Πώς Μπορείς να Πεις;
«Αν τα πράγματα συνεχιστούν όπως τώρα, μέχρι το έτος 2000 ο κόσμος θα...»
Προβλέψεις τέτοιου είδους έχουν γίνει πια πράγματα συνηθισμένα. Βιβλία, περιοδικά, άρθρα σε εφημερίδες και εκπομπές στα μέσα μαζικής ενημέρωσης πάνω σ’ αυτό το θέμα κατακλύζουν τον κόσμο. Επαγγελματίες «μελλοντολόγοι», που μοιάζουν πολύ με τους μάντεις που είχαν οι αρχαίες βασιλικές αυλές, πληρώνονταν για να προλέγουν το μέλλον. Και τα μπερδεμένα, συχνά αντιφατικά γεγονότα και οι αριθμοί που αναφέρουν οι προφητείες αυτές αφήνουν τους περισσότερους ανθρώπους σε αμφιβολία σχετικά με το τι να πιστέψουν.
Στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι προβλέψεις αυτές δίνουν μια εικόνα σκοτεινή και καταστροφική για το μέλλον. Μιλάνε για πληθυσμιακή έκρηξη, για έλλειψη τροφίμων, για μόλυνση, για ενεργειακή κρίση, για πυρηνικό πόλεμο κλπ. Για παράδειγμα το Παγκόσμια Έκθεση του 2000 που έχει 800 σελίδες και δημοσιεύτηκε από την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, προειδοποίησε ότι δεν υπάρχει πια καιρός και «αν δεν αναλάβουν τολμηρά και επινοητικά βήματα τα έθνη συλλογικά και ατομικά ... ο κόσμος θα πρέπει να αναμένει μια δυσχερή είσοδο στον 21ο αιώνα».
Το πρόγραμμα περιβάλλοντος του ΟΗΕ παρουσίασε μια παρόμοια εικόνα σε μια έκθεση 637 σελίδων. Μιλούσε «για έναν κόσμο με αρρώστιες και υπερπληθυσμό, οι νευρωτικοί κάτοικοι του οποίου συνεχίζουν να μολύνουν τον αέρα και να ρυπαίνουν το νερό, ενώ ταυτόχρονα επινοούν ολοένα και πιο αποτελεσματικές μεθόδους για να σκοτώνονται αναμεταξύ τους», σύμφωνα με την Γκλομπ εντ Μέηλ του Τορόντο.
Από την άλλη μεριά, υπάρχουν εξίσου έγκυροι εμπειρογνώμονες οι οποίοι θεωρούν τις εκθέσεις αυτές σαν τίποτε άλλο παρά απλές φωνές επικείμενης συμφοράς. Αυτοί νομίζουν ότι τα πράγματα αυτά είναι χονδροειδείς υπερβολές των επισήμων και των διεθνών υπηρεσιών με σκοπό να αυξήσουν τα χρήματα στα ταμεία τους. Η τεχνολογία, λένε, θα βρει τους τρόπους και τα μέσα για να συμπληρώσει τα ελλείμματα και τα πράγματα θα λυθούν από μόνα τους.
Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί, ωστόσο, ότι πολύ συχνά οι εμπειρογνώμονες και στις δυο πλευρές, αν και καταφεύγουν στα ίδια δεδομένα, φτάνουν σε τελείως διαφορετικά συμπεράσματα. Για παράδειγμα, στο βιβλίο Η Ανώτατη Πηγή, ο οικονομολόγος Τζούλιαν Σίμον ισχυρίζεται ότι παρότι «θα υπάρχουν πάντοτε κρίσεις ελλειμμάτων εξαιτίας του καιρού, του πολέμου, της πολιτικής και των πληθυσμιακών κινήσεων», αυτά θα έχουν μόνο βραχυπρόθεσμο αποτέλεσμα. «Όσο περισσότερο αυξάνει η ανάγκη μας για πλουτοπαραγωγικούς πόρους», ισχυρίζεται, «τόσο ικανότεροι γινόμαστε για να τους αποκτήσουμε επειδή αποκτούμε γνώση κατά τη διαδικασία αυτή». Και καθώς ο πληθυσμός αυξάνει, προσθέτει, «θα υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι για να επιλύουν τα προβλήματα αυτά και θα μας χαρίζουν χαμηλότερο κόστος και μακροπρόθεσμα θα γίνονται αφθονότερα τα αποθέματα.»
Ο περιβαλλοντολόγος Γκάρρετ Χάρτιν, που είναι πασίγνωστος για την ‘σωσίβια ηθική’ του έχει τελείως διαφορετική άποψη. Ισχυρίζεται ότι δεν έχουμε παρά ένα «επίχρισμα πολιτισμού—ένα στρώμα καλού πράγματος στην κορυφή και σκουπίδια από κάτω». Η αντίδρασή του πάνω στο επιχείρημα ότι περισσότεροι άνθρωποι σημαίνει περισσότερους επιλυτές των προβλημάτων, είναι κλασσική: «Η Αγγλία σήμερα έχει 11 φορές περισσότερο πληθυσμό από όσο είχε στις ημέρες του Σαίξπηρ—αλλά μήπως έχει 11 Σαίξπηρ σήμερα; Ή έστω και ένα Σαίξπηρ;»
Καθώς παρακολουθούμε τα υπέρ και τα κατά, σημειώνουμε ένα κοινό γνώρισμα πάνω απ’ όλα αυτά: την αναγνώριση ότι το ανθρώπινο γένος σήμερα πράγματι αντιμετωπίζει συνταρακτικές απειλές και προβλήματα όσο ποτέ πριν, και ότι κάτι χρειάζεται να γίνει επειγόντως. Ενώ οι εμπειρογνώμονες διαφωνούν πάνω σ’ αυτό που πρέπει να γίνει, εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν και πεθαίνουν από κακή διατροφή και αρρώστιες, περισσότερα φυτά και ζώα εκλείπουν τελείως, ο αέρας και το νερό μολύνονται, και τα πυρηνικά οπλοστάσια των εθνών επεκτείνονται.
Λίγη παρηγοριά προσφέρει το γεγονός ότι γνωρίζουμε πως το ποσοστό των ανθρώπων που πεθαίνουν για τον ένα ή τον άλλο λόγο μικραίνει σήμερα, τη στιγμή που το ποσοστό αυτό αντιπροσωπεύει εκατομμύρια ζωές. Ή ότι το βιοτικό επίπεδο σε μερικές περιοχές ανέρχεται, όταν ή πλειοψηφία του ανθρώπινου γένους εξακολουθεί να ζει μέσα σε φριχτή φτώχεια και αποστέρηση, χωρίς καμιά πραγματική ελπίδα για βελτίωση.
Ακόμη και στις λίγες εκείνες περιοχές όπου υπάρχει σχετική αφθονία, είναι δύσκολο να πεις αν η ποιότητα της ζωής έχει καλυτερέψει καθόλου. Οι άνθρωποι εκεί μπορεί να μην αγωνίζονται για την τροφή και για τα καύσιμα, αλλά ζουν με τον συνεχή φόβο της εξάλειψης από τον πυρηνικό πόλεμο. Η ζωή και η περιουσία τους απειλούνται καθημερινά από το έγκλημα, τη βία και το βανδαλισμό. Ο πλούτος τους κατατρώγεται από τον πληθωρισμό. Οι οικογένειές τους διαμελίζονται από το διαζύγιο και τη νεανική εγκληματικότητα. Και ο κατάλογος αυτός συνεχίζεται και συνεχίζεται.
Στην αναζήτησή μας για να γνωρίσουμε το μέλλον, είναι απαραίτητο να δούμε τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε αυτό που συμβαίνει πραγματικά και σε αυτό που νομίζουν ή που υπόσχονται μερικοί άνθρωποι ότι θα συμβεί. Θα πρέπει να βαδίσουμε με βάση μόνο τα γεγονότα, και όχι με βάση τις υποθέσεις κάποιου. Ο Νομπελίστας φυσικός Νηλς Μπορ είπε κάποτε «Η πρόβλεψη είναι πολύ δύσκολη ιδιαίτερα για το μέλλον». Η φράση, «Αν οι σημερινές τάσεις συνεχιστούν» ή, «Αν δεν γίνει κάτι», που βλέπουμε τόσο συχνά στις προβλέψεις των μελλοντολόγων, μας λέει ότι το καλύτερο μέλλον εξαρτάται όχι μόνο από το να βρούμε τους τρόπους και τα μέσα για να επιλύσουμε τα σημερινά προβλήματα, αλλά επίσης από το αν είμαστε πρόθυμοι να ενεργήσουμε σύμφωνα μ’ αυτά.
Έχουν όλες αυτές οι καταστροφικές προβλέψεις κάνει τους ανθρώπους και τα έθνη να ενεργήσουν; Θα τους κάνουν να ενεργήσουν;