Όταν οι Εχθροί Είναι Μέσα στο Σπίτι Σας
ΤΟ άγγελμα της αληθινής Χριστιανοσύνης είναι ένα άγγελμα ειρήνης. Με το να είναι «ευαγγέλιο ειρήνης,» απευθύνεται σε ‘φίλους της ειρήνης,’ δηλαδή σε ανθρώπους που ζητούν συμφιλίωσι με τον Ιεχωβά Θεό.—Πράξ. 10:36· Λουκ. 10:6.
Είναι λυπηρό, το ότι δεν ανταποκρίνονται όλοι με εκτίμησι στο «ευαγγέλιο της ειρήνης.» Αυτό δημιουργεί διαιρέσεις στις οικογένειες μεταξύ εκείνων που αποδέχονται το «ευαγγέλιον» και εκείνων που το απορρίπτουν. Γι’ αυτόν τον λόγο είπε ο Ιησούς: «Μη νομίσητε ότι ήλθον να βάλω ειρήνην επί την γην· δεν ήλθον να βάλω ειρήνη, αλλά μάχαιραν. Διότι ήλθον να διαχωρίσω άνθρωπον κατά του πατρός αυτού, και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής, και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής. Και εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού.»—Ματθ. 10:34-36.
Το να υποστή κάποιος σκληρή εναντίωσι από εκείνους που αγαπά δεν είναι εύκολο. Μπορεί όμως αυτό να επιτευχθή αν πραγματικά εκτιμά ότι τίποτε δεν είναι πιο σπουδαίο από τη διατήρησι κατάλληλης σχέσεως με τον Δημιουργό και τον Υιό του Ιησούν Χριστόν. Το γεγονός ότι ακόμα και στις ημέρες μας πολλοί έχουν υπομείνει καταστάσεις δοκιμασίας μέσα στις οικογένειές των για να υπηρετήσουν τον Θεόν, μπορεί να ενθαρρύνη κάποιον να υπομείνη τις δυσκολίες χωρίς να λυγίση.
● Παρατηρήστε την πείρα ενός ‘φίλου της ειρήνης’ στη δυτική Αφρική. Γράφει τα εξής:
«Πριν φθάσω σε κάποια γνώσι της Γραφικής αλήθειας, είχα αηδιάσει πολύ με τις αδικίες που είδα στη θρησκεία και την πολιτική. Ήμουν τόσο πολύ αποθαρρυμένος ώστε εσκεπτόμουν να θέσω τέρμα στη ζωή μου.
»Τότε ήταν που με επεσκέφθηκε μια μάρτυς του Ιεχωβά. Αν και δεν ήταν εκπαιδευμένη στα σχολεία αυτού του συστήματος, εν τούτοις μου είπε μερικά πολύ ενθαρρυντικά πράγματα, που έδιναν απαντήσεις σε ωρισμένα ερωτήματά μου. Μετά από την ανάγνωσι των δύο περιοδικών που μου άφησε, ολόκληρη η άποψίς μου για τη ζωή άρχισε ν’ αλλάζη. Την ίδια εβδομάδα απέκτησα το βιβλίο Η Αλήθεια που Οδηγεί στην Αιώνια Ζωή και άρχισα να μελετώ και να εφαρμόζω ό,τι μάθαινα.
»Σε λίγο άρχισε η εναντίωσι. Πρώτα ήλθε από τους γείτονές μου. Άρχισαν να με κοροϊδεύουν μπροστά στη σύζυγό μου και τα παιδιά μου, λέγοντας ότι θα τρελλαινόμουν διαβάζοντας τη Γραφή μαζί με τους μάρτυρες του Ιεχωβά.
»Εξ αιτίας των όσων έλεγαν αυτοί, η κόρη μου απεφάσισε να προσπαθήση να με κάμη να σταματήσω. Εκάλεσε την αστυνομία και αυτή ήλθε μαζί με μερικούς άλλους Καθολικούς ‘φίλους’ για να προσπαθήσουν να με κάμουν να σταματήσω τη μελέτη. Έπειτα μου είπαν να μπω στο αυτοκίνητο της αστυνομίας με την πρόθεσι να με πάνε στο νοσοκομείο. Προσπάθησα να τους πω ότι δεν ήμουν άρρωστος και θέλησα ν’ αντισταθώ. Εκείνοι όμως με ανάγκασαν να μπω στο αυτοκίνητο. Όταν βγήκα έξω διεπίστωσα ότι με είχαν φέρει σ’ ένα νοσοκομείο για φρενοβλαβείς.
»Το δωμάτιο όπου με τοποθέτησαν ήταν πολύ ακάθαρτο και μύριζε ούρα. Ήταν τόσο ακάθαρτο ώστε δεν κάθησα, αλλά έμεινα όρθιος δυο μέρες χωρίς να κοιμηθώ. Τελικά έγινε κάποια καθαριότης στο δωμάτιο. Ήταν όμως μια φοβερή πείρα να ζη κανείς μεταξύ ανθρώπων που ήσαν πράγματι φρενοβλαβείς. Μόνο επικαλούμενος τον Ιεχωβά με προσευχή κατώρθωσα να υπομείνω κάτω από τέτοιες συνθήκες.
»Έπειτα ξαφνικά με ελευθέρωσαν. Έμαθα ότι αυτό ωφείλετο στον γυιο μου ο οποίος είναι καπετάνιος σε κάποιο πλοίο κι εκείνο τον καιρό βρισκόταν στη Γαλλία. Όταν πληροφορήθηκε τι μου είχε συμβή, έστειλε τηλεγράφημα απαιτώντας την άμεση απελευθέρωσί μου. Πόσο ευγνώμων ήμουν!
»Όταν επέστρεψα στο σπίτι η οικογένειά μου ντρεπόταν για ό,τι μου είχε κάμει. Δεν σταμάτησα τη μελέτη, αλλ’ αύξησα τη λήψι πνευματικής τροφής με προσωπική μελέτη καθώς επίσης και με την τακτική παρακολούθησι των συναθροίσεων. Σύντομα άρχισα να μιλώ και σ’ άλλους για το ευαγγέλιο και αργότερα βαπτίσθηκα.
»Τι έγινε όμως με την οικογένειά μου; Είμαι ευτυχής να πω ότι η κόρη μου, που ήταν κυρίως υπεύθυνη για την κακομεταχείρισί μου, παρακολουθεί τώρα τακτικά τις συναθροίσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά μαζί με μια άλλη από τις κόρες μου. Η σύζυγος και οι κόρες μου λαμβάνουν μέρος στη συζήτησι του Γραφικού εδαφίου της ημέρας. Πόσο είμαι ευτυχής που υπέμεινα στις δοκιμασίες μου!»
● Ένα άλλο παράδειγμα του τι μπορεί να συμβή είναι η περίπτωσις ενός νέου από την Ιρλανδία. Εξ αιτίας της βίας και της αιματοχυσίας που χαρακτηρίζουν τις συγκρούσεις μεταξύ Καθολικών και Διαμαρτυρομένων στην Ιρλανδία, αυτός ο νέος πήγε στη θάλασσα ως καμαρότος σ’ ένα εμπορικό πλοίο ψυγείο με προορισμό τη Νέα Ζηλανδία. Σε κάποιο σημείο της διαδρομής κάποιος είχε τοποθετήσει στη βιβλιοθήκη του πλοίου τα βιβλία «Αγιασθήτω το Όνομά Σου» και «Είναι Πράγματι η Βίβλος ο Λόγος του Θεού;» Βλέποντας αυτός ο νέος τα βιβλία απεφάσισε να τα διαβάση για να δη αν αυτή η θρησκεία εδίδασκε και ακολουθούσε την ειρήνη.
Εντυπωσιάσθηκε τόσο πολύ με ό,τι διάβασε ώστε με την άφιξί του στο Τιμαρού της Νέας Ζηλανδίας πήγε και βρήκε αμέσως την Αίθουσα Βασιλείας των μαρτύρων του Ιεχωβά και άρχισε να παρακολουθή τις συναθροίσεις. Πριν αναχωρήση απ’ εκεί το πλοίο, οι μάρτυρες τον εφωδίασαν με επιπρόσθετη έντυπη ύλη και του εξήγησαν ότι ήταν πιθανόν ν’ αντιμετωπίση εναντίωσι από τα μέλη της οικογενείας του και τους φίλους όταν θα επέστρεφε στο σπίτι του στο Λοντόντερρυ της Ιρλανδίας.
Όταν γύρισε στην Ιρλανδία, ο νέος αυτός είχε ν’ αντιμετωπίση τον πατέρα του. Ο πατέρας του είπε ότι, αν επρόκειτο να τον δη να κηρύττη από σπίτι σε σπίτι, θα έπεφτε επάνω του με το αυτοκίνητό του. Ο γυιος έμεινε κατάπληκτος, αλλ’ ο πατέρας ωμολόγησε ότι δεν θα το έκανε αυτό μόνος του, αλλά ‘θα έβαζε μερικά παιδιά να το κάμουν και όταν θα έβρισκαν το σώμα του, θα κατηγορούσαν τους Προτεστάντες.’
Αργότερα στο Λονδίνο ο νέος απελπίσθηκε κυριολεκτικά και σκέφθηκε να επιστρέψη στη θάλασσα με τη σκέψι να εγκαταλείψη την αλήθεια που είχε μάθει. Τι έκαμε όμως; Γράφοντας στους μάρτυρας του Ιεχωβά στο Τιμαρού αναφέρει τι συνέβη: «Άρχισα να σκέπτωμαι, θα ήταν σωστό να εγκαταλείψω τον Θεό τώρα που τον βρήκα πραγματικά για πρώτη φορά; Όχι! Δεν θα ήταν σωστό να εγκαταλείψω τον Θεό. Έτσι τηλεφώνησα στο Μπέθελ (το γραφείο του τμήματος της Εταιρείας Σκοπιά) στο Λονδίνο για τη διεύθυνσι της πλησιέστερης Αιθούσης Βασιλείας. Τώρα είμαι ευτυχής να σας πω ότι είμαι μαζί με τους αδελφούς μου και τις αδελφές μου εδώ.»
● Ένας Μωαμεθανός στο Ισραήλ που άρχισε να μελετά τη Γραφή αντιμετώπισε κι αυτός επίσης εναντίωσι από την οικογένειά του. Η σύζυγός του ήταν ιδιαιτέρως καχύποπτη για το ενδιαφέρον του για το «ευαγγέλιο.» Τον κατηγόρησε ότι ήθελε να την εγκαταλείψη ώστε να νυμφευθή μια Χριστιανή. Έκαμε επίσης γνωστή την πρόθεσί της να φύγη παίρνοντας μαζί της και τα παιδιά, έφερε μάλιστα διάφορους συγγενείς της καθώς και δικούς του συγγενείς για να προσπαθήσουν να τον πείσουν ν’ αφήση τη νέα του πίστι. Μαζί τους ενώθηκαν και οι γείτονες στην εναντίωσι. Έπειτα οι επίσημοι των Μωαμεθανών άρχισαν μια εκστρατεία εναντίον του καταγγέλλοντας αυτόν και τους μάρτυρας του Ιεχωβά γενικά σε μια ομιλία που δόθηκε στο τοπικό τζαμί. Ακόμα και λεγόμενοι Χριστιανοί του είπαν να επιστρέψη στην προηγούμενη θρησκεία του.
Παρ’ όλ’ αυτά όμως ο άνθρωπος παρέμεινε σταθερός. Τώρα αρχίζει να βλέπη μερικές αλλαγές. Ένα παράδειγμα αυτού είναι όταν η σύζυγός του διέκοψε την εβδομαδιαία οικιακή Γραφική του μελέτη και ρώτησε: «Δεν θα έχη και για μένα ένα μέρος σ’ αυτόν τον παράδεισο; Θα ήθελα κι εγώ να ζήσω σ’ αυτή τη νέα τάξι του Θεού.»
Είναι αλήθεια ότι και αν ακόμα μέλη της οικογενείας παρουσιάζωνται ως «εχθροί,» μπορεί κανείς να υπομείνη την εναντίωσι χωρίς να παραιτηθή και ίσως να έχη την ευτυχισμένη πείρα να τους δη ν’ αλλάζουν τη στάσι τους.