Η Καθολική Εκκλησία Όπως τη Βλέπει η Ιταλία
ΟΙ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ εξελίξεις στο Βατικανό έχουν προκαλέσει ανησυχία σ’ όλο τον Καθολικό κόσμο. Ιερείς και άλλοι που συνδέονται στενά με την ιεραρχία της Εκκλησίας έχουν συγκλονισθή. Τι θα λεχθή για τον λαό της Ιταλίας;
Οι Ιταλοί Καθολικοί λυπήθηκαν για τον θάνατο του Πάπα Ιωάννη-Παύλου του Α΄ (Λουτσιάνι). Η ραδιοφωνική και τηλεοπτική κάλυψις των γεγονότων σχετικά με τον θάνατό του, στις 28 Σεπτεμβρίου 1978, ήταν εξαιρετική. Εν τούτοις, τα σχόλια των ανθρώπων φαίνεται ν’ αποκαλύπτουν ότι, γενικά, ενδιαφέρονται περισσότερο για τη μη θρησκευτική πλευρά των ειδήσεων.
Πολλοί Ιταλοί παραπονέθηκαν για την ακύρωσι ταινιών και άλλων δημοφιλών προγραμμάτων, που κατέστη αναγκαία για τη μετάδοσι των σχεδόν συνεχών δελτίων ειδήσεων για την κηδεία, για τις εκλογές του κονκλαβίου, και τα λοιπά. Σχετικά με τον θάνατο του Ιωάννη-Παύλου του Α΄, το περιοδικό L’Espresso, της 8ης Οκτωβρίου 1978, ανέφερε ότι ο διευθυντής ενός εθνικού ειδησεογραφικού προγράμματος είπε: «Δεν θα δείχναμε ασφαλώς μεγάλο σεβασμό για το κοινό αν εξακολουθούσαμε να το βομβαρδίζωμε ποσοτικά και ποιοτικά, όπως κάναμε στο θάνατο του Παύλου του ΣΤ΄.»
Υπήρχε, επίσης, η αντίληψις ότι τα πολιτικά προσόντα μάλλον παρά τα θρησκευτικά παίζουν μεγάλο ρόλο στην εκλογή του πάπα. Ο τύπος έκανε πολλά σχόλια για τους «πολιτικούς ελιγμούς» που βρίσκονταν πίσω από την εκλογή διαδόχου του Ιωάννη Παύλου του Α΄. Η εφημερίδα Il Messaggero, της 3ης Οκτωβρίου 1978, είχε τον εξής πρωτοσέλιδο τίτλο-ερώτημα: «Ένας ποιμήν των ψυχών όπως ο Λουτσιάνι ή ένας Πάπας που ‘ενδιαφέρεται για την πολιτική’;» Και στις 7 Οκτωβρίου 1978, ένα άρθρο σχετικά με το «Παιγνίδι του Μπενέλλι» σχολίαζε τις μηχανορραφίες αυτού του ισχυρού καρδιναλίου για την εκλογή διαδόχου του πάπα. Ακόμη και πριν από την εκλογή του Λουτσιάνι, η εφημερίδα La Nazione, της 27ης Αυγούστου 1978, ανέφερε τα εξής: Στη διάρκεια ιών τελευταίων λίγων ημερών, δόθηκε μεγάλη σημασία, στην ανάλυσι των προσόντων διαφόρων καρδιναλίων, την πολιτική τους τοποθέτησι και τη γεωγραφική τους προέλευσι, ξεχνώντας την κρίσι στην οποία βρίσκεται η Εκκλησία σήμερα.»
Υποψίες Σχετικά Με τον Θάνατο του Ιωάννη-Παύλου
Οι υποψίες για πολιτικές δολοπλοκίες αυξήθηκαν με τον ξαφνικό θάνατο του Ιωάννη-Παύλου του Α΄. «Τον δολοφόνησαν» και «Τον σκότωσαν για πολιτικούς λόγους» ήσαν σχόλια που ακούγοντο επανειλημμένως. Ένας κοινωνιολόγος έκανε τα εξής σχόλια στην εφημερίδα Corriere della Sera, με ημερομηνία 2 Οκτωβρίου 1978: «Είναι πολύ παράξενο το πώς διαδόθηκε η φήμη ότι ο Πάπας δηλητηριάσθηκε.» Το περιοδικό Panorama της 10ης Οκτωβρίου 1978 (σ’ ένα σύντομο άρθρο που είχε τον τίτλο «Γιατί Οι άνθρωποι Λέγουν ότι Δολοφονήθηκε;») σχολίαζε τα εξής: «Στη Ρώμη, αυτή η αμφιβολία άρχισε αμέσως να εισδύη στις διάνοιες των ανθρώπων, σαν να γύρισε το ρολόι 500 χρόνια πίσω στις μέρες των μηχανορραφιών του Βοργία, οι οποίες υποδαυλίζοντο από τον Πάπα Αλέξανδρο τον ΣΤ΄, και των παιδιών του Λουκρητίας και Καίσαρα. Οι οδηγοί των ταξί και οι καταστηματάρχες είχαν μόνο ένα θέμα συζητήσεως τις τελευταίες λίγες μέρες: ότι ασφαλώς υπήρχε κάποια συνωμοσία πίσω από τον θάνατο του Πάπα.»
Αλλά δεν είχε μόνο το κοινό αυτές τις υπόνοιες. Αρκετές εφημερίδες έφεραν τίτλους οι οποίοι αποκαλούσαν τον θάνατο του πάπα μυστήριο και πρότειναν την διεξαγωγή κάποιας έρευνας. Ο γραμματεύς του «Civiltà Cristiana,», ενός Καθολικού παραδοσιακού κινήματος, δήλωσε: «Οι φήμες, οι περιπλοκές και οι αμφιβολίες σχετικά με ωρισμένες καταστάσεις και με τα αίτια του θανάτου του Πάπα είναι πολλές και ποικίλες. Γι’ αυτό τον λόγο, νομίζομε ότι είναι κατάλληλο να μας δώσουν οι δικαστικές αρχές μια σαφή απάντησι.» Η εφημερίδα Corriere della Sera, η οποία ανέφερε τα σχόλια του γραμματέως, έγραψε, επίσης, ότι το «Civiltà Cristiana» είχε υποβάλει στις αρχές του Βατικανού μια γραπτή αίτησι για έρευνα.
Ένας λόγος για την εκδήλωσι ενδιαφέροντος από μέρους του κοινού γι’ αυτό το ζήτημα είναι ότι ο Πάπας Ιωάννης-Παύλος ο Α΄ είχε κερδίσει μεγάλη συμπάθεια από τον λαό επειδή χρησιμοποιούσε απλή γλώσσα, όπως έλεγαν μερικοί, ‘παρόμοια μ’ εκείνη που μιλά ένας επαρχιώτης ενοριακός ιερέας.’ Πολλοί χάρηκαν που αποφάσισε να καταργήση το στέμμα με τις τρεις βαθμίδες στην τελετουργία της ενθρονίσεως που χαρακτηρίζει την αρχή της ηγεσίας ενός νέου πάπα, και ότι στην αρχή ήθελε να καταργήση τη χρήσι του φορητού θρόνου πάνω στον οποίο μεταφέρεται ο πάπας για να μπορούν να τον δουν τα πλήθη, μολονότι επανεξέτασε το ζήτημα και δέχθηκε αυτό το χαρακτηριστικό στην τελετή της ενθρονίσεώς του.
Ήταν Σημαντική Η Απόρριψις της Τιάρας;
Ο Φ. Μαργκιόττα Μπρόλιο, γράφοντας στην εφημερίδα La Nazione, (3 Σεπτεμβρίου 1978), έδειξε ότι αποδόθηκε μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην απομάκρυνσι της τιάρας από πλευράς του Λουτσιάνι απ’ ό,τι έπρεπε. «Εδώ,» είπε ο Μπρόλιο, «δεν θέλομε να επικρίνωμε την πρώτη απόφασι που πήρε ο Πάπας, αλλά επιθυμούμε ν’ αναφέρωμε ότι, αφού ελήφθη η απόφασις να αφαιρεθούν τα ‘σύμβολα της εξουσίας,’ η απόφασις αυτή έπρεπε να τηρηθή ως ένα λογικό σημείο, με την απόρριψι της παρουσίας πρώην βασιλικών συνεργατών, εθιμοτυπικών σπαθιών, του ‘Τόσον ντ’ Όρο’—ενός λειψάνου της ηγεσίας των Βουρβώνων—και άλλων ‘κοσμικών’ μπιχλιμπιδιών που συνδέονται με την ηγεσία του ποντίφικος . . . Μόνο με τη θαρραλέα επιστροφή στις πνευματικές πραγματικότητες, θα επιτύχη η Εκκλησία να εξαλείψη όλα τα ίχνη της νεο-κοσμικότητος του Πάπα Μοντίνι [Παύλου του ΣΤ΄].»
Ο συγγραφεύς μιας επιστολής που απευθύνετο στην εφημερίδα La Repubblica, μίλησε πιο έντονα. Αποδοκιμάζοντας τη μεγαλοπρέπεια, την επισημότητα και τα πλούτη που περιβάλλουν τον πάπα, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: «Δεν είμαι λάτρης ενός Πάπα ο οποίος είναι φορτωμένος με κοσμήματα, ούτε γοητεύομαι από ένα Βατικανό που μοιάζει σαν να βγήκε από τα Παραμύθια της Χαλιμάς. Το μήνυμα που θέλω να στείλω στον Ιωάννη-Παύλο περιέχεται στο Ευαγγέλιο. Ανοίξτε αυτό το βιβλίο και διαβάστε το λεπτομερώς, αγαπητέ μου Πάπα. Κατόπιν, με συνέπεια, θέστε το σε εφαρμογή, βγάζοντας από πάνω σας όλ’ αυτά τα πλούτη και δίδοντάς τα σε άλλους, και ζήστε με τα απολύτως απαραίτητα, κατεβήτε από το βάθρο σας και μιλήστε στους ανθρώπους!»
Ως προς τον νέο Πάπα, Ιωάννη-Παύλο τον Β΄ (Βοϊτύλα), απομένει να δείξη αν θα φέρη καμμιά σημαντική μεταρρύθμισι στη διδασκαλία ή τη δομή της εκκλησίας. Πριν γίνη πάπας, διεκήρυξε ότι συμφωνούσε πλήρως με το περιεχόμενο της εγκυκλίου Humanae Vitae, του Παύλου του ΣΤ΄, η οποία περιελάμβανε μια στάσι κατά των αντισυλληπτικών και του ελέγχου των γεννήσεων. Η εφημερίδα Corriere della Sera, στις 18 Οκτωβρίου 1978, αναφέρεται στον σεβασμό του πάπα για τη «Μαντόνα,» σχολιάζοντας ότι το αρχικό της γράμμα «Μ» περιλαμβάνεται στο περιβραχιόνιο του Πάπα, το οποίο υιοθετήθηκε από τον σημερινό πάπα. Αυτά τα δύο γεγονότα, όπως θεωρείται, δείχνουν ότι οι μελλοντικές μεταρρυθμίσεις θα είναι επιφανειακές και δεν θα φέρουν καμμιά ουσιώδη αλλαγή στην Εκκλησία.
Η Εκκλησία Αντιμετωπίζει Προβλήματα
Ένα βαρόμετρο σχετικά με το πώς αισθάνεται ο Ιταλικός λαός για την Εκκλησία, μπορεί να βρεθή στην κατάστασι των ενοριών. Η εφημερίδα Il Messaggero της 29ης Σεπτεμβρίου 1978, παρέθεσε την ομιλία του Καρδιναλίου Πολέττι, της Ρώμης, την οποία εξεφώνησε σε μια συνέλευσι επισκόπων και στην οποία περιέγραψε την κρίσιμη κατάστασι που υπάρχει στην ίδια την επισκοπή της Ρώμης. Δήλωσε τα εξής:
Υπάρχουν 68 ενορίες στη Ρώμη που στερούνται ενοριακής εκκλησίας ή κτιρίου και εξακολουθούν να στεγάζονται σε προσωρινά καταλύματα, με πνευματικά καταπιεστικές συνθήκες τόσο για τον λαό όσο και για τους κληρικούς.»
Ο Πολέττι εξήγησε ότι υπάρχουν πάρα πολλές ενορίες «κολοσσιαίων διαστάσεων,» όπου ο αριθμός των κατοίκων κυμαίνεται μεταξύ 30.000 και 80.000 και ότι ήταν κατόρθωμα η απλή και μόνο τέλεσις των αχράντων μυστηρίων ενώ παραμελείτο κάθε άλλος «αυθεντικός ευαγγελισμός.» Υπάρχουν, επίσης πολλές καινούργιες συνοικίες, είπε, που θα στεγάσουν περισσότερους από 150.000 κατοίκους, όταν θα αρχίσουν να λειτουργούν πλήρως, αλλά όπου «είναι αδύνατον να διευθετηθή ακόμα κι ένας προσωρινός τόπος λατρείας,» και ότι αυτά τα μέρη της πόλεως θα εγκαταλειφθούν, θα περιπέσουν σε κοινή ειδωλολατρία—τι ευαγγελισμός!»
Άλλες περιοχές βρίσκονται σε παρόμοια κατάστασι. Η περιοχή Παλέρμο, παραδείγματος χάριν, όπως λέγεται, χρειάζεται τουλάχιστον 20 καινούργιες ενοριακές εκκλησίες. «Αλλά δεν έχομε ούτε ιερείς ούτε τα υλικά μέσα για να τις συγκροτήσωμε,» είπε ένας εκπρόσωπος, σύμφωνα με την εφημερίδα Giornale di Sicilia. «Τι μπορεί να λεχθή για τις ενοριακές εκκλησίες;» ρωτά η εφημερίδα. «Έχουν γίνει κάτι σαν τους ‘σταθμούς βενζίνης,’ όπου οι άνθρωποι πηγαίνουν μόνο όταν χρειάζωνται κάτι. Κανένα από τα εκκλησιαστικά κτίρια δεν λειτουργεί ομαλά και μερικά δεν λειτουργούν καθόλου. Οι ιερείς προσεύχονται όλο και πιο λίγο . . . Οι νεαροί ιερείς μερικές φορές έχουν εσφαλμένες ιδέες σχετικά με το τι πρέπει να θεωρούν πρόοδο, ενώ οι άλλοι ιερείς παραμένουν προσκολλημένοι σε αναχρονιστικές ιδέες. Το αποτέλεσμα είναι ότι συχνά ξεσπούν αντιθέσεις μεταξύ των δύο κατηγοριών, με αποτέλεσμα την παράλυσι ωρισμένων εκκλησιαστικών δραστηριοτήτων.»
Σύγχυσις και Δυσπιστία
Όλα αυτά τα πράγματα έχουν μια καταστρεπτική επίδρασι στον κλήρο και αυτό φυσικά έχει μεταδοθή και στους ανθρώπους με τη μορφή του σκεπτικισμού, της αδιαφορίας, ακόμη δε και με την έλλειψι πίστεως και εμπιστοσύνης στην Εκκλησία. Ήδη από το έτος 1969, ένας ιερέας έγραψε στο θρησκευτικό περιοδικό Seminari, κατακρίνοντας το γεγονός ότι «μερικοί νεαροί ιερείς μιλούν για την Εκκλησία, τον Πάπα και τους Επισκόπους με τρόπο που, είμαι βέβαιος, ακόμη και οι πιο θανάσιμοι εχθροί της Εκκλησίας δεν το κάνουν, κι εν τούτοις είναι ακόμη ιερείς!»
Έτσι, υπάρχει σύγχυσις στην Καθολική λαϊκή τάξι της Ιταλίας. Οι αλλαγές, όπως η κατάργησις της Λατινικής γλώσσης από τη Λειτουργία και η ακύρωσις της εντολής περί νηστείας από κρέατος την Παρασκευή, έχουν αναστατώσει μερικούς, ενώ άλλοι προσδίδουν στις αλλαγές μικρή σπουδαιότητα. Οι τελευταίοι επιθυμούν να δουν να γίνωνται πιο ριζικές αλλαγές—αλλαγές μιας φύσεως που έχει σχέσι με την καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Το ότι εξασθενίζει ο σεβασμός για τον κλήρο αποκαλύπτεται από μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στο βιβλίο με τον τίτλο «Έρευνα στις Κλήσεις για την Ιερωσύνη,» υπό Γκιουζέπε Μπόβε, η οποία αναλύει τα επικριτικά σχόλια που γίνονται συχνά για τους ιερείς. Από τους ανθρώπους που ρωτήθηκαν, το 69 τοις εκατό είπε ότι οι ιερείς δεν είναι συνεπείς· ότι είναι φιλάργυροι (52 τοις εκατό)· ότι απέχουν πολύ από τους κοινούς ανθρώπους (33 τοις εκατό)· ότι δεν καταλαβαίνουν αυτό τον σύγχρονο κόσμο (30 τοις εκατό)· ότι δεν είναι πιστοί στις ευχές τους περί αγαμίας (25 τοις εκατό)· ότι αναμιγνύονται στα πολιτικά (23 τοις εκατό)· ότι είναι περιττοί (21 τοις εκατό)· ότι δεν έχουν εκσυγχρονισθή (15 τοις εκατό απ’ αυτούς που ρωτήθηκαν).
Τι επιφυλάσσει λοιπόν, το μέλλον για την Καθολική Εκκλησία στην Ιταλία; Μόνο ο χρόνος θα δείξη. Αλλά είναι βέβαιο ότι ο Χριστός ο Κριτής θα φέρη σε κρίσι όλα τα συστήματα, καθώς επίσης και όλα τα άτομα που ισχυρίζονται ότι πιστεύουν σ’ αυτόν και ότι τον ακολουθούν ως τον Κεχρισμένο Βασιλέα και Αρχιερέα του Θεού Αν οι δοξασίες τους, καθώς και το Εκκλησιαστικό τους οικοδόμημα, δεν ανταποκρίνωνται στις απαιτήσεις της Χριστιανοσύνης όπως εκτίθενται στον Λόγο του Θεού, δεν είναι δυνατόν να τους παρασχεθή καμμιά ευλογία εκ μέρους του Θεού. Επομένως, τέτοια συστήματα ή άτομα δεν μπορούν να σταθούν.—1 Πέτρ. 4:17, 18· Εβρ. 4:12· παράβαλε με Ναούμ 1:6.