Πόσο Μέγας Ήταν ο Καρλομάγνος;
Η ΛΕΞΙΣ «Καρλομάγνος» σημαίνει στη Γαλλική «Κάρολος ο Μέγας.» Μόνο αυτός ονομάσθηκε «Μέγας» ενώ ακόμη ζούσε. Γιατί; Λόγω των στρατιωτικών του κατακτήσεων, της οικοδομήσεως της αυτοκρατορίας του, της πολιτικής του, της από μέρους του προαγωγής της γεωργίας, της κατασκευής γεφυρών και δρόμων, της μορφώσεως και εκπαιδεύσεως, καθώς επίσης και του μεγάλου ενδιαφέροντός του για τη θρησκεία και την ηθική του κλήρου και του κοινού λαού.
Εν τούτοις, ενώ ονομάσθηκε «Μέγας» από τους συγχρόνους και τους ιστορικούς αυτού του κόσμου, η ζωή του βεβαίως δεν ήταν τέτοια ώστε να τεθή ως παράδειγμα στους νέους και ειδικά στους Χριστιανούς νέους, σαν ένα πρότυπο που να προσπαθούν να το μιμηθούν. Όσα μεγάλα κι αν ήσαν τα ενδιαφέροντά του, τα κατορθώματα και τα επιτεύγματά του, τόσο μεγάλες ήσαν επίσης οι μανιώδεις φιλοδοξίες του, η πανουργία του και τα εγκλήματά του.
Ο Κάρολος ο Μέγας γεννήθηκε νόθος, περίπου το έτος 732 μ.Χ., και ο πατέρας του και η μητέρα του είχαν πεισθή να νομιμοποιήσουν τον γάμο τους μόνον αφού αυτός γεννήθηκε. Στις αρχές του 768, όταν πέθανε ο πατέρας του Πιπίνος ο Μικρός, ο Κάρολος ο Μέγας μοιράσθηκε τη βασιλεία των Φράγκων με τον αδελφό του. Έπειτα το 771, μετά τον περιέργως αιφνίδιο θάνατο του αδελφού του, έγινε ο μόνος άρχων των Φράγκων. Εστέφθη ως αυτοκράτωρ από τον πάπα το έτος 800 και πέθανε το 824.
Τα Στρατιωτικά του Κατορθώματα
Ο πάππος του Καρόλου του Μεγάλου, Κάρολος, επωνομάσθηκε Μαρτέλλος (Μαρτέλ) που σημαίνει «σφύρα» λόγω των στρατιωτικών του κατορθωμάτων, ιδιαίτερα λόγω της αναχαιτίσεως της επιδρομής των Τούρκων στην Ευρώπη με τη Μάχη της Τουρ το 732. Ο υιός του Καρόλου Μαρτέλ, Πιπίνος ο Μικρός, ομοίως έγινε ονομαστός με τα στρατιωτικά του κατορθώματα. Έκαμε τον πάπα να εγκρίνη τον σφετερισμό εκ μέρους του τού θρόνου των Φράγκων με τη δικαιολογία ότι ήταν καλύτερο να κατέχεται ο θρόνος από έναν που είχε την ικανότητα παρά από εκείνον που είχε το νόμιμο δικαίωμα αλλ’ ήταν φιλήδονο και άβουλο πλάσμα. Ο Καθολικός ιεράρχης Βονιφάτιος συγκατένευσε να χρίση τον Πιπίνο ως άρχοντα, κι έτσι αυτός έγινε ο πρώτος Ευρωπαίος Μονάρχης που ανεφέρετο ως βασιλεύς «ελέω Θεού.» Εκείνον τον καιρό το βασίλειο των Φράγκων απετελείτο κατά το πλείστον από τα μέρη που σήμερα είναι η Γαλλία και η Δυτική Γερμανία.
Ενώ ακόμη ήταν νεώτατος και συνάρχων με τον αδελφό του, ο Κάρολος ο Μέγας κατέβαλε βιαίως μια ανταρσία στην Ακουιτάνια, όπου σήμερα είναι η νοτιοδυτική Γαλλία. Αυτή ήταν η πρώτη από τις πενήντα και πλέον στρατιωτικές εκστρατείες τις οποίες διεξήγαγε. Όταν ο πάπας ζήτησε τη βοήθειά του επειδή απειλήθηκε από τον Λομβαρδό άρχοντα, τον Βασιλέα Ντεζιντέριον, ο Κάρολος Μέγας νίκησε τον άρχοντα εκείνον και εχρησιμοποίησε την ευκαιρία ως δικαιολογία για να προσαρτήση το έδαφος των Λομβαρδών και να γίνη βασιλεύς της Λομβαρδίας.
Οι στρατιωτικές κατακτήσεις, όμως, του Καρόλου του Μεγάλου στην Ιταλία διεκόπησαν από την ανάγκη ν’ αποκρούση τους Σάξωνας, οι οποίοι συνεχώς έκαναν επιδρομές στη χώρα των Φράγκων. Διεξήγαγε δεκαοκτώ εκστρατείες εναντίον των σε μια περίοδο τριάντα τριών ετών προτού τελικά και πλήρως τους υποτάξη. Σύμφωνα με τη Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία (Τόμος 3, σελ. 497), αυτοί οι πόλεμοι «συνωδεύονταν από εξαιρετική βαρβαρότητα και αναγκαστική εκτόπισι . . . Η αντίστασις των Σαξώνων ετροφοδοτείτο από τις προσπάθειες του Καρόλου’ ν’ αναγκάση τους Σάξωνας να δεχθούν τη Χριστιανοσύνη»! Τι εμπαιγμός να χρησιμοποιή κανείς «την έσχατη μορφή βαρβαρότητος» για ν’ αναγκάζη τους ανθρώπους να «δεχθούν τη Χριστιανοσύνη»! Φυσικά, ο Κάρολος ο Μέγας δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος που διέπραξε εγκλήματα εν τω ονόματι της «Χριστιανικής» θρησκείας.
Επιδιώκοντας τη φιλοδοξία του να είναι άρχων μιας μεγάλης αυτοκρατορίας, ο Κάρολος, μέσω ραδιουργιών και απειλών βίας, μπόρεσε να προσαρτήση τη Βαυαρία στο βασίλειο του. Αυτό είχε ως συνέπεια να έλθη αντιμέτωπος με τους Αβάρους, ένα λαό πολύ φοβερό και αρπακτικό, συγγενή με τους Ούννους. Επί αιώνες αυτοί αποτελούσαν την πληγή της Ευρώπης, και σε μια περίπτωσι συνέλαβαν 270.000 αιχμαλώτους από την Κωνσταντινούπολη. Ο ιστορικός Λορντ μιλεί γι’ αυτούς ως για βαρβάρους οι οποίοι «εσκέπτοντο μόνο τη λεηλασία,» οι οποίοι «ήσαν τρομερώτεροι για τους αριθμούς των και τις καταστρεπτικές των ερημώσεις παρά για τη στρατιωτική των επιδεξιότητα.» Η αντίστασίς των προς τον Κάρολο ήταν τέτοια ώστε τον καιρό που τους είχε νικήσει σχεδόν τους είχεν εξαλείψει.
Η μόνη του μεγάλη στρατιωτική ήττα ήταν όταν επέστρεφε από μια εκστρατεία στην Ισπανία. Στη Ρονσεσβάλ οι Γασκώνοι προσέβαλαν την ανύποπτη οπισθοφυλακή του, εξαλείφοντας 20.000 από τους στρατιώτες του και φεύγοντας με όλα τα λάφυρα που είχε μαζέψει ο Κάρολος.
Το αποτέλεσμα των πολεμικών του εκστρατειών και της πολιτικής του πανουργίας ήταν ότι ο Κάρολος μπόρεσε να επεκτείνη τις κτήσεις του βασιλείου των Φράγκων ώστε να περιλαμβάνη το πλείστον της εκτάσεως που είναι σήμερα η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία, η Αυστρία, η Ελβετία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, μέρος της Ισπανίας και το ήμισυ της Ιταλίας. Θα μπορούσε να λεχθή ότι καταπνίγοντας τους ενδοιασμούς της συνειδήσεώς του στεφάνωσε με επιτυχία τις εδαφικές του φιλοδοξίες. Αλλά μήπως η επιτυχία δίνει το δικαίωμα σ’ έναν άρχοντα να καλήται «Μέγας»;
Η Πολιτική του Ικανότης
Λέγεται ότι ο Κάρολος άλλαξε την Ευρώπη όχι μόνον εξωτερικώς, με τις κατακτήσεις του αλλά και εσωτερικώς με την πολιτική του ικανότητα. Εθέσπισε νόμους και ανέγραψε και εξέδωκε ένα «ογκώδη χείμαρρο» διατάξεων γνωστών ως «καπιτουλάρια.» Μη ικανοποιημένος με αυτά, έστειλε επίσης αντιπροσώπους, τους μίσσι, ανά δύο, για να ελέγχουν τους ανθρώπους που είχε τοποθετήσει σε θέσεις εξουσίας στις διάφορες κτήσεις του. Γενικά ο ένας απ’ αυτούς ήταν κοσμικός υπάλληλος, ενώ ο άλλος ήταν θρησκευτικός ιεράρχης. Αυτοί άκουαν τα παράπονα και διώρθωναν τα ζητήματα, διότι, όπως είπε, «ο αυτοκράτωρ δεν μπορεί ν’ ασκή την αναγκαία προσοχή, και πειθαρχία σε κάθε άτομο.»
Επίσης ενδιαφέρθηκε για την επισκευή και κατασκευή οδών και γεφυρών, ενεθάρρυνε βελτιωμένες γεωργικές μεθόδους και αποκατέστησε ανθρώπους για το συμφέρον του βασιλείου του. Εθέσπισε ένα ενιαίο σύστημα μέτρων και σταθμών και αντικατέστησε τα εξήντα επτά διάφορα είδη νομισμάτων που είχαν κοπή κατά τόπους με ένα μόνο για ολόκληρο το βασίλειο· κι αυτό ήταν ένα αριστοτεχνικό κόλπο που επρόκειτο να ωφελήση και τον ίδιο και την κυβέρνησί του. Το σύστημα του τού 240 προς 1 (πέννες, σελίνια και λίρα) υιοθετήθηκε από ένα βασιλέα της Αγγλίας· ένα σύστημα που οι Άγγλοι μόνον προσφάτως ετροποποίησαν. Πολύ σοφώτερες ήσαν η Γαλλία και η Γερμανία οι οποίες προ πολλών ετών κατήργησαν το σύστημα του 240 προς 1 του Καρόλου του Μεγάλου για να ισχύση το δεκαδικό σύστημα.
Τα Πολιτικά του Ενδιαφέροντα
Ο Κάρολος έχει περιγραφή «ως άνθρωπος ακόρεστης διανοητικής περιέργειας, πολύπλευρος στα ενδιαφέροντά του και αναζητούσε εκείνους από τους οποίους μπορούσε να μάθη.» Όλα αυτά, θα μπορούσε να λεχθή, ήσαν μια άλλη άποψις της ιδιοτελούς φιλοδοξίας του. Έπεισε τον Αγγλοσάξωνα Αλκουίνον, έναν από τους πολυμαθέστερους άνδρες της εποχής του, να έλθη στην αυλή του για να «σπείρη τους σπόρους της μαθήσεως στη χώρα των Φράγκων.» Πολλοί άλλοι από διάφορες χώρες προσελκύσθησαν επίσης από τον Καρλομάγνο για να μένουν στο βασιλικό του κτήμα. Διέταξε ιερείς να ιδρύσουν σχολεία σε όλες τις πόλεις και τα χωριά, όπου οι γονείς μπορούσαν να στέλνουν τα παιδιά τους χωρίς δαπάνη εκτός αν αισθάνονταν υποχρέωσι γι’ αυτό και μπορούσαν να πληρώνουν για την εκπαίδευσι των παιδιών τους. Γι’ αυτό, ως τα τελευταία χρόνια ακόμη, τα παιδιά της Γαλλίας είχαν μια μέρα, στην οποίαν γιόρταζαν αυτόν «τον εφευρέτη των σχολείων,» δηλαδή, «τον Άγιο Καρλομάγνο.»
Ενδιαφέρθηκε επίσης πολύ για την τέχνη, πράγμα που έκαμε να προκύψη η ’Καρολιγγιανή Αναγέννησις,’ όπως ονομάσθηκε.
Ο τύπος των γραμμάτων που χρησιμοποιούνται στις χώρες της Δύσεως σήμερα εξελίχθηκε κατά σύστασίν του. Γενικά είναι γνωστός ως ο «Ρωμαϊκός» ή «Λατινικός» τύπος γραμμάτων επειδή ξεχωρίζει από τον διακοσμητικό Γοτθικό ή αρχαίο Γερμανικό τύπο γραμμάτων. Οι προσπάθειες του Καρόλου για την εκπαίδευσι έφεραν τέτοιους καρπούς ώστε, χρόνια αργότερα, ο βασιλεύς Αλφρέδος της Αγγλίας έστειλε να ζητήση από τους Φράγκους λογίους να τον βοηθήσουν στην αναμόρφωσι της χώρας του. Και όπως εσχολίασε το ζήτημα ένας πολυμαθής Γάλλος, «ο Κάρολος ο Μέγας έθεσε τα θεμέλια όλης της συγχρόνου εκπαιδεύσεως.»
Η Θρησκευτικότης Του
Ο Κάρολος με τη θρησκευτικότητά του θα μπορούσε να λεχθή ότι ωμοίαζε με τους θρησκευτικούς ηγέτες των ημερών του Ιησού οι οποίοι στην πραγματικότητα έλεγαν, ’Κάμνετε όπως λέγω, όχι όπως πράττω,’ και οι οποίοι διύλιζαν τον κώνωπα αλλά κατάπιναν την κάμηλο. (Ματθ. 23: 2, 3, 24) Φανταζόταν τον εαυτό του ότι είχε θεία αποστολή να ιδρύση τη βασιλεία του Θεού στη γη, αλλά χρησιμοποίησε πανουργία, ραδιουργία και εξαιρετική βαρβαρότητα. Κάθε σπουδαίο σχέδιό του το έντυνε με θρησκευτική σημασία. Κατέστρεψε τα παγανιστικά είδωλα και άλση των Σαξώνων και τους έδωκε την ευκαιρία να εκλέξουν ή να βαπτισθούν ή να φονευθούν. Εν τούτοις, προς το τέλος της βασιλείας του ο Αλκουίνος μπόρεσε να τον πείση ότι τα αναγκαστικά βαπτίσματα είναι χωρίς σημασία, διότι ένας άνθρωπος μπορεί ν’ αναγκασθή να βαπτισθή αλλ’ όχι ν’ αναγκασθή να πιστεύση. Ενώ ωμολογούσε φιλία με τους πάπες και σε πολλές ευκαιρίες ήλθε και τους βοήθησε, όταν απειλούνταν από στρατιωτικές δυνάμεις, ένας ιστορικός μάς λέγει ότι «η έκβασις της πολιτικής του φαινόταν πάντοτε να είναι ένας κόλαφος κατά πρόσωπον του πάπα.»
Σε ωρισμένα θρησκευτικά ζητήματα έδειξε ότι ήταν ανώτερος από τους πάπες και τους επισκόπους, και ελεύθερα τους νουθετούσε σχετικά με τη διδασκαλία, την ηθική και την εκπλήρωσι των καθηκόντων των στα οποία, από όλες τις απόψεις, ήσαν οικτρώς ελλιπείς. Μεταξύ των πολλών συμβουλίων των εκκλησιαστικών που συνεκάλεσε ήταν και ένα για τον σκοπό να καταδικασθή η διδασκαλία ότι ο Ιησούς ήταν υιοθετημένος μάλλον παρά ο πραγματικός Υιός του Θεού και να καταδικασθή η λατρεία των εικόνων, μολονότι εχορηγείτο η ελευθερία για τη λατρεία των. Όταν ο πάπας διαμαρτυρήθηκε, ο Κάρολος δεν υπεχώρησε ούτε στο ελάχιστο.
Ήταν πολύ οικείος με τη Βίβλο και αγαπούσε πολύ να παραθέτη εδάφια απ’ αυτήν για να υποστηρίζη τα μέτρα που ελάμβανε. Έδειξε το ενδιαφέρον του για τη Βίβλο με το να διευθετήση να γίνη μια αναθεώρησις με τη βοήθεια του λογίου του Αλκουίνου, για το οποίο έργο ο Κάρολος ανεφώνησε: «Ο Θεός μάς εβοήθησε σε όλα, και ήδη αποκτήσαμε ένα προσεκτικά βελτιωμένο κείμενο όλων των βιβλίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, τα οποία οι αντιγραφείς είχαν χαλάσει με την άγνοια των.» Ενώ η προσωπική του ζωή υπελείπετο πολύ από τις δίκαιες απαιτήσεις του Θεού, προειδοποιούσε τους υπηκόους του ότι η δική του σωτηρία εξηρτάτο από τη διαγωγή των, εφόσον ο Θεός θα τον κρατούσε υπεύθυνον για τις πράξεις των.
Σχετικά με τον ρόλο του να στεφθή ως αυτοκράτωρ από τον πάπα Λέοντα τον Γ’ στις 25 Δεκεμβρίου του 800,a υπάρχει μεγάλη διαφορά γνώμης μεταξύ των ιστορικών. Πολλοί θεωρούν ότι αυτός εγνώριζε όλα τα σχετικά με το ζήτημα αυτό και το ευνοούσε πολύ. Άλλοι όμως συμφωνούν με τον προσωπικό του βιογράφο Άινχαρτ, ο οποίος είπε ότι, αν ο Κάρολος είχε μάθει εκ των προτέρων τι ο πάπας εσκόπευε να κάμη, δεν θα εισήρχετο στον καθεδρικό ναό εκείνη την ημέρα. Στον ισχυρισμό του Άινχαρτ, δίνουν βαρύτητα οι παρατηρήσεις ότι σε μεταγενέστερα χρόνια «ο ηλικιωμένος Αυτοκράτωρ ακολούθησε μια πορεία . . . που έδειχνε ότι ο αυτοκρατορικός τίτλος δεν εσήμαινε τίποτε νέο στο περιεχόμενο της εσωτερικής διοικήσεως του βασιλείου. Κατά περιστάσεις μια βασιλική ενέργεια φαινόταν ν’ αντιλέγη προς ολόκληρη την ιδέα μιας αυτοκρατορίας. . . . Το έτος 813, αφού οι δυο του υιοί είχαν πεθάνει, αυτός προσωπικά έστεψε τον Λουδοβίκο (τον Ευσεβή) ως διάδοχό του, κι έτσι απέκλεισε την παπωσύνη από οποιοδήποτε μέρος στην εκλογή ή εγκατάστασι του αυτοκράτορος.»—Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμ. 3, σελ. 499 (στην Αγγλική).
Πόσο Μέγας Ήταν;
Ολίγοι άνδρες, πράγματι, στη διάρκεια της ζωής των πήραν το τίτλο «Μέγας,» όπως ο Κάρολος από πολλούς των συγχρόνων του. Αλλά δεν συμφώνησαν σ’ αυτό όλοι τους. Η μανία του στη προαγωγή των φιλοδοξιών του προκάλεσε πολλές συνωμοσίες εναντίον της ζωής του, και μια απ’ αυτές, η οποία ενέπλεξε τον πρωτότοκο του υιό (τον οποίον ο Καρλομάγνος είχε παραμελήσει επειδή ήταν καμπούρης), παρ’ ολίγον να επιτύχη. Αλλά σπουδαιότερο από τη γνώμη οποιουδήποτε ανθρώπου είναι εκείνο που ο Θεός σκέπτεται για τον Κάρολο τον Μέγαν. Ο Θεός βλέπει την καρδιά. (1 Σαμ. 16: 7) Οι νόμοι του Ιεχωβά Θεού για την ιερότητα της ανθρώπινης ζωής και του αίματος δεν έλεγαν τίποτε στον Καρλομάγνο. Αναμφιβόλως αυτός ενεργούσε βάσει του ρητού «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.» Εκτός αυτού, ενώ εκήρυττε ηθικότητα στους άλλους, από τον πάπα και κάτω, ειδικά ξεχωρίζοντας τους κληρικούς και τους μοναχούς, οι οποίοι στην εποχή του ήσαν διαβόητοι για τη σεξουαλική των ανηθικότητα, αυτός ο ίδιος είχε ερωμένες και παλλακές. Όπως είπε ένας από τους βιογράφους του, «η βασιλεία του ήταν μια βασιλεία που επρόκειτο να βλέπη φόνους, εκκαθαρίσεις και λεηλασίες να λαμβάνουν χωράν παράπλευρα με μεταρρύθμισι, διαφώτισι και ενοποίησι [των μερών] της Ευρώπης.» Εναντίον του επίσης καταλογίζονται οι ασυνείδητες δολοπλοκίες του με τις οποίες απέκτησε τη Βαυαρία και ενίκησε τους Αβάρους. Ακόμη ήταν πρόθυμος να νυμφευθή τη φονική Αυτοκράτειρα Ειρήνη για να ενώση τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με τη δική του.
Οι ιστορικοί γενικώς θεωρούν τον εκ μέρους του αποκεφαλισμόν 4.500 Σαξώνων αιχμαλώτων σε μια μέρα—λόγω συμμετοχής των σε μια επανάστασι—ότι ήταν «η αχρειότερη κηλίδα στη ζωή του.» Και ενώ συχνά εξέφραζε ανησυχία ως προς το πώς θα περνούσε στα χέρια του Θεού, δεν υπάρχει καμμιά αναγραφή ότι είχε τύψεις συνειδήσεως γι’ αυτή την αιμοσταγή πράξι του. Την έκαμε με σκοπό να δώση ένα μάθημα στους Σάξωνες, οι οποίοι πάντοτε σήκωναν επανάστασι εναντίον του. Αλλ’ η ενέργειά του ήταν ανωφελής, διότι αντί να ενσταλάξη φόβο στους Σάξωνες, τους έκαμε να γίνουν ακόμη περισσότερο στασιαστικοί! Στη θρησκευτική του έπαρσι, ήθελε να είναι γνωστός ως «Βασιλεύς Δαβίδ,» αλλά δεν μπορούσε ν’ αποδείξη ότι είχε θεία εντολή για τους πολέμους του όπως είχε ο Βασιλεύς Δαβίδ. Εκτός αυτού, ο Βασιλεύς Δαβίδ εξέφραζε ειλικρινή θλίψι και μετάνοια όταν παρανομούσε.
Και πρέπει επίσης ν’ αναγνωρισθή ότι η ενότης του κράτους του εξηρτάτο κυρίως από τη δική του ισχυρή προσωπικότητα. Δεν οικοδόμησε καλά, διότι «η πολιτική δομή που είχε δημιουργήσει ο Κάρολος ο Μέγας διαλύθηκε . . . ευθύς μετά τον θάνατο του,» γράφει ο βιογράφος του Ουίστον. Μολονότι ήταν γνωστός ως «Κάρολος ο Μέγας,» μέγας δεν ήταν ούτε στα μάτια του Θεού ούτε στα μάτια εκείνων των οποίων οι κανόνες τίθενται από τον Λόγο του Θεού.
[Υποσημειώσεις]
a Ενώ πολλές αυθεντίες δίνουν αυτή τη χρονολογία ως αρχή της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, άλλοι την προσδιορίζουν στο έτος 962, όταν ο Όθων Α΄ της Γερμανίας εστέφθη ως αυτοκράτωρ από τον πάπα.