Η Υπομονετική μου Έρευνα Ανταμείφθηκε
ΟΛΕΣ οι πληροφορίες σχετικά μ’ εμένα και την οικογένεια μου, απ’ ό,τι γνώριζα, περιείχοντο σε μια σειρά δικαστικών εγγράφων. Οι θετοί μου γονείς για πρώτη φορά μού έδειξαν αυτά τα χαρτιά όταν ήμουν επτά ή οκτώ ετών. Τα είχαν πάρει όταν με υιοθέτησαν νομικώς σε βρεφική ηλικία. Αργότερα, όταν ενηλικιώθηκα, μου έδωσαν αυτά τα χαρτιά. Η οικογενειακή μου κληρονομιά ήταν δυο ονόματα γραμμένα σ’ ένα κομμάτι χαρτί, το όνομα της μητέρας μου και το δικό μου.
Μολονότι από πολύ μικρή ηλικία επιθυμούσα να μάθω περισσότερα για την προέλευσί μου, μόνο αφού πέρασα πια τα 30, υποκινήθηκα να κάνω κάτι για να εκπληρώσω αυτή την επιθυμία μου. Εν τω μεταξύ, η ζωή μου είχε λάβει μια εντελώς νέα κατεύθυνσι, ως αποτέλεσμα μελέτης της Αγίας Γραφής.
Το 1967 τακτοποίησα τις υποθέσεις μου έτσι ώστε να μπορώ να δαπανώ περισσότερο χρόνο μιλώντας στους άλλους γι’ αυτά που είχα μάθει. Τελικά υπηρέτησα τέσσερα χρόνια ως ιεραπόστολος στα Νησιά Τρουκ, Κοσράε και Πονάπε του Ειρηνικού. Κατόπιν, το 1973, με προσκάλεσαν να γίνω μέλος του προσωπικού των κεντρικών γραφείων των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Μπρούκλυν, της Νέας Υόρκης.
Ήταν τότε ένας καιρός αναδρομικής εξετάσεως για μένα—άρχισαν να με απασχολούν ερωτήσεις σχετικά με το παρελθόν μου. Ποια είναι η μητέρα μου και ποιος ο πατέρας μου; Έχω αδελφούς και αδελφές; Κατάγομαι από την Ισπανία, τη Γαλλία ή από κάπου αλλού; Είχα επίσης ένα ακόμη πιο σπουδαίο λόγο να βρω τη βιολογική μου οικογένεια—για να μοιρασθώ μαζί τους το «ευαγγέλιον της βασιλείας.»—Ματθ. 24:14.
Αλλά από πού έπρεπε ν’ αρχίσω την έρευνα;
Αρχίζοντας την Έρευνα
Από τα χαρτιά που μου είχαν δώσει, εγνώριζα τα εξής: Το πλήρες όνομα της μητέρας μου, το όνομα που μου έδωσαν όταν γεννήθηκα, το όνομα της αρμόδιας υπηρεσίας υιοθεσίας, την ημερομηνία γεννήσεως μου, και το νοσοκομείο στο οποίο γεννήθηκα. Άρχισα την έρευνά μου, γράφοντας μια επιστολή στην αρμόδια υπηρεσία στην πολιτεία που γεννήθηκα, στην Καλιφόρνια.
Αυτή ήταν η πρώτη μου απογοητευτική επαφή με το τείχος της απόλυτης μυστικότητας. Η υπηρεσία αυτή, δεσμευμένη από τον νόμο, δεν μπορούσε ούτε να βεβαιώση, ούτε να διαψεύση ονομαστικά ποια ήταν η μητέρα μου. Ωστόσο, μου είπαν την πολιτεία από την οποία προήρχετο η γυναίκα που αναζητούσα—την πολιτεία Όρεγκον. Μου έδωσαν επίσης και μερικές άλλες πληροφορίες σχετικά μ’ αυτήν, μεταξύ των οποίων ότι ήταν Γερμανο-Γαλλικής καταγωγής, ότι είχε μέσους βαθμούς στο σχολείο, και ότι έπαιζε ένα όργανο στην ορχήστρα του γυμνασίου.
Μετά απ’ αυτό, έγραψα στο τμήμα Δημογραφικών Στατιστικών στο Πόρτλαντ του Όρεγκον. Συνημμένως έστειλα ένα χρηματικό ποσόν, μαζί με τις λίγες πληροφορίες που είχα σχετικά με τη μητέρα μου. Σε λίγες μέρες ήλθε η απάντησις. Ένα άτομο με το ίδιο όνομα είχε πράγματι, γεννηθή σ’ εκείνη την πολιτεία, 24 χρόνια πριν γεννηθώ εγώ. Ωστόσο, μου είπαν ότι θα ήταν αδύνατον να πάρω ένα αντίγραφο του πιστοποιητικού γεννήσεως της—ο νόμος δεν τους επέτρεπε να δώσουν αυτό το πιστοποιητικό.
Μετά από λίγες μέρες εντατικής σκέψεως και ερεύνης, αποφάσισα να γράψω πάλι και να ζητήσω ένα αντίγραφο του νόμου που τους απαγόρευε να μου στείλουν το πιστοποιητικό γεννήσεως της. Σε λίγο καιρό μου έστειλαν ένα αντίγραφο. Ο νόμος έλεγε ότι το πιστοποιητικό γεννήσεως θα μπορούσε να δοθή μόνο σε κάποιον συγγενή εξ αίματος, στο ίδιο το άτομο, ή σ’ ένα δικαστικό πληρεξούσιο. Ευτυχώς, μου έστειλαν ένα αντίγραφο ολόκληρης της σελίδος όπου ήταν τυπωμένος αυτός ο ειδικός νόμος. Ρίχνοντας μια ματιά στη σελίδα, βρήκα κάποιον άλλο νόμο που έλεγε ότι ένα άτομο θα μπορούσε να υποβάλη αίτησι στο Ειρηνοδικείο, για να του δοθή κάποιο ουσιώδες έγγραφο που αρνήθηκε να του δώση κάποια άλλη υπηρεσία.
Επωφελούμενος απ’ αυτή την πρόβλεψι, έκανα αντίγραφα των εγγράφων της υιοθεσίας μου, τα επεκύρωσα σ’ ένα συμβολαιογραφείο και τα έστειλα στο Ειρηνοδικείο, ζητώντας το πιστοποιητικό γεννήσεως. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Σε λίγες εβδομάδες έλαβα το πιστοποιητικό γεννήσεως που ήθελα. Το κατονομαζόμενο άτομο—Γκρέης Φάουλμαν—ήταν το ίδιο πρόσωπο μ’ εκείνο που αναφερόταν στα έγγραφα της υιοθεσίας μου, ως μητέρα μου! Επίσης, ανεγράφοντο τα ονόματα των γονέων της.
Είχα κάθε λόγο να πιστεύω ότι η Γκρέης Φάουλμαν ήταν η μητέρα μου, επειδή ήταν απίθανο κάποιο άλλο άτομο μ’ αυτό το όνομα να γέννησε ένα βρέφος που είχε το ίδιο όνομα με το δικό μου, την ίδια ημέρα, 23 Μαΐου 1939. Ωστόσο, πώς θα μπορούσα να είμαι βέβαιος γι’ αυτό; Και πώς θα μπορούσα να εντοπίσω την Γκρέης Φάουλμαν ή τους γονείς της, αν καθ’ υπόθεσι ζούσαν ακόμη; Στο κάτω-κάτω, 60 χρόνια περίπου είχαν περάσει από τότε που εξεδόθη αυτό το πιστοποιητικό γεννήσεως. Αποφάσισα να συνεχίσω την έρευνά μου.
Έγραψα στον επιθεωρητή του σχολείου στην Αστόρια του Όρεγκον, στο μέρος όπου γεννήθηκε η Γκρέης. Επίσης, ζήτησα από τον εκεί διευθυντή του ταχυδρομείου πληροφορίες σχετικά με την οικογένεια Φάουλμαν. Αλλά όλες οι προσπάθειες να εντοπίσω τη μητέρα μου μ’ αυτό τον τρόπο απέβησαν άκαρπες. Προφανώς, η οικογένεια είχε φύγει από την περιοχή αμέσως μετά τη γέννησι της Γκρέης. Έτσι, έπρεπε να βρω έναν άλλο τρόπο για να την εντοπίσω.
Ανοίγεται ένα Ρήγμα
Είναι αξιοσημείωτο το ότι ο αποικισμός των Ηνωμένων Πολιτειών άρχισε μέσω μιας επεκτάσεως προς δυσμάς. Από το έτος 1790, όταν έγινε η πρώτη Ομοσπονδιακή Απογραφή, οικογένειες, μεμονωμένα και ομαδικά, μετοίκησαν προς δυσμάς. Έτσι μολονότι η Γκρέης Φάουλμαν γεννήθηκε στη μακρυνή δυτική πολιτεία Όρεγκον, το πιστοποιητικό γεννήσεως της έδειχνε ότι ο πατέρας της και η μητέρα της είχαν γεννηθή στο Μίτσιγκαν.
Προσπάθησα, αλλά χωρίς επιτυχία, να πάρω το πιστοποιητικό γεννήσεως του πατέρα της Γκρέης Φάουλμαν—προφανώς δεν υπάρχει. Εν τούτοις, κατώρθωσα να πάρω το πιστοποιητικό γεννήσεως της μητέρας της. Απ’ αυτό έμαθα τα ονόματα του παππού και της γιαγιάς της Γκρέης, επειδή τα ονόματα τους, φυσικά, ανεγράφοντο στο πιστοποιητικό γεννήσεως της κόρης τους.
Εν συνεχεία, έστειλα ένα άλλο χρηματικό ποσόν και ζήτησα το πιστοποιητικό γάμου του παππού και της γιαγιάς της Γκρέης. Τα ονόματα τους τα ήξερα από το πιστοποιητικό γεννήσεως της μητέρας της Γκρέης. Αργότερα μου εστάλη το πιστοποιητικό γάμου, με ημερομηνία 3 Φεβρουαρίου 1894. Τώρα μπορούσα να επωφεληθώ από μια ιδιομορφία της Ομοσπονδιακής Απογραφής του 1880. Υπήρχε ένας κατάλογος εκείνης της Ομοσπονδιακής Απογραφής του 1880. Επομένως, όλες οι κεφαλές οικογενείας που είχαν παιδιά ηλικίας 10 ετών και κάτω το 1880 έχουν καταγραφή ονομαστικά σ’ αυτόν τον κατάλογο· εκεί είναι γραμμένες κι άλλες σχετικές πληροφορίες.
Υπέβαλα αίτησι στο Εθνικό Αρχειοφυλάκιο της Ουάσινγκτον, D.C., όπου φυλάσσονται αυτά τα αντίγραφα απογραφής. Έγραψα το όνομα του παππού της Γκρέης, Χένρυ Μονρόε (ο οποίος, είχε γεννηθή το 1871 και ήταν ηλικίας κάτω των 10 ετών το 1880), με την παράκλησι να γίνη έρευνα σ’ αυτόν τον κατάλογο. Σε λίγο καιρό μου έστειλαν ένα αντίγραφο της σελίδος απογραφής, όπου απαριθμούντο τα ονόματα της οικογενείας του. Το σπουδαίο είναι, ότι στη σελίδα αυτή ανεφέρετο επίσης το όνομα της πόλεως στην οποία ζούσε τότε ο Χένρυ, το Ηστ Τζόρνταν του Μίτσιγκαν.
Αργότερα, αυτό μόνο το έγγραφο και μια απλή πράξις καλωσύνης απεδείχθησαν τα κλειδιά με τα οποία ‘ξεκλείδωσα’ το παρελθόν μου. Ωστόσο, προς το παρόν, δεν μπορούσα να καταλάβω πώς αυτή η πληροφορία θα μπορούσε να με βοηθήση. Έτσι, άρχισα ν’ ανιχνεύω άλλους κλάδους, που πίστευα ότι αποτελούσαν την οικογένεια μου, γράφοντας δεκάδες γράμματα.
Επειδή έμενα στο Μπρούκλυν, αρκετά κοντά στην Ιστορική Κοινωνία του Λονγκ Άιλαντ, άρχισα να δαπανώ λίγο χρόνο κάθε Σάββατο απόγευμα, ψάχνοντας παλιά αρχεία απογραφής και άλλα ιστορικά έγγραφα. Τελικά, ψάχνοντας για τους συγγενείς του Χένρυ Μονρόε, ανακάλυψα μια γυναίκα, που πίστευα ότι ήταν μια από τις προμάμμες μου. Είχε ζήσει στο Κόμπλσκιλ, μια μικρή πόλι στην άνω Νέα Υόρκη. Περίεργος να μάθω αν κάποιος από την οικογένεια της ζούσε ακόμη εκεί, έγραψα μια επιστολή στη μικρή εβδομαδιαία εφημερίδα. Έμεινα έκπληκτος όταν, μετά από μια βδομάδα, έλαβα μια επιστολή. Η γυναίκα που μου έγραψε ήταν η ανηψιά αυτής της υποτιθεμένης προμάμμης μου!
Η γυναίκα αυτή με προσκάλεσε να την επισκεφθώ στο Κόμπλσκιλ. Εκεί πέρασα ένα πολύ ευχάριστο Σαββατοκύριακο, μαθαίνοντας για την οικογένεια και για την ιστορία της οικογενείας τα περασμένα 200 χρόνια στην περιοχή. Ένα ακόμη γεγονός έδειξε ότι βρισκόμουν πράγματι στο σωστό δρόμο—όλες οι γυναίκες της οικογενείας, παρετήρησαν ότι είχα κληρονομήσει την οικογενειακή μύτη! Ένα άλλο συγκινητικό γεγονός ήταν ότι τρία από τα εγγόνια της κυρίας είχαν την ίδια πίστι που είχα κι εγώ.
Δυστυχώς, η οικογένεια που βρισκόταν στην περιοχή της άνω Νέας Υόρκης είχε να επικοινωνήση με την οικογένεια της Γκρέης Φάουλμαν, περισσότερο από 50 χρόνια, και δεν εγνώριζαν πού ευρίσκοντο. Έτσι, ενώ είχα κάνει κάποια πρόοδο, οι προοπτικές να βρω τη μητέρα μου δεν ήσαν και πολύ λαμπρές. Αλλά, κατόπιν μου ήλθε μια ιδέα.
Η Ενεργεία που Διήνοιξε το Παρελθόν Μου
Θυμήθηκα τις πληροφορίες που είχα φυλάξει στο συρτάρι μου από την Ομοσπονδιακή Απογραφή του 1880, σχετικά με τον Χένρυ Μονρόε, τον παππού της Γκρέης Φάουλμαν. Σκέφθηκα: ‘Αφού μπόρεσα να βρω κάτι γράφοντας στην εφημερίδα, σχετικά με την οικογένεια στο Κόμπλσκιλ της Νέας Υόρκης, γιατί να μη γράψω στο διευθυντή του ταχυδρομείου σ’ εκείνη τη μικρή πόλι του Μίτσιγκαν, στο Ηστ Τζόρνταν, όπου ζούσαν ο Χένρυ και η οικογένεια του;’
Αυτό και έκανα. Έγραψα στον διευθυντή του ταχυδρομείου ότι προσπαθούσα να εντοπίσω μακρυνούς συγγενείς μου. Τον παρακάλεσα, αν εγνώριζε κάποιον με το όνομα Μονρόε στην πόλι, να στείλη την επιστολή μου σ’ αυτόν. Ταχυδρόμησα την επιστολή αυτή, και σε λίγο την ξέχασα.
Μια μέρα, μετά από δυο εβδομάδες, καθώς εξήταζα τις επιστολές που είχα λάβει το μεσημέρι, βρήκα ένα φάκελο όπου είχα γράψει εγώ ο ίδιος τη διεύθυνσί μου. (Πάντοτε έστελνα τα ερωτήματα μου μαζί μ’ ένα εσώκλειστο φάκελο που είχε τη διεύθυνσί μου, καθώς επίσης και γραμματόσημο.) Όταν το άνοιξα, έμεινα κατάπληκτος καθώς διεπίστωσα ότι το άτομο που μου έγραφε, ήταν η πρώτη εξαδέλφη της μητέρας της Γκρέης. Εκείνος ο διευθυντής του ταχυδρομείου είχε την καλωσύνη να στείλη την επιστολή μου σ’ αυτήν. Με είχε συναρπάσει τόσο πολύ αυτό ώστε δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στην εργασία μου το απόγευμα.
Συνάπτοντας φιλία μέσω αλληλογραφίας μ’ αυτή τη γυναίκα, που ήμουν σχεδόν βέβαιος ότι ήταν συγγενής μου, άρχισα σιγά-σιγά να της κάνω επιφυλακτικά ερωτήσεις για τη μητέρα της Γκρέης. Μου έγραψε ότι ζούσε ακόμα. Και ότι είχε έναν εγγονό που ζούσε στην Αλάσκα. Αυτά ήσαν θαυμάσια νέα! Είχα ένα αδελφό! Αλλά, μέσω αυτής της αλληλογραφίας, έμαθα ότι η Γκρέης είχε πεθάνει. Τι έπρεπε να κάνω τώρα;
Πίστευα ότι έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτικός, επειδή δεν ήξερα τις συνθήκες που περιέβαλλαν τη γέννησί μου. Τελικά, αποφάσισα να τα πω όλα στην εξαδέλφη της γιαγιάς μου. Της έστειλα ένα αντίγραφο των εγγράφων της υιοθεσίας μου και της ζήτησα να ενεργήση ως μεσάζων για μένα. Τη ρώτησα αν μπορούσε ν’ αποκαλύψη την ταυτότητα μου στη γιαγιά μου.
Επανασύνδεσις
Οι ημέρες κυλούσαν αργά. Τελικά, ήλθε μια επιστολή από τη γιαγιά μου. Ήταν πολύ χαρούμενη. Ναι, υπήρχε ένας «χαμένος εγγονός»—αλλά πίστευε ότι ήταν νεκρός, επειδή η κόρη της τής είχε πη ότι είχε πεθάνει σε νηπιακή ηλικία. Ναι, η κόρη της ήταν το άτομο, του οποίου το όνομα ήταν γραμμένο στα δικαστικά αρχεία. Με παρεκίνησε να επικοινωνήσω αμέσως με τον αδελφό μου στην Αλάσκα. Είχε γράψει τον αριθμό τηλεφώνου του. Ρωτούσε επίσης με λαχτάρα πότε θα μπορούσα να πάω στην Καλιφόρνια για να με δη.
Τηλεφώνησα στον αδελφό μου. Η πρώτη μου λέξις ήταν: «Αδελφέ!» Οι πρώτες του λέξεις ήσαν: «Δεν μπορώ να το πιστέψω!»
Και σ’ εκείνον, επίσης, η μητέρα μου είχε πη ότι είχα πεθάνει σε νηπιακή ηλικία, αλλά κατόπιν, πριν από 15 χρόνια περίπου, ο πατέρας μας του είπε ότι με είχαν υιοθετήσει. Προσπάθησε να με βρη, αλλά όλες οι προσπάθειες του προσέκρουσαν στο νομικό τείχος μυστικότητος.
Το ταξίδι στην Καλιφόρνια και η συνάντησις με την οικογένεια μου ήταν, χωρίς αμφιβολία, μια από τις πιο ικανοποιητικές στιγμές της ζωής μου! Είναι αλήθεια ότι απογοητεύθηκα όταν έμαθα ότι η μητέρα μου και ο πατέρας μου (ο οποίος, όπως έμαθα ωνομαζόταν Τζων Ραπόζα-Βιέρρα) είχαν πεθάνει πριν από μερικά χρόνια. Αλλά η γιαγιά μου, ο αδελφός μου κι εγώ περάσαμε αρκετές ώρες μαζί, καθώς επίσης και με τους θετούς μου γονείς, οι οποίοι, από την αρχή, υποστήριζαν όλες μου τις προσπάθειες. Στην πραγματικότητα, είχαν καταβάλει και οι ίδιοι πολλές προσπάθειες για να μάθουν ό,τι μπορούσαν. Είναι ενδιαφέρον το ότι μπόρεσα να συναντήσω την οικογένεια του πατέρα μου και να μάθω για τη μετανάστευσί τους από τις Νήσους Αζόρες στη Χαβάη και κατόπιν στην Καλιφόρνια. Ο πατέρας μου ήταν Πορτογάλος.
Είχα πετύχει! Η καρτερική μου έρευνα ανταμείφθηκε. ‘Και τι στοίχισε όλη αυτή η προσπάθεια;’ μπορεί να ρωτήσετε. Πάνω από 400 απαντήσεις μόνο σε επιστολές που έστειλα, συν τα ταχυδρομικά έξοδα, τα χρηματικά ποσά που εσώκλεισα στις επιστολές που έστελνα, καθώς και τα απογεύματα του Σαββάτου που δαπάνησα στη βιβλιοθήκη.
Ελπίδα για το Μέλλον
Ήμουν ιδιαίτερα ευτυχής που μπόρεσα να μοιρασθώ με τα μέλη αυτά της οικογενείας μου, την παρηγορητική ελπίδα που δίνει για το μέλλον. Τους είπα ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύωμε ότι η Γκρέης και ο Τζων θα ευνοηθούν από τον Ιεχωβά Θεό με ανάστασι σε ζωή επάνω στη γη. (Ιωάν. 5:28, 29· Πράξ. 24:15) Πόσο ωραία θα είναι να γνωρισθώ τότε μαζί τους! Καταλαβαίνω ότι έκαναν μεγάλα λάθη, διάγοντας ανήθικη ζωή. Αλλά θα δοθή σ’ εκείνους που θ’ αναστηθούν η ευκαιρία να μάθουν τις απαιτήσεις του Θεού και να συμμορφωθούν με τη δίκαιη διακυβέρνησι της Βασιλείας που θα υπάρχη τότε.
Πιστεύω ότι οι προσπάθειες που έκανα για να βρω τις φυσικές μου ρίζες, άξιζαν τον κόπο. Είναι ενδιαφέρον το ότι η Γραφή περιέχει πολλές λεπτομέρειες για τις γενεαλογίες διαφόρων ανθρώπων. Προφανώς, είναι φυσικό να ενδιαφέρωνται οι άνθρωποι για τη φυσική τους προέλευσι. Αλλά αντιλαμβάνομαι ότι αυτό δεν είναι πρωταρχικής σπουδαιότητος και ότι υπάρχει κίνδυνος να δώση κανείς σ’ αυτά τα ζητήματα, μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι πρέπει.—1 Τιμ. 1:3, 4· Τίτον 3:9.
Ο Ιησούς Χριστός έδειξε με δυναμικό τρόπο, ποιες είναι οι σχέσεις που είναι πολύ πιο σπουδαίες από τις φυσικές σχέσεις εξ αίματος. Κάποτε, όταν μιλούσε για τους συγγενείς του, είπε τα εξής: «Τις είναι η μήτηρ μου και τίνες οι αδελφοί μου; Και εκτείνας την χείρα αυτού προς τους μαθητάς αυτού είπεν· Ιδού η μήτηρ μου και οι αδελφοί μου. Διότι όστις κάμη το θέλημα του Πατρός μου του εν ουρανοίς, αυτός μου είναι αδελφός και αδελφή και μήτηρ.»—Ματθ. 12:48-50.
Διεπίστωσα ότι αυτό είναι αληθινό. Η ίδια πίστις στον Θεό και η ίδια ελπίδα στις υποσχέσεις του ενώνει περισσότερο τα άτομα με τους δεσμούς της αγάπης απ’ ό,τι τα ενώνουν οι δεσμοί εξ αίματος. Η σύζυγος μου κι εγώ μόλις αποφοιτήσαμε από την 65η σειρά της Γραφικής Σχολής Γαλαάδ της Εταιρίας Σκοπιά. Έχομε τώρα το μεγαλειώδες προνόμιο, να πάμε σε μια άλλη χώρα και να μοιρασθούμε με τους ανθρώπους εκεί τη Χριστιανική πίστι, μέσω της οποίας μπορούν ν’ απολαύσουν μια τέτοια θαυμάσιο σχέσι με τους συνανθρώπους των, και ιδιαίτερα ν’ απολαύσουν μια καλή σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό.—Από συνεργάτη.