Πρόοδος του Έργου Μαρτυρίας από Μικρές Αρχές στη Δομινικανή Δημοκρατία
(Από το Βιβλίον του Έτους 1972)
Μια χώρα πλούσια σε φυσικούς πόρους όπως είναι ο χρυσός, ο σίδηρος, ο βωξίτης, το μάρμαρο και το κεχριμπάρι· μια καλώς ποτιζομένη χώρα που μπορεί να συντηρήση τον πληθυσμό της με τα γεωργικά προϊόντα της· μια χώρα που ποικίλλει σε κλίμα από τη θερμή, υγρή παραλιακή περιφέρεια στην αναψυκτική δροσερότητα των βουνών· αυτή είναι η Δομινικανή Δημοκρατία. Το εμβαδόν της από 19.129 τετραγωνικά μίλια αποτελεί τα δύο τρίτα της δευτέρας σε μέγεθος νήσου της συστάδος των Αντιλλών.
Οι πρώτοι γνωστοί κάτοικοι, Ινδοί κυνηγοί, ψαράδες, γεωργοί, προ πολλού εξηφανίσθησαν από τη σκηνή, θύματα της απληστίας, της σκληρότητος και του θρησκευτικού φανατισμού των Καθολικών κατακτητών από την Ισπανία. Οι βαρβαρότητες, τα μίση, οι ζηλοτυπίες και η παραβίασις κάθε Χριστιανικής αρχής, τα οποία επέφεραν την εξάλειψι των Ινδών, και τα οποία επέζησαν επί μακρόν μεταξύ ενός λαού ο οποίος εκρατήθη σε άγνοια από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, απεμάκρυναν κάθε ευκαιρία προς απόκτησιν γνώσεως από τον Λόγον του Θεού, την Αγία Γραφή. Επί τετρακόσια και πλέον έτη η ιστορία της χώρας υπήρξε μια διαδοχή ραδιουργιών, επαναστάσεων και πολέμων. Ακόμη και μέχρι τελευταίως λίγη βελτίωσι μπορούσε κανείς να παρατηρήση. Στην περίοδο μεταξύ του 1844 και 1916, παραδείγματος χάριν, συνέβησαν πενηνταέξη εμφύλιοι πόλεμοι. «Για να τηρήση εγχώριο ησυχία» έλαβε χώραν μια Αμερικανική επέμβασις το 1916 η οποία διήρκεσε μέχρι το 1924. Κατόπιν επηκολούθησαν έξη έτη συγχύσεως από τη γνωστή «τρίτη δημοκρατία,» και έπειτα η μακρά περίοδος της δικτατορίας που ονομάσθηκε «η Εποχή του Τρουχίλιο.»
Η επιρροή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας πάντοτε ήταν ισχυρά. Ως το 1950 η χώρα, καθώς έλεγαν, ήταν 98 τοις εκατό Καθολική. Μέλη θρησκευτικών ταγμάτων υπηρέτησαν ως κυβερνήται. Επίσκοποι και κατώτεροι κληρικοί ανεμίχθησαν σε κάθε σχεδόν πολιτικό κίνημα. Για τον Επίσκοπο Μερίνιο, που απελάθη για στασιαστικές ενέργειες και κατόπιν επέστρεψε και έγινε πρόεδρος της δημοκρατίας, ο παρών πρόεδρος, Ιωακείμ Μπαλαγκέ, έγραψε ότι ‘δεν εδίσταζε να πνίξη στο αίμα τους στασιαστάς καθώς ακριβώς και οι της Ιεράς Εξετάσεως δεν εδίσταζαν να οδηγήσουν υποψιαζομένους αιρετικούς στο μαρτύριο.’ Αργότερα τον έκαμαν αρχιεπίσκοπο.
Ο Τρουχιλισμός, απόλυτος προσωπικός δεσποτισμός, επεβλήθη επί του λαού την 16ην Αυγούστου 1930. Επί τριάντα έτη ο Ρ. Λ. Τρουχίλιο έμελλε να κρατήση το έθνος στη σιδηρά του λαβή. Ό, τι άρεσε στον Τρουχίλιο ευδοκιμούσε. Ό, τι αυτός απεχθάνετο έπρεπε να εξαλειφθή. Ήταν Καθολικός, και έτσι τον περισσότερο καιρό του καθεστώτος του η Εκκλησία είχε την εύνοιά του, ελάμβανε προνόμια στα σχολεία, πολιτικές θέσεις, διοίκησι των ιδρυμάτων. Οι στενοί δεσμοί της Εκκλησίας με τον δικτάτορα και η άκαρδη αμέλειά της για την αθλία κατάστασι των πολιτών εν γένει άνοιξε τα μάτια πολλών. Π.χ., μερικοί Ιερείς είπαν στον λαό ότι ο μεγάλος τυφών του 1930 που αφήκε 4.000 νεκρούς και 20.000 τραυματίες ήταν τιμωρία από τον Θεό γιατί δεν πήγαιναν στην εκκλησία και δεν συνεισέφεραν αρκετά. Ένας επιζήσας, που έχασε μια αδελφή, ένα ανεψιό, μια ερωμένη, και είδε εννέα μέλη της οικογενείας του να τραυματίζωνται σοβαρά, και αυτός μόνος επέζησε γιατί ήταν σε ένα άλλο χωριό διασκεδάζοντας με τους φίλους του, διεκήρυξε: «Άρχισα να μισώ τον Θεό αυτό ο οποίος δολοφονεί έτσι ανθρώπους και ενδιαφέρεται για το χρήμα, ένα Θεό ο οποίος καταστρέφει ολόκληρη οικογένεια και αφήνει αβλαβή ένα αναίσχυντο μέθυσο. Έβαλα φωτιά στην αυλή του καταστραφέντος σπιτιού μου και έκαψα τις εικόνες που ήσαν στον τοίχο του δωματίου της νεκράς αδελφής μου.»
Οι πρώτοι ιεραπόστολοι έφθασαν την 1 Απριλίου του 1945. Με την παρέλευσι των ετών άλλοι ιεραπόστολοι κατέφθασαν. Για να δοθή στους αδελφούς καλύτερα επαφή με την οργάνωσι και να είναι σε αρμονία με τις θεοκρατικές διευθετήσεις σε άλλα μέρη, έγινε έναρξις του έργου περιοχής το 1950. Ο Αδ. Στόλφι απεστάλη ως υπηρέτης περιοχής για να επισκεφθή οκτώ εκκλησίες και μερικούς απομεμονωμένους ομίλους. Ένας τέτοιος όμιλος ήταν κοντά στο Σαντιάγκο. Για να φθάσουν εκεί οι Στόλφις πήραν ένα λεωφορείο μέχρι του τέρματος του δρόμου, κατόπιν πεζή ως ένα ορεινό ρεύμα που μπορούσαν να το διαβούν μόνο εφ’ ίππου. Ακόμη και τότε έπρεπε κανείς να προσέχη καλά να μη πέση και παρασυρθή από το ταχύ ρεύμα. Όταν το πέρασαν, συνέχισαν τον δρόμο τους και έφθασαν σ’ ένα μικρό χωριό όπου τους περίμεναν κάπου πενήντα άτομα. Οι άνθρωποι αυτοί υλικώς ήσαν πτωχοί. Τα σπίτια τους ήσαν τέσσερες τοίχοι και μια αχυρένια στέγη, δεν είχαν πάτωμα και λίγα έπιπλα αν υπήρχαν καθόλου, αλλ’ εκείνο που τους έλλειπε υλικώς το ανεπλήρουν πνευματικώς.
Όπου επήγαινε το ζεύγος Στόλφι παρακολουθόνταν από κατασκόπους. Αυτό αλήθευε για τους περισσοτέρους αδελφούς καθ’ όλην την ‘περίοδο του Τρουχίλιο.’ Έλεγαν ότι ‘υπήρχαν κατάσκοποι ν’ ακολουθούν τους κατασκόπους οι οποίοι ακολουθούσαν τους κατασκόπους.’
Ο Κος Ε. Μοντάς, ένας φαρμακοποιός, οδοντοϊατρός και μέλος της Κεντρικής Κατευθυντηρίου Επιτροπής και Ταμίας του Δομινικανού Κόμματος, του μόνου πολιτικού κόμματος, σε μια πολιτική συνάθροισι αηδίασε και απογοητεύθηκε και έφυγε. Πήγε στο σπίτι ενός φίλου του. Επάνω στο τραπέζι παρετήρησε ένα αντίτυπο του Ρήντερς Ντάιτζεστ που περιείχε το άρθρο Ξένοι Πράκτορες του Ιεχωβά που περιέγραφε τη συνέλευσι του Κλήβελαντ. Ο Μοντάς αυτός λέγει: «Το διάβασα και είπα στον εαυτό μου, ‘Αυτή είναι η θρησκεία που ζητώ.’» Πήγε σε μια συνάθροισι, προμηθεύθηκε βιβλία και περιοδικά και διάβαζε ως τα ξημερώματα. Έκαμε άλλη μια επίσκεψι στην Αίθουσα της Βασιλείας ζητώντας μια συμμελέτη επί της Γραφής. Αυτό ήταν τον Απρίλιο του 1947, και την 5 Οκτωβρίου του 1947 βαπτίσθηκε.