Το Μεξικό Αλλάζει τους Νόμους του Περί Θρησκείας
ΣΤΙΣ 16 ΙΟΥΛΙΟΥ 1992, ΤΕΘΗΚΕ ΣΕ ΙΣΧΥ Ο ΝΕΟΣ ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΟ ΜΕΞΙΚΟ. ΓΙΑΤΙ ΗΤΑΝ ΑΥΤΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ, ΚΑΙ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΝΕΟΣ ΝΟΜΟΣ; ΑΣ ΡΙΞΟΥΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΘΕΜΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΜΟΝΗ.
ΟΤΑΝ η Ισπανία κατέκτησε αυτό που τώρα είναι το Μεξικό, η Καθολική θρησκεία επιβλήθηκε δια της βίας στο λαό. Όταν ήρθε ο καιρός να νομοθετηθούν τα θρησκευτικά ζητήματα, εφαρμόστηκε εν μέρει ένας νόμος της Ισπανίας, ο Κονστιτουσιόν ντε Κάντις (Constitución de Cádiz, 1812)· το Άρθρο 12 δήλωνε: «Η θρησκεία του Ισπανικού Έθνους είναι και θα είναι για πάντα Καθολική, Αποστολική, Ρωμαϊκή, η μία και μοναδική αληθινή θρησκεία». Κατόπιν, το 1824, θεσπίστηκε ένα Σύνταγμα για το Μεξικό, και αυτό δήλωνε: «Η θρησκεία του Μεξικανικού Έθνους είναι και θα είναι για πάντα Καθολική, Αποστολική, Ρωμαϊκή. Το Έθνος την προστατεύει με σοφούς και δίκαιους νόμους, και απαγορεύει την άσκηση οποιασδήποτε άλλης θρησκείας». Μολονότι υπήρξαν αρκετές αναθεωρήσεις του δικαίου της χώρας, η ίδια ιδέα εκφραζόταν μέχρι και το 1843, δίνοντας στην Καθολική θρησκεία προτεραιότητα και, στην πραγματικότητα, αποκλείοντας οποιαδήποτε άλλη θρησκεία.
Το 1857, ο Μπενίτο Χουάρες, ένας Μεξικανός πολιτικός, άρχισε μια αναθεώρηση των νόμων της χώρας εισάγοντας τους λεγόμενους Νόμους της Μεταρρύθμισης. Αυτό έγινε για να «εθνικοποιηθεί η ακίνητη περιουσία της εκκλησίας» καθώς επίσης για «να αυξηθεί η πολιτική και οικονομική δύναμη του Κράτους και να μειωθεί η δύναμη της [Καθολικής] Εκκλησίας». (Ιστορία του Μεξικού [Historia de México], Τόμος 10, σελίδα 2182) Σε αυτή την ομάδα νόμων του 1859, περιλήφτηκε ο Νόμος Εθνικοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, καθώς και ένας νόμος που απαιτούσε να τελούνται οι γάμοι από το Κράτος για να είναι νόμιμοι. Το 1860 εκδόθηκε ο Νόμος περί Θρησκευτικής Ελευθερίας.
Οι μεταρρυθμιστικοί νόμοι έδωσαν κάποια θρησκευτική ελευθερία στο λαό, καθορίζοντας ότι η Καθολική θρησκεία δεν θα ήταν πια η μόνη που μπορούσε να υπάρχει στη χώρα. Ωστόσο, αυτή η νέα ελευθερία ήταν πολύ περιορισμένη και εξαρτώμενη υπό όρους. Οι νόμοι αναγνώριζαν ότι υπήρχαν θρησκείες στο Μεξικό αλλά δεν τους παρείχαν καμιά νομική αναγνώριση ή δικαιώματα. Οι μεταρρυθμιστικοί νόμοι είχαν σχεδιαστεί ειδικά για να περιορίσουν την Καθολική θρησκεία αλλά κατά συνέπεια περιόριζαν επίσης όλες τις θρησκείες στη χώρα. Ωστόσο, οι θρησκείες εκτός του Καθολικισμού μπορούσαν κατόπιν να λειτουργούν πιο ελεύθερα, και Προτεσταντικές θρησκείες από τις Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν μια ευαγγελιστική εκστρατεία στη χώρα.
Οι μεταρρυθμιστικοί νόμοι ενισχύθηκαν το 1917, με το ίδιο αντικληρικό πνεύμα, πράγμα που προκάλεσε το διωγμό των ιερέων και των Καθολικών. Αυτό οδήγησε στον πόλεμο των Κριστέρος το 1926, έναν Καθολικό πόλεμο κατά της κυβέρνησης σε μια προσπάθεια να ακυρωθούν οι περιοριστικοί νόμοι που αφορούσαν τη θρησκεία. Αυτός ο πόλεμος τερματίστηκε το 1929 με κάποια συμφωνία ανεκτικότητας από μέρους της κυβέρνησης, αλλά οι νόμοι συνέχισαν να υπάρχουν χωρίς τροποποίηση.
Σχολιάζοντας αυτούς τους νόμους, το βιβλίο Ένας Νόμος για τη Θρησκευτική Ελευθερία (Una Ley Para la Libertad Religiosa) αναφέρει: «Συνειδητοποιούμε ότι αρχικά το Άρθρο 24 του Συντάγματός μας, στη δεύτερη παράγραφό του, και τα άλλα μεταρρυθμισμένα άρθρα του συντάγματος αποτελούσαν σαφώς καταπάτηση της θρησκευτικής ελευθερίας, εφόσον περιόριζαν την εξωτερική άσκηση της θρησκείας του ατόμου και έθεταν αυτή την άσκηση υπό κανονισμούς τους οποίους υπαγόρευε η εξουσία.
»Περαιτέρω, αυτές οι συνταγματικές διατάξεις ήταν σαφώς αντιφατικές με τα όσα είχαν θεσπιστεί στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου των Ηνωμένων Εθνών (Άρθρο 19) και στην Αμερικανική Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Άρθρο 12), διεθνείς νομικές πράξεις τις οποίες έχει προσυπογράψει το Κράτος του Μεξικού».
Το 1988, όταν ο νέος πρόεδρος του Μεξικού άρχισε την εξαετή θητεία του, η Καθολική ιεραρχία προσκλήθηκε στην ορκωμοσία του προέδρου. Στο μήνυμά του, ο Πρόεδρος Κάρλος Σαλίνας ντε Γκορτάρι ανακοίνωσε την ανάγκη εκσυγχρονισμού των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους. Αυτή η νέα προσέγγιση οδήγησε στο συμπέρασμα ότι ήταν αναγκαία μια αναθεώρηση των νόμων που σχετίζονταν με τη θρησκεία. Εκτός αυτού, η χώρα εξελισσόταν σε πιο δημοκρατική κοινωνία, και άρχισαν διαπραγματεύσεις για μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά. Έτσι ήταν ουσιώδες να αναθεωρήσει το νόμο για να τον κάνει συνεπή με την ελευθερία θρησκείας.
Ο Νέος Νόμος
Ο νέος νόμος, όπως αναφέρεται στο πρώτο του άρθρο, «βασίζεται στην ιστορική αρχή χωρισμού Εκκλησίας και Κράτους, καθώς και στην ελευθερία των θρησκευτικών πεποιθήσεων . . .» Το δεύτερο άρθρο εγγυάται την ελευθερία του ατόμου «να έχει ή να υιοθετεί τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τις οποίες προτιμά και να ασκεί, συλλογικά ή ατομικά, τις πράξεις λατρείας ή τις τελετουργίες της προτίμησής του . . . , να μην πρεσβεύει κάποια θρησκευτική πεποίθηση . . . , να μην είναι αντικείμενο διακρίσεων, εξαναγκασμού ή έχθρας λόγω των θρησκευτικών του πεποιθήσεων . . . , να συναναστρέφεται και να συναθροίζεται ειρηνικά για θρησκευτικούς σκοπούς». Μέσω του νόμου αυτού, «οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές ομάδες θα έχουν νομική υπόσταση ως θρησκευτικά ιδρύματα μόλις αποκτήσουν την αντίστοιχη απαιτούμενη καταχώρηση στο Υπουργείο Προεδρίας». Επίσης, «τα θρησκευτικά ιδρύματα που έχουν σχηματιστεί σύμφωνα με τον παρόντα νόμο μπορούν να έχουν τη δική τους περιουσία η οποία τους επιτρέπει να εκπληρώνουν τον αντικειμενικό τους σκοπό».
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Είναι Νόμιμα Καταχωρημένοι
Σε αρμονία με αυτόν το νέο νόμο, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Μεξικό υπέβαλαν μια αίτηση στη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων στις 13 Απριλίου 1993 για να καταχωρηθούν ως θρησκεία. Προηγουμένως οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, όπως και κάθε άλλη θρησκεία στη χώρα, υπήρχαν «ντε φάκτο» αλλά δεν είχαν νομική υπόσταση. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά βρίσκονται στη χώρα από τις αρχές του 20ού αιώνα. Μολονότι δεν υπήρχε νομική αναγνώριση, στις 2 Ιουνίου 1930 η κυβέρνηση του Μεξικού ενέκρινε το Διεθνή Σύλλογο Σπουδαστών της Γραφής. Στις 20 Δεκεμβρίου 1932, αυτό το όνομα άλλαξε και έγινε Λα Τόρε ντελ Βίχια (Η Σκοπιά). Αλλά το 1943, εξαιτίας των νόμων που περιόριζαν τις θρησκευτικές δραστηριότητες στη χώρα, καταχωρήθηκε ένα νέο νομικό πρόσωπο ως επιμορφωτικό σωματείο. Με αυτόν τον τρόπο ο Ιεχωβά ευλόγησε το έργο που επιτελούσαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά όλα αυτά τα χρόνια. Σήμερα, σύμφωνα με ένα έγγραφο με ημερομηνία 7 Μαΐου 1993, το οποίο έφτασε σε αυτούς στις 31 Μαΐου 1993, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν καταχωρημένα δύο θρησκευτικά σωματεία, το Λα Τόρε ντελ Βίχια (La Torre del Vigía, A. R.) και το Λος Τεστίγκος ντε Χεϊοβά εν Μέχικο (Los Testigos de Jehová en México, A. R.).
Κάτω από αυτές τις νέες διατάξεις, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Μεξικό, όπως και σε 230 άλλες χώρες στον κόσμο, συνεχίζουν να εργάζονται σκληρά κηρύττοντας τη Βασιλεία του Θεού. Υπάρχει ένα μεγάλο πρόγραμμα επέκτασης στο Μεξικό, το οποίο περιλαμβάνει την οικοδόμηση νέων Αιθουσών Βασιλείας και νέων Αιθουσών Συνελεύσεων. Με πάνω από 380.000 ευαγγελιζομένους και περίπου 30.000 νεοβαφτισμένους κάθε χρόνο, υπάρχει πολλή εργασία να γίνει, όπως φανερώνουν οι 530.000 οικιακές Γραφικές μελέτες που διεξάγονται προς το παρόν.
Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν λυθεί όλα τα προβλήματα για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Μεξικό. Τα παιδιά τους εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πιέσεις στο σχολείο λόγω του ζητήματος της ουδετερότητας. Οι αρχές, όμως, προσπαθούν να εφαρμόσουν το νέο νόμο με δίκαιο τρόπο καθώς ασχολούνται με τις διάφορες θρησκείες που υπάρχουν στη χώρα. Το Μεξικό πράγματι έχει κάνει ένα μεγάλο βήμα προς την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και της θρησκευτικής ελευθερίας με το νέο νόμο που αφορά τη θρησκεία.
[Εικόνες στη σελίδα 13]
Έγγραφα που δίνουν έγκριση στη «Σκοπιά» και στο «Ξύπνα!»
[Εικόνα στη σελίδα 14]
Νέο κέντρο Βιβλικής εκπαίδευσης το οποίο ανεγείρουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Μεξικό