ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • g85 8/7 σ. 16-20
  • Από το Θάνατο στη Ζωή στο Νταχάου

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Από το Θάνατο στη Ζωή στο Νταχάου
  • Ξύπνα!—1985
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • Θάνατος—Μια Καθημερινή Εμπειρία
  • «Μην Τους Μισήσεις»
  • Πίστη που Λάμπει και Τρίγωνο σε Χρώμα Λιλά
  • Ελευθερία για να Βρω τη Ζωή!
  • Μια Καινούργια Ζωή και Ανανεωμένη Ελπίδα
  • Από τους Αναγνώστες Μας
    Ξύπνα!—1986
  • Από τους Αναγνώστες Μας
    Ξύπνα!—1986
  • Επέζησα από την «Πορεία Θανάτου»
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1980
  • Διατήρησις Πίστεως Μαζί με τον Σύζυγό Μου
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1980
Δείτε Περισσότερα
Ξύπνα!—1985
g85 8/7 σ. 16-20

Από το Θάνατο στη Ζωή στο Νταχάου

«Μην τους μισήσεις. Δεν θα βλάψεις αυτούς. Θα βλάψεις μόνο τον εαυτό σου!»

ΤΑ λόγια αυτά που τα είπε σε μένα, ένα μικρό κορίτσι, μια καλή γυναίκα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Νταχάου στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ήταν εκείνα που με κράτησαν στη ζωή και στην πνευματική μου υγεία.

Γεννήθηκα στη Μόσχα το 1926. Ο πατέρας μου ήταν από το Κίεβο και η μητέρα μου από τη Γεωργία. Ήταν και οι δύο επιστήμονες που είχαν αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Ο πατέρας δραπέτευσε από τη Ρωσία το 1929 για να ζήσει στο Γκνταντσκ (που ανήκει στην Πολωνία σήμερα). Μεγάλωσα μιλώντας μονάχα τα Γερμανικά και οι περισσότεροι από τους φίλους μας ήταν Εβραίοι.

Όταν ο Χίτλερ άρχισε την εξουσία του τρόμου του, οι οικογένειες των Εβραίων άρχισαν να εξαφανίζονται από τη γειτονιά μας, ιδιαίτερα στη διάρκεια της νύχτας. Τη μέρα που άρχισε ο πόλεμος ανάμεσα στη Γερμανία και στη Ρωσία, εξαφανίστηκε και η δική μας οικογένεια επίσης. Ναι, μας πήραν μακριά αφήνοντας μας μονάχα λίγα λεπτά για να ντυθούμε. Αφήσαμε τα πάντα πίσω μας.

Στο πρώτο στρατόπεδο ανάκρισης, με ρώτησαν επανειλημμένα κάτω από δυνατό φως και με χτύπησαν μέχρις ότου έγινα μαύρη από το ξύλο. Και μέχρι αυτή τη μέρα δεν νομίζω ότι κατάλαβαν πως δεν μπορούσα να απαντήσω στις ερωτήσεις τους σχετικά με τις δραστηριότητες των γονέων μου. Γιατί; Επειδή οι γονείς μου μιλούσαν Ρωσικά ο ένας στον άλλον, και εγώ ποτέ δεν είχα μάθει τη γλώσσα αυτή.

Δεν ξαναείδα ποτέ τον πατέρα μου από τότε που μας πήραν με το φορτηγό σ’ εκείνο το κέντρο ανάκρισης. Και μέχρι αυτό το έτος, το 1985, εξακολουθώ να μη γνωρίζω αν είναι ζωντανός ή νεκρός.

Κατόπιν κλείδωσαν τη μητέρα μου κι εμένα μέσα σε ένα τρένο ζώων επί τέσσερις μέρες. Δεν υπήρχε χώρος παρά μονάχα για να στέκεται κανείς όρθιος και καθόλου τροφή, νερό, ή τουαλέτα. Δεν είχαμε καμιά ιδέα για τον προορισμό μας—το Νταχάου—το διαβόητο εκείνο κέντρο βασανιστηρίων και θανάτου!

Αφού μας έκαναν τατουάζ, μας έσπρωξαν, μας κλώτσησαν, μας έγδυσαν από όλα τα ρούχα μας, και μας έκαναν να υποβληθούμε στην ποινή του ραβδισμού από άντρες των Ες-Ες που χειρίζονταν επιδέξια τα ραβδιά τους, μας οδήγησαν στα ντους και μας έδωσαν να φορέσουμε ρούχα με ρίγες. Κατόπιν με χώρισαν από τη στοργική και όμορφη μητέρα μου και με έστειλαν στα παραπήγματα που ήταν μόνο για τα παιδιά.

Θάνατος—Μια Καθημερινή Εμπειρία

Εκεί είχα την πρώτη μου εμπειρία με το θάνατο. Κάθε πρωί, ενήλικες άρρενες κρατούμενοι έπαιρναν τα σώματα των παιδιών που είχαν πεθάνει στη διάρκεια της νύχτας, μερικά, από την κακή διατροφή, άλλα από τα βασανιστήρια, και μερικά επειδή τους είχαν κάνει αφαίμαξη μέχρι θανάτου για να παράσχουν αίμα για μεταγγίσεις στους πληγωμένους στρατιώτες. Υπήρχε πάντοτε ένας σωρός από πτώματα που περίμεναν για αποτέφρωση. Οι φούρνοι δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στην εργασία!

Και γιατί δεν κατέληξα κι εγώ στους φούρνους; Αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθώ για ιατρικά πειράματα. Έτσι πρώτα με μόλυναν με κάποια ασθένεια, και κατόπιν με το αντίδοτο της. Οι σαδιστές βασανιστές μου, όμως, δεν μπορούσαν να διασκεδάζουν μαζί μου, γιατί εγώ είχα ανατραφεί έτσι, ώστε ποτέ να μην κλαίω ή να δείχνω οποιοδήποτε συναίσθημα. Έτσι, τελικά, έστρεψαν την προσοχή τους σε κάποιον άλλο.

Θα ήταν αδύνατο για οποιονδήποτε που δεν δοκίμασε ποτέ αυτά τα πράγματα να εννοήσει το αποτέλεσμα που είχε αυτό το πράγμα πάνω σε μας που ήμαστε απλώς παιδιά τότε. Δεν γνωρίζαμε αν θέλαμε να πεθάνουμε ή όχι. Μερικά από μας σκεφτόμαστε ότι θα καλωσορίζαμε το θάνατο, αλλά επειδή ήμαστε παιδιά φοβόμαστε επίσης να πεθάνουμε εξαιτίας του πύρινου άδη που νομίζαμε ότι μας περίμενε σύμφωνα με τις προηγούμενες θρησκευτικές διδασκαλίες μας. Αλλά κατόπιν συλλογιζόμαστε: ‘Ασφαλώς η φωτιά του άδη δεν θα είναι χειρότερη από αυτό εδώ!’

Από καιρό σε καιρό, οι έγκλειστοι διατάσσονταν να παίρνουν ομαδικά ντους, όπου αντί για «νερό» έβγαινε δηλητηριώδες αέριο και όλη η ομάδα εκτελούνταν. Μέχρι αυτή τη μέρα δεν μπορώ να κάνω ντους. Όταν προσπαθήσω να κάνω ντους, ξεσπάω σε ιδρώτα και αρχίζω να τρέμω σύγκορμη. Κατά καιρούς, απέβλεπα στο θάνατο τόσο πολύ, ώστε τελικά προσπαθούσα να μπω μέσα στο ντους πριν από τους άλλους. Αλλά φαίνεται ότι στις περιπτώσεις εκείνες που χρησιμοποιούνταν το αέριο, με έσπρωχναν και δεν κατάφερνα να μπω.

«Μην Τους Μισήσεις»

Ήταν τον καιρό εκείνο που συνάντησα την Έλση. Αυτή μου μίλησε για τον θάνατο, λέγοντας μου ότι δεν υπάρχει τίποτα που πραγματικά θα πρέπει να φοβάμαι. Η Έλση μου εξήγησε ότι όταν ένα άτομο πεθαίνει, δεν πηγαίνει σε κανέναν άδη βασανιστηρίων, αλλά απλώς πέφτει σε ύπνο. Μετά, ‘το πρωί’, σαν να λέγαμε, θα ξυπνήσει και η γη θα είναι ένας παράδεισος. (Λουκάς 23:43· Ιωάννης 5:28, 29) Τον καιρό εκείνο, δεν θα υπάρχει καθόλου πόνος, μίσος, ούτε φυλετικές διακρίσεις—μόνο χαρά και ευτυχία παντού. (2 Πέτρου 3:13· Αποκάλυψις 21:1-4) Την πίστεψα! Τα λόγια της ήταν σαν αχτίδες του ήλιου στη σκοτεινή ζωή μου.

Η Έλση διακινδύνευε τη ζωή της για να μου μιλάει. Ήταν πολύ προσεκτική για να μη μας δουν οι φρουροί να μιλάμε. Κάθε φορά που δημιουργούνταν μια ευκαιρία, κρυβόμαστε πίσω από τον σωρό των σκουπιδιών και μιλούσαμε για λίγα λεπτά. Μου έλεγε υπέροχα πράγματα από την Αγία Γραφή, πράγματα που με έκαναν να επιθυμώ τον Παράδεισο, τον οποίο σύντομα θα μας έδινε ο Θεός. Σε λίγο χρονικό διάστημα δεν φοβόμουν πια τον θάνατο, αλλά ανέπτυξα μια μεγαλύτερη αποδοχή για τις καταστάσεις στις οποίες βρισκόμουν.

Η Έλση ήταν μια ιδιαίτερη παρηγοριά για μένα, όταν πέθανε η μητέρα μου. Η μητέρα μου ήταν μια εκπληκτικά όμορφη γυναίκα, μια γυναίκα που, όταν περνούσε, όλοι έστριβαν τα κεφάλια τους στο δρόμο για να τη δουν. Αυτό ήταν πολύ μεγάλος πειρασμός για τους ανθρώπους των Ες-Ες και έτσι την χρησιμοποίησαν για τις ηδονιστικές τους απολαύσεις. Τη μια νύχτα μετά την άλλη, με ανάγκαζαν να παρατηρώ, καθώς της επέβαλαν τις σαδιστικές τους επιθυμίες, μέχρις ότου τελικά την δολοφόνησαν βίαια από τα βασανιστήρια και τον ομαδικό βιασμό.

Επειδή ήμουν μόνο 14 ετών, ήμουν πάρα πολύ ευαίσθητη. Το μίσος ήταν η φυσιολογική αντίδραση! Αλλά τα λόγια της Έλσης ηχούν ακόμη στ’ αυτιά μου: «Μην τους μισήσεις. Δεν θα βλάψεις αυτούς. Θα βλάψεις μόνο τον εαυτό σου!» Αυτό εναρμονιζόταν με τη δήλωση του Ιησού σχετικά με το ‘να αγαπάμε τους εχθρούς μας και να προσευχόμαστε για εκείνους που μας διώκουν’. (Ματθαίος 5:44) Δεν συμβαίνει ασφαλώς να έχουμε θερμά συναισθήματα απέναντι σε τέτοια άτομα. Μάλλον, δείχνουμε αγάπη με το να τους συγχωρούμε για τις πράξεις που κάνουν σαν διώκτες μας.

Η Έλση επίσης με βοήθησε να αποκτήσω μια καθαρότερη άποψη για τον Θεό. Συνήθιζα να μισώ τον Θεό επειδή τα Ες-Ες είχαν πάνω στις αγκράφες της ζώνης τους τη φράση «Ο Θεός είναι μαζί μας». Αναλογιζόμουν τα βασανιστήρια, τις άγρυπνες νύχτες, το γεγονός ότι μας ψέκαζαν κάθε εβδομάδα με εντομοκτόνο, τους κοριούς που απομυζούσαν το αίμα μας, τους αρουραίους που έρχονταν για να τραφούν από τη ζωντανή μας σάρκα το βράδυ, τη δυσοσμία του θανάτου που έβγαινε από παντού, τους φούρνους που εργάζονταν υπερωρίες, το κρύο, την έλλειψη σκεπασμάτων, την προφανή χαρά που αποκτούσαν οι άλλοι από τη δική μας δυστυχία. Αν ο Θεός ήταν μαζί τους, σκεφτόμουν, τότε δεν ήθελα να έχω τίποτα κοινό με αυτόν τον Θεό.

Πίστη που Λάμπει και Τρίγωνο σε Χρώμα Λιλά

Η Έλση με βοήθησε να κατανοήσω ότι ο Θεός δεν ήταν υπεύθυνος γι’ αυτό που έκαναν οι σαδιστές αυτοί. Μάλλον, στο δικό του ορισμένο χρόνο, ο Θεός θα ζητούσε λογαριασμό. Τότε θα αποκαθιστούσε τους αθώους σε πλήρη υγεία και ζωή, ανταμείβοντας όλους εκείνους οι οποίοι εναπόθεσαν την ελπίδα τους σ’ αυτόν. Είπε ότι ο Θεός, για τον οποίο μιλούσαν οι βασανιστές μας, δεν ήταν ο αληθινός Θεός, αλλά ένας Θεός που είχαν επινοήσει οι ίδιοι, και ότι, αν είχαν την πεποίθηση ότι θα αποκτούσαν οποιαδήποτε ευλογία από τον αληθινό Θεό, τότε ήταν πάρα πολύ γελασμένοι.

Η Έλση εξήγησε επίσης το λόγο για τις δυσχέρειες στις οποίες βρίσκεται ο κόσμος, λέγοντας μου ότι ο Σατανάς είναι ο κυβερνήτης αυτού του κόσμου και ότι ο Θεός θα χρησιμοποιούσε τη Βασιλεία στα χέρια του αναστημένου, και ενδοξασμένου Γιου Του, του Ιησού Χριστού, για να μας απαλλάξει από τον Διάβολο. (2 Κορινθίους 4:4· Ιωάννης 14:30· Αποκάλυψις 20:1-6) Όλα αυτά τα λόγια ήταν μουσική στ’ αυτιά μου και μια πηγή ισχύος για τις λυπηρές εκείνες μέρες. Τα λόγια της Έλσης και η μητρική της καλοσύνη ήταν, πράγματι, μια έμπνευση για μένα.

Τα Ες-Ες την έκαναν να περνάει πολύ δύσκολες ώρες, επειδή μια και είχε Γερμανική εθνικότητα, παρ’ όλα αυτά δεν υπέκυπτε στη θέληση των Ναζί. Τα Ες-Ες φαινόταν να το παίρνουν αυτό σαν προσωπική προσβολή και ποτέ δεν έχαναν την ευκαιρία να της επιβάλλουν κάποια ταπείνωση, που κάθε φορά την υπέφερε με υπομονή. Παρατήρησα ότι αυτή είχε ένα τρίγωνο σε χρώμα λιλά ραμμένο πάνω στον βραχίονα της φόρμας της και αναρωτιόμουν τι να σήμαινε αυτό. Αφού επέζησα από τον εγκλεισμό μου στο Νταχάου, έλεγξα και βρήκα ότι το τρίγωνο αυτό το έβαζαν πάνω στους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ναι, η Έλση ήταν μια Μάρτυρας του Ιεχωβά Θεού.—Ησαΐας 43:10-12.

Φτωχή Έλση! Ήταν πολύ λεπτή, σκελετωμένη. Υπήρχε κάτι το πολύ ιδιαίτερο πάνω της. Ποτέ δεν έμαθα το επώνυμο της ποτέ δεν ανακάλυψα από πού καταγόταν, παρ’ ότι ήταν τόσο καλή και ευγενική απέναντι μου. Συνήθιζα να σκέφτομαι ότι θα ήταν το είδος της μητέρας που ήθελα να έχω. Λίγο καιρό αφού δολοφόνησαν τη μητέρα μου και μετά, η Έλση εξαφανίστηκε επίσης, και δεν την ξαναείδα ποτέ. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τα λόγια που έλεγε ή το πνεύμα της ήρεμης αυτοπεποίθησης της.

Ελευθερία για να Βρω τη Ζωή!

Μετά από τέσσερα χρόνια στο Νταχάου ήρθε η απελευθέρωση μου. Τρεις μέρες προτού φτάσουν οι Αμερικανικές δυνάμεις, οι φύλακες Ες-Ες μας κλείδωσαν όλους μέσα στο στρατόπεδο και εξαφανίστηκαν. Κανείς δεν μπόρεσε να διαφύγει, γιατί τα σύρματα γύρω από το στρατόπεδο ήταν ηλεκτροδοτημένα. Όταν έφτασαν τελικά οι Αμερικανοί, άρχιζαν να μας ταΐζουν, αλλά για πολλούς από μας ήταν πολύ αργά. Το λυπηρό είναι ότι, αφού είχαν δώσει τόσο σκληρή μάχη για τη ζωή, πολλοί προφανώς είχαν χάσει τη θέληση τους να ζήσουν και υπέκυψαν στο θάνατο.

Επειδή είχα Ρωσική εθνικότητα, παραδόθηκα στους Ρώσους. Τώρα που ήμουν 17 χρόνων, μου είπαν ότι έπρεπε να παντρευτώ τον διοικητή του επιτελείου. Αλλά ένας ταγματάρχης που γνώριζε τον πατέρα μου στο πανεπιστήμιο με έκρυψε κάτω από μια κουβέρτα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου του και με πέρασε λαθραία έξω από τα παραπήγματα. Ταξίδεψα με τρένο προς τα Ρωσικά σύνορα και, ακριβώς πριν από την αυγή ένα πρωί, βρήκα ένα μέρος όπου οι φρουροί ήταν ανέμελοι. Με την κοιλιά μου, σύρθηκα κατά μήκος της ουδέτερης ζώνης, μια απόσταση περισσότερο από ενάμισι χιλιόμετρο. Οι Αμερικανοί στρατιώτες από την άλλη πλευρά με έβλεπαν που σερνόμουν προς αυτούς. Με πήραν και με έβαλαν σε ένα τρένο προς την Χαϊδελβέργη. Απέναντι μου καθόταν ένας Ουκρανός, τον οποίο τελικά παντρεύτηκα.

Οι συνθήκες έγιναν αφόρητες, καθώς οι Ρώσοι προσπαθούσαν ακόμη να με βρουν. Μέχρι που ανακοίνωναν από το ραδιόφωνο ότι με ζητούσε ο πατέρας μου. Αλλά εγώ φοβόμουν να απαντήσω, αναλογιζόμενη ότι αυτό θα ήταν δόλωμα. Μπορεί να ήταν ο πατέρας μου· ωστόσο δεν μπορούσα να το διακινδυνεύσω απαντώντας σ’ εκείνες τις ραδιοφωνικές ανακοινώσεις. Μια μέρα με πήραν από πίσω δύο κομμουνιστές πράκτορες. Έτσι πήγα σε ένα μεγάλο κατάστημα και πήρα τον ανελκυστήρα προς το τελευταίο πάτωμα. Συνάντησα τον διευθυντή, και όταν του είπα τι συνέβαινε, με έκρυψε στο γραφείο του μέχρις ότου οι πράκτορας έφυγαν. Μετά από αυτό, ο σύζυγος μου κι εγώ αποφασίσαμε να μεταναστεύσουμε στην Αυστραλία και φτάσαμε εκεί τον Απρίλιο του 1949.

Μια Καινούργια Ζωή και Ανανεωμένη Ελπίδα

Τότε άρχισε μια καινούργια ζωή. Μας επισκέφθηκε ένας τοπικός ιερέας, αλλά εγώ αρνήθηκα να παρακολουθήσω λειτουργία, εξαιτίας των πραγμάτων που είχα δει να κάνουν τα θρησκευόμενα άτομα στην Ευρώπη, και εξαιτίας του γεγονότος ότι η Έλση μού είχε δείξει ότι οι εκκλησίες αυτές δεν ανήκαν στον Θεό. Άρχισα να προσεύχομαι στον Θεό για να βρω την αλήθεια και πήγα σε όλες τις τοπικές θρησκευτικές ομάδες, ρωτώντας τους που επρόκειτο να πάνε όταν θα πέθαιναν. Όλοι έλεγαν «στον ουρανό». Μόλις το άκουγα αυτό, έφευγα αμέσως και πήγαινα στην επόμενη εκκλησιαστική ομάδα.

Λίγες μέρες αφού είχα αρχίσει να προσεύχομαι και μετά, ένας νεαρός χτύπησε την πόρτα μου, και μου πρόσφερε τη Σκοπιά και το Ξύπνα! «Πρόκειται να πάτε στον ουρανό;» ρώτησα. «Όχι», απάντησε. «Ελπίζω να ζήσω για πάντα εδώ πάνω στη γη όταν θα μεταμορφωθεί σε παράδεισο». Να, επιτέλους, ένα άτομο από τους ίδιους ανθρώπους στους οποίους ανήκε και η Έλση! Επιτέλους, αυτή ήταν η αλήθεια για την οποία έψαχνα από τις μέρες εκείνες που ήμουν στο Νταχάου. Ήμουν τόσο συγκινημένη, ώστε θα πρέπει να μιλήσαμε επί δύο σχεδόν ώρες τότε.

Ο Μάρτυρας έστειλε τη θεία του για να με δει την επόμενη μέρα, και σε δυο μόνο μέρες ουσιαστικά καταβρόχθισα το βιβλίο Από τον Απολεσθέντα Παράδεισο στον Αποκαταστημένο Παράδεισο. Κατόπιν άρχισα να διαβάζω τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, την Καινή, όπως τη λένε, Διαθήκη, και τέλειωσα μέσα σε τρεις μέρες. Πόσο υπέροχες ήταν όλες αυτές οι πληροφορίες! Το βιβλίο Παράδεισος και η Βίβλος έλεγαν ακριβώς τα ίδια πράγματα που μου έλεγε και η Έλση. Τώρα, επιτέλους, είχα βρει τους ανθρώπους της—17 χρόνια μετά από την απελευθέρωση μου από το Νταχάου!

Καθώς κοιτάζω πίσω στη ζωή μου, βλέπω ότι οι πιο σημαντικές μέρες ήταν εκείνες που πέρασα στο Νταχάου με την αγαπημένη Έλση που μου αφηγόταν την υπέροχη ελπίδα της Βίβλου. Εξαιτίας των προσπαθειών της, εγώ μπόρεσα να ‘περάσω από το θάνατο στη ζωή’. (Ιωάννης 5:24) Τώρα σκέφτομαι με εκτίμηση τα θεόπνευστα εκείνα λόγια του Ψαλμού 94:17, 18: «Αν δεν έσπευδε σε βοήθεια μου ο Ιεχωβά, σε λίγο χρονικό διάστημα η ψυχή μου θα κατοικούσε στην σιωπή. Όταν είπα: ‘Το πόδι μου εξάπαντος θα κινηθεί με αστάθεια’, η στοργική σου καλοσύνη, Ιεχωβά, συνέχισε να με συντηρεί», ΜΝΚ,

Καθώς ατενίζω το μέλλον, τα λόγια αυτά από το εδάφιο Ησαΐας 41:10 με ενισχύουν: «Μη φοβού· διότι εγώ είμαι μετά σου· μη τρόμαζε· διότι εγώ είμαι ο Θεός σου· σε ενίσχυσα· μάλιστα σε εβοήθησα· μάλιστα σε υπερησπίσθην διά της δεξιάς της δικαιοσύνης μου». Χάρη στις προσπάθειες της αγαπητής Έλση, ο Ιεχωβά πράγματι με βοήθησε να βρω τη ζωή στο Νταχάου.—Από συνεργάτη μας.

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 17]

Κλείδωσαν τη μητέρα και μένα μέσα σε ένα βαγόνι μεταφοράς ζώων επί τέσσερις μέρες

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 17]

Αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθώ για ιατρικά πειράματα

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 19]

Η Έλση με βοήθησε να καταλάβω ότι ο Θεός δεν ήταν υπεύθυνος γι’ αυτά που έκαναν οι σαδιστές αυτοί

[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 20]

Επιτέλους βρήκα τους ανθρώπους της Έλση

[Εικόνες στη σελίδα 18]

Θάλαμοι αερίων και φούρνοι στο Νταχάου

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση