Μανάγκουα—Θύμα ενός Τραγικού Εφιάλτου
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Νικαράγουα
Η ΕΠΙΓΡΑΦΗ ακόμη στέκεται. Διακηρύσσει με βωβή μαρτυρία: ΜΑΝΑΓΚΟΥΑ, 404.700 ΚΑΤΟΙΚΟΙ. Και στο κέντρο της πόλεως ένας άλλος σιωπηρός φρουρός δίνει μαρτυρία. Το ρολόι της κυρίας εισόδου του Εθνικού Ανακτόρου έχει σταματήσει στις 12.35.
Σ’ εκείνη την πολύ πρωινή ώρα του Σαββάτου, 23 Δεκεμβρίου 1972, μέσα στο σκοτάδι, η πρωτεύουσα της Νικαράγουας πέθανε μ’ ένα τρομακτικό σεισμό.
Με το επίκεντρο του σεισμού ακριβώς στο κέντρο της εμπορικής συνοικίας, η Μανάγκουα έπαυσε να υπάρχη σαν μια κατοικήσιμη πόλις σε 30 μόνον δευτερόλεπτα. Ο φόρος του θανάτου έφθασε επισήμως σε περισσότερους από 12.000, αλλά θα είναι αδύνατον να προσδιορισθή ποτέ ο ακριβής αριθμός εκείνων που έχουν ταφή κάτω από τα σπίτια που κατέρρευσαν.
Εφιάλτης σ’ Όλη την Πόλι
Το μεγαλύτερο μέρος της πόλεως αναπαυόταν ειρηνικά όταν μια προειδοποιητική δόνησις έγινε αισθητή την Παρασκευή το βράδυ περίπου στις 10 η ώρα. Αλλά η Μανάγκουα είχε και στο παρελθόν πολλές δονήσεις. Αυτές συμβαίνουν τακτικά κάθε χρόνο, γενικά όμως δεν προξενούν σημαντική ζημιά. Εν τούτοις, εκείνο το πρωινό του Σαββάτου του περασμένου Δεκεμβρίου ήταν διαφορετικό.
Λίγο μετά τις 12.35 π.μ. οι επιζήσαντες από τον ισχυρό σεισμό άρχισαν να ξεχύνωνται στους δρόμους. Ένα παχύ σκέπασμα από σκόνη έπνιγε την πόλι. Οι άνθρωποι ήσαν άφωνοι, ζαλισμένοι. Καθώς η σκόνη άρχισε να σκορπίζεται, έγινε μια δεύτερη δόνησις, όχι τόσο ισχυρή όσο η πρώτη, αλλά αρκετή για να ρίξη τους τοίχους κάτω. Έπειτα, στις 2 π.μ. περίπου έγινε μια τρίτη. Μικρή ζημία είχε απομείνει γι’ αυτή τη δόνησι.
Εκθέσεις από όλη την πόλι μαρτυρούν την ίδια αντίδρασι όταν τελικά κατακάθισε η σκόνη. Όπως συνέβη στην αρχαία Αίγυπτο, όταν έπεσε νεκρό το πρωτότοκο παιδί σε κάθε σπίτι, «έγινε βοή μεγάλη» και θρήνος από τον λαό που επλήγη. (Έξοδ. 12:30) Η πλήρης διαπίστωσις του τι είχε λάβει χώραν άρχισε να διαφαίνεται. Όταν άρχισε το έργο της διασώσεως, η συνείδησις του θανάτου ολόγυρα πάγωνε τα κόκκαλα.
Τις πρώτες πρωινές ώρες, πυρκαϊές εξερράγησαν σε διάφορα σημεία της πόλεως. Η μεγαλύτερη κατέστρεψε την κεντρική αγορά, πυρπολώντας ένα τμήμα δεκαπέντε τετραγώνων. Ούτε νερό ούτε ηλεκτρικό ρεύμα ήσαν διαθέσιμα. Ο κεντρικός πυροσβεστικός σταθμός είχε καταστραφή· ο σύγχρονος εξοπλισμός του βρισκόταν κάτω από τα ερείπια.
Ατομικοί Εφιάλτες
Σε όλη την πόλι οι οικογένειες υπέφεραν τον ίδιο εφιάλτη. Είχε επαναληφθή χίλιες φορές, ναι, δεκάδες χιλιάδες: Το σπίτι σωριάστηκε. Όσοι ζούσαν γρατσούνιζαν με τα νύχια τους για ν’ ανοίξουν δρόμο μεσ’ από τις πέτρες για ν’ αναπνεύσουν, επειδή πνίγονταν μέσα στα γεμάτα σκόνη ερείπια. Εν τούτοις πολλοί δεν το έκαμαν. Εκείνοι που ενήργησαν αμέσως, άρχισαν να εργάζωνται βοηθώντας την οικογένειά τους.
Μια μητέρα οκτώ παιδιών αναφέρει: «Ο σύζυγός μου ήταν ο πρώτος που απελευθερώθηκε από τα ερείπια. Αφού με έβγαλε σκάβοντας, εργασθήκαμε με αγωνία για να βρούμε τα παιδιά. Το φως των τρομακτικών πυρκαϊών στην περιοχή της κάτω πόλεως μας βοηθούσε να βλέπωμε. Όταν ακούαμε μια πνιγμένη φωνή, σκάβαμε. Ένα χέρι εξείχε εκεί, ένα πόδι πιο πέρα. Χάρις στον Θεό, μπορέσαμε να τα σώσωμε όλα.»
Η Λόλα Ντιάζ, μια μάρτυς του Ιεχωβά ηλικίας 79 ετών, αναπαυόταν όταν με τον σεισμό κατέρρευσε ο τοίχος που ήταν δίπλα στο κρεββάτι της και την έθαψε. Η θυγατέρα της μπόρεσε να βγη από τα ερείπια μόνη της, και έπειτα γρήγορα φώναξε για βοήθεια. Πολλοί γείτονες αποκρίθηκαν στις φωνές της και μαζί έσκαψαν και ανέσυραν τη Λόλα ήδη σε κατάστασι αναισθησίας. Έπειτα επανήλθε στις αισθήσεις της και τώρα είναι σε ανάρρωσι.
Η Κονσίτα Γκονζάλες έρραβε αργά εκείνη τη νύχτα. Καθώς οι τοίχοι κατέρρεαν αμέσως έπεσε κάτω από τη ραπτομηχανή της. Όγκοι τσιμέντου έπεσαν επάνω από αυτήν, αλλά τελικά σώθηκε.
Άλλοι, όμως, δεν ήσαν τόσο τυχεροί. Μια οικογένεια μόλις είχε μετακομίσει στη νέα τους κατοικία στα βορειοδυτικά της πόλεως. Το σπίτι τους ήταν κατασκευασμένο από τσιμεντόλιθους. Μπάρες από χάλυβα στο εξωτερικό των παραθύρων έδιναν αίσθησι ασφαλείας. Εν τούτοις τα πάντα κατέρρευσαν σαν να ήσαν κατασκευασμένα από υγρή λάσπη. Ολόκληρη η οικογένεια οκτώ ατόμων χάθηκαν θαμμένοι ζωντανοί.
Έπειτα ήταν η ευτυχής γαμήλια δεξίωσις που ακόμη βρισκόταν σε ακμή τις πρώτες ώρες του Σαββάτου. Τρόμος τους κατέλαβε όταν η παχειά στέγη από τσιμέντο κατέρρευσε στο πάτωμα του χορού. Τριάντα πέθαναν.
Υπήρχαν, όμως, και αξιοσημείωτα, ασυνήθιστα επεισόδια επιβιώσεως. Μια τρομοκρατημένη μητέρα αναζητούσε αλλόφρων τη μικρή της διετή κορούλα, σκάβοντας τα ερείπια στο μέρος όπου νόμιζε ότι ήταν το σπίτι της. Αργότερα, η μικρή βρέθηκε να κοιμάται ήσυχα σ’ ένα δωμάτιο στο πίσω μέρος, άθικτο από τον σεισμό.
Ένας ξένος στο Δωμάτιο 318 του Γκραντ Χοτέλ είχε μόλις τελειώσει το μπάνιο του με τον καταιονιστήρα. Προσπάθησε ν’ ανοίξη τη θύρα προς το δωμάτιό του και δεν μπορούσε. Τελικά του άνοιξε ένα ζεύγος που ήταν μέσα. Ενώ στεκόταν γυμνός, σαστισμένος και σε αμηχανία, ρώτησε: «Τι κάνετε στο δωμάτιό μου;»
«Στο δωμάτιό σας; Αυτό είναι το δωμάτιό μας, το 418,» ήταν η απάντησις.
Κανένας απ’ αυτούς δεν είχε αντιληφθή τότε ότι το τρίτο πάτωμα είχε καταρρεύσει, και το τέταρτο πάτωμα βρισκόταν στη θέσι του τρίτου. Ο γυμνός ξένος διέφυγε τον θάνατο, αλλά πολλοί άλλοι του τρίτου ορόφου χάθηκαν.
Για να ταφούν οι χιλιάδες των νεκρών, είχαν σκαφή μακρά χαρακώματα στα νεκροταφεία. Οι σειρές των νεκρών που συσσωρεύονταν η μια επάνω από την άλλη ήταν ένα θέαμα που για πολύν καιρό θα το θυμούνται οι άνθρωποι εδώ. Μερικοί θάβονταν σε φέρετρα, οι περισσότεροι όχι. Οι νεκροί έφθαναν τυλιγμένοι με νάυλον τυλίγματα, κουβέρτες, σεντόνια και μερικοί γυμνοί. Τέσσερα σώματα είχαν τοποθετηθή μέσα σε μια ντουλάπα ενδυμάτων, την έδεσαν μ’ ένα σχοινί που την κρατούσε κλειστή, και μ’ αυτόν τον τρόπο τους κατέβασαν στον λάκκο.
Διάσωσις και Έργο Περιθάλψεως
Όταν ειδήσεις της τραγωδίας άρχισαν να διαδίδωνται, ο κόσμος συγκλονίσθηκε και αντέδρασε γρήγορα. Άλλες χώρες άρχισαν σχεδόν αμέσως να στέλλουν ιατρική βοήθεια και άλλα εφόδια. Έτσι δεν πέρασε πολύς χρόνος και τα θύματα του σεισμού έλαβαν βοήθεια.
Ένα από τα πρώτα κέντρα για προμήθεια εφοδίων περιθάλψεως τροφίμων και νερού ήταν το γραφείο τμήματος της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά, ενός οργανισμού που χρησιμοποιείται από τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Το γραφείο αυτό βρίσκεται σε απόστασι δεκαοκτώ τετραγώνων από το επίκεντρο του σεισμού, προς την ανατολική πλευρά της Μανάγκουας. Το κτίριο έπαθε μικρή μόνον ζημία. Τα περισσότερα από τα γύρω σπίτια είχαν καταστραφή τελείως.
Μόλις άρχισε να ξημερώνη εκείνο το ψυχρό πρωινό του Σαββάτου, οι επίσκοποι των εκκλησιών των μαρτύρων του Ιεχωβά ενήργησαν από συμφώνου και αποτελεσματικά. Ήθελαν να ξέρουν ιδιαίτερα πώς ήσαν οι συμμάρτυρές των. Επισκέφθηκαν το καθένα μέλος της εκκλησίας των, ένα προς ένα, για να ιδούν τι μπορούσε να γίνη για να βοηθήσουν εκείνους που είχαν ανάγκη ιατρικής βοηθείας και να τους εξυπηρετήσουν σε οποιεσδήποτε άλλες ανάγκες που θα μπορούσαν να έχουν. Μετά την έρευνα αυτή, εστάλη μια πλήρης έκθεσις στο γραφείο του τμήματος, όπου έγινε μια εκτίμησις για τον καλύτερο τρόπο με τον οποίον θα έπρεπε να εφαρμοσθή το πρόγραμμα περιθάλψεως.
Σε λίγες ώρες οι εκθέσεις άρχισαν να φθάνουν. Το μεσημέρι του Σαββάτου δεκαπέντε από τις δεκαέξη εκκλησίες επικοινώνησαν με το γραφείο. Ήταν εκπληκτικό το ότι κανένας θάνατος δεν συνέβη μεταξύ των 1.000 και πλέον Μαρτύρων της πόλεως! Υπήρχαν μώλωπες, τραύματα, αμυχές και γδαρσίματα πολυάριθμα ώστε ν’ αναφερθούν, αλλά ούτε ένα σπασμένο κόκκαλο! Επτά Αίθουσες Βασιλείας καταστράφηκαν, και άλλες τέσσερες είχαν υποστή ζημίες. Τουλάχιστον 80 τοις εκατό των Μαρτύρων έχασαν τα σπίτια τους.
Αμέσως άρχισαν να καταβάλλωνται προσπάθειες για περίθαλψι αυτών των Μαρτύρων και των οικογενειών των. Η γνήσια αγάπη που υπάρχει μεταξύ του λαού του Θεού βεβαίως εκδηλώθηκε. Το απόγευμα του Σαββάτου έφθασε ένας Μάρτυς με ένα φορτηγό αυτοκίνητο φορτωμένο με 300 γαλλόνια νερό από μια εκκλησία της οποίας η περιοχή ήταν σε απόστασι δεκαέξη μιλίων. Εκείνοι που βρίσκονταν στο γραφείο του τμήματος και οι γείτονές των χάρηκαν πολύ γι’ αυτό.
Έπειτα στις 10 μ.μ. τα πρώτα δυο φορτηγά αυτοκίνητα με εφόδια έφθασαν από τους μάρτυρας του Ιεχωβά της Λιβερίας της Κοσταρίκα. Λίγο αργότερα, δυο ακόμα φορτηγά αυτοκίνητα έφθασαν από τους Μάρτυρας της Τεγκουσιγκάλπα της Ονδούρας. Έτσι τροφές, ιματισμός, φάρμακα, νερό και βενζίνη ήσαν διαθέσιμα σε εικοσιτέσσερις ώρες ή περίπου τόσο μετά την καταστροφή! Τα σύνορα ήσαν ανοιχτά μέρα και νύχτα. Δεν απαιτούνταν καθόλου θεωρήσεις διαβατηρίων σ’ αυτή την εθνική επείγουσα ανάγκη.
Λίγο μετά τις 7 π.μ. της Κυριακής ο επίσκοπος του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στην Κοσταρίκα έφθασε με περισσότερα εφόδια. Αντιπρόσωποι από το τμήμα του Ελ Σαλβαδόρ έφεραν επιπρόσθετα εφόδια λίγη ώρα πριν από το μεσημέρι της Κυριακής. Εθελονταί εργάται επίσης έφθαναν από διάφορες εκκλησίες της Νικαράγουας. Γρήγορα τους ανέθεσαν να ταξινομούν ιματισμό, να συσκευάζουν τρόφιμα και να τα διανέμουν. Άλλοι ανέλαβαν εθελοντική υπηρεσία για να μαγειρεύουν απλά φαγητά για να τρέφωνται οι εργάτες που αφιέρωναν όλο τους το χρόνο στο έργο της περιθάλψεως.
Το Έργο της Περιθάλψεως Επιταχύνεται
Την Κυριακή, την πρώτη μέρα του προγράμματος περιθάλψεως, 578 άτομα έλαβαν αρκετά τρόφιμα για δυο μέρες. Εκείνο το απόγευμα, της Κυριακής ο επίσκοπος του τμήματος είχε μια συνάντησι με τους επισκέπτας Μάρτυρας από την Κοσταρίκα, Ονδούρα και Ελ Σαλβαδόρ. Ήθελαν να γνωρίζουν: «Τι ανάγκες έχουν οι αδελφοί μας της Νικαράγουα; Τι μπορούμε να κάνωμε για να βοηθήσωμε; Τι εφόδια θα ’πρεπε ν’ αγοράσωμε;»
Ήταν αδύνατο ν’ αγοράση κανείς οτιδήποτε στη Μανάγκουα. Έτσι καταρτίσθηκαν κατάλογοι εμπορευμάτων που χρειάζονταν και δόθηκαν οδηγίες. Τη Δευτέρα το πρωί άρχισαν να φθάνουν φορτηγά αυτοκίνητα από άλλα μέρη, και τα φορτηγά αυτά συνέχισαν να έρχωνται μέρα και νύχτα. Στο τέλος δύο εβδομάδων αποφασίσθηκε όλα τα εφόδια να έρχωνται από την Κοσταρίκα, επειδή ήταν η πλησιέστερη χώρα και οι συνθήκες της αγοράς ευνοϊκές. Στο τέλος της τρίτης εβδομάδος με το πρόγραμμα περιθάλψεως των Μαρτύρων είχαν συσκευασθή και αποσταλή πάνω από είκοσι τόννοι τροφίμων, που αρκούσαν για 120.000 γεύματα. Οι Μάρτυρες που ήσαν έξω από τη Μανάγκουα είχαν ανοίξει τα σπίτια τους στους Χριστιανούς αδελφούς των και αδελφές που είχαν ανάγκη καταλυμάτων για διαμονή.
Από όλον τον κόσμο οι μάρτυρες του Ιεχωβά έστειλαν δώρα για να βοηθήσουν τους συμμάρτυράς των στη Νικαράγουα. Και επειδή χρειάζονταν εφόδια, η Εταιρία Σκοπιά έστειλε χρήματα στην Κοσταρίκα για ν’ αγοράζωνται αυτά τα πράγματα. Επιπροσθέτως, λόγω της ευγενούς συνεργασίας του Ερυθρού Σταυρού και του προγράμματος ΒΟΗΘΕΙΑΣ των Ηνωμένων Πολιτειών για την Νικαράγουα, ελήφθησαν 70 σκηνές, 100 μικρά κρεββάτια και 100 κλινοσκεπάσματα για τους άπορους Μάρτυρας. Επίσης 100 επιπρόσθετα κλινοσκεπάσματα αγοράσθηκαν στην Κοσταρίκα.
Δεν ξέρομε πόσον χρόνο το πρόγραμμα μας περιθάλψεως θα πρέπει να συνεχισθή. Αλλά η κυβέρνησις διεκήρυξε ότι θα είναι ανάγκη να διατραφούν 260.000 άτομα στη Νικαράγουα σχεδόν επί ένα έτος.
Μια Έξοδος Συγχρόνου Εποχής
Στη διάρκεια του Σαββάτου, της ημέρας του σεισμού, καθόσον συνεχίζονταν οι εργασίες διασώσεως, εκείνοι που σώθηκαν έστρεψαν την προσοχή τους στην ανεύρεσι των προσωπικών πραγμάτων που δεν είχαν καταστραφή ή ταφή ανεπανορθώτως. Εκείνο το βράδυ η Μανάγκουα ζούσε στους δρόμους. Η φοβερή νύχτα ήταν ψυχρή και απειλητική. Αυτοσχέδια φανάρια ανθρακασβεστίου και μικρές λάμπες πετρελαίου άρχισαν να τρεμοσβύνουν σε μια αδύνατη και παθητική προσπάθεια να ελαττώσουν τον φόβο.
Τα παιδιά βογγούσαν και έκλαιγαν σιγά και οι σκύλοι ακολουθούσαν τους κυρίους των, τρομαγμένοι καθώς η γη εξακολουθούσε να σείεται. Όταν, τελικά, έπειτα από φαινομενικά ατέλειωτες ώρες αϋπνίας, ο ευχάριστος Κυριακάτικος ήλιος σκόρπισε με τις ακτίνες του το φόβο της νύχτας, χιλιάδες είχαν μια μόνο απόφασι, να φύγουν απ’ αυτή τη γεμάτη τρόμο πόλι.
Η κυβέρνησις εξέπεμπε μηνύματα που συνιστούσαν την άμεση εκκένωσι, αλλά δεν μπορούσαν ν’ αποφασίσουν ποια τμήματα θα έπρεπε να εκκενωθούν ή πώς αυτό έπρεπε να εκτελεσθή. Ωστόσο, μέσα σε τρεις μέρες 100.000 περίπου άτομα ημερησίως έφυγαν από την πόλι σε μια άνευ προηγουμένου έξοδο που πλησίαζε την υστερία. Οι μεταφορές ήσαν υπερτιμημένες. Τα ιδιωτικά φορτηγά εχρέωναν τέσσερις έως πέντε φορές τις συνήθεις τιμές των. Μέρα και νύχτα η φόρτωσις και η φυγή συνεχιζόταν.
Η απελπισία μερικών τους ωδηγούσε σε άκρα και ιδιοτελή μέτρα για να έχουν μέσα μεταφοράς. Ένας άνθρωπος που ωδηγούσε ένα φορτηγό αυτοκίνητο εξήγησε: «Σταμάτησα για να κάμω μια στροφή δεξιά. Καθώς πρόσεχα την κυκλοφορία, ένας άνθρωπος πετάχθηκε μέσα στο δρόμο μ’ ένα περίστροφο στο χέρι του και το κόλλησε στο παράθυρο ενός οχήματος που ήταν απέναντί μου, αρπάζοντας τον άνθρωπο με το άλλο του χέρι.»
Λαφυραγωγία
Μια από τις λυπηρές απόψεις αυτής της εθνικής τραγωδίας ήταν η λεηλασία που έλαβε χώραν. Πολλές ημέρες μετά τον σεισμό, μεγάλα πλήθη άρχισαν να σχηματίζωνται εμπρός από τα σούπερ μάρκετς. Αυτά ήσαν γεμάτα από εμπορεύματα για την περίοδο των Χριστουγέννων. Ένοπλοι φρουροί εστάθμευαν γύρω τους σαν προφυλακτικό μέτρο για να παρεμποδισθή η λεηλασία. Αλλά γρήγορα οι όχλοι δεν εδέχοντο έλεγχο. Οι φρουροί είτε έφυγαν, είτε ενώθηκαν στη λεηλασία, σύμφωνα με τη μαρτυρία πολλών αυτόπτων. Πέντε υπεραγορές απογυμνώθηκαν. Ακόμη και τα ακίνητα υδραυλικά προσαρτήματα αποσπάσθηκαν από τις βάσεις των και αφαιρέθηκαν. Κατόπιν, δυο υπεραγορές πυρπολήθηκαν.
Πολλές μεμονωμένες περιπτώσεις λεηλασίας ιδιωτικών σπιτιών αναφέρθηκαν. Ο στρατός έλαβε οδηγίες να πυροβολή οποιονδήποτε έβρισκε να κλέπτη. Επί τέσσερις ή πέντε νύχτες μετά τον σεισμό ο ήχος πυροβολισμών γέμιζε την πόλι σε όλη τη διάρκεια του σκότους. Πολλές ήσαν οι περιπτώσεις όπου οι άνθρωποι πήγαιναν να βρουν μεταφορικό μέσο για να μετακομίσουν τα προσωπικά των πράγματα, αλλ’ όταν επέστρεψαν είδαν ότι τα σπίτια των είχαν λεηλατηθή κατά την απουσία τους.
Ένας καθηγητής, αφού έσκαψε για να βρη την οικογένειά του μέσ’ από τα συντρίμμια, βρήκε τη μικρή του κόρη σε κρίσιμη κατάστασι. Η στέγη είχε καταρρεύσει επάνω στο αυτοκίνητό του που ήταν στο γκαράζ. Έτσι χρησιμοποίησε άλλο μέσον για να πάη την κόρη του στο νοσοκομείο. Επιστρέφοντας την επομένη, μετά τον θάνατο της κόρης του, βρήκε κλέπτες να λαφυραγωγούν το σπίτι του. Είχαν μπη μάλιστα και στο γκαράζ, είχαν σηκώσει και υποστηρίξει την πεσμένη στέγη και ήσυχα προχωρούσαν ν’ απογυμνώνουν το αυτοκίνητο από κάθε τι περιλαμβανομένων και των τροχών.
Θάρρος Εμπρός στην Καταστροφή
Ο λαός της Νικαράγουας, ως επί το πλείστον, είναι άνθρωποι θερμοί και γενναιόψυχοι. Έχουν αναπτύξει ένα αξιοσημείωτο θάρρος. Οι δυσκολίες στη ζωή τους δεν είναι νέες. Και αυτή την τελευταία την αντιμετώπισαν με χαρακτηριστικό θάρρος.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα μιας γυναίκας που έφυγε από τη Μανάγκουα και έμεινε σε μια προσωρινή καλύβα πάνω στην πλατφόρμα του σιδηροδρομικού σταθμού της Μασάγιας, 15 μίλια νοτίως της Μανάγκουας. Ενώ περίμενε να στέγνωση το φόρεμά της, το μόνο που μπόρεσε να σώση, μιλούσε σε μιαν ιεραπόστολο των μαρτύρων του Ιεχωβά που είχε προσκαλέσει να μπη στην καλύβα. Εξήγησε ότι εικοσιπέντε οικογένειες έπρεπε να περιμένουν τη σειρά τους κάθε μέρα για να κάμουν ένα λουτρό σ’ ένα σταθμό βενζίνης εκεί κοντά. Με ήρεμο θάρρος είχε δεχθή την αθλία της κατάστασι.
Σε μια περιοχή, στην οποίαν είχαν καταφύγει πρόσφυγες, η πρωινή δροσιά ήταν τόσο βαρειά ώστε το πρωί τα σεντόνια τους ήσαν βρεγμένα και έπρεπε να τα στίψουν και να τα κρεμάσουν για να στεγνώσουν, ώστε να είναι έτοιμα για την επόμενη νύχτα. Αλλά δεν εκφράζονταν παράπονα.
Πολλοί στη Μανάγκουα, που δεν είχαν τόπο για να φύγουν και ήταν πολύ πτωχοί για ν’ απομακρυνθούν, παρέμειναν στην ερημωμένη πόλι. Ομάδες συγκεντρώνονταν μαζί για να έχουν ανθρώπινη συντροφιά, παρηγοριά και προστασία τη νύχτα. Οι περισσότεροι κοιμούνται σε πάνινα μικρά κρεββάτια που δίνουν ζεστασιά στις παγερές νύχτες. Η κατάστασις των Μαρτύρων εξακολουθεί να βελτιώνεται, αλλά υπάρχουν δυσκολίες.
Τρεις εβδομάδες μετά τον σεισμό, μια γυναίκα εβδομήντα ετών βρέθηκε να κοιμάται στο δρόμο επάνω σε κρεββάτι εκστρατείας δίπλα σ’ ένα φράχτη. Για να προστατευθή κάπως από τους παγερούς άνεμους της νύχτας, είχε καρφώσει μερικές σανίδες κοντραπλακέ γύρω της. Οι Μάρτυρες που εργάζονταν στο πρόγραμμα περιθάλψεως έστησαν μια σκηνή γι’ αυτήν. Όταν είδε τη σκηνή στημένη ξέσπασε σε λυγμούς και έκλαιε. Άλλοι Μάρτυρες αισθάνθηκαν τα ίδια αισθήματα όταν έλαβαν τις σκηνές των. Πολλοί είχαν κοιμηθή πολλές νύχτες στο έδαφος, άλλοι σε κρεββάτια εκστρατείας στο ύπαιθρο. Αποτελεί θαύμα το ότι ύστερα απ’ όλα αυτά τα γεγονότα, δεν συνέβη θάνατος μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά.
Πνευματική Βοήθεια
Πέντε μέρες μετά τον σεισμό αποφασίσθηκε να εκκενωθή το γραφείο του τμήματος και ο ιεραποστολικός οίκος της Εταιρίας Σκοπιά. Επανεγκαταστάθηκε στην εξοχή, δωδεκάμισυ μίλια στα νοτιοανατολικά της Μανάγκουας. Εκεί μια οικογένεια ευγενικά προσέφερε χώρο στην κατοικία τους κι έτσι το γραφείο του τμήματος και το έργο περιθάλψεως μπορούσε να συνεχισθή χωρίς διακοπή από μια κεντρική τοποθεσία. Περίπου 100.000 από τους 404.700 κατοίκους της Μανάγκουας έμειναν στην πόλι. Πολλοί Μάρτυρες είναι μεταξύ εκείνων που παρέμειναν.
Το γραφείο του τμήματος και ο επίσκοπος περιοχής της Μανάγκουας γρήγορα κατέστρωσαν ένα πρόγραμμα για να επισκεφθούν και να τακτοποιήσουν τους Μάρτυρες σε ομίλους. Οι εκκλησιαστικές συναθροίσεις αποκαταστάθηκαν και η διακονία του αγρού αναδιοργανώθηκε. Η επίσκεψις του επισκόπου περιοχής προγραμματίσθηκε να διαρκή μιάμιση μέρα για κάθε όμιλο. Έτσι στο τέλος δέκα ημερών όλοι οι όμιλοι λειτουργούσαν ομαλά.
Αυτή την πρώτη επίσκεψι του επισκόπου περιοχής ακολούθησε μια δεύτερη διαρκείας δυο ημερών. Η μια ημέρα αφιερώθηκε στη διακονία του αγρού και η άλλη σε ειδικές συναθροίσεις. Επειδή ισχύει ο στρατιωτικός νόμος, δεν διεξάγονται συναθροίσεις τα βράδια. Ο επίσκοπος περιοχής επίσης παραδίδει τρόφιμα και ιματισμό σε κάθε επίσκεψι, καθώς επίσης δίνει και ειδικές οδηγίες υγιεινής και για τους κινδύνους μολύνσεων. Επίσης ελέγχει την υγεία των αδελφών από σωματική άποψι, λαμβάνοντας σημείωσι των πιθανών αναγκών για εισαγωγή σε νοσοκομεία ή φάρμακα. Ολόκληρη αυτή η διευθέτησις αποδείχθηκε πραγματική ευλογία για όλους.
Μέρος «του Σημείου»
Αληθινά αυτός ήταν ένας τραγικός εφιάλτης για τις εκατοντάδες χιλιάδων των κατοίκων της Μανάγκουας. Ο φόβος, η αγωνία και ο τρόμος παρακίνησαν πολλά άτομα να προσεύχωνται στον Θεό. Θα συνεχίσουν τις προσπάθειές των να πλησιάσουν τον Θεό; Θα πιστεύσουν στη Βίβλο—ότι «θέλουσι γίνει σεισμοί μεγάλοι» σ’ αυτόν τον καιρό του τέλους; Μόνον ο χρόνος θα το δείξη.—Λουκ. 21:7, 11.
Τα κτίρια άρχισαν να ανοικοδομούνται άλλα κανένας δεν μπορεί να φέρη πίσω τα αγαπημένα πρόσωπα που πέθαναν. Μόνον ο Δημιουργός, ο Ιεχωβά Θεός, μπορεί. Και έχομε την ασφαλή υπόσχεσι, που αναγράφεται στις Γραφές, ότι θα το κάμη.—Ιωάν. 5:28, 29.