ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g74 22/8 σ. 17-23
  • Η Ζωή μου ως Χειρουργού

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Η Ζωή μου ως Χειρουργού
  • Ξύπνα!—1974
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Γίνομαι Χειρουργός
  • Το Θέμα της Μεταγγίσεως του Αίματος
  • Ιατρική Μισαλλοδοξία
  • Ο Μάρτυς ως Ασθενής
  • Ο Άνθρωπος Πάντα Μαθαίνει
  • Κατορθώματα της Συγχρόνου Χειρουργικής
  • Δράσις ως Χριστιανού Διακόνου
  • Πρωτοπορία στη Χειρουργική Χωρίς Αίμα με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά
    Ξύπνα!—1991
  • Ούτε Μάγοι Ούτε Θεοί
    Ξύπνα!—1994
  • Είστε Έτοιμοι να Αντιμετωπίσετε μια Ιατρική Κατάσταση που θα Θέσει σε Δοκιμασία την Πίστη Σας;
    Η Διακονία Μας της Βασιλείας—1991
  • Όταν οι Γιατροί Ζητούν να Επιβάλουν Μεταγγίσεις Αίματος
    Ξύπνα!—1974
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1974
g74 22/8 σ. 17-23

Η Ζωή μου ως Χειρουργού

Η ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑ της χειρουργικής την οποία εδιάλεξα είναι ένα από τα αρχαιότερα επαγγέλματα του ανθρώπου. Τα αρχαία Αιγυπτιακά και Βαβυλωνιακά γραπτά στοιχεία αναφέρουν ότι η χειρουργική εξασκείτο πριν από τέσσερις χιλιάδες χρόνια και μερικά αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι η χειρουργική είναι ακόμη πιο παλαιά.

Στην πραγματικότητα, θέλω να πιστεύω ότι η χειρουργική είναι τόσο παλαιά, όσο και ο άνθρωπος, γιατί η Γραφή στη Γένεσι 2:21, 22 μας λέγει: «Και επέβαλε Ιεχωβά ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ, και εκοιμήθη· και έλαβε μίαν εκ των πλευρών αυτού, και έκλεισε με σάρκα τον τόπον αυτής. Και κατεσκεύασε Ιεχωβά ο Θεός την πλευράν, την οποίαν έλαβεν από του Αδάμ, εις γυναίκα, και έφερεν αυτήν προς τον Αδάμ.» Φαίνεται αξιοσημείωτο ότι ο Θεός έφερε σε αναισθησία τον Αδάμ προτού τον εγχειρήση και κατόπιν του ‘έρραψε’ την τομή. Η μικρότερη εγχείρησις που έγινε από άνθρωπο ανάγεται τουλάχιστον στην εποχή του Αβραάμ. Κατ’ εντολήν του Θεού τόσο αυτός όσο και όλα τα άρρενα μέλη της οικογενείας του περιετμήθησαν.—Γένεσις 17:10-14, 22-27.

Ένας εξέχων Αμερικανός καθηγητής της χειρουργικής είπε κάποτε: «Η εκπαίδευσις του χειρουργού είναι η πιο αυστηρή και η πιο απαιτητική από όλα τα επαγγέλματα ή τις απασχολήσεις και οι ευθύνες του είναι οι πιο βαρειές.» Τι, λοιπόν, με έκαμε να διαλέξω αυτό το επάγγελμα; Η ανατροφή μου και το γεγονός ότι η εργασία αυτή υποσχόταν να είναι τόσο ικανοποιητική όσο και προκλητική.

Ο πατέρας μου ήταν επαρχιακός γιατρός. Κατοικούσε σε μια μικρή πόλι στην Οκλαχόμα και εξυπηρετούσε τις ιατρικές ανάγκες των αγροτών και άλλων σε μια περιοχή αρκετών μιλίων. Στην οικογένειά μας υπήρχαν πέντε παιδιά και ήμουν ο μεγαλύτερος.

Τα πρώτα χρόνια ο πατέρας μου χρησιμοποιούσε άλογο και άμαξα για να κάνη ιατρικές επισκέψεις στην ύπαιθρο. Από τον καιρό που χρησιμοποιούσε ένα αυτοκίνητο Φορντ για τις επισκέψεις των ασθενών του, τον συνώδευα κι’ εγώ. Πραγματικά, προτού ακόμη μπω στα δώδεκα είχα γίνει κατά ένα μέρος του χρόνου ο σωφέρ του καθώς και ο ιατρικός βοηθός του, να το πούμε έτσι.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν, μπορούσα να τον βοηθώ όλο και περισσότερο στις εγχειρήσεις των ημερών εκείνων που γίνονταν πάνω στο τραπέζι της κουζίνας. Μια αξέχαστη περίπτωσις ήταν κάποιου γεωργού που τον είχε χτυπήσει στο κεφάλι το μουλάρι του και σχεδόν του είχε ξεσχίσει το δέρμα. Η εγχείρησίς του έγινε κάτω από ένα δένδρο από τον πατέρα μου κι’ εγώ ήμουν ο βοηθός του που ήμουν γοητευμένος. Μερικές φορές, όταν ο ασθενής χρειαζόταν αναισθητικό, ο πατέρας μου μού ανέθεσε να του χορηγώ χλωροφόρμιο με μερικές εμφυσήσεις, ενώ ο πατέρας έκανε την εγχείρησι. Σήμερα, φυσικά, χρησιμοποιούνται καλύτερα αναισθητικά και σπάνια γίνονται εγχειρήσεις κάτω από τα δένδρα.

Γίνομαι Χειρουργός

Τελειώνοντας το γυμνάσιο πήγα στο κολλέγιο. Εδιάλεξα εκείνο που μου φάνηκε ότι ήταν ο φυσικός δρόμος που έπρεπε να πάρω, να γίνω γιατρός. Ο πατέρας μου ποτέ δεν με προέτρεψε να αναλάβω το επάγγελμα του γιατρού, αλλ’ ούτε χρειάσθηκε. Το παράδειγμά του, η στοργή του και η γεμάτη συμπάθεια καλωσύνη και βοήθεια, καθώς επίσης και ο μεγάλος σεβασμός που απελάμβανε, με έκαμαν να θέλω να γίνω κι’ εγώ επίσης γιατρός.

Ξεκίνησα με μια διετή προϊατρική βασική επιστημονική σειρά μαθημάτων στο πανεπιστήμιο της Οκλαχόμα και κατόπιν συνέχισα με τακτικά τετραετή μαθήματα στην ιατρική σχολή του ίδιου Πανεπιστημίου. Η μελέτη διαφόρων ιατρικών θεμάτων, όπως είναι η ανατομία, η φυσιολογία, η βιοχημεία και η ιστολογία, ήταν μια σκληρή εργασία, αλλά την απελάμβανα. Στο μέσον της εκπαιδευτικής περιόδου σ’ αυτή τη σχολή πήρα το πτυχίο επιστημονικών σπουδών και από τότε τα μαθήματα περιελάμβαναν επίσης κλινική πείρα με ασθενείς νοσοκομείων και μαιευτικά καθήκοντα στα σπίτια γυναικών πολύ πτωχών που δεν μπορούσαν να έχουν κανονική νοσοκομειακή φροντίδα.

Κατά καιρούς εκδηλώνονταν νεανικές αστειότητες παρά τη σοβαρότητα της ιατρικής εκπαιδεύσεως. Μετά από ένα τοκετό στο σπίτι, μια νεαρή μητέρα άκουσε σε μια στιγμή έναν άλλο φοιτητή και μένα να χρησιμοποιούμε τη λέξι «πλασέντα» [που σημαίνει ‘πλακούς,’ ύστερον]. Η λέξις της κτύπησε όμορφα στ’ αυτιά, ώστε την επρότεινε ως όνομα για το κοριτσάκι της που μόλις είχε γεννηθή. Χωρίς να της δώσωμε καμμιά εξήγησι συμπληρώσαμε το πιστοποιητικό γεννήσεως αναλόγως. Οι καθηγηταί μας, όμως, και οι αρχές ευθύς μας τα «έψαλλαν» και αναγκασθήκαμε να ζητήσωμε συγγνώμη από τη μητέρα και να τη βοηθήσωμεν να σκεφθή ένα άλλο πιο κατάλληλο όνομα από το όνομα «Πλασέντα.»

Μετά την αποφοίτησί μου ανέλαβα μια εσωτερική υπηρεσία στο νοσοκομείο της πόλεως Μέρυλαντ της Βαλτιμόρης για ένα έτος. Στη διάρκεια του έτους αυτού πέρασα διαδοχικώς από τη μια ειδικότητα στην άλλη, δηλαδή από τη γενική ιατρική, την παιδιατρική, τη χειρουργική, τη μαιευτική και γυναικολογική και την ψυχιατρική. Αυτή η πρακτική πείρα με βοήθησε να καταλάβω το τι περιλαμβανόταν στους διαφόρους αυτούς τομείς. Στο τέλος του έτους εδιάλεξα τη χειρουργική· σε μένα φάνηκε ότι ήταν η πιο ενδιαφέρουσα και προκλητική. Από εκεί πήγα σ’ ένα νοσοκομείο σε μια μικρή πόλι στο Τένεσση για να συνεχίσω τη χειρουργική μου εκπαίδευσι αλλ’ ύστερα από λίγο αρρώστησα από φυματίωσι, την οποίαν είχα πιθανόν κολλήσει από φυματικούς ασθενείς τούς οποίους είχα νοσηλεύσει στη Βαλτιμόρη. Αυτό μ’ έστειλε σ’ ένα σανατόριο για μερικούς μήνες κι’ έπειτα γύρισα στο σπίτι στην Οκλαχόμα μέχρις ότου ανέρρωσα κάπου ένα χρόνο αργότερα.

Τότε έγινα δεκτός ως εσωτερικός χειρουργός του Νοσοκομείου Σάντα Μπάρμπαρα της Καλιφορνίας. Έπειτα από ένα χρόνο πήρα τη θέσι του χειρουργού μέσα σε μια ομάδα περίπου εικοσιτεσσάρων ιατρών για ιδιωτική εξάσκησι. Αργότερα πήρα μια άδεια δύο ετών για να παρακολουθήσω περαιτέρω εκπαίδευσι κοντά στον καθηγητή Όουεν Γουώνγκενστην, έναν από τους πιο εξέχοντας Αμερικανούς χειρουργούς στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία της Μινεσότα. Τελικά, ύστερα από δεκατέσσερα χρόνια σπουδές και εξάσκησι σε προϊατρικές και ιατρικές σχολές και σε ειδικευμένη νοσοκομειακή εξάσκησι, μαζί με πρακτική εμπειρία, πραγματοποίησα τη φιλοδοξία μου να γίνω ένας καλά καταρτισμένος γενικός χειρουργός.

Αλλά τότε συνέβη κάτι που άλλαξε την προοπτική στη ζωή μου ως και το μέλλον μου σαν χειρουργού. Στενά συνδεδεμένο με το θέμα αυτό ήταν το θέμα της μεταγγίσεως του αίματος και το ζήτημα όπως ετίθετο από τους μάρτυρες του Ιεχωβά.

Το Θέμα της Μεταγγίσεως του Αίματος

Τα παιδικά μου χρόνια δεν είχαν επηρεασθή από τον πατέρα του μόνον σαν γιατρός που ήταν. Και οι δυο γονείς μου ήσαν επίσης μάρτυρες του Ιεχωβά—οι μόνοι σε μια περιοχή πολλών μιλίων. Μεγάλωσα με μεγάλο σεβασμό για τη Γραφή, αλλά με λίγη πραγματική γνώσι γι’ αυτήν. Αυτό ωφείλετο αναμφιβόλως εν μέρει στο γεγονός ότι ο πατέρας μου ήταν πολύ απασχολημένος με το ιατρικό του έργον. Επίσης το πρόγραμμα της οικογενειακής Γραφικής μελέτης που διευθετείται από τους μάρτυρες του Ιεχωβά δεν ετονίζετο τότε όπως τώρα. Έτσι έφυγα από το σπίτι για το κολλέγιο, ένα αγροτόπαιδο αποφασισμένο να γίνω γιατρός, ισχυρά επηρεασμένος από Γραφικές αρχές τις οποίες δεν είχα πραγματικά εκτιμήσει παρά αρκετά χρόνια αργότερα.

Στη διάρκεια των ετών που ήμουν στην ιατρική σχολή, είδα τις πρώτες μου μεταγγίσεις αίματος απλές διαδικασίες μεταξύ δωρητού και ασθενούς, κάτι το ηρωικό και συνήθως ανεπιτυχές. Αλλά στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο με τις τρομερές του απώλειες αίματος δόθηκε μια ώθησις στη χρήσι των μεταγγίσεων. Ο πόλεμος έκαμε επίσης πολλούς γιατρούς της ηλικίας μου να υπηρετήσουν στις ένοπλες δυνάμεις. Εζήτησα εθελοντικώς να υπηρετήσω ως χειρουργός στο Στρατό, αλλά δεν με δέχθηκαν επειδή είχα περάσει φυματίωσι. Αργότερα, προσπάθησα να μπω στο Ναυτικό χωρίς να αποκαλύψω το ιστορικό της ασθενείας μου, αλλά με κάποιον τρόπο το απεκάλυψαν κι’ έτσι με απέρριψαν και από το Ναυτικό. Έτσι συνέχισα τη σταδιοδρομία μου ως πολιτικός χειρουργός.

Ως τον καιρό που πέθανε ο πατέρας μου το 1950, το μεγάλο θέμα της ζωής μου ήταν η χειρουργική μου σταδιοδρομία. Αλλ’ ο θάνατός του και η ομιλία της κηδείας του που άκουσα σ’ εκείνη την περίπτωσι μου έδωσαν ένα τίναγμα που μ’ έκαμε να σκεφθώ σοβαρά το θέμα της θρησκείας.

Κάτι που με στενοχωρούσε ήταν ότι οι γονείς μου πάντοτε χλευάζονταν για τη θρησκεία τους. Πάντοτε εθαύμαζα τη στάσι τους για τις πεποιθήσεις τους, αλλ’ από τότε που έφυγα από το σπίτι δεν το σκεπτόμουν πολύ. Τώρα, όμως, καθώς άκουγα τις Βιβλικές αλήθειες για τη ζωή και τον θάνατο και τη Βασιλεία του Θεού ως την ελπίδα για το μέλλον, οι αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας ανακινούνταν. Για τις πεποιθήσεις του επάνω σ’ αυτά τα ζητήματα ο πατέρας μου εθεωρείτο ένας θρησκευτικός φανατικός από πολλούς από τους παληούς φίλους του, και ακόμη ως παράφρων από μερικούς. Εγώ τον γνώριζα ως νοήμονα και μορφωμένο άνθρωπο, ευγενικό και ευαίσθητο στις ανάγκες των άλλων. Δεν ήταν απ’ εκείνους που δέχονταν ιδέες χωρίς μελέτη και έρευνα. Οι κρίσεις του σε ζητήματα ζυγίζονταν καλά. Ήταν ευσυνείδητα έντιμος. Ήταν αδύνατο για μένα να συλλάβω ότι προσκολλούσε τη ζωή του σε κάτι που δεν είχε αξία. Δεν ήταν θρησκευτικός υποκριτής. Αισθάνθηκα βαθειά την ανάγκη να εξετάσω κατά κριτικό τρόπο τις ιδέες του περί Θεού και τους σκοπούς Του για τον άνθρωπο.

Για πρώτη φορά στη ζωή μου άρχισα μια σοβαρή μελέτη της Γραφής, πρωτίστως, επειδή ο πατέρας μου είχε θέσει πολλή εμπιστοσύνη σ’ αυτήν. Τη διάβασα όλη μέσα σ’ ένα μήνα μαζί με όλες τις εκδόσεις της Εταιρείας Σκοπιά, που μπορούσαν να πέσουν στα χέρια μου. Αυτό με έπεισε ότι η Γραφή είναι η αλήθεια του Θεού και ότι ο πατέρας μου σαν μάρτυς του Ιεχωβά την κατανοούσε ορθά. Ήξευρα ότι έπρεπε να κάμω κάτι. Έτσι έγινε όταν το 1950 στη Συνέλευσι των μαρτύρων του Ιεχωβά στο Στάδιο Γιάνκη της Ν. Υόρκης εσυμβόλισα διά του εν ύδατι βαπτίσματος την αφιέρωσί μου να πράξω το θέλημα του Θεού. Δυο από τα αδέλφια μου εκινήθησαν από την ίδια ομιλία κηδείας να εξετάσουν σοβαρά τη Γραφή και βαπτίσθηκαν μαζί μ’ εμένα.

Πεπεισμένος καθώς ήμουν ότι η Γραφή ήταν αληθής, αμέσως δέχθηκα παν ό,τι λέγει σχετικά με την ιερότητα του αίματος, ακόμη έστω κι’ αν είχα λάβει ενεργόν μέρος σε εκατοντάδες μεταγγίσεων αίματος και είχα παρατηρήσει τη μέθοδο να εξελίσσεται με πολλές τεχνικές εκλεπτύνσεις. Το να «απέχετε . . . από αίματος» έθετε τώρα ένα πραγματικό πρόβλημα για μένα. (Πράξ. 15:20, 29) Ήμουν θαυμάσια συνδεδεμένος με την ιατρική ομάδα του νοσοκομείου Σάντα Μπάρμπαρα με την προοπτική κάποια ημέρα να ηγηθώ της χειρουργικής πτέρυγος. Ωστόσο τις ημέρες εκείνες η «καλή» ιατρική και η χειρουργική καθιστούσαν υποχρεωτική τη χρήσι αίματος σαν αναγκαία θεραπεία· η Γραφή κατεδίκαζε τη χρήσι του αίματος λόγω απαγορεύσεως από τον Θεόν. Για να διακρατήσω την αφιέρωσί μου να πράττω το θέλημα του Θεού πάνω σ’ όλα τα ζητήματα δεν είχα άλλη εκλογή, οπότε και έδωσα την παραίτησί μου.

Αλλά τώρα τι θα έκανα; Είχα σύζυγο και δυο μικρά παιδιά να συντηρήσω. Επί πλέον είχα ακόμη να εξοφλήσω χρέη που είχα δημιουργήσει κατά τη διάρκεια της εξασκήσεώς μου ως χειρουργού. Έτσι άρχισα να ψάχνω για κάποια κοινότητα που θα είχε μεγάλη ανάγκη από γιατρό. Μου ήλθε επίσης η σκέψις, Δεν θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω την ειδικότητά μου ως χειρουργού για να βοηθήσω Μάρτυρας στους οποίους οι γιατροί ηρνούντο χειρουργικές επεμβάσεις λόγω των αντιρρήσεων που είχαν για τις μεταγγίσεις;

Πολύ σύντομα έμαθα για κάποια μικρή δασική περιοχή του Λόγιαλτον στη βόρεια Καλιφόρνια. Εκεί υπήρχε ένα νεοκτισμένο ομοσπονδιακό νοσοκομείο δεκαπέντε περίπου κλινών πολύ καλά εξωπλισμένο αλλά χωρίς γιατρό. Η ανάγκη των ήταν πολύ μεγάλη· γιατρός δεν υπήρχε σε ολόκληρη την περιοχή. Την εποχή εκείνη είχαν συνηθίσει να με θεωρούν σαν κάποια, ιατροθρησκευτική παραδοξότητα, αλλά έκανα τη σκέψι ότι μια κοινότητα με τόση ανάγκη θα με δεχόταν. Και με εδέχθηκαν.

Επί τέσσερα χρόνια περίπου ήσκησα γενική ιατρική και χειρουργική εκεί, ενώ συγχρόνως αποκτούσα πολλή πρακτική πείρα σαν διάκονος από σπίτι σε σπίτι. Οι γείτονες στην κοινότητα μπορούσαν να διακρίνουν σε ποια δουλειά επρόκειτο ν’ ασχοληθώ από το είδος της τσάντας που έπαιρνα μαζί μου. Η οικογένεια μου κι’ εγώ χαιρόμασταν τη ζωή εκεί και βρήκαμε αρκετούς ανθρώπους που ενδιαφέρονταν να μελετούν τη Γραφή μαζί μας. Επτά βαπτίσθηκαν σε μια περίπτωσι.

Το άγγελμα που εκήρυτταν οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν καινούργιο στα μικρά χωριά αυτής της απομονωμένης περιοχής και είχαμε πολλές ενδιαφέρουσες πείρες στη διακονία μας. Μια πολύ γνωστή γυναίκα ξύπνησε από το αναισθητικό της, μετά από μια εγχείρησι που της έκαμα, φωνάζοντας δυνατά ότι γνώριζε ότι δεν ήταν νεκρή γιατί οι νεκροί ‘δεν γνωρίζουν τίποτα’ και ότι ακόμη και να πέθαινε η ζωή της δεν θα τελείωνε σ’ ένα θερμό πύρινο άδη, διότι ο άδης ήταν απλώς ο τάφος. Στη μισοαναίσθητη κατάστασί της οποιονδήποτε που είχε ερωτήσεις τον έστελνε σ’ εμένα για περισσότερες λεπτομέρειες. Λίγον καιρό μετά την ανάρρωσί της βαπτίσθηκε κι’ αυτή επίσης.

Ιατρική Μισαλλοδοξία

Τι με έκαμε να φύγω από το Λόγιαλτον, όπου ήμουν τόσο καλά εγκατεστημένος; Ένας περιοδεύων αντιπρόσωπος της Εταιρίας Σκοπιά με ρώτησε αν ήθελα να πάω εκεί όπου η υπηρεσία μου—δηλαδή, η υπηρεσία μου ως προεδρεύοντος επισκόπου μιας συναθροίσεως των μαρτύρων του Ιεχωβά χρειαζόταν περισσότερο παρά στο Λόγιαλτον. Του είπα ότι θα χαιρόμουν να το κάμω αυτό κι’ έτσι μετώκισα στο Λόντι της Καλιφόρνιας.

Δεν είχαν περάσει, όμως, έξη μήνες οπότε αντιμετώπισα μια σύγκρουσι με τους γιατρούς της πόλεως για το ζήτημα της μεταγγίσεως του αίματος. Ένας ηλικιωμένος Μάρτυς είχε έλθει σ’ εμένα για ιατρική συμπαράστασι. Η κατάστασίς του ήταν σοβαρή λόγω ενός όγκου του υπογαστρίου, πράγμα που θ’ απαιτούσε μια εγχείρησι σε δύο στάδια. Ωστόσο πριν προχωρήσω με το πρώτο απλό στάδιο έτυχα εναντιώσεως από το αναισθησιολογικό τμήμα από αντιπροσώπους του προσωπικού του νοσοκομείου. Με πληροφόρησαν ότι αν ο ασθενής δεν ελάμβανε αίμα, δεν θα μπορούσε να του γίνη η εγχείρησις της οποίας είχε απόλυτη ανάγκη. Το επιχείρημά μου ότι επί θρησκευτικής βάσεως ο ασθενής είχε ειδικά ζητήσει να μη λάβη αίμα έπεσε σε αυτιά που δεν άκουγαν. Το γεγονός ότι η εγχείρησις έπρεπε να γίνη το γρηγορώτερο και χωρίς σοβαρό κίνδυνο δεν ελαμβάνετο καθόλου υπ’ όψιν. Ούτε και η θέλησις του ασθενούς να αναλάβη την ευθύνη για όλες τις συνέπειες της στάσεώς του. Διετάχθη να εγκαταλείψη το νοσοκομείο.

Έπειτα επακολούθησαν συσκέψεις και ακροάσεις από τις οποίες η οργή του ιατρικού προσωπικού, των διευθυντών του νοσοκομείου και των εκπροσώπων έπεσε επάνω μου. Δεν εδέχοντο καμμιά εξήγησι. Με συνοπτική διαδικασία απελύθην από το χειρουργικό προσωπικό του νοσοκομείου. Οι ιατρικοί σύλλογοι της επαρχίας, της πολιτείας και του κράτους με διέγραψαν από το να είμαι μέλος των. Είχα τώρα χάσει κάθε αρμοδιότητα ν’ απευθυνθώ για εγγραφή ως μέλος προσωπικού σε οποιοδήποτε ανεγνωρισμένο νοσοκομείο των Ηνωμένων Πολιτειών.a

Αυτό ήταν μια τρομακτική εμπειρία για κάποιον που θεωρούσε την άσκησι της ιατρικής ένα είδος ανθρωπισμού γεμάτο συμπάθεια. Οι προηγούμενες πείρες και σχέσεις μου υπήρξαν, ίσως, πολύ ιδεαλιστικές. Τώρα με θεωρούσαν σαν ηλίθιο και εγκληματία. Και το ειρωνικό είναι ότι φωνακλάδες κατήγοροί μου είχαν προηγουμένως χρηματίσει ως ιατρικοί ιεραπόστολοι. Η ιδιαίτερη εκτίμησίς μου για τους γιατρούς είχε ουσιαστικώς χαθή.

Το έγγραφο της απομακρύνσεώς μου γνωστοποιούσε ότι η επιτροπή των διευθυντών είχε αποφασίσει να μη γίνωνται δεκτοί στο νοσοκομείο ούτε οι μάρτυρες του Ιεχωβά ούτε κανείς άλλος που δεν συμφωνούσε με τις μεταγγίσεις αίματος κατ’ εντολήν του γιατρού του. Το πόσο αλύγιστα εφήρμοσαν αυτή την απόφασι επρόκειτο να το διαπιστώσω σε λίγες εβδομάδες. Η μητέρα μου ήλθε να μας επισκεφθή και ενώ ήμαστε στο σπίτι υπέστη καρδιακή προσβολή. Το νοσοκομείο αρνήθηκε να την δεχθή έστω και αν δεν επρόκειτο να γίνη ούτε εγχείρησις ούτε μετάγγισις αίματος. Κι’ έτσι έπρεπε να την μεταφέρω σε μια άλλη πόλι όπου το νοσοκομείο την δέχθηκε. Την επομένη πέθανε.

Ο Μάρτυς ως Ασθενής

Και πάλι αντιμετώπιζα το ζήτημα, Πού να στραφώ; Σε λίγο πληροφορήθηκα για μια μικρή ιδιωτική κλινική επανδρωμένη με οστεοπαθητικούς στο Στόκτον, κάπου δώδεκα μίλια έξω από το Λόντι. Συνενοήθηκα μαζί τους, τους παρουσίασα τα προσόντα μου και τους μίλησα για τη θέσι μου στο θέμα της μεταγγίσεως. Ναι, είπαν, μπορούσα να χρησιμοποιώ τις ευκολίες των, διότι με το να είναι οστεοπαθητικοί δεν εδεσμεύοντο από το μποϋκοτάζ του Ιατρικού Συλλόγου. Αυτές οι ευκολίες εβελτιώνοντο κατά πολύ και εμεγεθύνοντο με την πάροδο των ετών. Έτσι, στα επόμενα δεκατέσσερα χρόνια έκανα τις εγχειρήσεις σ’ εκείνη την κλινική. Από τότε κι’ έπειτα οι πελάται μου όλο και περισσότεροι ήσαν Μάρτυρες που αντιμετώπιζαν άρνησι από άλλους γιατρούς και νοσοκομεία λόγω της Χριστιανικής των στάσεως στο ζήτημα του αίματος.

Στη διάρκεια όλων αυτών των ετών δεν έκαμα ούτε μια μετάγγισι αίματος. Καθ’ όσον γνωρίζω, ούτε ένας ασθενής δεν έχασε τη ζωή του εξ αιτίας τούτου, μολονότι πολλοί χρειάσθηκε να υποστούν παρατεταμένες χειρουργικές επεμβάσεις. Ήταν ειδικά ευχάριστο σ’ εμένα να βλέπω απ’ ευθείας την αληθινότητα των εντολών της Γραφής για το αίμα. Το ίδιο το ιατρικό επάγγελμα άρχισε βαθμηδόν να εκτιμά ότι το αίμα δεν είναι ένας τόσο αθώος σωτήρ της ζωής. Η μετάγγισις του αίματος αναγνωρίζεται τώρα σαν μια επικίνδυνη μέθοδος—τόσο επικίνδυνη όσο και η μεταμόσχευσις οποιουδήποτε άλλου οργάνου. Τα ιατρικά περιοδικά σήμερα έχουν περισσότερα να πουν για τους κινδύνους της παρά για τα διατυμπανισθέντα οφέλη του παρελθόντος. Αν από γενική συνήθεια έκανα μεταγγίσεις αίματος στη διάρκεια των περασμένων είκοσι τριών ετών της υπηρεσίας μου, φαίνεται αρκετά πιθανόν ότι πολλοί θα διέτρεχαν κάποιον κίνδυνο απ’ αυτούς που αναγνωρίζονται τώρα από την παροχή αίματος.

Οι Μάρτυρες που ήρχοντο σ’ εμένα για εγχειρήσεις στο Στόκτον, όλοι απέσπασαν την πιο βαθειά μου εκτίμησι και τον θαυμασμό. Λόγω Χριστιανικής συνειδήσεως ήσαν πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους ή και τη ζωή των αγαπημένων τους. Και το προσωπικό της κλινικής τούς εκτιμούσε πολύ. Αναγνωρίζονταν σαν αξιοπρεπείς και συνεργατικοί άνθρωποι, πάντοτε ευγενικοί στις νοσοκόμες και το λοιπό προσωπικό. Είχαν, πράγματι, τέτοια εκτίμησι ώστε η διαχείρισις του νοσοκομείου δεν προέβαινε στις διατυπώσεις να διαπιστώση πρώτα αν θα μπορούσαν να πληρώσουν προτού τους δεχθή.

Και δεν ήσαν μόνον εκείνοι που έρχονταν εκεί για εγχείρησι που έδιναν μαρτυρία με την υποδειγματική τους διαγωγή. Υπήρχε μια τοπική νοικοκυρά Μάρτυς που ερχόταν κάθε μέρα στο νοσοκομείο για να επισκεφθή όσους ήσαν καταγεγραμμένοι ως μάρτυρες του Ιεχωβά. Οι ασθενείς εκτιμούσαν ιδιαίτερα τις επισκέψεις της, διότι πολλοί έρχονταν από μακρυά και δεν είχαν κανένα άλλον να τους επισκεφθή. Η φιλικότητα της και η φροντίδα της ν’ ανταποκρίνεται στις επιθυμίες και στις ανάγκες αυτών των ασθενών εντυπωσίασε πάρα πολύ το προσωπικό του νοσοκομείου, διότι ήξεραν ότι δεν εγνώριζε κανένα απ’ αυτούς προσωπικά.

Ένας Μάρτυς, μια φορά, ήλθε από χίλια μίλια μακρυά να του κάμω μια μεγάλη εγχείρησι. Η νοσοκόμος του ήταν περίεργη γιατί είχε διανύσει όλη αυτήν την απόστασι. Μήπως εγνώριζε τον χειρούργο προσωπικά; Όχι. Είχε ακούσει, αλλ’ ο πραγματικός λόγος που ήλθε ήταν ότι ο χειρουργός αυτός ελάτρευε και υπηρετούσε τον ίδιο Θεό τον Ιεχωβά, όπως και αυτός. Όταν η νοσοκόμος μου το ανέφερε αυτό ανεγνώρισε ότι ήταν αυτή η κοινή λατρεία και υπηρεσία στον Ιεχωβά που εξηγούσε αυτή τη στενή σχέσι των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Ο Άνθρωπος Πάντα Μαθαίνει

Ο Αμερικανικός Σύνδεσμος των χειρουργών, θέλει να χρησιμοποιή μια περιγραφή του δεκάτου τετάρτου αιώνος που δείχνει πώς πρέπει να είναι ένας χειρουργός. Η περιγραφή αυτή λέγει τα εξής:

«Οι αναγκαίοι όροι για τον χειρουργό είναι τέσσερις: Πρώτον, πρέπει να είναι μορφωμένος· δεύτερον, να είναι πεπεισμένος· τρίτον, να είναι ευφυής, και τέταρτον, να μπορή να προσαρμόζεται.

»Ο χειρουργός πρέπει να είναι τολμηρός σε ό,τι είναι βέβαιος και δειλός στα επικίνδυνα πράγματα· πρέπει ν’ αποφεύγη όλες τις λανθασμένες θεραπείες και συνήθειες. Πρέπει να είναι γεμάτος καλωσύνη προς τους ασθενείς, ευγενής προς τους συναδέλφους του και προσεκτικός στη διάγνωσί του. Να είναι μετριόφρων, αξιοπρεπής, ευγενής, συμπονετικός και σπλαχνικός. Να μη είναι φιλάργυρος ούτε καταπιεστής προκειμένου περί χρημάτων, αλλ’ η αμοιβή του να είναι ανάλογη με την εργασία του και με τις δυνατότητες του ασθενούς, με το είδος της υποθέσεως και με τη δική του αξιοπρέπεια.»

Δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία ότι μ’ ένα τέτοιο υψηλό επίπεδο στο οποίον πρέπει ν’ αποβλέπουν υπάρχει χώρος για βελτίωσι πάντοτε, αρκεί να εξακολουθή να μαθαίνη. Υπάρχει αφθονία ιατρικής βιβλιογραφίας που πρέπει να εξετασθή—μερική μάλιστα να μελετηθή πολύ προσεκτικά—προκειμένου να συμβαδίζη με τις τελευταίες προόδους. Τα ιατρικά συνέδρια και σεμινάρια αποτελούν επίσης σπουδαίο μέρος της αναγκαίας συνεχούς εκπαιδεύσεως. Η τεχνική ικανότης του βελτιώνεται με την πείρα και την εξάσκησι—ένας πολυάσχολος χειρουργός μπορεί να κάνη πολλές εγχειρήσεις ημερησίως.

Η επιτυχία σε κάθε προσπάθεια παρέχει ανταμοιβή και αυτό συμβαίνει ειδικά με τον γιατρό. Το να συντελέση στην ανάρρωσι του ασθενούς από μια σοβαρή αρρώστια είναι μεγάλη ικανοποίησις. Μαθαίνει κανείς από τις επιτυχίες του, αλλά επίσης αληθεύει ότι μαθαίνει και από τις αποτυχίες του και από τα λάθη του. Το λάθος ενός χειρουργού μπορεί να είναι πολύ δαπανηρό, φυσικά γι’ αυτό ένας καλός χειρουργός πρέπει να είναι προσεκτικός. Αλλά πρέπει επίσης να είναι και έντιμος με τον εαυτό του και να κατανοή ότι τα λάθη δεν μπορούν ν’ αποφευχθούν ολοκληρωτικά. Αυτός καθώς και οι ασθενείς του, μπορούν να ωφεληθούν απ’ αυτές τις λογικές εμπειρίες. Ευτυχώς, στους συγχρόνους καιρούς, δεν ισχύει ο κώδιξ του Χαμουραμπί, γιατί με αυτόν τον κώδικα κανένας χειρουργός δεν μπορούσε να ωφεληθή από τα σφάλματά του, διότι του έκοβαν τα χέρια του ως ποινή!

Η καλή κρίσις είναι ουσιώδες χαρακτηριστικό για ένα καλό χειρουργό. Σύμφωνα με μια αυτοβιογραφία ενός χειρουργού που έχει μεγάλη κυκλοφορία το να λαμβάνη αποφάσεις έχοντας υπ’ όψι και άλλες γνώμες είναι το σπουδαιότερο μέρος του έργου ενός χειρουργού. Με όλη του την επίδοσι στη μελέτη, με την πείρα και την τεχνική κατάρτησι, ο χειρουργός ελπίζει ότι μπορεί να βελτιωθή στον τομέα του. Πολλοί γιατροί θέτουν έμφασι στην περιποίησι του «όλου ανθρώπου» μάλλον παρά να απομονώνουν το ενδιαφέρον των σε ένα και μόνο ασθενές σημείο. Αληθεύει μάλλον ότι ο χειρουργός που έχει επιτυχίες είναι κατ’ ανάγκην εκείνος που έχει μάθει να βλέπη τον ασθενή του σαν σύνολο. Πρέπει να εξετάζη όχι μόνον τα άρρωστα όργανα του ασθενούς, αλλ’ επίσης και τα αισθήματά του, τους φόβους του και τις ελπίδες του και τη συνείδησί του. Κάποιος μπορεί να θεραπεύση επιτυχώς μια αρρώστια—χειρουργικώς ή κατ’ άλλον τρόπον—αλλά συγχρόνως απερίσκεπτα να καταστρέψη ένα άτομο αγνοώντας τη συνείδησί του. Ένας χειρουργός που επιβάλλει μια ανεπιθύμητη θεραπεία στον ασθενή του μπορεί να νομίζη ότι είναι δικαιολογημένος στο να ενεργή έτσι. Η ανώτερη γνώσι που έχει για την ασθένεια μπορεί να του υπαγορεύη αυτή τη θεραπεία. Αλλά το ότι δεν μπορεί να λάβη υπ’ όψιν και τη συνείδησι του ασθενούς του αποτελεί μειονέκτημα της καταρτίσεως του που επηρεάζει την κρίσι του. Δεν θα έχη θεραπεύσει τον άνθρωπο ως «σύνολο.»

Κατορθώματα της Συγχρόνου Χειρουργικής

Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το τι βήματα έχει κάμει η σύγχρονη χειρουργική! Μακράν από του να είναι απλώς ένα επάγγελμα στο οποίο αφαιρούνται τα ασθενή μέλη του σώματος, μεγάλη πρόοδος έχει γίνει προς τους τομείς της αποκαταστάσεως και διορθώσεως. Αποκομμένα άκρα μπορούν να ξανακολληθούν, καινούργιες κλειδώσεις μπορούν να κατασκευασθούν, εκ γενετής αναπηρικές καρδιές και πόδια μπορούν ν’ αποκατασταθούν. Νέες και βελτιωμένες τεχνικές μέθοδοι ελέγχουν την αιμορραγία ευκολώτερα. Πολλές εκλεπτυσμένες χειρουργικές μέθοδοι χρησιμοποιούν ακτίνες Λέιζερ. Επίσης οι χειρουργοί είναι ταχείς στο να αναγνωρίζουν την εμπειρία των συναδέλφων των, των αναισθησιολόγων και των μελών των χειρουργικών των ομάδων. Ευφυείς μηχανικοί έχουν συμβάλει στην εξέλιξι νέων εργαλείων και εξαρτημάτων.

Σήμερα πολλά γίνονται προς την κατεύθυνσι μεταμοσχεύσεως διαφόρων οργάνων—νεφρών, καρδιάς, πνευμόνων και ήπατος. Αλλά, σχετικά με τις μεθόδους αυτές, φέρνω στη μνήμη μου ένα σχόλιο που είχε κάμει ο πατέρας μου κάποτε. Είχα επιστρέψει στο σπίτι από την ιατρική σχολή και εκτελούσα μια εκτομή αγγείων σ’ έναν από τους ασθενείς του που είχε ζητήσει να υποστή στείρωσι. Ήμουν περήφανος για την τεχνική που μόλις είχα μάθει και ρώτησα τον πατέρα μου τι γνώμη είχε γι’ αυτό. Απήντησε: «Ο ασθενής είναι αναμφιβόλως ευχαριστημένος, αλλά θα ήθελα να γνωρίζω τι γνώμη έχει ο Δημιουργός γι’ αυτό.» Επειδή έχω λόγους να πιστεύω ποια είναι η άποψις του Δημιουργού για τις μεταμοσχεύσεις των οργάνων, έχω σοβαρές επιφυλάξεις για την καταλληλότητά των από Γραφική άποψι.

Δεν μπορούμε ν’ αφήσωμε το Δημιουργό έξω από τις εγχειρήσεις, όπως ο Δρ. Αλέξης Καρρέλ τόσο καλά αναφέρει στο βιβλίο του Ο Άνθρωπος, Αυτός ο Άγνωστος ότι «ενώ χάρι στην εξαιρετική ευφυΐα και την τόλμη των μεθόδων της [η σύγχρονη χειρουργική] έχει υπερβή τις πιο φιλόδοξες ελπίδες της ιατρικής των περασμένων εποχών,» εν τούτοις παραμένει το γεγονός ότι ακόμη και «στα καλύτερα νοσοκομεία, . . . Η θεραπεία των τραυμάτων εξαρτάται, πάνω απ’ όλα, από την επάρκεια των προσαρμοστικών λειτουργιών» του σώματος. Με άλλους λόγους το κάθε τι εξαρτάται από τις θεραπευτικές δυνάμεις που ο Δημιουργός έχει θέσει στο ανθρώπινο σώμα.

Δράσις ως Χριστιανού Διακόνου

Όσο αξιοσημείωτα κι’ αν είναι τα κατορθώματα της συγχρόνου χειρουργικής, συμφωνώ, σαν Χριστιανός διάκονος, καθώς επίσης και ως χειρουργός, με τον Ιησού Χριστό ότι οι πνευματικές αξίες προηγούνται των υλικών ή σωματικών αξιών. (Ματθ. 16:26) Και τι σημαίνει αυτό; Ότι ο Χριστιανός διάκονος που μπορεί να κατευθύνη ανθρώπους προς την ελπίδα της αιωνίου ζωής μπορεί να τους κάμη περισσότερο καλό από οποιονδήποτε σύγχρονο χειρουργό, ο οποίος το καλύτερο που μπορεί να κάμη είναι να τους βοηθήση να ζήσουν μερικά ακόμη χρόνια. Αυτός είναι ο λόγος που ήμουν πρόθυμος να εγκαταλείψω την επικερδή μου επαγγελματική εργασία στη Σάντα Μπάρμπαρα πριν από χρόνια. Επί πλέον, γνωρίζω πολύ καλά ότι πλησιάζει η ημέρα που το χειρουργικό επάγγελμα δεν θα είναι αναγκαίο. Αν επρόκειτο ν’ αρχίσω τώρα, δεν θα ανελάμβανα τη μακρά περίοδο φοιτήσεως και εξασκήσεως που χρειάσθηκα για να γίνω χειρουργός, αλλά θα προτιμούσα να αφιερώσω το χρόνο μου πιο αποκλειστικά στη Χριστιανική διακονία.

Σήμερα απολαμβάνω μια πλούσια και πλήρη ζωή. Τα δυο μου παιδιά, που μεγάλωσαν και πανδρεύθηκαν, υπηρετούν ως Χριστιανοί διάκονοι επίσης, ο γυιος ως πρεσβύτερος εκκλησίας και η κόρη μου ως ιεραπόστολος σε μια μακρυνή χώρα. Η σύζυγός μου κι’ εγώ υπηρετούμε τώρα ολοχρονίως σαν μέλη του προσωπικού των κεντρικών Γραφείων της Εταιρίας Σκοπιά, βοηθώντας τους ολοχρονίους συνδιακόνους μας στις ανάγκες των. Όλα αυτά τα προνόμια, πρέπει να προσθέσω, με έχουν επίσης ωφελήσει πολύ, ώστε αληθινά μπορώ να αντηχήσω τα λόγια του σοφού συγγραφέως των Παροιμιών 10:22, ΜΝΚ: «Η ευλογία του Ιεχωβά πλουτίζει, και λύπη δεν θέλει προστεθή εις αυτήν.»—Από Συνεργάτην.

[Υποσημειώσεις]

a Δώδεκα χρόνια αργότερα, έπειτα από πολλές απορρίψεις που είχαν γίνει εν τω μεταξύ, προσεκλήθην να κάμω ακόμη μια αίτησι και αποκαταστάθηκα ως τακτικό μέλος του Ιατρικού Συλλόγου.

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση