ακόμη και τότε εσύ, με το μεγάλο σου έλεος, δεν τους εγκατέλειψες στην έρημο.+ Η στήλη του σύννεφου δεν απομακρύνθηκε από πάνω τους την ημέρα, προκειμένου να τους οδηγεί στον δρόμο, ούτε η στήλη της φωτιάς τη νύχτα, προκειμένου να τους φωτίζει τον δρόμο στον οποίο έπρεπε να πάνε.+ 20 Έδωσες το αγαθό σου πνεύμα για να τους παρέχει ενόραση+ και δεν στέρησες το μάννα σου από το στόμα τους+ και τους έδωσες νερό όταν δίψασαν.+ 21 Επί 40 χρόνια τους προμήθευες τροφή στην έρημο.+ Δεν τους έλειψε τίποτα. Τα ρούχα τους δεν φθάρηκαν+ και τα πόδια τους δεν πρήστηκαν.
22 »Τους έδωσες βασίλεια και λαούς, διαμοιράζοντάς τα σε αυτούς,+ και έτσι πήραν στην κατοχή τους τη γη του Σηών,+ δηλαδή τη γη του βασιλιά της Εσεβών,+ και τη γη του Ωγ,+ του βασιλιά της Βασάν. 23 Και πλήθυνες τους γιους τους σαν τα άστρα των ουρανών.+ Κατόπιν τους έφερες στον τόπο στον οποίο έπρεπε να μπουν για να τον πάρουν στην κατοχή τους, όπως είχες υποσχεθεί στους προπάτορές τους.+ 24 Οι γιοι τους, λοιπόν, πήγαν και πήραν τον τόπο στην κατοχή τους,+ και εσύ καθυπέταξες μπροστά τους τούς Χαναναίους,+ τους προηγούμενους κατοίκους του τόπου, και τους έδωσες στο χέρι τους, τόσο τους βασιλιάδες όσο και τους λαούς του τόπου, για να τους μεταχειριστούν όπως ήθελαν. 25 Και κατέλαβαν οχυρωμένες πόλεις+ και εύφορη* γη+ και πήραν στην κατοχή τους σπίτια γεμάτα με κάθε είδους αγαθά, στέρνες ήδη λαξευμένες, αμπέλια, ελαιώνες+ και καρποφόρα δέντρα σε αφθονία. Έφαγαν λοιπόν και χόρτασαν και πάχυναν και ευημερούσαν χάρη στη μεγάλη σου αγαθότητα.
26 »Ωστόσο, έγιναν ανυπάκουοι και στασίασαν εναντίον σου+ και γύρισαν την πλάτη τους στον Νόμο σου.* Σκότωσαν τους προφήτες σου, οι οποίοι τους προειδοποιούσαν για να τους επαναφέρουν σε εσένα, και έκαναν πράξεις που έδειχναν μεγάλη ασέβεια.+ 27 Γι’ αυτόν τον λόγο τούς έδωσες στο χέρι των αντιδίκων τους,+ οι οποίοι τους προξενούσαν στενοχώρια.+ Αλλά τον καιρό της στενοχώριας τους κραύγαζαν προς εσένα, και εσύ άκουγες από τους ουρανούς· και λόγω του άφθονου ελέους σου, τους έδινες σωτήρες που τους έσωζαν από το χέρι των αντιδίκων τους.+
28 »Μόλις όμως ησύχαζαν τα πράγματα, έκαναν πάλι το κακό ενώπιόν σου,+ και εσύ τους εγκατέλειπες στο χέρι των εχθρών τους, οι οποίοι τους καταδυνάστευαν.*+ Κατόπιν επέστρεφαν και σου ζητούσαν βοήθεια,+ και εσύ άκουγες από τους ουρανούς και τους έσωζες επανειλημμένα λόγω του άφθονου ελέους σου.+ 29 Μολονότι τους προειδοποιούσες για να τους επαναφέρεις στον Νόμο σου, εκείνοι φέρονταν με αυθάδεια και αρνούνταν να ακούσουν τις εντολές σου·+ και αμάρταναν εναντίον των διατάξεών σου, τις οποίες πρέπει να τηρεί ο άνθρωπος για να ζήσει.+ Αλλά εκείνοι γύριζαν πεισματικά την πλάτη και σκλήραιναν τον τράχηλό τους και αρνούνταν να ακούσουν. 30 Έκανες πολλά χρόνια υπομονή μαζί τους+ και συνέχιζες να τους προειδοποιείς με το πνεύμα σου μέσω των προφητών σου, αλλά εκείνοι αρνούνταν να ακούσουν. Τελικά, τους έδωσες στο χέρι λαών από άλλες χώρες.+ 31 Αλλά λόγω του άφθονου ελέους σου, δεν τους εξόντωσες+ ούτε τους εγκατέλειψες, διότι είσαι συμπονετικός* και ελεήμων Θεός.+
32 »Και τώρα, Θεέ μας, Θεέ μεγάλε και κραταιέ, που εμπνέεις δέος, που έχεις τηρήσει τη διαθήκη σου και έχεις δείξει όσια αγάπη,+ μη θεωρήσεις ασήμαντα τα τόσα δεινά που βρήκαν εμάς, τους βασιλιάδες μας, τους άρχοντές μας,+ τους ιερείς μας,+ τους προφήτες μας,+ τους προπάτορές μας και όλο τον λαό σου, από τις ημέρες των βασιλιάδων της Ασσυρίας+ μέχρι σήμερα. 33 Σε όλα όσα μας βρήκαν εσύ ήσουν δίκαιος, γιατί ενήργησες πιστά· εμείς είμαστε αυτοί που ενεργήσαμε με ασέβεια.+ 34 Οι βασιλιάδες μας, οι άρχοντές μας, οι ιερείς μας και οι προπάτορές μας δεν τήρησαν τον Νόμο σου ούτε πρόσεξαν τις εντολές σου ή τις υπενθυμίσεις* σου με τις οποίες τους προειδοποίησες. 35 Ακόμη και τότε που βρίσκονταν στο βασίλειό τους και απολάμβαναν την άφθονη αγαθότητά σου και ζούσαν στην ευρύχωρη και εύφορη* γη που τους έδωσες, δεν σε υπηρέτησαν+ και δεν απομακρύνθηκαν από τις κακές τους πράξεις. 36 Και να λοιπόν που σήμερα εμείς είμαστε δούλοι+—ναι, δούλοι στη γη που έδωσες στους προπάτορές μας για να τρώνε τους καρπούς της και τα αγαθά της. 37 Τα άφθονα προϊόντα της τα απολαμβάνουν οι βασιλιάδες που έβαλες να μας κυβερνούν εξαιτίας των αμαρτιών μας.+ Αυτοί εξουσιάζουν τα σώματά μας και τα ζωντανά μας όπως οι ίδιοι θέλουν, και εμείς βρισκόμαστε σε μεγάλη στενοχώρια.
38 »Έχοντας λοιπόν όλα αυτά υπόψη, κάνουμε γραπτώς μια δεσμευτική συμφωνία,+ η οποία επικυρώνεται με τη σφραγίδα των αρχόντων μας, των Λευιτών μας και των ιερέων μας».+
10 Αυτοί που την επικύρωσαν βάζοντας τη σφραγίδα τους+ ήταν:
Ο Νεεμίας ο κυβερνήτης,* ο γιος του Αχαλία,
και ο Σεδεκίας, 2 ο Σεραΐας, ο Αζαρίας, ο Ιερεμίας, 3 ο Πασχώρ, ο Αμαρίας, ο Μαλχίας, 4 ο Χαττούς, ο Σεβανίας, ο Μαλλούχ, 5 ο Χαρίμ,+ ο Μερημώθ, ο Αβδιού, 6 ο Δανιήλ,+ ο Γιννεθών, ο Βαρούχ, 7 ο Μεσουλλάμ, ο Αβιά, ο Μιαμίν, 8 ο Μααζίας, ο Βιλγαΐ και ο Σεμαΐας· αυτοί είναι οι ιερείς.
9 Επίσης οι Λευίτες: ο Ιησούς ο γιος του Αζανία, ο Βιννουί από τους γιους του Ηναδάδ, ο Καδμιήλ,+ 10 καθώς και οι αδελφοί τους—ο Σεβανίας, ο Οδίας, ο Κελιτά, ο Φελαΐας, ο Ανάν, 11 ο Μιχά, ο Ρεώβ, ο Ασαβίας, 12 ο Ζακχούρ, ο Σερεβίας,+ ο Σεβανίας, 13 ο Οδίας, ο Βανί και ο Βενινού.
14 Οι κεφαλές του λαού: ο Φαρώς, ο Φαάθ-μωάβ,+ ο Ελάμ, ο Ζατθού, ο Βανί, 15 ο Βουννί, ο Αζγάδ, ο Βηβαΐ, 16 ο Αδωνίας, ο Βιγβαΐ, ο Αδίν, 17 ο Ατήρ, ο Εζεκίας, ο Αζούρ, 18 ο Οδίας, ο Ασούμ, ο Βεσαΐ, 19 ο Αρίφ, ο Αναθώθ, ο Νεβαΐ, 20 ο Μαγφίας, ο Μεσουλλάμ, ο Εζείρ, 21 ο Μεσηζαβήλ, ο Σαδώκ, ο Ιαδδουά, 22 ο Φελατίας, ο Ανάν, ο Αναΐας, 23 ο Ωσιέ, ο Ανανίας, ο Ασσούβ, 24 ο Αλλωής, ο Φιλεά, ο Σωβήκ, 25 ο Ρεούμ, ο Ασαβνά, ο Μαασίας, 26 ο Αχιά, ο Ανάν, ο Ηνάν, 27 ο Μαλλούχ, ο Χαρίμ και ο Βαανάχ.
28 Οι υπόλοιποι από τον λαό—οι ιερείς, οι Λευίτες, οι φύλακες των πυλών, οι υμνωδοί, οι υπηρέτες του ναού* και όποιος είχε χωριστεί από τους λαούς των γύρω περιοχών για να ακολουθεί τον Νόμο του αληθινού Θεού,+ μαζί με τις γυναίκες τους, τους γιους τους και τις κόρες τους, όλοι όσοι είχαν γνώση και κατανόηση*— 29 ενώθηκαν με τους αδελφούς τους, τους προύχοντές τους, και δεσμεύτηκαν με κατάρα και όρκο να περπατούν σύμφωνα με τον Νόμο του αληθινού Θεού που είχε δοθεί μέσω του Μωυσή, του υπηρέτη του αληθινού Θεού, και να τηρούν προσεκτικά όλες τις εντολές του Ιεχωβά του Κυρίου μας, τις κρίσεις του και τις διατάξεις του. 30 Δεν θα δίνουμε τις κόρες μας στους λαούς του τόπου ούτε θα παίρνουμε τις κόρες τους για τους γιους μας.+
31 Αν οι λαοί του τόπου φέρουν τις πραμάτειες τους και κάθε είδους σιτηρά για να τα πουλήσουν την ημέρα του Σαββάτου, δεν θα αγοράσουμε τίποτα από αυτούς το Σάββατο+ ή οποιαδήποτε άγια ημέρα.+ Επίσης, θα παραιτούμαστε από την παραγωγή του έβδομου έτους+ και από την απαίτηση κάθε απλήρωτου χρέους.+
32 Επίσης, αναλάβαμε την υποχρέωση να δίνουμε ο καθένας μας ένα τρίτο του σίκλου* κάθε χρόνο για την υπηρεσία του οίκου* του Θεού μας,+ 33 για τα ψωμιά που τοποθετούνται σε στοίβες,*+ την τακτική προσφορά σιτηρών,+ την τακτική προσφορά ολοκαυτώματος των Σαββάτων+ και της νέας σελήνης,+ καθώς και για τα προσδιορισμένα γιορταστικά γεύματα,+ τα άγια πράγματα, τις προσφορές για αμαρτία,+ ώστε να γίνεται εξιλέωση για τον Ισραήλ, και για όλο το έργο του οίκου του Θεού μας.
34 Επίσης, ρίξαμε κλήρο σχετικά με την προμήθεια των ξύλων που πρέπει να φέρνουν οι ιερείς, οι Λευίτες και ο λαός στον οίκο του Θεού μας κατά τους πατρικούς μας οίκους, στους προσδιορισμένους καιρούς, κάθε χρόνο, για να καίγονται πάνω στο θυσιαστήριο του Ιεχωβά του Θεού μας, όπως είναι γραμμένο στον Νόμο.+ 35 Θα φέρνουμε επίσης τους πρώτους ώριμους καρπούς της γης μας και τους πρώτους ώριμους καρπούς από κάθε είδους καρποφόρο δέντρο, κάθε χρόνο, στον οίκο του Ιεχωβά,+ 36 καθώς και τα πρωτότοκα από τους γιους μας και από τα ζωντανά μας+—όπως είναι γραμμένο στον Νόμο—και τα πρωτότοκα από τα βόδια μας και από τα γιδοπρόβατά μας. Θα τα φέρνουμε στον οίκο του Θεού μας, στους ιερείς που διακονούν στον οίκο του Θεού μας.+ 37 Επίσης, τα πρώτα δημητριακά που θα αλέθουμε,+ τις συνεισφορές μας, τους καρπούς από κάθε είδους δέντρο,+ καθώς και καινούριο κρασί και λάδι,+ πρέπει να τα φέρνουμε στους ιερείς, στους αποθηκευτικούς χώρους* του οίκου του Θεού μας,+ όπως και το ένα δέκατο από τη γη μας στους Λευίτες,+ επειδή οι Λευίτες είναι εκείνοι που συλλέγουν τα δέκατα σε όλες τις αγροτικές μας πόλεις.
38 Και ο ιερέας, ο γιος του Ααρών, πρέπει να είναι με τους Λευίτες όταν εκείνοι συλλέγουν το δέκατο· και οι Λευίτες πρέπει να προσφέρουν ένα δέκατο από το δέκατο στον οίκο του Θεού μας,+ στις αίθουσες* της αποθήκης. 39 Διότι στους αποθηκευτικούς χώρους* πρέπει να φέρνουν οι Ισραηλίτες και οι γιοι των Λευιτών τη συνεισφορά+ των σιτηρών, του καινούριου κρασιού και του λαδιού,+ και εκεί είναι τα σκεύη του αγιαστηρίου, καθώς και οι ιερείς που διακονούν, οι φύλακες των πυλών και οι υμνωδοί. Δεν θα παραμελούμε τον οίκο του Θεού μας.+
11 Οι άρχοντες του λαού ήταν εγκατεστημένοι στην Ιερουσαλήμ·+ αλλά ο υπόλοιπος λαός έριξε κλήρο+ για να φέρουν 1 στους 10 να εγκατασταθεί στην Ιερουσαλήμ, την άγια πόλη, ενώ οι άλλοι 9 παρέμειναν στις άλλες πόλεις. 2 Επιπλέον, ο λαός ευλόγησε όλους όσους προσφέρθηκαν εθελοντικά να εγκατασταθούν στην Ιερουσαλήμ.
3 Οι ακόλουθοι είναι κεφαλές της επαρχίας* οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Ιερουσαλήμ. (Ο υπόλοιπος Ισραήλ, οι ιερείς, οι Λευίτες, οι υπηρέτες του ναού*+ και οι γιοι των υπηρετών του Σολομώντα,+ εγκαταστάθηκαν στις άλλες πόλεις του Ιούδα, ο καθένας στη δική του ιδιοκτησία στην πόλη του.+
4 Στην Ιερουσαλήμ εγκαταστάθηκαν επίσης και μερικοί από τους απογόνους του Ιούδα και του Βενιαμίν.) Από τους απογόνους του Ιούδα ήταν ο Αθαΐας, γιος του Οζία, γιου του Ζαχαρία, γιου του Αμαρία, γιου του Σεφατία, γιου του Μααλαλήλ, από τους γιους του Φαρές,+ 5 και ο Μαασίας, γιος του Βαρούχ, γιου του Χολχοζέ, γιου του Αζαΐα, γιου του Αδαΐα, γιου του Ιωαρίβ, γιου του Ζαχαρία, γιου του Σηλανίτη. 6 Όλοι οι γιοι του Φαρές που κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ ήταν 468 ικανοί άντρες.
7 Και αυτοί ήταν από τους απογόνους του Βενιαμίν: ο Σαλλού,+ γιος του Μεσουλλάμ, γιου του Ιωάδ, γιου του Φεδαΐα, γιου του Κολαΐα, γιου του Μαασία, γιου του Ιθιήλ, γιου του Ιεσαΐα, 8 και έπειτα από αυτόν, ο Γαββαΐ και ο Σαλαΐ, 928· 9 και ο Ιωήλ, ο γιος του Ζιχρί, είχε την επίβλεψη ανάμεσά τους, και ο Ιούδας, ο γιος του Ασσενουά, ήταν δεύτερος όσον αφορά την επίβλεψη της πόλης.
10 Από τους ιερείς: ο Ιεδαΐας, γιος του Ιωαρίβ, ο Ιαχίν,+ 11 ο Σεραΐας, γιος του Χελκία, γιου του Μεσουλλάμ, γιου του Σαδώκ, γιου του Μεραϊώθ, γιου του Αχιτώβ,+ ο οποίος ηγούνταν στον οίκο* του αληθινού Θεού, 12 και οι αδελφοί τους που έκαναν το έργο του οίκου, 822· και ο Αδαΐας, γιος του Ιεροάμ, γιου του Φελαλία, γιου του Αμζί, γιου του Ζαχαρία, γιου του Πασχώρ,+ γιου του Μαλχία, 13 και οι αδελφοί του, κεφαλές πατρικών οίκων, 242· και ο Αμασσαΐ, γιος του Αζαρήλ, γιου του Ααζαΐ, γιου του Μεσιλλεμώθ, γιου του Ιμμήρ, 14 και οι αδελφοί τους που ήταν κραταιοί, θαρραλέοι άντρες, 128· και την επίβλεψη ανάμεσά τους είχε ο Ζαβδιήλ, μέλος επιφανούς οικογένειας.
15 Και από τους Λευίτες: ο Σεμαΐας,+ γιος του Ασσούβ, γιου του Αζρικάμ, γιου του Ασαβία, γιου του Βουννί, 16 και ο Σαββεθαΐ+ και ο Ιωζαβάδ,+ από τις κεφαλές των Λευιτών, που ήταν υπεύθυνοι για τις εξωτερικές υποθέσεις του οίκου του αληθινού Θεού· 17 και ο Ματτανίας,+ γιος του Μιχαία, γιου του Ζαβδί, γιου του Ασάφ,+ ο οποίος διηύθυνε την υμνολογία και ηγούνταν στην απόδοση αίνου κατά τη διάρκεια της προσευχής,+ και ο Βακβουκίας, ο δεύτερος ανάμεσα στους αδελφούς του, και ο Αβδά, γιος του Σαμμουά, γιου του Γαλάλ, γιου του Ιεδουθούν.+ 18 Όλοι οι Λευίτες στην άγια πόλη ήταν 284.
19 Και φύλακες των πυλών ήταν ο Ακκούβ, ο Ταλμών+ και οι αδελφοί τους, που φύλαγαν σκοπιά στις πύλες, 172.
20 Ο υπόλοιπος Ισραήλ, οι ιερείς και οι Λευίτες ήταν σε όλες τις άλλες πόλεις του Ιούδα, ο καθένας στην ιδιοκτησία που είχε κληρονομήσει.* 21 Οι υπηρέτες του ναού*+ ήταν εγκατεστημένοι στο Οφήλ,+ και υπεύθυνοί τους ήταν ο Σιχά και ο Γισπά.
22 Την επίβλεψη για τους Λευίτες στην Ιερουσαλήμ είχε ο Οζί, γιος του Βανί, γιου του Ασαβία, γιου του Ματτανία,+ γιου του Μιχά, από τους γιους του Ασάφ, τους υμνωδούς· αυτός ήταν υπεύθυνος για το έργο του οίκου του αληθινού Θεού. 23 Διότι υπήρχε βασιλική εντολή σχετικά με αυτούς,+ καθώς και καθορισμένες προμήθειες για τους υμνωδούς σύμφωνα με τις ανάγκες της κάθε ημέρας. 24 Και ο Πεθαΐας, γιος του Μεσηζαβήλ, από τους γιους του Ζερά, γιου του Ιούδα, ήταν σύμβουλος του βασιλιά* για κάθε ζήτημα του λαού.
25 Όσο για τους οικισμούς μαζί με τους αγρούς τους, μερικοί από τους απογόνους του Ιούδα εγκαταστάθηκαν στην Κιριάθ-αρβά+ και στις εξαρτώμενες* κωμοπόλεις της, στη Διβών και στις εξαρτώμενες κωμοπόλεις της, στην Ιεκαβσεήλ+ και στους οικισμούς της, 26 στην Ιησουά, στη Μωλαδά,+ στη Βαιθ-φελέτ,+ 27 στην Ασάρ-σουάλ,+ στη Βηρ-σαβεέ και στις εξαρτώμενες* κωμοπόλεις της, 28 στη Σικλάγ,+ στη Μεκονά και στις εξαρτώμενες* κωμοπόλεις της, 29 στην Εν-ριμμών,+ στη Ζορά+ και στην Ιαρμούθ, 30 στη Ζανωά,+ στην Οδολλάμ και στους οικισμούς τους, στη Λαχείς+ και στους αγρούς της, καθώς και στην Αζηκά+ και στις εξαρτώμενες* κωμοπόλεις της. Εγκαταστάθηκαν* στην περιοχή από τη Βηρ-σαβεέ μέχρι την Κοιλάδα του Εννόμ.+
31 Και οι απόγονοι του Βενιαμίν ήταν στη Γααβά,+ στη Μιχμάς, στη Γαιά, στη Βαιθήλ+ και στις εξαρτώμενες* κωμοπόλεις της, 32 στην Αναθώθ,+ στη Νωβ,+ στην Ανανεία, 33 στην Ασώρ, στη Ραμά,+ στη Γιτθαΐμ, 34 στην Αδίδ, στη Ζεβωίμ, στη Νεβαλλάτ, 35 στη Λωδ και στην Ωνώ,+ στην κοιλάδα των τεχνιτών. 36 Και μερικές υποδιαιρέσεις Λευιτών από τον Ιούδα διορίστηκαν στην περιοχή του Βενιαμίν.
12 Αυτοί ήταν οι ιερείς και οι Λευίτες που ανέβηκαν με τον Ζοροβάβελ,+ τον γιο του Σαλαθιήλ,+ και τον Ιησού:+ ο Σεραΐας, ο Ιερεμίας, ο Έσδρας, 2 ο Αμαρίας, ο Μαλλούχ, ο Χαττούς, 3 ο Σεχανίας, ο Ρεούμ, ο Μερημώθ, 4 ο Ιδδώ, ο Γιννεθώ, ο Αβιά, 5 ο Μιαμίν, ο Μααδίας, ο Βιλγά, 6 ο Σεμαΐας, ο Ιωαρίβ, ο Ιεδαΐας, 7 ο Σαλλού, ο Αμώκ, ο Χελκίας και ο Ιεδαΐας. Αυτοί ήταν οι κεφαλές των ιερέων και των αδελφών τους στις ημέρες του Ιησού.
8 Οι Λευίτες ήταν ο Ιησούς, ο Βιννουί, ο Καδμιήλ,+ ο Σερεβίας, ο Ιούδας και ο Ματτανίας,+ ο οποίος ηγούνταν στους ευχαριστήριους ύμνους μαζί με τους αδελφούς του. 9 Ο Βακβουκίας και ο Ουννί, οι αδελφοί τους, στέκονταν αντίκρυ τους έχοντας καθήκοντα φύλακα.* 10 Ο Ιησούς έγινε πατέρας του Ιεχωακείμ και ο Ιεχωακείμ έγινε πατέρας του Ελιασίβ+ και ο Ελιασίβ του Ιεχωδαέ.+ 11 Και ο Ιεχωδαέ έγινε πατέρας του Ιωνάθαν και ο Ιωνάθαν έγινε πατέρας του Ιαδδουά.
12 Στις ημέρες του Ιεχωακείμ, αυτοί ήταν οι ιερείς, οι κεφαλές των πατρικών οίκων: του Σεραΐα,+ ο Μεραΐας· του Ιερεμία, ο Ανανίας· 13 του Έσδρα,+ ο Μεσουλλάμ· του Αμαρία, ο Ιεχωανάν· 14 του Μαλλουχί, ο Ιωνάθαν· του Σεβανία, ο Ιωσήφ· 15 του Χαρίμ,+ ο Αδνά· του Μεραϊώθ, ο Χελκαΐ· 16 του Ιδδώ, ο Ζαχαρίας· του Γιννεθών, ο Μεσουλλάμ· 17 του Αβιά,+ ο Ζιχρί· του Μινιαμίν, . . . ·* του Μωαδία, ο Φιλταΐ· 18 του Βιλγά,+ ο Σαμμουά· του Σεμαΐα, ο Ιεχωνάθαν· 19 του Ιωαρίβ, ο Ματτεναΐ· του Ιεδαΐα,+ ο Οζί· 20 του Σαλαΐ, ο Καλλαΐ· του Αμώκ, ο Έβερ· 21 του Χελκία, ο Ασαβίας· του Ιεδαΐα, ο Νεθανήλ.
22 Οι κεφαλές των πατρικών οίκων των Λευιτών στις ημέρες του Ελιασίβ, του Ιεχωδαέ, του Ιωανάν και του Ιαδδουά+ καταγράφηκαν, όπως και οι ιερείς, μέχρι τη βασιλεία του Δαρείου του Πέρση.
23 Οι Λευίτες που ήταν κεφαλές των πατρικών οίκων καταγράφηκαν στο βιβλίο της εξιστόρησης των γεγονότων μέχρι τις ημέρες του Ιωανάν, γιου του Ελιασίβ. 24 Οι κεφαλές των Λευιτών ήταν ο Ασαβίας, ο Σερεβίας και ο Ιησούς,+ ο γιος του Καδμιήλ,+ και οι αδελφοί τους στέκονταν αντίκρυ τους για να αναπέμπουν αίνο και να αποδίδουν ευχαριστίες σύμφωνα με τις οδηγίες του Δαβίδ,+ του ανθρώπου του αληθινού Θεού, με τη μία ομάδα φύλαξης να αντιστοιχεί στην άλλη ομάδα φύλαξης. 25 Ο Ματτανίας,+ ο Βακβουκίας, ο Αβδιού, ο Μεσουλλάμ, ο Ταλμών και ο Ακκούβ+ φύλαγαν σκοπιά στις πύλες,+ φρουρώντας τους αποθηκευτικούς χώρους των πυλών. 26 Αυτοί υπηρετούσαν στις ημέρες του Ιεχωακείμ, γιου του Ιησού,+ γιου του Ιωσεδέκ, και στις ημέρες του Νεεμία του κυβερνήτη και του Έσδρα+ του ιερέα και αντιγραφέα.*
27 Κατά την εγκαινίαση του τείχους της Ιερουσαλήμ, έψαξαν να βρουν τους Λευίτες και τους έφεραν στην Ιερουσαλήμ από όλους τους τόπους όπου έμεναν, για να γιορτάσουν τα εγκαίνια με χαρά, με ευχαριστήριους ύμνους+ και με κύμβαλα, έγχορδα και άρπες. 28 Και οι γιοι των υμνωδών* συγκεντρώθηκαν από την περιφέρεια,* από όλα τα γύρω μέρη της Ιερουσαλήμ, από τους οικισμούς των Νετωφαθιτών,+ 29 από τη Βαιθ-γιλγάλ+ και από τους αγρούς της Γααβά+ και της Αζμαβέθ,+ γιατί οι υμνωδοί είχαν χτίσει οικισμούς ολόγυρα από την Ιερουσαλήμ. 30 Και οι ιερείς και οι Λευίτες εξαγνίστηκαν και εξάγνισαν τον λαό,+ τις πύλες+ και το τείχος.+
31 Κατόπιν ανέβασα τους άρχοντες του Ιούδα πάνω στο τείχος. Επιπλέον, διόρισα δύο μεγάλες χορωδίες ευχαριστήριων ύμνων και πομπές, και η μία πήγε δεξιά πάνω στο τείχος προς την Πύλη των Σωρών της Στάχτης.+ 32 Πίσω τους βάδιζαν ο Ωσαΐας και οι μισοί άρχοντες του Ιούδα, 33 καθώς και ο Αζαρίας, ο Έσδρας, ο Μεσουλλάμ, 34 ο Ιούδας, ο Βενιαμίν, ο Σεμαΐας και ο Ιερεμίας. 35 Μαζί τους ήταν μερικοί από τους γιους των ιερέων, κρατώντας τις σάλπιγγες:+ ο Ζαχαρίας, γιος του Ιωνάθαν, γιου του Σεμαΐα, γιου του Ματτανία, γιου του Μιχαΐα, γιου του Ζακχούρ, γιου του Ασάφ,+ 36 και οι αδελφοί του, δηλαδή ο Σεμαΐας, ο Αζαρήλ, ο Μιλαλαΐ, ο Γιλαλαΐ, ο Μααΐ, ο Νεθανήλ, ο Ιούδας και ο Ανανί, κρατώντας τα μουσικά όργανα του Δαβίδ,+ του ανθρώπου του αληθινού Θεού· και μπροστά τους βάδιζε ο Έσδρας+ ο αντιγραφέας.* 37 Στην Πύλη της Πηγής+ προχώρησαν ευθεία μπροστά, πάνω από τα Σκαλιά+ της Πόλης του Δαβίδ,+ μέσω του ανήφορου του τείχους, πάνω από την Κατοικία του Δαβίδ και μέχρι την Πύλη των Υδάτων+ στην ανατολή.
38 Η άλλη χορωδία ευχαριστήριων ύμνων πήγε προς την αντίθετη κατεύθυνση* και την ακολούθησα εγώ μαζί με τον μισό λαό, βαδίζοντας πάνω στο τείχος και συνεχίζοντας πάνω από τον Πύργο των Φούρνων+ ως το Πλατύ Τείχος,+ 39 και έπειτα πάνω από την Πύλη του Εφραΐμ+ ως την Πύλη της Παλιάς Πόλης,+ την Πύλη των Ψαριών,+ τον Πύργο του Χανανήλ,+ τον Πύργο Μεά και την Πύλη των Προβάτων·+ και σταμάτησαν στην Πύλη της Φρουράς.
40 Τελικά, οι δύο χορωδίες ευχαριστήριων ύμνων στάθηκαν μπροστά στον οίκο του αληθινού Θεού· το ίδιο έκανα και εγώ, όπως και οι μισοί υποκυβερνήτες 41 και οι ιερείς Ελιακείμ, Μαασίας, Μινιαμίν, Μιχαΐας, Ελιωηναΐ, Ζαχαρίας και Ανανίας, κρατώντας τις σάλπιγγες, 42 καθώς και ο Μαασίας, ο Σεμαΐας, ο Ελεάζαρ, ο Οζί, ο Ιεχωανάν, ο Μαλχίας, ο Ελάμ και ο Εζέρ. Και οι υμνωδοί έψαλλαν δυνατά υπό την επίβλεψη του Ιζραΐα.
43 Εκείνη την ημέρα πρόσφεραν μεγάλες θυσίες και χάρηκαν,+ γιατί ο αληθινός Θεός τούς έκανε να χαρούν πάρα πολύ. Χάρηκαν επίσης και οι γυναίκες και τα παιδιά,+ με αποτέλεσμα να ακούγεται πολύ μακριά η χαρά της Ιερουσαλήμ.+
44 Εκείνη την ημέρα, κάποιοι άντρες διορίστηκαν υπεύθυνοι των αποθηκευτικών χώρων+ για τις συνεισφορές,+ τους πρώτους καρπούς+ και τα δέκατα.+ Εκεί θα συγκέντρωναν από τους αγρούς των πόλεων τα μερίδια που απαιτούσε ο Νόμος+ για τους ιερείς και τους Λευίτες,+ διότι υπήρχε χαρά στον Ιούδα λόγω των ιερέων και των Λευιτών που διακονούσαν. 45 Και αυτοί άρχισαν να φροντίζουν για τα καθήκοντά τους απέναντι στον Θεό τους και για την υποχρέωση του εξαγνισμού, όπως έκαναν και οι υμνωδοί και οι φύλακες των πυλών, σύμφωνα με τις οδηγίες του Δαβίδ και του Σολομώντα του γιου του. 46 Διότι από πολύ παλιά, από τις ημέρες του Δαβίδ και του Ασάφ, υπήρχαν διευθύνοντες* για τους υμνωδούς και την υμνολογία που γινόταν για την απόδοση αίνου και ευχαριστίας στον Θεό.+ 47 Και στις ημέρες του Ζοροβάβελ+ και στις ημέρες του Νεεμία, όλος ο Ισραήλ έδινε στους υμνωδούς+ και στους φύλακες των πυλών+ τα μερίδιά τους, σύμφωνα με τις ανάγκες της κάθε ημέρας. Ξεχώριζαν επίσης το μερίδιο των Λευιτών,+ οι δε Λευίτες ξεχώριζαν το μερίδιο των απογόνων του Ααρών.
13 Εκείνη την ημέρα έγινε ανάγνωση του βιβλίου του Μωυσή ενώ ο λαός άκουγε,+ και βρέθηκε γραμμένο ότι δεν έπρεπε ποτέ να μπει στην εκκλησία του αληθινού Θεού+ Αμμωνίτης ή Μωαβίτης,+ 2 επειδή δεν είχαν υποδεχτεί τους Ισραηλίτες με ψωμί και νερό, αλλά απεναντίας μίσθωσαν εναντίον τους τον Βαλαάμ για να τους καταραστεί.+ Ωστόσο, ο Θεός μας μετέτρεψε την κατάρα σε ευλογία.+ 3 Μόλις ο λαός άκουσε τον Νόμο, άρχισε να ξεχωρίζει από τον Ισραήλ όλους όσους είχαν ξένη καταγωγή.*+
4 Πριν από αυτό, ο ιερέας που ήταν υπεύθυνος για τις αποθήκες* του οίκου* του Θεού μας+ ήταν ο Ελιασίβ,+ ο οποίος είχε συγγενέψει με τον Τωβία.+ 5 Του είχε παραχωρήσει μια μεγάλη αποθήκη,* όπου προηγουμένως έβαζαν την προσφορά σιτηρών, το λιβάνι, τα σκεύη και το δέκατο από τα σιτηρά, από το καινούριο κρασί και από το λάδι,+ το οποίο δικαιούνται οι Λευίτες,+ οι υμνωδοί και οι φύλακες των πυλών, καθώς και τη συνεισφορά για τους ιερείς.+
6 Και όλο αυτόν τον καιρό εγώ δεν βρισκόμουν στην Ιερουσαλήμ, γιατί το τριακοστό δεύτερο έτος+ του βασιλιά Αρταξέρξη+ της Βαβυλώνας είχα επιστρέψει στον βασιλιά· και ύστερα από κάποιο διάστημα του ζήτησα άδεια να απουσιάσω. 7 Τότε ήρθα στην Ιερουσαλήμ και πρόσεξα το τρομερό πράγμα που είχε κάνει ο Ελιασίβ+ για χάρη του Τωβία,+ παραχωρώντας του μια αποθήκη στην αυλή του οίκου του αληθινού Θεού. 8 Δυσαρεστήθηκα τόσο πολύ με αυτό ώστε πέταξα όλα τα οικιακά έπιπλα του Τωβία έξω από την αποθήκη.* 9 Έπειτα έδωσα εντολές και καθάρισαν τις αποθήκες·* και έβαλα ξανά εκεί τα σκεύη του οίκου του αληθινού Θεού,+ καθώς και την προσφορά σιτηρών και το λιβάνι.+
10 Διαπίστωσα επίσης ότι δεν είχαν δοθεί στους Λευίτες τα μερίδιά τους,+ και έτσι οι Λευίτες και οι υμνωδοί που έκαναν το έργο είχαν φύγει, ο καθένας για τον αγρό του.+ 11 Γι’ αυτό, επέπληξα τους υποκυβερνήτες+ και είπα: «Γιατί παραμελήθηκε ο οίκος του αληθινού Θεού;»+ Έπειτα, τους συγκέντρωσα και τους εγκατέστησα πάλι στις θέσεις τους. 12 Και όλος ο Ιούδας έφερε το δέκατο+ από τα σιτηρά, από το καινούριο κρασί και από το λάδι στις αποθήκες.+ 13 Κατόπιν τοποθέτησα υπεύθυνους για τις αποθήκες τον Σελεμία τον ιερέα, τον Σαδώκ τον αντιγραφέα* και τον Φεδαΐα από τους Λευίτες, και βοηθός τους ήταν ο Ανάν, γιος του Ζακχούρ, γιου του Ματτανία, διότι αυτοί οι άντρες θεωρούνταν αξιόπιστοι. Είχαν την ευθύνη να κάνουν τη διανομή στους αδελφούς τους.
14 Θυμήσου με,+ Θεέ μου, σχετικά με αυτό, και μην εξαλείψεις τις πράξεις όσιας αγάπης τις οποίες έκανα για τον οίκο του Θεού μου και για τις υπηρεσίες του.*+
15 Εκείνες τις ημέρες είδα ανθρώπους στον Ιούδα να πατούν τα πατητήρια το Σάββατο,+ να φέρνουν σωρούς σιτηρών και να τους φορτώνουν σε γαϊδούρια, καθώς και να φέρνουν κρασί, σταφύλια, σύκα και κάθε είδους φορτίο στην Ιερουσαλήμ την ημέρα του Σαββάτου.+ Έτσι λοιπόν, τους προειδοποίησα να μην πουλούν προμήθειες εκείνη την ημέρα.* 16 Και οι Τύριοι που κατοικούσαν στην πόλη έφερναν ψάρια και κάθε είδους εμπορεύματα και τα πουλούσαν το Σάββατο στους Ιουδαίους και μέσα στην Ιερουσαλήμ.+ 17 Γι’ αυτό, επέπληξα τους ευγενείς του Ιούδα και τους είπα: «Τι είναι αυτό το κακό που κάνετε και βεβηλώνετε την ημέρα του Σαββάτου; 18 Αυτό δεν έκαναν οι προπάτορές σας και έφερε ο Θεός μας όλη αυτή τη συμφορά πάνω μας, καθώς και πάνω σε αυτή την πόλη; Και τώρα εσείς επιτείνετε τον φλογερό θυμό εναντίον του Ισραήλ βεβηλώνοντας το Σάββατο».+
19 Μόλις λοιπόν η σκιά άρχισε να καλύπτει τις πύλες της Ιερουσαλήμ πριν από το Σάββατο, διέταξα να κλείσουν οι πόρτες. Είπα επίσης να μην τις ανοίξουν παρά μόνο μετά το Σάββατο, και τοποθέτησα στις πύλες μερικούς δικούς μου υπηρέτες ώστε να μην μπει μέσα κανένα φορτίο την ημέρα του Σαββάτου. 20 Έτσι λοιπόν, οι έμποροι και οι πωλητές κάθε είδους εμπορευμάτων διανυκτέρευσαν μια δυο φορές έξω από την Ιερουσαλήμ. 21 Τότε τους προειδοποίησα και τους είπα: «Γιατί διανυκτερεύετε μπροστά στο τείχος; Αν το ξανακάνετε, θα χρησιμοποιήσω βία εναντίον σας». Από τότε δεν ξαναήρθαν το Σάββατο.
22 Και είπα στους Λευίτες ότι πρέπει να εξαγνίζονται τακτικά και να έρχονται να φυλάνε τις πύλες για να διατηρούν άγια την ημέρα του Σαββάτου.+ Και αυτό επίσης θυμήσου να μου το υπολογίσεις, Θεέ μου, και σπλαχνίσου με σύμφωνα με την άφθονη όσια αγάπη σου.+
23 Εκείνες τις ημέρες είδα επίσης Ιουδαίους που είχαν παντρευτεί* Αζώτιες,+ Αμμωνίτισσες και Μωαβίτισσες.+ 24 Οι μισοί από τους γιους τους μιλούσαν την αζωτική γλώσσα και οι άλλοι μισοί τις γλώσσες των διαφόρων λαών, αλλά κανείς τους δεν ήξερε να μιλάει τη γλώσσα των Ιουδαίων. 25 Τους επέπληξα λοιπόν και τους καταράστηκα και χτύπησα μερικούς από αυτούς+ και ξερίζωσα τις τρίχες τους και τους έβαλα να ορκιστούν στον Θεό: «Δεν πρέπει να δίνετε τις κόρες σας στους γιους τους και δεν πρέπει να δέχεστε καμιά από τις κόρες τους για τους γιους σας ή για τον εαυτό σας.+ 26 Εξαιτίας τους δεν αμάρτησε ο βασιλιάς Σολομών του Ισραήλ; Ανάμεσα στα πολλά έθνη δεν υπήρξε βασιλιάς σαν αυτόν·+ μάλιστα ο Θεός του τον αγαπούσε,+ γι’ αυτό και τον έκανε βασιλιά όλου του Ισραήλ. Αλλά οι ξένες σύζυγοι έκαναν ακόμη και εκείνον να αμαρτήσει.+ 27 Είναι ανήκουστο αυτό το απαίσιο πράγμα που κάνετε, να παντρεύεστε ξένες γυναίκες ενεργώντας άπιστα εναντίον του Θεού μας!»+
28 Ένας από τους γιους του Ιεχωδαέ,+ γιου του Ελιασίβ+ του αρχιερέα, είχε γίνει γαμπρός του Σαναβαλλάτ+ του Ορωνίτη. Γι’ αυτό, τον έδιωξα από μπροστά μου.
29 Θυμήσου τους, Θεέ μου, επειδή μόλυναν την ιεροσύνη και τη διαθήκη της ιεροσύνης+ και των Λευιτών.+
30 Και τους καθάρισα από καθετί ξένο το οποίο τους μόλυνε και ανέθεσα καθήκοντα στους ιερείς και στους Λευίτες, ώστε ο καθένας να έχει την υπηρεσία του,+ 31 και έκανα διευθετήσεις για την προμήθεια ξύλων+ στους προσδιορισμένους καιρούς και για τους πρώτους ώριμους καρπούς.
Θυμήσου με, Θεέ μου, με εύνοια.*+
Σημαίνει «ο Γιαχ παρηγορεί».
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Ή αλλιώς «το ανάκτορο· το φρούριο».
Ή αλλιώς «στη διοικητική περιφέρεια».
Κυριολεκτικά «τον λόγο τον οποίο διέταξες».
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Δηλαδή τον Ευφράτη.
Ή αλλιώς «του δάσους του βασιλιά».
Ή αλλιώς «Ναού».
Κυριολεκτικά «υπηρέτης».
Ή αλλιώς «κοιλάδα του χειμάρρου».
Κυριολεκτικά «ενίσχυσαν τα χέρια τους».
Κυριολεκτικά «υπηρέτης».
Ή αλλιώς «νόμιμη αξίωση». Κυριολεκτικά «ενθύμημα».
Ή αλλιώς «αφιέρωσαν».
Κυριολεκτικά «δεν έβαλαν τον αυχένα τους στην υπηρεσία».
Κυριολεκτικά «υπάγονταν στον θρόνο».
Δηλαδή τον Ευφράτη.
Ή αλλιώς «αρωματοποιούς».
Ή αλλιώς «μετρημένο τμήμα».
Περίπου 445 μ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή πιθανώς «της γειτονικής περιφέρειας».
Ή αλλιώς «το Ανάκτορο».
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένων».
Ή αλλιώς «προσβλήθηκε».
Ή αλλιώς «αχθοφόρων».
Κυριολεκτικά «δέκα φορές».
Κυριολεκτικά «ήταν πίσω από».
Ή αλλιώς «ακόντιο».
Κυριολεκτικά «σαν τη σάρκα των αδελφών μας είναι η σάρκα μας».
Ή αλλιώς «κάνει τοκογλυφία ενάντια στον».
Δηλαδή 1 τοις εκατό κάθε μήνα.
Κυριολεκτικά «τίναξα τον κόρφο μου».
Ή αλλιώς «Έτσι ας γίνει!»
Ο σίκλος ισοδυναμούσε με 11,4 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «με δικά μου έξοδα».
Ή αλλιώς «για καλό».
Κυριολεκτικά «την καρδιά».
Βλέπε Παράρτημα Β15.
Κυριολεκτικά «έπεσαν πάρα πολύ στα ίδια τους τα μάτια».
Ή αλλιώς «διοικητικής περιφέρειας».
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Ή αλλιώς «να αποκλειστούν από την ιεροσύνη ως ακάθαρτοι».
Ή αλλιώς «Ο Θιρσαθά», περσικός τίτλος του κυβερνήτη επαρχίας.
Ή αλλιώς «Ο Θιρσαθά», περσικός τίτλος του κυβερνήτη επαρχίας.
Θεωρούνταν γενικά ίσης αξίας με τον περσικό χρυσό δαρεικό που ζύγιζε 8,4 γρ. Δεν πρόκειται για τη δραχμή των Ελληνικών Γραφών. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Η μνα των Εβραϊκών Γραφών ισοδυναμούσε με 570 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Κυριολεκτικά «όλος ο Ισραήλ».
Ή αλλιώς «γραμματέα».
Ή αλλιώς «γραμματέας».
Ή αλλιώς «Έτσι ας γίνει!»
Ή αλλιώς «έκαναν κατανοητά αυτά που διάβαζαν».
Ή αλλιώς «ο Θιρσαθά», περσικός τίτλος του κυβερνήτη επαρχίας.
Ή αλλιώς «γραμματέας».
Κυριολεκτικά «παχιά πράγματα».
Ή αλλιώς «η δύναμή σας».
Ή αλλιώς «γραμματέα».
Ή αλλιώς «προσωρινά καταλύματα».
Ή αλλιώς «επί τρεις ώρες».
Ή αλλιώς «από την αιωνιότητα μέχρι την αιωνιότητα».
Κυριολεκτικά «στο σπέρμα».
Ή αλλιώς «αξιόπιστους νόμους».
Κυριολεκτικά «είχες σηκώσει το χέρι σου».
Κυριολεκτικά «σκλήρυναν τον τράχηλό τους».
Κυριολεκτικά «σκλήρυναν τον τράχηλό τους».
Ή αλλιώς «Θεός πράξεων συγχώρησης».
Ή αλλιώς «φιλεύσπλαχνος».
Ή αλλιώς «στοργική καλοσύνη».
Ή αλλιώς «μεταλλικό άγαλμα».
Ή αλλιώς «πλούσια».
Κυριολεκτικά «και πέταξαν τον Νόμο σου πίσω από την πλάτη τους».
Ή αλλιώς «συνέτριβαν».
Ή αλλιώς «φιλεύσπλαχνος».
Ή αλλιώς «προειδοποιήσεις».
Ή αλλιώς «πλούσια».
Ή αλλιώς «ο Θιρσαθά», περσικός τίτλος του κυβερνήτη επαρχίας.
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Ή πιθανώς «όλοι όσοι ήταν αρκετά μεγάλοι ώστε να κατανοούν».
Ο σίκλος ισοδυναμούσε με 11,4 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.
Ή αλλιώς «ναού».
Δηλαδή τα ψωμιά της πρόθεσης.
Ή αλλιώς «στις τραπεζαρίες».
Ή αλλιώς «στις τραπεζαρίες».
Ή αλλιώς «στις τραπεζαρίες».
Ή αλλιώς «διοικητικής περιφέρειας».
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Ή αλλιώς «ναό».
Ή αλλιώς «στην κληρονομιά του».
Ή αλλιώς «Νεθινίμ». Κυριολεκτικά «δοσμένοι».
Κυριολεκτικά «ήταν στο χέρι του βασιλιά».
Ή αλλιώς «γύρω».
Ή αλλιώς «γύρω».
Ή αλλιώς «γύρω».
Ή αλλιώς «γύρω».
Ή αλλιώς «Κατασκήνωσαν».
Ή αλλιώς «γύρω».
Ή πιθανώς «στη διάρκεια της υπηρεσίας».
Το εβραϊκό κείμενο προφανώς παραλείπει ένα όνομα εδώ.
Ή αλλιώς «γραμματέα».
Ή αλλιώς «Και οι εκπαιδευμένοι υμνωδοί».
Δηλαδή την περιφέρεια γύρω από τον Ιορδάνη.
Ή αλλιώς «γραμματέας».
Ή αλλιώς «μπροστά».
Κυριολεκτικά «κεφαλές».
Ή αλλιώς «μεικτή καταγωγή».
Ή αλλιώς «τραπεζαρίες».
Ή αλλιώς «ναού».
Ή αλλιώς «τραπεζαρία».
Ή αλλιώς «τραπεζαρία».
Ή αλλιώς «τραπεζαρίες».
Ή αλλιώς «γραμματέα».
Ή αλλιώς «τη φύλαξή του».
Ή πιθανώς «τους προειδοποίησα εκείνη την ημέρα να μην πουλούν προμήθειες».
Ή αλλιώς «είχαν πάρει στα σπίτια τους».
Ή αλλιώς «για καλό».