Σιγκαπούρη—Το Θαμπωμένο Κόσμημα της Ασίας
ΚΛΑΝΓΚ! Οι βαριές ατσάλινες πόρτες των Γυναικείων Φυλακών Τσανγκί στη Σιγκαπούρη έκλεισαν απειλητικά πίσω από μια λεπτοκαμωμένη χήρα 71 ετών, μια Χριστιανή. Είναι Μάρτυρας του Ιεχωβά και είχε προσπαθήσει να εξηγήσει τη στάση της στον πρόεδρο του δικαστηρίου: «Δεν αποτελώ απειλή για το κράτος».
Κλανγκ! Την ακολούθησε μια γιαγιά 72 ετών, επίσης Χριστιανή. Το παράπτωμά της; Κατοχή τεσσάρων Γραφικών εντύπων της Εταιρίας Σκοπιά, στα οποία περιλαμβανόταν το προσωπικό της αντίτυπο της ίδιας της Αγίας Γραφής.
Συνολικά, 64 πολίτες της Σιγκαπούρης, ηλικίας 16 ως 72 ετών, συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν. Σαράντα εφτά από αυτούς αρνήθηκαν—ως θέμα αρχής—να πληρώσουν το πρόστιμο και φυλακίστηκαν για περιόδους που κυμαίνονταν από μία ως τέσσερις εβδομάδες. Πώς συνέβη αυτό σε μια πόλη-κράτος που περιγράφεται ως ένας από τους καλύτερους τόπους για να ζει κανείς σε όλο τον κόσμο; Πώς συνέβη αυτό σε μια πόλη-κράτος που φημίζεται παγκόσμια για την οικονομική της σταθερότητα, την εξαιρετική της ανάπτυξη, τα σύγχρονα κτίρια καθώς και τη φαινομενική ανεξιθρησκεία της;
Μια Σύγχρονη Πόλη-Κράτος
Πρώτα, ας δούμε σύντομα την ιστορία της. Η σύγχρονη ιστορία της Σιγκαπούρης ξεκίνησε το 1819 με την άφιξη του Βρετανού Σερ Τόμας Στάμφορντ Ραφλς. Ο Ραφλς, εκπρόσωπος της Εταιρίας των Ανατολικών Ινδιών, αναζητούσε ένα ορμητήριο για τις επιχειρήσεις στον ανατολικό κόσμο. Αποφάσισε να δοκιμάσει τη Σιγκαπούρη. Αυτό ήταν το ξεκίνημα μιας εμπορικής βάσης που επηρεάζει την ανάπτυξη της Ανατολικής Ασίας μέχρι σήμερα.
Η Σιγκαπούρη πριν από την ανεξαρτησία περιγραφόταν ως βρώμικη πόλη. Σήμερα, κανένας δεν θα περιέγραφε τη Σιγκαπούρη ως βρώμικη. Το αντίθετο αληθεύει. Τα περασμένα 30 χρόνια, ολόκληρη η πόλη έχει σχεδόν ξαναχτιστεί, κρατώντας όπου ήταν δυνατόν το χαρακτήρα της παλιάς πόλης είτε διατηρώντας την πρόσοψη παλιών κτιρίων είτε ενσωματώνοντας ολόκληρα ιστορικά οικοδομήματα σε σύγχρονα κτίρια. Η Σιγκαπούρη έχει γίνει σταυροδρόμι των θαλάσσιων συγκοινωνιών στην Ανατολή, και συχνά υπάρχουν 800 πλοία στο λιμάνι ταυτόχρονα. Σύγχρονος εξοπλισμός υψηλής τεχνολογίας επιτρέπει σε ένα τεράστιο πλοίο με εμπορευματοκιβώτια να ξεφορτώνεται και να ξαναφορτώνεται μέσα σε λίγες ώρες. Στο εμπορικό κέντρο της πόλης, οι τιμές των ακινήτων φτάνουν τα 60.000 δολάρια (περ. 13,8 εκατ. δρχ.) το τετραγωνικό μέτρο.
Οι περίπου 3.400.000 κάτοικοι αποτελούνται από μια μεγάλη ποικιλία Κινέζων, Μαλαίων, Ινδών, Ευρωπαίων και άλλων. Οι γλώσσες που μιλιούνται είναι η κινεζική, η μαλαϊκή, η τάμιλ και η αγγλική.
Ογδόντα τρία χιλιόμετρα κυκλοφοριακών αρτηριών ταχείας μεταφοράς στο έδαφος και κάτω από αυτό δίνουν στη Σιγκαπούρη ένα από τα πιο σύγχρονα, αποδοτικά συστήματα συγκοινωνιών στον κόσμο. Καταπράσινα πάρκα είναι διασκορπισμένα σε όλη την πόλη, διανθίζοντας την επιβλητική εικόνα των σύγχρονων κατασκευών. Κάτι που δεν πρέπει να χάσει ο τουρίστας που επισκέπτεται την πόλη για πρώτη φορά είναι το πλήρως ανακαινισμένο ξενοδοχείο Ραφλς, το οποίο έχει ανακηρυχτεί εθνικό μνημείο επειδή χρονολογείται από το 1889. Κάτι που επίσης δεν πρέπει να χάσει είναι το βοτανικό και κηπευτικό κέντρο 520 στρεμμάτων, σε 40 από τα οποία έχει διατηρηθεί η αρχική μορφή της ζούγκλας, όπου κάποτε τριγυρνούσαν τίγρεις.
Εγγυήσεις για Θρησκευτική Ελευθερία
Ταυτόχρονα με την απαράμιλλη οικονομική πρόοδο, η Σιγκαπούρη υπόσχεται θρησκευτική ελευθερία σε όλους τους κατοίκους. Δυστυχώς, η Σιγκαπούρη δεν έχει τηρήσει την υπόσχεσή της. Ιδιαίτερα όσοι είναι συνταυτισμένοι με την εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά έχουν διαπιστώσει ότι αυτό αληθεύει.
Το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Σιγκαπούρης, στο Άρθρο 15(1), παρέχει τη βασική εγγύηση της ελευθερίας λατρείας: «Ο καθένας έχει το δικαίωμα να ομολογεί και να ασκεί τη θρησκεία του και να τη διαδίδει».
Το Άρθρο 15(3) του Συντάγματος εγγυάται: «Κάθε θρησκευτική ομάδα έχει το δικαίωμα—
(α) να χειρίζεται τις θρησκευτικές της υποθέσεις·
(β) να ιδρύει και να διατηρεί ιδρύματα για θρησκευτικούς ή φιλανθρωπικούς σκοπούς· και
(γ) να αποκτά και να κατέχει περιουσία καθώς και να τη διατηρεί και να τη διαχειρίζεται σε αρμονία με το νόμο».
Από το 1936 οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αποτελούσαν μέρος της κοινότητας της Σιγκαπούρης. Επί πολλά χρόνια διεξήγαν τακτικά εκκλησιαστικές συναθροίσεις στη δική τους Αίθουσα Βασιλείας που βρίσκεται στην οδό Έξετερ 8, απέναντι ακριβώς από μια πολυάσχολη αγορά. Η εκκλησία άκμαζε, ενώ ταυτόχρονα συνέβαλε με το δικό της μοναδικό τρόπο στη σταθερότητα της κοινοτικής ζωής.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά Τίθενται υπό Απαγόρευση
Όλα αυτά άλλαξαν στις 12 Ιανουαρίου 1972. Εκδόθηκε μια εντολή απέλασης με βάση το Κυβερνητικό Διάταγμα Εκτοπισμού, άρθρο 109, η οποία διέτασσε τον Χριστιανό ιεραπόστολο Νόρμαν Ντέιβιντ Μπελότι και τη σύζυγό του Γκλάντις, που επί 23 χρόνια κατοικούσαν στη Σιγκαπούρη, να εγκαταλείψουν τη χώρα. Γρήγορα ακολούθησε μια εντολή που διέγραφε από τον κατάλογο των αναγνωρισμένων θρησκειών την Εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Σιγκαπούρη. Μέσα σε λίγες ώρες η αστυνομία είχε καταλάβει την Αίθουσα Βασιλείας σπάζοντας την μπροστινή πόρτα. Σχεδόν αμέσως ακολούθησε μια επίσημη απαγόρευση σε όλα τα έντυπα της Εταιρίας Σκοπιά. Έτσι άρχισε μια περίοδος καταπίεσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Κατόπιν η κυβέρνηση πούλησε την Αίθουσα Βασιλείας συνεχίζοντας τις αυθαιρεσίες της, και όλα αυτά χωρίς ειδοποίηση—χωρίς ακρόαση, χωρίς δίκη, χωρίς καμία δυνατότητα απάντησης.
Η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης επανειλημμένα έχει αναφερθεί στην άρνηση στράτευσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά για να δικαιολογήσει την ολοκληρωτική απαγόρευση. Πρόσφατα, στις 29 Δεκεμβρίου 1995, ο κ. Κ. Κεσαβαπάνι, μόνιμος αντιπρόσωπος της Σιγκαπούρης στα Ηνωμένα Έθνη στη Γενεύη, σε μια επιστολή που απευθυνόταν στην Αυτού Εξοχότητα Ιμπραήμ Φολ, αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη, δήλωσε τα εξής:
«Η απαγόρευση που επέβαλε η κυβέρνησή μου στο κίνημα των Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Η συνεχιζόμενη ύπαρξη του κινήματος θα ήταν επιβλαβής για το κοινό καλό και την ευταξία στη Σιγκαπούρη. Αναγκαίο επακόλουθο της διαγραφής των Μαρτύρων του Ιεχωβά από τις αναγνωρισμένες θρησκείες ήταν η απαγόρευση όλων των εντύπων τους ώστε να επιβληθεί η απαγόρευση στο κίνημα και να καμφθεί η διάδοση και η εξάπλωση των πεποιθήσεών τους».
Όσον αφορά το επιχείρημα του κινδύνου για την εθνική ασφάλεια της Σιγκαπούρης, πρέπει να σημειωθεί ότι ο αριθμός των νεαρών που αρνούνται τη στρατιωτική υπηρεσία είναι περίπου πέντε άτομα το χρόνο. Η Σιγκαπούρη διατηρεί στρατιωτική δύναμη περίπου 300.000 ατόμων. Η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης αρνείται να εξετάσει καν το ενδεχόμενο κοινωνικής υπηρεσίας για τους ελάχιστους ανθρώπους που περιλαμβάνονται.
Απροκάλυπτη Καταπίεση
Έπειτα από αρκετά χρόνια ασταθούς ανοχής, ένα νέο κεφάλαιο απροκάλυπτης καταπίεσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων άρχισε να ξετυλίγεται το 1992 όταν αρκετοί άνθρωποι συνελήφθησαν—με την κατηγορία κατοχής εντύπων απαγορευμένων από το Διάταγμα Ανεπιθύμητων Εκδόσεων. Το 1994 η Εταιρία Σκοπιά έστειλε στη Σιγκαπούρη τον 75χρονο Γ. Γκλεν Χάου, διαπρεπή δικηγόρο και Μάρτυρα του Ιεχωβά όλη του τη ζωή. Η αναγνώριση που απολάμβανε του επέτρεψε να εμφανιστεί ενώπιον των δικαστηρίων της Σιγκαπούρης. Έχοντας υπόψη τη θρησκευτική εγγύηση του Συντάγματος, ασκήθηκε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο της Σιγκαπούρης, η οποία περιλάμβανε και μια αμφισβήτηση της εγκυρότητας των συλλήψεων και της απαγόρευσης του 1972. Στις 8 Αυγούστου 1994, ο Πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου της Σιγκαπούρης Γιονγκ Πενγκ Χάου απέρριψε την προσφυγή. Μετέπειτα προσπάθειες για να αναιρεθεί η απόφαση δεν είχαν επιτυχία.
Στις αρχές του 1995 φάνηκε ότι η νομική αμφισβήτηση που βασιζόταν στο Σύνταγμα της Σιγκαπούρης είχε πυροδοτήσει ακόμη πιο καταπιεστικά μέτρα. Με ένα σχέδιο στρατιωτικού τύπου το οποίο ονομάστηκε Επιχείρηση Ελπίδα, μυστικοί αστυνομικοί που ανήκαν στον κλάδο του Εγκληματολογικού Τμήματος ο οποίος ασχολείται με τις μυστικές οργανώσεις έκαναν έφοδο σε μερικές μικρές ομάδες Χριστιανών που είχαν συγκεντρωθεί σε ιδιωτικά σπίτια. Περίπου 70 αστυνομικοί και βοηθοί διεξήγαγαν τις επιδρομές τύπου κομάντο, με αποτέλεσμα τη σύλληψη 69 ατόμων. Όλοι οι συλληφθέντες μεταφέρθηκαν σε κέντρα ανάκρισης, μερικοί ανακρίνονταν ολόκληρη τη νύχτα, και όλοι κατηγορήθηκαν ότι παρακολουθούσαν συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά και στην κατοχή τους είχαν Γραφικά έντυπα. Μερικοί κρατήθηκαν στην απομόνωση μέχρι και 18 ώρες, χωρίς να μπορούν καν να τηλεφωνήσουν στις οικογένειές τους.
Οι κατηγορίες κατά των αλλοδαπών αποσύρθηκαν. Αλλά 64 πολίτες της Σιγκαπούρης οδηγήθηκαν στο δικαστήριο στα τέλη του 1995 και στις αρχές του 1996. Και οι 64 βρέθηκαν ένοχοι. Σαράντα εφτά από αυτούς, ηλικίας 16 ως 72 ετών, δεν πλήρωσαν το πρόστιμο που περιλάμβανε χιλιάδες δολάρια και στάλθηκαν στη φυλακή για μία ως τέσσερις εβδομάδες.
Προτού τους στείλουν στα κελιά τους, έγδυσαν άντρες και γυναίκες και τους έψαξαν μπροστά σε αρκετούς ανθρώπους. Σε μερικές γυναίκες είπαν να τεντώσουν τα χέρια τους, να καθίσουν οκλαδόν πέντε φορές και να ανοίξουν το στόμα τους και να βγάλουν τη γλώσσα τους. Τουλάχιστον σε μια γυναίκα είπαν να χρησιμοποιήσει τα δάχτυλά της για να ανοίξει τον πρωκτό της. Στη φυλακή, μερικοί άντρες αναγκάστηκαν να πιουν νερό από λεκάνες τουαλέτας. Σε μερικές κοπέλες φέρθηκαν σαν σε επικίνδυνους εγκληματίες, τις κράτησαν στην απομόνωση για όλη τη διάρκεια της ποινής τους, και τους έδιναν μισή μερίδα φαγητό. Μερικοί φρουροί της φυλακής μάλιστα αρνήθηκαν να δώσουν στους Μάρτυρες την Αγία Γραφή τους.
Αλλά ας δούμε λίγα σχόλια που έκαναν μερικές από τις φυλακισμένες γυναίκες. Αυτά που αποκάλυψαν οι προσωπικές τους αφηγήσεις βρίσκονταν σε έντονη αντίθεση με το καθαρό προσωπείο αυτής της σύγχρονης πόλης.
«Το κελί ήταν βρώμικο. Ο νιπτήρας και η τουαλέτα βρίσκονταν σε αξιοθρήνητη κατάσταση. Ήταν γλιτσιασμένα και βρώμικα. Κάτω από τον πάγκο στον οποίο καθόμουν υπήρχαν ιστοί αράχνης και ακαθαρσίες».
«Μου είπαν να γδυθώ, και μου έδωσαν ρούχα της φυλακής, ένα πιατάκι για σαπούνι (χωρίς σαπούνι) και μια οδοντόβουρτσα. Οι άλλες κρατούμενες στο κελί μου μού είπαν ότι στις κρατούμενες που μένουν για λίγο καιρό δεν δίνουν οδοντόκρεμα ούτε χαρτί τουαλέτας».
«Ήμασταν 20 σε ένα κελί. Η τουαλέτα είναι μια τρύπα στο δάπεδο και ο τοίχος φτάνει μόνο μέχρι τη μέση μου. Το μπάνιο είχε μόνο ένα ντους και ένα νιπτήρα. Έπρεπε να πλενόμαστε έξι έξι—όλες στο κελί έπρεπε να κάνουμε ντους μέσα σε μισή ώρα το πρωί».
Παρά την τραυματική εμπειρία της φυλάκισης, όλοι το θεώρησαν προνόμιο να υπηρετούν τον Θεό—οποτεδήποτε, οπουδήποτε, και κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Προσέξτε το ακόλουθο σχόλιο από μια έφηβη:
«Από τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στη φυλακή, πάντοτε θύμιζα στον εαυτό μου το σκοπό για τον οποίο βρισκόμουν εκεί. Κάθε μέρα προσευχόμουν στον Ιεχωβά να ακούσει την προσευχή μου και να μη με εγκαταλείψει. Ένιωσα ότι απάντησε στην προσευχή μου επειδή το άγιο πνεύμα του ήταν αυτό που με βοήθησε να υπομείνω. Μόνο τότε κατάλαβα πόσο στενή σχέση είχα μαζί Του, και αυτό με έχει ενισχύσει πολύ, επειδή γνωρίζω ότι εκείνος μας προσέχει. Θεωρώ μεγάλο προνόμιό μου το ότι μπόρεσα να περάσω αυτή τη δοκιμασία για χάρη του ονόματός του».
Γρήγορα, εφημερίδες σε όλο τον κόσμο έμαθαν την ιστορία. Ο τύπος στην Αυστραλία, στην Ευρώπη, στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στη Μαλαισία, στο Χονγκ Κονγκ και σε άλλα μέρη επαναλάμβανε συνεχώς τα γεγονότα. Η εφημερίδα Δε Τορόντο Σταρ (The Toronto Star) του Καναδά συνόψισε την κατακραυγή που ξεσηκώθηκε με την εξής επικεφαλίδα: «Γιαγιούλα Καταδικάζεται Επειδή Έχει Αγία Γραφή». Πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο κόσμος έχει πολλά σοβαρά προβλήματα που περιλαμβάνουν πολύ περισσότερους ανθρώπους, αλλά σε αυτή την περίπτωση το ερώτημα που θέτουν εμβρόντητοι άνθρωποι παντού είναι το ίδιο. «Στη Σιγκαπούρη;»
Είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί μια θρησκεία που λειτουργεί φανερά και με πλήρη νομική προστασία σε πάνω από 200 χώρες σε όλη την υφήλιο θα πρέπει να γίνεται στόχος διωγμού στη Σιγκαπούρη. Γίνεται ακόμη δυσκολότερο να το καταλάβουμε όταν σκεφτούμε ότι καμία άλλη θρησκεία στη Σιγκαπούρη δεν έχει υποστεί τέτοια παράλογη και αυθαίρετη μεταχείριση.
Όντως, ένας υπαστυνόμος που ήταν επικεφαλής μιας ομάδας εφόδου εναντίον των Μαρτύρων του Ιεχωβά παραδέχτηκε στο δικαστήριο ότι αυτή ήταν η μόνη φορά που αυτός και οι αστυνομικοί του είχαν λάβει διαταγές να διαλύσουν μια θρησκευτική συνάντηση. Τα σχόλια που ακολουθούν έχουν παρθεί από τις καταθέσεις:
Ερώτηση: (Προς το μάρτυρα) Γνωρίζετε αν ο Κλάδος Μυστικών Εταιριών έχει διεξαγάγει έρευνες και έχει διώξει κάποιες άλλες μη καταχωρημένες θρησκευτικές ομάδες, εκτός από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά;
Απάντηση: Από όσο γνωρίζω, όχι.
Οι ερωτήσεις συνεχίστηκαν.
Ε: (Προς το μάρτυρα) Έχετε εσείς προσωπικά ποτέ διεξαγάγει παρόμοια έφοδο σε μικρή θρησκευτική ομάδα, που συναθροίζεται σε κάποιο σπίτι και δεν είναι καταχωρημένη σύμφωνα με το Διάταγμα περί Εταιριών;
Α: Όχι, ποτέ.
Έκκληση για Δράση
Η Διεθνής Αμνηστία και ο Διεθνής Δικηγορικός Σύλλογος έστειλαν από έναν δικό τους ειδικό παρατηρητή για να ελέγξει αν οι δίκες γίνονταν σύμφωνα με τη νόμιμη διαδικασία. Ο αμερόληπτος παρατηρητής της Διεθνούς Αμνηστίας, Άντριου Ραφέλ, δικηγόρος στο Χονγκ Κονγκ, είπε τα εξής: «Γράφω στην έκθεσή μου ότι η δίκη έμοιαζε με παράσταση». Εξήγησε ακόμη ότι οι παράγοντες της κυβέρνησης που κλήθηκαν ως μάρτυρες δεν μπόρεσαν να εξηγήσουν στο δικαστήριο γιατί κρίθηκαν ανεπιθύμητα τα έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο Ραφέλ ανέφερε μερικά από τα απαγορευμένα Γραφικά έντυπα που περιλαμβάνουν τα βιβλία Ευτυχία—Πώς να τη Βρείτε και Η Νεότης σας—Επωφεληθήτε απ’ Αυτήν. Πρόσθεσε ότι δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ανεπιθύμητα με καμία έννοια της λέξης.
Ο παρατηρητής του Διεθνούς Δικηγορικού Συλλόγου, Σέσιλ Ρατζέντρα, δήλωσε τα εξής:
«Από την αρχή, ήταν ολοφάνερο ότι η όλη δίκη ήταν απλώς μια . . . φάρσα που σκηνοθετήθηκε για τα προσχήματα με σκοπό να δείξει στον κόσμο ότι υπάρχει ακόμη δημοκρατία στη Σιγκαπούρη.
»Κατά συνέπεια το αποτέλεσμα ήταν προκαθορισμένο και δεν υπήρξε ίχνος αμφιβολίας ούτε στιγμή πριν από τη δίκη, κατά τη διάρκειά της ή στο τέλος της για το ότι όλοι οι κατηγορούμενοι θα κρίνονταν ένοχοι για τις κατηγορίες.
»Μολονότι η δίκη έγινε σε κατώτερο δικαστήριο και οι κατηγορίες ήταν στην πραγματικότητα μικρές παραβάσεις του Διατάγματος περί Εταιριών, η ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο δικαστήριο ήταν ατμόσφαιρα φόβου και τρομοκρατίας.
»Αυτό οφειλόταν κυρίως στο ότι τουλάχιστον 10 ένστολοι αστυνομικοί βρίσκονταν εκεί (6 μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου και 4 έξω) ενώ πολλοί μυστικοί αστυνομικοί ντυμένοι με πολιτικά κάθονταν ανάμεσα στους ακροατές».
Σχολιάζοντας τον τρόπο με τον οποίο διεξάχθηκε αυτή καθαυτή η δίκη, ο Ρατζέντρα συνέχισε:
«Η συμπεριφορά του προαναφερθέντος Δικαστή ενόσω βρισκόμουν εκεί (καθώς και σε όλη την πορεία της δίκης, όπως αποδεικνύεται από τα πρακτικά) δεν ήταν η αναμενόμενη. . . . Ενάντια σε κάθε κανόνα μιας αμερόληπτης δίκης, ο Δικαστής επανειλημμένα παρενέβη υπέρ του κατήγορου και εμπόδισε την υπεράσπιση να εξετάσει μάρτυρες κατηγορίας σχετικά με πειστήρια, π.χ. τη μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου της Αγίας Γραφής, τα οποία προσκόμισαν οι κατήγοροι για να δείξουν ότι οι κατηγορούμενοι κατείχαν απαγορευμένα έντυπα!»
Είναι τέτοιο το μέγεθος της διεθνούς ανησυχίας που προκλήθηκε από την καταπίεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σιγκαπούρη ώστε ένα περιοδικό που εκδίδεται με έδρα το Βέλγιο και έχει τίτλο Ανθρώπινα Δικαιώματα Χωρίς Σύνορα (Human Rights Without Frontiers) δημοσίευσε μια 18σέλιδη αναφορά που ασχολούνταν αποκλειστικά με την επίθεση της κυβέρνησης της Σιγκαπούρης κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Στα σχόλιά του, ο Γουίλι Φοτρέ, εκδότης του περιοδικού, όρισε περιληπτικά το πραγματικό μέτρο της ανθρώπινης ελευθερίας σε οποιοδήποτε πολιτικό κράτος:
«Μολονότι η θρησκευτική ελευθερία είναι μια από τις καλύτερες ενδείξεις της γενικής κατάστασης των ανθρωπίνων ελευθεριών σε οποιαδήποτε κοινωνία, ελάχιστες κοσμικές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν αναμειχθεί είτε στη διαδικασία της εξάλειψης αυτής της μορφής διάκρισης και αδιαλλαξίας με βάση τη θρησκεία ή το πιστεύω είτε στην ανάπτυξη προγραμμάτων που θα διαφύλατταν και θα προωθούσαν τη θρησκευτική ελευθερία».
Το περιοδικό Ανθρώπινα Δικαιώματα Χωρίς Σύνορα δημοσίευσε το δικό του κατάλογο που περιείχε συστάσεις με μαύρα γράμματα στο οπισθόφυλλο της έκθεσής του.
Η συμβολή των Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι ωφέλιμη για τη Σιγκαπούρη. Σέβονται τα δικαιώματα των γειτόνων τους και δεν πρόκειται να διαπράξουν κανένα έγκλημα εναντίον τους. Κανένας πολίτης της Σιγκαπούρης δεν χρειάζεται να ανησυχεί μήπως κάποιος Μάρτυρας του Ιεχωβά διαρρήξει το σπίτι του, τον ληστέψει, τον χτυπήσει ή τον βιάσει.
Η εθελοντική δημόσια διακονία τους ενισχύει και βελτιώνει την οικογενειακή ζωή και δημιουργεί καλούς πολίτες. Διεξάγουν δωρεάν Γραφικές μελέτες με οποιονδήποτε θέλει να μάθει ποιες είναι οι εποικοδομητικές αρχές της Αγίας Γραφής και πώς να τις εφαρμόσει στη ζωή του. Οι συναθροίσεις τους για μελέτη της Αγίας Γραφής και προσευχή αποτελούν μέρος της Χριστιανικής τους εκπαίδευσης. Αυτό τους κάνει καλούς πολίτες.
Οι πολίτες της Σιγκαπούρης που σέβονται τη δημοκρατία τους και θέλουν το καλύτερο για το μέλλον της πρέπει να πιέσουν την κυβέρνηση να επανεξετάσει τη δικαιωματική θέση των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην κοινωνία της Σιγκαπούρης. Είναι καιρός να αρθούν οι κυρώσεις που τους έχουν επιβληθεί και να τους δοθεί ξανά ό,τι δικαιούται κάθε πολίτης—ελευθερία λατρείας.
[Πλαίσιο στη σελίδα 26]
Ο Κόσμος Παρακολουθεί
1. «Όταν η αστυνομία της Σιγκαπούρης εισέβαλε σε πέντε σπίτια ένα βράδυ του περασμένου Φεβρουαρίου σε μια αιφνιδιαστική έφοδο στρατιωτικού τύπου, 69 άντρες, γυναίκες και έφηβοι συνελήφθησαν και σύρθηκαν στην ασφάλεια. Δεν έπρεπε να τελειώνουν έτσι οι συναντήσεις για μελέτη της Αγίας Γραφής».—Ο Πολίτης της Οτάβα (The Ottawa Citizen), Καναδάς, 28 Δεκεμβρίου 1995, σελίδα Α10.
2. «Θα ήταν πηγή πραγματικής ικανοποίησης για όλους όσους ενδιαφέρονται για τη θρησκευτική ελευθερία και τα δικαιώματα συνείδησης αν η Κυβέρνηση της Σιγκαπούρης τροποποιούσε τη στάση της σχετικά με τα μέλη αυτού του αθώου και άκακου ομίλου και τους επέτρεπε να ασκούν και να διαδίδουν την πίστη τους χωρίς φόβο ή εμπόδια».—Καθηγητής Μπράιαν Ρ. Γουίλσον, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Αγγλία.
3. «Σε μια σειρά δικών που πυροδότησαν διαμαρτυρίες από διεθνείς ομάδες για τα δικαιώματα του πολίτη, τα δικαστήρια της Σιγκαπούρης έχουν καταδικάσει 63 Μάρτυρες του Ιεχωβά από τον περασμένο Νοέμβριο».—Ασάχι Ίβνινγκ Νιουζ (Asahi Evening News), Ιαπωνία, 19 Ιανουαρίου 1996, σελίδα 3.
4. «Θα έπρεπε να επιτρέπεται στους Μάρτυρες του Ιεχωβά να συναθροίζονται και να ασκούν ειρηνικά τη θρησκεία τους χωρίς απειλή σύλληψης ή φυλάκισης. Η ελευθερία θρησκείας αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα το οποίο κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα της Σιγκαπούρης».—Διεθνής Αμνηστία, 22 Νοεμβρίου 1995.
5. Η Τσαν Σιου-Τσινγκ, πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης και Ειρήνης της Καθολικής Επισκοπής του Χονγκ Κονγκ, σε μια επιστολή προς τον Λι Κουάν Γιου, πρώτο τη τάξει υπουργό, Γραφείο του Πρωθυπουργού, με ημερομηνία 1 Ιουνίου 1995, δήλωσε: «Το κύριο ζήτημα είναι ότι ακόμη και αν η κυβέρνηση της Σιγκαπούρης νομίζει ότι αυτοί που αρνούνται τη στρατιωτική υπηρεσία παραβιάζουν το νόμο και πρέπει να τους απαγγελθεί κατηγορία, τα άλλα μέλη που απλώς συμμετέχουν σε θρησκευτικές συνάξεις για σκοπούς λατρείας δεν θα έπρεπε να επηρεάζονται. . . .
»Γι’ αυτό γράφουμε στην Κυβέρνησή σας ζητώντας:
1. να πάψει να κηρύσσει υπό απαγόρευση τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ώστε να μπορούν να απολαμβάνουν ελευθερία λατρείας και συνείδησης·
2. να σταματήσει να απαγγέλει κατηγορίες εναντίον μελών των Μαρτύρων του Ιεχωβά τα οποία απλώς παρακολουθούν συνάξεις με θρησκευτικό σκοπό·
3. να απελευθερώσει τα μέλη των Μαρτύρων του Ιεχωβά που έχουν συλληφθεί πρόσφατα απλώς επειδή παρευρέθηκαν σε θρησκευτικές συνάξεις».
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στο δικαστήριο μετά την απαγγελία των κατηγοριών
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Αυτή η Μάρτυρας του Ιεχωβά, που είναι 71 ετών, είπε στο δικαστή: «Δεν αποτελώ απειλή για το κράτος». Εντούτοις, φυλακίστηκε