ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική Νοηματική Γλώσσα
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • nwt Ιώβ 1:1-42:17
  • Ιώβ

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ιώβ
  • Η Αγία Γραφή—Μετάφραση Νέου Κόσμου
Η Αγία Γραφή—Μετάφραση Νέου Κόσμου
Ιώβ

ΙΩΒ

1 Υπήρχε κάποιος άνθρωπος στη γη του Ουζ, ο οποίος ονομαζόταν Ιώβ.*+ Ήταν ευθύς και ακέραιος·*+ φοβόταν τον Θεό και κρατιόταν μακριά από καθετί κακό.+ 2 Απέκτησε εφτά γιους και τρεις κόρες. 3 Τα ζωντανά του ήταν συνολικά 7.000 πρόβατα, 3.000 καμήλες, 1.000 βόδια* και 500 γαϊδούρια.* Είχε επίσης πάρα πολλούς υπηρέτες. Έτσι λοιπόν, έγινε ο σπουδαιότερος από όλους τους κατοίκους της Ανατολής.

4 Κάθε γιος του έκανε συμπόσιο στο σπίτι του, ο καθένας με τη σειρά του.* Προσκαλούσαν επίσης τις τρεις αδελφές τους για να φάνε και να πιουν μαζί τους. 5 Όταν ολοκληρωνόταν μια σειρά ημερών συμποσίου, ο Ιώβ τούς καλούσε για να τους εξαγνίσει. Κατόπιν σηκωνόταν νωρίς το πρωί και πρόσφερε ολοκαυτώματα+ για τον καθέναν τους. Διότι έλεγε: «Ίσως οι γιοι μου να αμάρτησαν και να καταράστηκαν τον Θεό μέσα στην καρδιά τους». Έτσι έκανε πάντοτε ο Ιώβ.+

6 Και έφτασε η ημέρα που οι γιοι του αληθινού Θεού*+ ήρθαν να σταθούν ενώπιον του Ιεχωβά·+ ανάμεσά τους ήρθε και ο Σατανάς.+

7 Τότε ο Ιεχωβά ρώτησε τον Σατανά: «Από πού έρχεσαι;» Εκείνος απάντησε στον Ιεχωβά: «Από περιήγηση στη γη και από περίπατο σε αυτήν».+ 8 Και ο Ιεχωβά είπε στον Σατανά: «Μήπως πρόσεξες τον* υπηρέτη μου τον Ιώβ; Δεν υπάρχει όμοιός του στη γη. Είναι ευθύς και ακέραιος* άνθρωπος,+ φοβάται τον Θεό και κρατιέται μακριά από καθετί κακό». 9 Τότε ο Σατανάς απάντησε στον Ιεχωβά: «Μήπως δωρεάν φοβάται ο Ιώβ τον Θεό;+ 10 Δεν έστησες προστατευτική περίφραξη γύρω από τον ίδιο,+ το σπίτι του και όλα όσα έχει; Το έργο των χεριών του το ευλόγησες,+ και τα ζωντανά του κατέκλυσαν τον τόπο. 11 Άπλωσε όμως τώρα το χέρι σου και πλήξε όλα όσα έχει· τότε σίγουρα θα σε καταραστεί καταπρόσωπο». 12 Και ο Ιεχωβά είπε στον Σατανά: «Ορίστε! Όλα όσα έχει είναι στο χέρι σου.* Μόνο πάνω στον ίδιο μην απλώσεις το χέρι σου!» Κατόπιν ο Σατανάς έφυγε από την παρουσία* του Ιεχωβά.+

13 Την ημέρα λοιπόν που οι γιοι και οι κόρες του Ιώβ έτρωγαν και έπιναν κρασί στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού τους,+ 14 ήρθε ένας αγγελιοφόρος στον Ιώβ και είπε: «Ενώ τα βόδια όργωναν και τα γαϊδούρια έβοσκαν δίπλα τους, 15 οι Σαβαίοι έκαναν επίθεση και τα πήραν, και σκότωσαν τους υπηρέτες με το σπαθί. Μόνο εγώ γλίτωσα και ήρθα να σου πω τι έγινε».

16 Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ήρθε ένας άλλος και είπε: «Φωτιά από τον Θεό* έπεσε από τους ουρανούς, φούντωσε ανάμεσα στα πρόβατα και στους υπηρέτες και έκαψε τα πάντα! Μόνο εγώ γλίτωσα και ήρθα να σου πω τι έγινε».

17 Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ήρθε ένας άλλος και είπε: «Οι Χαλδαίοι+ σχημάτισαν τρεις ομάδες και έκαναν επιδρομή στις καμήλες και τις πήραν, και σκότωσαν τους υπηρέτες με το σπαθί. Μόνο εγώ γλίτωσα και ήρθα να σου πω τι έγινε».

18 Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ήρθε άλλος ένας και είπε: «Οι γιοι σου και οι κόρες σου έτρωγαν και έπιναν κρασί στο σπίτι του μεγαλύτερου αδελφού τους. 19 Ξαφνικά φύσηξε πολύ δυνατός άνεμος από την έρημο και χτύπησε με ορμή τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ώστε αυτό έπεσε πάνω στους νέους και σκοτώθηκαν. Μόνο εγώ γλίτωσα και ήρθα να σου πω τι έγινε».

20 Τότε ο Ιώβ σηκώθηκε, έσκισε το ρούχο του και έκοψε τα μαλλιά του ως τη ρίζα· έπειτα έπεσε στο έδαφος και προσκύνησε 21 και είπε:

«Γυμνός βγήκα από τη μήτρα της μητέρας μου,

και γυμνός θα επιστρέψω.+

Ο Ιεχωβά έδωσε,+ και ο Ιεχωβά αφαίρεσε.

Ας συνεχίσει να είναι δοξασμένο το όνομα του Ιεχωβά».

22 Σε όλα αυτά, ο Ιώβ δεν αμάρτησε ούτε κατηγόρησε τον Θεό ότι έκανε κάτι κακό.*

2 Αργότερα έφτασε η ημέρα που οι γιοι του αληθινού Θεού*+ ήρθαν να σταθούν ενώπιον του Ιεχωβά,+ και ήρθε ανάμεσά τους και ο Σατανάς για να σταθεί ενώπιον του Ιεχωβά.+

2 Τότε ο Ιεχωβά ρώτησε τον Σατανά: «Από πού έρχεσαι;» Εκείνος απάντησε στον Ιεχωβά: «Από περιήγηση στη γη και από περίπατο σε αυτήν».+ 3 Και ο Ιεχωβά είπε στον Σατανά: «Μήπως πρόσεξες τον* υπηρέτη μου τον Ιώβ; Δεν υπάρχει όμοιός του στη γη. Είναι ευθύς και ακέραιος* άνθρωπος,+ φοβάται τον Θεό και κρατιέται μακριά από καθετί κακό. Διατηρεί ακόμη την ακεραιότητά του,+ παρ’ όλο που προσπαθείς να με υποκινήσεις εναντίον του+ για να τον καταστρέψω* χωρίς λόγο». 4 Αλλά ο Σατανάς απάντησε στον Ιεχωβά: «Ο άνθρωπος θα δώσει δέρμα αντί δέρματος. Όλα όσα έχει θα τα δώσει για χάρη της ζωής* του. 5 Άπλωσε όμως τώρα το χέρι σου και πλήξε τα κόκαλά του και τη σάρκα του· τότε σίγουρα θα σε καταραστεί καταπρόσωπο».+

6 Και ο Ιεχωβά είπε στον Σατανά: «Ορίστε! Αυτός είναι στο χέρι σου!* Μόνο τη ζωή* του μην πάρεις!» 7 Κατόπιν ο Σατανάς έφυγε από την παρουσία* του Ιεχωβά και έπληξε τον Ιώβ με επώδυνα, μεγάλα σπυριά*+ από τα πέλματα των ποδιών του μέχρι την κορυφή του κεφαλιού του. 8 Και ο Ιώβ πήρε ένα κομμάτι από πήλινο αγγείο για να ξύνεται, και καθόταν μέσα στις στάχτες.+

9 Τελικά, η σύζυγός του τού είπε: «Ακόμη κρατάς την ακεραιότητά σου; Καταράσου τον Θεό και πέθανε!» 10 Αλλά εκείνος της είπε: «Μιλάς όπως θα μιλούσε μια ανόητη. Μόνο τα καλά πράγματα θα δεχόμαστε από τον αληθινό Θεό; Δεν πρέπει να δεχόμαστε και τα άσχημα;»+ Σε όλα αυτά, ο Ιώβ δεν αμάρτησε με τα χείλη του.+

11 Τρεις φίλοι* του Ιώβ άκουσαν για όλες τις συμφορές που τον είχαν βρει, και ήρθε ο καθένας από τον τόπο του—ο Ελιφάς+ ο Θεμανίτης, ο Βιλδάδ+ ο Σαυχίτης+ και ο Σωφάρ+ ο Νααμαθίτης. Κανόνισαν λοιπόν να συναντηθούν για να πάνε να συμπαρασταθούν στον Ιώβ και να τον παρηγορήσουν. 12 Όταν τον είδαν από μακριά, δεν τον αναγνώρισαν. Άρχισαν να κλαίνε δυνατά και να σκίζουν τα ρούχα τους, και πετούσαν χώμα στον αέρα και πάνω στο κεφάλι τους.+ 13 Έπειτα κάθισαν μαζί του καταγής εφτά ημέρες και εφτά νύχτες. Κανείς δεν του έλεγε λέξη, γιατί έβλεπαν ότι ο πόνος του ήταν πολύ μεγάλος.+

3 Έπειτα από αυτά, ο Ιώβ άρχισε να μιλάει και να καταριέται την ημέρα που γεννήθηκε.*+ 2 Ο Ιώβ είπε:

 3 «Ας αφανιστεί η ημέρα που γεννήθηκα,+

και η νύχτα που είπαν: “Γεννήθηκε αγόρι!”

 4 Σκοτάδι να γίνει εκείνη η ημέρα.

Να μη νοιαστεί για αυτήν ο Θεός από ψηλά·

πάνω της να μη λάμψει φως.

 5 Το μαύρο σκοτάδι* να την κυριεύσει ξανά.

Σύννεφο βροχής να καθίσει πάνω της.

Ας την τρομοκρατεί καθετί που κάνει την ημέρα να σκοτεινιάσει.

 6 Τη νύχτα εκείνη μαυρίλα να την καταπιεί·+

να μη χαρεί μαζί με τις ημέρες του χρόνου

ούτε να λογαριαστεί ανάμεσα στους μήνες.

 7 Ναι! Η νύχτα εκείνη να γίνει στείρα·

κραυγή χαράς να μην ακουστεί σε αυτήν.

 8 Να την καταραστούν αυτοί που καταριούνται την ημέρα,

που είναι ικανοί να ξυπνήσουν τον Λεβιάθαν.*+

 9 Τα άστρα στο λυκόφως της να σκοτεινιάσουν·

μάταια να περιμένει το χάραμα,

και τις ακτίνες της αυγής να μην τις δει.

10 Επειδή αυτή δεν έκλεισε τη μήτρα της μητέρας μου+

και άφησε τα μάτια μου να δουν συμφορές.

11 Γιατί δεν πέθανα στη γέννα;

Γιατί δεν αφανίστηκα όταν βγήκα από τη μήτρα;+

12 Γιατί βρέθηκαν γόνατα να με υποδεχτούν

και στήθη να με θηλάσουν;

13 Τώρα θα πλάγιαζα γαλήνιος·+

θα κοιμόμουν ήσυχος+

14 μαζί με βασιλιάδες της γης και τους συμβούλους τους,

που έχτισαν τόπους οι οποίοι είναι πια ερείπια,*

15 ή με άρχοντες που είχαν χρυσάφι

και σπίτια γεμάτα ασήμι.

16 Γιατί δεν αποβλήθηκα από τη μήτρα χωρίς να γίνω αντιληπτός,

σαν τα παιδιά που δεν βλέπουν ποτέ το φως;

17 Εκεί ακόμη και οι πονηροί δεν προξενούν πια αναταραχή·

εκεί οι αποκαμωμένοι αναπαύονται.+

18 Εκεί έχουν την ησυχία τους όλοι οι φυλακισμένοι·

δεν ακούν τη φωνή εκείνου που τους αναγκάζει να δουλεύουν.

19 Μικροί και μεγάλοι είναι το ίδιο εκεί,+

και ο δούλος είναι ελεύθερος από τον κύριό του.

20 Γιατί δίνει αυτός φως σε εκείνον που υποφέρει

και ζωή στους καταπικραμένους;*+

21 Γιατί λαχταρούν τον θάνατο και αυτός δεν έρχεται;+

Σκάβουν για αυτόν περισσότερο από ό,τι για κρυμμένους θησαυρούς

22 εκείνοι που χαίρονται πάρα πολύ,

που είναι ευτυχισμένοι όταν βρίσκουν τον τάφο.

23 Γιατί δίνει αυτός φως στον άνθρωπο που έχασε τον δρόμο του,

γύρω από τον οποίο υψώνει φράχτη ο Θεός;+

24 Τροφή μου έγιναν οι στεναγμοί,+

και τα βογκητά μου+ ξεχύνονται σαν νερά.

25 Επειδή μου συνέβη αυτό που έτρεμα,

και με βρήκε αυτό που φοβόμουν.

26 Δεν βρίσκω ειρήνη, ησυχία και ανάπαυση,

οι συμφορές μου δεν έχουν τέλος».

4 Τότε ο Ελιφάς+ ο Θεμανίτης αποκρίθηκε:

 2 «Αν προσπαθήσει κάποιος να σου μιλήσει, θα δυσανασχετήσεις;

Αλλά ποιος μπορεί να κρατηθεί και να μη μιλήσει;

 3 Πράγματι, εσύ διόρθωνες πολλούς

και ενίσχυες τα αδύναμα χέρια.

 4 Τα λόγια σου σήκωναν όποιον σκόνταφτε,

και ενίσχυες εκείνους των οποίων τα γόνατα λύγιζαν.

 5 Τώρα όμως που το ίδιο συμβαίνει σε εσένα, λυγίζεις·*

σε αγγίζει, και έχεις αποκαρδιωθεί.

 6 Δεν σου δίνει σιγουριά η ευλάβειά σου για τον Θεό;

Δεν σου δίνει ελπίδα η οδός της ακεραιότητάς σου;+

 7 Θυμήσου, σε παρακαλώ: Ποιος αθώος αφανίστηκε ποτέ;

Καταστράφηκαν ποτέ οι ευθείς;

 8 Από ό,τι έχω δει, όσοι οργώνουν* βλαβερά πράγματα

και όσοι σπέρνουν συμφορές θερίζουν τα ίδια.

 9 Από την πνοή του Θεού αφανίζονται,

και από το ξέσπασμα του θυμού του τελειώνουν.

10 Το λιοντάρι βρυχιέται, και το νεαρό λιοντάρι μουγκρίζει,

αλλά ακόμη και των δυνατών λιονταριών* τα δόντια σπάζουν.

11 Το λιοντάρι αφανίζεται όταν δεν βρίσκει θήραμα,

και τα λιονταράκια σκορπίζονται.

12 Ήρθε δε σε εμένα κρυφά κάποιος λόγος,

και ένας ψίθυρος από αυτόν έφτασε στο αφτί μου.

13 Μου ήρθαν ανησυχητικές σκέψεις μέσα σε νυχτερινά οράματα,

όταν βαθύς ύπνος τυλίγει τους ανθρώπους.

14 Τότε άρχισα να τρέμω σύγκορμος,

και όλα μου τα κόκαλα γέμισαν τρόμο.

15 Ένα πνεύμα πέρασε πάνω από το πρόσωπό μου·

ανατρίχιασα ολόκληρος.

16 Έπειτα στάθηκε ακίνητο,

αλλά δεν αναγνώρισα την όψη του.

Μια μορφή ήταν μπροστά στα μάτια μου·

μέσα στην ησυχία, άκουσα μια φωνή:

17 “Μπορεί ένας θνητός να είναι δικαιότερος από τον Θεό;

Ή ένας άνθρωπος καθαρότερος από τον Δημιουργό του;”

18 Αυτός δεν εμπιστεύεται τους υπηρέτες του,

και βρίσκει λάθη στους αγγέλους* του.

19 Πόσο μάλλον σε εκείνους που μένουν σε σπίτια από πηλό,

των οποίων τα θεμέλια είναι στο χώμα,+

που συντρίβονται εύκολα σαν σκόρος!

20 Ξημερώνει, και μέχρι να βραδιάσει έχουν συντριφτεί εντελώς·

χάνονται για πάντα χωρίς κανείς να το αντιληφθεί.

21 Δεν μοιάζουν με αντίσκηνο που κάποιος του τραβάει το σχοινί;

Πεθαίνουν χωρίς σοφία.

5 »Φώναξε, σε παρακαλώ! Υπάρχει κανείς να σου απαντήσει;

Σε ποιον από τους αγίους αγγέλους* θα στραφείς;

 2 Διότι η δυσαρέσκεια σκοτώνει τον ανόητο

και ο φθόνος θανατώνει τον αφελή.

 3 Είδα τον ανόητο να ριζώνει,

αλλά στην κατοικία του πέφτει ξαφνικά κατάρα.

 4 Οι γιοι του δεν είναι καθόλου ασφαλείς

και συντρίβονται στην πύλη της πόλης+ χωρίς να υπάρχει σωτήρας.

 5 Ό,τι θερίζει αυτός, το τρώει ο πεινασμένος,

μαζεύοντάς το ακόμη και μέσα από τα αγκάθια,

τα δε υπάρχοντά τους τα αρπάζουν άλλοι.

 6 Διότι τα βλαβερά πράγματα δεν φυτρώνουν από το χώμα,

και τα προβλήματα δεν ξεπροβάλλουν από το έδαφος.

 7 Όπως οι σπίθες πετιούνται πάντα προς τα πάνω,

έτσι και ο άνθρωπος γεννιέται πάντα για προβλήματα.

 8 Εγώ όμως στον Θεό θα έκανα έκκληση,

και στον Θεό θα υπέβαλλα την υπόθεσή μου,

 9 σε Αυτόν που κάνει μεγάλα και ανεξερεύνητα πράγματα,

θαυμαστά πράγματα αναρίθμητα.

10 Αυτός δίνει βροχή στη γη

και στέλνει νερά στους αγρούς.

11 Ανεβάζει τους ασήμαντους ψηλά

και εξυψώνει τον καταθλιμμένο σώζοντάς τον.

12 Ματαιώνει τα τεχνάσματα των δολοπλόκων,

ώστε να αποτύχει το έργο των χεριών τους.

13 Πιάνει τους σοφούς στην πανουργία τους,+

ώστε να ανατρέπονται τα σχέδια των οξυδερκών.

14 Την ημέρα τούς τυλίγει το σκοτάδι,

και το μεσημέρι ψηλαφούν σαν να ήταν νύχτα.

15 Αυτός σώζει από το σπαθί του στόματός τους,

σώζει τον φτωχό από το χέρι του ισχυρού,

16 ώστε να υπάρξει ελπίδα για τους ασήμαντους,

αλλά να κλειστεί το στόμα των αδίκων.

17 Ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που τον επιπλήττει ο Θεός·

γι’ αυτό, μην απορρίπτεις τη διαπαιδαγώγηση του Παντοδυνάμου!

18 Διότι αυτός προκαλεί πόνο, αλλά επιδένει την πληγή·

συντρίβει, αλλά γιατρεύει με τα ίδια του τα χέρια.

19 Θα σε σώσει από έξι συμφορές,

ακόμη και η έβδομη δεν θα σε βλάψει.

20 Στην πείνα θα σε απολυτρώσει από τον θάνατο,

και στον πόλεμο από τη δύναμη του σπαθιού.

21 Θα προστατευτείς από το μαστίγιο της γλώσσας+

και δεν θα φοβηθείς την ερήμωση όταν έρθει.

22 Θα γελάς με την καταστροφή και την πείνα

και δεν θα φοβάσαι τα θηρία της γης.

23 Διότι οι πέτρες του αγρού δεν θα σε βλάπτουν*

και τα θηρία του αγρού θα έχουν ειρήνη μαζί σου.

24 Θα ξέρεις ότι η σκηνή σου είναι ασφαλής,*

και τίποτα δεν θα λείπει όταν επιθεωρείς τον βοσκότοπό σου.

25 Θα αποκτήσεις πολλά παιδιά,

και οι απόγονοί σου θα είναι άφθονοι σαν τη βλάστηση της γης.

26 Θα είσαι ακόμη δυνατός όταν θα πας στον τάφο,

σαν δεμάτια σιτηρών που τα μαζεύουν στην εποχή τους.

27 Εμείς το ερευνήσαμε αυτό, και έτσι έχουν τα πράγματα.

Άκουσέ το και δέξου το».

6 Έπειτα ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Αχ, και να ζυγιζόταν πλήρως ο πόνος μου+

και να έμπαινε στη ζυγαριά μαζί με τη συμφορά μου!

 3 Τώρα είναι πιο βαρύς από την άμμο των θαλασσών.

Γι’ αυτό και τα λόγια μου ήταν αχαλίνωτα.*+

 4 Τα βέλη του Παντοδυνάμου με διατρύπησαν,

και το πνεύμα μου πίνει το δηλητήριό τους·+

τρόμοι από τον Θεό παρατάσσονται εναντίον μου.

 5 Βγάζει κραυγές το άγριο γαϊδούρι+ όταν έχει χορτάρι;

Μήπως μουγκρίζει ο ταύρος όταν έχει ζωοτροφή;

 6 Τρώγεται το άνοστο φαγητό που δεν έχει αλάτι;

Μήπως έχει γεύση ο χυμός της μολόχας;

 7 Αρνούμαι* και να αγγίξω τέτοια πράγματα.

Είναι σαν μολυσμένη τροφή.

 8 Αχ, και να γινόταν αυτό που ζήτησα,

και να εκπλήρωνε ο Θεός την επιθυμία μου!

 9 Να ήταν πρόθυμος ο Θεός να με συντρίψει,

να άπλωνε το χέρι του και να με αφάνιζε!+

10 Ακόμη και αυτό θα με παρηγορούσε·

θα πηδούσα από χαρά παρά τον αφόρητο πόνο,

διότι δεν έχω αρνηθεί τα λόγια του Αγίου.+

11 Έχω τη δύναμη να περιμένω;+

Και ποιο θα είναι το τέλος μου, ώστε να συνεχίσω να ζω;*

12 Μήπως είμαι δυνατός σαν βράχος;

Είναι η σάρκα μου από χαλκό;

13 Υπάρχει κανένας τρόπος να βοηθήσω τον εαυτό μου,

εφόσον έχασα ό,τι με στήριζε;

14 Όποιος δεν δείχνει όσια αγάπη στον συνάνθρωπό του+

θα πάψει να φοβάται τον Παντοδύναμο.+

15 Οι ίδιοι μου οι αδελφοί είναι απατηλοί+ σαν εποχιακός χείμαρρος,

σαν το νερό των χειμάρρων που ξεραίνονται,

16 που θολώνουν από τον πάγο,

και μέσα τους κρύβεται το χιόνι καθώς λιώνει.

17 Αλλά το καλοκαίρι, στερεύουν και χάνονται·

όταν πιάνει ζέστη, ξεραίνονται.

18 Η κοίτη τους αλλάζει κατεύθυνση·

χύνονται στην ερημιά και αφανίζονται.

19 Τα καραβάνια της Θεμά+ ψάχνουν να τους βρουν·

οι ταξιδιώτες από τη Σεβά*+ τούς περιμένουν.

20 Ντρέπονται που οι ελπίδες τους διαψεύδονται·

φτάνουν ως εκεί, αλλά απογοητεύονται.

21 Έτσι γίνατε και εσείς για εμένα·+

είδατε τη φρικτή συμφορά μου και φοβηθήκατε.+

22 Μήπως είπα: “Δώστε μου κάτι”;

Παρακάλεσα να μου κάνετε κάποιο δώρο από τον πλούτο σας;

23 Ζήτησα εγώ να με γλιτώσετε από χέρι εχθρού;

Να με σώσετε* από όσους με καταπιέζουν;

24 Διδάξτε με, και εγώ θα μείνω σιωπηλός·+

βοηθήστε με να καταλάβω πού έσφαλα.

25 Τα ειλικρινή λόγια δεν προκαλούν πόνο!+

Αλλά οι επικρίσεις σας σε τι ωφελούν;+

26 Σχεδιάζετε πώς θα επικρίνετε τα λόγια μου,

τα λόγια ενός απελπισμένου+ που τα παίρνει ο άνεμος;

27 Εσείς είστε ικανοί να ρίξετε κλήρο ακόμη και για ένα ορφανό,+

και να πουλήσετε* τον ίδιο σας τον φίλο!+

28 Γυρίστε λοιπόν και κοιτάξτε με,

δεν πρόκειται να πω ψέματα μπροστά στα μάτια σας.

29 Αλλάξτε γνώμη, σας παρακαλώ, μη με κρίνετε άδικα.

Ναι, αλλάξτε γνώμη, επειδή δεν έπαψα να είμαι δίκαιος.

30 Είναι άδικα αυτά που λέει η γλώσσα μου;

Δεν διακρίνει ο ουρανίσκος μου ότι κάτι είναι λάθος;

7 »Μήπως δεν μοιάζει με καταναγκαστικά έργα η ζωή του θνητού ανθρώπου στη γη,

και δεν είναι οι ημέρες του σαν του μισθωτού εργάτη;+

 2 Σαν τον δούλο λαχταράει τη σκιά,

και σαν τον εργάτη περιμένει τον μισθό του.+

 3 Έτσι και σε εμένα ορίστηκαν μήνες ματαιότητας,

και πληρώθηκα με νύχτες δυστυχίας.+

 4 Όταν πλαγιάζω, ρωτώ: “Πότε θα σηκωθώ;”+

Αλλά η νύχτα δεν λέει να τελειώσει, και εγώ στριφογυρίζω ανήσυχος ως το χάραμα.

 5 Σκουλήκια και χωματένιοι σβόλοι έχουν σκεπάσει τη σάρκα μου·+

το δέρμα μου είναι γεμάτο ξερές πληγές και πύον.+

 6 Οι ημέρες μου τρέχουν πιο γρήγορα από τη σαΐτα του υφαντή+

και τελειώνουν χωρίς ελπίδα.+

 7 Θυμήσου ότι η ζωή μου είναι σαν φύσημα του ανέμου,*+

ότι τα μάτια μου δεν θα δουν ποτέ ξανά ευτυχία.*

 8 Τα μάτια που με βλέπουν τώρα δεν θα με βλέπουν πια·

τα μάτια σου θα με αναζητούν, αλλά δεν θα υπάρχω.+

 9 Σαν σύννεφο που σβήνει και χάνεται,

όποιος κατεβαίνει στον Τάφο* δεν ανεβαίνει ξανά.+

10 Δεν θα ξαναγυρίσει στο σπίτι του,

και ο τόπος του δεν θα τον αναγνωρίζει πια.+

11 Γι’ αυτό λοιπόν, δεν θα συγκρατήσω το στόμα μου.

Θα μιλήσω μέσα στην οδύνη του πνεύματός μου·

θα παραπονεθώ μέσα στην πικρή στενοχώρια μου!*+

12 Θάλασσα είμαι ή μήπως θαλάσσιο τέρας

και μου έβαλες φύλακα;

13 Όταν λέω: “Θα με παρηγορήσει το ντιβάνι μου·

το κρεβάτι μου θα απαλύνει τη δυστυχία μου”,

14 τότε με τρομοκρατείς με όνειρα

και με φοβίζεις με οράματα,

15 έτσι ώστε θα προτιμούσα* την ασφυξία,

τον θάνατο και όχι το σώμα μου.*+

16 Σιχάθηκα τη ζωή μου·+ δεν θέλω να ζήσω άλλο.

Άφησέ με, γιατί οι ημέρες μου είναι σαν μια ανάσα.+

17 Τι είναι ο θνητός άνθρωπος για να ασχολείσαι μαζί του

και να επικεντρώνεις την προσοχή σου* σε αυτόν;+

18 Γιατί τον επιθεωρείς κάθε πρωί

και τον δοκιμάζεις κάθε στιγμή;+

19 Δεν θα πάρεις καθόλου το βλέμμα σου από πάνω μου

ώστε να προλάβω να καταπιώ το σάλιο μου;+

20 Αν αμάρτησα, τι κακό μπορώ να σου κάνω, Παρατηρητή των ανθρώπων;+

Γιατί με έβαλες στόχο;

Μήπως σου έγινα βάρος;

21 Γιατί δεν συγχωρείς την παράβασή μου

και δεν παραβλέπεις το σφάλμα μου;

Διότι σε λίγο θα πλαγιάσω στο χώμα,+

και θα με αναζητάς, αλλά δεν θα υπάρχω».

8 Τότε ο Βιλδάδ+ ο Σαυχίτης+ αποκρίθηκε:

 2 «Ως πότε θα μιλάς έτσι;+

Τα λόγια του στόματός σου δεν είναι παρά δυνατός άνεμος!

 3 Θα διαστρέψει ο Θεός την κρίση;

Θα διαστρέψει ο Παντοδύναμος τη δικαιοσύνη;

 4 Αν οι γιοι σου αμάρτησαν εναντίον του,

εκείνος επέτρεψε να τιμωρηθούν για την ανταρσία τους·*

 5 αν όμως εσύ απέβλεπες στον Θεό+

και ικέτευες τον Παντοδύναμο για εύνοια,

 6 και αν ήσουν όντως αγνός και ευθύς,+

εκείνος θα σου έδινε προσοχή*

και θα σε επανέφερε στη θέση που σου αξίζει.

 7 Παρότι η αρχή σου ήταν ασήμαντη,

το μέλλον σου θα ήταν λαμπρό.+

 8 Ρώτησε, σε παρακαλώ, την προηγούμενη γενιά

και πρόσεξε όσα διαπίστωσαν οι πατέρες τους.+

 9 Διότι εμείς είμαστε χθεσινοί και δεν ξέρουμε τίποτα,

επειδή οι ημέρες μας στη γη είναι μια σκιά.

10 Δεν θα σε διδάξουν αυτοί,

και δεν θα σου πουν όσα ξέρουν;*

11 Ψηλώνει ο πάπυρος όπου δεν υπάρχει βάλτος;

Ψηλώνει το καλάμι χωρίς νερό;

12 Ενώ είναι ακόμη ανθισμένο, προτού κοπεί,

ξεραίνεται πριν από κάθε άλλο φυτό.

13 Έτσι καταλήγουν όλοι όσοι* ξεχνούν τον Θεό,

διότι η ελπίδα του ασεβούς* θα χαθεί.

14 Η πεποίθησή του είναι μάταιη,

και εμπιστεύεται σε πράγματα εύθραυστα σαν τον ιστό* της αράχνης.

15 Θα στηριχτεί στο σπίτι του, αλλά αυτό δεν θα σταθεί·

θα προσπαθήσει να γαντζωθεί πάνω του, αλλά αυτό δεν θα αντέξει.

16 Αυτός είναι χλωρό φυτό στη λιακάδα,

και τα βλαστάρια του απλώνονται στον κήπο.+

17 Μέσα σε σωρό από πέτρες μπλέκονται οι ρίζες του·

ψάχνει για σπίτι ανάμεσα στις πέτρες.*

18 Αλλά όταν τον ξεριζώσουν* από τον τόπο του,

ο τόπος θα τον αρνηθεί και θα πει: “Δεν σε έχω δει ποτέ”.+

19 Έτσι θα εξαφανιστεί·*+

έπειτα άλλοι θα φυτρώσουν από το χώμα.

20 Ο Θεός δεν πρόκειται να απορρίψει όσους κρατούν ακεραιότητα·*

ούτε θα υποστηρίξει* κακούς ανθρώπους,

21 γιατί αυτός θα γεμίσει το στόμα σου γέλιο,

και τα χείλη σου κραυγές χαράς.

22 Όσοι σε μισούν θα ντυθούν ντροπή,

και η σκηνή των πονηρών δεν θα υπάρχει πια».

9 Ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Ξέρω πράγματι ότι έτσι είναι.

Αλλά πώς μπορεί να δικαιωθεί ο θνητός άνθρωπος απέναντι στον Θεό;+

 3 Αν κάποιος θελήσει να έρθει σε αντιπαράθεση μαζί Του,*+

δεν θα μπορέσει να απαντήσει ούτε σε μία από χίλιες ερωτήσεις Του.

 4 Είναι σοφός στην καρδιά και κραταιός σε δύναμη.+

Ποιος μπορεί να του αντισταθεί και να μην πάθει κακό;+

 5 Εκείνος μετακινεί* βουνά χωρίς να το μάθει κανείς·

τα ανατρέπει μέσα στον θυμό του.

 6 Σείει τη γη από τη θέση της,

κάνοντας τους στύλους της να τρέμουν.+

 7 Προστάζει τον ήλιο να μη λάμψει

και σφραγίζει τα άστρα ώστε να μη φωτίζουν·+

 8 εκτείνει μόνος του τους ουρανούς+

και πατάει στα ψηλά κύματα της θάλασσας.+

 9 Δημιούργησε τους αστερισμούς Ας,* Κεσίλ* και Κιμάχ,*+

και τους αστερισμούς στον ουρανό του νότου·*

10 κάνει μεγάλα και ανεξερεύνητα πράγματα,+

θαυμαστά πράγματα αναρίθμητα.+

11 Περνάει δίπλα μου, και δεν τον βλέπω·

με προσπερνάει, αλλά δεν τον διακρίνω.

12 Όταν αρπάζει κάτι, ποιος μπορεί να του αντισταθεί;

Ποιος μπορεί να του πει: “Τι κάνεις εκεί;”+

13 Ο Θεός δεν θα συγκρατήσει τον θυμό του·+

ακόμη και οι βοηθοί της Ραάβ*+ θα τον προσκυνήσουν.

14 Πόσο μάλλον όταν του απαντώ εγώ,

πρέπει να προσέχω τι λέω αν πρόκειται να έρθω σε αντιπαράθεση μαζί του!

15 Ακόμη και αν είχα δίκιο, δεν θα του απαντούσα.+

Απλώς θα ικέτευα τον κριτή μου* για έλεος.

16 Αν τον επικαλεστώ, θα μου απαντήσει;

Δεν πιστεύω ότι θα ακούσει τη φωνή μου,

17 διότι με συντρίβει με θύελλα

και πληθαίνει τις πληγές μου χωρίς λόγο.+

18 Δεν με αφήνει να πάρω ανάσα·

με χορταίνει πίκρες.

19 Αν είναι ζήτημα δύναμης, αυτός είναι ο ισχυρός.+

Αν είναι ζήτημα δικαιοσύνης, λέει: “Ποιος θα μου ζητήσει να λογοδοτήσω;”*

20 Αν είχα δίκιο, θα με καταδίκαζε το ίδιο μου το στόμα·

ακόμη και αν κρατήσω την ακεραιότητά μου,* εκείνος θα με ανακηρύξει ένοχο.*

21 Ακόμη και αν κρατήσω την ακεραιότητά μου,* δεν είμαι βέβαιος για τον εαυτό μου·*

δεν θέλω* τη ζωή μου.

22 Δεν υπάρχει καμιά διαφορά. Γι’ αυτό λέω:

“Καταστρέφει και τους αθώους* και τους ενόχους”.

23 Αν μια ξαφνική πλημμύρα προξενούσε απροσδόκητο θάνατο,

αυτός θα περιγελούσε την απελπισία των αθώων.

24 Η γη παραδόθηκε στους πονηρούς·+

αυτός καλύπτει τα μάτια* των κριτών της.

Αν δεν το κάνει αυτός, τότε ποιος το κάνει;

25 Οι ημέρες μου είναι τώρα ταχύτερες από δρομέα·+

φεύγουν τρέχοντας χωρίς να δουν καλό.

26 Γλιστρούν σαν καλαμένια πλοιάρια,

σαν αετοί που εφορμούν στη λεία τους.

27 Αν πω: “Θα ξεχάσω το παράπονό μου,

θα αλλάξω έκφραση ώστε να φαίνομαι χαρούμενος”,

28 και πάλι θα φοβάμαι εξαιτίας όλων των πόνων μου,+

και ξέρω ότι δεν θα με αθωώσεις.

29 Θα κριθώ ένοχος.*

Επομένως, γιατί να αγωνίζομαι μάταια;+

30 Αν πλυθώ με νερό από λιωμένο χιόνι

και καθαρίσω τα χέρια μου με αλισίβα,*+

31 θα με βουτήξεις μέσα σε λάκκο,

και θα με σιχαίνονται τα ίδια μου τα ρούχα.

32 Διότι αυτός δεν είναι άνθρωπος σαν εμένα για να του απαντήσω,

για να πάμε μαζί στο δικαστήριο.+

33 Δεν υπάρχει κανείς για να κρίνει* ανάμεσά μας,

για να γίνει κριτής μας.*

34 Αν σταματούσε να με χτυπάει,*

και δεν άφηνε τον τρόμο του να με φοβίζει,+

35 θα του μιλούσα άφοβα,

γιατί δεν είμαι άνθρωπος που μιλάει από φόβο.

10 »Σιχαίνομαι* τη ζωή μου.+

Θα ξεσπάσω και θα εκφράσω τα παράπονά μου.

Θα μιλήσω μέσα στην πικρή στενοχώρια μου!*

 2 Θα πω στον Θεό: “Μη με κηρύξεις ένοχο.

Πες μου γιατί με πολεμάς.

 3 Τι σε ωφελεί να καταπιέζεις,

να καταφρονείς το έργο των χεριών σου,+

ενώ ευνοείς τη συμβουλή των πονηρών;

 4 Έχεις ανθρώπινα μάτια;*

Ή μήπως βλέπεις όπως ο θνητός άνθρωπος;

 5 Είναι οι ημέρες σου σαν των θνητών;

Ή είναι τα χρόνια σου σαν του ανθρώπου,+

 6 ώστε να αναζητάς το σφάλμα μου

και να ψάχνεις την αμαρτία μου;+

 7 Ξέρεις ότι δεν είμαι ένοχος·+

και κανείς δεν μπορεί να με σώσει από το χέρι σου.+

 8 Τα δικά σου χέρια με διαμόρφωσαν και με έπλασαν,+

αλλά τώρα ζητάς να με καταστρέψεις εντελώς.

 9 Θυμήσου, σε παρακαλώ, ότι με έπλασες από πηλό,+

αλλά τώρα με επαναφέρεις στο χώμα.+

10 Δεν με έχυσες σαν γάλα

και δεν με έπηξες σαν τυρί;

11 Με δέρμα και σάρκα με έντυσες,

με κόκαλα και τένοντες με ύφανες.+

12 Μου έδωσες ζωή και όσια αγάπη·

περιφρούρησες το πνεύμα* μου με τη φροντίδα σου.+

13 Αλλά κρυφά σκόπευες να κάνεις αυτά τα πράγματα.*

Ξέρω ότι αυτά προέρχονται από εσένα.

14 Αν αμάρτανα, θα με παρατηρούσες+

και δεν θα συγχωρούσες το σφάλμα μου.

15 Αν είμαι ένοχος, αλίμονό μου!

Αλλά ακόμη και αν είμαι αθώος, δεν μπορώ να σηκώσω το κεφάλι μου,+

γιατί είμαι χορτασμένος ατίμωση και ταλαιπωρία.+

16 Αν σηκώσω το κεφάλι μου, με κυνηγάς σαν λιοντάρι+

και δείχνεις ξανά τη δύναμή σου εναντίον μου.

17 Φέρνεις καινούριους μάρτυρες εναντίον μου

και εντείνεις τον θυμό σου για εμένα,

καθώς με βρίσκουν τα δεινά το ένα μετά το άλλο.

18 Γιατί λοιπόν με έβγαλες από τη μήτρα;+

Έπρεπε να είχα πεθάνει προτού με δει μάτι.

19 Θα ήταν σαν να μην είχα υπάρξει ποτέ·

θα με είχαν πάρει κατευθείαν από τη μήτρα στον τάφο”.

20 Λίγες δεν είναι οι ημέρες μου;+ Ας με αφήσει ήσυχο·

ας πάρει τα μάτια του από πάνω μου για να βρω κάποια ανακούφιση,*+

21 προτού φύγω ανεπιστρεπτί+

για τη γη του βαθύτατου σκοταδιού,*+

22 για τη γη της απόλυτης σκοτεινιάς,

μια γη βαθιάς σκιάς και χάους,

όπου ακόμη και το φως μοιάζει με σκοτάδι».

11 Ο Σωφάρ+ ο Νααμαθίτης αποκρίθηκε:

 2 «Θα μείνουν αναπάντητα όλα αυτά τα λόγια;

Ή μήπως έχει δίκιο όποιος απλώς μιλάει πολύ;*

 3 Θα μας αποστομώσουν οι κούφιες σου κουβέντες;

Δεν θα σε επιπλήξει κανείς για τα χλευαστικά σου λόγια;+

 4 Διότι λες: “Η διδασκαλία μου είναι αγνή,+

και είμαι καθαρός στα μάτια σου”.+

 5 Αλλά μακάρι να μιλούσε ο Θεός

και να άνοιγε τα χείλη του για να σου απαντήσει!+

 6 Τότε θα σου φανέρωνε τα μυστικά της σοφίας,

διότι η πρακτική σοφία είναι πολύπλευρη.

Τότε θα καταλάβαινες ότι ο Θεός επιτρέπει να ξεχαστεί ένα μέρος από το σφάλμα σου.

 7 Μπορείς να ανακαλύψεις τα βαθιά πράγματα του Θεού;

Ή να ανακαλύψεις τα πάντα για τον Παντοδύναμο;*

 8 Η σοφία είναι ψηλότερη από τον ουρανό. Τι μπορείς να πετύχεις;

Είναι βαθύτερη από τον Τάφο.* Τι μπορείς να μάθεις;

 9 Είναι μακρύτερη από τη γη

και πλατύτερη από τη θάλασσα.

10 Αν αυτός, καθώς περνάει, θέσει κάποιον υπό κράτηση και συγκαλέσει δικαστήριο,

ποιος μπορεί να του αντισταθεί;

11 Διότι καταλαβαίνει την απάτη των ανθρώπων.

Υπάρχει περίπτωση να δει κάτι κακό και να μη δώσει προσοχή;

12 Αλλά ο άμυαλος θα αποκτήσει κατανόηση

μόνο όταν το άγριο γαϊδούρι γεννήσει άνθρωπο.*

13 Μακάρι να ετοίμαζες την καρδιά σου

και να άπλωνες τα χέρια σου προς αυτόν.

14 Αν τα χέρια σου κάνουν κάτι κακό, απομάκρυνέ το,

και ας μην κατοικεί αδικία στις σκηνές σου.

15 Τότε θα μπορούσες να σηκώσεις το πρόσωπό σου ακηλίδωτο·

θα μπορούσες να σταθείς σταθερός και άφοβος.

16 Τότε θα ξεχάσεις τις συμφορές σου·

θα τις θυμάσαι σαν νερά που κύλησαν μακριά σου.

17 Η ζωή σου θα γίνει λαμπρότερη από το μεσημέρι·

ακόμη και το σκοτάδι της θα είναι σαν πρωί.

18 Θα νιώθεις σιγουριά επειδή υπάρχει ελπίδα,

θα κοιτάζεις ολόγυρα και θα πλαγιάζεις με ασφάλεια.

19 Θα πλαγιάζεις χωρίς να φοβάσαι κανέναν,

και πολλοί θα ζητούν την εύνοιά σου.

20 Αλλά τα μάτια των πονηρών θα σβήσουν·

αυτοί δεν θα βρίσκουν πού να διαφύγουν,

και μόνη τους ελπίδα θα είναι ο θάνατος».*+

12 Έπειτα ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Οπωσδήποτε εσείς είστε οι ειδήμονες,*

και η σοφία θα εκλείψει όταν πεθάνετε!

 3 Αλλά έχω και εγώ κατανόηση.*

Δεν είμαι κατώτερός σας.

Ποιος δεν τα ξέρει αυτά τα πράγματα;

 4 Έγινα περίγελος των φίλων μου,+

κάποιος που επικαλείται τον Θεό ζητώντας απάντηση.+

Ο δίκαιος και άμεμπτος είναι περίγελος.

 5 Όποιος είναι ξένοιαστος περιφρονεί τη συμφορά,

νομίζοντας ότι είναι μόνο για εκείνους που τα πόδια τους τρέμουν.*

 6 Οι σκηνές των ληστών απολαμβάνουν ειρήνη,+

και όσοι προκαλούν τον Θεό είναι ασφαλείς,+

όσοι κρατούν στα χέρια τους τον θεό τους.

 7 Ρώτησε όμως, σε παρακαλώ, τα ζώα, και θα σε διδάξουν·

τα πουλιά των ουρανών, και θα σου πουν.

 8 Ή παρατήρησε τη* γη, και θα σε διδάξει·

και τα ψάρια της θάλασσας θα σου το διακηρύξουν.

 9 Ποιο από όλα αυτά δεν ξέρει

ότι το χέρι του Ιεχωβά το έκανε αυτό;

10 Στο χέρι του είναι η ζωή κάθε ζωντανού πλάσματος*

και το πνεύμα* κάθε ανθρώπου.*+

11 Δεν δοκιμάζει το αφτί τα λόγια

όπως γεύεται η γλώσσα* την τροφή;+

12 Δεν υπάρχει σοφία μεταξύ των ηλικιωμένων;+

Δεν έρχεται η κατανόηση με τη μακροζωία;

13 Στον Θεό υπάρχει σοφία και κραταιότητα·+

αυτός έχει βουλή και κατανόηση.+

14 Όταν κατεδαφίζει κάτι, αυτό δεν μπορεί να ξαναχτιστεί·+

αυτό που έχει κλείσει εκείνος, δεν μπορεί να το ανοίξει κανείς.

15 Όταν συγκρατεί τα νερά, τα πάντα ξεραίνονται·+

όταν τα αφήνει ελεύθερα, πλημμυρίζουν τη γη.+

16 Σε αυτόν υπάρχει ισχύς και πρακτική σοφία·+

σε αυτόν ανήκει εκείνος που ξεστρατίζει και εκείνος που παροδηγεί·

17 κάνει συμβούλους να περπατούν ξυπόλυτοι,*

και κριτές να χάσουν το μυαλό τους.+

18 Λύνει τα δεσμά που επιβάλλουν βασιλιάδες+

και δένει ζώνη γύρω από τη μέση τους.

19 Κάνει ιερείς να περπατούν ξυπόλυτοι+

και ανατρέπει όσους είναι σταθερά εδραιωμένοι στην εξουσία·+

20 στερεί από έμπιστους συμβούλους την ομιλία

και αφαιρεί τη σύνεση από τους ηλικιωμένους.*

21 Εκχέει περιφρόνηση στους ευγενείς+

και κάνει αδύναμους τους δυνατούς·*

22 φανερώνει βαθιά πράγματα από το σκοτάδι+

και φέρνει το βαθύ σκοτάδι στο φως·

23 εξυψώνει έθνη για να τα καταστρέψει·

μεγαλώνει έθνη για να τα οδηγήσει σε εξορία.

24 Αφαιρεί την κατανόηση* από τους ηγέτες του λαού

και τους κάνει να περιπλανιούνται σε ερημιές χωρίς δρόμους.+

25 Ψηλαφούν στο σκοτάδι,+ όπου δεν υπάρχει φως·

τους κάνει να περιπλανιούνται σαν μεθυσμένοι.+

13 »Ναι, τα μάτια μου τα είδαν όλα αυτά,

τα αφτιά μου τα άκουσαν και τα κατάλαβαν.

 2 Ό,τι ξέρετε εσείς, το ξέρω και εγώ·

δεν είμαι κατώτερός σας.

 3 Εγώ θα προτιμούσα να μιλήσω στον ίδιο τον Παντοδύναμο·

θέλω να υπερασπιστώ την υπόθεσή μου ενώπιον του Θεού.+

 4 Εσείς όμως με σπιλώνετε με ψέματα·

είστε όλοι σας άχρηστοι γιατροί.+

 5 Μακάρι να σωπαίνατε εντελώς.

Αυτό θα έδειχνε σοφία εκ μέρους σας.+

 6 Ακούστε, σας παρακαλώ, τα επιχειρήματά μου

και δώστε προσοχή στην απολογία των χειλιών μου.

 7 Θα μιλάτε άδικα εκ μέρους του Θεού;

Θα τον υπερασπίζεστε με απατηλά λόγια;

 8 Θα πάρετε το μέρος του;*

Θα επιχειρήσετε να γίνετε συνήγοροι του αληθινού Θεού;

 9 Θα σας έβγαινε σε καλό αν σας εξέταζε εκείνος;+

Μήπως θα τον ξεγελάσετε σαν να ήταν θνητός άνθρωπος;

10 Σίγουρα θα σας επιπλήξει

αν προσπαθήσετε κρυφά να δείξετε μεροληψία.+

11 Δεν θα σας εμπνεύσει φόβο η μεγαλοσύνη του

και δεν θα πέσει πάνω σας ο τρόμος του;

12 Τα σοφά* λόγια σας είναι παροιμίες άχρηστες σαν τη στάχτη·

η υπεράσπισή σας* είναι εύθραυστη σαν τον πηλό.

13 Σωπάστε για να μιλήσω εγώ.

Ύστερα ας με βρει ό,τι είναι να με βρει!

14 Γιατί βάζω τον εαυτό μου σε κίνδυνο*

και κρατώ τη ζωή* μου στα χέρια μου;

15 Ακόμη και αν ήταν να με θανατώσει, εγώ θα περίμενα·+

θα υπερασπιζόμουν την υπόθεσή μου* ενώπιόν του.

16 Τότε εκείνος θα γινόταν η σωτηρία μου,+

διότι κανένας ασεβής* δεν μπορεί να έρθει ενώπιόν του.+

17 Ακούστε καλά τα λόγια μου·

δώστε προσοχή στη δήλωσή μου.

18 Ορίστε! Ετοίμασα την υπόθεσή μου·

ξέρω ότι έχω δίκιο.

19 Ποιος θα έρθει σε διαμάχη μαζί μου;

Θα πεθάνω αν σωπάσω!*

20 Μόνο δύο πράγματα σου ζητώ, Θεέ,*

για να μην κρυφτώ από μπροστά σου:

21 Πάρε το βαρύ σου χέρι μακριά μου,

και ο φόβος σου ας μη με τρομοκρατεί.+

22 Είτε κάλεσε και εγώ θα απαντήσω

είτε ας μιλήσω εγώ και απάντησέ μου εσύ.

23 Ποια είναι τα σφάλματα και οι αμαρτίες μου;

Φανέρωσέ μου την παράβαση και την αμαρτία μου.

24 Γιατί κρύβεις το πρόσωπό σου+

και με θεωρείς εχθρό σου;+

25 Προσπαθείς να τρομάξεις ένα φύλλο που το έχει πάρει ο άνεμος;

Ή να κυνηγήσεις ξερή καλαμιά;

26 Διότι καταγράφεις συνεχώς πικρές κατηγορίες εναντίον μου

και με βάζεις να λογοδοτήσω για τις αμαρτίες της νιότης μου.

27 Έβαλες τα πόδια μου σε ξύλινα δεσμά,

ελέγχεις εξονυχιστικά όλους τους δρόμους μου

και ανιχνεύεις κάθε πατημασιά μου.

28 Ο άνθρωπος* λοιπόν αποσυντίθεται σαν κάτι σάπιο,

σαν σκοροφαγωμένο ρούχο.

14 »Άνθρωπος γεννημένος από γυναίκα

είναι λιγόχρονος+ και βασανισμένος.*+

 2 Βλαστάνει σαν λουλούδι και μετά μαραίνεται·*+

φεύγει σαν σκιά και χάνεται.+

 3 Ναι, έχεις καρφώσει τα μάτια σου πάνω του,

και τον* βάζεις να αντιδικήσει μαζί σου.+

 4 Ποιος μπορεί να βγάλει κάποιον καθαρό από κάποιον ακάθαρτο;+

Κανείς!

 5 Αν οι ημέρες του είναι καθορισμένες,

τον αριθμό των μηνών του τον έχεις εσύ·

του έθεσες όριο ώστε να μην προχωρήσει πιο πέρα.+

 6 Πάρε το βλέμμα σου από πάνω του για να αναπαυτεί,

μέχρι να ολοκληρώσει την ημέρα του όπως ο εργάτης.+

 7 Διότι ακόμη και για το δέντρο υπάρχει ελπίδα.

Αν κοπεί, θα βλαστήσει ξανά,

και τα κλαδάκια του θα συνεχίσουν να μεγαλώνουν.

 8 Αν η ρίζα του γεράσει μέσα στη γη

και το υπόλειμμα του κορμού του πεθάνει μέσα στο χώμα,

 9 με τη μυρωδιά του νερού θα βλαστήσει

και θα βγάλει κλαδιά σαν νέο φυτό.

10 Αλλά ο άνθρωπος πεθαίνει και κείτεται ανίσχυρος·

όταν ο άνθρωπος εκπνέει, πού βρίσκεται;+

11 Τα νερά εξαφανίζονται από τη θάλασσα,

και ο ποταμός στερεύει και ξεραίνεται.

12 Έτσι και ο άνθρωπος πλαγιάζει και δεν ξανασηκώνεται.+

Μέχρι να μην υπάρχει πια ο ουρανός, δεν θα ξυπνήσουν

ούτε θα σηκωθούν από τον ύπνο τους.+

13 Μακάρι να με έκρυβες στον Τάφο,*+

να με κρατούσες κρυμμένο μέχρι να περάσει ο θυμός σου,

να μου έβαζες προθεσμία και να με θυμόσουν!+

14 Αν ο άνθρωπος πεθάνει, μπορεί να ξαναζήσει;+

Θα περιμένω όλες τις ημέρες της υποχρεωτικής μου υπηρεσίας,

μέχρι να έρθει η απελευθέρωσή μου.+

15 Θα καλέσεις, και εγώ θα σου απαντήσω.+

Θα έχεις λαχτάρα για το έργο των χεριών σου.

16 Αλλά προς το παρόν μετράς κάθε μου βήμα·

κοιτάζεις να δεις μόνο την αμαρτία μου.

17 Η παράβασή μου είναι σφραγισμένη σε σακούλι,

και σφραγίζεις το σφάλμα μου με κόλλα.

18 Όπως ένα βουνό πέφτει και διαλύεται,

και ένας βράχος μετατοπίζεται από τη θέση του,

19 όπως το νερό διαβρώνει τις πέτρες

και τα ρεύματά του παρασύρουν το χώμα της γης,

έτσι και εσύ κατέστρεψες την ελπίδα του θνητού ανθρώπου.

20 Τον καταβάλλεις συνεχώς ώσπου αφανίζεται·+

αλλάζεις την όψη του και τον διώχνεις.

21 Οι γιοι του δέχονται τιμές, αλλά δεν το ξέρει·

πέφτουν στην αφάνεια, αλλά δεν το αντιλαμβάνεται.+

22 Νιώθει πόνο μονάχα όσο έχει ακόμη τη σάρκα του·

πενθεί* μονάχα όσο είναι ακόμη ζωντανός».

15 Ο Ελιφάς+ ο Θεμανίτης αποκρίθηκε:

 2 «Θα απαντήσει ο σοφός με κενά επιχειρήματα;*

Ή μήπως θα γεμίσει την κοιλιά του με τον ανατολικό άνεμο;

 3 Ο έλεγχος μόνο με λόγια είναι άχρηστος,

και οι κουβέντες από μόνες τους είναι ανώφελες.

 4 Διότι εσύ υπονομεύεις τον φόβο του Θεού

και μειώνεις κάθε ενδιαφέρον για τον Θεό.

 5 Το σφάλμα σου υπαγορεύει αυτά που λες,*

και επιλέγεις να μιλάς με πανουργία.

 6 Το ίδιο σου το στόμα σε καταδικάζει, όχι εγώ·

τα ίδια σου τα χείλη μαρτυρούν εναντίον σου.+

 7 Μήπως ήσουν ο πρώτος άνθρωπος που γεννήθηκε ποτέ;

Ή μήπως γεννήθηκες πριν από τους λόφους;

 8 Μήπως ακούς την εμπιστευτική συζήτηση του Θεού;

Ή μήπως θεωρείς ότι μόνο εσύ έχεις σοφία;

 9 Τι ξέρεις εσύ που δεν το ξέρουμε εμείς;+

Τι κατανοείς εσύ που δεν κατανοούμε εμείς;

10 Έχουμε μεταξύ μας γκριζομάλληδες και ηλικιωμένους,+

ανθρώπους πολύ γεροντότερους από τον πατέρα σου.

11 Δεν σου φτάνει η παρηγοριά του Θεού

ή τα τρυφερά λόγια που σου λέγονται;

12 Γιατί σε παρασύρει η καρδιά σου,

και γιατί αστράφτουν τα μάτια σου από θυμό;

13 Στρέφεις το πνεύμα σου εναντίον του ίδιου του Θεού

και επιτρέπεις να βγαίνουν τέτοια λόγια από το στόμα σου.

14 Τι είναι ο θνητός άνθρωπος ώστε να είναι αγνός

ή ο γεννημένος από γυναίκα ώστε να είναι δίκαιος;+

15 Αυτός δεν εμπιστεύεται τους αγίους του,

και ούτε καν οι ουρανοί δεν είναι αγνοί στα μάτια του.+

16 Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για κάποιον απεχθή και διεφθαρμένο,+

έναν άνθρωπο που διψάει για την αδικία όπως για το νερό!

17 Θα σου πω κάτι· άκουσέ με!

Θα σου αφηγηθώ τι έχω δει,

18 αυτά που έχουν μεταφέρει οι σοφοί από τους πατέρες τους+

και δεν τα έχουν κρύψει.

19 Μόνο σε αυτούς δόθηκε ο τόπος,

και ξένος δεν πέρασε ανάμεσά τους.

20 Ο πονηρός βασανίζεται όλες τις ημέρες του,

όλα τα χρόνια που πρόκειται να ζήσει αυτός ο τύραννος.

21 Τρομακτικοί ήχοι φτάνουν στα αφτιά του·+

σε καιρό ειρήνης τού επιτίθενται επιδρομείς.

22 Δεν πιστεύει ότι θα γλιτώσει από το σκοτάδι·+

αποκλείεται να ξεφύγει από το σπαθί.

23 Περιπλανιέται ψάχνοντας τροφή*—πού υπάρχει;

Ξέρει καλά ότι η ημέρα του σκοταδιού πλησιάζει.

24 Στενοχώρια και οδύνη τον τρομοκρατούν·

υπερισχύουν εναντίον του σαν βασιλιάς έτοιμος να εξαπολύσει επίθεση.

25 Διότι σηκώνει το χέρι του εναντίον του ίδιου του Θεού

και προσπαθεί να αψηφήσει τον Παντοδύναμο·*

26 ορμάει πεισματικά εναντίον Του,

με τη χοντρή, γερή ασπίδα του·*

27 το πρόσωπό του είναι καλυμμένο με πάχος,

και οι γοφοί του ξεχειλίζουν από πάχος·

28 ζει σε πόλεις που θα ερειπωθούν,

σε σπίτια που θα μείνουν ακατοίκητα

και θα γίνουν σωροί από πέτρες.

29 Δεν θα πλουτίσει, δεν θα συσσωρεύσει πλούτο

ούτε θα εξαπλωθούν τα αποκτήματά του πάνω στη γη.

30 Δεν θα γλιτώσει από το σκοτάδι·

μια φλόγα θα ξεράνει το κλαδάκι του,*

και αυτός θα αφανιστεί με ένα φύσημα από το στόμα του Θεού.*+

31 Δεν πρέπει να παροδηγείται εμπιστευόμενος σε κάτι άχρηστο,

γιατί ό,τι πάρει ως αντάλλαγμα θα είναι άχρηστο·

32 αυτό θα συμβεί πριν από την ημέρα του,

και τα κλαδιά του δεν θα φουντώσουν ποτέ.+

33 Αυτός θα είναι σαν κλήμα που αποτινάζει τα άγουρα σταφύλια του,

και σαν ελαιόδεντρο που ρίχνει τα άνθη του.

34 Διότι η σύναξη των ασεβών* είναι άκαρπη,+

και φωτιά θα καταφάει τις σκηνές όσων δωροδοκούνται.

35 Συλλαμβάνουν συμφορές και γεννούν απαίσια πράγματα,

και η μήτρα τους παράγει δόλο».

16 Ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Έχω ξανακούσει πολλά τέτοια.

Είστε όλοι σας ανυπόφοροι παρηγορητές!+

 3 Τελειώνουν ποτέ τα κενά* λόγια;

Τι σε ωθεί να απαντάς έτσι;*

 4 Και εγώ θα μπορούσα να μιλήσω όπως εσείς.

Αν ήσασταν στη θέση μου,*

θα μπορούσα να μιλώ πειστικά εναντίον σας

και να κουνώ το κεφάλι μου απαξιωτικά για εσάς.+

 5 Αντίθετα όμως, εγώ θα σας ενίσχυα με τα λόγια του στόματός μου,

και η παρηγοριά των χειλιών μου θα σας ανακούφιζε.+

 6 Αν μιλώ, ο πόνος μου δεν ανακουφίζεται,+

και αν πάψω να μιλώ, πόσο λιγοστεύει;

 7 Αλλά τώρα εκείνος με εξουθένωσε+

και ερήμωσε όλο το σπιτικό μου.*

 8 Επίσης με αρπάζεις, και η κατάστασή μου έχει γίνει μάρτυρας,

το αποσκελετωμένο σώμα μου καταθέτει σε βάρος μου.

 9 Ο θυμός του με κατασπάραξε· αυτός με εχθρεύεται.+

Τρίζει τα δόντια του εναντίον μου.

Ο αντίδικός μου με καρφώνει με τα μάτια του.+

10 Άνοιξαν διάπλατα το στόμα τους εναντίον μου,+

και με χαστούκισαν περιπαικτικά·

συγκεντρώνονται μαζικά εναντίον μου.+

11 Ο Θεός με παραδίδει σε μικρά αγόρια,

και με ρίχνει στα χέρια των πονηρών.+

12 Ζούσα ήσυχος, αλλά με συνέτριψε·+

με άρπαξε από τον αυχένα και με συνέθλιψε·

μετά με έθεσε ως στόχο του.

13 Οι τοξότες του με περικυκλώνουν·+

διατρυπάει τα νεφρά μου+ χωρίς συμπόνια·

αδειάζει τη χολή μου στη γη.

14 Μου προξενεί τη μια ρωγμή μετά την άλλη·

ορμάει πάνω μου σαν πολεμιστής.

15 Έραψα σάκο για να καλύψω το δέρμα μου,+

και έθαψα την αξιοπρέπειά μου* στο χώμα.+

16 Το πρόσωπό μου είναι κόκκινο από το κλάμα,+

και τα βλέφαρά μου τα βαραίνει βαθιά σκιά,*

17 παρότι τα χέρια μου δεν έχουν ασκήσει βία

και η προσευχή μου είναι αγνή.

18 Γη, μη σκεπάσεις το αίμα μου!+

Και ας μην ξαποστάσει πουθενά η κραυγή μου!

19 Ακόμη και τώρα, ο μάρτυράς μου είναι στους ουρανούς·

αυτός που μπορεί να καταθέσει υπέρ μου είναι στα ύψη.

20 Οι φίλοι μου με περιγελούν+

καθώς τα μάτια μου χύνουν δάκρυα* προς τον Θεό.+

21 Ας διαιτητεύσει κάποιος μεταξύ ανθρώπου και Θεού,

όπως μεταξύ ανθρώπου και του πλησίον του.+

22 Διότι λίγα χρόνια απομένουν,

και θα πάρω το μονοπάτι που δεν έχει γυρισμό.+

17 »Το πνεύμα μου είναι συντετριμμένο, οι ημέρες μου έχουν τελειώσει·

το νεκροταφείο με περιμένει.+

 2 Με περιβάλλουν χλευαστές,+

και τα μάτια μου αναγκάζονται να βλέπουν τη στασιαστική συμπεριφορά τους.

 3 Δέξου, σε παρακαλώ, την εγγύησή μου και φύλαξέ την.

Ποιος άλλος θα μου δώσει το χέρι και θα εγγυηθεί για εμένα;+

 4 Εσύ έχεις αποκρύψει τη διάκριση από την καρδιά τους·+

γι’ αυτό και δεν τους εξυψώνεις.

 5 Αυτός ίσως καλεί τους φίλους του να μοιραστούν τα αγαθά του,

ενώ τα μάτια των δικών του παιδιών σβήνουν.

 6 Ο Θεός με κατέστησε αντικείμενο περιφρόνησης* ανάμεσα στους λαούς,+

ώστε με φτύνουν καταπρόσωπο.+

 7 Από την οδύνη τα μάτια μου θαμπώνουν,+

και έχω απομείνει σκιά του εαυτού μου.

 8 Οι ευθείς τα κοιτάζουν κατάπληκτοι όλα αυτά,

και ο αθώος αναστατώνεται εξαιτίας του ασεβούς.*

 9 Ο δίκαιος προσκολλάται σταθερά στην οδό του,+

και αυτός που έχει καθαρά χέρια γίνεται πιο δυνατός.+

10 Ωστόσο, μπορείτε να έρθετε όλοι και να ξαναρχίσετε την επιχειρηματολογία σας,

διότι δεν έχω βρει κανέναν σοφό ανάμεσά σας.+

11 Οι ημέρες μου τελείωσαν·+

τα σχέδιά μου, οι επιθυμίες της καρδιάς μου, ματαιώθηκαν.+

12 Αυτοί κάνουν συνεχώς τη νύχτα ημέρα,

λέγοντας: “Κοντεύει να φέξει γιατί είναι σκοτεινά”.

13 Αν περιμένω, ο Τάφος* θα γίνει το σπίτι μου·+

θα στρώσω το κρεβάτι μου μέσα στο σκοτάδι.+

14 Θα φωνάξω στον λάκκο:*+ “Είσαι ο πατέρας μου!”

Στο σκουλήκι: “Μητέρα και αδελφή μου!”

15 Πού είναι λοιπόν η ελπίδα μου;+

Ποιος βλέπει ελπίδα για εμένα;

16 Αυτή* θα κατηφορίσει στις αμπαρωμένες πύλες του Τάφου*

όταν κατεβούμε όλοι μαζί στο χώμα».+

18 Ο Βιλδάδ+ ο Σαυχίτης αποκρίθηκε:

 2 «Πότε πια θα σταματήσεις να λες τέτοια λόγια;

Προσπάθησε να καταλάβεις για να μπορέσουμε να μιλήσουμε.

 3 Γιατί μας περνάς για ζώα+

και μας θεωρείς ανόητους;*

 4 Ακόμη και αν κομματιάσεις τον εαυτό* σου από τον θυμό σου,

μήπως θα ερημώσει η γη για χάρη σου;

Ή μήπως θα φύγει ο βράχος από τη θέση του;

 5 Πράγματι, το φως κάθε πονηρού θα σβήσει,

και η φλόγα της φωτιάς του δεν θα λάμψει.+

 6 Το φως στη σκηνή του θα σκοτεινιάσει,

και το λυχνάρι που φέγγει πάνω του θα σβήσει.

 7 Ο ζωηρός του βηματισμός εξασθενεί,

και η ίδια του η βουλή θα τον κάνει να πέσει.+

 8 Διότι τα πόδια του θα τον οδηγήσουν σε δίχτυ,

και θα πατήσει πάνω στο πλέγμα του.

 9 Δόκανο θα τον πιάσει από τη φτέρνα·

παγίδα θα τον αρπάξει.+

10 Σχοινί είναι κρυμμένο για αυτόν στο έδαφος,

και δόκανο βρίσκεται στο μονοπάτι του.

11 Τρόμοι τον φοβίζουν ολόγυρα+

και τον κυνηγούν κατά πόδας.

12 Οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν,

και συμφορά+ θα τον κλονίσει.*

13 Το δέρμα του φθείρεται·

η πιο θανατηφόρα ασθένεια* του κατατρώει τα άκρα.

14 Τον ξεριζώνουν από την ασφάλεια της σκηνής του+

και τον πηγαίνουν στον βασιλιά των τρόμων.*

15 Ξένοι* θα μένουν στη σκηνή του·

θειάφι θα σκορπιστεί στο σπίτι του.+

16 Από κάτω οι ρίζες του θα ξεραθούν,

και από πάνω τα κλαδιά του θα μαραθούν.

17 Η ανάμνησή του θα σβήσει από τη γη,

και στον δρόμο δεν θα ξέρουν το όνομά του.*

18 Θα τον πετάξουν από το φως στο σκοτάδι

και θα τον εκδιώξουν από την παραγωγική γη.

19 Δεν θα έχει παιδιά ούτε απογόνους μεταξύ του λαού του,

και δεν θα επιζήσει κανένας δικός του στον τόπο όπου κατοικεί.*

20 Όταν έρθει η ημέρα του, οι άνθρωποι στη Δύση θα συγκλονιστούν

και οι άνθρωποι στην Ανατολή θα φρίξουν.

21 Αυτό συμβαίνει στις σκηνές όποιου αδικοπραγεί

και στον τόπο εκείνου που δεν γνώρισε τον Θεό».

19 Ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Ως πότε θα με παροξύνετε*+

και θα με συντρίβετε με τα λόγια σας;+

 3 Δέκα φορές ως τώρα με επιπλήξατε·*

μου φέρεστε σκληρά χωρίς να ντρέπεστε.+

 4 Αν όντως έκανα λάθος,

το σφάλμα είναι δικό μου και μόνο.

 5 Αν επιμένετε να με περιφρονείτε,

λέγοντας ότι μου αξίζει ο εξευτελισμός,

 6 μάθετε ότι ο Θεός είναι αυτός που με παροδήγησε

και με έπιασε στο κυνηγετικό του δίχτυ.

 7 Φωνάζω: “Βία!” αλλά δεν παίρνω απάντηση·+

κραυγάζω για βοήθεια, αλλά δεν υπάρχει δικαιοσύνη.+

 8 Το μονοπάτι μου το έφραξε με πέτρινο τοίχο, και δεν μπορώ να περάσω·

σκέπασε τους δρόμους μου με σκοτάδι.+

 9 Με γύμνωσε από τη δόξα μου

και έβγαλε το στέμμα από το κεφάλι μου.

10 Με τσακίζει από παντού ώσπου να αφανιστώ·

ξεριζώνει την ελπίδα μου σαν δέντρο.

11 Ο θυμός του καίει εναντίον μου,

και με θεωρεί εχθρό του.+

12 Τα στρατεύματά του συγκεντρώνονται και με πολιορκούν,

και στρατοπεδεύουν γύρω από τη σκηνή μου.

13 Τους ίδιους μου τους αδελφούς έδιωξε από κοντά μου,

και όσοι με γνωρίζουν μου γύρισαν την πλάτη.+

14 Οι στενοί μου φίλοι* χάθηκαν,

και οι πολύ γνωστοί μου με ξέχασαν.+

15 Οι φιλοξενούμενοί μου+ και οι δούλες μου με θεωρούν ξένο·

είμαι αλλοεθνής στα μάτια τους.

16 Φωνάζω τον υπηρέτη μου, αλλά δεν απαντάει·

με το στόμα μου τον ικετεύω για συμπόνια.

17 Η αναπνοή μου έγινε σιχαμερή για τη γυναίκα μου,+

και είμαι μισητός στους* ίδιους μου τους αδελφούς.*

18 Ως και τα μικρά παιδιά με περιφρονούν·

όταν σηκώνομαι, αρχίζουν να με κοροϊδεύουν.

19 Όλοι οι στενοί μου φίλοι με απεχθάνονται,+

και εκείνοι που αγάπησα στράφηκαν εναντίον μου.+

20 Τα κόκαλά μου κολλούν στο δέρμα και στη σάρκα μου,+

και μετά βίας γλιτώνω τον θάνατο.*

21 Λυπηθείτε με, φίλοι μου, λυπηθείτε με,

διότι το χέρι του Θεού με άγγιξε.+

22 Γιατί με διώκετε συνεχώς όπως ο Θεός+

και μου επιτίθεστε ασταμάτητα;*+

23 Μακάρι να καταγράφονταν τα λόγια μου!

Μακάρι να χαράζονταν σε βιβλίο!

24 Ας λαξεύονταν για πάντα στον βράχο

με σιδερένια γραφίδα και μόλυβδο!

25 Γνωρίζω καλά ότι ο λυτρωτής* μου+ ζει·

θα έρθει αργότερα και θα υψωθεί πάνω από τη γη.*

26 Όταν θα έχει φθαρεί έτσι το δέρμα μου,

ενόσω ζω ακόμη, θα δω τον Θεό·

27 θα τον δω ο ίδιος,

θα τον δουν τα δικά μου μάτια, όχι κάποιου άλλου.+

Αλλά βαθιά μέσα μου είμαι εξουθενωμένος!*

28 Διότι λέτε: “Πώς τον κατατρέχουμε;”+

εφόσον θεωρείτε ότι εγώ είμαι η ρίζα του προβλήματος.

29 Εσείς να φοβάστε το σπαθί,+

διότι το σπαθί επιφέρει τιμωρία εναντίον των σφαλμάτων·

να ξέρετε ότι υπάρχει κριτής».+

20 Ο Σωφάρ+ ο Νααμαθίτης αποκρίθηκε:

 2 «Να γιατί οι ανησυχητικές μου σκέψεις με ωθούν να απαντήσω,

λόγω της ταραχής που νιώθω.

 3 Άκουσα επίπληξη που με προσβάλλει·

και η κατανόησή μου* με αναγκάζει να αποκριθώ.

 4 Σίγουρα το ήξερες ανέκαθεν αυτό,

εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα από τότε που ο άνθρωπος* τέθηκε στη γη,+

 5 ότι η χαρούμενη κραυγή των πονηρών είναι σύντομη

και η χαρά του ασεβούς* στιγμιαία.+

 6 Αν και η μεγαλοσύνη του φτάνει ως τον ουρανό

και το κεφάλι του αγγίζει τα σύννεφα,

 7 αυτός θα χαθεί για πάντα σαν τα κόπρανά του·

εκείνοι που τον έβλεπαν θα λένε: “Πού είναι;”

 8 Θα πετάξει σαν όνειρο και δεν θα τον βρίσκουν·

θα διωχτεί σαν όραμα της νύχτας.

 9 Τα μάτια που τον έβλεπαν κάποτε δεν θα τον ξαναδούν,

και ο τόπος του δεν θα τον αντικρίσει πια.+

10 Τα παιδιά του θα ζητούν την εύνοια των φτωχών,

και θα δώσει πίσω τον πλούτο του με τα ίδια του τα χέρια.+

11 Τα κόκαλά του ήταν γεμάτα νεανικό σφρίγος,

αλλά αυτό* θα πλαγιάσει μαζί του στο χώμα.

12 Αν το κακό είναι γλυκό στο στόμα του,

αν το κρύβει κάτω από τη γλώσσα του,

13 αν του αρέσει η γεύση του και δεν το αφήνει,

αλλά το κρατάει μέσα στο στόμα του,

14 η τροφή του θα γίνει ξινή μέσα του·

θα γίνει σαν δηλητήριο* κόμπρας στα σωθικά του.

15 Κατάπιε πλούτη, αλλά θα τα εξεμέσει·

ο Θεός θα του τα βγάλει από την κοιλιά του.

16 Φαρμάκι κόμπρας θα θηλάσει·

δόντια* οχιάς θα τον σκοτώσουν.

17 Ποτέ δεν θα δει τα ποτάμια,

τους χειμάρρους από μέλι και βούτυρο.

18 Θα δώσει πίσω τα αγαθά του χωρίς να τα καταναλώσει·*

δεν θα χαρεί τα πλούτη που απέκτησε από το εμπόριο.+

19 Διότι συνέτριψε και εγκατέλειψε τους φτωχούς·

άρπαξε σπίτι που δεν έχτισε.

20 Αλλά δεν θα βρει γαλήνη μέσα του·

τα πλούτη του δεν θα τον γλιτώσουν.

21 Δεν έμεινε τίποτα να καταβροχθίσει·

γι’ αυτό η ευημερία του δεν θα διαρκέσει.

22 Όταν ο πλούτος του φτάσει στο αποκορύφωμα, θα τον κυριεύσει ανησυχία·

όλες οι δυστυχίες θα πέσουν πάνω του.

23 Καθώς αυτός γεμίζει την κοιλιά του,

ο Θεός* θα στείλει πάνω του τον φλογερό θυμό του

σαν καταιγιστική βροχή μέσα στα σπλάχνα του.

24 Όταν θα τρέχει να γλιτώσει από σιδερένια όπλα,

βέλη από χάλκινο τόξο θα τον διατρυπήσουν.

25 Βγάζει βέλος από την πλάτη του,

αστραφτερό όπλο από τη χολή του,

και τον πιάνει τρόμος.+

26 Απόλυτο σκοτάδι περιμένει τους θησαυρούς του·

φωτιά που κανείς δεν έκανε να φουντώσει θα τον καταφάει·

συμφορά θα βρει όποιους επιζήσουν στη σκηνή του.

27 Ο ουρανός θα ξεσκεπάσει το σφάλμα του·

η γη θα ξεσηκωθεί εναντίον του.

28 Πλημμύρα θα παρασύρει το σπίτι του,

σφοδρή καταιγίδα την ημέρα του θυμού του Θεού.*

29 Αυτή είναι η ανταπόδοση του Θεού στον πονηρό,

η κληρονομιά που όρισε για αυτόν ο Θεός».

21 Ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Ακούστε προσεκτικά τι λέω·

ας είναι έστω αυτή η παρηγοριά που μου δίνετε.

 3 Κάντε υπομονή ενόσω θα μιλώ·

αφού μιλήσω, μπορείτε να με χλευάσετε.+

 4 Μήπως απευθύνω το παράπονό μου σε άνθρωπο;

Αν ήταν έτσι, δεν θα έχανα την υπομονή μου;*

 5 Κοιτάξτε με και δείτε με κατάπληκτοι·

βάλτε το χέρι σας πάνω στο στόμα σας.

 6 Όταν τα σκέφτομαι αυτά, ταράζομαι

και ανατριχιάζω σύγκορμος.

 7 Γιατί οι πονηροί ζουν πολύ,+

γερνούν και πλουτίζουν;*+

 8 Τα παιδιά τους είναι πάντοτε μαζί τους,

και βλέπουν τους απογόνους τους.

 9 Τα σπίτια τους είναι ασφαλή, απαλλαγμένα από φόβο,+

και ο Θεός δεν τους τιμωρεί με το ραβδί του.

10 Οι ταύροι τους γονιμοποιούν με επιτυχία·

οι αγελάδες τους γεννούν και δεν αποβάλλουν.

11 Τα αγοράκια τους τρέχουν έξω σαν κοπάδι,

και τα παιδιά τους χοροπηδούν εδώ και εκεί.

12 Αυτοί λένε τραγούδια με ντέφια και άρπες

και χαίρονται με τον ήχο του αυλού.*+

13 Περνούν τις ημέρες τους ικανοποιημένοι

και κατεβαίνουν ειρηνικά* στον Τάφο.*

14 Αλλά λένε στον αληθινό Θεό: “Άφησέ μας ήσυχους!

Δεν θέλουμε να μάθουμε τις οδούς σου.+

15 Ποιος είναι ο Παντοδύναμος για να τον υπηρετούμε;+

Τι θα κερδίσουμε αν τον γνωρίσουμε;”+

16 Εγώ όμως ξέρω ότι δεν έχουν τον έλεγχο της ευημερίας τους.+

Ο τρόπος σκέψης* των πονηρών απέχει πολύ από εμένα.+

17 Κάθε πότε σβήνει το λυχνάρι των πονηρών;+

Κάθε πότε τους βρίσκει συμφορά;

Κάθε πότε τους προξενεί ο Θεός καταστροφή μέσα στον θυμό του;

18 Γίνονται ποτέ σαν άχυρο στον άνεμο

και σαν χόρτο που το παρασύρει η ανεμοθύελλα;

19 Ο Θεός θα φυλάξει την τιμωρία κάποιου για τους γιους του.

Αλλά ας ανταποδώσει ο Θεός στον ίδιο ώστε να το νιώσει.+

20 Ας δει τον αφανισμό του με τα ίδια του τα μάτια,

και ας είναι αυτός που θα πιει από την οργή του Παντοδυνάμου.+

21 Διότι τι τον νοιάζει τι θα συμβεί στο σπίτι του έπειτα από αυτόν

αν ο αριθμός των μηνών του μειωθεί;*+

22 Μπορεί κανείς να διδάξει γνώση* στον Θεό,+

όταν Εκείνος κρίνει ακόμη και τους πιο υψηλούς;+

23 Κάποιος πεθαίνει ακμαιότατος,+

όταν είναι απολύτως ξένοιαστος και αμέριμνος,+

24 όταν οι μηροί του είναι καλυμμένοι από πάχος

και τα κόκαλά του είναι γερά.*

25 Κάποιος άλλος όμως πεθαίνει σε βαθιά οδύνη,*

χωρίς να έχει γευτεί ποτέ καλά πράγματα.

26 Ωστόσο, μαζί θα πλαγιάσουν στο χώμα,+

και σκουλήκια θα τους σκεπάσουν και τους δύο.+

27 Προσέξτε! Ξέρω ακριβώς τι σκέφτεστε

και τα σχέδια που καταστρώνετε για να μου κάνετε κακό.*+

28 Διότι λέτε: “Πού είναι το σπίτι του εξέχοντος ανθρώπου,

και πού είναι η σκηνή όπου ζούσε ο πονηρός;”+

29 Δεν ρωτήσατε τους ταξιδιώτες;

Δεν μελετάτε προσεκτικά τις παρατηρήσεις* τους

30 —ότι ο κακός διαφυλάττεται την ημέρα της συμφοράς

και διασώζεται την ημέρα της σφοδρής οργής;

31 Ποιος θα του ζητήσει τον λόγο για το πώς ενεργεί

και ποιος θα του ανταποδώσει ό,τι έκανε;

32 Όταν τον μεταφέρουν στο νεκροταφείο,

θα ξαγρυπνήσουν πάνω από το μνήμα του.

33 Το χώμα της κοιλάδας* θα του φαίνεται γλυκό,+

και τον ακολουθούν όλοι οι άνθρωποι*+

όπως έγινε και με αναρίθμητους άλλους πριν από αυτόν.

34 Γιατί μου προσφέρετε λοιπόν ανούσια παρηγοριά;+

Οι απαντήσεις σας είναι σκέτη απάτη!»

22 Ο Ελιφάς+ ο Θεμανίτης αποκρίθηκε:

 2 «Μπορεί ο άνθρωπος να χρησιμεύσει στον Θεό;

Μπορεί οποιοσδήποτε διαθέτει ενόραση να τον ωφελήσει;+

 3 Μήπως νοιάζεται* ο Παντοδύναμος για το ότι είσαι δίκαιος;

Ή κερδίζει τίποτα επειδή ακολουθείς πορεία ακεραιότητας;+

 4 Μήπως για την ευλάβειά σου θα σε τιμωρήσει

και θα έρθει σε κρίση μαζί σου;

 5 Δεν σου συμβαίνει αυτό επειδή η πονηρία σου είναι πολύ μεγάλη

και τα σφάλματά σου δεν έχουν τελειωμό;+

 6 Διότι παίρνεις ενέχυρο από τους αδελφούς σου αναίτια

και γδύνεις τους ανθρώπους, αφήνοντάς τους γυμνούς.*+

 7 Δεν δίνεις στον κουρασμένο να πιει νερό

και αρνείσαι την τροφή στον πεινασμένο.+

 8 Στον άντρα τον ισχυρό ανήκει η γη,+

και ο προνομιούχος κατοικεί σε αυτήν.

 9 Αλλά εσύ έδιωξες χήρες με άδεια χέρια

και έβλαψες παιδιά* που δεν έχουν πατέρα.*

10 Να γιατί σε έχουν περικυκλώσει παγίδες*+

και σε φοβίζουν ξαφνικοί τρόμοι·

11 να γιατί είναι τόσο σκοτεινά ώστε δεν βλέπεις,

και σε σκεπάζει πλημμύρα.

12 Δεν είναι ο Θεός στα ύψη του ουρανού;

Δες και πόσο ψηλά είναι όλα τα άστρα.

13 Εσύ όμως είπες: “Τι ξέρει ο Θεός;

Μπορεί να κρίνει μέσα από το βαθύ σκοτάδι;

14 Τα σύννεφα δεν τον αφήνουν να δει

καθώς περπατάει στον θόλο* του ουρανού”.

15 Σκοπεύεις άραγε να ακολουθήσεις την αρχαία οδό

όπου βάδισαν πονηροί άνθρωποι,

16 οι οποίοι αρπάχθηκαν* πριν από την ώρα τους

και των οποίων τα θεμέλια παρασύρθηκαν από πλημμύρα;*+

17 Αυτοί έλεγαν στον αληθινό Θεό: “Άφησέ μας ήσυχους!”

και: “Τι μπορεί να μας κάνει ο Παντοδύναμος;”

18 Και όμως, Εκείνος είναι που γέμισε τα σπίτια τους καλά πράγματα.

(Τέτοιος ασεβής τρόπος σκέψης απέχει πολύ από τον δικό μου.)

19 Οι δίκαιοι θα το δουν αυτό και θα χαρούν,

οι αθώοι θα τους χλευάσουν λέγοντας:

20 “Οι ενάντιοί μας καταστράφηκαν,

φωτιά θα καταφάει ό,τι απέμεινε από αυτούς”.

21 Γνώρισέ Τον, και θα έχεις ειρήνη·

τότε θα σου συμβούν καλά πράγματα.

22 Δέξου τον νόμο του στόματός του

και κράτα τα λόγια του στην καρδιά σου.+

23 Αν επιστρέψεις στον Παντοδύναμο, θα ευημερήσεις ξανά·+

αν απομακρύνεις την αδικία από τη σκηνή σου,

24 αν ρίξεις το χρυσάφι* σου στο χώμα

και το χρυσάφι του Οφείρ+ στις βραχώδεις ρεματιές,*

25 τότε ο Παντοδύναμος θα γίνει το χρυσάφι* σου

και θα είναι το εκλεκτότερο ασήμι σου.

26 Διότι τότε ο Παντοδύναμος θα είναι η πηγή της χαράς σου,

και θα σηκώνεις το πρόσωπό σου προς τον Θεό.

27 Θα τον ικετεύεις, και θα σε ακούει·

και θα εκπληρώνεις τις ευχές σου.

28 Οτιδήποτε αποφασίζεις να κάνεις θα έχει επιτυχία,

και φως θα λάμπει στην οδό σου.

29 Διότι θα ταπεινωθείς αν μιλάς αλαζονικά,

αλλά εκείνος θα διαφυλάξει τον ταπεινό.*

30 Θα σώσει εκείνους που είναι αθώοι·

αν λοιπόν τα χέρια σου είναι καθαρά, οπωσδήποτε θα σωθείς».

23 Ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Και σήμερα επιμένω να παραπονιέμαι·*+

η δύναμή μου εξαντλήθηκε από τον στεναγμό μου.

 3 Μακάρι να ήξερα πού να βρω τον Θεό!+

Θα πήγαινα στον τόπο της κατοίκησής του.+

 4 Θα παρουσίαζα την υπόθεσή μου ενώπιόν του

και θα του ανέπτυσσα όλα τα επιχειρήματά μου·

 5 θα μάθαινα πώς θα μου απαντούσε

και θα πρόσεχα ό,τι μου λέει.

 6 Μήπως θα αντιδικούσε μαζί μου με τη μεγάλη του δύναμη;

Όχι, σίγουρα θα με άκουγε.+

 7 Εκεί ο ευθύς θα τακτοποιούσε τα ζητήματα μαζί του,

και ο Κριτής μου θα με αθώωνε μια για πάντα.

 8 Αλλά αν πάω στην ανατολή, δεν είναι εκεί·

επιστρέφω και δεν τον βρίσκω.

 9 Όταν εργάζεται αριστερά, δεν μπορώ να τον κοιτάξω·

έπειτα στρέφεται δεξιά, αλλά και πάλι δεν τον βλέπω.

10 Εκείνος όμως ξέρει τον δρόμο που έχω πάρει.+

Αφού με δοκιμάσει, θα βγω σαν καθαρό χρυσάφι.+

11 Τα πόδια μου έχουν ακολουθήσει πιστά τα βήματά του·

έχω τηρήσει απαρέγκλιτα την οδό του.+

12 Δεν έχω απομακρυνθεί από την εντολή των χειλιών του.

Έχω φυλάξει τα λόγια του+ περισσότερο και από όσο απαιτούνταν.*

13 Όταν εκείνος αποφασίσει κάτι, ποιος μπορεί να του αντισταθεί;+

Όταν θέλει* να κάνει κάτι, το κάνει.+

14 Διότι θα εκτελέσει πλήρως ό,τι έχει αποφασιστεί* για εμένα,

και έχει κατά νου και άλλα τέτοια πράγματα.

15 Να γιατί ανησυχώ εξαιτίας του·

όταν τον σκέφτομαι, ο φόβος μου μεγαλώνει.

16 Ο Θεός με έκανε λιπόψυχο,

και ο Παντοδύναμος μου προκάλεσε φόβο.

17 Αλλά το σκοτάδι δεν με έκανε ακόμη να σωπάσω,

ούτε ο ζόφος που κάλυψε το πρόσωπό μου.

24 »Γιατί δεν ορίζει έναν καιρό ο Παντοδύναμος;+

Γιατί δεν βλέπουν την ημέρα του* όσοι τον γνωρίζουν;

 2 Κάποιοι μετακινούν οροθέσια·+

αρπάζουν κοπάδια για τον δικό τους βοσκότοπο.

 3 Παίρνουν το γαϊδούρι παιδιών που δεν έχουν πατέρα

και αρπάζουν τον ταύρο της χήρας ως εγγύηση για δάνειο.*+

 4 Αναγκάζουν τους φτωχούς να βγουν από τον δρόμο·

οι αβοήθητοι της γης πρέπει να κρύβονται από αυτούς.+

 5 Οι φτωχοί ψάχνουν για τροφή σαν άγρια γαϊδούρια+ στην ερημιά·

αναζητούν στην έρημο τροφή για τα παιδιά τους.

 6 Αναγκάζονται να θερίζουν στον αγρό κάποιου άλλου*

και να μαζεύουν αποτρυγήματα από το αμπέλι του πονηρού.

 7 Περνούν τη νύχτα γυμνοί, χωρίς ρούχα·+

δεν έχουν σκέπασμα για το κρύο.

 8 Μουσκεύουν από τις βροχές των βουνών·

ζαρώνουν δίπλα στους βράχους για να προφυλαχτούν.

 9 Οι ασεβείς αρπάζουν από τον μαστό το παιδί που δεν έχει πατέρα·+

παίρνουν τα ρούχα των φτωχών ως εγγύηση για δάνειο,+

10 αναγκάζοντάς τους να περιφέρονται γυμνοί, χωρίς ρούχα,

και πεινασμένοι, καθώς μεταφέρουν τα δεμάτια των σιτηρών.

11 Αυτοί μοχθούν ανάμεσα στις αναβαθμίδες μέσα στη ζέστη·*

πατούν τα πατητήρια, αλλά διψούν.+

12 Οι ετοιμοθάνατοι βογκούν μέσα στην πόλη·

οι θανάσιμα τραυματισμένοι* κραυγάζουν για βοήθεια,+

αλλά ο Θεός δεν το θεωρεί αυτό κακό.*

13 Κάποιοι στασιάζουν ενάντια στο φως·+

δεν αναγνωρίζουν τις οδούς του

και δεν ακολουθούν τους δρόμους του.

14 Ο δολοφόνος σηκώνεται το χάραμα·

σκοτώνει τον αβοήθητο και τον φτωχό,+

ενώ τη νύχτα βγαίνει και κλέβει.

15 Το μάτι του μοιχού περιμένει το σούρουπο,+

λέγοντας: “Δεν θα με δει κανείς!”+

και αυτός σκεπάζει το πρόσωπό του.

16 Μέσα στο σκοτάδι κάνουν διαρρήξεις* στα σπίτια·

την ημέρα μένουν κλεισμένοι μέσα.

Το φως είναι ξένο για αυτούς.+

17 Διότι το πρωί είναι σαν το βαθύ σκοτάδι για αυτούς·

το βαθύ σκοτάδι με τον τρόμο του τους είναι γνώριμο.

18 Αλλά παρασύρονται γρήγορα από τα νερά.*

Το κομμάτι γης τους θα είναι καταραμένο.+

Δεν θα επιστρέψουν στα αμπέλια τους.

19 Όπως η ξηρασία και η ζέστη εξαφανίζουν το λιωμένο χιόνι,

έτσι εξαφανίζει και ο Τάφος* όσους έχουν αμαρτήσει!+

20 Η μητέρα του* θα τον ξεχάσει· το σκουλήκι θα τον καταφάει.

Δεν θα τον θυμάται πια κανείς,+

και η αδικία θα τσακιστεί σαν δέντρο.

21 Αυτός εκμεταλλεύεται τη στείρα

και κακομεταχειρίζεται τη χήρα.

22 Ο Θεός* με τη δύναμή του θα εξαλείψει τους ισχυρούς·

αν και μπορεί να σηκωθούν, η ζωή τους δεν είναι εξασφαλισμένη.

23 Ο Θεός* τούς αφήνει να νιώθουν σίγουροι και ασφαλείς,+

αλλά τα μάτια του είναι στραμμένα πάνω σε όλα όσα κάνουν.*+

24 Εξυψώνονται για λίγο και έπειτα παύουν να υπάρχουν.+

Ρίχνονται χαμηλά+ και συλλέγονται σαν όλους τους άλλους·

κόβονται σαν στάχυα.

25 Ποιος μπορεί λοιπόν να με διαψεύσει

ή να αντικρούσει τα λόγια μου;»

25 Ο Βιλδάδ+ ο Σαυχίτης αποκρίθηκε:

 2 «Εξουσία διακυβέρνησης και φοβερή κραταιότητα έχει αυτός·

εδραιώνει ειρήνη στον ουρανό.*

 3 Μπορούν να μετρηθούν τα στρατεύματά του;

Σε ποιον δεν ανατέλλει το φως του;

 4 Πώς μπορεί λοιπόν ο θνητός άνθρωπος να είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού+

ή να είναι αθώος* ο γεννημένος από γυναίκα;+

 5 Ακόμη και η σελήνη δεν είναι λαμπρή

και τα άστρα δεν είναι αγνά στα μάτια του.

 6 Πόσο μάλλον ο θνητός άνθρωπος, που είναι κάμπια,

και ο γιος του ανθρώπου, που είναι σκουλήκι!»

26 Ο Ιώβ αποκρίθηκε:

 2 «Πόσο βοήθησες τον αδύναμο!

Πώς έσωσες τον ανίσχυρο βραχίονα!+

 3 Τι σπουδαία συμβουλή έδωσες στον άσοφο!+

Πόσο απλόχερα* αποκάλυψες την πρακτική σοφία* σου!

 4 Σε ποιον προσπαθείς να μιλήσεις,

και ποιος σε ενέπνευσε να πεις τέτοια πράγματα;*

 5 Εκείνοι που βρίσκονται ανίσχυροι στον θάνατο τρέμουν·

βρίσκονται ακόμη πιο χαμηλά από τα νερά και από ό,τι κατοικεί σε αυτά.

 6 Ο Τάφος* είναι γυμνός μπροστά στον Θεό,*+

και ο τόπος της καταστροφής* είναι ακάλυπτος.

 7 Αυτός εκτείνει τον ουρανό του βορρά* πάνω από το κενό,*+

κρεμάει τη γη στο τίποτα·

 8 τυλίγει τα νερά μέσα στα σύννεφά του,+

έτσι ώστε τα σύννεφα να μη σκίζονται από το βάρος τους·

 9 κάνει τον θρόνο του αθέατο

απλώνοντας πάνω του το σύννεφό του.+

10 Χαράζει τον ορίζοντα* πάνω από την επιφάνεια των νερών·+

θέτει όριο ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι.

11 Οι στύλοι του ουρανού κλονίζονται·

μένουν εμβρόντητοι από την επίπληξή του.

12 Αναταράζει τη θάλασσα με τη δύναμή του,+

και με την κατανόησή του συντρίβει το θαλάσσιο τέρας.*+

13 Με την ανάσα του* καθαρίζει τους ουρανούς·

το χέρι του διατρυπάει το άπιαστο φίδι.*

14 Αυτά είναι απλώς μια μικρή λεπτομέρεια των όσων κάνει ο Θεός·*+

μόνο ένας αχνός ψίθυρος έχει ακουστεί για αυτόν!

Ποιος λοιπόν μπορεί να κατανοήσει την κραταιά βροντή του;»+

27 Ο Ιώβ συνέχισε την ομιλία* του, λέγοντας:

 2 «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Θεός, που μου στέρησε το δίκιο μου,+

όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Παντοδύναμος, που με πίκρανε,*+

 3 ενόσω η πνοή μου είναι μέσα μου

και πνεύμα από τον Θεό είναι στα ρουθούνια μου,+

 4 τα χείλη μου δεν θα πουν λόγια αδικίας

ούτε η γλώσσα μου θα μουρμουρίσει κάτι δόλιο!

 5 Μου είναι αδιανόητο να σας ανακηρύξω δίκαιους!

Ώσπου να πεθάνω, δεν θα απαρνηθώ* την ακεραιότητά μου!+

 6 Θα διατηρήσω τη δικαιοσύνη μου και δεν θα την αφήσω ποτέ·+

η καρδιά μου δεν θα με καταδικάσει* όσο ζω.*

 7 Ας γίνει ο εχθρός μου όπως οι πονηροί·

εκείνοι που μου επιτίθενται, όπως οι άδικοι.

 8 Διότι ποια ελπίδα έχει ο ασεβής* όταν καταστρέφεται,+

όταν ο Θεός τού αφαιρεί τη ζωή;*

 9 Θα ακούσει ο Θεός την κραυγή του

όταν τον βρει στενοχώρια;+

10 Ή μήπως θα βρει αυτός χαρά στον Παντοδύναμο;

Θα επικαλείται τον Θεό πάντοτε;

11 Θα σας διδάξω για την ισχύ* του Θεού·

δεν θα κρύψω τίποτα σχετικά με τον Παντοδύναμο.

12 Αν όλοι σας είδατε οράματα,

γιατί είναι εντελώς κενά τα λόγια σας;

13 Αυτό είναι το μερίδιο που δίνει ο Θεός στον πονηρό,+

η κληρονομιά που λαβαίνουν οι τύραννοι από τον Παντοδύναμο.

14 Αν οι γιοι του πληθυνθούν, θα πέσουν από το σπαθί,+

και οι απόγονοί του δεν θα έχουν αρκετή τροφή.

15 Όσοι επιζήσουν έπειτα από αυτόν θα θαφτούν από επιδημία,

και οι χήρες τους δεν θα τους κλάψουν.

16 Ακόμη και αν συσσωρεύσει τόσο ασήμι όσο το χώμα

και συγκεντρώσει ωραία ρούχα άφθονα σαν τον πηλό,

17 έστω και αν τα μαζέψει εκείνος,

θα τα φορέσει ο δίκαιος,+

και οι αθώοι θα μοιραστούν το ασήμι του.

18 Το σπίτι που χτίζει είναι εύθραυστο σαν κουκούλι σκόρου,

σαν καλύβα+ που φτιάχνει ένας αγροφύλακας.

19 Θα ξαπλώσει πλούσιος, αλλά δεν θα συγκεντρώσει τίποτα·

όταν ανοίξει τα μάτια του, δεν θα υπάρχει τίποτα.

20 Τρόμος τον σαρώνει σαν πλημμύρα·

θύελλα τον αρπάζει τη νύχτα.+

21 Ανατολικός άνεμος θα τον πάρει, και θα χαθεί·

τον παρασύρει μακριά από τη θέση του.+

22 Θα ορμήσει πάνω του χωρίς οίκτο+

καθώς αυτός θα προσπαθεί απεγνωσμένα να γλιτώσει από τη δύναμή του.+

23 Ο άνεμος χειροκροτεί σε βάρος του

και σφυρίζει+ σε βάρος του από τον τόπο του.*

28 »Υπάρχει τόπος όπου εξορύσσεται το ασήμι,

και τόπος όπου καθαρίζεται το χρυσάφι·+

 2 το σίδερο το παίρνουν από το χώμα,

και ο χαλκός εξάγεται* από τις πέτρες.+

 3 Ο άνθρωπος κατακτά το σκοτάδι·

εισχωρεί ως την άκρη του ζόφου και του σκοταδιού,

ψάχνοντας για μετάλλευμα.*

 4 Ανοίγει σήραγγα μακριά από εκεί που μένουν άνθρωποι,

σε μέρη ξεχασμένα, μακριά από εκεί που περπατούν·

κάποιοι κατεβαίνουν και αιωρούνται στον αέρα.

 5 Στην επιφάνεια της γης αναπτύσσεται τροφή·

αλλά από κάτω, η γη συνταράζεται σαν από φωτιά.*

 6 Εκεί, ανάμεσα στις πέτρες, υπάρχουν ζαφείρια,

και το χώμα περιέχει χρυσάφι.

 7 Αρπακτικό πουλί δεν ξέρει το μονοπάτι για εκεί·

το μάτι του μελανόχρωμου ικτίνου δεν το έχει δει.

 8 Μεγαλοπρεπή θηρία δεν έχουν πατήσει πάνω του·

το νεαρό λιοντάρι δεν έχει διαβεί από εκεί.

 9 Ο άνθρωπος χτυπάει τον πυρόλιθο με το χέρι του·

ανατρέπει τα βουνά από τα θεμέλιά τους.

10 Διανοίγει υδροφόρες στοές+ στους βράχους·

τα μάτια του εντοπίζουν κάθε πολύτιμο πράγμα.

11 Φράζει τις πηγές των ποταμών

και φέρνει στο φως ό,τι ήταν κρυμμένο.

12 Η σοφία όμως πού μπορεί να βρεθεί,+

και πού είναι η πηγή της κατανόησης;+

13 Κανένας άνθρωπος δεν αναγνωρίζει την αξία της,+

και αυτή δεν μπορεί να βρεθεί στη γη των ζωντανών.

14 Τα βαθιά νερά λένε: “Δεν είναι σε εμάς!”

και η θάλασσα λέει: “Δεν είναι σε εμένα!”+

15 Δεν μπορεί να αγοραστεί με καθαρό χρυσάφι

ούτε μπορεί να ζυγιστεί ασήμι σε αντάλλαγμα για αυτήν.+

16 Δεν μπορεί να αγοραστεί με χρυσάφι του Οφείρ+

ούτε με σπάνιο όνυχα και ζαφείρια.

17 Το χρυσάφι και το γυαλί δεν συγκρίνονται μαζί της

ούτε ανταλλάσσεται με σκεύος από εκλεκτό* χρυσάφι.+

18 Το κοράλλι και το κρύσταλλο είναι ανάξια λόγου,+

διότι ένα σακούλι σοφία αξίζει περισσότερο από ένα σακούλι μαργαριτάρια.

19 Το τοπάζι+ του Χους δεν συγκρίνεται μαζί της·

δεν μπορεί να αγοραστεί ούτε με καθαρό χρυσάφι.

20 Αλλά από πού έρχεται η σοφία,

και πού είναι η πηγή της κατανόησης;+

21 Είναι κρυμμένη από τα μάτια κάθε ζωντανού πλάσματος+

και καλυμμένη από τα πουλιά των ουρανών.

22 Η καταστροφή και ο θάνατος λένε:

“Μόνο ακουστά την έχουμε”.

23 Ο Θεός κατανοεί τον δρόμο προς αυτήν·

μόνο αυτός ξέρει πού κατοικεί,+

24 διότι αυτός κοιτάζει ως τα πέρατα της γης

και βλέπει τα πάντα κάτω από τους ουρανούς.+

25 Όταν όρισε την ένταση* του ανέμου+

και διαμοίρασε τα νερά,+

26 όταν όρισε διάταξη για τη βροχή+

και δρόμο για το βροντερό σύννεφο της καταιγίδας,+

27 τότε είδε τη σοφία και την εξήγησε·

την εδραίωσε και τη δοκίμασε.

28 Και είπε στον άνθρωπο:

“Ο φόβος του Ιεχωβά—αυτό είναι σοφία,+

και η απομάκρυνση από το κακό είναι κατανόηση”».+

29 Ο Ιώβ συνέχισε την ομιλία* του, λέγοντας:

 2 «Μακάρι να γύριζα στους μήνες του παρελθόντος,

στις ημέρες που με περιφρουρούσε ο Θεός,

 3 τότε που έκανε το λυχνάρι του να λάμπει πάνω από το κεφάλι μου,

όταν περπατούσα στο σκοτάδι με το δικό του φως,+

 4 όταν ήμουν στην ακμή* μου,

όταν η φιλία του Θεού ήταν αισθητή στη σκηνή μου,+

 5 όταν ο Παντοδύναμος ήταν ακόμη μαζί μου,

όταν τα παιδιά* μου ήταν ολόγυρά μου,

 6 όταν τα πόδια μου κολυμπούσαν στο βούτυρο

και οι πέτρες έβγαζαν για χάρη μου ρυάκια λάδι.+

 7 Όποτε έβγαινα στην πύλη της πόλης+

και καθόμουν στην πλατεία,+

 8 οι νέοι με έβλεπαν και παραμέριζαν,*

ακόμη δε και οι ηλικιωμένοι σηκώνονταν και στέκονταν όρθιοι.+

 9 Οι άρχοντες απέφευγαν να μιλήσουν·

έβαζαν το χέρι τους πάνω στο στόμα τους.

10 Οι φωνές των εξεχόντων έπαυαν·

η γλώσσα τους κολλούσε στον ουρανίσκο τους.

11 Όποιος με άκουγε με παίνευε,

και όσοι με έβλεπαν μιλούσαν εγκωμιαστικά για εμένα.

12 Διότι έσωζα τον φτωχό που κραύγαζε για βοήθεια,+

καθώς και το παιδί που δεν είχε πατέρα και όποιον ήταν αβοήθητος.+

13 Εκείνος που κόντευε να αφανιστεί με ευλογούσε,+

και έδινα χαρά στην καρδιά της χήρας.+

14 Φορούσα τη δικαιοσύνη σαν ρούχο·

είχα την κρίση σαν μανδύα* και τουρμπάνι.

15 Γινόμουν μάτια για τον τυφλό

και πόδια για τον κουτσό.

16 Ήμουν πατέρας για τους φτωχούς·+

διερευνούσα τη δικαστική υπόθεση αγνώστων.+

17 Έσπαζα τα σαγόνια αυτού που αδικοπραγούσε+

και άρπαζα τη λεία από τα δόντια του.

18 Έλεγα: “Θα πεθάνω στο σπίτι* μου,+

και οι ημέρες μου θα είναι τόσο πολλές όσο οι κόκκοι της άμμου.

19 Οι ρίζες μου θα απλωθούν μέσα στα νερά,

και η δροσιά θα μένει όλη τη νύχτα πάνω στα κλαδιά μου.

20 Η δόξα μου ανανεώνεται διαρκώς,

και το τόξο στο χέρι μου θα συνεχίσει να τοξεύει”.

21 Οι άνθρωποι με άκουγαν με προσμονή,

περιμένοντας σιωπηλά τη συμβουλή μου.+

22 Αφού μιλούσα, δεν είχαν να πουν τίποτα άλλο·

τα λόγια μου έπεφταν απαλά* στα αφτιά τους.

23 Με περίμεναν όπως τη βροχή·

άνοιγαν το στόμα τους διάπλατα όπως για την ανοιξιάτικη βροχή.+

24 Όταν τους χαμογελούσα, δεν μπορούσαν να το πιστέψουν·

το φως του προσώπου μου τους καθησύχαζε.*

25 Τους έδινα κατεύθυνση ως επικεφαλής τους

και ζούσα σαν βασιλιάς ανάμεσα στα στρατεύματά του,+

σαν παρηγορητής εκείνων που πενθούν.+

30 »Τώρα γελούν μαζί μου+ άντρες νεότεροι από εμένα,

των οποίων τους πατέρες δεν θα έβαζα

ούτε με τα τσοπανόσκυλά μου.

 2 Σε τι με ωφελούσε η δύναμη των χεριών τους;

Το σφρίγος τους αφανίστηκε.

 3 Είναι εξαντλημένοι από τις στερήσεις και την πείνα·

ροκανίζουν το κατάξερο έδαφος

που ήταν ήδη κατεστραμμένο και ερημωμένο.

 4 Μαζεύουν το αλατόχορτο από τους θάμνους·

τροφή τους είναι οι ρίζες των σπάρτων.

 5 Τους διώχνουν από την κοινότητα·+

τους φωνάζουν όπως φωνάζουν στον κλέφτη.

 6 Ζουν σε απόκρημνα φαράγγια,*

σε τρύπες του εδάφους και των βράχων.

 7 Κραυγάζουν μέσα από τους θάμνους

και κουρνιάζουν ανάμεσα στις τσουκνίδες.

 8 Ως γιοι των ασύνετων και των ανώνυμων,

εκδιώχθηκαν* από τον τόπο.

 9 Αλλά τώρα με χλευάζουν ακόμη και με τα τραγούδια τους·+

έγινα αντικείμενο περιφρόνησης* για αυτούς.+

10 Με απεχθάνονται και με κρατούν σε απόσταση·+

δεν διστάζουν να με φτύνουν καταπρόσωπο.+

11 Επειδή ο Θεός με αφόπλισε* και με ταπείνωσε,

αποθρασύνονται εντελώς* μπροστά μου.

12 Σηκώνονται στα δεξιά μου σαν όχλος·

με αναγκάζουν να το βάλω στα πόδια

και βάζουν μπροστά μου εμπόδια για να με αφανίσουν.

13 Καταστρέφουν τους δρόμους μου

και κάνουν τη συμφορά μου χειρότερη,+

χωρίς κανείς να τους σταματάει.*

14 Εισβάλλουν σαν μέσα από πλατύ ρήγμα σε τείχος·

ορμούν πάνω μου μέσα στην ερήμωσή μου.

15 Τρόμος με κυριεύει·

η αξιοπρέπειά μου φεύγει σαν τον άνεμο

και η σωτηρία μου εξαφανίζεται σαν σύννεφο.

16 Τώρα η ζωή* μου αργοσβήνει·+

ημέρες ταλαιπωρίας+ με αρπάζουν.

17 Πόνοι διαπερνούν τα κόκαλά μου* τη νύχτα+

και δεν σταματούν να με βασανίζουν.+

18 Το ρούχο μου παραμορφώνεται με μεγάλη δύναμη·*

με πνίγει σαν σφιχτό περιλαίμιο.

19 Ο Θεός με έριξε στη λάσπη·

έχω καταντήσει χώμα και στάχτη.

20 Κραυγάζω προς εσένα για βοήθεια, αλλά δεν μου απαντάς·+

στέκομαι όρθιος, αλλά εσύ απλώς με κοιτάζεις.

21 Στράφηκες με σκληρότητα εναντίον μου·+

μου επιτίθεσαι με όλη τη δύναμη του χεριού σου.

22 Με σηκώνεις και με παίρνεις με τον άνεμο·

ύστερα με πετάς εδώ και εκεί μέσα στη θύελλα.*

23 Ξέρω ότι θα με κατεβάσεις στον θάνατο,

στο σπίτι όπου θα ανταμώσουν όλοι οι ζωντανοί.

24 Κανείς όμως δεν θα χτυπούσε έναν τσακισμένο άνθρωπο*+

όταν κραυγάζει για βοήθεια την ώρα της συμφοράς του.

25 Μήπως δεν έκλαψα για εκείνους που τους βρήκαν δύσκολοι καιροί;*

Δεν λυπήθηκα* για τους φτωχούς;+

26 Παρ’ όλο που έλπιζα να δω καλό, ήρθε κακό·

πρόσμενα φως, αλλά ήρθε σκοτάδι.

27 Η αναστάτωση μέσα μου δεν σταμάτησε·

ημέρες ταλαιπωρίας με βρήκαν.

28 Περπατώ με πρόσωπο σκοτεινιασμένο·+ δεν υπάρχει το φως του ήλιου.

Μέσα στη σύναξη, σηκώνομαι και κραυγάζω για βοήθεια.

29 Έγινα αδελφός των τσακαλιών

και σύντροφος των θυγατέρων της στρουθοκαμήλου.+

30 Το δέρμα μου μαύρισε και έπεσε·+

τα κόκαλά μου καίγονται από τη θερμότητα.*

31 Η άρπα μου χρησιμοποιείται μόνο για θρήνο,

και ο αυλός* μου για τον ήχο του κλάματος.

31 »Έχω κάνει διαθήκη με τα μάτια μου.+

Πώς λοιπόν να δώσω ακατάλληλη προσοχή σε παρθένα;+

 2 Ποιο θα ήταν τότε το μερίδιό μου από τον Θεό ο οποίος είναι πάνω;

Ποια η κληρονομιά μου από τον Παντοδύναμο ο οποίος είναι στα ύψη;

 3 Δεν περιμένει συμφορά όποιον αδικοπραγεί

και καταστροφή εκείνους που πράττουν βλαβερά πράγματα;+

 4 Δεν βλέπει αυτός τις οδούς μου+

και δεν μετράει όλα τα βήματά μου;

 5 Περπάτησα ποτέ με αναλήθεια;*

Έσπευσε το πόδι μου να εξαπατήσει;+

 6 Ας με ζυγίσει ο Θεός με ζυγαριά που είναι ακριβής·+

τότε θα αναγνωρίσει την ακεραιότητά μου.+

 7 Αν τα βήματά μου ξεστρατίζουν+

ή η καρδιά μου ακολούθησε τα μάτια μου+

ή τα χέρια μου έχουν μολυνθεί,

 8 τότε να σπείρω και να φάει άλλος,+

και ό,τι φυτεύω να ξεριζωθεί.*

 9 Αν η καρδιά μου δελεάστηκε από γυναίκα+

και παραμόνευσα+ στην πόρτα του πλησίον μου,

10 τότε η γυναίκα μου να αλέσει για άλλον,

και να έχουν άλλοι άντρες σεξουαλικές σχέσεις μαζί της.*+

11 Διότι αυτό θα ήταν αισχρή διαγωγή,

σφάλμα που θα άξιζε τιμωρία από τους κριτές.+

12 Θα ήταν φωτιά που θα κατέτρωγε και θα κατέστρεφε,*+

καίγοντας ως τη ρίζα* όλα μου τα προϊόντα.

13 Αν αρνούμουν να αποδοθεί δικαιοσύνη στους υπηρέτες ή στις υπηρέτριές μου

όταν είχαν παράπονο* εναντίον μου,

14 τι θα μπορούσα να κάνω όταν ο Θεός έρθει σε αντιπαράθεση μαζί μου;*

Τι θα μπορούσα να του απαντήσω όταν ζητήσει λογαριασμό;+

15 Αυτός που έπλασε εμένα στη μήτρα δεν έπλασε και αυτούς;+

Ο ίδιος δεν μας διαμόρφωσε πριν από τη γέννησή μας;*+

16 Αν δεν έδινα στους φτωχούς ό,τι επιθυμούσαν+

ή αν έκανα τα μάτια της χήρας να λυπηθούν,*+

17 αν έτρωγα τη μερίδα μου μόνος μου

χωρίς να τη μοιραστώ με τα ορφανά,+

18 (διότι από τα νιάτα μου το ορφανό* μεγάλωνε μαζί μου σαν να ήμουν πατέρας του,

και φροντίζω τη χήρα* από τότε που ήμουν παιδί*)

19 αν έβλεπα κάποιον να πεθαίνει από το κρύο επειδή δεν είχε ρούχα

ή έναν φτωχό να μην έχει σκέπασμα,+

20 αν δεν με ευλογούσε αυτός*+

καθώς ζεσταινόταν με το μαλλί των προβάτων μου,

21 αν κουνούσα τη γροθιά μου ενάντια στο ορφανό+

όταν χρειαζόταν τη βοήθειά μου στην πύλη της πόλης,*+

22 τότε ο βραχίονάς μου* να πέσει από τον ώμο μου

και το χέρι μου να σπάσει στον αγκώνα.*

23 Διότι έτρεμα τη συμφορά από τον Θεό

και δεν τολμούσα να σταθώ μπροστά στη μεγαλοπρέπειά του.

24 Αν εμπιστευόμουν στο χρυσάφι

ή έλεγα στο καθαρό χρυσάφι: “Εσύ είσαι η ασφάλειά μου!”+

25 αν έβρισκα χαρά στον μεγάλο πλούτο μου+

επειδή απέκτησα πολλά υπάρχοντα,+

26 αν έβλεπα τον ήλιο* να λάμπει

ή τη σελήνη να κινείται με μεγαλοπρέπεια,+

27 και η καρδιά μου δελεαζόταν κρυφά,

και το στόμα μου φιλούσε το χέρι μου για να τους αποδώσω λατρεία,+

28 τότε αυτό θα ήταν σφάλμα που θα άξιζε τιμωρία από τους κριτές,

γιατί θα είχα αρνηθεί τον αληθινό Θεό ο οποίος είναι πάνω.

29 Χάρηκα ποτέ με τη συμφορά του εχθρού μου;+

Ή ένιωσα χαιρεκακία επειδή τον βρήκε κακό;

30 Ποτέ δεν επέτρεψα στο στόμα μου να αμαρτήσει

ζητώντας με κατάρα να πεθάνει.*+

31 Δεν είπαν άραγε οι άντρες της σκηνής μου:

“Ποιος μπορεί να βρει κάποιον που δεν έχει χορτάσει με την τροφή* του;”+

32 Κανένας ξένος δεν αναγκαζόταν να διανυκτερεύσει έξω·+

είχα τις πόρτες μου ανοιχτές για τον ταξιδιώτη.

33 Προσπάθησα ποτέ να καλύψω τις παραβάσεις μου, όπως άλλοι,+

κρύβοντας το σφάλμα μου στην πτυχή του ρούχου μου;

34 Μήπως φοβόμουν την αντίδραση του πλήθους;

Ή μήπως έτρεμα την περιφρόνηση άλλων οικογενειών,

έτσι ώστε να σωπαίνω και να φοβάμαι να βγω έξω;

35 Μακάρι να με άκουγε κάποιος!+

Θα έβαζα την υπογραφή μου σε ό,τι είπα.*

Ας μου απαντήσει ο Παντοδύναμος!+

Μακάρι ο κατήγορός μου να είχε συντάξει κατηγορητήριο!

36 Θα το μετέφερα στον ώμο μου

και θα το έβαζα στο κεφάλι μου σαν στέμμα.

37 Θα του έδινα λογαριασμό για κάθε βήμα μου·

θα τον πλησίαζα με πεποίθηση, σαν άρχοντας.

38 Αν η γη μου κραύγαζε εναντίον μου

και τα αυλάκια της έκλαιγαν όλα μαζί,

39 αν έφαγα τους καρπούς της γης χωρίς πληρωμή+

ή αν έκανα τους ιδιοκτήτες της να απελπιστούν* παίρνοντας τη γη τους,+

40 να μου φυτρώσουν αγκάθια αντί για σιτάρι

και δύσοσμα αγριόχορτα αντί για κριθάρι».

Εδώ τελειώνουν τα λόγια του Ιώβ.

32 Και οι τρεις άντρες δεν προσπάθησαν πλέον να απαντήσουν στον Ιώβ, γιατί ήταν πεπεισμένος για τη δικαιοσύνη του.*+ 2 Αλλά ο Ελιού, ο γιος του Βαραχήλ του Βουζίτη,+ από την οικογένεια του Ραμ, είχε θυμώσει πολύ. Ο θυμός του άναψε εναντίον του Ιώβ επειδή προσπάθησε να αποδείξει ότι είχε εκείνος* δίκιο και όχι ο Θεός.+ 3 Επίσης, θύμωσε πολύ με τους τρεις φίλους του Ιώβ, επειδή δεν μπόρεσαν να βρουν απάντηση αλλά ανακήρυξαν ένοχο τον Θεό.+ 4 Ως τότε ο Ελιού περίμενε για να απαντήσει στον Ιώβ, επειδή εκείνοι ήταν μεγαλύτεροί του σε ηλικία.+ 5 Όταν είδε ότι οι τρεις άντρες δεν είχαν τίποτα να απαντήσουν, ο θυμός του ξέσπασε. 6 Τότε ο Ελιού, ο γιος του Βαραχήλ του Βουζίτη, άρχισε να μιλάει και είπε:

«Εγώ είμαι νέος*

και εσείς ηλικιωμένοι.+

Γι’ αυτό συγκρατήθηκα από σεβασμό+

και δεν τόλμησα να σας πω αυτά που ξέρω.

 7 Σκέφτηκα: “Ας μιλήσει η ηλικία,*

και το πλήθος των ετών ας διακηρύξει σοφία”.

 8 Αυτό όμως που χαρίζει κατανόηση στους ανθρώπους είναι το πνεύμα μέσα τους,

η πνοή του Παντοδυνάμου.+

 9 Η ηλικία από μόνη της δεν κάνει* κάποιον σοφό

ούτε κατανοούν το σωστό μόνο οι ηλικιωμένοι.+

10 Γι’ αυτό λέω: “Ακούστε με,

και θα σας πω και εγώ αυτά που ξέρω”.

11 Περίμενα τα λόγια σας·

άκουγα τους συλλογισμούς σας+

καθώς ψάχνατε τι να πείτε.+

12 Σας παρακολούθησα προσεκτικά,

αλλά κανείς σας δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι ο Ιώβ έχει άδικο*

ούτε να απαντήσει στα επιχειρήματά του.

13 Μη λέτε λοιπόν: “Βρήκαμε σοφία·

ο Θεός τον αντικρούει, όχι άνθρωπος”.

14 Ο Ιώβ δεν απηύθυνε τα λόγια του εναντίον μου,

γι’ αυτό δεν θα του αποκριθώ με τα δικά σας επιχειρήματα.

15 Πτοήθηκαν, δεν έχουν άλλες απαντήσεις·

δεν τους έμεινε τίποτα άλλο να πουν.

16 Εγώ περίμενα, αλλά εκείνοι έπαψαν να μιλούν·

απλώς στέκονται εκεί, χωρίς άλλη απάντηση.

17 Θα δώσω λοιπόν και εγώ απάντηση·

θα πω και εγώ αυτά που ξέρω,

18 διότι έχω πολλά να πω·

το πνεύμα μέσα μου με πιέζει.

19 Τα σωθικά μου είναι σαν κρασί που δεν παίρνει αέρα,

σαν καινούρια ασκιά έτοιμα να σκάσουν.+

20 Ας μιλήσω για να ησυχάσω!

Θα ανοίξω τα χείλη μου και θα απαντήσω.

21 Δεν θα μεροληπτήσω υπέρ κανενός·+

ούτε θα κολακέψω* κανέναν άνθρωπο·

22 διότι δεν ξέρω να κολακεύω·

αν το έκανα, ο Δημιουργός μου θα με αφάνιζε γρήγορα.

33 »Τώρα όμως, Ιώβ, άκουσε, σε παρακαλώ, τα λόγια μου·

πρόσεξε όλα όσα θα πω.

 2 Δες, σε παρακαλώ! Πρέπει να ανοίξω το στόμα μου·

πρέπει να μιλήσει η γλώσσα μου.*

 3 Τα λόγια μου δείχνουν την ειλικρίνεια* της καρδιάς μου,+

και τα χείλη μου λένε καθαρά αυτά που ξέρω.

 4 Το πνεύμα του Θεού με έπλασε,+

και η πνοή του Παντοδυνάμου με έφερε στη ζωή.+

 5 Απάντησέ μου αν μπορείς·

παρουσίασέ μου τα επιχειρήματά σου· πάρε θέση.

 6 Δες! Εγώ είμαι όπως και εσύ ενώπιον του αληθινού Θεού·

από πηλό πλάστηκα και εγώ.+

 7 Δεν έχεις λοιπόν να φοβηθείς τίποτα από εμένα,

και καμιά πίεση από εμένα δεν θα σε καταβάλει.

 8 Είπες όμως μπροστά μου,

ναι, εγώ άκουγα αυτά τα λόγια:

 9 “Είμαι αγνός, χωρίς παράβαση·+

είμαι καθαρός, χωρίς σφάλμα.+

10 Αλλά ο Θεός βρίσκει λόγους για να μου εναντιώνεται·

με θεωρεί εχθρό του.+

11 Βάζει τα πόδια μου σε ξύλινα δεσμά·

ελέγχει εξονυχιστικά όλους τους δρόμους μου”.+

12 Δεν έχεις δίκιο, γι’ αυτό θα σου απαντήσω:

Ο Θεός είναι πολύ μεγαλύτερος από τον θνητό άνθρωπο.+

13 Γιατί παραπονιέσαι για Εκείνον;+

Μήπως επειδή δεν απάντησε σε όλα τα λόγια σου;+

14 Ο Θεός μιλάει μία και δύο φορές

—αλλά κανείς δεν δίνει προσοχή—

15 σε όνειρο, σε όραμα της νύχτας,+

όταν βαθύς ύπνος πέφτει στους ανθρώπους

καθώς κοιμούνται στο κρεβάτι τους.

16 Τότε ανοίγει τα αφτιά τους+

και εντυπώνει* τη διδασκαλία του σε αυτούς

17 για να απομακρύνει κάποιον από την αδικοπραγία+

και για να προφυλάξει τον άνθρωπο από την υπερηφάνεια.+

18 Ο Θεός γλιτώνει την ψυχή* του από τον λάκκο,*+

τη ζωή του ώστε να μη χαθεί από το σπαθί.*

19 Επίσης, κάποιος ελέγχεται από τον πόνο πάνω στο κρεβάτι του

και από τη συνεχή οδύνη των οστών του,

20 μέχρι που σιχαίνεται το ψωμί με όλο του το είναι*

και απορρίπτει* ακόμη και το εκλεκτό φαγητό.+

21 Η σάρκα του λιώνει και χάνεται από τα μάτια,

και τα κόκαλά του, που ήταν κρυμμένα, τώρα εξέχουν.*

22 Η ψυχή* του πλησιάζει τον λάκκο,*

η ζωή του εκείνους που φέρνουν τον θάνατο.

23 Αν υπάρξει για αυτόν αγγελιοφόρος,*

ένας υπερασπιστής στους χίλιους,

για να πει στον άνθρωπο τι είναι δίκαιο,

24 τότε ο Θεός τού δείχνει εύνοια και λέει:

“Απάλλαξέ τον ώστε να μην κατεβεί στον λάκκο!*+

Βρήκα λύτρο!+

25 Ας γίνει η σάρκα του πιο δροσερή* από ό,τι στα νιάτα του·+

ας επιστρέψει στις ημέρες του νεανικού του σφρίγους”.+

26 Θα ικετεύσει τον Θεό,+ ο οποίος θα τον δεχτεί,

και όταν δει το πρόσωπό Του θα κραυγάσει χαρούμενα,

και Εκείνος θα αποκαταστήσει τον θνητό άνθρωπο στη δικαιοσύνη Του.

27 Αυτός ο άνθρωπος θα διακηρύττει* στους άλλους:

“Αμάρτησα+ και διέστρεψα το σωστό,

αλλά δεν έλαβα ό,τι μου άξιζε.*

28 Εκείνος απολύτρωσε την ψυχή* μου ώστε να μην μπει στον λάκκο,*+

και η ζωή μου θα δει το φως”.

29 Πράγματι, ο Θεός τα κάνει όλα αυτά

δύο και τρεις φορές για τον άνθρωπο

30 για να τον φέρει πίσω* από τον λάκκο,*

ώστε αυτός να φωτιστεί από το φως της ζωής.+

31 Δώσε προσοχή, Ιώβ! Άκουσέ με!

Μείνε σιωπηλός, και θα συνεχίσω να μιλώ.

32 Αν έχεις να πεις κάτι, απάντησέ μου.

Μίλησε, γιατί θέλω να αποδείξω ότι έχεις δίκιο.

33 Αν δεν έχεις να πεις τίποτα, άκουσέ με·

μείνε σιωπηλός, και θα σε διδάξω σοφία».

34 Ο Ελιού συνέχισε λοιπόν να αποκρίνεται:

 2 «Ακούστε τα λόγια μου, εσείς οι σοφοί·

ακούστε με, εσείς που ξέρετε τόσο πολλά.

 3 Διότι το αφτί δοκιμάζει τα λόγια

όπως η γλώσσα* γεύεται την τροφή.

 4 Ας κρίνουμε οι ίδιοι τι είναι σωστό·

ας αποφασίσουμε μεταξύ μας τι είναι καλό.

 5 Διότι ο Ιώβ είπε: “Εγώ έχω δίκιο,+

αλλά ο Θεός αρνήθηκε να μου αποδώσει δικαιοσύνη.+

 6 Μήπως λέω ψέματα για το ποια θα έπρεπε να είναι η κρίση μου;

Το τραύμα μου είναι αθεράπευτο, αν και δεν υπάρχει παράβαση”.+

 7 Ποιος άλλος είναι σαν τον Ιώβ,

που πίνει τον χλευασμό σαν νερό;

 8 Κάνει παρέα με ανθρώπους που αδικοπραγούν

και συναναστρέφεται πονηρούς.+

 9 Διότι είπε: “Ο άνθρωπος δεν ωφελείται

προσπαθώντας να ευαρεστεί τον Θεό”.+

10 Γι’ αυτό, ακούστε με, εσείς που διαθέτετε κατανόηση.*

Είναι αδιανόητο να ενεργεί ο αληθινός Θεός με πονηρία,+

να διαπράττει ο Παντοδύναμος αδικία!+

11 Εκείνος θα ανταμείψει τον άνθρωπο σύμφωνα με τις πράξεις του+

και θα του επιφέρει τις συνέπειες των ενεργειών του.

12 Ασφαλώς ο Θεός δεν ενεργεί με πονηρία·+

ο Παντοδύναμος δεν διαστρέφει την κρίση.+

13 Ποιος τον διόρισε υπεύθυνο για τη γη

και ποιος του ανέθεσε την επίβλεψη όλου του κόσμου;*

14 Αν αυτός εστιάσει την προσοχή* του πάνω τους,

αν μαζέψει κοντά του το πνεύμα και την πνοή τους,+

15 όλοι οι άνθρωποι* θα αφανιστούν μαζί,

και η ανθρωπότητα θα επιστρέψει στο χώμα.+

16 Αν λοιπόν διαθέτεις κατανόηση, δώσε προσοχή σε αυτό·

άκου προσεκτικά τι λέω.

17 Πρέπει άραγε να κυβερνάει κάποιος που μισεί τη δικαιοσύνη;

Ή μήπως θα κατέκρινες έναν ισχυρό που είναι δίκαιος;

18 Θα έλεγες σε βασιλιά: “Είσαι άχρηστος”;

Ή σε ευγενείς: “Είστε πονηροί”;+

19 Υπάρχει Κάποιος που δεν δείχνει προσωποληψία σε άρχοντες

και δεν ευνοεί τους πλούσιους σε σχέση με τους φτωχούς,*+

διότι όλοι είναι έργο των χεριών του.+

20 Μπορεί να πεθάνουν ξαφνικά,+ στη μέση της νύχτας·+

τραντάζονται βίαια και σβήνουν·

ακόμη και οι ισχυροί εξαλείφονται, αλλά όχι από ανθρώπινα χέρια.+

21 Τα μάτια του Θεού είναι στραμμένα στις οδούς του ανθρώπου,+

και βλέπει όλα τα βήματά του.

22 Δεν υπάρχει σκοτάδι ούτε βαθιά σκιά

όπου να μπορούν να κρυφτούν όσοι αδικοπραγούν.+

23 Ο Θεός δεν έχει θέσει προσδιορισμένο καιρό για κανέναν

ώστε να παρουσιαστεί ενώπιόν του για κρίση.

24 Καταστρέφει τους ισχυρούς χωρίς να χρειάζεται να κάνει έρευνα

και τοποθετεί άλλους στη θέση τους.+

25 Διότι γνωρίζει τι κάνουν·+

τους ανατρέπει μέσα στη νύχτα και συντρίβονται.+

26 Τους δίνει χτυπήματα για την πονηρία τους

σε μέρος όπου τους βλέπουν όλοι,+

27 επειδή έπαψαν να τον ακολουθούν+

και δεν σέβονται καμιά από τις οδούς του·+

28 κάνουν τους φτωχούς να κραυγάζουν προς αυτόν,

ώστε αυτός ακούει την κραυγή των αβοήθητων.+

29 Όταν ο Θεός μένει σιωπηλός, ποιος μπορεί να τον κατακρίνει;

Όταν κρύβει το πρόσωπό του, ποιος μπορεί να τον δει;

Είτε απέναντι σε έθνος είτε απέναντι σε άνθρωπο, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο,

30 ώστε να μην κυβερνάει ασεβής*+

ούτε να στήνει παγίδες για τον λαό.

31 Μήπως θα πει κάποιος στον Θεό:

“Τιμωρήθηκα, ενώ δεν διέπραξα κανένα αδίκημα·+

32 δίδαξέ με αυτό που δεν είδα·

αν έκανα κάτι κακό, δεν θα το ξανακάνω”;

33 Μήπως θα σε ανταμείψει με τους δικούς σου όρους ενώ απορρίπτεις την κρίση του;

Κρίνε εσύ, όχι εγώ.

Πες μου λοιπόν αυτό που ξέρεις τόσο καλά.

34 Αυτοί που διαθέτουν κατανόηση* θα μου πουν

—κάθε σοφός άντρας που με ακούει—

35 “ο Ιώβ μιλάει χωρίς γνώση,+

και τα λόγια του στερούνται ενόρασης”.

36 Ας δοκιμαστεί ο Ιώβ* στο έπακρο,

γιατί οι απαντήσεις του μοιάζουν με των πονηρών!

37 Στην αμαρτία του προσθέτει στασιασμό·+

χειροκροτεί χλευαστικά μπροστά μας

και λέει πολλά λόγια εναντίον του αληθινού Θεού!»+

35 Ο Ελιού συνέχισε την απόκρισή του:

 2 «Είσαι τόσο βέβαιος ότι έχεις δίκιο ώστε να λες:

“Είμαι πιο δίκαιος από τον Θεό”;+

 3 Διότι λες: “Τι σημασία έχει για εσένα;*

Μήπως είμαι σε καλύτερη θέση από ό,τι αν είχα αμαρτήσει;”+

 4 Θα απαντήσω και σε εσένα

και στους φίλους σου+ που είναι μαζί σου.

 5 Σήκωσε τα μάτια σου στον ουρανό και δες,

παρατήρησε τα σύννεφα,+ που βρίσκονται ψηλά πάνω από εσένα.

 6 Αν αμαρτήσεις, πώς τον βλάπτεις;+

Αν πολλαπλασιαστούν οι παραβάσεις σου, τι μπορείς να του κάνεις;+

 7 Αν είσαι δίκαιος, τι του δίνεις;

Τι λαβαίνει από εσένα;+

 8 Η πονηρία σου επηρεάζει μόνο άνθρωπο όμοιο με εσένα,

και η δικαιοσύνη σου, γιο ανθρώπου.

 9 Οι άνθρωποι κραυγάζουν όταν τους καταπιέζουν πολύ·

ικετεύουν για ανακούφιση από την κυριαρχία* των ισχυρών.+

10 Κανείς όμως δεν λέει: “Πού είναι ο Θεός, ο Μεγαλειώδης Δημιουργός μου,+

αυτός που κάνει να ψάλλονται ύμνοι τη νύχτα;”+

11 Εκείνος διδάσκει εμάς+ περισσότερο από τα ζώα της γης+

και μας κάνει σοφότερους από τα πουλιά των ουρανών.

12 Οι άνθρωποι κραυγάζουν, αλλά αυτός δεν απαντάει+

εξαιτίας της υπερηφάνειας των πονηρών.+

13 Ασφαλώς ο Θεός δεν ακούει μια κενή κραυγή·*+

ο Παντοδύναμος δεν της δίνει προσοχή.

14 Πόσο μάλλον λοιπόν όταν παραπονιέσαι ότι δεν τον βλέπεις!+

Η δικαστική σου υπόθεση είναι ενώπιόν του, γι’ αυτό πρέπει να τον προσμένεις με αδημονία.+

15 Διότι δεν σου ζήτησε θυμωμένος να δώσεις λογαριασμό

ούτε πρόσεξε την υπερβολική απερισκεψία σου.+

16 Μάταια ανοίγει ο Ιώβ το στόμα του διάπλατα·

μιλάει πολύ χωρίς να έχει γνώση».+

36 Ο Ελιού συνέχισε:

 2 «Κάνε ακόμη λίγη υπομονή μαζί μου ενόσω θα εξηγώ,

γιατί έχω και άλλα λόγια να πω υπέρ του Θεού.

 3 Θα μιλήσω αναλυτικά για αυτά που ξέρω

και θα αποδώσω δικαιοσύνη στον Δημιουργό μου.+

 4 Πράγματι, αυτά που λέω δεν είναι ψέματα·

ο Τέλειος σε γνώση+ είναι εδώ μπροστά σου.

 5 Αληθινά, ο Θεός είναι κραταιός+ και δεν απορρίπτει κανέναν·

η δύναμη κατανόησης που έχει είναι τεράστια.*

 6 Δεν θα διαφυλάξει τη ζωή των πονηρών,+

αλλά αποδίδει δικαιοσύνη στους ταλαιπωρημένους.+

 7 Δεν παίρνει τα μάτια του από τους δικαίους·+

τους ενθρονίζει μαζί με βασιλιάδες,*+ και είναι εξυψωμένοι για πάντα.

 8 Αν όμως είναι δέσμιοι

και έχουν πιαστεί σε σχοινιά ταλαιπωρίας,

 9 τους αποκαλύπτει τι έκαναν,

τις παραβάσεις που διέπραξαν από την υπερηφάνειά τους.

10 Ανοίγει τα αφτιά τους στη διόρθωση

και τους λέει να απομακρυνθούν από την αδικοπραγία.+

11 Αν εκείνοι υπακούσουν και τον υπηρετήσουν,

θα τελειώσουν τις ημέρες τους με ευημερία

και τα χρόνια τους θα είναι ευχάριστα.+

12 Αν όμως δεν υπακούσουν, θα χαθούν από το σπαθί*+

και θα πεθάνουν χωρίς γνώση.

13 Αυτοί που έχουν ασεβή* καρδιά μνησικακούν.

Δεν κραυγάζουν για βοήθεια ακόμη και όταν εκείνος τους δένει.

14 Πεθαίνουν* ενόσω είναι ακόμη νέοι,+

περνώντας* τη ζωή τους ανάμεσα σε άντρες ιερόδουλους ναών.+

15 Αλλά ο Θεός* σώζει τους ταλαιπωρημένους μέσα στην ταλαιπωρία τους·

ανοίγει το αφτί τους όταν υφίστανται καταδυνάστευση.

16 Σε απομακρύνει από το χείλος της στενοχώριας+

και σε πηγαίνει σε ανοιχτό, ευρύχωρο τόπο,+

με πλούσια τροφή στο τραπέζι σου για παρηγοριά.+

17 Τότε θα ικανοποιηθείς από την κρίση εναντίον των πονηρών,+

όταν αποδοθεί κρίση και επικρατήσει η δικαιοσύνη.

18 Αλλά πρόσεξε να μη σε οδηγήσει η οργή σε χαιρεκακία,*+

και μην παροδηγηθείς αν σου προσφερθεί κάτι μεγάλο ως δωροδοκία.

19 Θα σε σώσουν άραγε από τις στενοχώριες οι κραυγές σου για βοήθεια

ή οι έντονες προσπάθειές σου;+

20 Μη λαχταράς να έρθει η νύχτα,

όταν οι άνθρωποι εξαφανίζονται από τη θέση τους.

21 Πρόσεξε να μη στραφείς στην αδικοπραγία,

επιλέγοντας αυτήν αντί για την ταλαιπωρία.+

22 Ο Θεός είναι εξυψωμένος σε δύναμη·

ποιος εκπαιδευτής είναι όμοιός του;

23 Ποιος του έχει υποδείξει πώς να ενεργεί*+

ή του έχει πει: “Αυτό που έκανες είναι λάθος”;+

24 Να θυμάσαι να μεγαλύνεις τις ενέργειές του,+

για τις οποίες έχουν ψάλει οι άνθρωποι.+

25 Όλη η ανθρωπότητα τις έχει δει,

ο θνητός άνθρωπος κοιτάζει από απόσταση.

26 Ναι, ο Θεός είναι πιο μεγαλειώδης από όσο μπορούμε να μάθουμε·+

ο αριθμός των ετών του είναι ασύλληπτος.*+

27 Αυτός ανασύρει τις σταγόνες του νερού·+

συμπυκνώνονται και γίνονται βροχή από την ομίχλη του·

28 έπειτα τα σύννεφα χύνουν τη βροχή,+

τη ρίχνουν άφθονα πάνω στους ανθρώπους.

29 Μπορεί κανείς να κατανοήσει τα στρώματα των σύννεφων,

τις βροντές από τη σκηνή του;+

30 Δες πώς απλώνει την αστραπή* του+ από πάνω της

και καλύπτει τα βάθη* της θάλασσας.

31 Με αυτά συντηρεί τους λαούς·*

τους δίνει τροφή σε αφθονία.+

32 Μέσα στα χέρια του κρατάει την αστραπή

και την κατευθύνει στον στόχο της.+

33 Η βροντή του μιλάει για αυτόν,

ακόμη δε και τα ζωντανά λένε ποιος* πλησιάζει.

37 »Λόγω αυτών η καρδιά μου χτυπάει δυνατά

και αναπηδάει από τη θέση της.

 2 Ακούστε προσεκτικά τη φοβερή βοή της φωνής του

και τη βροντή που βγαίνει από το στόμα του.

 3 Την εξαπολύει κάτω από ολόκληρο τον ουρανό

και στέλνει την αστραπή του+ στα πέρατα της γης.

 4 Ύστερα ακολουθεί ένας εκκωφαντικός ήχος·

αυτός βροντάει με μεγαλειώδη φωνή+

και δεν συγκρατεί την αστραπή όταν ακούγεται η φωνή του.

 5 Ο Θεός βροντάει με τη φωνή του+ με θαυμαστό τρόπο·

κάνει μεγαλουργήματα ακατανόητα για εμάς.+

 6 Λέει στο χιόνι: “Σκέπασε τη γη”,+

και στη νεροποντή: “Πέσε με δύναμη”.+

 7 Ο Θεός σταματάει όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες*

ώστε να γνωρίσει το έργο Του κάθε θνητός άνθρωπος.

 8 Τα άγρια ζώα μπαίνουν στις φωλιές τους

και δεν βγαίνουν από τις κρυψώνες τους.

 9 Ο θυελλώδης άνεμος πνέει από τον θάλαμό του,+

και οι βοριάδες φέρνουν το κρύο.+

10 Από την πνοή του Θεού σχηματίζεται ο πάγος,+

και τα πλατιά νερά παγώνουν και γίνονται συμπαγή.+

11 Ναι, αυτός φορτώνει τα σύννεφα με υγρασία·

διασκορπίζει τις αστραπές του+ στα σύννεφα·

12 αυτά στριφογυρίζουν όπου τα κατευθύνει·

εκτελούν ό,τι τα προστάζει+ πάνω στην επιφάνεια της κατοικημένης γης.*

13 Είτε για τιμωρία*+ είτε για χάρη της γης

είτε για όσια αγάπη το κάνει αυτό να συμβεί.+

14 Άκου το αυτό, Ιώβ·

στάσου και εξέτασε προσεκτικά τα θαυμαστά έργα του Θεού.+

15 Ξέρεις πώς ελέγχει* τα σύννεφα ο Θεός

και πώς κάνει την αστραπή να λάμψει από το σύννεφό του;

16 Ξέρεις πώς αιωρούνται τα σύννεφα;+

Αυτά είναι τα θαυμαστά έργα του Τέλειου σε γνώση.+

17 Γιατί καίνε τα ρούχα σου

όταν δεν κινείται τίποτα στη γη εξαιτίας του νοτιά;+

18 Μπορείς να απλώσεις* μαζί του τους αιθέρες+

για να είναι συμπαγείς σαν μεταλλικός καθρέφτης;

19 Πες μας τι να του πούμε·

δεν μπορούμε να απαντήσουμε επειδή είμαστε στο σκοτάδι.

20 Πρέπει να του πει κάποιος ότι θέλω να μιλήσω;

Ή είπε κανείς κάτι που πρέπει να του διαβιβαστεί;+

21 Οι άνθρωποι δεν μπορούν καν να δουν το φως,*

παρότι λάμπει στον ουρανό,

ώσπου να περάσει ο άνεμος και να διώξει τα σύννεφα.

22 Από τον βορρά έρχεται χρυσή λαμπρότητα·

η μεγαλοσύνη+ του Θεού εμπνέει δέος.

23 Είναι αδύνατον να κατανοήσουμε τον Παντοδύναμο·+

αυτός είναι ασύγκριτος σε δύναμη+

και δεν παραβιάζει ποτέ την κρίση+ και την άφθονη δικαιοσύνη του.+

24 Επομένως, οι άνθρωποι πρέπει να τον φοβούνται.+

Αυτός δεν ευνοεί κανέναν από όσους νομίζουν ότι είναι σοφοί».*+

38 Τότε ο Ιεχωβά αποκρίθηκε στον Ιώβ μέσα από την ανεμοθύελλα:+

 2 «Ποιος είναι αυτός που συσκοτίζει τη βουλή μου

και μιλάει χωρίς γνώση;+

 3 Ετοιμάσου, σε παρακαλώ, σαν άντρας·

εγώ θα σε ρωτήσω και εσύ να με πληροφορήσεις.

 4 Πού ήσουν εσύ όταν εγώ θεμελίωσα τη γη;+

Πες μου, αν νομίζεις ότι καταλαβαίνεις.

 5 Ποιος καθόρισε τις διαστάσεις της, αν ξέρεις,

ή ποιος τη μέτρησε με σχοινί;

 6 Πού βυθίστηκαν τα στηρίγματά της

ή ποιος έθεσε την ακρογωνιαία πέτρα της,+

 7 όταν τα πρωινά άστρα+ κραύγαζαν μαζί χαρούμενα

και όλοι οι γιοι του Θεού*+ άρχισαν να επευφημούν;

 8 Ποιος έφραξε τη θάλασσα πίσω από πόρτες+

όταν ξεπήδησε από τη μήτρα,

 9 όταν την έντυσα με σύννεφα

και την τύλιξα* σε βαθύ σκοτάδι,

10 όταν της έθεσα όριο

και τοποθέτησα τις αμπάρες και τις πόρτες της,+

11 λέγοντας: “Ως εδώ θα φτάνεις και όχι παραπέρα·

εδώ θα σταματούν τα υπερήφανα κύματά σου”;+

12 Έδωσες ποτέ* διαταγές στο πρωί

ή έμαθες στην αυγή τη θέση της+

13 για να πιάσει τη γη από τις άκρες της

και να τινάξει από αυτήν τους πονηρούς;+

14 Η γη μετασχηματίζεται όπως ο πηλός κάτω από τη σφραγίδα

και τα χαρακτηριστικά της αναδεικνύονται όπως του ρούχου.

15 Αλλά το φως των πονηρών αφαιρείται,

και ο υψωμένος τους βραχίονας συντρίβεται.

16 Έχεις κατεβεί στις πηγές της θάλασσας

ή έχεις εξερευνήσει τα βαθιά νερά;+

17 Σου έχουν αποκαλυφτεί οι πύλες του θανάτου+

ή έχεις δει τις πύλες του βαθιού σκοταδιού;*+

18 Έχεις κατανοήσει πόσο μεγάλη είναι η γη;+

Πες μου, αν τα ξέρεις όλα αυτά.

19 Προς ποια κατεύθυνση είναι η κατοικία του φωτός;+

Και πού είναι ο τόπος του σκοταδιού

20 για να το πας στην περιοχή του

και να κατανοήσεις τους δρόμους για το σπίτι του;

21 Μήπως το ξέρεις αυτό επειδή είχες ήδη γεννηθεί

και ο αριθμός των ετών* σου είναι μεγάλος;

22 Έχεις μπει στις αποθήκες του χιονιού+

ή έχεις δει τις αποθήκες του χαλαζιού,+

23 τις οποίες έχω φυλάξει για τον καιρό της στενοχώριας,

για την ημέρα της μάχης και του πολέμου;+

24 Από ποια κατεύθυνση διαχέεται το φως,*

και από πού πνέει ο ανατολικός άνεμος στη γη;+

25 Ποιος έχει διανοίξει αγωγό για την πλημμύρα

και έχει φτιάξει δρόμο για το βροντερό σύννεφο της καταιγίδας,+

26 ώστε να βρέξει εκεί όπου δεν ζει κανένας,

στην ερημιά όπου δεν υπάρχουν άνθρωποι,+

27 ώστε να χορτάσει ρημαγμένους χερσότοπους

και να κάνει να φυτρώσει χορτάρι;+

28 Έχει πατέρα η βροχή;+

Ή ποιος έφερε σε ύπαρξη τις δροσοσταλιές;+

29 Από τίνος τη μήτρα πρόβαλε ο πάγος,

και ποιος γέννησε την πάχνη του ουρανού+

30 όταν τα νερά μοιάζουν να καλύπτονται από πέτρα

και η επιφάνεια των βαθιών νερών παγώνει και γίνεται συμπαγής;+

31 Μπορείς να δέσεις τα σχοινιά του αστερισμού Κιμάχ*

ή να λύσεις τους δεσμούς του αστερισμού Κεσίλ;*+

32 Μπορείς να κάνεις έναν αστερισμό* να φανεί στην εποχή του

ή να οδηγήσεις τον αστερισμό Ας* μαζί με τους γιους του;

33 Γνωρίζεις τους νόμους που διέπουν τους ουρανούς;+

Ή μπορείς να επιβάλεις την εξουσία τους* στη γη;

34 Μπορείς να υψώσεις τη φωνή σου προς τα σύννεφα

ώστε να σε καλύψουν καταρρακτώδη νερά;+

35 Μπορείς να εξαπολύσεις αστραπές;

Μήπως αυτές θα έρθουν και θα σου πουν: “Ορίστε!”;

36 Ποιος έβαλε σοφία μέσα στα σύννεφα*+

ή έδωσε κατανόηση στο ουράνιο φαινόμενο;*+

37 Ποιος είναι αρκετά σοφός ώστε να μετρήσει τα σύννεφα;

Ή ποιος μπορεί να αναποδογυρίσει τις στάμνες του ουρανού+

38 όταν το χώμα γίνεται μια μάζα

και οι σβόλοι της γης κολλούν μεταξύ τους;

39 Μπορείς να κυνηγήσεις λεία για το λιοντάρι

ή να χορτάσεις τα νεαρά λιοντάρια+

40 όταν κάθονται συσπειρωμένα στις φωλιές τους

ή ενεδρεύουν στις κρυψώνες τους;

41 Ποιος ετοιμάζει τροφή για το κοράκι+

όταν τα μικρά του κραυγάζουν προς τον Θεό για βοήθεια

και περιπλανιούνται επειδή δεν έχουν τίποτα να φάνε;

39 »Ξέρεις πότε γεννούν οι αίγες των βουνών;+

Έχεις δει τα ελάφια να γεννούν τα μικρά τους;+

 2 Μετράς τους μήνες που πρέπει να συμπληρώσουν;

Ξέρεις πότε έρχεται ο καιρός να γεννήσουν;

 3 Διπλώνονται στα δύο όταν γεννούν τα μικρά τους,

και οι πόνοι της γέννας τους τελειώνουν.

 4 Τα μικρά τους δυναμώνουν και αναπτύσσονται στην ύπαιθρο·

φεύγουν και δεν επιστρέφουν κοντά τους.

 5 Ποιος ελευθέρωσε το άγριο γαϊδούρι*+

και ποιος έλυσε τα σχοινιά του;

 6 Εγώ έκανα σπίτι του την έρημη πεδιάδα

και κατοικία του την αλμυρή γη.

 7 Χλευάζει τον θόρυβο της πόλης·

δεν ακούει τις φωνές του οδηγού του.

 8 Περιφέρεται στους λόφους ψάχνοντας βοσκή,

αναζητώντας κάθε χλωρό φυτό.

 9 Είναι πρόθυμος να σε υπηρετεί ο άγριος ταύρος;+

Θα διανυκτερεύσει στον στάβλο* σου;

10 Θα κρατήσεις τον άγριο ταύρο στο αυλάκι με σχοινί;

Θα σε ακολουθήσει για να οργώσει* την κοιλάδα;

11 Θα εμπιστευτείς τη μεγάλη του δύναμη

και θα τον αφήσεις να κάνει τη βαριά δουλειά σου;

12 Θα βασιστείς σε αυτόν για να μαζέψει τη σοδειά* σου;

Θα τη συνάξει στο αλώνι σου;

13 Η στρουθοκάμηλος φτεροκοπάει χαρούμενα,

αλλά συγκρίνονται τα φτερά και το φτέρωμά της με του πελαργού;+

14 Αφήνει τα αβγά της στο έδαφος

και τα κρατάει ζεστά μέσα στο χώμα.

15 Ξεχνάει ότι μπορεί να τα συντρίψει κάποιο πόδι

ή να τα πατήσει κάποιο άγριο ζώο.

16 Φέρεται σκληρά στους γιους της λες και δεν είναι δικοί της·+

δεν φοβάται μήπως πάει χαμένος ο κόπος της.

17 Διότι ο Θεός τής στέρησε* τη σοφία

και δεν της έδωσε μερίδιο στην κατανόηση.

18 Αλλά όταν ανασηκώνεται και χτυπάει τις φτερούγες της,

περιγελά το άλογο και τον αναβάτη του.

19 Εσύ δίνεις στο άλογο τη δύναμή του;+

Εσύ ντύνεις τον λαιμό του με πλούσια χαίτη που ανεμίζει;

20 Μπορείς να το κάνεις να πηδάει σαν ακρίδα;

Το μεγαλοπρεπές ρουθούνισμά του είναι τρομακτικό.+

21 Χτυπάει τα πόδια του στην κοιλάδα και αγάλλεται με ισχύ·+

ρίχνεται στη μάχη.*+

22 Περιγελά τον φόβο και είναι ατρόμητο.+

Δεν οπισθοχωρεί εξαιτίας του σπαθιού.

23 Η φαρέτρα κροταλίζει εναντίον του,

το δόρυ και το ακόντιο αστράφτουν.

24 Τρέμοντας από έξαψη, ορμάει εμπρός,*

δεν μπορεί να μείνει ακίνητο* όταν ηχεί το κέρας.

25 Μόλις σαλπίσει το κέρας, χλιμιντρίζει.

Μυρίζεται τη μάχη από μακριά

και ακούει τις φωνές των διοικητών και την πολεμική κραυγή.+

26 Μήπως χάρη στη δική σου κατανόηση πετάει ψηλά το γεράκι,

απλώνοντας τις φτερούγες του προς τον νότο;

27 Ή μήπως με τη δική σου προσταγή ανυψώνεται ο αετός+

και χτίζει ψηλά τη φωλιά του,+

28 διανυκτερεύοντας σε γκρεμό,

οχυρωμένος σε απότομο βράχο;*

29 Από εκεί ψάχνει για τροφή·+

τα μάτια του βλέπουν πέρα μακριά.

30 Τα μικρά του ρουφούν αίμα·

όπου υπάρχουν σκοτωμένοι, εκεί είναι και αυτός».+

40 Ο Ιεχωβά συνέχισε να απαντάει στον Ιώβ:

 2 «Είναι σωστό να φιλονικεί ένας επικριτής με τον Παντοδύναμο;+

Ας απαντήσει αυτός που θέλει να επιπλήξει τον Θεό».+

 3 Ο Ιώβ απάντησε στον Ιεχωβά:

 4 «Εγώ είμαι ασήμαντος.+

Τι μπορώ να σου αποκριθώ;

Βάζω το χέρι μου πάνω στο στόμα μου.+

 5 Μίλησα μία φορά, αλλά δεν θα απαντήσω ξανά·

δύο φορές, αλλά δεν θα πω τίποτα άλλο».

 6 Τότε ο Ιεχωβά αποκρίθηκε στον Ιώβ μέσα από την ανεμοθύελλα:+

 7 «Ετοιμάσου, σε παρακαλώ, σαν άντρας·

εγώ θα σε ρωτήσω και εσύ να με πληροφορήσεις.+

 8 Θα αμφισβητήσεις* τη δικαιοσύνη μου;

Θα με καταδικάσεις για να δικαιωθείς εσύ;+

 9 Έχεις βραχίονα ισχυρό σαν του αληθινού Θεού+

ή μήπως είναι η φωνή σου βροντερή όπως η δική του;+

10 Στολίσου, σε παρακαλώ, με δόξα και μεγαλοπρέπεια·

ντύσου με αξιοπρέπεια και λαμπρότητα.

11 Άφησε τον σφοδρό θυμό σου να ξεσπάσει·

κοίταξε όποιον είναι υπερόπτης και ρίξε τον χαμηλά.

12 Κοίταξε όποιον είναι υπερόπτης και ταπείνωσέ τον,

και ποδοπάτησε τους πονηρούς επί τόπου.

13 Κρύψε τους όλους στο χώμα·

δέσε τους* στο κρυφό μέρος.

14 Τότε ακόμη και εγώ θα αναγνώριζα*

ότι το δεξί σου χέρι μπορεί να σε σώσει.

15 Να λοιπόν ο Βεεμώθ,* τον οποίο έφτιαξα όπως έφτιαξα και εσένα.

Τρώει χορτάρι όπως ο ταύρος.

16 Κοίτα τη δύναμη των γοφών του

και την ισχύ των μυών της κοιλιάς του!

17 Κάνει την ουρά του αλύγιστη σαν τον κέδρο·

οι τένοντες των μηρών του είναι πλεγμένοι μεταξύ τους.

18 Τα κόκαλά του είναι χάλκινοι σωλήνες·

τα άκρα του σαν σφυρήλατες σιδερόβεργες.

19 Κατατάσσεται πρώτος* μεταξύ των έργων του Θεού·

μόνο ο Δημιουργός του μπορεί να τον πλησιάσει με το σπαθί Του.

20 Τα βουνά παράγουν τροφή για αυτόν,

εκεί που παίζουν όλα τα άγρια ζώα.

21 Ξαπλώνει κάτω από τους λωτούς,

στη λόχμη των καλαμιών του βάλτου.

22 Οι λωτοί ρίχνουν τη σκιά τους πάνω του

και οι λεύκες της κοιλάδας* τον περιβάλλουν.

23 Αν ο ποταμός είναι ορμητικός, αυτός δεν πανικοβάλλεται.

Έχει αυτοπεποίθηση, ακόμη και αν ο Ιορδάνης+ ορμήσει προς το στόμα του.

24 Μπορεί κανείς να τον πιάσει όταν κοιτάζει

ή να τρυπήσει τη μύτη του με αγκίστρι;*

41 »Μπορείς να πιάσεις τον Λεβιάθαν*+ με αγκίστρι

ή να κρατήσεις τη γλώσσα του κάτω με σχοινί;

 2 Μπορείς να περάσεις σχοινί* μέσα από τα ρουθούνια του

ή να τρυπήσεις τα σαγόνια του με αγκίστρι;*

 3 Μήπως θα αρχίσει τα παρακάλια

ή θα σου μιλήσει με πραότητα;

 4 Θα κάνει συμφωνία μαζί σου

για να τον κάνεις ισόβιο δούλο σου;

 5 Θα παίξεις μαζί του σαν να είναι πουλί;

Ή μήπως θα τον δέσεις με λουρί για να διασκεδάζουν τα κοριτσάκια σου;

 6 Θα τον ανταλλάξουν έμποροι;

Θα τον μοιράσουν μεταξύ τους;

 7 Θα γεμίσεις το δέρμα του καμάκια+

ή το κεφάλι του αλιευτικά κοντάρια;

 8 Αν βάλεις ποτέ το χέρι σου πάνω του,

θα θυμάσαι τη μάχη και δεν θα το ξανακάνεις ποτέ!

 9 Κάθε ελπίδα καθυπόταξής του είναι μάταιη.

Και μόνο που θα τον δεις, θα κατατρομάξεις.*

10 Κανείς δεν τολμάει να τον ξεσηκώσει.

Ποιος λοιπόν μπορεί να αντιταχθεί σε εμένα;+

11 Ποιος μου έδωσε κάτι πρώτος, ώστε να πρέπει να του ανταποδώσω;+

Οτιδήποτε υπάρχει κάτω από τους ουρανούς είναι δικό μου.+

12 Δεν θα σωπάσω σχετικά με τα άκρα του,

σχετικά με την κραταιότητα και το καλοσχηματισμένο σώμα του.

13 Ποιος αφαίρεσε το εξωτερικό του κάλυμμα;

Ποιος θα μπει στα ανοιχτά του σαγόνια;

14 Ποιος μπορεί να παραβιάσει τις πόρτες του στόματός του;*

Τα δόντια του ολόγυρα είναι τρομακτικά.

15 Η πλάτη του έχει σειρές από φολίδες*

σφραγισμένες σφιχτά μεταξύ τους.

16 Η καθεμιά εφαρμόζει τόσο καλά με την άλλη

ώστε δεν περνάει ούτε αέρας ανάμεσά τους.

17 Είναι κολλημένες η μια στην άλλη·

εφάπτονται μεταξύ τους και δεν μπορούν να χωριστούν.

18 Το φτάρνισμά του εκπέμπει φως

και τα μάτια του είναι σαν τις ακτίνες της αυγής.

19 Αστραπές ξεπηδούν από το στόμα του,

πύρινες σπίθες ξεφεύγουν από εκεί.

20 Καπνός ξεχύνεται από τα ρουθούνια του,

σαν καμίνι που καίει με βούρλα.

21 Η αναπνοή του ανάβει κάρβουνα,

και φλόγα πετιέται από το στόμα του.

22 Στον λαιμό του υπάρχει μεγάλη δύναμη,

και μπροστά του σκορπάει τον πανικό.

23 Οι πτυχές της σάρκας του είναι σφιχτά ενωμένες·

είναι στερεές σαν να έχουν χυτευτεί πάνω του και είναι αμετακίνητες.

24 Η καρδιά του είναι σκληρή σαν πέτρα,

ναι, σκληρή σαν την κάτω μυλόπετρα.

25 Όταν σηκώνεται, φοβούνται ακόμη και οι κραταιοί·

όταν χτυπιέται στα νερά, προκαλεί σάστισμα.

26 Κανένα σπαθί που τον αγγίζει δεν θα τον νικήσει·

ούτε δόρυ, σαΐτα ή αιχμή βέλους.+

27 Βλέπει το σίδερο σαν άχυρο,

τον χαλκό σαν σάπιο ξύλο.

28 Το βέλος δεν τον τρέπει σε φυγή·

οι πέτρες της σφεντόνας γίνονται καλαμιά εναντίον του.

29 Βλέπει το ρόπαλο σαν καλαμιά

και περιγελά τον ήχο του ακόντιου.

30 Από κάτω, μοιάζει με αιχμηρά θραύσματα αγγείου·

απλώνεται στη λάσπη σαν αλωνιστική σβάρνα.+

31 Κάνει τα βάθη να κοχλάζουν σαν τσουκάλι·

αναδεύει τη θάλασσα σαν να ήταν σκεύος μυροποιού.

32 Αφήνει πίσω του αστραφτερά απόνερα.

Θα νόμιζε κανείς ότι τα βάθη έχουν άσπρα μαλλιά.

33 Δεν υπάρχει τίποτα όμοιο με αυτόν στη γη,

ένα πλάσμα φτιαγμένο να είναι άφοβο.

34 Αγριοκοιτάζει καθετί το υπεροπτικό.

Είναι βασιλιάς όλων των μεγαλοπρεπών θηρίων».

42 Έπειτα ο Ιώβ αποκρίθηκε στον Ιεχωβά:

 2 «Τώρα ξέρω ότι μπορείς να κάνεις τα πάντα

και ότι τίποτα από όσα έχεις κατά νου δεν είναι αδύνατον για εσένα.+

 3 Είπες: “Ποιος είναι αυτός που συσκοτίζει τη βουλή μου χωρίς γνώση;”+

Μίλησα λοιπόν, αλλά χωρίς να κατανοώ,

για πράγματα υπερβολικά θαυμαστά για εμένα, τα οποία δεν γνωρίζω.+

 4 Είπες: “Άκουσε, σε παρακαλώ, και εγώ θα μιλήσω.

Εγώ θα σε ρωτήσω και εσύ να με πληροφορήσεις”.+

 5 Τα αφτιά μου είχαν ακούσει για εσένα,

αλλά τώρα σε βλέπω με τα ίδια μου τα μάτια.

 6 Γι’ αυτό παίρνω πίσω αυτά που είπα*+

και μετανοώ με χώμα και στάχτη».+

7 Αφού ο Ιεχωβά μίλησε στον Ιώβ, ο Ιεχωβά είπε στον Ελιφάς τον Θεμανίτη:

«Ο θυμός μου καίει ενάντια σε εσένα και στους δύο φίλους σου,+ γιατί δεν είπατε την αλήθεια σχετικά με εμένα,+ όπως ο υπηρέτης μου ο Ιώβ. 8 Τώρα πάρτε εφτά ταύρους και εφτά κριάρια και πηγαίνετε στον υπηρέτη μου τον Ιώβ και προσφέρετε ολοκαύτωμα για τον εαυτό σας. Και ο υπηρέτης μου ο Ιώβ θα προσευχηθεί για εσάς.+ Ασφαλώς εγώ θα δεχτώ το αίτημά του* και δεν θα σας φερθώ όπως θα σας άξιζε για την ανοησία σας, γιατί δεν είπατε την αλήθεια σχετικά με εμένα, όπως ο υπηρέτης μου ο Ιώβ».

9 Τότε ο Ελιφάς ο Θεμανίτης, ο Βιλδάδ ο Σαυχίτης και ο Σωφάρ ο Νααμαθίτης πήγαν και έκαναν ό,τι τους είχε πει ο Ιεχωβά. Και ο Ιεχωβά δέχτηκε την προσευχή του Ιώβ.

10 Αφού ο Ιώβ προσευχήθηκε για τους φίλους του,+ ο Ιεχωβά τερμάτισε την ταλαιπωρία του+ και του χάρισε ξανά ευημερία.* Ο Ιεχωβά τού έδωσε τα διπλάσια από ό,τι είχε προηγουμένως.+ 11 Όλοι οι αδελφοί του και οι αδελφές του και όλοι οι παλιοί φίλοι του+ ήρθαν και γευμάτισαν μαζί του στο σπίτι του. Συμμερίστηκαν τον πόνο του και τον παρηγόρησαν για όλη τη συμφορά που είχε επιτρέψει ο Ιεχωβά να έρθει πάνω του. Ο καθένας τού έδωσε ένα κομμάτι χρήματος και έναν χρυσό κρίκο.

12 Έτσι λοιπόν, ο Ιεχωβά ευλόγησε το τελευταίο μέρος της ζωής του Ιώβ περισσότερο από το αρχικό,+ και ο Ιώβ απέκτησε 14.000 πρόβατα, 6.000 καμήλες, 1.000 ζευγάρια βόδια και 1.000 θηλυκά γαϊδούρια.+ 13 Απέκτησε επίσης άλλους εφτά γιους και άλλες τρεις κόρες.+ 14 Την πρώτη κόρη την ονόμασε Ιεμιμά, τη δεύτερη Κεσιά και την τρίτη Κερέν-αππούχ. 15 Δεν υπήρχαν σε όλο τον τόπο ωραιότερες γυναίκες από τις κόρες του Ιώβ, και ο πατέρας τους έδωσε σε αυτές κληρονομιά μαζί με τους αδελφούς τους.

16 Έπειτα από αυτά, ο Ιώβ έζησε άλλα 140 χρόνια και είδε παιδιά και εγγόνια—τέσσερις γενιές. 17 Τελικά ο Ιώβ πέθανε, έχοντας ζήσει πολύχρονη και ικανοποιητική ζωή.*

Πιθανώς σημαίνει «αντικείμενο εχθρότητας».

Ή αλλιώς «άμεμπτος και ευθύς».

Κυριολεκτικά «500 ζευγάρια βόδια».

Κυριολεκτικά «θηλυκά γαϊδούρια».

Ή αλλιώς «στο σπίτι του την ημέρα που ήταν καθορισμένη για εκείνον».

Εβραϊκός ιδιωματισμός που αναφέρεται στους αγγελικούς γιους του Θεού.

Κυριολεκτικά «προσήλωσες την καρδιά σου στον».

Ή αλλιώς «άμεμπτος και ευθύς».

Ή αλλιώς «υπό τον έλεγχό σου».

Κυριολεκτικά «το πρόσωπο».

Ή πιθανώς «Κεραυνός».

Ή αλλιώς «ούτε καταλόγισε τίποτα απρεπές στον Θεό».

Εβραϊκός ιδιωματισμός που αναφέρεται στους αγγελικούς γιους του Θεού.

Κυριολεκτικά «προσήλωσες την καρδιά σου στον».

Ή αλλιώς «άμεμπτος και ευθύς».

Κυριολεκτικά «να τον καταπιώ».

Ή αλλιώς «ψυχής».

Ή αλλιώς «υπό τον έλεγχό σου».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Κυριολεκτικά «το πρόσωπο».

Ή αλλιώς «με τρομερά έλκη».

Ή αλλιώς «γνωστοί».

Κυριολεκτικά «να καταριέται την ημέρα του».

Ή αλλιώς «Σκοτάδι και σκιά θανάτου».

Θεωρείται ότι αναφέρεται στον κροκόδειλο ή σε άλλο μεγάλο και δυνατό υδρόβιο ζώο.

Ή πιθανώς «που έχτισαν για τον εαυτό τους έρημους τόπους».

Ή αλλιώς «πικραμένους στην ψυχή».

Κυριολεκτικά «αποκάμνεις».

Ή αλλιώς «σχεδιάζουν».

Ή αλλιώς «χαιτοφόρων νεαρών λιονταριών».

Ή αλλιώς «αγγελιοφόρους».

Κυριολεκτικά «τους αγίους».

Ή αλλιώς «θα έχουν διαθήκη (συμφωνία) μαζί σου».

Κυριολεκτικά «είναι η ειρήνη».

Ή αλλιώς «παρορμητικά, αστόχαστα».

Ή αλλιώς «Η ψυχή μου αρνείται».

Ή αλλιώς «ώστε να παρατείνω τη ζωή (την ψυχή) μου».

Ή αλλιώς «η ομάδα των Σαβαίων ταξιδιωτών».

Κυριολεκτικά «Να με απολυτρώσετε».

Ή αλλιώς «να εμπορευτείτε».

Προφανώς εδώ ο Ιώβ μιλάει στον Θεό.

Κυριολεκτικά «καλό».

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «πίκρα της ψυχής μου!»

Ή αλλιώς «η ψυχή μου θα προτιμούσε».

Κυριολεκτικά «τα κόκαλά μου».

Κυριολεκτικά «να προσηλώνεις την καρδιά σου».

Κυριολεκτικά «τους έστειλε στο χέρι της ανταρσίας τους».

Ή αλλιώς «θα εγειρόταν για χάρη σου».

Κυριολεκτικά «και δεν θα βγάλουν λόγια από την καρδιά τους;»

Κυριολεκτικά «Έτσι είναι οι δρόμοι όλων όσων».

Ή αλλιώς «αποστάτη».

Κυριολεκτικά «το σπίτι».

Ή αλλιώς «κοιτάζει ένα πέτρινο σπίτι».

Κυριολεκτικά «καταπιούν».

Ή αλλιώς «αφανίζεται η οδός του».

Ή αλλιώς «τους άμεμπτους».

Κυριολεκτικά «θα πιάσει από το χέρι».

Ή αλλιώς «να Τον πάει στο δικαστήριο».

Ή αλλιώς «απομακρύνει».

Πιθανώς είναι ο αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου.

Πιθανώς είναι ο αστερισμός του Ωρίωνα.

Πιθανώς είναι οι Πλειάδες στον αστερισμό του Ταύρου.

Κυριολεκτικά «τα εσωτερικά δωμάτια του νότου».

Πιθανώς πρόκειται για μεγάλο θαλάσσιο τέρας.

Ή πιθανώς «αντίδικό μου».

Κυριολεκτικά «θα με καλέσει;»

Ή αλλιώς «και αν είμαι αθώος».

Κυριολεκτικά «μη ευθύ».

Ή αλλιώς «και αν είμαι αθώος».

Ή αλλιώς «δεν ξέρω την ψυχή μου».

Ή αλλιώς «καταφρονώ· απαρνούμαι».

Ή αλλιώς «εκείνους που κρατούν ακεραιότητα».

Κυριολεκτικά «πρόσωπα».

Κυριολεκτικά «πονηρός».

Ή αλλιώς «ποτάσα».

Ή αλλιώς «κανένας μεσολαβητής».

Κυριολεκτικά «να θέσει το χέρι του πάνω και στους δυο μας».

Κυριολεκτικά «Αν απομάκρυνε το ραβδί του από πάνω μου».

Ή αλλιώς «Η ψυχή μου σιχαίνεται».

Ή αλλιώς «με πίκρα στην ψυχή μου!»

Κυριολεκτικά «μάτια σάρκας».

Ή αλλιώς «την πνοή· τη ζωή».

Κυριολεκτικά «Και αυτά τα πράγματα τα έκρυψες στην καρδιά σου».

Ή αλλιώς «να φτιάξει λίγο η διάθεσή μου».

Ή αλλιώς «του σκοταδιού και της σκιάς του θανάτου».

Ή αλλιώς «ο καυχησιολόγος;»

Ή αλλιώς «να βρεις το όριο του Παντοδυνάμου;»

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «όταν το άγριο γαϊδούρι γεννηθεί άνθρωπος».

Ή αλλιώς «η εκπνοή της ψυχής».

Κυριολεκτικά «οι άνθρωποι».

Κυριολεκτικά «καρδιά».

Ή αλλιώς «γλιστρούν».

Ή πιθανώς «μίλησε στη».

Ή αλλιώς «η ψυχή όσων ζουν».

Ή αλλιώς «η πνοή».

Κυριολεκτικά «ανθρώπινης σάρκας».

Κυριολεκτικά «ο ουρανίσκος».

Ή αλλιώς «γυμνώνει συμβούλους από τα πάντα».

Ή αλλιώς «πρεσβυτέρους».

Κυριολεκτικά «λύνει τη ζώνη των δυνατών».

Κυριολεκτικά «καρδιά».

Ή αλλιώς «Θα δείξετε προσωποληψία προς αυτόν;»

Ή αλλιώς «μνημειώδη».

Κυριολεκτικά «οι ομφαλοί των ασπίδων σας».

Κυριολεκτικά «Γιατί βαστώ τη σάρκα μου με τα δόντια μου;»

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «τις οδούς μου».

Ή αλλιώς «αποστάτης».

Ή πιθανώς «Αν κάποιος μπορεί, θα σωπάσω και θα πεθάνω».

Κυριολεκτικά «Μόνο δύο πράγματα μη μου κάνεις».

Κυριολεκτικά «Αυτός», εννοώντας πιθανώς τον Ιώβ.

Ή αλλιώς «χορτασμένος ταραχή».

Ή πιθανώς «και κόβεται».

Κυριολεκτικά «με».

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «η ψυχή του πενθεί».

Ή αλλιώς «με ανούσια γνώση».

Ή αλλιώς «Το σφάλμα σου εκπαιδεύει το στόμα σου».

Κυριολεκτικά «ψωμί».

Ή αλλιώς «να υπερισχύσει εναντίον του Παντοδυνάμου».

Κυριολεκτικά «τους χοντρούς ομφαλούς των ασπίδων του».

Δηλαδή κάθε ελπίδα ανάκαμψης.

Κυριολεκτικά «εκείνου».

Ή αλλιώς «αποστατών».

Ή αλλιώς «ανούσια».

Απευθύνεται στον Ελιφάς.

Ή αλλιώς «Αν ήταν η ψυχή σας στη θέση της ψυχής μου».

Ή αλλιώς «όσους συνάγονταν μαζί μου».

Ή αλλιώς «ισχύ μου». Κυριολεκτικά «το κέρας μου».

Ή αλλιώς «σκιά θανάτου».

Ή πιθανώς «κοιτάζουν ξάγρυπνα».

Κυριολεκτικά «παροιμία· ρητό».

Ή αλλιώς «αποστάτη».

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «τάφο».

Δηλαδή η ελπίδα μου.

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή πιθανώς «ακάθαρτους».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «θα τον κάνει να παραπατήσει».

Κυριολεκτικά «ο πρωτότοκος του θανάτου».

Ή αλλιώς «σε τρομερό θάνατο».

Κυριολεκτικά «Κάτι που δεν είναι δικό του».

Κυριολεκτικά «δεν θα έχει όνομα».

Ή αλλιώς «στον τόπο της παροίκησής του».

Ή αλλιώς «θα παροξύνετε την ψυχή μου». Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «προσβάλατε».

Ή αλλιώς «Οι συγγενείς μου».

Κυριολεκτικά «έγινα δυσωδία για τους».

Κυριολεκτικά «τους γιους της μήτρας μου», δηλαδή της μήτρας που με γέννησε (της μήτρας της μητέρας μου).

Κυριολεκτικά «και διασώζομαι με το δέρμα των δοντιών μου».

Κυριολεκτικά «και δεν χορταίνετε με τη σάρκα μου;»

Ή αλλιώς «εξαγοραστής».

Κυριολεκτικά «πάνω από το (στο) χώμα».

Ή αλλιώς «Τα νεφρά μου έπαψαν να λειτουργούν μέσα μου».

Κυριολεκτικά «πνεύμα από την κατανόησή μου».

Ή αλλιώς «η ανθρωπότητα· ο Αδάμ».

Ή αλλιώς «αποστάτη».

Δηλαδή το σφρίγος του.

Ή αλλιώς «χολή».

Κυριολεκτικά «γλώσσα».

Κυριολεκτικά «και δεν θα καταπιεί».

Κυριολεκτικά «εκείνος».

Κυριολεκτικά «εκείνου».

Κυριολεκτικά «δεν θα έχανε το πνεύμα μου την υπομονή του;»

Ή αλλιώς «γίνονται ισχυροί».

Ή αλλιώς «της φλογέρας».

Ή αλλιώς «μέσα σε μια στιγμή», δηλαδή πεθαίνοντας ακαριαία και ανώδυνα.

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «Η βουλή· Τα σχέδια».

Ή αλλιώς «κοπεί στη μέση».

Ή αλλιώς «οτιδήποτε».

Κυριολεκτικά «ο μυελός στα κόκαλά του είναι υγρός».

Ή αλλιώς «με πίκρα στην ψυχή».

Ή πιθανώς «να ενεργήσετε βίαια εναντίον μου».

Κυριολεκτικά «τα σημεία».

Ή αλλιώς «κοιλάδας του χειμάρρου».

Κυριολεκτικά «και θα σύρει πίσω του όλους τους ανθρώπους».

Ή αλλιώς «βρίσκει ευχαρίστηση».

Κυριολεκτικά «βγάζεις τα ρούχα των γυμνών».

Κυριολεκτικά «συνέτριψες τους βραχίονες παιδιών».

Ή αλλιώς «έβλαψες ορφανά».

Κυριολεκτικά «παγίδες πουλιών».

Ή αλλιώς «κύκλο».

Ή αλλιώς «των οποίων η ζωή διακόπηκε».

Κυριολεκτικά «ποταμό».

Ή αλλιώς «τα ψήγματα χρυσού».

Ή αλλιώς «κοιλάδες των χειμάρρων».

Ή αλλιώς «τα ψήγματα χρυσού».

Ή αλλιώς «αυτόν που έχει χαμηλωμένα μάτια».

Ή αλλιώς «το παράπονό μου είναι στασιαστικό».

Ή αλλιώς «είχε οριστεί για εμένα».

Ή αλλιώς «η ψυχή του θέλει».

Ή αλλιώς «έχει οριστεί».

Δηλαδή την ημέρα κρίσης του.

Ή αλλιώς «ως ενέχυρο».

Ή πιθανώς «να θερίζουν ζωοτροφή στον αγρό».

Ή πιθανώς «βγάζουν λάδι ανάμεσα στις αναβαθμίδες».

Ή αλλιώς «οι ψυχές των τραυματισμένων».

Ή πιθανώς «ο Θεός δεν καταλογίζει σε κανέναν σφάλμα».

Κυριολεκτικά «μπαίνουν σκάβοντας».

Κυριολεκτικά «Αυτός είναι ταχύς πάνω στην επιφάνεια των νερών».

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Κυριολεκτικά «Η μήτρα».

Κυριολεκτικά «Εκείνος».

Κυριολεκτικά «Εκείνος».

Κυριολεκτικά «στις οδούς τους».

Κυριολεκτικά «στα ύψη του».

Ή αλλιώς «αγνός».

Ή αλλιώς «άφθονα».

Ή αλλιώς «κοινή λογική».

Κυριολεκτικά «και τίνος η πνοή (το πνεύμα) βγήκε από μέσα σου;»

Ή αλλιώς «Σιεόλ». Πρόκειται για τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους. Βλέπε Γλωσσάριο.

Κυριολεκτικά «σε εκείνον».

Ή αλλιώς «και ο Αβαδδών».

Κυριολεκτικά «τον βορρά».

Κυριολεκτικά «την κενότητα».

Κυριολεκτικά «έναν κύκλο».

Κυριολεκτικά «τη Ραάβ».

Ή αλλιώς «τον άνεμό του».

Ή αλλιώς «το φίδι που γλιστράει».

Κυριολεκτικά «οι άκρες των οδών του».

Κυριολεκτικά «παροιμία».

Ή αλλιώς «πίκρανε την ψυχή μου».

Ή αλλιώς «δεν θα απομακρύνω από εμένα· θα διατηρήσω».

Ή αλλιώς «δεν θα με χλευάσει».

Ή αλλιώς «καμιά από τις ημέρες μου».

Ή αλλιώς «αποστάτης».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή πιθανώς «με το χέρι».

Ή πιθανώς «Χειροκροτούν σε βάρος του και σφυρίζουν σε βάρος του από τον τόπο τους».

Κυριολεκτικά «χύνεται».

Κυριολεκτικά «πέτρα».

Προφανώς αναφέρεται σε μεταλλευτικές εργασίες.

Ή αλλιώς «καθαρό».

Κυριολεκτικά «το βάρος».

Κυριολεκτικά «παροιμία».

Κυριολεκτικά «στις ημέρες της ακμής».

Ή αλλιώς «οι υπηρέτες».

Κυριολεκτικά «κρύβονταν».

Ή αλλιώς «αμάνικο πανωφόρι».

Κυριολεκτικά «στη φωλιά».

Κυριολεκτικά «έσταζαν».

Ή πιθανώς «δεν σκοτείνιαζαν το φως του προσώπου μου».

Ή αλλιώς «απόκρημνες κοιλάδες χειμάρρων».

Κυριολεκτικά «εκδιώχθηκαν με το μαστίγιο».

Κυριολεκτικά «παροιμία· ρητό».

Κυριολεκτικά «χαλάρωσε τη χορδή του τόξου μου».

Ή αλλιώς «βγάζουν το χαλινάρι».

Ή πιθανώς «χωρίς κανείς να τους βοηθάει».

Ή αλλιώς «ψυχή».

Κυριολεκτικά «Τα κόκαλά μου διατρυπούνται».

Ή πιθανώς «Η σφοδρότητα της ταλαιπωρίας μου με παραμορφώνει».

Ή πιθανώς «με διαλύεις με πάταγο».

Κυριολεκτικά «σωρό ερειπίων».

Ή αλλιώς «που περνούν άσχημη ημέρα;»

Ή αλλιώς «Δεν λυπήθηκε η ψυχή μου».

Ή πιθανώς «τον πυρετό».

Ή αλλιώς «η φλογέρα».

Ή πιθανώς «με ανθρώπους αναλήθειας;»

Ή αλλιώς «οι απόγονοί μου να ξεριζωθούν».

Κυριολεκτικά «να γονατίσουν άλλοι άντρες από πάνω της».

Κυριολεκτικά «θα κατέτρωγε μέχρι καταστροφής».

Ή αλλιώς «ξεριζώνοντας».

Ή αλλιώς «δικαστική υπόθεση».

Κυριολεκτικά «εγερθεί;»

Κυριολεκτικά «στη μήτρα».

Κυριολεκτικά «να σβήσουν».

Κυριολεκτικά «εκείνος».

Κυριολεκτικά «εκείνη».

Κυριολεκτικά «από τη μήτρα της μητέρας μου».

Κυριολεκτικά «η οσφύς του».

Ή πιθανώς «όταν έβλεπα ότι είχα υποστήριξη στην πύλη της πόλης».

Ή αλλιώς «η ωμοπλάτη μου».

Ή αλλιώς «από την άρθρωση· από την κορυφή του βραχίονα».

Κυριολεκτικά «το φως».

Ή αλλιώς «ζητώντας με κατάρα την ψυχή του».

Κυριολεκτικά «το κρέας».

Ή αλλιώς «Να η υπογραφή μου».

Ή αλλιώς «την ψυχή των ιδιοκτητών της να απελπιστεί».

Ή αλλιώς «γιατί ήταν δίκαιος στα μάτια του».

Ή αλλιώς «η ψυχή του».

Κυριολεκτικά «μικρός σε ημέρες».

Κυριολεκτικά «οι ημέρες».

Ή αλλιώς «Οι πολλές ημέρες από μόνες τους δεν κάνουν».

Ή αλλιώς «να ελέγξει τον Ιώβ».

Ή αλλιώς «θα προσδώσω τιμητικό τίτλο σε».

Κυριολεκτικά «η γλώσσα μου με τον ουρανίσκο μου».

Κυριολεκτικά «ευθύτητα».

Κυριολεκτικά «σφραγίζει».

Ή αλλιώς «τη ζωή».

Ή αλλιώς «τάφο».

Ή αλλιώς «από όπλο (βέλος)».

Κυριολεκτικά «η ζωή του σιχαίνεται το ψωμί».

Ή αλλιώς «η ψυχή του απορρίπτει».

Ή αλλιώς «γυμνώνονται».

Ή αλλιώς «ζωή».

Ή αλλιώς «τάφο».

Ή αλλιώς «άγγελος».

Ή αλλιώς «τάφο».

Ή αλλιώς «πιο υγιής».

Κυριολεκτικά «θα ψάλλει».

Ή πιθανώς «και δεν με ωφέλησε».

Ή αλλιώς «τη ζωή».

Ή αλλιώς «τάφο».

Ή αλλιώς «να φέρει πίσω την ψυχή του».

Ή αλλιώς «τάφο».

Κυριολεκτικά «ο ουρανίσκος».

Κυριολεκτικά «καρδιά».

Ή αλλιώς «όλης της κατοικημένης γης».

Κυριολεκτικά «καρδιά».

Κυριολεκτικά «κάθε σάρκα».

Ή αλλιώς «τους ευγενείς σε σχέση με τους ασήμαντους».

Ή αλλιώς «αποστάτης».

Κυριολεκτικά «καρδιά».

Ή πιθανώς «Πατέρα μου, ας δοκιμαστεί ο Ιώβ».

Πιθανότατα αναφέρεται στον Θεό.

Κυριολεκτικά «τον βραχίονα».

Ή αλλιώς «ένα ψέμα».

Ή αλλιώς «είναι μεγάλος σε δύναμη καρδιάς».

Ή πιθανώς «ενθρονίζει βασιλιάδες».

Ή αλλιώς «από όπλο (βέλος)».

Ή αλλιώς «αποστατική».

Ή αλλιώς «Η ψυχή τους πεθαίνει».

Ή πιθανώς «τελειώνοντας».

Κυριολεκτικά «Εκείνος».

Ή αλλιώς «χαιρέκακο χειροκρότημα».

Ή πιθανώς «έχει επικρίνει τις ενέργειές του· του έχει ζητήσει τον λόγο για τις ενέργειές του».

Ή αλλιώς «ανεξερεύνητος».

Κυριολεκτικά «το φως».

Κυριολεκτικά «τις ρίζες».

Ή πιθανώς «υπερασπίζει την υπόθεση των λαών».

Ή πιθανώς «τι».

Κυριολεκτικά «βάζει σφραγίδα στο χέρι κάθε ανθρώπου».

Ή αλλιώς «των παραγωγικών εδαφών της γης».

Κυριολεκτικά «ραβδί».

Ή αλλιώς «προστάζει».

Ή αλλιώς «να σφυρηλατήσεις».

Δηλαδή του ήλιου.

Κυριολεκτικά «όσους είναι σοφοί στην καρδιά».

Εβραϊκός ιδιωματισμός που αναφέρεται στους αγγελικούς γιους του Θεού.

Ή αλλιώς «τη σπαργάνωσα».

Κυριολεκτικά «στις ημέρες σου».

Ή αλλιώς «της σκιάς του θανάτου».

Κυριολεκτικά «ημερών».

Ή πιθανώς «η αστραπή».

Πιθανώς είναι οι Πλειάδες στον αστερισμό του Ταύρου.

Πιθανώς είναι ο αστερισμός του Ωρίωνα.

Κυριολεκτικά «τον Μαζαρώθ». Στο εδ. 2Βα 23:5, ο συγγενής όρος στον πληθυντικό αναφέρεται στους αστερισμούς του ζωδιακού κύκλου.

Πιθανώς είναι ο αστερισμός της Μεγάλης Άρκτου.

Ή πιθανώς «Εκείνου».

Ή πιθανώς «μέσα στον άνθρωπο».

Ή πιθανώς «στη διάνοια».

Ή αλλιώς «τον όναγρο».

Ή αλλιώς «στη φάτνη».

Ή αλλιώς «να σβαρνίσει».

Κυριολεκτικά «τον σπόρο».

Κυριολεκτικά «την έκανε να ξεχάσει».

Κυριολεκτικά «βγαίνει να αντιμετωπίσει τα όπλα».

Κυριολεκτικά «καταπίνει το έδαφος (τη γη)».

Ή πιθανώς «δεν το πιστεύει».

Κυριολεκτικά «στο δόντι του βράχου».

Ή αλλιώς «Θα ακυρώσεις».

Κυριολεκτικά «τα πρόσωπά τους».

Ή αλλιώς «θα σε επαινούσα».

Πιθανώς πρόκειται για τον ιπποπόταμο.

Κυριολεκτικά «Είναι η αρχή».

Ή αλλιώς «κοιλάδας του χειμάρρου».

Κυριολεκτικά «παγίδα».

Πιθανώς πρόκειται για τον κροκόδειλο.

Κυριολεκτικά «βούρλο».

Κυριολεκτικά «αγκάθι».

Ή αλλιώς «θα πέσεις κάτω».

Κυριολεκτικά «προσώπου του».

Ή πιθανώς «Το καμάρι του είναι οι σειρές από φολίδες που έχει».

Ή αλλιώς «ανακαλώ».

Κυριολεκτικά «Ασφαλώς εγώ θα υψώσω το πρόσωπό του».

Κυριολεκτικά «ο Ιεχωβά αντέστρεψε την αιχμαλωσία του Ιώβ».

Κυριολεκτικά «γέρος και πλήρης ημερών».

    Εκδόσεις Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας (2008–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική Νοηματική Γλώσσα
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση