Πώς Αναπτύσσεται η Προκατάληψη
Ένας ερευνητής ρώτησε έναν άνθρωπο να του πει τη γνώμη του για κάποια συγκεκριμένη εθνικότητα. «Είναι οξύθυμοι και ευέξαπτοι», απάντησε. «Το ‘χουν μέσα στο αίμα τους».
«Έχεις γνωρίσει ποτέ κανέναν . . . προσωπικά;» ρώτησε ο άνθρωπος.
‘Ναι, έναν. Ήταν πρόεδρος της τάξης μας στο γυμνάσιο’.
‘Αυτός ο «πρόεδρος της τάξης» ταίριαζε στην εικόνα που έχεις γι’ αυτούς;’
«Όχι», παραδέχτηκε αυτός, «ήταν ήρεμος και ευχάριστος».
‘Τότε λοιπόν η «οξυθυμία και η ευεξαψία» δε θα μπορούσαν πράγματι να βρίσκονται «μέσα στο αίμα του», δε συμφωνείς;’
Μετά από λιγόλεπτη σιωπή ο άνθρωπος απάντησε: «Αυτός αποτελούσε εξαίρεση».
ΤΟ ΝΑ ΕΙΣΑΙ προκατειλημμένος σημαίνει να κρίνεις τους άλλους χωρίς να τους παρέχεις το πλεονέκτημα μιας δίκαιης δίκης. Έτσι ένας τέλειος ξένος μπορεί επιγραμματικά να ονομάζεται «τεμπέλης», «πονηρός» ή «επικίνδυνος» χωρίς καμιά απόδειξη, με βάση μόνο μια προκατειλημμένη ιδέα. Αυτό συμβαίνει επειδή το προκατειλημμένο άτομο βλέπει, όχι τα άτομα, αλλά τις ομάδες. Γι’ αυτόν, τα μέλη μιας εθνικής ομάδας είναι «όλα παρόμοια», χωρίς καμιά ατομικότητα. Και όπως το παραπάνω παράδειγμα, ο προκατειλημμένος συχνά θα υπερασπιστεί την προκατάληψη του μέχρι τέλους, ακόμη κι αν τα γεγονότα αποδεικνύουν πως έχει λάθος. Όπως σημείωσε το περιοδικό Η Ψυχολογία Σήμερα, ο προκατειλημμένος άνθρωπος «τείνει να σημειώνει και να θυμάται τους τρόπους με τους οποίους ένα άτομο φαίνεται να ταιριάζει στον τύπο αυτόν που έχει σχηματίσει μέσα στο μυαλό του, ενώ αντιστέκεται στις αποδείξεις που δεν ταιριάζουν με τον τύπο αυτό».
Η προκατάληψη εκτρέφεται από μόνη της. Οι άνθρωποι που τους συμπεριφέρονται μ’ αυτόν τον υποβιβαστικό τρόπο συχνά χάνουν την εκτίμηση για τον ίδιο τον εαυτό τους έτσι ώστε καταντούν να ζουν με μικρές προσδοκίες. Ή το αποτέλεσμα είναι αυτό που αναφέρει η Βίβλος στο εδάφιο Εκκλησιαστής 7:7: «Βεβαίως η καταδυναστεία παραλογίζει τον σοφόν». Τα θύματα της καταπίεσης συχνά τα τρώει η πίκρα. Γίνονται τόσο ευαίσθητα στην προκατάληψη, ώστε μερικές φορές αντιδρούν υπερβολικά και βλέπουν να υπάρχει προκατάληψη εκεί που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Έτσι βλέπουν τα άτομα της άλλης φυλής είτε με ακατάλληλη υποψία είτε σαν πιθανούς εχθρούς. Γι’ αυτό και ο φανατισμός δεν αποτελεί μονοπώλιο μιας φυλής ή μιας εθνικότητας.
Από τη στιγμή που η προκατάληψη θα καταλάβει τη διάνοια ενός ατόμου, τότε θα ανακαλύψει ότι δεν του αρέσει καμία εθνική ομάδα. Μερικοί σπουδαστές πανεπιστημίου ρωτήθηκαν κάποτε να εκφράσουν τα συναισθήματα τους απέναντι σε 32 πραγματικά έθνη και φυλές και επιπλέον σε 3 φανταστικές ομάδες («στους «Δανείρειους», στους «Πυρηναίους» και στους «Βαλλονιανούς»). Παρά το γεγονός πως φαίνεται παράξενο αυτό, οι σπουδαστές που ήταν προκατειλημμένοι ενάντια στις αληθινές εθνικές ομάδες βρήκαν τους «Δανείρειους», τους «Πυρηναίους» και τους «Βαλλονιανούς» εξίσου αποκρουστικούς.
Προκατάληψη—Πώς Εκδηλώνεται;
Ένα προκατειλημμένο άτομο δεν είναι κατ’ ανάγκη εχθρικό. Ούτε μοιάζει κατ’ ανάγκη στον άνθρωπο ο οποίος υποκριτικά διακηρύσσει ότι ‘μερικοί από τους καλύτερους φίλους του’ ανήκουν σ’ αυτή ή στην άλλη ομάδα, αλλά φρικιάζει στη σκέψη ότι θα έχει τέτοιους ανθρώπους σαν γείτονες—ή σαν συγγενείς από αγχιστεία. Υπάρχουν διάφοροι βαθμοί προκατάληψης. Ένα προκατειλημμένο άτομο μπορεί στ’ αληθινά να έχει φίλους από μια άλλη φυλή, αλλά κάθε τόσο να αποκαλύπτει ύπουλα λανθάνοντα συναισθήματα ανωτερότητας. Μπορεί να βάζει σε δοκιμή την υπομονή τους με το να κάνει άχαρες παρατηρήσεις σχετικά με τη διαφορά των φυλών. Ή μάλλον αντί να τους συμπεριφέρεται σαν να είναι ίσοι, θα μπορούσε να υιοθετήσει έναν αέρα κηδεμόνευσης, δείχνοντας ότι με το να τους κάνει φίλους του τους κάνει χάρη.
Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο ένα άτομο αποκαλύπτει προκατάληψη είναι με το να απαιτεί από τους άλλους μεγαλύτερη αποδοτικότητα χωρίς να αναγνωρίζει τον κόπο τους. Και αν αυτοί αποτύχουν θα μπορούσε να είναι επιρρεπής να αποδώσει την αποτυχία αυτή σε λόγους που οφείλονται στη φυλή τους. Ή μπορεί να καταδικάσει σε μια άλλη φυλή μια στάση ή συμπεριφορά την οποία ανέχεται στη δική του φυλή. Παρ’ όλ’ αυτά, ένα τέτοιο άτομο θα αντιδρούσε βίαια σε οποιονδήποτε υπαινιγμό ότι αυτός είναι προκατειλημμένος, τόσο πλήρης είναι η αυταπάτη. Όπως είπε κάποτε ο ψαλμωδός: «Αυτός είναι τόσο μαλακός με τον εαυτό του ώστε δε διακρίνει το σφάλμα του για να το μισήσει».—Ψαλμοί 36:2, ΜΝΚ.
«Όταν Γίνονται Τεσσάρων Ετών»
Γιατί, όμως, οι άνθρωποι γίνονται προκατειλημμένοι; Πόσο νωρίς στη ζωή αποκτάει κανείς την προκατάληψη; Στο κλασικό του έργο με τον τίτλο Η Φύση της Προκατάληψης, ο κοινωνικός ψυχολόγος Γκόρντον Ου. Όλπορτ σημείωσε την τάση της ανθρώπινης διάνοιας να «διαλογίζεται με τη βοήθεια ομάδων». Αυτό είναι φανερό ακόμη και στα μικρά παιδιά. Σύντομα μαθαίνουν να διακρίνουν ανάμεσα στους άντρες και στις γυναίκες, στους σκύλους και στις γάτες, στα δέντρα και στα λουλούδια—και ακόμη στους «μαύρους» και στους «λευκούς». Αντίθετα με την αντίληψη που υπάρχει ότι τα μικρά παιδιά «δε βλέπουν χρώματα», οι ερευνητές συμφωνούν ότι τα βρέφη που έρχονται σε επαφή με ποικίλες φυλές σύντομα σημειώνουν «τις διαφορές στα σωματικά χαρακτηριστικά, όπως είναι το χρώμα του δέρματος, τα χαρακτηριστικά του προσώπου, η ιδιορρυθμία των μαλλιών, και λοιπά. Τα παιδιά . . . γενικά αποκτούν πλήρη επίγνωση των φυλετικών ομάδων όταν γίνουν τεσσάρων ετών».—Περιοδικό Γονείς, Ιούλιος 1981.
Αλλά μήπως απλά το να σημειώνουν αυτές τις διαφορές κάνει τα παιδιά να αποκτούν προκατάληψη; Όχι κατ’ ανάγκη. Μια πρόσφατη μελέτη που καταγράφτηκε στο Η Ανάπτυξη του Παιδιού, όμως, ισχυρίστηκε ότι «τα 5χρονα παιδιά μπαίνουν στο νηπιαγωγείο με σαφείς προτιμήσεις να παίζουν και να συναναστρέφονται μόνο τα άλλα παιδιά που έχουν το ίδιο χρώμα μ’ αυτά». Ακόμη πιο ανησυχητική ήταν η παρατήρηση ότι «η τάση των παιδιών να επιλέγουν συντρόφους για το παιχνίδι τους που έχουν το ίδιο χρώμα με αυτά αυξάνει στη διάρκεια του έτους που φοιτούν στο νηπιαγωγείο». (Τα πλάγια γράμματα δικά μας.) Άλλοι ερευνητές έχουν παρόμοια συμπεράνει ότι τα μικρά παιδιά συχνά όχι μόνο γνωρίζουν τις φυλές, αλλά επίσης και το τι συνεπάγεται στο να ανήκει κανείς σε μια συγκεκριμένη φυλή. Ένα τετράχρονο κορίτσι που ονομαζόταν Τζόαν έκανε κάποτε την εξής ανατριχιαστική δήλωση: «Οι άνθρωποι που είναι λευκοί, μπορούν να πάνε ψηλά. Οι άνθρωποι που είναι μελαψοί, είναι υποχρεωμένοι να πάνε χαμηλά».
Το πώς αναπτύσσουν τα παιδιά τέτοιου είδους προκαταλήψεις φέρνει σε αμηχανία τους ερευνητές. Εκείνο, όμως, που υποψιάζονται είναι η επιρροή των γονιών των παιδιών. Αλήθεια, λίγοι γονείς ίσως κατευθύνουν ευθέως το παιδί τους να μην παίζει με τα παιδιά μιας άλλης φυλής. Παρ’ όλ’ αυτά, αν ένα παιδί παρατηρεί ότι οι γονείς του είναι προκατειλημμένοι ή απλώς αισθάνονται άσχημα με κάποιο άτομο μιας άλλης φυλής, θα μπορούσε παρόμοια να υιοθετήσει αρνητική στάση απέναντι σ’ αυτήν. Οι πολιτιστικές διαφορές, η επιρροή των συνομηλίκων και των μέσων ενημέρωσης, και άλλοι παράγοντες μπορούν κατόπιν να συνδυαστούν για να ενισχύσουν αυτή την προκατάληψη.
Κακές Πείρες
Για μερικούς ανθρώπους, όμως, η προκατάληψη φαίνεται να είναι μια υπερβολική αντίδραση σε μια κακή πείρα. Μια νεαρή Γερμανίδα συνόδευσε το σύζυγο της σε κάποια εργασία στην Αφρική. Εκεί αντιμετώπισε προβλήματα. Πίστευε ότι μερικοί άνθρωποι ήταν προκατειλημμένοι εναντίον της τόσο επειδή ήταν γυναίκα όσο και επειδή ήταν Ευρωπαία. Η στάση μερικών από αυτούς επίσης προξένησε σοκ στις ευαισθησίες που είχε, επειδή είχε μεγαλώσει στην Ευρώπη. Επειδή όμως παρέμεινε στα προβλήματα που της είχαν προκαλέσει οι λίγοι αυτοί άνθρωποι έφτασε στο σημείο να μην της αρέσει κανένας μαύρος!
Το ίδιο συνέβη και σ’ ένα σπουδαστή από τις Δυτικές Ινδίες ο οποίος ζούσε στις Ηνωμένες Πολιτείες κάπου είκοσι χρόνια πριν. Παρ’ ότι ήταν κατάλληλα ντυμένος και ευγενικός, αρνήθηκαν να τον δεχτούν για πελάτη σ’ ένα εστιατόριο λέγοντας του: «Δε σερβίρουμε σε ανθρώπους σαν κι εσένα εδώ». Μην έχοντας προηγουμένως υποστεί τέτοιου είδους φυλετική διάκριση και χωρίς να είναι ενήμερος των φυλετικών εντάσεων που υπήρχαν τότε, προσπάθησε να απαιτήσει να του σερβίρουν—πράγμα που κατέληξε στην άμεση σύλληψη του! Παρ’ ότι ο δήμαρχος της πόλης διέταξε την απελευθέρωση του και επέπληξε τους αστυνομικούς, το περιστατικό αυτό τον γέμισε με πίκρα. Χρόνια αργότερα εξακολουθεί να έχει έχθρα ενάντια στους λευκούς.
Σε άλλες περιπτώσεις, όπως κατέδειξε το Η Φύση της Προκατάληψης, το να υποβιβάζει κανείς τους άλλους φαίνεται ότι ικανοποιεί την παράλογη πείνα του ανθρώπου για γόητρο. Είναι αυτό που λέει η Αγία Γραφή ότι ‘έχει κανείς μεγαλύτερη ιδέα για τον εαυτό του απ’ όσο είναι απαραίτητο’. (Ρωμαίους 12:3) Οι μύθοι για τη φυλετική ανωτερότητα μπορούν επίσης να έχουν σαν αποτέλεσμα τη «δικαίωση» της καταπίεσης μιας συγκεκριμένης ομάδας. Για παράδειγμα, στη διάρκεια των επονείδιστων ετών του δουλεμπορίου στις Ηνωμένες Πολιτείες, ήταν δημοφιλές οι μαύροι να θεωρούνται διανοητικά κατώτεροι ή υπάνθρωποι. Τόσο κοινές ήταν αυτές οι πεποιθήσεις ώστε ακόμη και ο Αμερικανός Πρόεδρος Τόμας Τζέφερσον, ένας διακεκριμένος επικριτήςa της δουλείας, κάποτε εξέφρασε την «υποψία» ότι «οι μαύροι . . . είναι κατώτεροι από τους λευκούς στα χαρίσματα τόσο του μυαλού όσο και του σώματος». Παρ’ ότι η επιστήμη έχει αποδείξει αυτές τις αντιλήψεις αστήριχτες, ο φυλετισμός εξακολουθεί να επιζεί.
Γιατί; Η πιο βασική αιτία φαίνεται φανερά στη Βίβλο, παρ’ ότι οι ερευνητές δεν τη λαβαίνουν υπόψη τους: «Δια τούτο καθώς δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον». (Ρωμαίους 5:12) Η κληρονομημένη αμαρτία έχει διαστρεβλώσει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος σκέφτεται και θεωρεί τα ζητήματα. Αντί να γοητεύεται από τις διαφορές, ο άνθρωπος αντιδρά με φόβο και ανασφάλεια. Και ακόμη κι από την ατελή καρδιά ενός μικρού παιδιού μπορεί να βγει μια φοβερή σειρά ‘κακών διαλογισμών’ που αυξάνονται και γίνονται καταστροφικές προκαταλήψεις. (Ματθαίος 15:19) Έτσι, λοιπόν, είναι δυνατό να κατανικηθεί η προκατάληψη;
[Υποσημειώσεις]
a Ο Τζέφερσον ήταν συγγραφέας της Αμερικανικής Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας που διακήρυττε ότι «όλοι οι άνθρωποι έχουν δημιουργηθεί ίσοι». Κάποτε αποκάλεσε τη δουλεία «φρικιαστική», αλλά ο ίδιος ήταν ιδιοκτήτης δούλων.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 6]
Επειδή παρέμεινε στα προβλήματα που της προξένησαν λίγοι μοναχά άνθρωποι κατέληξε να μην της αρέσει κανένας άνθρωπος με άλλο χρώμα!
[Εικόνα στη σελίδα 5]
Η προκατάληψη μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να υποψιάζονται ο ένας τον άλλο