Βάπτισμα—Με Κατάδυσι ή με Ράντισμα;
Ολίγη ιστορία ρίχνει σημαντικό φως στην προέλευσι και τη σημασία της σπουδαίας αυτής Χριστιανικής τελετής.
ΧΙΛΙΑΔΕΣ περιηγηταί περιδιαβάζουν χωρίς καν να σκεφθούν κάπως βαθύτερα γι’ αυτό που βλέπουν. Ποτέ δεν διερωτώνται για την αλλαγή που έχει γίνει ή κι αν το πράττουν, σπάνια βρίσκουν την απάντησι στο ερώτημά των.
Τη σκηνή αυτή θα μπορούσε να την δη κανείς σχεδόν σε κάθε πραγματικά παλαιά Καθολική εκκλησία, αλλ’ ας την δούμε στην εκκλησία της Φλωρεντίας (Ιταλίας) ως ένα παράδειγμα. Χιλιάδες επισκέπται περιέρχονται την Πιάτσα ντελ Ντουόμο στο κέντρον της πόλεως. Παρατηρούν ένα μεγαλοπρεπές λευκοπράσινο μαρμάρινο κτίριο που βρίσκεται εκεί, σε βάθος 82 ποδών (25 μέτρων). Γνωρίζουν ότι είναι ένα βαπτιστήριο, σπάνια, όμως, διερωτώνται γιατί εχρειάσθη ένα τόσο μεγάλο κτίριο.
Προχωρούν στην Πίζα, σε απόστασι πενήντα μιλίων περίπου. Εκεί στην πλατεία, όπου βρίσκουν και τον καθεδρικό ναό και τον φημισμένο κεκλιμένο πύργο, υπάρχει άλλο ένα βαπτιστήριο, διαμέτρου 115 ποδών (35 μέτρων). Αλλ οι επισκέπται συνεχίζουν τον περίπατό τους, σπάνια σκεπτόμενοι την αλλαγή που έπρεπε να γίνη στον τρόπο του βαπτίσματος από τότε που έγιναν τα σχέδια των κτιρίων αυτών.
Όταν έβλεπα ένα παρόμοιο βαπτιστήριο στο Πουατιέ, περίπου 200 μίλια νοτιοδυτικά των Παρισίων, πραγματικά μου εκίνησε την περιέργεια αυτή η διαφορά. Η κολυμβήθρα εκεί έχει διάμετρο έξη περίπου ποδών. Πιο κάτω προς νότον στη Μασσαλία, στον πρώην καθεδρικό ναό ντε λα Μαζόρ, το βαπτιστήριο είχε έκτασι πάνω από οκτώ πόδια. Οπουδήποτε κι αν στρέφετε τα βλέμματα, είτε στο περίφημο μέγαρο του Λατερανού στη Ρώμη, είτε στα ερείπια της Τιπάζα, εβδομήντα χιλιόμετρα δυτικώς τον Αλγερίου στη Βόρειο Αφρική, είτε σε μικροπόλεις της βορείου Ιταλίας, όπως είναι η Αλμπέγκα, το Γκράντο, η Πάρμα, η Πιστόγια, το Τορσέλλο ή η Βολτέρρα, είτε σε άλλα μέρη όπου υπάρχουν αρχαιότατες εκκλησίες, θα βρήτε τα ειδικά αυτά βαπτιστήρια. Μερικά απ’ αυτά έχουν ακόμη τις μεγάλες κολυμβήθρες (τις οποίες οι Γάλλοι ονομάζουν «πισίνες»—την ίδια λέξι χρησιμοποιούν και για ιχθυοτροφεία και κολυμβητήρια!) υπάρχουν λείψανα των καιρών οπότε ο τρόπος του βαπτίσματος ήταν πολύ διαφορετικός απ’ ό,τι είναι σήμερα.
Αν είσθε μια ερευνητική διάνοια, θα απορήσετε γιατί έγινε αυτή η αλλαγή.
Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ
Μολονότι η Γραφή δείχνει ότι οι άνθρωποι εβαπτίζοντο και προ του Ιησού Χριστού, το πρώτο Χριστιανικό βάπτισμα προφανώς ήταν το βάπτισμα του Χριστού. Ο Ιωάννης ο βαπτιστής εβάπτιζε τον λαό στον Ιορδάνη Ποταμό το έτος 29 της (Χριστιανικής) εποχής μας. Ετελούσε, όπως το διατυπώνει ο αξιόπιστος ιστορικός, «βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» Τους προετοίμαζε για τον Μεσσία, του οποίου η θυσία θα επέφερε πραγματικά την άφεσι των αμαρτιών των.—Μάρκ. 1:4· Εβρ. 9:22.
Στο καθένα απ’ αυτά τα βαπτίσματα εχρησιμοποιείτο πολύ νερό. Κανείς δεν ερραντίζετο απλώς. Ούτε κι ο Ιησούς εβαπτίσθη είτε με επίχυσιν (έκχυσι στην κεφαλή) είτε με ράντισμα. Ο Ματθαίος λέγει: «Ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος.» Ο Μάρκος, επίσης, ομιλεί για τον Ιησούν ότι «ανέβαινεν από του ύδατος.» Ο Ιησούς είχε καταδυθή σ’ αυτό, πραγματικά εβαπτίσθη στον Ιορδάνη Ποταμό.—Ματθ. 3:16· Μάρκ. 1:10.
Μεγάλη ποσότης νερού απητείτο για τη βάπτισι, δηλαδή τη βύθισι κάτω από την επιφάνεια του νερού εκείνων που εβαπτίζοντο. Έτσι, αναγινώσκετε στις Ιερές Γραφές: «Ήτο δε και ο Ιωάννης βαπτίζων εν Αινών πλησίον του Σαλείμ, διότι ήσαν εκεί ύδατα πολλά.» Επίσης, ο Αιθίοψ ευνούχος, όταν προσηλυτίσθη, είπε: «Ιδού ύδωρ· τι με εμποδίζει να βαπτισθώ;» Όχι απλώς μια μικρή λεκάνη, αλλά μια μεγάλη ποσότης ύδατος εχρειάζετο, διότι αυτά τα βαπτίσματα εγίνοντο όλα με ολοκληρωτική βύθισι. (Ιωάν. 3:22, 23· Πράξ. 8:36) Αυτό το γεγονός πιστοποιείται, όχι μόνο από την Αγία Γραφή, αλλά κι από τους κοσμικούς και θρησκευτικούς ιστορικούς—ακόμη κι από τους ιστορικούς των θρησκειών που δεν κάνουν πια βάπτισμα με κατάδυσι!
ΤΙ ΛΕΓΟΥΝ ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ
Η Εγκυκλοπαιδεία Λαρούς του 2000 Αιώνος, που είναι πασίγνωστη στη Γαλλία, λέγει: «Οι πρώτοι Χριστιανοί τελούσαν το βάπτισμα με κατάδυσι οπουδήποτε ευρίσκετο νερό.»a Το προγενέστερο του παρόντος Λαρούς, το μεγαλύτερο Μέγα Παγκόσμιον Λεξικόν του 19ου Αιώνος, έγραψε, επί εκατό σχεδόν χρόνια: «Βάπτισμα με κατάδυσι, Βάπτισμα γινόμενον με καταβύθισι του κατηχουμένου στο νερό. Στους πρώτους αιώνες της εκκλησίας εγίνετο ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΜΕ ΚΑΤΑΔΥΣΙ.»b Το Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Κιγιέ προσθέτει: «Οι αρχαιότερες κολυμβήθρες συνίστανται από μια λεκάνη αρκετά μεγάλη, ώστε οι ενήλικοι να μπορούν να βυθίζωνται σ’ αυτή· διότι στην πρώτη περίοδο της Εκκλησίας το βάπτισμα εγίνετο με κατάδυσι.»c
Το βιβλίο Λε Μπατέμ ντεζ Αντούλτ, που εγράφη με Εκκλησιαστική έγκρισι από τον Ρομπέρ Λεσάζ ως οδηγός για να νέα μέλη, λέγει στη σελίδα 18: «Πραγματικά με κατάδυσι εγίνετο το βάπτισμα στη διάρκεια των πρώτων αιώνων της εκκλησίας.»
Ο Καθολικός ηγούμενος Ζουλ Κορμπλέ, επίτιμος «Κανονικός» λειτουργός της Αμιένης, Ακαδημαϊκός και διευθυντής του περιοδικού Ρεβύ ντε λ’ Αρ Κρετιέν, έγραψε δύο τόμους περί βαπτίσματος υπό τον τίτλον «Δογματική, Λειτουργική και Αρχαιολογική Ιστορία του Μυστηρίου του Βαπτίσματος.» Ο δεύτερος τόμος του αρχίζει με την εξής παράγραφο:
«Το παράδειγμα του Κυρίου Ημών που εβαπτίσθη στον Ιορδάνη θα έγινε αιτία φυσικά να εκλέγωνται οι ποταμοί ως πρώτες θέσεις βαπτίσματος· κανένα άλλο μέρος δεν θα ήταν πιο ευνοϊκό από τα μεγάλα αυτά ρεύματα νερού για το βάπτισμα των μαζών που προσηλυτίσθησαν στη Χριστιανοσύνη. Αλλ’ επειδή δεν υπήρχαν παντού ποτάμια, οι συγγραφείς των πρώτων αιώνων [Ιουστίνος, Κλήμης, Βίκτωρ Α΄, Τερτυλλιανός, κλπ.] δεν παραλείπουν ν’ αναφέρουν ότι οι θάλασσες, οι λίμνες, οι νερόλακκοι και οι πηγές είναι εξίσου κατάλληλα μέρη για βαπτιστικές καταδύσεις.»
ΟΙ «ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΝ
Ο Κορμπλέ παραθέτει περικοπές από αρχαίους πατέρας της Εκκλησίας ως απόδειξιν ότι στους πρώτους χρόνους ετελείτο πραγματικά κατάδυσις. Ο Γρηγόριος ο Νύσσης (περίπου 331-396) είπε για το ύδωρ: «Κρυπτόμεθα μέσα σ’ αυτό, όπως ο Σωτήρ εκρύβη στη γη.» Ο Κύριλλος των Ιεροσολύμων (315-386) είπε ότι ο βαπτιζόμενος περιβάλλεται, πλήρως από νερό. Ο Επιφάνιος παρετήρησε ότι τα νερά περιέλουαν, όχι μόνο ένα μέλος, αλλά περιέβαλλαν και καθάριζαν ολόκληρο το σώμα. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (345-407) είπε: «Η κατάδυσις της κεφαλής στο νερό του βαπτίσματος αποτελεί παράστασιν του τάφου του παλαιού ανθρώπου, ο οποίος βυθίζεται μέσα σ’ αυτό όπως σ’ έναν τάφο, για ν’ αναδυθή απ’ αυτό με μια νέα ζωή στην οποίαν ανίσταται.» Ο Ιερώνυμος (περίπου 340-420) ωμίλησε για μια τριπλή κατάδυσι της κεφαλής, ο δε Αυγουστίνος (354-430), αναφέρει ο Κορμπλέ, ωμίλησε για την πλήρη κάθαρσι του σώματος.
Η Αγγλόφωνη Βρεττανική Εγκυκλοπαίδεία, Τόμος Γ΄, σελίς 83, παραθέτει την περιγραφή του Κυρίλλου των Ιεροσολύμων για ένα βάπτισμα που ετελείτο κατά το έτος 340 μ.Χ. Το άτομο που πρόκειται να βαπτισθή εισέρχεται σ’ ένα ενδότερο θάλαμο, προετοιμάζεται, οδηγείται στη βαπτιστική δεξαμενή, και «καταβυθίζεται σε κάθε ερώτημα, επομένως τρεις φορές.»
Μολονότι το Χριστιανικό βάπτισμα, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, δεν είναι ούτε για την κάθαρσι του σώματος ούτε για την άφεσι των αμαρτιών, και μολονότι χρειάζεται να γίνη μια φορά μόνο, οι δηλώσεις αυτές δείχνουν σαφώς ότι η πράξις της καταδύσεως που εθέσπισε ο Ιησούς εφηρμόζετο ακόμη επί εκατοντάδες χρόνια μετά τον θάνατό του και ότι μόνον από τότε έχει αλλάξει.
Ο ηγούμενος Κορμπλέ είπε στο βιβλίο Ντε Λιε Κονσακρέ α λ’ Αντμινιστρασιόν ντυ Μπατέμ, σελίς 13: «Το βαπτιστήριο είχε κατασκευασθή ειδικά λόγω του βαπτίσματος των ενηλίκων. Όταν, στον όγδοον αιώνα, εγενικεύθη το νηπιοβάπτισμα, έπρεπε να εγκαταλειφθούν σιγά-σιγά τα μεμονωμένα αυτά μνημεία για ν’ αντικατασταθούν από δεξαμενές βαπτίσματος που ετοποθετήθησαν μέσα στις εκκλησίες. Εκεί όπου συνεχίζετο η χρήσις βαπτιστηρίων, αντικαθίστατο η μεγάλη λεκάνη από μια δεξαμενή βαπτίσματος για τα νήπια.»
Η αλλαγή αυτή, και τα προγράμματα θρησκευτικών ιδρυμάτων από τον ένατο ως τον δέκατο τρίτο αιώνα, επέφεραν την καταστροφή πολλών από τις λεκάνες βαπτίσματος που εχρησιμοποιούντο άλλοτε για ενηλίκους. Εν τούτοις, λίγες απ’ αυτές παραμένουν ακόμη ως σιωπηλές, κι ωστόσο εύγλωττες, μαρτυρικές αποδείξεις της αλλαγής αυτής.
ΠΟΤΕ ΕΓΙΝΕ Η ΑΛΛΑΓΗ
Ο Κορμπλέ λέγει: «Η πλειονότης των θεολόγων και λειτουργών ομολογούν κατά γενικόν τρόπον: 1ον, ότι εγίνετο ολική κατάδυσις από τους ευαγγελικούς χρόνους ως τον δέκατον τέταρτον αιώνα περίπου· 2ον, ότι από τον δέκατο τρίτο ως τον δέκατο πέμπτο αιώνα, εγίνετο μερική κατάδυσις του σώματος, με επίχρισι στην κεφαλή· 3ον, ότι από τον δέκατο πέμπτο αιώνα μόνη η επίχυσις αντικατέστησε την επίχυσι που συνωδεύετο από κατάδυσι.»d Ο εκκλησιαστικός αυτός ιστορικός τονίζει ότι ένα εκκλησιαστικό συμβούλιο, που συνήλθε στη Λιέγη του Βελγίου το 1287, κατέδειξε ότι η κατάδυσις ήταν ακόμη η μόνη μορφή βαπτίσματος που εχρησιμοποιείτο εκεί. «Ο Άγιος Θωμάς [1225-1274] εχαρακτήρισε το ράντισμα ως εκτός συνηθείας και είπε ότι ένας λειτουργός θα διέπραττε σοβαρό αμάρτημα αν εβάπτιζε αλλιώς παρά με κατάδυσι, διότι δεν θα συνεμορφώνετο με την τελετουργική της Λατινικής Εκκλησίας.»e
Στο έτος 1526, μια εκκλησιαστική συνέλευσις στη Σαρτρ της Γαλλίας άφηνε τους ιερείς ελευθέρους να χρησιμοποιήσουν τη μια ή την άλλη μέθοδο. Αλλά μετά από εκατό και πλέον έτη, στο 1655, το Τυπικόν του Πουατιέ συνιστούσε ακόμη στους ιερείς «να βυθίζουν επιδέξια το παιδί τρεις φορές, προσέχοντας να μην το βλάψουν.»
Εν τούτοις, η παλίρροια των μεταβολών επί μακρόν χρόνον ήταν οριστικά εναντίον της αρχής της καταδύσεως που είχε θεσπίσει ο Ιησούς. Ήδη είχε εγκαταλειφθή η ιδέα ότι το βάπτισμα, όπως εγίνετο στην εποχή του Ιησού, ήταν για ανθρώπους που είχαν ηλικία αρκετή για να έχουν γνώσι και πίστι και οι οποίοι δημοσία ανήγγελαν την αφιέρωσι της ζωής των στον Θεό. Στη θέσι της αρχικής εκείνης σημασίας, το βάπτισμα εξησθένησε τόσο που ήταν κάτι λίγο περισσότερο από μια τελετουργική πράξι μετά τη γέννησι.
Ο Λουί Ρεώ, μέλος του Γαλλικού Ινστιτούτου και ιστορικός της εκκλησιαστικής τέχνης, φρονεί ότι αυτή η αλλαγή από το βάπτισμα ενηλίκων μόνον ήταν εκείνη που σιγά-σιγά ωδήγησε στην αλλαγή από την κατάδυσι στο ράντισμα. Η αλλαγή ήταν αναγκαία, λέγει, διότι ήταν επικίνδυνα να βυθίζωνται βρέφη τελείως κάτω από το νερό. Τονίζει, όμως, ότι αυτή η αλλαγή δεν έλαβε χώραν διαμιάς, αλλ’ ότι «θα επετράπη μια μακρά μεταβατική περίοδος, στη διάρκεια της οποίας η τελετή του βαπτίσματος ήταν ταυτοχρόνως μερική κατάδυσις και επίχυσις.»f Απόδειξις γι’ αυτό είναι το ότι ωρισμένα αρχαία βαπτιστήρια είναι πολύ αβαθή και δεν καθίσταται δυνατή η κατάδυσις και ότι έργα τέχνης της εποχής εκείνης δείχνουν ένα άτομο να στέκεται όρθιο στο νερό, το οποίον φθάνει πιθανώς ως τα γόνατά του, ενώ χύνεται κι άλλο νερό επάνω στην κεφαλή του.
Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΑΣ ΑΛΛΑΣΣΕΙ ΤΗ ΣΗΜΑΣΙΑ
Η αλλαγή της τελετουργίας εξησθένησε τόσο τη σπουδαιότητα όσο και τη σημασία του βαπτίσματος. Η ιδέα της ατομικής αφιερώσεως κατεπνίγη τελείως. Η αλλαγή έφθασε στο σημείον που περιεγράφη από το Καθολικό εβδομαδιαίο περιοδικό Χριστιανική Μαρτυρία, που εκδίδεται στο Παρίσι. Έλεγε αυτό ότι πολλοί άνθρωποι τώρα έρχονται στην Εκκλησία «όπως έκαναν οι πατέρες των και οι πάπποι των,» μόνο για βάπτισμα, μετάληψι, γάμο και κηδεία. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους, είπε, το βάπτισμα απλώς αγιάζει το γεγονός της γεννήσεως. «Άλλες θρησκείες, άλλοι πολιτισμοί, θα το μετέφραζαν αυτό με άλλες πράξεις, αλλ’ η σημασία διόλου δεν θα διέφερε.»
Όπως λέγει ο Ρεώ, η Εκκλησία άλλαξε τη σημασία του βαπτίσματος. Αυτό δεν είναι πια για ενηλίκους, «προετοιμασμένους από μακρά χρονική περίοδο και έχοντας πλήρη συναίσθησι της υποσχέσεώς των.» Αντιθέτως, έχει γίνει κάτι που προορίζεται για τα βρέφη, τα οποία ούτε τη γνώσι έχουν ούτε την ικανότητα να κάμουν μια προσωπική υπόσχεσι.
Η Εκκλησία, βαπτίζοντας βρέφη και όχι ενηλίκους, και ραντίζοντας αντί να καταδύη, «εξήλειφε τη συμβολική σημασία του αρχικού βαπτίσματος,» όταν, μεταξύ άλλων, «η κατάδυσις εσήμαινε θάνατον του ‘παλαιού ανθρώπου’ θαπτομένου κάτω από το νερό και αναδυομένου από το βαπτιστικό λουτρό, [που εσήμαινε] γέννησιν σε μια νέα ζωή.»g
Τ’ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΑ ΠΑΙΡΝΕΤΑΙ ΣΤΑ ΣΟΒΑΡΑ
Ωστόσο, υπάρχουν άνθρωποι σήμερα που εμμένουν πραγματικά στο αρχικό εκείνο βάπτισμα που εθεσπίσθη από τον Ιησούν. Δεν θεωρούν το άμεσο βάπτισμα αναγκαίο για τη συγχώρησι της κληρονομημένης αμαρτίας των τέκνων· δέχονται το αντίλυτρον του Χριστού ως αρκετόν προς τούτο. Δεν θεωρούν το βάπτισμα ως χαρακτηριστικό του ότι ένας άνθρωπος γίνεται μέλος εκκλησίας, αλλ’ αντί τούτου, γνωρίζουν ότι αυτό δημοσία συμβολίζει την αφιέρωσί των στον Θεό.
Γνωρίζουν ότι το βάπτισμα αποτελεί Χριστιανική απαίτησι, αλλά βαπτίζουν μόνον εκείνους που είναι αρκετά ενήλικοι ώστε να λαμβάνουν αποφάσεις αυτοί οι ίδιοι, που κατανοούν τον λόγον του Θεού και οι οποίοι αφιερώθησαν σ’ Αυτόν. Επίσης, βαπτίζουν μόνο με ολική κατάδυσι, όπως εβαπτίσθη ο Ιησούς στον Ιορδάνη Ποταμό. Έτσι, τηρούν το σπουδαίο σύμβολο του βαπτίσματος—το σύμβολο του εκουσίου θανάτου ενός ανθρώπου ως προς την προηγούμενη πορεία ζωής του και της εγέρσεώς του σε μια νέα ζωή στην υπηρεσία του Θεού.
Παίρνοντας αυτά τα πράγματα στα σοβαρά, όπως έκαμε ο Ιησούς και οι απόστολοί του, δεν βρίσκονται στην ανάγκη να παραπονεθούν, όπως έκαμε το εξώφυλλο του βιβλίου Χριστιανική Μαρτυρία, ότι μόνο ένας στους δέκα βαπτισμένούς ενορίτας είναι Χριστιανός. Αντιθέτως, οι τάξεις των, τάξεις ζηλωτών Χριστιανών εργατών, πραγματικά εθελοντών διδασκάλων των άλλων, αυξάνουν αλματωδώς και βρίσκονται σε όλη τη γη. Τακτικά εκατοντάδες νέων αφιερωμένων ατόμων βαπτίζονται σε εξαμηνιαίες και ετήσιες συνελεύσεις που γίνονται σε όλη τη γη. Πάνω από επτά χιλιάδες εβαπτίσθησαν σε μια συνέλευσι το 1958 στην πόλι της Νέας Υόρκης.
Γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι αναλαμβάνουν αυτόν τον «ζυγόν», που είπε ο Χριστός ότι πρέπει ν’ αναλάβουν επάνω τους οι ακόλουθοί του; Δεν είναι απλώς διότι πρόκειται για μια Χριστιανική εντολή, αλλά και διότι αυτές οι αρχές, όπως υπήρχαν πραγματικά στην εποχή του Ιησού, είναι τόσο συγκινητικές, ώστε, όταν τις μαθαίνη κανείς, κατανοεί ότι πρέπει να τις πη και σε άλλους.
Όταν οι μάρτυρες του Ιεχωβά λέγουν ότι το βάπτισμα πρέπει να γίνεται με κατάδυσι και ότι πρέπει να γίνεται σε συμβολισμό της αφιερώσεως ενός ατόμου στον Θεό, ακολουθούν το παράδειγμα που εδόθη από τον Ιησούν, από τους μαθητές του και από όλους τους πρώτους Χριστιανούς. Σ’ εκείνους, που διαφωνούν μ’ αυτή την αρχή, που ετέθη από τον Ιησούν, απαντούν απλώς ότι κανείς άνθρωπος, ο οποίος ισχυρίζεται ότι ακολουθεί τον Χριστόν, δεν έχει ποτέ κανένα δικαίωμα ν’ αρνηθή το παράδειγμά του, ή, ακόμη, να υπονοήση ότι ήταν εσφαλμένο.
[Υποσημειώσεις]
a Τόμος 1, σελ. 551.
b Τόμος 2, σελ. 187.
c Τόμος 1, σελ. 366.
d Δογματική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 223.
e Δογματική Ιστορία, Τόμος Α΄, σελίς 236.
f Λουί Ρεώ, Εικονογραφία της Χριστιανικής Τέχνης, Τόμος Α΄, σείς 240.
g Λουί Ρεώ, Εικονογραφία της Χριστιανικής Τέχνης, Τόμος Α΄, σελίς 241.