Ανάληψις ενός Διαφορετικού Είδους Διακονίας
Σ’ ΟΛΟΚΛΗΡΗ τη γη χιλιάδες ενδιαφερόμενα άτομα ζητούν να μελετήσουν μαζί τους τη Γραφή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Γεμίζουν χαρά οι καρδιές των Μαρτύρων όταν ακούνε αυτές τις παρακλήσεις. Παρατηρήστε αυτή την πείρα που αφορά έναν κληρικό, όπως την αφηγείται ένας Μάρτυς στο Κάνσας:
«Ένα νεαρό άτομο άρχισε να παρακολουθή τις συναθροίσεις στην Αίθουσα Βασιλείας μας. Όταν το έμαθε η μητέρα του, εξαγριώθηκε και ζήτησε από το γυιο της να σταματήση.
«Έτσι παρεκάλεσε ένα Μεθοδιστή ιερέα να έρθη στο σπίτι της να μιλήση στον γυιο της. Ο νεαρός με παρεκάλεσε να παρευρεθώ κι εγώ στη συζήτησι. Ο κληρικός όμως αυτός ήρθε να επισκεφθή πρώτα εμένα. Αφού του εξήγησα την περίπτωσι, είπε ότι ήταν πρόθυμος να γίνη η συνάντησις, αλλά δεν θα επιθυμούσε να λογομαχήση ή να φιλονεικήση. Είπε ότι είχε μεγάλη εκτίμησι για τους μάρτυρες του Ιεχωβά εξ αιτίας της καλής διαγωγής δύο Μαρτύρων που ειργάζοντο στο μέρος που εργαζόταν κι ο ίδιος.
«Όταν ήρθε το ωρισμένο βράδυ, συναντηθήκαμε όλοι στο σπίτι του αγοριού. Στη διάρκεια της συζητήσεως ηγέρθη το ερώτημα του πολέμου και της Χριστιανικής ουδετερότητος. Η μητέρα του ισχυρίσθηκε ότι όταν κανείς ζη σε μια χώρα θα πρέπει να πολεμάη γι’ αυτή. Ο κληρικός όμως την εξέπληξε λέγοντας ότι δεν είχε κληθή για στρατιωτική υπηρεσία, αλλά δεν ήξερε τι θα έκανε εάν θα τον καλούσαν.
«Είχαμε κι άλλες συναντήσεις μετά απ’ αυτήν, και στην τελευταία τούς έδειξα τον τρόπο της Γραφικής μελέτης. Πολλά μέλη της οικογενείας του αγοριού παρεκάθησαν στη μελέτη. Καθώς πλησιάζαμε στο τέλος της συζητήσεως, έγινε εντελώς σαφές ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς είχαν κλείσει τη διάνοιά τους στην αλήθεια του Θεού. Τότε ο κληρικός έσκυψε προς το μέρος μου και μου ψιθύρισε, ‘Δεν νομίζω ότι κανείς άλλος εδώ θα συνεχίση να μελετάη μαζί σου τη Γραφή, αλλά αναρωτιέμαι αν θα ήθελες να μελετήσης τη Γραφή με ένα μόνο άτομο.’
«Αν θα ήθελα: Μα βέβαια! Συναντιόμαστε μαζί τις Δευτέρες τα βράδυα. Συχνά η Γραφική μελέτη διαρκούσε τρεις ώρες. Έγινε φανερό ότι ο Μεθοδιστής λειτουργός αγαπούσε και πίστευε βαθειά το Λόγο του Θεού. Επίστευε επίσης ότι ένας κήρυκας θα έπρεπε να κερδίζη ένα μέρος τουλάχιστον, αν όχι όλα, τα προς το ζην και αυτός ήταν ο λόγος που ανέλαβε κοσμική εργασία. Όταν έμαθε τη σπουδαιότητα του ονόματος του Θεού, Ιεχωβά, άρχισε γρήγορα να το χρησιμοποιή. Δεν χρειάσθηκε πολύς χρόνος για να διακρίνη ότι πολλές από τις διδασκαλίες της εκκλησίας του δεν συμφωνούσαν με την Αγία Γραφή.
«Σ’ όλη τη χρονική διάρκεια που ο λειτουργός μελετούσε μαζί μου, εξακολουθούσε τη θρησκευτική του δράσι. Όσα μάθαινε τα χρησιμοποιούσε στα κηρύγματά του. Όταν έφθασε στο ζήτημα της ανάγκης να αποχωρισθή από την ψευδή θρησκεία, εξετάσαμε το σφάλμα να εξακολουθή κανείς να ανήκη σε μια οργάνωσι που ήξερε ότι εδίδασκε ψεύδη. (2 Κορ. 6:14-18 ) Είπε ότι δεν ήθελε να εγκαταλείψη τη μικρή εκκλησία και ότι βοηθούσε μερικούς με τα κηρύγματά του. Μίλησε επίσης αόριστα για την πρόθεσί του να συναντηθή με το εκκλησιαστικό συμβούλιο. Αλλά τον εμπόδισε ο άσχημος καιρός. Ναι, αυτός ο ειλικρινής Μεθοδιστής λειτουργός επολεμούσε με τη συνείδησί του.
«Τελικά, μια Δευτέρα βράδυ ανήγγειλε ότι είχε παραιτηθή από την εκκλησία του. Γέμισα χαρά! Και ο άνθρωπος αυτός, που κάποτε είχε φοιτήσει σε ένα θρησκευτικό κολλέγιο, ήταν τώρα ευτυχής να εγγραφή στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. Περίπου ένα μήνα αργότερα, με συνώδευσε στη διακονία κατ’ οίκους.
«Πόσο είμαι συγκινημένος να βλέπω αυτόν τον λειτουργό, που προηγουμένως ήταν ένα στήριγμα της εκκλησίας του, να εκλέγη την αληθινή θρησκεία. Η βαθειά αγάπη του για τον Λόγο του Θεού και η καλή διαγωγή των Μαρτύρων τον βοήθησαν να κάμη αυτό το σωτήριο βήμα. Παρ’ όλον ότι η γυναίκα του εναντιωνόταν στην αρχή, κι αυτή επίσης άρχισε να μελετά. Βαπτίσθηκαν κι οι δυο για να συμβολίσουν την αφιέρωσί τους στον Θεό. Αλλά τι έγινε το νεαρό αγόρι; Βαπτίσθηκε κι αυτό, επίσης, και εξακολουθεί να βρίσκη χαρά στην υπηρεσία του Ιεχωβά Θεού.»