Επίμαχο Ψάρεμα
Από ένα μέλος του Προσωπικού Συντάξεως
«Πέρασα από το ένα είδος, στο άλλο!»
Το ψάρεμα του τόνου έχει καταντήσει προβληματικό, γιατί η κυβέρνηση των ΗΠΑ περιόρισε τον αριθμό των δελφινιών, που επιτρέπεται να σκοτωθούν μέσα στα δίχτυα του ψαρά. Το «Ξύπνα!» πήρε συνέντευξη από τον Ρότζερ Σοάρες, ο οποίος, επί σαράντα χρόνια, ψάρευε με το αλιευτικό του. Τώρα σταμάτησε από το ψάρεμα του τόνου και άρχισε ένα άλλο ψάρεμα, το οποίο είναι, επίσης, επίμαχο.
«ΤΟ σαν πουγγί δίχτυ περικύκλωσε το κοπάδι των δελφινιών. Η επάνω άκρη στηριζόταν σε επιπλέοντες φελλούς. Το υπόλοιπο ήταν βυθισμένο πολλές οργιές μέσα στη θάλασσα. Σχημάτιζε ένα κυκλικό τείχος, ανοιχτό από κάτω και αρκετά βαθύ ώστε να παγιδευτούν οι κιτρινοπτέρυγοι τόνοι που κολυμπούσαν κάτω από τα δελφίνια. Καθώς οι άλλοι τραβούσαν τα σχοινιά, ώστε να κλείσει από κάτω το δίχτυ, εγώ και δυο άλλοι πέσαμε μέσα στο νερό για να βοηθήσουμε τα δελφίνια να ξεφύγουν πάνω από τα ίσαλα του διχτυού. Ήταν επικίνδυνη δουλειά, γιατί μέσα στο δίχτυ πιάνονταν και καρχαρίες.»
Με αυτόν τον τρόπο περιέγραψε ο Ρότζερ Σοάρες την εργασία του, όταν πρωτάρχισε να ασχολείται με το ψάρεμα του τόνου. Η αφήγηση τονίζει ένα σημείο: οι υπεύθυνοι ψαράδες θεωρούν πολύτιμα τα δελφίνια και προσπαθούν να σώσουν όσα περισσότερα γίνεται.
«Ρότζερ, πώς άρχισες;», ρώτησα.
«Από τον πατέρα μου. Είναι Πορτογάλος. Οι περισσότεροι ψαράδες τόνου έξω από το Σαν Ντιέγκο τον καιρό εκείνο ήταν Πορτογάλοι, Ιταλοί ή Γιαπωνέζοι. Εκείνος άρχισε όταν ήταν 10 χρόνων. Τότε κυνηγούσαν με το καμάκι· τα δίχτυα βγήκαν μετά. Αυτός και ο αδελφός του δούλευαν μαζί, μετά απόκτησαν δικό τους αλιευτικό και τελικά κάμποσα αλιευτικά. Στα δεκαέξη μου εγώ άρχισα να δουλεύω τα καλοκαίρια στο αλιευτικό του πατέρα μου. Ψαρεύαμε με καμάκι και δόλωμα. Τον καιρό εκείνο, το 1956, υπήρχαν μονάχα πέντε ή έξη αλιευτικά που ψάρευαν με δόλωμα στη Δυτική Ακτή και είχαν μετατραπεί για να χρησιμοποιούν δίχτυ νάυλον. Δυο χρόνια αργότερα εργάστηκα με δίχτυα—τότε ήταν που έπεφτα στο νερό για να βοηθήσω τα δελφίνια να ξεφύγουν πάνω από το δίχτυ.»
«Και οι καρχαρίες;», υπενθύμισα.
«Και οι καρχαρίες. Είχαμε μερικά ατυχήματα. Ένα αγόρι που ήξερα, πέθανε από την επίθεση καρχαρία.» Μετά από μια παύση συνέχισε: «Όταν έφτασα στα 21 έγινα καπετάνιος σε ένα από τα αλιευτικά, μια μεγάλη τράτα.»
Το Δελφίνι Γίνεται Υπολογίσιμος Παράγοντας
«Και με το σαν πουγγί δίχτυ,» είπα, «έρχονται σε επαφή τα δελφίνια και οι ψαράδες.»
«Αυτό είναι σωστό» είπε ο Ρότζερ. Όταν ψαρεύαμε μόνο με το καμάκι, είχαμε παρατηρήσει ότι ο κιτρινοπτέρυγος τόνος βρισκόταν συχνά κάτω από το κοπάδι των δελφινιών. Για αυτό, όταν βγήκανε τα δίχτυα, άρχισαν να τα ρίχνουν γύρω από τα δελφίνια, για να πιάσουνε τους τόνους που κολυμπούσαν από κάτω.»
«Είναι γνωστό γιατί ο τόνος κολυμπά κάτω από τα δελφίνια;», ρώτησα.
«Ίσως υπάρχει κάποιο είδος επικοινωνίας. Ίσως τα δελφίνια με το σαματά που κάνουν, πηδώντας και βουτώντας, σηκώνουν πολλή τροφή από κάτω και οι τόνοι την αρπάζουν. Βρίσκουμε τόνους και κάτω από ξύλα και ναυάγια, είτε γιατί εκεί έχει σκιά είτε από το θόρυβο που δημιουργείται. Ίσως γι’ αυτό ο τόνος κολυμπά κάτω από τα δελφίνια για τη σκιά των δελφινιών. Ίσως να υπάρχει άλλος λόγος.»
«Όμως», συνέχισε, «δεν έχουν όλα τα κοπάδια των δελφινιών τόνους από κάτω τους. Δεν ξέρουμε γιατί. Πρέπει να ψάχνουμε για ορισμένα σημάδια. Υπάρχουν ψάρια που πηδάνε γύρω τους; Κάνουν κύκλο από πάνω τους αρπαχτικά πουλιά; Φαίνονται μικρά άσπρα περιστέρια κοντά στο νερό; Όλα τούτα είναι φανερά σημάδια ότι υπάρχουν τόνοι.»
«Αφού εντοπίσετε τα δελφίνια με τους τόνους αποκάτω τους, τι κάνετε μετά;» ρώτησα.
«Στέλνουμε ταχύπλοες βάρκες για να κυκλώσουν και να στριμώξουν τα δελφίνια. Οι τόνοι παραμένουν αποκάτω τους. Το δίχτυ είναι στοιβαγμένο στο πίσω μέρος της βάρκας. Το ένα του άκρο είναι προσαρμοσμένο στη μικρή βάρκα, το άλλο άκρο στο αλιευτικό. Η μικρή βάρκα γλιστρά μέσα στο νερό, τραβώντας και το ένα άκρο του διχτυού μαζί της. Το αλιευτικό κάνει κύκλο γύρω από τα δελφίνια, τραβώντας το δίχτυ πίσω του. Σε όλο αυτό το διάστημα οι ταχύπλοες βάρκες φυλάνε τα δελφίνια μέσα στο δίχτυ που τα περιβάλλει, μέχρι που να κλείσει γύρω τους. Τότε ο πάτος του διχτυού κλείνεται όπως το πουγγί . . .»
«Εννοείς», διακόπτω, «όπως τραβάς τα κορδόνια για να κλείσεις ένα πουγγί;»
«Ακριβώς. Μετά αρχίζει να σφίγγει το σχοινί που κρατάει με τους φελλούς το δίχτυ στην επιφάνεια, μέχρι που κλείνει τελείως, παγιδεύοντας τα ψάρια και, φυσικά, και τα δελφίνια μαζί τους. Στο παρελθόν πολλά δελφίνια πέθαιναν μέσα στο δίχτυ και οι οπαδοί της προστασίας του περιβάλλοντος εξαγριώθηκαν. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έθεσε όρια στον αριθμό των δελφινιών που μπορούσαν να σκοτωθούν και αυτό εξόργισε τους ψαράδες.»
Αντιμετωπίζοντας τα Ποσοστά
Ρώτησα για τα όρια.
«Το 1977», με πληροφόρησε, «το επιτρεπόμενο ποσοστό ήταν 62.000 θάνατοι. Οι ψαράδες σκότωσαν 24.100. Το 1980 το ποσοστό έπεσε στις 31.100 και σκοτώθηκαν μονάχα 12.400.»
«Πώς μπόρεσαν οι ψαράδες να περικόψουν τόσο πολύ τις απώλειες;» ρώτησα.
«Με αυτό που ονομάζουν καθοδική μανούβρα. Όταν ο πάτος του διχτυού κλείσει, το ίσαλο σχοινί τραβιέται αρκετά ώστε να φύγουν τα μπόσικα και να σχηματίσει έναν ομαλό, αλλά αρκετά μεγάλο κύκλο. Το αλιευτικό κινείται προς τα πίσω και, καθώς πλαγιοκοπεί τα δίχτυα, ρίχνουν πάνω τους ένα γρίπο. Τούτο κάνει τους ίσαλους πλευστήρες από φελλό, που είναι απομακρυσμένοι από το αλιευτικό, να βουλιάξουν ένα ή δύο πόδια κάτω από την επιφάνεια του νερού. Έτσι ανοίγει ο δρόμος διαφυγής των δελφινιών. Οι άντρες πηγαίνουν επί τόπου και βοηθούν τα δελφίνια να ξεφύγουν από το δίχτυ.
«Όμως δεν φεύγουν όλα. Μερικά αντί να ανέβουν, βουτάνε παρακάτω και μπορεί να μπερδέψουν τα ρύγχη τους στο δίχτυ και να πεθάνουν από ασφυξία. Για να περικοπούν οι απώλειες αυτές στα κρίσιμα μέρη, αντί για αραιοπλεγμένο έχει τοποθετηθεί πολύ λεπτοπλεγμένο δίχτυ. Αρχικά οι τρύπες στα νάυλον δίχτυα ήταν 11 εκατοστά (4,5 ίντσες) και τα ρύγχη των δελφινιών μπήγονταν εκεί και τα ζώα παγιδεύονταν. Το πολύ λεπτό δίχτυ δεν το διαπερνούν τα ρύγχη και δεν έχουμε παγιδεύσεις.»
«Πόσο μεγάλα είναι τα δίχτυα;», ρώτησα.
«Όταν πρωτάρχισα ήταν 810 μέτρα μήκος και 65 μέτρα βάθος. Τώρα είναι 1.800 μέτρα μήκος και 115 μέχρι 130 βάθος.»
«Είμαι σίγουρος ότι έχει κοστίσει στους ψαράδες χρόνο και χρήμα για να σώσουν περισσότερα δελφίνια», είπα. «Όπως και αν έχει το πράγμα, διάβασα ότι λίγα χρόνια πριν, μια διχτυά από τόνους άξιζε ένα εκατομμύριο δολλάρια. Σήμερα θα πρέπει να κοστίζει περισσότερα.»
«Κοστίζει περισσότερα, αλλά οι τιμές του πετρελαίου πήγαν στα ύψη. Ένα αλιευτικό σε τέσσερις-πέντε μήνες ξοδεύει αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες δολλάρια μονάχα για καύσιμα. Τα τρόφιμα που μεταφέρει για το πλήρωμα κοστίζουν περισσότερα. Ο τόκος της υποθηκεύσεως είναι μεγαλύτερος. Όπως το είπες, για να ανταποκριθείς στα κυβερνητικά ποσοστά θανάτου, ξοδεύεις χρόνο και χρήμα—κάτι για το οποίο δεν νοιάζονται οι ανταγωνιστές που ταξιδεύουν με ξένη σημαία. Και, τέλος, όλα τούτα είναι σαν το χαρτοπαίγνιο, μέχρι που να γεμίσεις το αμπάρι σου με τόνο.»
«Όπως τα λες, μοιάζουν άσχημα.»
«Ο ψαράς ζει καλά, αλλά αν τα μετρήσεις με βάση τον ωριαίο μισθό, δεν αξίζει και πολύ τον κόπο.»
«Τώρα έχεις πάρει σύνταξη», είπα. «Θα πρέπει να έχεις κάμποσες καλές αναμνήσεις από τα χρόνια που πέρασες στη θάλασσα.»
Αναμνήσεις
«Ναι, έχω. Τους ανθρώπους που εργάζονταν σκληρά σαν ομάδα. Τις μεγάλες ψαριές. Τη θάλασσα, ειρηνική και ήρεμη. Ή τις συναρπαστικές θύελλες, καθώς ο αέρας και τα κύματα αγρίευαν. Και τα δελφίνια. Είναι τόσο έξυπνα. Υπάρχουν μερικά που ποτέ δεν καταφέρνεις να τα πιάσεις. Που δεν στριμώχνονται από τις ταχύπλοες βάρκες, που δεν αντιδρούν σε οτιδήποτε κάνουμε. Που μας βλέπουν να ερχόμαστε, και φεύγουν, με τους τόνους μαζί τους.
«Κι όμως, αφού είναι τόσο έξυπνα, γιατί δεν πηδάνε περισσότερα από αυτά πάνω από το δίχτυ για να φύγουν; Οι ψαράδες πιστεύουν ότι ίσως φταίει το ‘σόναρ’, ο ηχητικός εντοπιστής τους, ο οποίος καταγράφει το σχοινί και τα δίχτυα σαν εμπόδια. Μια φορά, ενώ βρισκόμουν μέσα στο νερό και τα βοηθούσα να φύγουνε, ένα από αυτά ήρθε προς το μέρος μου και έβαλε το ρύγχος του μέσα στην παλάμη μου και συνέχισε να κουνάει το κεφάλι του, δείχνοντάς μου να του βγάλω το ρύγχος πάνω από το δίχτυ. Συγκινήθηκα. Καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι τα συμπαθούν τόσο πολύ.
«Μια εμπειρία που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Είχαμε εντοπίσει ένα μεγάλο κοπάδι από δελφίνια. Ξέραμε ότι μετέφερε πολλούς τόνους από κάτω του—ψάρια πηδούσαν, πουλιά έκοβαν κύκλους από πάνω. Επίσης είδαμε δυο φάλαινες-φονιάδες—όπως η Σαμού στον Θαλάσσιο Κόσμο, μόνο που αυτές ήταν άγριες. Πλησιάζουν προσεκτικά και σιωπηλά προς τα δελφίνια, μία σε κάθε πλευρά του κοπαδιού. Επί μισή μέρα ακολουθούσαν τα τρομοκρατημένα δελφίνια που τρέπονταν σε φυγή, εξαντλώντας τα. Από καιρό σε καιρό, τρία ή τέσσερα δελφίνια άφηναν το κοπάδι, προσπαθώντας να δελεάσουν και να απομακρύνουν τις φάλαινες. Δεν τα κατάφερναν, όμως, και το κοπάδι, εξαντλημένο τώρα, συνωστίσθηκε σε ένα μέρος. Τότε οι φάλαινες όρμησαν στη μέση του κοπαδιού.
«Εγώ έλπιζα ακόμη ότι θα έπιανα τους τόνους γι’ αυτό έβαλα πλώρη για τη μέση του κοπαδιού, ελπίζοντας να τρομάξω και να διώξω τις φάλαινες. Όμως αυτές δεν ξέρουν τι θα πει φόβος. Ξαφνικά η μία από αυτές εξακοντίστηκε έξω από το νερό 3 μέτρα (10 πόδια) δίπλα μου, και άρπαξε στον αέρα ένα δελφίνι που πηδούσε, ακριβώς όπως ο σκύλος αρπάζει το κόκκαλο. Ποτέ δεν θα ξεχάσω το πήδημα αυτό και την κατάδυση της μέσα στα κρυσταλλένια γαλάζια βάθη με το δελφίνι στο στόμα της.»
Καθήσαμε για λίγο σιωπηλοί και σκεπτικοί. Τελικά ρώτησα: «Γιατί πήρες σύνταξη από τώρα; Είσαι νέος ακόμα.»
«Υπάρχει μια σειρά από λόγους. Τα παράτησα το 1972. Οι πιέσεις αυξήθηκαν. Η βιομηχανία είχε ολοένα και μεγαλύτερα προβλήματα. Οι οπαδοί της προστασίας του περιβάλλοντος μάς κυνηγούσαν. Η κυβέρνηση μάς έβαζε ολοένα και μεγαλύτερους περιορισμούς. Όλα τούτα δεν ήταν τόσο άσχημα. Έκανε τους ψαράδες να σώσουν χιλιάδες δελφίνια. Όμως αύξησε το κόστος μας και μείωσε την απόδοσή μας. Κυρίως, πιστεύω, ήταν οι πιέσεις. Αισθάνθηκα σα να βρίσκομαι μέσα στη γυάλα για χρυσόψαρα και η κυβέρνηση και οι διάφορες ομάδες να με ενοχλούν. Αισθάνθηκα ότι δεν άξιζε τον κόπο, κι έτσι τα παράτησα.»
Ο Ρότζερ χαμογέλαγε, καθώς πρόσθετε: «Βγήκα από το ένα ψάρεμα και μπήκα στο άλλο, και τα δυο τους επίμαχα.»
Ένα Διαφορετικό Ψάρεμα
«Αυτό», είπα, «εξηγεί κάπως τα πράγματα. Ξέρω το ψάρεμα που άφησες, όμως δεν ξέρω το ψάρεμα που έπιασες, ούτε πώς το άρχισες.»
«Ό Ιησούς μάς λέει τι ψάρεμα είναι, στο Ματθαίος 4:19: ‘Ακολουθήστε με και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων’. Το ‘πώς’ είναι μεγάλη ιστορία.» Σταμάτησε μια στιγμή για να βάλει σε σειρά τις σκέψεις του και μετά άρχισε.
«Ήμουν Καθολικός. Η γυναίκα μου Ελισάβετ, επίσης. Εγώ ήμουν απογοητευμένος με τον Καθολικισμό και με κάθε θρησκεία. Οι μεγαλύτεροι καυγάδες μας ήταν για να πάμε στην εκκλησία—εκείνη ήθελε, εγώ όχι. Τότε κι εγώ πήγαινα για λίγο και έφευγα. Τα παιδιά με ακολουθούσαν. Τούτο πράγματι την πείραζε. ‘Δίνεις το κακό παράδειγμα’, διαμαρτυρόταν. ‘Λυπάμαι’, τής έλεγα, ‘όμως εδώ δεν υπάρχει τίποτα για μένα’.
«Πίστευα στον Θεό. Όταν έβγαινα για ψάρεμα έβλεπα πολλές φοβερές εκδηλώσεις της δυνάμεώς του και συχνά σκεφτόμουν τον Ψαλμό 107: ‘Οι καταβαίνοντες εις την θάλασσαν με πλοία, κάμνοντες εργασίας εν ύδασι πολλοίς, αυτοί βλέπουσι τα έργα του Ιεχωβά και τα θαυμάσια αυτού τα γινόμενα εις τα βάθη. Διότι προστάζει και εγείρεται άνεμος καταιγίδος και υψώνει τα κύματα αυτής. Αναβαίνουσιν έως των ουρανών, και καταβαίνουσιν έως των αβύσσων· η ψυχή αυτών τήκεται υπό της συμφοράς· σείονται και κλονίζονται ως ο μεθύων και πάσα σοφία αυτών χάνεται. Τότε κράζουσι προς τον Ιεχωβά εν τη θλίψει αυτών και εξάγει αυτούς από των αναγκών αυτών. Κατασιγάζει την ανεμοζάλην, και σιωπώσι τα κύματα αυτής. Και ευφραίνονται, διότι ησύχασαν· και οδηγεί αυτούς εις τον επιθυμητόν λιμένα αυτών.’»
Μέχρι να τα πει αυτά ο Ρότζερ, είχε έρθει κοντά μας και η Ελισάβετ. Αυτή αφηγήθηκε την τελική της απογοήτευση από την Καθολική Εκκλησία, με τη διοργάνωση ενός βραδινού «Λας Βέγκας». Έπαιξαν τυχερά παιγνίδια, οι σύζυγοι έπαιζαν χαρτιά, οι γυναίκες τους σέρβιραν κοκταίηλ, ήταν και ένας ομοφυλόφιλος παπάς εκεί—όλο αυτό το βραδινό δεν ήταν παρά ένα πλήγμα για την πίστη της στην Εκκλησία.
«Δυο πράγματα συνέβησαν τότε», θυμάται η Ελισάβετ. «Η κόρη μου ήρθε σπίτι από το Καθολικό σχολείο μια μέρα και μου είπε: ‘Άκου δω, μητέρα, τελείωσαν όλα. Δεν ξαναπατάω εκεί.’ Ταράχθηκα. ‘Τι θες να πεις; Δεν θες να μαθαίνεις για τον Θεό;’ ‘Μα δεν μαθαίνω τίποτα για τον Θεό’, είπε. ‘Μεταχειρίζονται άσχημη γλώσσα και έχουν κακή συμπεριφορά. Χάνω το χρόνο μου εκεί.’ Κι έτσι την πήρα από κει. Είχα μεγάλη ανησυχία, προσευχόμουν πολύ, και ήθελα ο Θεός να βρίσκεται μέσα στη ζωή της οικογένειάς μου.
«Τον καιρό εκείνο συνέβη το δεύτερο πράγμα: Κάποιος άφησε στο σπίτι μας ένα φυλλάδιο.»
Ο Ρότζερ συνέχισε την ιστορία.
«Η γυναίκα μου μού έδωσε το φυλλάδιο και είπε: Δεν το διαβάζεις; Λέει ωραία πράγματα.’ Το διάβασα. Έλεγε ωραία πράγματα. Αργότερα μάθαμε ότι ήταν από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και ότι η μητέρα μου μελετούσε μαζί με έναν απ’ αυτούς επί ένα χρόνο. Εκείνη είχε στείλει τον Μάρτυρα αυτόν να μιλήσει μαζί μας. Άρχισα μεγάλη λογομαχία μαζί της. ‘Πώς το ξέρεις ότι η θρησκεία σου είναι η σωστή; Η θρησκεία είναι ένα άθλιο ξεσχισμένο κουρέλι!’
«Παρόλα αυτά, το αποτέλεσμα ήταν μια Γραφική μελέτη σπίτι μας. Παρακάθησα σ’ αυτήν μονάχα για να την ελέγξω: Ίσως να ήταν Κομμουνιστική, γιατί δεν ήθελα να υποστούν πλύση εγκεφάλου η γυναίκα και τα παιδιά μου. Το αποτέλεσμα; Μήτε κομμουνισμός, μήτε πλύση εγκεφάλου, αλλά Γραφικές αποδείξεις.
«Η πρώτη εκείνη μελέτη έγινε Δευτέρα απόγευμα. Την Τρίτη το απόγευμα πήγαμε στη συνάθροιση των Μαρτύρων στην Αίθουσα Βασιλείας τους, και προτού περάσει ο μήνας, είχαμε πάει σε μια από τις συνελεύσεις τους. Η γυναίκα μου και εγώ βαφτιστήκαμε. Τούτο συνέβη το 1976. Από τότε είμαστε δραστήριοι Μάρτυρες.»
«Δεν ήταν τούτη μια γρήγορη στροφή για σένα, απ’ το να νομίζεις πως η θρησκεία είναι ένα ξεφτισμένο κουρέλι, στο να αφιερώσεις τη ζωή σου σ’ αυτήν;», ρώτησα. «Πώς το εξηγείς αυτό;»
«Αυτά που έμαθα από τη Γραφή με εντυπωσίασαν βέβαια, αλλά νομίζω ότι τον καιρό εκείνο το κυριότερο πράγμα ήταν οι ίδιοι οι Μάρτυρες, μάλιστα τα παιδιά. Κάθονταν ήσυχα σ’ όλη τη συνάθροιση, απαντούσαν στις ερωτήσεις, έπαιρναν μέρος στο πρόγραμμα. Επίσης πήγαμε και στις τυπογραφικές εγκαταστάσεις των Μαρτύρων στα κεντρικά γραφεία τους στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης. Κι εδώ ξανά ήταν τα ζωντανά παραδείγματα που βλέπαμε—εκατοντάδες νεαροί και νεαρές να αφιερώνουν το χρόνο τους αυθόρμητα στην παραγωγή Βιβλικών εντύπων.»
Νέο Ψάρεμα, Νέες Αντιλογίες
«Υποθέτω ότι τούτο συνδέεται με τη δήλωσή σου ότι επιδίδεσαι σε άλλου είδους ψάρεμα τώρα», είπα.
«Πράγματι. Προηγουμένως παρέθεσα τα λόγια του Ιησού στον Πέτρο και στον Ανδρέα, τους ψαράδες που τότε παράτησαν τα δίχτυα τους στη Θάλασσα της Γαλιλαίας. Τους είπε να τον ακολουθήσουν και αυτός θα τους έκανε ‘ψαράδες ανθρώπων’. Αυτοί αμέσως άρχισαν το νέο αυτό είδος αλιείας, και αυτό κάνω και εγώ τώρα.»
«Επίσης είπες ότι είναι επίμαχο», του θύμισα.
«Θα προτιμούσαμε να μην είναι», είπε ο Ρότζερ. «Όμως, ο Ιησούς προειδοποίησε ότι θα ήταν, ότι θα χώριζε οικογένειες και ότι θα έφερνε διωγμούς από ανθρώπους και από έθνη. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν διαπιστώσει ότι τα πράγματα είναι έτσι. Η δουλειά τους, σαν ‘ψαράδες ανθρώπων’ έχει τεθεί ακόμα και εκτός νόμου σε πολλές χώρες κατά διάφορες χρονικές περιόδους. Όταν ψάρευα τόνους υπήρχε κάποια δικαιολογία για τους κυβερνητικούς περιορισμούς, όμως δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για την ανάμιξη της κυβερνήσεως στο ‘ψάρεμα ανθρώπων’.»
Μείναμε σιωπηλοί για μια στιγμή, μετά ο Ρότζερ συνόψισε: «Έτσι, βλέπεις, είναι η δεύτερη φορά που βρίσκομαι σε επίμαχο ψάρεμα. Μόνο που αυτή τη φορά το πρόβλημα δεν είναι πώς να σώσεις όσα περισσότερα δελφίνια μπορείς, αλλά πώς να σώσεις όσους περισσότερους ανθρώπους μπορείς.»