Η Μεταβαλλόμενη Εκκλησία στη Γαλλία
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στη Γαλλία
«‘Η προσέλευση στην εκκλησία είναι μηδαμινή. Κάθε πρωί λέω τη Θεία Λειτουργία για τα σπουργίτια και τις αράχνες. Πέρσι τέλεσα μία βάφτιση και 26 κηδείες. Τι σας λέει αυτό; Ούτε ένα γάμο’. Όταν [αυτός ο ιερέας] έφτασε αρχικά στο Λα Μπαστίντ [στα νότια της Γαλλίας], 85 παιδιά παρακολουθούσαν το κατηχητικό. Σήμερα, είναι πέντε όλα κι όλα. Υπάρχει μόνο ένας σπουδαστής ιερατικής σχολής στην επισκοπή και 120 ενορίτες δεν έχουν ιερέα».—Λόγια ενός ιερέα που παρατίθενται στην εφημερίδα Λε Φίγκαρο (Le Figaro) του Παρισιού.
«Ποιος θα αποφασίσει να επιστραφούν στους Καθολικούς τα γρηγοριανά άσματα, οι όμορφοι ύμνοι, . . . οι ανθοστόλιστες άγιες τράπεζες, τα τελετουργικά άμφια, το θυμίαμα, τα εκκλησιαστικά όργανα και οι ιερείς της ενορίας στον άμβωνα; . . . Ένας από μακρού ‘απολωλώς’ Καθολικός που θα αποφάσιζε να επιστρέψει στο ποίμνιο θα έμοιαζε με τον άσωτο γιο. Ωστόσο, στις μέρες μας δεν θα έβρισκε τη ζεστασιά του σπιτιού τού πατέρα του αλλά ένα χώρο στάθμευσης εξοπλισμένο με μεγάφωνα».—Ζενεβιέβ Ντορμάν, γράφει στο Λε Φίγκαρο Μαγκαζίν (Le Figaro Magazine).
ΑΠΟ το τέλος της δεκαετίας του 1970, έχουν γίνει ουσιαστικές αλλαγές για τους Καθολικούς που παντρεύονται Προτεστάντες. Ως το 1966 ο Καθολικός γαμήλιος σύντροφος έπρεπε να γράψει έναν όρκο σύμφωνα με τον οποίο θα ανέτρεφε στην Καθολική πίστη τα παιδιά που θα γεννιούνταν από αυτή την ένωση. Αυτή η συμφωνία έπρεπε να υπογραφεί επίσης από το γαμήλιο σύντροφο που ήταν Προτεστάντης. Στις μέρες μας, η εκκλησία είναι πιο επιεικής. Η γαμήλια τελετή μπορεί να λάβει χώρα σε Προτεσταντική ή σε Καθολική εκκλησία με την παρουσία κληρικού είτε της μιας είτε της άλλης θρησκείας ή και των δυο.
«Μετά τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού, η Καθολική Εκκλησία όχι μόνο παρουσιάζει μια νέα εικόνα στο κοινό, αλλά βλέπει τον εαυτό της μέσα από διαφορετικό πρίσμα. . . . Η εκκλησία είναι τώρα λιγότερο επηρμένη, πιο κοντά στις άλλες Χριστιανικές θρησκείες, αναγνωρίζει την ελευθερία συνείδησης και διακηρύττει ότι βρίσκεται ‘στην υπηρεσία του κόσμου’».—Γαλλική εφημερίδα Λε Μοντ (Le Monde).
Εδώ και μερικές δεκαετίες, και ειδικότερα μετά τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού, η Καθολική Εκκλησία έχει υποστεί πολλές αλλαγές. Πώς βλέπουν αυτές τις αλλαγές οι πιστοί οπαδοί και ο κλήρος;
Τα Πράγματα Δεν Είναι Όπως Παλιά
Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, ο Καρδινάλιος Φελτέιν, αρχιεπίσκοπος του Παρισιού, επέτρεψε στους ιερείς της επισκοπής του να βάλουν στην άκρη τα ιερατικά τους ενδύματα και να φορέσουν πιο κοσμικά ρούχα, ακόμη και απλά κοστούμια με ένα μικρό σταυρό στο πέτο. Το Ρωμαιοκαθολικό ράσο ουσιαστικά εξαφανίστηκε από τη γαλλική σκηνή, και το φορούσαν μόνο οι ιερείς που ήταν προσκολλημένοι στην παράδοση. Περίπου τον ίδιο καιρό, δόθηκε στους Καθολικούς η επιλογή να παρακολουθούν τη Θεία Λειτουργία το βράδυ του Σαββάτου αντί για το πρωινό της Κυριακής.
Η λειτουργική, αναλλοίωτη επί αιώνες, υπέστη πολλές αλλαγές. Σύγχρονα τραγούδια άρχισαν να χρησιμοποιούνται στη Θεία Λειτουργία, αν και δεν ικανοποιούσαν κατ’ ανάγκη τα γούστα όλων. Η αγία τράπεζα της εκκλησίας περιστράφηκε ώστε τώρα ο ιερέας αντίκριζε το ποίμνιό του στη διάρκεια των τελετών. Ωστόσο, μια από τις πιο αξιοσημείωτες αλλαγές στην Καθολική λειτουργική ήταν η τέλεση της Θείας Λειτουργίας στη γλώσσα της κάθε χώρας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την ουσιαστική εξαφάνιση της Θείας Λειτουργίας στη λατινική γλώσσα.
Ο Φρανσουά, η Μαρίζ και ο Ζιλ αποτελούν παραδείγματα του πώς αντέδρασαν μερικοί ένθερμοι Καθολικοί σε αυτή την κατάσταση. Ο Φρανσουά υποστήριζε με πάθος τη διεξαγωγή της Θείας Λειτουργίας στη γαλλική γλώσσα. Ο ίδιος δήλωσε: «Μπορούσες τουλάχιστον να καταλάβεις τι έλεγε ο ιερέας». Η Μαρίζ ήταν εναντίον της αλλαγής επειδή, όπως είπε, η Θεία Λειτουργία «ήταν ωραιότερη προηγουμένως». Ο Ζιλ συμμεριζόταν τα αισθήματα της Μαρίζ. Αυτός εκμυστηρεύτηκε: «Όταν αλλάξαμε από τη λατινική στη γαλλική γλώσσα, μου φάνηκε σαν άρνηση της πίστης».
Από τους Καθολικούς που τίθενται υπέρ αυτών των αλλαγών, πολλοί πιστεύουν ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει αρκετά. Μερικοί προτείνουν να παίζει η εκκλησία πιο ενεργό ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις. Άλλοι υποστηρίζουν το γάμο για τους ιερείς, ακόμη και τη χειροτονία γυναικών.
Είναι οι Πιστοί Αρκετά Πιστοί;
Αυτές οι αλλαγές δεν έχουν επηρεάσει μόνο το τελετουργικό της εκκλησίας. Σε πολλές χώρες, ο εκκλησιασμός έχει σημειώσει σημαντική πτώση. Έτσι, το ποσοστό των Γάλλων Καθολικών που παρακολουθούν τη Θεία Λειτουργία τουλάχιστον μια φορά το μήνα έχει πέσει από 45 τοις εκατό σε 20 τοις εκατό τα περασμένα 25 χρόνια. Η τακτική εξομολόγηση σε κάποιον ιερέα δεν είναι στη μόδα σήμερα. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα, μόνο το 14 τοις εκατό του πληθυσμού της Γαλλίας εξομολογούνται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, σε σύγκριση με το 51 τοις εκατό που το έκαναν αυτό το 1952.
Η επίβλεψη του ποιμνίου έχει γίνει επίσης οξύ πρόβλημα. Οι κληρικοί γερνάνε. Οι ιερείς που παραιτούνται ή πεθαίνουν δεν αντικαθίστανται. Ως επακόλουθο, οι λαϊκοί αναλαμβάνουν πιο ενεργό ρόλο στη λατρεία.
Η κρίση στον κλήρο γίνεται εντονότερα αισθητή στην επαρχία. Εκατοντάδες επαρχιακές ενορίες στη Γαλλία δεν έχουν πια ιερείς, και πολλοί από τους πιστούς είτε ταξιδεύουν σε γειτονικά χωριά για την κυριακάτικη Θεία Λειτουργία είτε πρέπει να είναι ικανοποιημένοι με αυτό που η εκκλησία στη Γαλλία ονομάζει Κυριακάτικες Συγκεντρώσεις Χωρίς Ιερέα (ADAP, Les Assemblées Dominicales en L’Absence de Prêtres). Πώς αισθάνονται οι άνθρωποι για αυτές τις συγκεντρώσεις που δεν μπορούν πλέον να θεωρηθούν Θεία Λειτουργία; Μια καλόγρια μίλησε ξεκάθαρα και με ειλικρίνεια για την κατάσταση που επικρατεί στην κεντρική Γαλλία: «Οι άνθρωποι δεν ζητάνε απολύτως τίποτα. Αν δεν τελούνταν τίποτα εδώ τις Κυριακές, τελικά θα ήταν ικανοποιημένοι με αυτό».
Νέες—στην πλειονότητά τους χαρισματικές—Καθολικές ομάδες παρέχουν ένα σημάδι ελπίδας για πολλούς. Ωστόσο, αυτές επηρεάζουν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των Καθολικών πιστών και δεν προσφέρουν λύση στη λεγόμενη κρίση της εκκλησίας.
Αλλά γιατί συμβαίνουν αυτές οι αλλαγές; Πότε άρχισαν; Τι τις πυροδότησε; Για να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, είναι ανάγκη να ανασκοπήσουμε σύντομα την ιστορία της Καθολικής Εκκλησίας στα τελευταία 30 χρόνια.