Το Ανεξέλεγκτο Νυκτόβιο Λεπιδόπτερο Λυμαντρία
«ΓΕΜΙΣΑΝ τον τόπο», παραπονέθηκε η νεαρή γυναίκα στο σύζυγο της, καθώς απελπισμένη χτυπούσε με τα χέρια της για να διώξει μιαν αγκαθωτή, σκουρόχρωμη κάμπια που ταλαντευόταν προς το μέρος της στον αέρα. Είχε δίκιο. Οι κάμπιες βρίσκονταν παντού—έρπονταν πάνω στους κορμούς των δέντρων και στα κλαδιά ή αιωρούνταν πάνω σε αόρατες μεταξένιες κλωστές. Οι δυο τους, κουρασμένοι να βγάζουν τις κάμπιες ο ένας απ’ τον άλλον, συντόμευσαν τον περίπατο τους μέσα από το δάσος. Οι κάμπιες ήταν ένα βάσανο.
Βάσανο; Οι αρχές λένε ότι είναι πληγή. Το 1980 οι κάμπιες αυτές μάδησαν από τα φύλλα τους δάση έκτασης δύο εκατομμυρίων εκταρίων στα βορειοανατολικά των Ηνωμένων Πολιτειών. Το χειρότερο είναι ότι το 1981 απογύμνωσαν τον αριθμό ρεκόρ των 5,12 εκατομμυρίων εκταρίων. «Έχουν επίσης αψηφήσει κάθε επίθεση που επιχειρήθηκε εναντίον τους», λέει το Σμιθσόνιαν, «μέχρι σημείου που το μέτωπο επίθεσης τους επεκτείνεται τώρα κατά μήκος μιας κυματιστής και όχι πολύ ευδιάκριτης γραμμής από τη Βιρτζίνια και το Μαίρυλαντ μέσα από τη Δυτική Βιρτζίνια και ως τη Δυτική Πενσυλβανία και τη Νέα Υόρκη, με πολυάριθμους απομονωμένους θύλακες διασκορπισμένους παντού». Ακόμη απειλούνται και οι πολιτείες της Δυτικής Ακτής, η Καλιφόρνια, η Όρεγκον, και η Ουάσινγκτον.
Φαίνεται ότι ο εχθρός είναι ανεξέλεγκτος. Όταν βγουν από τα αυγά τους στο τέλος του Απριλίου ή το Μάιο, οι προνύμφες που έχουν μήκος 0,3 εκατοστόμετρα (1/8 της ίντσας) θα τραφούν με οποιοδήποτε από τα 500 είδη δέντρων και θάμνων, αν αυτό είναι απαραίτητο, αν και τα φύλλα της βελανιδιάς είναι η ευνοούμενη τροφή τους. Μεταφερόμενες από τον αέρα που κόβει τις μεταξένιες κλωστές τους, πηγαίνουν από δέντρο σε δέντρο ή πηδούν πάνω σε αυτοκίνητα, σε εκδρομείς, ή σε εξαρτήματα κήπου σε νέες περιοχές—γι’ αυτό και το όνομα τους στα Αγγλικά σημαίνει τσιγγάνες. Ως τον καιρό που θα φτάσουν το πλήρες μήκος τους των 6,5 εκατοστομέτρων (2 1/2 ιντσών), κάθε κάμπια μπορεί να καταναλώνει 77 τετραγωνικά εκατοστόμετρα (12 τετραγωνικές ίντσες) φύλλα κάθε 24 ώρες. Όταν είναι μανιασμένες, καταντούν αληθινή πληγή—έρπουν πάνω στους διαδρόμους μπροστά από το σπίτι, πέφτουν πάνω στα πιάτα δίπλα στις ψησταριές, δημιουργούν μια σταθερή βροχή από απόβλητα και μισοφαγωμένα φύλλα. Στη χειρότερη περίπτωση, καταστρέφουν δέντρα που είναι πολύ ασθενή για να αντέξουν στην απώλεια των φύλλων τους κάθε χρόνο.
Το λεπιδόπτερο αυτό εισάχθηκε στην Αμερική τυχαία το 1869 όταν μια ανεμοθύελλα ανέτρεψε ένα κιβώτιο με κάμπιες του λεπιδόπτερου λυμαντρία που είχαν εισαχθεί από έναν Γάλλο φυσιοδίφη ο οποίος εργαζόταν στο Μέτφορντ της Μασσαχουσέττης. Οι κάμπιες βγήκαν έρποντας έξω από το παράθυρο. Είκοσι χρόνια αργότερα, το Μέτφορντ ήταν γεμάτο από αυτές. Στα επόμενα δέκα χρόνια οι υπηρεσίες αντιμετώπισης εντόμων καταπολέμησαν το έντομο στη Μασσαχουσέττη με δαυλούς, υγρό έντονης οσμής από απόσταξη πίσσας, ξύστρες, κολλητικό χαρτί, και ραντισμούς από μόλυβδο με αρσενικό και άλλα δηλητήρια, και σχεδόν πέτυχαν να τις εξαλείψουν. Αλλά, καθώς ο αριθμός των λεπιδόπτερων μειωνόταν, το ίδιο συνέβη και στο ενδιαφέρον για την καταπολέμηση τους.
Ωστόσο ο τομέας τους συνέχισε να επεκτείνεται. Μέχρι το 1900 είχαν τσιμπολογήσει όλη τη Μασσαχουσέττη. Το 1901 είχαν φτάσει στη Ρόουντ Άιλαντ. Έφτασαν στο Νιου Χαμσάιρ το 1905, στο Κονέκτικατ το 1906, στο Βέρμοντ το 1912, και στη Νέα Υόρκη το 1922. Ως το 1934 βρίσκονταν και στην Πενσυλβανία. Αλλά, καθώς επεκτεινόταν ο τομέας τους, η ποσότητα των δασών που απογύμνωναν από τα φύλλα ποίκιλε—ένα γεγονός το οποίο έφερε σε αμηχανία τους εξολοθρευτές της που προσπαθούσαν να προβλέψουν την επόμενη κίνηση του εχθρού.
Μια αμυδρή ελπίδα να τις σταματήσουν φάνηκε στη δεκαετία του 1950 με το ράντισμα DDT από τον αέρα. Αλλά οι εξολοθρευτές των εντόμων αναγκάστηκαν να στραφούν σε λιγότερο τοξικές χημικές ουσίες όταν το DDT απαγορεύτηκε εξαιτίας των θανάσιμων αποτελεσμάτων που είχε πάνω σε άλλους ζωντανούς οργανισμούς. Στο μεταξύ αναπτύχθηκαν πιο επιλεκτικές μέθοδοι ελέγχου. Ένας δημοφιλής βακτηριακός παράγοντας που βρίσκεται σε χρήση, ο Bacillus thuringiensis, είναι μοιραίος όχι μόνο για τα νυκτόβια λεπιδόπτερα, αλλά και για τις πεταλούδες επίσης. Ένας άλλος βακτηριακός παράγοντας σκοτώνει μόνο το νυκτόβιο λεπιδόπτερο λυμαντρία, αλλά είναι δαπανηρός και δεν υπάρχει σε μεγάλες ποσότητες. Επιπρόσθετα, από τα 45 περίπου σκουληκάκια και πεταλουδίτσες της λυμαντρίας που εισάχθηκαν στη Βόρεια Αμερική, γύρω στα δώδεκα έχουν αποκτήσει σταθερή πρόσβαση.
Αλλά παρά τα εκατομμύρια δολάρια που δαπανιούνται σε δηλητήρια και βιολογικά όπλα, τα λεπιδόπτερα εξακολουθούν να πηγαίνουν προς τη Δύση και προς το Νότο με ταχύτητα 8 ως 25 χιλιόμετρα (5 ως 15 μίλια) το χρόνο. Μερικές αρχές διατείνονται ότι η εκτεταμένη χρήση εντομοκτόνων διεγείρει την εξάπλωση του λεπιδόπτερου. Πώς; Τα λεπιδόπτερα που εξαπλώνονται μάλλον αργά ή που δεν έχουν ανοσία στα δηλητήρια γίνονται σύντομα στόχος και σκοτώνονται. Συνεπώς, τα λεπιδόπτερα που επιβιώνουν τείνουν να γίνονται πιο κινητικά και πιο ανθεκτικά στο δηλητήριο. Επιπρόσθετα, οι ανθεκτικές αυτές ποικιλίες αναπαράγουν με εκπληκτική ταχύτητα, εφόσον δεν έχουν κανέναν ανταγωνισμό για τροφή και επειδή τα πιο κοινά δηλητήρια έχουν εξαλείψει τους φυσικούς τους εχθρούς.
Ο βιολόγος Τζακ Σουλτς του Κολεγίου Ντάρτμαουθ προτείνει να εμπιστευθούμε στην άμυνα της ίδιας της φύσης. Έχει αποδείξει ότι τα δέντρα που έχουν απογυμνωθεί από τα φύλλα τους, σύντομα αναπτύσσουν άλλα φύλλα τα οποία έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε ταννίνη—που τα κάνει λιγότερο εύγευστα στις προνύμφες. «Απλώς αφήστε τα δέντρα και τα φυτά ήσυχα», παροτρύνει. «Η παραλλακτικότητα είναι ένας πιο ισχυρός έλεγχος απ’ ό,τι ο ομοιόμορφος ψεκασμός, και η ταννίνη δεν εισάγει τοξικές ουσίες στο περιβάλλον». Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι μια ποικιλία από φυσικές αιτίες—αρρώστια από ιούς, αρπακτικά πτηνά, και απώλειες από την έλλειψη τροφής—αρχίζουν να λειτουργούν όταν οι πληθυσμοί των λεπιδόπτερων γίνουν πολύ μεγάλοι. Για τους λόγους αυτούς, από το 1981 η απογύμνωση δέντρων από τα φύλλα τους από το νυκτόβιο λεπιδόπτερο λυμαντρία έχει μειωθεί πάρα πολύ.
Η θέα ενός γυμνού δάσους βελανιδιών που μοιάζει σαν νεκρό και ερημωμένο στα μέσα του καλοκαιριού από τις πεινασμένες προνύμφες είναι κάτι το συγκλονιστικό. Ωστόσο, το δάσος μπορεί να μην είναι και τόσο ερημωμένο όσο φαίνεται. Έχει υποτεθεί ότι η απογύμνωση αυτή από τα φύλλα στα ανατολικά δάση απλώς επιταχύνει την ανάπτυξη της Αμερικανικής οξιάς, του σφενδάμου, και του κώνειου—ευνοεί την ανάπτυξη ειδών που δεν αρέσουν σαν τροφή στο νυκτόβιο λεπιδόπτερο λυμαντρία. Εν πάση περιπτώσει, το Συντηρητής τον Περιβάλλοντος, καταλήγει: «Οι μακροπρόθεσμες βιολογικές συνέπειες από την εφόρμηση του λεπιδόπτερου λυμαντρία σ’ ένα δάσος φαίνεται τώρα ότι μπορούν να προβλεφθούν και ίσως να αποδεικνύονται και ωφέλιμες». Αυτή είναι η θετική πλευρά. Ίσως θα έπρεπε όλοι να τη δεχτούμε. Στο κάτω-κάτω, τα μικρά πλασματάκια βρέθηκαν εδώ για να παραμείνουν.
[Εικόνες στη σελίδα 22, 23]
Η ζωή ενός ενήλικου λεπιδόπτερου διαρκεί μόνο μία εβδομάδα, αρκετό για να ζευγαρωθεί. Το θηλυκό αφήνει σωρούς από αυγά που μπορεί να περιέχουν μέχρι και χίλια αυγά
[Ευχαριστίες]
USDA Forest Service
USDA Forest Service
USDA Forest Service