Μέρος 2ο
Επιστήμη—Η Συνεχής Αναζήτηση του Ανθρώπου για την Αλήθεια
Η Αναζήτηση Αρχίζει
«ΚΑΝΕΙΣ δεν ξέρει ποιος ανακάλυψε πρώτος τη φωτιά, ποιος επινόησε τον τροχό, ποιος ανέπτυξε το τόξο και το βέλος ή ποιος προσπάθησε να εξηγήσει την ανατολή και τη δύση του ήλιου», σημειώνει Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου (The World Book Encyclopedia). Αλλά, αυτά τα πράγματα ανακαλύφτηκαν, εφευρέθηκαν, αναπτύχτηκαν και εξηγήθηκαν, και από τότε ο κόσμος έπαψε να είναι ο ίδιος.
Αυτά τα επιτεύγματα ήταν τα πρώτα βήματα του ταξιδιού για την αναζήτηση της αλήθειας, το οποίο μέχρι τώρα έχει διαρκέσει περίπου έξι χιλιάδες χρόνια. Οι άνθρωποι ανέκαθεν ήταν περίεργοι, θέλοντας να κατανοήσουν τα έμψυχα και τα άψυχα αντικείμενα του κόσμου που τους περιβάλλει. Ενδιαφέρονται επίσης να εφαρμόσουν όσα μαθαίνουν, χρησιμοποιώντας τα με πρακτικό τρόπο για την ωφέλειά τους. Αυτή η έμφυτη δίψα για γνώση και η επιθυμία για την εφαρμογή της υπήρξαν κινητήριες δυνάμεις στη συνεχή αναζήτηση του ανθρώπου για την επιστημονική αλήθεια.
Φυσικά, εκείνες οι πρώτες απόπειρες να τεθεί η επιστημονική γνώση σε πρακτική εφαρμογή δεν ήταν γνωστές με τον όρο τεχνολογία, όπως είναι σήμερα. Άλλωστε, ούτε και τα άτομα που έκαναν αυτές τις απόπειρες ονομάστηκαν επιστήμονες. Στην πραγματικότητα, η επιστήμη με τη σημερινή της έννοια ούτε καν υπήρχε στη διάρκεια του μεγαλύτερου μέρους της ύπαρξης της ανθρωπότητας. Το 14ο αιώνα, όταν ο Άγγλος ποιητής Τσόσερ χρησιμοποίησε τη λέξη που αποδίδεται «επιστήμη» (“science”) απλώς εννοούσε τα διαφορετικά είδη της γνώσης. Αυτό βρισκόταν σε αρμονία με την ετυμολογία της αγγλικής λέξης, η οποία ανάγεται σε ένα λατινικό όρο που σημαίνει «γνωρίζω».
Ο Πρώτος Ζωολόγος Κάνει την Αρχή
Ανεξάρτητα από το πώς ονομαζόταν αρχικά, η επιστήμη ξεκίνησε στον κήπο της Εδέμ αμέσως μόλις οι άνθρωποι άρχισαν να ερευνούν τον κόσμο που τους περιέβαλλε. Πριν ακόμη από τη δημιουργία της Εύας, ο Αδάμ ανέλαβε την αποστολή να δώσει ονόματα στα ζώα. Για να τους δώσει κατάλληλα ονόματα θα έπρεπε να μελετήσει προσεκτικά τα χαρακτηριστικά τους και τις συνήθειές τους. Σήμερα, αυτό το ονομάζουμε επιστήμη της ζωολογίας.—Γένεσις 2:19.
Το πρώτο παιδί του Αδάμ και της Εύας, ο Κάιν, «έκτισε . . . πόλιν»· επομένως θα πρέπει να είχε επαρκή επιστημονική γνώση για να κατασκευάσει τα απαραίτητα εργαλεία. Αργότερα, ένας από τους απογόνους του, ο Θουβάλ-κάιν, ονομάστηκε ‘χαλκέας παντός εργαλείου χαλκού και σιδήρου’. Μέχρι τότε, είναι φανερό ότι είχε αυξηθεί η επιστημονική γνώση και η τεχνολογία.—Γένεσις 4:17-22.
Όταν η Αίγυπτος έγινε παγκόσμια δύναμη—η πρώτη για την οποία γίνεται μνεία στην Αγία Γραφή—η επιστημονική γνώση είχε προοδεύσει σε τέτοιο σημείο, ώστε οι Αιγύπτιοι ήταν σε θέση να κατασκευάζουν γιγάντιες πυραμίδες. Το σχέδιο αυτών των πυραμίδων, αναφέρει Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica), «έγινε με επιτυχία μόνο έπειτα από πολλούς πειραματισμούς, κατά τους οποίους λύθηκαν μεγάλα κατασκευαστικά προβλήματα». Η επίλυση αυτών των προβλημάτων απαίτησε σημαντική γνώση μαθηματικών και έδειξε την ύπαρξη ορισμένων συναφών επιστημονικών ικανοτήτων.
Φυσικά, η επιστημονική περιέργεια δεν περιορίστηκε μόνο στους Αιγυπτίους. Οι Βαβυλώνιοι, εκτός του ότι ανέπτυξαν το ημερολόγιο, επινόησαν συστήματα αρίθμησης και μέτρησης. Στην Άπω Ανατολή, ο κινεζικός πολιτισμός συνέβαλε σημαντικά στην επιστήμη. Και οι πρώτοι πρόγονοι των Ίνκα και των Μάγια στις χώρες της Αμερικής ανέπτυξαν έναν προηγμένο πολιτισμό, που αργότερα εξέπληξε τους Ευρωπαίους εξερευνητές, οι οποίοι ούτε καν περίμεναν τέτοια επιτεύγματα από «υπανάπτυκτους ιθαγενείς».
Ωστόσο, δεν αποδείχτηκαν σωστά από επιστημονική άποψη όλα όσα αρχικά θεωρούσαν επιστημονική αλήθεια εκείνοι οι αρχαίοι λαοί. Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου μάς αναφέρει ότι μαζί με τα χρήσιμα εργαλεία που κατασκεύασαν οι Βαβυλώνιοι για την επιστημονική έρευνα, «ανέπτυξαν επίσης την ψευδοεπιστήμη της αστρολογίας».a
Η Βαβυλώνα Είναι Παντού
Για τους σπουδαστές της Αγίας Γραφής η αρχαία Βαβυλώνα είναι συνώνυμη της ψεύτικης λατρείας. Σύμφωνα με την αστρολογία που ασκούνταν εκεί, οι άνθρωποι πίστευαν ότι σε κάθε τμήμα του ουρανού κυβερνούσε και ένας διαφορετικός θεός. Η Αγία Γραφή, η οποία διδάσκει ότι δεν υπάρχει παρά μόνο ένας αληθινός Θεός, είναι επιστημονικά σωστή όταν απορρίπτει την ψευδοεπιστήμη που είναι γνωστή ως αστρολογία.—Δευτερονόμιον 18:10-12· 1 Κορινθίους 8:6· 12:6· Εφεσίους 4:6.
Η θρησκεία ήταν αναπόσπαστο μέρος της ζωής των πρώτων ανθρώπων. Έτσι, είναι κατανοητό ότι η επιστημονική γνώση δεν αναπτύχτηκε χωριστά από θρησκευτικές πεποιθήσεις και απόψεις. Αυτό μπορεί να το διακρίνει κανείς ιδιαίτερα στο χώρο της ιατρικής επιστήμης.
«Αρχαία έγγραφα που σκιαγραφούν την κοινωνία και την ιατρική της Αιγύπτου στη διάρκεια του Αρχαίου Βασιλείου», αναφέρει Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα, «δείχνουν ότι η μαγεία και η θρησκεία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες με τις εμπειρικο-ορθολογιστικές ιατρικές συνήθειες και ότι ο πρώτος μάγος της αυλής του φαραώ συχνά εκτελούσε και χρέη πρώτου γιατρού του έθνους».
Στη διάρκεια της τρίτης αιγυπτιακής δυναστείας, ένας διακεκριμένος αρχιτέκτονας ονόματι Ιμχοτέπ απέκτησε εξοχότητα ως γιατρός με καθόλου ευκαταφρόνητες ικανότητες. Σε λιγότερο από έναν αιώνα μετά το θάνατό του, λατρευόταν στην Αίγυπτο ως θεός της ιατρικής. Στο τέλος του έκτου αιώνα Π.Κ.Χ., είχε εξυψωθεί και είχε γίνει σημαντικότατη θεότητα. Η εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα λέει ότι οι ναοί οι οποίοι ήταν αφιερωμένοι σε αυτόν «συχνά γέμιζαν με αρρώστους που προσεύχονταν και κοιμούνταν εκεί με την πεποίθηση ότι ο θεός θα τους αποκάλυπτε θεραπείες στα όνειρά τους».
Οι Αιγύπτιοι και οι Βαβυλώνιοι θεραπευτές ήταν σε μεγάλο βαθμό επηρεασμένοι από θρησκευτικές απόψεις. «Η επικρατούσα θεωρία σχετικά με τις ασθένειες εκείνη την εποχή, και για τις επόμενες γενιές», αναφέρει Το Βιβλίο της Εκλαϊκευμένης Επιστήμης (The Book of Popular Science), «ήταν ότι οι πυρετοί, οι μολύνσεις, οι πόνοι και οι ωδίνες προκαλούνταν από κακά πνεύματα, δηλαδή δαίμονες, που εισέβαλλαν στο σώμα». Για αυτόν το λόγο, η ιατρική αγωγή γενικά περιλάμβανε θρησκευτικές προσφορές, ξόρκια και επωδές.
Με τον καιρό, στη διάρκεια του τέταρτου και πέμπτου αιώνα Π.Κ.Χ., ένας Έλληνας γιατρός, ο Ιπποκράτης, αμφισβήτησε αυτή την άποψη. Αυτός είναι ιδιαίτερα γνωστός από τον όρκο τού Ιπποκράτη, ο οποίος θεωρείται ακόμη ότι ενσαρκώνει τον ιατρικό κώδικα συμπεριφοράς. Το βιβλίο Στιγμές Ανακαλύψεων—Η Προέλευση της Επιστήμης (Moments of Discovery—The Origins of Science) επισημαίνει ότι ο Ιπποκράτης ήταν επίσης «ανάμεσα στους πρώτους που συναγωνίστηκαν τους ιερείς στην ανεύρεση εξήγησης για τις ασθένειες του ανθρώπου». Ασκώντας την ιατρική υπό το πρίσμα της επιστήμης, αυτός αναζήτησε τα φυσικά αίτια των ασθενειών. Η λογική και η πείρα άρχισαν να παίρνουν τη θέση των θρησκευτικών προλήψεων και των εικασιών.
Διαχωρίζοντας την επιστήμη από τις θρησκευτικές δοξασίες, ο Ιπποκράτης έκανε ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και σήμερα υπάρχει κάτι που μας θυμίζει το θρησκευτικό υπόβαθρο της ιατρικής. Το ίδιο της το σύμβολο, η ράβδος του Ασκληπιού, του Έλληνα θεού της ιατρικής, με το φίδι που τυλίγεται γύρω της ανάγεται στους αρχαίους ναούς θεραπείας όπου φυλάσσονταν ιερά φίδια. Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας (The Encyclopedia of Religion), αυτά τα φίδια ενσάρκωναν «την ικανότητα για ανανέωση της ζωής και για αναγέννηση σε υγιή κατάσταση».
Ο Ιπποκράτης αργότερα έγινε γνωστός ως ο πατέρας της ιατρικής. Αλλά, αυτό δεν τον εμπόδισε να διαπράξει κατά καιρούς λάθη από επιστημονική άποψη. Το Βιβλίο της Εκλαϊκευμένης Επιστήμης μάς αναφέρει ότι μερικές από τις εσφαλμένες αντιλήψεις του «σήμερα φαίνονται εντελώς εξωπραγματικές» αλλά προειδοποιεί ενάντια στην ιατρική αλαζονεία, λέγοντας: «Μερικές από τις ιατρικές θεωρίες οι οποίες τώρα είναι στερεότατα εδραιωμένες πιθανώς θα φαίνονται εξίσου εξωπραγματικές στους ανθρώπους κάποιας μελλοντικής γενιάς».
Πρόοδος Βήμα Προς Βήμα
Συνεπώς, η ανακάλυψη της επιστημονικής αλήθειας υπήρξε σταδιακή διαδικασία, με σταχυολόγηση των γεγονότων που υπήρχαν μέσα σε εσφαλμένες θεωρίες στο διάβα των αιώνων. Αλλά για να κατασταθεί αυτό δυνατόν, τα ευρήματα μιας γενιάς έπρεπε να μεταβιβαστούν με ακρίβεια στην επόμενη. Όπως είναι φανερό, ένας τρόπος για να γίνει αυτό ήταν μέσω του προφορικού λόγου, εφόσον οι άνθρωποι δημιουργήθηκαν με τη δύναμη της ομιλίας.—Παράβαλε Γένεσις 2:23.
Ωστόσο, αυτή η μέθοδος της μεταβίβασης παρατηρήσεων ποτέ δεν υπήρξε αρκετά αξιόπιστη για τη διασφάλιση της ακρίβειας που απαιτεί η επιστημονική και η τεχνολογική πρόοδος. Υπήρχε σαφώς ανάγκη να διαφυλαχτούν οι πληροφορίες σε γραπτή μορφή.
Το πότε ακριβώς άρχισαν να γράφουν οι άνθρωποι είναι άγνωστο. Αλλά από τη στιγμή που άρχισαν, είχαν στη διάθεσή τους μια θαυμάσια διαδικασία μέσω της οποίας θα μεταβίβαζαν πληροφορίες στις οποίες θα μπορούσαν να βασιστούν άλλοι άνθρωποι. Προτού εφευρεθεί το χαρτί—πιθανότατα στην Κίνα περίπου το 105 Κ.Χ.—η γραφή γινόταν πάνω σε αντικείμενα όπως πήλινες πλάκες, πάπυρους και περγαμηνές.
Η ουσιαστική επιστημονική πρόοδος θα ήταν αδύνατη χωρίς τα συστήματα αρίθμησης και μέτρησης. Όσα και να πει κανείς για τη σπουδαιότητα της ανάπτυξής τους δεν θα είναι υπερβολικά. Χαρακτηρίζοντας τις εφαρμογές των μαθηματικών «παγκόσμιας έκτασης», Το Βιβλίο της Εκλαϊκευμένης Επιστήμης μάς θυμίζει ότι «οι αναλύσεις τους οδήγησαν σε πολλά επιστημονικά επιτεύγματα μοναδικής σπουδαιότητας». Επίσης τα μαθηματικά αποτελούν «ανεκτίμητο εργαλείο για το χημικό, το γιατρό, τον αστρονόμο, το μηχανικό και άλλους».
Στο πέρασμα των αιώνων και άλλοι παράγοντες έχουν δώσει επιπρόσθετη ώθηση στην αναζήτηση για την επιστημονική αλήθεια. Τα ταξίδια, για παράδειγμα. Το Βιβλίο της Εκλαϊκευμένης Επιστήμης εξηγεί: «Ο άνθρωπος που πηγαίνει σε ξένες χώρες πιθανότατα θα διαπιστώσει ότι η περιέργειά του εξάπτεται από καινούριες παραστάσεις, ήχους, μυρωδιές και γεύσεις. Θα μπει στον πειρασμό να ρωτήσει γιατί τα πράγματα είναι τόσο διαφορετικά σε μια ξένη χώρα· και στην προσπάθειά του να ικανοποιήσει την περιέργειά του, θα αποκτήσει σοφία. Αυτό συνέβη στην περίπτωση των αρχαίων Ελλήνων».
Οι Πανταχού Παρόντες Έλληνες
Αν διαβάσετε για την ιστορία της θρησκείας, της πολιτικής και του εμπορίου θα διαπιστώσετε ότι τα πράγματα που λέγονται για τους Έλληνες δεν είναι κάποια απλή μνεία. Και ποιος δεν ξέρει τους ξακουστούς τους φιλοσόφους, όρος που προέρχεται από τη λέξη φιλοσοφία, η οποία σημαίνει «αγάπη για τη σοφία»; Η αγάπη των Ελλήνων για τη σοφία και η δίψα τους για μάθηση ήταν πασίγνωστες τον πρώτο αιώνα όταν ο Χριστιανός απόστολος Παύλος επισκέφτηκε τη χώρα τους. Αυτός αναφέρθηκε στους Επικούρειους και Στωικούς φιλοσόφους, οι οποίοι όπως «πάντες . . . οι Αθηναίοι και οι επιδημούντες ξένοι εις ουδέν άλλο ηυκαίρουν παρά εις το να λέγωσι και να ακούωσί τι νεώτερον».—Πράξεις 17:18-21.
Επομένως δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι από όλους τους αρχαίους λαούς, οι Έλληνες άφησαν στην επιστήμη τη μεγαλύτερη κληρονομιά. Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα εξηγεί: «Η απόπειρα της ελληνικής φιλοσοφίας να προμηθεύσει μια θεωρία για το σύμπαν, η οποία θα αντικαταστούσε τις κοσμολογίες των μύθων, οδήγησε τελικά σε πρακτικές επιστημονικές ανακαλύψεις».
Είναι γεγονός ότι ορισμένοι από τους Έλληνες φιλοσόφους συνέβαλαν σημαντικά στην αναζήτηση για την επιστημονική αλήθεια. Πάλεψαν να ξεριζώσουν τις εσφαλμένες απόψεις και θεωρίες των προκατόχων τους ενώ, συγχρόνως, οικοδομούσαν με βάση ό,τι είχαν διαπιστώσει πως είναι ορθό. (Βλέπε πλαίσιο για παραδείγματα). Επομένως, οι Έλληνες φιλόσοφοι του χτες πλησίασαν πιο κοντά από κάθε άλλον αρχαίο λαό στον τρόπο σκέψης των επιστημόνων του σήμερα. Συμπτωματικά, μέχρι σχετικά πρόσφατα, ο όρος «φυσική φιλοσοφία» χρησιμοποιούνταν για να περιγράψει τους διάφορους κλάδους της επιστήμης.
Με το πέρασμα του χρόνου, η Ελλάδα, που αγαπούσε τη φιλοσοφία, επισκιάστηκε πολιτικά από τη νεοϊδρυθείσα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Επηρέασε αυτό το γεγονός την επιστημονική πρόοδο; Ή μήπως ο ερχομός της Χριστιανοσύνης θα άλλαζε την κατάσταση; Το 3ο Μέρος στο επόμενο τεύχος μας θα δώσει την απάντηση.
[Υποσημειώσεις]
a Η αστρολογία, η μελέτη των κινήσεων των ουράνιων σωμάτων με την πεποίθηση ότι επηρεάζουν τη ζωή των ανθρώπων ή προλέγουν το μέλλον, δεν πρέπει να συγχέεται με την αστρονομία, η οποία είναι η επιστημονική μελέτη των αστέρων, των πλανητών και άλλων φυσικών αντικειμένων του διαστήματος χωρίς καμιά πνευματιστική χροιά.
[Πλαίσιο στη σελίδα 22]
Έλληνες «Επιστήμονες» των Προχριστιανικών Χρόνων
Ο ΘΑΛΗΣ ο Μιλήσιος (έκτος αιώνας), ιδιαίτερα γνωστός για το έργο του στα μαθηματικά και για την πεποίθησή του ότι το νερό αποτελεί το κύριο στοιχείο κάθε ύλης, ακολουθούσε μια κριτική προσέγγιση στη θεώρηση του κόσμου, η οποία, σύμφωνα με τη Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα, ήταν «κρίσιμης σημασίας για την ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης».
Ο Σωκράτης (πέμπτος αιώνας) αποκαλείται στο Βιβλίο της Εκλαϊκευμένης Επιστήμης «ο δημιουργός μιας μεθόδου συζήτησης—της διαλεκτικής—η οποία πλησιάζει στην ουσία της πραγματικής επιστημονικής μεθόδου».
Ο Δημόκριτος των Αβδήρων (πέμπτος με τέταρτο αιώνα) βοήθησε να τεθούν τα θεμέλια της ατομικής θεωρίας του σύμπαντος καθώς και των θεωριών περί αφθαρσίας της ύλης και διατήρησης της ενέργειας.
Ο Πλάτων (πέμπτος με τέταρτο αιώνα) ίδρυσε την Ακαδημία στην Αθήνα· ένα ίδρυμα για τη συστηματική επιδίωξη της φιλοσοφικής και της επιστημονικής έρευνας.
Ο Αριστοτέλης (τέταρτος αιώνας), ένας πολυμαθής βιολόγος, δημιούργησε το Λύκειο, ένα επιστημονικό ίδρυμα το οποίο διεξήγε έρευνες σε πολλούς τομείς. Επί 1.500 και πλέον χρόνια, οι απόψεις του κυριαρχούσαν στην επιστημονική σκέψη και αυτός θεωρούνταν η ύψιστη επιστημονική αυθεντία.
Ο Ευκλείδης (τέταρτος αιώνας), ο πιο επιφανής μαθηματικός της αρχαιότητας, είναι περισσότερο γνωστός επειδή συνέταξε ορισμένα συγγράμματα σχετικά με τη «γεωμετρία», λέξη που σημαίνει «μέτρηση της γης».
Ο Ίππαρχος της Νίκαιας (δεύτερος αιώνας), εξαιρετικός αστρονόμος και θεμελιωτής της τριγωνομετρίας, κατέταξε τα άστρα κατά σπουδαιότητα ανάλογα με τη λαμπρότητά τους, ένα σύστημα που βασικά χρησιμοποιείται ακόμη. Ήταν πρόδρομος του Πτολεμαίου, ενός επιφανούς γεωγράφου και αστρονόμου του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., ο οποίος διεύρυνε την εφαρμογή των ευρημάτων του Ίππαρχου και δίδαξε ότι η γη είναι το κέντρο του σύμπαντος.
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Η ράβδος του Ασκληπιού με το φίδι που τυλίγεται γύρω της μας υπενθυμίζει ότι η επιστήμη δεν αναπτύχτηκε χωριστά από τη θρησκευτική επιρροή