Όταν Πεθαίνει Κάποιος που Αγαπάτε . . .
Ο Ρίκυ και η Μαριάννα ήταν ευτυχισμένοι και παντρεμένοι επί 18 χρόνια και είχαν ένα παιδί. Αλλά για ένα χρόνο περίπου ο Ρίκυ είχε πόνο στον ώμο του. Το καλοκαίρι του 1981 ο πόνος εντάθηκε και ο Ρίκυ άρχισε σιγά-σιγά να παραλύει. Η επείγουσα χειρουργική επέμβαση αποκάλυψε έναν καρκινικό όγκο ψηλά στη σπονδυλική του στήλη. Αρκετούς μήνες αργότερα, στις 2 Φεβρουαρίου 1982, ο Ρίκυ πέθανε σε ηλικία 48 ετών. «Ήταν δύσκολο να το δεχτώ», εξηγεί η Μαριάννα. «Για πολύν καιρό νόμιζα ότι επρόκειτο να μπει από την πόρτα».
ΕΧΕΤΕ εσείς, ή κάποιος που γνωρίζετε, περάσει από μια παρόμοια εμπειρία; Όταν πεθαίνει κάποιος που αγαπάτε, μπορεί να έρθουν στην επιφάνεια συναισθήματα και διαθέσεις που να μην είχατε νιώσει ποτέ πριν. Ίσως να αναρωτιέστε αν θα αισθάνεσθε ποτέ πάλι φυσιολογικά. Ή, όπως η Μαριάννα, ίσως έχετε δυσκολία να δεχθείτε το γεγονός, αν και έχει περάσει αρκετός καιρός.
Παρ’ όλα αυτά, μπορείτε να ξαναβρείτε την ισορροπία σας—όχι να ξεχάσετε, αλλά να ξαναβρείτε την ισορροπία σας. ‘Όμως με ποιο τρόπο;’ μπορεί να ρωτήσετε. Προτού, όμως, μπορέσουμε να απαντήσουμε σ’ αυτό, θα είναι βοηθητικό να γνωρίζουμε περισσότερα για τα αισθήματα ενός ατόμου που πέθανε κάποιο αγαπημένο του άτομο. Πρόσφατα το Ξύπνα! πήρε συνέντευξη από μερικούς ανθρώπους οι οποίοι είχαν χάσει κάποιον αγαπημένο τους. Τα σχόλια τους υπάρχουν σ’ αυτή τη σειρά των άρθρων. Μπορεί να σας καθησυχάσει αν γνωρίζετε ότι και οι άλλοι αισθάνονταν όπως αισθάνεστε κι εσείς. Και το να κατανοήσετε πώς έχουν αντιμετωπίσει οι άλλοι τα συναισθήματα τους μπορεί να σας βοηθήσει πολύ.
Να τι θυμάται η Μαριάννα εξηγώντας πώς αισθάνθηκε όταν πέθανε ο Ρίκυ: «Μιλούσα γι’ αυτόν συνεχώς. Ήταν ένας τρόπος για να τον κρατάω ζωντανό. Τον πρώτο χρόνο βρισκόμουν σε ταραγμένη κατάσταση. Υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα που πρέπει να κάνεις προκειμένου να τακτοποιηθούν οι υποθέσεις σου. Μπλέκεσαι τόσο πολύ σ’ αυτά τα πράγματα ώστε δεν έχεις καιρό να ασχοληθείς με το συναισθηματικό μέρος της απώλειας.
«Κατέληξα στο νοσοκομείο με υπέρταση. Τελικά, όταν ήμουν στο νοσοκομείο, μακριά από την πίεση του σπιτιού και οτιδήποτε άλλου, τότε μπόρεσα να αντιμετωπίσω αυτό που μου είχε συμβεί. Ήταν κάτι σαν, ‘Τι θα κάνω απ’ εδώ και πέρα;’
Ασυνήθιστη αντίδραση; Όχι βέβαια. Όταν μάθεις ότι κάποιος αγαπημένος έχει πεθάνει, είναι μάλλον κοινό το φαινόμενο να πάθεις ψυχολογικό κλονισμό. Όπως λένε και άλλοι που το έχουν περάσει αυτό: «Ακούς αυτά που σου λένε και ωστόσο δεν ακούς το καθετί. Το μυαλό σου συγκεντρώνεται εν μέρει στην τωρινή πραγματικότητα και εν μέρει όχι».
Αυτός ο κλονισμός μπορεί να ενεργήσει σχεδόν σαν αναισθητικό. Πώς συμβαίνει αυτό; Όπως εξηγεί το βιβλίο Θάνατος και Λύπη στην Οικογένεια: «Είναι ένα είδος προστασίας που επιτρέπει στο θλιβερότατο γεγονός που έχει συμβεί να συνειδητοποιηθεί βαθμιαία». Ένας τέτοιος κλονισμός μπορεί να σας βοηθήσει ώστε να μειωθεί η ένταση από την πλήρη συναισθηματική ισχυρή επίδραση του χαμού του εκλιπόντος. Όπως λέει η Στέλλα, μια χήρα στην πόλη της Νέας Υόρκης: «Σαστίζεις. Δεν αισθάνεσαι τίποτα».
«Πρέπει να Υπάρχει Κάποιο Λάθος!»
Μαζί με το αρχικό αυτό μούδιασμα, δεν είναι ασυνήθιστο να περάσει κανείς μέσα από διάφορες μορφές άρνησης. «Πρέπει να έχει γίνει κάποιο λάθος!» μπορεί να ακούσει κανείς συχνά στις πρώτες ώρες της λύπης. Για μερικούς ο χαμός είναι πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτός, ιδιαίτερα αν δεν βρίσκονταν μαζί με το αγαπημένο άτομο όταν πέθανε. Όπως θυμάται η Στέλλα: «Δεν είδα τον σύζυγο μου να πεθαίνει· συνέβη στο νοσοκομείο. Έτσι ήταν δύσκολο να πιστέψω ότι ήταν νεκρός. Βγήκε για να ψωνίσει τη μέρα εκείνη, και ήταν σαν να τον περίμενα να γυρίσει».
Ίσως γνωρίζετε ότι το αγαπημένο σας άτομο έχει πεθάνει, ωστόσο οι συνήθειες σας και οι αναμνήσεις σας μπορεί να το αρνιούνται αυτό. Για παράδειγμα, εξηγεί η Λυν Κέην στο βιβλίο της Χήρα: «Όταν συνέβαινε κάτι το αστείο, έλεγα στον εαυτό μου, ‘Α, στάσου να το πω αυτό του Μάρτιν απόψε! Δεν πρόκειται να το πιστέψει’. Υπήρχαν φορές όταν βρισκόμουν στο γραφείο μου που άπλωνα το χέρι μου για να του τηλεφωνήσω, για να μιλήσω μαζί του. Η πραγματικότητα παρενέβαινε πάντοτε προτού αρχίσω να παίρνω τον αριθμό».
Και άλλοι έχουν κάνει παρόμοια πράγματα, όπως το να βάζουν, για παράδειγμα, παραπάνω πιάτα στο τραπέζι ή να αγοράζουν στο σουπερ-μάρκετ τα αγαπημένα τρόφιμα του νεκρού. Μερικοί άλλοι ακόμη έχουν ζωντανά όνειρα για τον πεθαμένο ή φαντάζονται ότι τον είδαν στο δρόμο. Δεν είναι ασυνήθιστο για τους επιζώντες να φοβούνται ότι θα τρελαθούν. Αλλά αυτές είναι κοινές αντιδράσεις στη ριζική αυτή αλλαγή στη ζωή κάποιου.
Τελικά, όμως, ο πόνος φεύγει, φέρνοντας ίσως μαζί του άλλα συναισθήματα τα οποία δεν ήσαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσετε.
«Μας Εγκατέλειψε!»
«Τα παιδιά μου αναστατώθηκαν και είπαν. ‘Μας εγκατέλειψε!’» εξήγησε η Κορίν, ο σύζυγος της οποίας πέθανε πριν από δύο χρόνια. «Τους έλεγα, ‘Δεν σας εγκατέλειψε. Δεν ήταν ο ίδιος υπεύθυνος γι’ αυτό που του συνέβη’. Αλλά κατόπιν σκεφτόμουν, ‘Κοίτα που τους λέω αυτά τα λόγια, ενώ κι εγώ αισθάνομαι το ίδιο όπως κι αυτά’» Ναι, όσο εκπληκτικό και αν φαίνεται, συχνά ο πόνος συνοδεύεται από θυμό.
Μπορεί να είναι θυμός για τους γιατρούς κα. τις νοσοκόμες, αν νομίζετε ότι θα έπρεπε να είχαν κάνει περισσότερα για να φροντίσουν τον νεκρό. Ή θυμός για τους φίλους και τους συγγενείς οι οποίοι, ίσως, φαίνεται ότι λένε ή κάνουν εσφαλμένα πράγματα. Μερικοί θυμώνουν μ’ εκείνον που έφυγε επειδή παραμελούσε την υγεία του. Όπως θυμάται η Στέλλα: «Θυμάμαι ότι θύμωνα με το σύζυγο μου, επειδή γνώριζα ότι θα μπορούσαν τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Ήταν πολύ άρρωστος, αλλά είχε αγνοήσει τις προειδοποιήσεις των γιατρών».
Και μερικές φορές υπάρχει θυμός γι’ αυτόν που έφυγε, εξαιτίας του βάρους που μένει από το θάνατο του ή το θάνατο της πάνω στον επιζώντα. Όπως εξηγεί η Κορίν: «Δεν είμαι συνηθισμένη να αντιμετωπίζω όλες τις ευθύνες για τη φροντίδα του σπιτιού και της οικογένειας. Δεν μπορείς να καλείς τους άλλους για κάθε μικρό πραγματάκι. Μερικές φορές θυμώνω γι’ αυτό».
Μετά από το θυμό συχνά ακολουθεί κάποιο άλλο συναίσθημα—η ενοχή.
«Δεν θα Είχε Πεθάνει αν Μόνο Είχα . . .»
Μερικοί αισθάνονται ενοχή εξαιτίας του θυμού—δηλαδή, ίσως καταδικάζουν τον εαυτό τους επειδή αισθάνονται θυμωμένοι. Άλλοι κατηγορούν τον εαυτό τους για το θάνατο του αγαπημένου τους ατόμου. «Δεν θα είχε πεθάνει», πείθουν τον εαυτό τους, «αν μόνο τον είχα πάει στο γιατρό συντομότερα» ή «αν το πήγαινα να δει και κάποιον άλλο γιατρό» ή «τον έκανα να φροντίζει καλύτερα την υγεία του».
Για άλλους η ενοχή προχωρεί και πέρα απ’ αυτό, ιδιαίτερα αν ο αγαπημένος τους πέθανε ξαφνικά, απρόσμενα. Αρχίζουν να θυμούνται τις φορές εκείνες που θύμωσαν ή είχαν αντιλογία με τον εκλιπόντα. Ή ίσως νομίζουν ότι δεν είχαν κάνει τα πάντα για τον εκλιπόντα. Βασανίζονται από σκέψεις όπως, ‘Θα ’πρεπε ή δε θά ’πρεπε—να τό ’χα κάνει αυτό ή εκείνο’.
Ο Μάικ, ένας νεαρός πάνω από 20 ετών, θυμάται: «Ποτέ δεν είχα καλές σχέσεις με τον πατέρα μου. Μόνο τα πρόσφατα χρόνια άρχισα μόλις να του μιλάω. Τώρα [αφού πέθανε ο πατέρας του και μετά] υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα που νομίζω ότι θα έπρεπε να είχα κάνει ή να είχα πει». Βέβαια, το γεγονός ότι τώρα δεν υπάρχει τρόπος για να διορθωθούν τα πράγματα, ίσως απλώς να συμβάλλει στην απογοήτευση και στην ενοχή.
Παρ’ ότι είναι δύσκολο να χάσεις ένα σύζυγο, ένα γονέα, έναν αδελφό, ή μια αδελφή στο θάνατο, αυτό που μερικοί θεωρούν ότι είναι η πιο τραγική απώλεια απ’ όλες είναι ο θάνατος ενός παιδιού.
[Πλαίσιο στη σελίδα 5]
Κοινές Αντιδράσεις Λύπηςa
Συγκλονισμός—(«Δεν αισθάνομαι τίποτα»)
Άρνηση—(«Πρέπει να έχει γίνει κάποιο λάθος!»)
Θυμός—(«Πώς μπόρεσε να με αφήσει έτσι;»)
Ενοχή—(«Δεν θα είχε πεθάνει αν μόνο είχα . . .»)
Ανησυχία—(«Τι θα απογίνω τώρα;»)
Φόβος παραφροσύνης—(«Νομίζω πως χάνω το λογικό μου»)
[Υποσημειώσεις]
a Αυτό δεν σημαίνει ότι περνάει κανείς κατ’ ανάγκη σε κανονική διαδοχή από αυτά τα στάδια λύπης. Κάθε άνθρωπος είναι κάτι ξεχωριστό. Έτσι οι αντιδράσεις στη λύπη μπορεί να ποικίλλουν πάρα πολύ σε ένταση και διάρκεια.
[Εικόνα στη σελίδα 4]
«Νεκρός; Δεν μπορώ να το πιστέψω!»
[Εικόνα στη σελίδα 5]
Πολλοί επιζώντες διακατέχονται από αισθήματα ενοχής: «Αν μόνο είχα . . .»