Ο Πολύμορφος Φοίνιξ Σάγκο
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!»στα νησιά Παπούα
ΗΤΑΝ ζέστη και υγρασία και στην αγορά των ιθαγενών υπήρχε η συνήθης ατμόσφαιρα. Οι άνθρωποι προσήρχοντο ενωρίς το πρωί από χωριά των παραλίων και του εσωτερικού. Οι πωληταί εκάθηντο επάνω στη χλόη δίπλα στο εμπόρευμά τους μασώντας καρύδα του βετέλ και χρησιμοποιώντας την ευκαιρία αυτή για να διηγούνται επιτόπια γεγονότα.
Παρετήρησα ότι πολλοί απ’ αυτούς πωλούσαν μεγάλα κομμάτια μιας ουσίας καστανού χρώματος, της οποίας υπήρχε μεγάλη ζήτησις εκ μέρους των αγοραστών. Εστράφηκα προς τον Λαία που ήταν ένας ιθαγενής συνοδός μου, και τον ρώτησα τι πράγμα ήταν αυτό.
«Είναι η κυριώτερη τροφή μας» απήντησε. «Στη γλώσσα μας το λέμε ‘πόι’ αλλά στην Αγγλική λέγεται συνήθως ‘σάγκο’.»
Ύστερα από προσεκτική εξέτασι παρετήρησα ότι είχε καστανό χρώμα εξωτερικώς, επειδή είχε ξεραθή στον ήλιο, ενώ εσωτερικώς είχε το χρώμα της κρέμας.
«Το παρασκευάζαμε από την εντεριώνη (ψίχα) του κορμού των φοινικοδένδρων σάγκο τα οποία υπάρχουν άφθονα στην ελώδη περιοχή του Κόλπου Παπούα,» εξακολούθησε ο Λαία, κόβοντας ένα μικρό κομμάτι και ζυμώνοντάς το μεταξύ των δακτύλων του.
«Με τι μοιάζουν αυτά τα φοινικόδενδρα;» ρώτησα.
«Το δένδρο φθάνει ένα ύψος μέχρι τριάντα ποδών σε χρονικό διάστημα δέκα πέντε ετών,» μου εξήγησε. «Ο κορμός είναι πολύ χονδρός και λίγο προτού φθάση σε ωριμότητα γεμίζει από άμυλο. Τότε κόβομε το δένδρο και βγάζομε τον εξωτερικό φλοιό του που έχει πάχος μιας ίντσας, αφήνοντας ελεύθερη τη μαλακή, αμυλώδη ψίχα, η οποία τρίβεται σε σκόνη και μαγειρεύεται. Η σκόνη έπειτα πρέπει να πλυθή πολλές φορές και να στραγγιστή. Το άμυλο περνά από το σουρωτήρι, ενώ οι κλωστές απορρίπτονται.»
«Πόση σκόνη μπορείτε να κάμετε από ένα φοινικόδενδρο;» ρώτησα με αυξανόμενο ενδιαφέρον.
«Μερικά φοινικόδενδρα αποδίδουν από 250 ως 300 πάουντς,» απήντησε. «Εν τούτοις, αν περιμένουμε πάρα πολύ πριν κόψουμε το δένδρο, όλη αυτή η αμυλώδης ψίχα μπαίνει μέσα στον αναπτυσσόμενο καρπό και, αφήνει τον κορμό κούφιον μόνο με τον εξωτερικό φλοιό, ο οποίος κατόπιν ξηραίνεται.»
Ήθελα πολύ να μάθω πώς μαγειρεύουν το «σάγκο» τους, και ζήτησα από τον Λαία να μου το εξηγήση. «Έλα στο σπίτι μου,» είπε· «η γυναίκα μου θα μαγειρέψει μια ποσότητα για το μεσημβρινό φαγητό μας.»
Τρόποι Μαγειρεύματος
Το σπίτι του Λαία ήταν καμωμένο με επιδεξιότητα από θαμνώδη υλικά στερεωμένα επάνω σε στύλους ύψους έξη περίπου ποδών επάνω από το έδαφος. Κατά μήκος μιας πλευράς του σπιτιού υπήρχε ένας μικρός εξώστης στον οποίο άνοιγαν δυο κρεββατοκάμαρες. Η σύζυγός του ελέγετο Μέτα. Καθόταν σταυροπόδι στην κουζίνα μπροστά στο τζάκι που ήταν αναμμένο. Η κουζίνα αποτελούσε ιδιαίτερο εξάρτημα του κυρίως σπιτιού. Η γυναίκα είχε ένα μεγάλο κομμάτι σάγκο σαν εκείνο που είχα ιδεί στην αγορά και με το δεξί της χέρι εδούλευε τη σκόνη μέσα σ’ ένα μακρύ φύλλο φοινικοδένδρου που κρατούσε στο αριστερό της χέρι.
«Μέτα, ο Τζων ενδιαφέρεται να ιδή πώς θα μας μαγειρέψης το Σάγκο. Μπορείς σε παρακαλώ να του εξήγησης;» ρώτησε ο Λαία μ’ ένα πλατύ χαμόγελο.
«Βέβαια,» απάντησε. «Το τυλίγομε σ’ ένα φύλλο και το ψήνομε στη φωτιά, όπως κάμνω τώρα. Αυτός είναι ο πιο σύντομος και πιο κατάλληλος τρόπος, διότι είναι εύκολο να το πάρουμε μαζί μας όταν πηγαίνωμε στον κήπο ή έξω για ψάρεμα. Κάποτε βάζω και κοκκοκάρυα μαζί και τότε το λέμε ‘Λα’ α Πόι’.»
«Μου αρέσει το ‘Λα’ α Πόι,’ πιο πολύ απ’ όλα.» διέκοψε ο Λαία. «Έτσι το ονομάζομε όταν ψήνωμε και θαλασσινά μαζί με το Σάγκο. Μερικές φορές τα βράζομε μαζί με γλυκοπατάτες, κολοκάσι ή μπανάνες και αρέσει πάρα πολύ σε όλη την οικογένεια.»
«Ελάτε, δοκιμάστε το, είναι έτοιμο για σερβίρισμα,» είπε η Μέτα, κόβοντας ένα κομμάτι για μένα.
Ήταν μαλακό, σπογγώδες και αρκετά νόστιμο.
«Τώρα μοιάζεις σωστός Παπουανός,» μου είπαν γελώντας, και οι δυο.
Άλλες Χρήσεις
«Το φυτό σάγκο μάς είναι πολύ χρήσιμο και με άλλους τρόπους,» παρετήρησε ο Λαία. «Παραδείγματος χάριν, αυτό το υφαντό που χρησιμοποίησα στους τοίχους του σπιτιού μου είναι καμωμένο από κλαδιά του φοίνικος Σάγκο.»
Το πρόσεξα από κοντά και παρετήρησα ότι ένα ωραίο σχέδιο είχε υφανθή σε κάθε ταπέτο του τοίχου.
«Βγάζομε το σκληρό περίβλημα από τον κορμό του δένδρου και κατόπιν υφαίνομε τις λωρίδες μαζί όπως βλέπετε εδώ.»
«Πόση ώρα χρειάζεται για να κάμετε ένα τέτοιο ταπέτο του τοίχου;»
«Για να γίνη ένα μεγάλο ταπέτο, πιθανώς έξη πόδια φάρδος με οκτώ πόδια μάκρος, θα εχρειάζετο μια μέρα για να κοπούν τα κλαδιά, να αποφλοιωθούν και κατόπιν να υφανθούν οι λωρίδες με το χέρι. Εν τούτοις κατασκευάζονται τώρα αργαλειοί που μπορούν να παράγουν πενταπλάσια ποσότητα από ότι παράγεται με το χέρι. Μερικοί κάτοικοι των χωριών χρησιμοποιούν το υλικό αυτό, το ‘σέρο’ όπως το λέμε, για να επενδύσουν το εσωτερικό του σπιτιού των.»
Κατόπιν ο Λαία επέσυρε την προσοχή μου στη στέγη του γειτονικού σπιτιού που ήταν σκεπασμένη με Σάγκο, λέγοντας: «Υπάρχει και άλλη χρήσις του δένδρου αυτού. Απλώνομε τα φύλλα επάνω από μια λωρίδα μπαμπού και τα στρώνομε στη στέγη. Έτσι παράγεται ένα αδιάβροχο στρώμα που κρατεί συγχρόνως δροσερό το εσωτερικό του σπιτιού, ακόμη και αν ο ήλιος είναι πολύ ζεστός. Μερικές φορές μπορεί κανείς να κατασκευάση τους τοίχους και τη στέγη του σπιτιού του αποκλειστικώς από φύλλα του φοίνικος Σάγκο.»
«Ακόμη και τα πατώματα των σπιτιών μας μπορούν να γίνουν από το σκληρό φλοιό του κορμού του σάγκο,» εξακολούθησε ο Λαία. «Μπορείτε λοιπόν να δήτε ότι αυτό το φοινικόδενδρο μάς είναι χρήσιμο με πολλούς τρόπους.»
Η Μέτα μάς διέκοψε και στραφήκαμε να την ιδούμε που εστέκετο στην πόρτα φορώντας μια φούστα με ζωηρά χρώματα από κλωστές του σάγκο.
«Σας αρέσει η φούστα μου;» ρώτησε.
«Πράγματι, μου αρέσει,» απάντησα.
«Οι περισσότεροι την ονομάζουν χορτόφουστα,» συνεπλήρωσε.
«Και όμως την έκαμα από φύλλα φοίνικος σάγκο. Μαζεύομε μικρά φύλλα τα ξηραίνομε, κατόπιν τα σχίζομε σε λωρίδες και τα βάφομε σε διάφορα χρώματα. Τελικά τα ενώνομε μαζί για να σχηματίσωμε τη φούστα.»
Όταν ρώτησα τον Λαία για τα καστανόχρωμα κομμάτια που πωλούσαν στην αγορά εκείνο το πρωί, δεν ήξερα ότι αυτά κρύβουν μια τόσο γοητευτική ιστορία, ούτε ότι η ζωή των φιλικά διατεθειμένων αυτών ανθρώπων είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με τον πολύμορφο φοίνικα σάγκο.