Σωθήκαμε από ένα Λαχάρ!
Η 1η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1995 αποδείχτηκε μια μέρα που όμοιά της δεν είχε δει ποτέ η οικογένεια Γκαρσία. Η οικογένεια Γκαρσία αποτελείται από δραστήριους Μάρτυρες του Ιεχωβά, και το σπίτι τους βρισκόταν σε έναν οικισμό της πόλης Καμπαλαντιάν, στο Μπακολόρ, της επαρχίας Παμπάνγκα των Φιλιππίνων. Αν και το σπίτι τους ήταν κοντά σε περιοχές που είχαν πληγεί από τα λαχάρ του όρους Πινατούμπο, ωστόσο δεν είχε επηρεαστεί άμεσα. Η Καμπαλαντιάν προστατευόταν από φράγματα που είχε φτιάξει το κράτος με σκοπό να αναχαιτίζουν τα λαχάρ. Αλλά τα πράγματα επρόκειτο να αλλάξουν γοργά.
Το ύψος της βροχής που προκλήθηκε από μια δυνατή τροπική καταιγίδα στο όρος Πινατούμπο έφτασε τα 21 εκατοστά. Τις πρώτες πρωινές ώρες, χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι της οικογένειας Γκαρσία. Κάποιος είχε κάνει λάθος στον αριθμό, αλλά τους είπε ότι ένα φράγμα είχε σπάσει και ότι η οικογένεια έπρεπε να προετοιμάζεται για πλημμύρα.
Αρχίζει η Δοκιμασία
Ο Νονάτο Γκαρσία, πατέρας της οικογένειας και προεδρεύων επίσκοπος στην Εκκλησία Βίλια Ρόζμαρι, αφηγείται: «Την Κυριακή, πριν από τις πέντε το πρωί, άρχισε να μαζεύεται νερό γύρω από το σπίτι μας.
»Νόμιζα ότι απλώς θα πλημμυρίζαμε, γι’ αυτό αρχίσαμε να μεταφέρουμε τα πράγματά μας στον επάνω όροφο. Αλλά μετά τις δέκα το πρωί, είδα ότι το νερό ήταν αναμειγμένο με ηφαιστειακή λάσπη. Το ύψος και η ισχύς του χειμάρρου συνέχισαν να αυξάνουν, ωσότου ο χείμαρρος έγινε πολύ ορμητικός και έφερνε βράχους. Σκαρφαλώσαμε στη στέγη.
»Αργότερα, ο χείμαρρος παρέσυρε αυτοκίνητα, ακόμα και σπίτια. Κάποιο σπίτι που είχε χτυπηθεί από ένα μεγάλο βράχο κατέρρευσε και παρασύρθηκε. Το λαχάρ έφερε τη στέγη του κοντά στο σπίτι μας. Υπήρχαν άνθρωποι στη στέγη. Τους φώναξα και τους ενθάρρυνα να έρθουν στη στέγη του δικού μας σπιτιού. Για να τα καταφέρουν, πιάστηκαν από ένα καλώδιο που τους πετάξαμε. Το είχα δέσει γύρω μου, και τους τράβηξα έναν έναν. Περισσότεροι άνθρωποι ήρθαν από άλλες στέγες οι οποίες είχαν σκεπαστεί. Στο μεταξύ, η βροχή συνεχιζόταν.
»Το απόγευμα, άρχισαν να περνάνε ελικόπτερα. Αλλά κανένα δεν κατέβηκε για να μας σώσει, παρ’ όλο που απεγνωσμένα τους κάναμε νοήματα. Σκεφτήκαμε ότι πρέπει να υπήρχαν άνθρωποι σε μεγαλύτερη ανάγκη και πήγαιναν να πάρουν πρώτα εκείνους. Δεν πίστευα ότι θα μας έπαιρναν γρήγορα, επειδή υπήρχαν πολλοί άνθρωποι αβοήθητοι στις στέγες των σπιτιών.
»Η προσευχή είναι πολύ σημαντική στη διάρκεια τέτοιων καταστάσεων. Ακόμα και αν βρίσκεσαι σε μεγάλο κίνδυνο, όταν προσευχηθείς δεν φοβάσαι πια. Δεν προσευχηθήκαμε στον Ιεχωβά να κάνει κάποιο θαύμα, αλλά ζητήσαμε να γίνει το θέλημά του, αναγνωρίζοντας ότι οποιοδήποτε άτομο μπορεί να πληγεί από μια συμφορά. Ωστόσο, του ζήτησα να μας δώσει δύναμη, θάρρος και σοφία. Όλα αυτά μας βοήθησαν να αντιμετωπίσουμε τη συγκεκριμένη κατάσταση».
Η σύζυγος του Νονάτο, η Κάρμεν, συμφώνησε: «Αυτά που λέει ο σύζυγός μου για την προσευχή είναι αλήθεια. Νιώθω πολύ νευρική όταν υπάρχει μια κατάσταση που απειλεί τη ζωή των αγαπημένων μου προσώπων. Όταν είδα ότι η στέγη γέμιζε με λάσπη από το λαχάρ και ότι τη χτυπούσαν βράχοι, είπα στο σύζυγό μου: ‘Φαίνεται ότι δεν έχουμε πια καμιά ελπίδα’. Αλλά εκείνος με ενθάρρυνε, λέγοντας: ‘Ας προσευχηθούμε’».
Ο Νονάτο συνέχισε: «Στις τέσσερις το απόγευμα, ο χείμαρρος του λαχάρ εξακολούθησε να κινείται με μεγάλη δύναμη. Τεράστιοι βράχοι χτυπούσαν το σπίτι. Θραύσματα από το λαχάρ είχαν καλύψει σχεδόν τη μισή στέγη. Άρχισα να σκέφτομαι ότι σε λίγο θα έπεφτε η νύχτα και θα ήταν πολύ δύσκολο να κινηθούμε. Γι’ αυτό, αποφασίσαμε να φύγουμε ενώ ήταν ακόμα μέρα.
»Πέταξα μια καρέκλα στη λάσπη του λαχάρ για να δω αν θα βυθιζόταν, και μάλιστα ανέβηκα πάνω της, αλλά δεν βυθίστηκε. Στη συνέχεια πήρα ένα μακρύ καδρόνι για να τρυπάω τη λάσπη. Το χρησιμοποίησα για να βρίσκω τις περιοχές που ήταν αρκετά στερεές για να πατήσουμε. Με αυτόν τον τρόπο, εμείς, μαζί με αρκετούς γείτονές μας, αρχίσαμε τελικά να διασχίζουμε τη λάσπη. Συνολικά, ήμασταν 26 άτομα.
»Κατευθυνόμασταν προς μια πιο ψηλή στέγη που βρισκόταν στο βάθος μακριά. Χρησιμοποιώντας το καδρόνι, τρυπούσαμε τη λάσπη για να δούμε πού μπορούσαμε να πατήσουμε. Στα μέρη που ήταν ακόμα πολύ μαλακή, μπουσουλούσαμε».
Με δάκρυα στα μάτια, η Κάρμεν εξηγεί: «Σε μερικά μέρη βρισκόμασταν δίπλα ακριβώς στο χείμαρρο του λαχάρ, και έπρεπε να περπατάμε με το πλάι σε πολύ στενά περάσματα. Κάποια στιγμή, βυθίστηκα μέχρι το στήθος, και είπα στο σύζυγό μου: ‘Δεν μπορώ να συνεχίσω. Θα πεθάνω’. Αλλά εκείνος είπε: ‘Όχι, θα τα καταφέρεις. Βγες έξω’. Με τη βοήθεια του Ιεχωβά, συνεχίσαμε να προχωράμε».
Η Νόρα Μενγκούλιο, συγγενής της οικογένειας, προσθέτει: «Σε μέρη που ήταν πολύ μαλακά για να μπουσουλήσουμε, ξαπλώναμε ανάσκελα και κινούμασταν σπρώχνοντας με τα πόδια μας. Μερικές φορές, βυθιζόμασταν πάρα πολύ, αλλά τραβούσαμε ο ένας τον άλλον έξω, ιδιαίτερα τα παιδιά».
Διάσωση—Επιτέλους!
Ο Νονάτο συνεχίζει: «Ενώ μπουσουλούσαμε με κόπο δίπλα στην άκρη του λαχάρ, πέρασε ένα ελικόπτερο και είδε σε τι επικίνδυνη θέση βρισκόμασταν—όχι σε κάποια στέγη, αλλά στη μέση των θραυσμάτων του λαχάρ. Μια από τις συντρόφους μας σήκωσε ψηλά το παιδί της, που ήταν οχτώ μηνών, ελπίζοντας να καταλάβει το συνεργείο διάσωσης την άσχημη θέση μας. Κατέβηκαν για να μας πάρουν. Στείλαμε πρώτα τα παιδιά και τις γυναίκες, επειδή δεν χωρούσαμε όλοι.
»Τελικά, μας πήραν και εμάς και μας μετέφεραν σε έναν καταυλισμό. Οι άνθρωποι που ήταν εκεί δεν μπορούσαν να μας δώσουν ρούχα να φορέσουμε, παρ’ όλο που όλα τα ρούχα μας ήταν καταλασπωμένα από το λαχάρ. Τους είπα ότι η οικογένειά μου δεν θα πήγαινε μαζί με τους άλλους στον καταυλισμό, επειδή θέλαμε να πάμε σε κάποια Αίθουσα Βασιλείας. Αμέσως μόλις φτάσαμε εκεί, μας έδωσαν ρούχα, φαγητό και επιπρόσθετη βοήθεια. Έφτασαν και άλλοι αδελφοί από την εκκλησία, και εκείνοι επίσης μας βοήθησαν».
Η Κάρμεν προσθέτει: «Μολονότι δεν μπορούσαμε να αναμένουμε βοήθεια από άλλη πηγή, νιώσαμε τι ευλογία είναι η Χριστιανική μας αδελφότητα».
Αν και το σπίτι τους καλύφτηκε από το λαχάρ, είναι ευχάριστο να γνωρίζουμε ότι αυτοί και τα τρία παιδιά τους, η Λάβλι, η Τσάρμι και ο Τσάρλι, επέζησαν από αυτή τη δοκιμασία, όπως και όλοι οι άλλοι Μάρτυρες στην περιοχή.
[Εικόνες στη σελίδα 23]
Ο δεύτερος όροφος του σπιτιού της οικογένειας Γκαρσία που έχει μισοξεθαφτεί από τη λάσπη
Η οικογένεια του Νονάτο Γκαρσία μπροστά στο θαμμένο σπίτι τους