Χαράρ—Η Πόλη Όπου Περιφέρονται οι Ύαινες
Του ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στην Κένυα
ΜΟΛΙΣ πάνω από εκατό χρόνια πριν, η Χαράρ ήταν μια ‘απαγορευμένη πόλη’. Ωστόσο, το 1854 ένας Βρετανός λόγιος και εξερευνητής που ονομαζόταν Σερ Ρίτσαρντ Μπέρτον αποφάσισε να διακινδυνέψει μέσα σ’ αυτήν. Καθώς ατένιζε τα δυνατά της τείχη, αναμφίβολα θα αναρωτιόταν αν θα έβγαινε από εκεί ζωντανός. Ο Μπέρτον, ωστόσο, είχε μεταμφιεστεί έξυπνα σε Άραβα έμπορο. Και με τη βοήθεια των δεξιοτήτων του στις ξένες γλώσσες, υπολόγιζε ότι θα μπορούσε να εκληφθεί σαν ένας από τους Μουσουλμάνους κατοίκους της πόλης. Το τόλμημα πέτυχε, κάνοντας τον Μπέρτον τον πρώτο Ευρωπαίο εξερευνητή που επισκέφθηκε την Ανατολικοαφρικανική αυτή πόλη.
Σήμερα η Χαράρ βρίσκεται στην Αιθιοπία. Και ενώ η είσοδος σ’ αυτή δεν είναι εξίσου περιπετειώδης όπως ήταν στις μέρες του Μπέρτον, η πόλη εξακολουθεί να συναρπάζει και να γοητεύει τους επισκέπτες της, γιατί η Χαράρ είναι γνωστή σαν η πόλη όπου οι ύαινες περιφέρονται το βράδι! Η Χαράρ, ωστόσο, είναι μια διπλή πόλη με το σύγχρονο τομέα της και γύρω στους 70.000 κατοίκους. Ο παλαιότερος τομέας, που υπάρχει για πολύ παραπάνω από χίλια χρόνια, έχει αλλάξει λίγο στο διάβα των αιώνων.
Πλησιάζοντας την παλιά πόλη και βλέποντας τις πύλες και τους πύργους της, αισθανόμαστε σαν να πλησιάζουμε έναν άλλο κόσμο. Πολύ πριν από την ίδρυση της σημερινής πρωτεύουσας της Αιθιοπίας, της Αντίς Αμπέμπα, η Χαράρ γνώριζε δόξες. Από τη Χαράρ ήταν που οδήγησε τους τολμηρούς επιδρομείς του ο Μουσουλμάνος ηγέτης του 16ου αιώνα Αχμέτ Γκραν, «ο αριστερόχειρας». Οι απόπειρές του να κατακτήσει την Αιθιοπία, ωστόσο, κατέληξαν στο θάνατό του—και στην κατάρρευση της Χαράρ. Τα πελώρια τείχη της πόλης χτίστηκαν αμέσως κατόπιν και έχουν παραμείνει αλώβητα για πάνω από τέσσερις αιώνες.
Όπως στο παρελθόν, έτσι και σήμερα, η Χαράρ είναι κέντρο διαμάχης. Σήμερα, ωστόσο, μπορούμε να μπούμε στην πόλη ειρηνικά μέσα από μια από τις μικρότερες πύλες της πόλης. Σήμερα περνάμε μέσα από ένα λαβύρινθο στενών δρόμων και στριφτών μονοπατιών. Στην ίδια ευθεία βρίσκονται σπίτια με επίπεδες οροφές και επικλινείς τοίχους, μαζί με μερικά ασπροβαμμένα κτίρια και μιναρέδες.
Είναι πολύ νωρίς για να δούμε τις ύαινες. Αλλά στο μεταξύ μπορούμε να απολαύσουμε τους γαϊδάρους. Παρ’ ότι ο αριθμός τους δεν είναι τόσο μεγάλος όσο στο παρελθόν, οι γάιδαροι εξακολουθούν να περνούν μέσα από τους δρόμους της Χαράρ, συχνά χωρίς ανθρώπινους οδηγούς. Αναρριχούνται και κατεβαίνουν στις άνισες, βραχώδεις επιφάνειες στις διόδους, χωρίς ποτέ να παραπατούν στις πολλές πέτρες που προεξέχουν. Το απίστευτο είναι ότι τα ζώα γνωρίζουν ακριβώς πού να παραδώσουν το βαρύ τους φορτίο από πόσιμο νερό. Όταν φτάσουν εκεί, περιμένουν υπομονετικά για να τους ξεφορτώσουν και για να λάβουν τα άδεια δοχεία για την επόμενη παράδοση. Ναι, αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο μερικοί κάτοικοι της παλιάς Χαράρ εξακολουθούν να λαβαίνουν το ζωτικό τους εφόδιο νερού—ένα εφόδιο το οποίο πρόσφατα έχει υποστεί βλάβη από την Αφρικανική ξηρασία.
Στο χώρο της αγοράς, οι γυναίκες της Χαράρ είναι το πρώτο πράγμα που τραβάει την προσοχή μας. Η διάλεκτός τους, τα κοστούμια τους και οι παραδόσεις τους αντανακλούν τους αρχαίους τους δεσμούς με το Μουσουλμανικό κόσμο. Οι γυναίκες της Χαράρ έχουν αξιοσημείωτα ελκυστικά χαρακτηριστικά στο πρόσωπο, το οποίο είναι σκεπασμένο με καφέ ή πορτοκαλί σάλι και όμορφο κάλυμμα κεφαλής. Τα μαλλιά τους είναι χτενισμένα σε παράλληλες κοτσίδες.
Και τι πουλάνε; Σουβενίρ που βρίσκονται σε χιλιάδες σπίτια σε όλη την Αιθιοπία: δοχεία και δίσκους υφασμένους από ξερά χόρτα. Οβάλ ή κυκλικοί, πορτοκαλί ή κόκκινοι ή πορφυροί, στολισμένοι με διάφορα χρώματα και σχέδια, οι δίσκοι χρησιμοποιούνται για να διακοσμούν τραπέζια και τοίχους. Τα υφασμένα δοχεία, ωστόσο, χρησιμοποιούνται για την αγορά και για το τελετουργικό σερβίρισμα των ειδικών φαγητών της Αιθιοπίας. Το καλάθι της Χαράρ εξυμνείται σ’ όλο τον κόσμο για την ποιότητά του.
Τα προϊόντα των ασημοποιών της Χαράρ είναι κάτι επίσης που ελκύει τα μάτια του καθενός. Αλυσίδες για το λαιμό, χαϊμαλιά, μπρασελέ, στολίσματα του κεφαλιού, δαχτυλίδια—όλα είναι επιδέξια φτιαγμένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια.
Προτού το συνειδητοποιήσουμε, μας εκπλήσσει το λυκόφως. Κατευθυνόμαστε έξω από τα τείχη της πόλης για να δούμε την παλιά πόλη στο φως του ήλιου που δύει. Σε προηγούμενες μέρες, οι κάτοικοι της Χαράρ θα συνόδευαν τους ξένους στις πύλες μόλις θα έπεφτε η νύχτα και θα τους κλείδωναν απέξω. Όμως σήμερα είμαστε ευτυχείς που βαδίζουμε μέσα στην παλιά πόλη για μια φορά ακόμη, για να γνωρίσουμε την ειδική νυχτερινή ατραξιόν της Χαράρ—τις ύαινες!
Φτάνοντας σ’ ένα άνοιγμα στο τέλος ενός στενού δρόμου και κατευθύνοντας τα μάτια μας μέσα από τη σκοτεινή χωρίς φεγγάρι νύχτα, προσπαθούμε να δούμε που να πάμε. Ξαφνικά, δυο ζευγάρια ακτινοβόλα μάτια είναι καρφωμένα πάνω μας. Παγώνουμε επί τόπου. Μόλις πέντε μέτρα μακριά μας (16 πόδια) βρίσκονται δύο άγριες ύαινες. Δεν είναι σκύλοι της ποικιλίας των οικιακών ζώων. Είναι ισχυρά πλάσματα τα οποία είναι γνωστό ότι δεν φοβούνται να τα βάλουν με μεγάλα ζώα όπως το βουβάλι!
Επίσης επιτίθενται σε ανθρώπους.
Αλλά προς έκπληξή μας—και ανακούφισή μας— δεν μας επιτίθενται αλλά στρέφουν την προσοχή τους σε έναν άνθρωπο ο οποίος κάθεται στο έδαφος. Από ένα καλάθι με υπολείμματα κρέατος που έχει αφήσει στο πλάι του, ο άνθρωπος προχωρεί για να ταΐσει τις ύαινες με τα ίδια του τα χέρια. Δεν πρέπει να απορούμε που τον αποκαλούν άνθρωπο-ύαινα! Το πότε ακριβώς άρχισε αυτή η τακτική της εκτροφής της ύαινας δεν είναι γνωστό, αλλά συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όταν στο λυκόφως οι ύαινες της Χαράρ αφήνουν τις τρύπες τους, τις σπηλιές τους και τους άλλους τόπους που κρύβονται και κατευθύνονται προς τα τείχη της πόλης, οι άνθρωποι-ύαινες βρίσκονται στις διάφορες πύλες, έτοιμοι για να τις ταΐσουν. Εκεί οι άνθρωποι-ύαινες κάθονται μέχρις ότου εξαντληθούν τα κρέατα ή τα κόκαλα, συχνά γύρω στις εννιά η ώρα.
Καθώς τα μάτια μας προσαρμόζονται στο σκοτάδι, μια ακόμη ύαινα πλησιάζει σιγά. Το ζώο κοντοστέκεται και βγάζει περίεργες κραυγές, προσκαλώντας και άλλες ύαινες να έρθουν. Ο άνθρωπος-ύαινα αρχίζει να τραγουδάει Τυρολέζικα, κάνοντας νεύμα σ’ αυτά τα άγρια πλάσματα. Τελικά αυτά έρχονται πιο κοντά και κάθονται κοντά στον άντρα περιμένοντας να σερβιριστούν.
Μ’ ένα κομμάτι κόκαλο στο χέρι του, ο άνθρωπος απλώνει το χέρι του και συνεχίζει να τραγουδάει Τυρολέζικα φωνάζοντας τις ύαινες με το όνομά τους. «Χόυ-χόυ, Φίλιππε. Ναίυ!» φωνάζει. «Ο Φίλιππος» ανταποκρίνεται με το να σηκωθεί και να πλησιάσει σιγά τον άντρα. Παίρνοντας το μερίδιό του, το ζώο σύντομα επιστρέφει στη θέση του. Κατόπιν είναι η σειρά του «Μωρού», ένα μικρό που είναι λιγότερο διστακτικό στο να ανταποκριθεί στην κλήση του ανθρώπου. «Ο Μπιρτουκάν», ο «Κανουμπίς», και άλλοι πλησιάζουν επίσης ανοίγοντας μαλακά τα ισχυρά σαγόνια τους για να πάρουν το μερίδιό τους τροφής.
Ίσως η ευνοούμενη ύαινα του άντρα αυτού να είναι ο «Μπάρεϋ», γιατί αποκαλεί το ζώο αυτό με το όνομα ο «γιος μου». Όταν φτάνει ο Μπάρεϋ, ο άνθρωπος φωνάζει μ’ ενθουσιασμό: «Μπάρεϋ! Χόυ-χόυ, Ναίυ». Ενώ ο άντρας βάζει το χέρι του γύρω από το λαιμό της ύαινας, το ζώο αρπάζει το κομμάτι του κρέατός του. Κατά καιρούς, ο άντρας αρπάζει ένα κομμάτι κόκαλο με τα μπροστινά του δόντια, προσκαλώντας τον Μπάρεϋ να το πάρει. Ο Μπάρεϋ δεν τον απογοητεύει. Παίρνοντας το κόκαλο από το στόμα του ανθρώπου-ύαινα, το ζώο επιστρέφει στη θέση του, κάθεται κάτω και συντρίβει το κόκαλο εύκολα ανάμεσα στα ισχυρά του δόντια.
Φλας και φώτα αυτοκινήτων φωτίζουν τώρα τη σκηνή. Μερικοί τουρίστες παίρνουν φωτογραφίες από την εκπληκτική αυτή επίδειξη και δίνουν στον άνθρωπο-ύαινα μερικά χρήματα. Ευτυχώς, οι ύαινες δεν αγριεύουν από τα φώτα και το πλήθος. Ο άνθρωπος-ύαινα επιτρέπει ακόμη σε μερικούς από τους παρατηρητές να πάρουν ένα κομμάτι κρέας και να ταΐσουν τις ύαινες. Εμείς συγκεντρώνουμε το θάρρος μας, προσφέροντας διστακτικά ένα κομμάτι κρέας. Προτού το καταλάβουμε, μια ύαινα αρπάζει γρήγορα το κρέας.
Όταν αναπαυόμαστε για τη νύχτα, οι ύαινες περιφέρονται γύρω από τα παραπλήσια έλη ψάχνοντας για περισσότερη τροφή. Κατά καιρούς, άλογα και γάιδαροι πεθαίνουν και σέρνονται μακριά για να παράσχουν γεύμα στις ύαινες. Ο αέρας γεμίζει με βρυχηθμούς, με περίεργους ήχους, και διαπεραστικά χασκογελάσματα καθώς ο αριθμός των ύαινων ανέρχεται. Μέχρι το πρωί, μόνο λίγα κομμάτια από κόκαλα παραμένουν, καθώς το ένρινο τραγούδι του μουεζίνη μας ξυπνάει. Οι ύαινες επιστρέφουν στους τόπους κατοικίας τους, που δεν βρίσκονται πολύ μακριά από τη Χαράρ.
Εκεί θα παραμείνουν μέχρις ότου το λυκόφως θα τις προσκαλέσει να επιστρέψουν σ’ έναν αληθινά εκπληκτικό τόπο—στη Χαράρ, την πόλη όπου περιφέρονται οι ύαινες.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 15]
Γάιδαροι εξακολουθούν να περιέρχονται στους δρόμους της Χαράρ, συχνά χωρίς ανθρώπινους οδηγούς
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 15]
Δυο ζευγάρια ακτινοβόλα μάτια είναι καρφωμένα πάνω μας. Παγώνουμε επί τόπου
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 16]
Συγκεντρώνουμε το θάρρος μας, προσφέροντας διστακτικά ένα κομμάτι κρέας . . . η ύαινα το αρπάζει γρήγορα