ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g72 22/3 σ. 5-9
  • Σε Ποιον Ανήκει το Σώμα Σας;

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Σε Ποιον Ανήκει το Σώμα Σας;
  • Ξύπνα!—1972
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Δεν Θέλει να «Παραστήση τον Θεό»
  • Άρνησις Λήψεως Αίματος
  • Σεβασμός για τις Αιτήσεις του Ασθενούς
  • Απόφασις των «Σκοτεινών Αιώνων»
  • Ασυνέπειες
  • Τα Κίνητρα Δεν Είναι Πάντοτε Αγνά
  • Όταν οι Γιατροί Ζητούν να Επιβάλουν Μεταγγίσεις Αίματος
    Ξύπνα!—1974
  • Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και το Ζήτημα του Αίματος
    Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και το Ζήτημα του Αίματος
  • Δίλημμα για τους Γιατρούς
    Ξύπνα!—1971
  • Ερωτήσεις Μελέτης για το Βιβλιάριο—Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά και το Ζήτημα του Αίματος
    Η Διακονία Μας της Βασιλείας—1988
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1972
g72 22/3 σ. 5-9

Σε Ποιον Ανήκει το Σώμα Σας;

ΑΝ είσθε ενήλικος πώς θ’ απαντούσατε στην ανωτέρω ερώτησι; Χωρίς αμφιβολία θ’ απαντούσατε, όπως όλοι σχεδόν οι ενήλικοι: «Το σώμα μου ανήκει σ’ εμένα.»

Τι θα κάνατε λοιπόν αν κάποιος σας συνιστούσε να φάτε ένα ωρισμένο είδος τροφής που θα νόμιζε ότι ήταν καλό για σας, αλλά σεις δεν θα θέλατε να το φάτε; Τι θα αισθανόσαστε αν σας έπιανε και σας έβαζε διά της βίας το φαγητό στο στόμα σας; Τι θα κάνατε αν ένας χειρούργος συνιστούσε μια εγχείρησι για ν’ αποκόψη το χέρι σας, το πόδι σας, το μάτι σας ή κάποιο εσωτερικό όργανο επειδή νομίζει ότι θα ήταν καλό για την υγεία σας και σεις δεν δεχόσαστε; Πώς θα αισθανόσαστε αν χρησιμοποιούσε βία και έκανε την εγχείρησι οπωσδήποτε;

Τι θα κάνατε αν ένας γιατρός συνιστούσε ένα φάρμακο που νόμιζε ότι θα σας έκανε καλό, αλλά σεις δεν το θέλατε; Τι θα συνέβαινε αν το απορρίπτατε, επειδή, ενώ είχε ωφελήσει μερικούς, είχε προκαλέσει χιλιάδες ασθένειες και θανάτους και ήταν επίσης αντίθετο με τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις; Πώς θα αισθανόσαστε αν ο γιατρός έβαζε να σας πιάσουν και να σας δώσουν φάρμακο διά της βίας;

Σαν ενήλικος, ασφαλώς θα εξωργιζόσαστε με μια τέτοια μεταχείρισι. Οποιουσδήποτε κινδύνους και αν διατρέχατε, ασφαλώς θα θέλατε να έχετε εσείς τον τελευταίο λόγο σχετικά με το τι θα γίνη με το σώμα σας. Το να σας αναγκάζη κάποιος να κάμετε πράγματα σαν κι αυτά που είναι αντίθετα με τη θέλησί σας θα σας έκανε να αισθάνεσθε σαν σκλάβος, σαν αιχμάλωτος. Θα σας θύμιζε τους «Σκοτεινούς Αιώνες» ή την τακτική των Ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως.

Σε πολλές χώρες τα δικαιώματα του ατόμου πάνω στο σώμα του προστατεύονται διά νόμου. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η τετάρτη τροποποίησις του Ομοσπονδιακού Συντάγματος διακηρύττει ότι το «δικαίωμα των ανθρώπων να είναι ασφαλείς ως άτομα στα σπίτια τους, στα έγγραφά τους και στις ενέργειές τους εναντίον των παραλόγων ερευνών και κατασχέσεων, δεν πρέπει να παραβιάζεται.»

Η δεκάτη τρίτη τροποποίησις δηλώνει: «Ούτε δουλεία ούτε υποχρεωτική υπηρεσία είναι δυνατόν να υπάρχη εντός των Ηνωμένων Πολιτειών, εκτός αν επιβάλλεται ως ποινή δι’ έγκλημα για το οποίον το άτομο θα έχη δεόντως καταδικασθή.» Και η πρώτη και η δεκάτη τετάρτη τροποποίησις εγγυώνται σ’ ένα άτομο την ελευθερία των θρησκευτικών του πεποιθήσεων.

Δεν Θέλει να «Παραστήση τον Θεό»

Μιλώντας γενικά, οι ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι αναγνωρίζουν αυτό το βασικό δικαίωμα ενός ατόμου να εξουσιάζη το σώμα του. Έτσι, όταν ένα νοσοκομείο και οι γιατροί του Σινσινάτι απετάνθησαν σ’ ένα δικαστήριο του Οχάιο να κόψουν το καρκινώδες πόδι ενός δεκαεξαετούς κοριτσιού, το δικαστήριο αρνήθηκε.

Κι εν τούτοις οι γιατροί ισχυρίσθηκαν ότι το κορίτσι θα είχε πολύ λιγώτερες πιθανότητες να επιζήση χωρίς την εγχείρισι. Τότε γιατί το δικαστήριο ηρνήθη; Διότι το κορίτσι όσο και η μητέρα της αρνήθηκαν να επιτρέψουν στους γιατρούς να κάμουν την εγχείρισι.

Ο δικαστής Μπέντζαμιν Σβαρτς, που προήδρευε στη δίκη, διεκήρυξε: «Το κορίτσι κατέθεσε στο δικαστήριο ότι θα προτιμούσε να υποστή τις συνέπειες χωρίς την εγχείρισι. Είπε ότι αν της έκοβαν το πόδι θα ζούσε σαν αξιολύπητο πλάσμα το υπόλοιπο της ζωής της. Είπε ότι δεν θα μπορούσε να χαρή τη ζωή, να παντρευτή ή ακόμη δεν είχε τα μέσα για ένα τεχνητό πόδι, και η μητέρα της συμφώνησε μαζί της.»

Ο Δικαστής Σβαρτς πρόσθεσε: «Είπα ότι το δικαστήριο αυτό δεν θα επέβαλλε το θέλημά του σε απρόθυμους ανθρώπους, . . . Δεν θα χορηγήσω την εντολή. Το ζήτημα της εγχειρίσεως επαφίεται στη μητέρα και στο κορίτσι. Δεν έχω σκοπό να παραστήσω τον Θεό.»—Ήβνιγκ Ιντηπέντεντ, Μάσιλλον του Οχάιο, 9 Ιουλίου 1971.

Παρόμοια, ένας περιφερειακός δικαστής στο Μαϊάμι της Φλώριδας απεφάνθη ότι μια ηλικιωμένη γυναίκα εβδομήντα δύο ετών που της έκαναν μια οδυνηρή ιατρική θεραπεία είχε «το δικαίωμα να πεθάνη ειρηνικά.» Η γυναίκα υπέφερε από μια θανατηφόρο ασθένεια του αίματος και της έκαναν μεταγγίσεις αίματος. Η θεραπεία περιελάμβανε οδυνηρές εγχειρίσεις στις φλέβες της, κι έτσι παρακάλεσε τους γιατρούς να σταματήσουν, έστω και αν πέθαινε. Είπε ότι δεν ήθελε να «την βασανίζουν περισσότερο.»

Ο δικαστής Ντέιβιντ Πόππερ εδήλωσε: «Ένα άτομο έχει το δικαίωμα να μην υποφέρη πόνους. . . . Δεν μπορώ ν’ αποφασίσω αν θα ζήση ή θα πεθάνη. Αυτό εξαρτάται από τον Θεό.» Απεφάνθη ότι αυτή είχε το δικαίωμα ν’ αρνηθή ιατρική θεραπεία και ανάγκασε τους γιατρούς να σταματήσουν.

Άρνησις Λήψεως Αίματος

Σ’ εκείνη την περίπτωσι η γυναίκα δεν έφερε αντίρρησι για μετάγγισι αίματος. Αυτό στο οποίον αντετίθετο ήταν η οδυνηρή θεραπεία.

Τι πρέπει να γίνη, όμως, αν άλλα άτομα έχουν αντίρρησι για μετάγγισι αίματος; Δεν θα πρέπει, σαν ενήλικα, να έχουν το δικαίωμα ν’ αρνηθούν αυτή τη θεραπεία και να δεχθούν μια θεραπεία δικής των εκλογής;

Μια από τις αιτίες που μερικοί αρνούνται αίμα ανεφέρθη από τον Γουίνφιλντ Μίλλερ, συνδιευθυντή του περιοδικού Μέντικαλ Ηκονόμικς. Είπε: «Κανένα βιολογικό προϊόν δεν έχει περισσότερες πιθανότητες μοιραίων λαθών στην ιατρική εφαρμογή από το αίμα. Πολλοί γιατροί έμαθαν με λύπη τους ότι κάθε φιάλη αίματος στις τράπεζες αίματος είναι μια πιθανή φιάλη νιτρογλυκερίνης.»

Ένα κύριο άρθρο στο περιοδικό Δη Γωλλ Στρητ Τζόρναλ, 14ης Ιουνίου 1971, παρετήρησε: «Υπολογίζεται ότι 180.000 Αμερικανοί κάθε χρόνο παρουσιάζουν οροηπατίτιδα μόνο από τις μεταγγίσεις αίματος. Απ’ αυτούς, 3.000 παραμένουν κλινήρεις για εβδομάδες.»

Αυτός ο τραγικός φόρος προκαλείται από μια μόνο επιπλοκή των μεταγγίσεων αίματος—την οροηπατίτιδα. Υπάρχουν όμως και άλλες. Στο βιβλίο Επιπλοκές στην Εκτέλεσι Εγχειρήσεων, κάτω από την επικεφαλίδα «Συσσώρευσις Θνησιμότητος Λόγω Επιπλοκών από Μεταγγίσεις Αίματος,» διαβάζομε:

«Η ετησία θνησιμότης από 3 μόνο επιπλοκές λόγω μεταγγίσεως αίματος (αιμολυτική αντίδρασις, υπερφόρτισις και οροηπατίτις) υπολογίζεται σε 16.500. Αν και μερικές υποθέσεις για να υπολογίσωμε αυτό τον αριθμό μπορεί να αμφισβητηθούν, δεν μπορεί ν’ αρνηθή κανείς το γεγονός ότι υπάρχει μια τρομερή απώλεια ζωής και πρόκλησις ασθενείας λόγω αυτής της ενεργείας . . . Από την άποψι της αναπηρίας και της απωλείας ζωής . . . οι μεταγγίσεις αίματος συναγωνίζονται μερικά από τα μεγαλύτερα προβλήματά μας για την υγεία.»

Έτσι, στις αρχές του 1971 το Ανώτατο Δικαστήριο του Ιλλινόις απεφάνθη ότι τα νοσοκομεία μπορεί να είναι υπεύθυνα για την πληρωμή αποζημιώσεως, όταν ένας ασθενής προσβληθή από ηπατίτιδα λόγω μεταγγίσεως αίματος.

Εν όψει όλων αυτών, θα πρέπει ένας ενήλικος να εξαναγκασθή να δεχθή αίμα αν δεν το θέλη; Τα λογικά άτομα θα παραδεχθούν ότι ένας ενήλικος θα πρέπη να έχη το δικαίωμα της εκλογής σχετικά με ένα προϊόν που περικλείει μια τέτοια πιθανότητα κινδύνου, ειδικά αν αυτό είναι αντίθετο επίσης με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.

Σεβασμός για τις Αιτήσεις του Ασθενούς

Πολλοί γιατροί συμφωνούν και δίνουν στους ασθενείς των το δικαίωμα της εκλογής. Επί παραδείγματι, το 1970 ο Δρ. Τσαρλς Γ. Πηρς, καρδιολόγος, έκαμε επιτυχώς εγχείρισι ανοιχτής καρδιάς σ’ ένα μάρτυρα του Ιεχωβά χωρίς να χρησιμοποιήση αίμα αφού αυτό ήταν η παράκλησις του ασθενούς. Οι παρατηρηταί εξεπλάγησαν για την ταχεία ανάρρωσι του ασθενούς. Το περιοδικό Σέντρυ Νιους της πόλεως Σλίντελλ της Λουιζιάνας έγραψε:

«Ο χειρούργος είπε ότι πιστεύει πως η μέθοδος που χρησιμοποίησε απεδείχθη επιτυχία όχι μόνο για τους μάρτυρες του Ιεχωβά αλλά και για τους περισσοτέρους ασθενείς που τους γίνεται εγχείρισις ανοιχτής καρδιάς. ‘Πρόσφατα εχρησιμοποιήσαμε αυτή τη μέθοδο σε 100 συνεχείς εγχειρήσεις ανοιχτής καρδιάς για ελαττώματα καρδιάς εκ γενετής,’ εξήγησε, ‘και είχαμε μόνον ένα θάνατο’.»

Ο Δρ. Πηρς είπε ότι η μη χρήσις αίματος ουσιαστικά απέκλειε την πιθανότητα της μεταδοτικής ηπατίτιδος και τον κίνδυνο αλλεργικών αντιδράσεων. Επιπρόσθετα, παρετήρησε ότι όταν χρησιμοποιήται αίμα, η λειτουργία της καρδιάς, των πνευμόνων και των νεφρών μερικές φορές εξασθενίζουν στην αμέσως μετεγχειρητική περίοδο. Εδήλωσε: «Αλλά με την [χωρίς αίμα] τεχνική, η λειτουργία αυτών των οργάνων είναι σχεδόν πάντοτε ικανοποιητική.»

Αυτό μοιάζει μ’ εκείνο που κάνει ο γνωστός καρδιοχειρούργος Δρ. Ντέντον Κούλεϋ και το συνεργείο του των ιατρών του Τέξας. Η εφημερίς Δη Αριζόνα Ρηπάμπλικ της 6ης Δεκεμβρίου 1970 λέγει γι’ αυτό:

«Ένα από τα πράγματα που μπορεί να πάνε άσχημα στη διάρκεια των εγχειρήσεων καρδιάς, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα υπήρξαν πάντοτε οι επιπλοκές από τις μεταγγίσεις αίματος. Ο ασθενής κινδυνεύει από ηπατίτιδα, από αντιδράσεις που προκαλούν σοκ και από την πιθανότητα να μη ταιριάζη το αίμα που μεταγγίζεται με το δικό του. Τώρα φαίνεται ότι το πρόβλημα αυτό ελύθη από μια ομάδα ιατρών του Χούστον. Αυτοί απλώς καταργούν τις μεταγγίσεις.

«Το ριζικό αυτό βήμα ελήφθη από το περίφημο συνεργείο χειρούργων υπό την ηγεσία του Δρος Ντέντον Κούλεϋ . . .

«Η μέθοδος υπήρξε επιτυχής στους Μάρτυρες [του Ιεχωβά] και τώρα χρησιμοποιείται από την ομάδα σε όλους τους καρδιοπαθείς, με αποτέλεσμα την ελάττωσι των μετεγχειρητικών επιπλοκών.

«‘Έχομε μια συμφωνία με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να μη τους κάνωμε μετάγγισι αίματος σε καμμιά περίπτωσι,’ λέγει ο Κούλεϋ. ‘Την ευθύνη την φέρουν επομένως οι ασθενείς, διότι γι’ αυτούς δεν έχομε καν διαθέσιμο αίμα.’ . . .

«‘Εντυπωσιασθήκαμε πάρα πολύ με τα αποτελέσματα στους Μάρτυρες του Ιεχωβά’, λέγει ο Κούλεϋ, ‘ώστε αρχίσαμε να χρησιμοποιούμε τη μέθοδο σε όλους τους καρδιοπαθείς. Είχαμε μια καταπληκτικά καλή επιτυχία και την χρησιμοποιήσαμε επίσης και στις μεταμοσχεύσεις μας [καρδιάς].’»

Αυτοί οι γιατροί ακούνε τις αιτήσεις των ασθενών τους. Κατανοούν ότι αυτό είναι το μόνο ορθό πράγμα που πρέπει να κάμουν. Επίσης απεκόμισαν οφέλη, αφού έμαθαν πράγματα που δεν εγνώριζαν προηγουμένως. Και αν υπάρχη οποιοσδήποτε κίνδυνος λόγω αρνήσεως κάποιας ιατρικής θεραπείας, αυτόν τον αναλαμβάνει ο ασθενής. Αυτός φέρνει την ευθύνη, πράγμα που είναι και το σωστό.

Απόφασις των «Σκοτεινών Αιώνων»

Σε αντίθεσι μ’ όλα αυτά, μια εντελώς αντίθετη ενέργεια ελήφθη τον Ιούλιο του 1971 από το Ανώτατο Δικαστήριο της Νέας Ιερσέης. Αυτό επεκύρωσε μια εντολή ενός κατωτέρου δικαστηρίου που επέβαλε μετάγγισι αίματος σε μια υγιή διανοητικώς ενήλικο, ηλικίας εικοσιδύο ετών, την Ντολόρες Έστον, που είχε υποστή ατύχημα.

Η δεσποινίς Έστον είπε επανειλημμένως στον γιατρό της και σ’ άλλους ότι δεν ήθελε αίμα σε καμμιά περίπτωσι. Έφερε μάλιστα μαζί της μια κάρτα που έλεγε το ίδιο πράγμα σε περίπτωσι που θα ήταν αναίσθητη. Αλλά οι επιθυμίες της αγνοήθηκαν εντελώς. Το κατώτερο δικαστήριο διέταξε να γίνη αναγκαστική μετάγγισις. Ένας αυτόπτης μάρτυς, ο Τόμας Κήνεϋ, δίνει την ακόλουθη ενώπιον συμβολαιογράφου αφήγησι για το τι συνέβη καθώς την μετέφεραν διά της βίας στην αίθουσα εγχειρίσεων:

«Κατά τη διαδικασία της μεταφοράς της στο κρεββάτι εξακολουθούσε να ξεφωνάζη, ‘Αφήστε με ήσυχη-αφήστε με ήσυχη.’

«Όταν περνούσαν την Ντολόρες με το καροτσάκι από το χωλλ, ξεφώνιζε σ’ όλη τη διαδρομή, ‘Αφήστε με ήσυχη’.

«Φώναζε επίσης κάποιον να την βοηθήση, να τους αναγκάση να σταματήσουν. Επανειλημμένως έλεγε ότι έπρεπε να την αφήσουν ήσυχη. Είδε τον Μπομπ Ντι Νάρντο ένα φίλο που στεκόταν στο χωλλ όταν την περνούσαν μπροστά του με το καροτσάκι και του είπε, ‘Μπομπ, βοήθησέ με.’ Ξεφώνιζε σ’ όλη τη διαδρομή ως την αίθουσα των εγχειρήσεων.»

Ένας άλλος αυτόπτης μάρτυς κατέθεσε ό,τι μπορούσε κανείς να την ακούη που αντιστεκόταν ακόμη και μετά το κλείσιμο της πόρτας της αιθούσης των εγχειρίσεων. Αλλά καμμιά βοήθεια δεν μπορούσε να δοθή, αφού η δικαστική εντολή μπορούσε να επιβληθή με σωματική βία, ακόμη και με αστυνομική βοήθεια, αν θα ήταν αναγκαίο.

Έτσι, το σώμα της δεσποινίδος Έστον αρπάχθηκε και την εξηνάγκασαν να λάβη μια ιατρική θεραπεία που με κανένα λόγο δεν ήθελε. Ο νόμος αποκαλεί ένα άτομο, που συλλαμβάνει και βιάζει μια γυναίκα, εγκληματία, βιαστή. Τι θα πούμε, λοιπόν, για τους γιατρούς και τους υπαλλήλους που έκαμαν το ίδιο, συλλαμβάνοντας και βιάζοντας το σώμα αυτής της γυναίκας παρά τη θέλησί της; Η αφήγησις μοιάζει ασφαλώς σαν κάτι που γινόταν στους «Σκοτεινούς Αιώνες» ή σε κάποιο Ναζιστικό στρατόπεδο συγκεντρώσεως.

Είναι αλήθεια ότι η δεσποινίς Έστον είχε υποστή ατύχημα. Οι γιατροί πίστευαν ότι θα πέθαινε χωρίς μετάγγισι αίματος. Αλλά οι γιατροί το έχουν πη αυτό σε πάρα πολλούς ανθρώπους. Και οι περισσότεροι απ’ αυτούς που δεν δέχθηκαν μετάγγισι έζησαν. Αλλ’ ακόμη και αν δεν ζούσαν, αυτοί ήσαν οι αρμόδιοι ν’ αποφασίσουν.

Ασφαλώς υπάρχουν κίνδυνοι—και στους δύο τρόπους, όπως καταφαίνεται από τον τρομακτικό φόρο των 180.000 που προσεβλήθησαν ή πέθαναν από ηπατίτιδα και μόνο. Αλλά το ζήτημα εδώ είναι ότι το άτομο θα πρέπη να έχη το δικαίωμα ν’ αποφασίζη ποιον κίνδυνο θα διαλέξη, και κατόπιν να βαστάση τις συνέπειες.

Ασυνέπειες

Η απόφασις του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Νέας Ιερσέης εξεδόθη από τον προεδρεύοντα δικαστή, Τζόσεφ Βάιντραουμπ. Είναι ενδιαφέρον, λοιπόν, να διαβάσωμε το ακόλουθο άρθρο που εμφανίσθηκε στην εφημερίδα Εξπρές στο Ήστον της Πενσυλβανίας, πριν από τρία περίπου χρόνια, στις 3 Δεκεμβρίου 1969:

«Ο Αρχιδικαστής της Νέας Ιερσέης επέκρινε τη Δευτέρα με δριμύτητα τα νοσοκομεία και τις εμπορικές τράπεζες αίματος διότι ‘χρησιμοποιούν ακάθαρτες πηγές’ αίματος για μεταγγίσεις.

«Η επίκρισις από τον Αρχιδικαστή Τζόσεφ Βάιντραουμπ ήρθε όταν ήκουσε τα επιχειρήματα στην περίπτωσι της Κας Φάννυ Λου Τζάκσον από το Πλέινφηλντ.

«Η κ. Τζάκσον, που ισχυρίσθηκε ότι προσεβλήθη από ηπατίτιδα λόγω μεταγγίσεως αίματος, ενάγει το Νοσοκομείον Μύλενμπεργκ και την Ανατολική Τράπεζα Αίματος στο Νιούαρκ. . . .

«‘Παίρνετε αίμα από μεθύσους και ανθρώπινα ναυάγια κακοφήμων περιοχών που δεν θα εδίσταζαν να ψευσθούν για το περασμένο ιατρικό ιστορικό τους προκειμένου να τσεπώσουν λίγα δολλάρια,’ είπε ο αρχιδικαστής στους δικηγόρους του νοσοκομείου και της τραπέζης αίματος. . . .

«Ο αρχιδικαστής είπε ότι ανησυχούσε ιδιαίτερα για τη χρήσι αίματος που λαμβάνεται από τοξικομανείς που κινδυνεύουν να προσβληθούν από ηπατίτιδα με το να χρησιμοποιούν στο σώμα τους βελόνες.»

Αλλά κατόπιν, το 1971, στην περίπτωσι της δεσποινίδος Έστον, ο ίδιος δικαστής απεκάλεσε την μετάγγισι αίματος «μια απλή και καθιερωμένη διαδικασία»! Θα έπρεπε να γνωρίζη καλύτερα, έχοντας υπ’ όψι ειδικά τη δική του μαρτυρία, πριν τρία χρόνια, και όσα εγράφησαν τόσο εκτενώς σε ιατρικά περιοδικά από πιο αρμόδιες αυθεντίες.

Στην απόφασι, ο Δικαστής Βάιντραουμπ ετόνισε ότι η ‘απόπειρα αυτοκτονίας είναι έγκλημα του κοινού νόμου και θεωρείται τώρα παράπτωμα ενός ατόμου με αρρωστημένο μυαλό κάτω από τον νόμο της Νέας Ιερσέης.’ Πού υπάρχει όμως οποιαδήποτε απόδειξις για απόπειρα αυτοκτονίας; Δεν υπάρχει καθόλου. Η δεσποινίς Έστον δεν ήθελε να πεθάνη. Δεν επεχείρησε ν’ αφαιρέση τη ζωή της. Ήθελε ιατρική περίθαλψι, και ακόμη χειρουργική επέμβασι αν ήταν αναγκαίο. Ήταν πρόθυμη να λάβη θεραπεία που επεδοκίμαζε, ακόμη και οποιαδήποτε θεραπεία με αντικατάστατα του αίματος.

Αλλ’ όταν μιλούμε για αφαίρεσι ζωής, τι θα πούμε για τις χιλιάδες που πεθαίνουν κάθε χρόνο λόγω μεταγγίσεως αίματος; Αν ο κίνδυνος να πεθάνη κανείς λόγω μη λήψεως αίματος θεωρήται παράβασις του νόμου και εκδίδεται δικαστική εντολή, γιατί να μη εκδοθούν δικαστικές εντολές να συλληφθούν οι γιατροί που φόνευσαν τους ασθενείς τους με μεταγγίσεις αίματος; Και αυτοί οι γιατροί υπήρξαν υπεύθυνοι για την αφαίρεσι ζωής και την αναπηρία χιλιάδων ανθρώπων κάθε χρόνο. Θα πρέπει η άρνησις μεταγγίσεως αίματος να θεωρήται παράβασις του νόμου, αλλ’ η αναπηρία και ο φόνος χιλιάδων ανθρώπων κάθε χρόνο να θεωρούνται νόμιμα; Είναι λογικό να θεωρήται εγκληματίας ένας που αρνείται να του βάλουν αίμα και όχι αυτοί που είναι ανθρωποκτόνοι;

Τα Κίνητρα Δεν Είναι Πάντοτε Αγνά

Οι περισσότεροι γιατροί, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που πιστεύουν στις μεταγγίσεις αίματος, είναι ειλικρινείς στις απόψεις τους. Μπορεί όμως να σφάλλουν, και σφάλλουν. Έπειτα υπάρχουν γιατροί που απλώς έχουν άγνοια των τελευταίων εφευρέσεων στο πεδίον της ιατρικής, ειδικά σε σχέσι με το τι μπορεί να γίνη χωρίς αίμα. Άλλοι είναι πολύ υπερήφανοι για να παραδεχθούν ότι δεν είναι αλάθητοι, κι άλλοι πάλι απλώς δεν ενδιαφέρονται για τα δικαιώματα των ασθενών τους.

Στην περίπτωσι μερικών γιατρών θα πρέπει να αμφισβητηθούν τα κίνητρά τους και η ειλικρίνειά τους. Γιατί; Διότι ενώ ισχυρίζονται ότι δίνουν αίμα με την επιθυμία τους να σώσουν μια ζωή, κάνουν το αντίθετο με το να εκτελούν ή επιδοκιμάζουν τις εκτρώσεις, που αφαιρούν ζωή—165.000 μόνο στην πόλι της Νέας Υόρκης σ’ ένα χρόνο! Φαντασθήτε την κατακραυγή και τις δικαστικές εντολές αν αυτά τα 165.000 βρέφη πέθαιναν λόγω αρνήσεως των μητέρων να δεχθούν μετάγγισι αίματος! Αλλ’ επειδή αυτά τα βρέφη που φονεύθηκαν στις εκτρώσεις δεν είναι αρκετά μεγάλα για να διαμαρτυρηθούν, αυτή η νομιμοποιημένη ανθρωποκτονία εκτελείται από πολλούς γιατρούς.

Το κάπνισμα τσιγάρων προκαλεί καρκίνο των πνευμόνων και φονεύει χιλιάδες ανθρώπους. Ο αλκοολισμός συντομεύει τη ζωή και άλλων χιλιάδων. Αλλά παίρνουν οι γιατροί δικαστικές εντολές να συλλάβουν τους καπνιστάς και τους αλκοολικούς και να τους επιβάλουν διά της βίας ιατρική θεραπεία; Όχι, ακόμη και γι’ αυτές τις φανερά επιβλαβείς συνήθειες αφήνουν ν’ αποφασίση το άτομο παρ’ όλον ότι φονεύουν χιλιάδες φορές περισσότερους ανθρώπους απ’ εκείνους που μπορεί να πεθάνουν λόγω αρνήσεως μεταγγίσεως αίματος. Μήπως σκέφθηκε κανείς στα σοβαρά να λάβη δικαστική εντολή που ν’ απαγορεύη στους ανθρώπους να οδηγούν αυτοκίνητα, επειδή περισσότεροι από χίλιοι φονεύονται και σαράντα φορές περισσότεροι τραυματίζονται κατά μέσον όρο κάθε εβδομάδα σε αυτοκινητιστικά δυστυχήματα;

Υπάρχουν, λοιπόν, πολλές συνήθειες, καλές ή κακές, που εμπερικλείουν κινδύνους. Στο άτομο παρέχεται το δικαίωμα ν’ αποφασίση αν θα τις ακολουθήση. Γιατί, λοιπόν, να ξεχωρίζωμε ειδικά ένα άτομο που αρνείται να λάβη αίμα και να το εξαναγκάζωμε να δεχθή μια θεραπεία που δεν θέλει, ιδιαίτερα όταν αυτή η θεραπεία η ίδια περικλείει κινδύνους, είναι αντίθετη με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις και το άτομο δέχεται να υποβληθή σε άλλη ιατρική θεραπεία;

Η νοοτροπία μερικών στο ιατρικό επάγγελμα απέναντι στα δικαιώματα των ασθενών τους σημειώθηκε πρόσφατα μ’ ένα άρθρο στο περιοδικό Νιούσγουηκ της 9 Αυγούστου 1971. Έγραψε τα ακόλουθα μετά τη μεταμόσχευσι μιας καρδιάς και δύο πνευμόνων από ένα άτομο σε άλλο από τον Δρα Κρίστιαν Μπάρναρντ της Νοτίου Αφρικής.

«Αργότερα την ίδια μέρα η Ροζαλίν Γκάνγια, σύζυγος του αποθανόντος δότου Τζάκσον Γκάνγια, είπε με δάκρυα στους δημοσιογράφους ότι η διεύθυνσις του νοσοκομείου Γκρουτ Σουρ ούτε καν της είπαν για τον θάνατο του συζύγου της πριν αφαιρεθούν τα όργανά του, και ακόμη λιγώτερο δεν ζήτησαν την άδειά της για τη μεταμόσχευσι. ‘Ποτέ δεν θα έδινα την άδεια να του αφαιρέσουν την καρδιά από το σώμα του,’ είπε με αναφυλλητά. ‘Αυτό που έγινε είναι κάτι το τρομερό.’»

Μολονότι η διεύθυνσις του νοσοκομείου ισχυρίσθηκε ότι δεν εγνώριζε ότι ο κ. Γκάνγια ήταν νυμφευμένος, εγνώσθη ότι η κ. Γκάνγια είχε επισκεφθή τον σύζυγό της το βράδυ πριν πεθάνη. Και οι δημοσιογράφοι δεν χρειάσθηκαν περισσότερα από τριάντα λεπτά για ν’ ανακαλύψουν τους συγγενείς του αποθανόντος. Δεν θα μπορούσαν και οι γιατροί επίσης να το έχουν κάμει αυτό, αν είχαν τη διάθεσι; Η εφημερίς Κέιπ Τάιμς της Νοτίου Αφρικής έγραψε σε κύριο άρθρο: «Είναι λυπηρό αυτό που [ο Καθηγητής Μπάρναρντ] ανεφέρθη ότι είπε: ‘Νομίζαμε ότι ήταν εργένης.’ Μα και οι Αφρικανοί εργένηδες έχουν αδελφούς και αδελφές.»

Έτσι, ενώ πολλοί γιατροί και υπάλληλοι έχουν κατάλληλα κίνητρα και σέβονται τις επιθυμίες και τα δικαιώματα των ασθενών τους, υπάρχουν κι εκείνοι που δεν τα σέβονται, αλλ’ αντιθέτως τα ποδοπατούν. Το ότι υπάρχει σήμερα μια τέτοια στάσις είναι θλιβερό να το σκέπτεται κανείς. Δείχνει ότι η νοοτροπία μερικών δεν απέχει πολύ από τη νοοτροπία των «Σκοτεινών Αιώνων» και των Ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως.

Αλλ’ εκείνοι που αρνούνται στον ασθενή το Θεόδοτο δικαίωμά του της εκλογής, ειδικά όταν αυτό περιλαμβάνη τη σχέσι του με τον Θεό, θα αναγκασθούν μια μέρα να λογοδοτήσουν γι’ αυτό που έκαμαν. Και θ’ αναγκασθούν να λογοδοτήσουν στον ίδιο τον Θεό. Στον καιρό εκείνο κανείς δεν θα μπορέση να τρέξη να πάρη κάποια δικαστική εντολή, διότι αυτή δεν θα έχη καμμιά ισχύ. Αντίθετα θα συγκρουσθούν κατά μέτωπο με τον Υπέρτατο Κριτή του σύμπαντος προς καταισχύνη τους και αιώνια απώλειά τους.—Δευτ. 32:35, 41.

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση